Βρισκόμαστε στο έτος 1853, η Ρωσία έχοντας μείνει αλώβητη από τις επαναστάσεις του 1848 αποπειράται να λύσει δυναμικά το ανατολικό ζήτημα με στόχο τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Αφορμή για το ξέσπασμα του πολέμου είναι οι έριδες των Ορθοδόξων και Καθολικών κληρικών στους Αγίους Τόπους για την κατοχή διαφόρων ιερών προσκυνημάτων.
Η Ρωσία ζητά να αναγνωρισθεί ο τσάρος ως προστάτης των ορθοδόξων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι διαπραγματεύσεις όμως με την Πύλη απέτυχαν και έτσι η Ρωσία κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία. Αρχή του πολέμου αποτελεί η κατάληψη των παραδουνάβιων ηγεμονιών από τους Ρώσους, γεγονός στο οποίο αντέδρασαν Άγγλοι και Γάλλοι, εισερχόμενοι στον πόλεμο και υποστηρίζοντας τους Τούρκους. Το Σεπτέμβρη του 1854 ο πόλεμος μεταφέρεται στη χερσόνησο της Κριμαίας και πιο συγκεκριμένα στην Σεβαστούπολη- το μεγάλο λιμάνι και ναύσταθμο των Ρώσων. Η πολιορκία της Σεβαστούπολης κράτησε περίπου ένα χρόνο και έχει γραφτεί στην παγκόσμια στρατιωτική ιστορία ως μια από τις σπουδαιότερες όλων των εποχών. Μια τεράστια συγκέντρωση συμμαχικών στρατευμάτων και πλοίων επιχειρεί να επιβάλει τις επιδιώξεις, κυρίως των Άγγλων, για το διαμελισμό της Ρώσικης αυτοκρατορίας. Ο ηρωισμός των Ρώσων στρατιωτών και του λαού της Σεβαστούπολης είναι παροιμιώδης καθώς επίσης και η μεγαλοφυΐα του υπολοχαγού μηχανικού Τοτλέμπεν, ο οποίος σχεδιάζει και στήνει συνεχώς εμπόδια στους πολιορκητές της πόλης.
Τελικά, όμως η Σεβαστούπολη έπεσε, το φθινόπωρο του 1855 και η Ρωσία οδηγήθηκε στο συνέδριο του Παρισιού, όπου μετά από έντονο διπλωματικό παρασκήνιο καταφέρνει να διατηρήσει, υπογράφοντας την ομώνυμη συνθήκη, με μικρές απώλειες, το προπολεμικό statusquo. Μια από τις αποφάσεις του συνεδρίου αφορούσε στην Ελλάδα και στη διατήρηση της αγγλογαλλικής κατοχής στη χώρα. Αλλά ας πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. Στις αρχές του 1854 ο Ελληνισμός βρίσκεται σε αναβρασμό μετά τις πρώτες επιτυχίες των Ρώσων επί των Τούρκων. Βρισκόμαστε άλλωστε στη εποχή της μεγάλης ιδέας. Εξεγέρσεις από τους Ελληνικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σημειώνονται στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και τη Μακεδονία. Το Οθωνικό καθεστώς στηρίζει αυτές τις εξεγέρσεις και πολλοί αξιωματικοί του Ελληνικού στρατού καταθέτουν τις παραιτήσεις τους στην κυβέρνηση, προκειμένου να συμμετάσχουν στα αντάρτικα σώματα των επαναστατημένων περιοχών. Οι Αγγλογάλλοι αντιδρούν στην υποστήριξη που παρέχει η ελληνική κυβέρνηση σ’ αυτές τις επαναστατικές ομάδες και καταλαμβάνουν τον Πειραιά, επιβάλλοντας την άρση της στήριξης της μικρής Ελλάδας σ’ αυτές. Οι Αγγλογάλλοι ορίζουν επίσης την νέα κυβέρνηση, το λεγόμενο από το λαό «υπουργείο κατοχής» και για τρία σχεδόν χρόνια προσβάλλουν και ταπεινώνουν τον Ελληνικό λαό με διάφορες ενέργειες τους. Η αγανάκτηση του λαού είναι μεγάλη και μεγάλωσε ακόμη περισσότερο με την εμφάνιση της χολέρας, την οποία μετέφεραν τα γαλλικά στρατεύματα από τη Βάρνα και η οποία εκδηλώθηκε πρώτα στις δυνάμεις κατοχής στον Πειραιά. Χάθηκαν 3000 άνθρωποι την στιγμή που ο συνολικός πληθυσμός της τότε Αθήνας ήταν 30.000. Μάλιστα τα Γαλλικά στρατεύματα κατοχής υπό τον "γενναίο" στρατηγό Τινάν, προσπαθώντας να εξευτελίσουν τον Όθωνα παρήλαυναν επιδεικτικά σχεδόν καθημερινά μπροστά από τα Ελληνικά ανάκτορα. Αλλά ο στρατός κατοχής δεν περιορίστηκε μόνο σε περιπάτους. Κατά διαταγή του "γενναίου" στρατηγού Τινάν, Γάλλοι στρατιώτες κατέστρεψαν το τυπογραφείο της εφημερίδας "Αιών" και συνέλαβαν και απήγαγαν στον Πειραιά τον διαπρεπή δημοσιογράφο Ιωάννη Φιλίμωνα, οπαδό του Ρωσικού κόμματος, που είχε στηλιτεύσει με άρθρα του την αποικιακή πολιτική των Αγγλογάλλων. Η γενικότερη αυθάδης συμπεριφορά των Γάλλων στρατιωτών προς τους Αθηναίους είχε αυξήσει την λαϊκή δυσαρέσκεια στο κατακόρυφο, και η τάξη εντός της πόλης διατηρείτο με μεγάλη δυσκολία. Η τελευταία τραγική συνέπεια της παρουσίας των στρατευμάτων κατοχής ήταν η διάδοση της χολέρας στους πολίτες των Αθηνών και ο θάνατος εκατοντάδων από την μεταδοτική αυτή ασθένεια. Υπό την πρόφαση της επιδημίας ο στρατός κατοχής ζήτησε την μεταστάθμευση του στα Πατήσια (έτσι ώστε να σκληρύνει περαιτέρω το καθεστώς κατοχής), αλλά συνάντησε την αποφασιστική στάση του Μαυροκορδάτου ο οποίος απείλησε με την παραίτηση του. Ο Μαυροκορδάτος ήταν και ο μοναδικός ο οποίος διασώθηκε στην συνείδηση του λαού, καθώς όρθωσε το ανάστημα του σε κάποιες πρωτοφανείς απαιτήσεις των ξένων, ενώ έδιωξε από το γραφείο του τον γραμματέα της Αγγλικής πρεσβείας γιατί μίλησε απρεπώς για τον Βασιλιά. Ο βίος του "υπουργείου Κατοχής" ήταν βραχύς και διήρκεσε ως τον Σεπτέμβριο του 1855, καθώς τότε η κυβέρνηση αναγκάστηκε σε παραίτηση υπό το βάρος ενός μεγάλου κοινωνικού σκανδάλου που αφορούσε τον Καλέργη και την Βασίλισσα Αμαλία. Ακολούθησε νέα κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Βούλγαρη με τα ίδια υποτελή χαρακτηριστικά. Ο στρατός κατοχής αποχώρησε από τον Πειραιά στις 15 Φεβρουαρίου 1857, μετά το τέλος του Κριμαϊκού πολέμου και την οριστική συντριβή όλων των εστιών επανάστασης στις επαρχίες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που συνόρευαν με την Ελλάδα. Το Ελληνικό Βασιλικό ζεύγος υπέμεινε τους συνεχείς εξευτελισμούς από τα στρατεύματα κατοχής και τους πρεσβευτές με καρτερία και υπερηφάνεια και η γενναία τους στάση, τους είχε καταστήσει ιδιαίτερα αγαπητούς σε όλους τους Έλληνες. Η δημοτικότητα του Όθωνα άγγιξε το απόγειο της στους δημόσιους πανηγυρισμούς για την εικοσιπενταετία της Βασιλείας του στις 25 Ιανουαρίου 1858. Στους πανηγυρισμούς συμμετείχαν με ανυπόκριτο ενθουσιασμό όλοι οι Έλληνες επιβραβεύοντας την ανδροπρεπή στάση του Όθωνα στην μεγάλη κρίση του Κριμαϊκού πολέμου που μόλις είχε τερματιστεί. Παρά το πανηγυρικό κλίμα, η κρίση για τον Θρόνο του Όθωνα πλησίαζε.... Στο σημείο αυτό θα αναρωτηθεί κανείς ποιος ο λόγος για την παράταση της κατοχής για ένα χρόνο που αποφάσισε το συνέδριο των Παρισίων. Ένας λόγος είναι ο έλεγχος του εμπορίου στην ανατολική Μεσόγειο αλλά όχι ο κύριος. Βασικός σκοπός των Αγγλογάλλων είναι να ασκήσουν πίεση έτσι ώστε να αρχίσει να πληρώνει ξανά η χώρα το δάνειο του 1833. Το 1857, η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία όρισαν τη Διεθνή Οικονομική Εξεταστική Επιτροπή με σκοπό να γνωμοδοτήσει για μέτρα που θα μπορούσε να λάβει η τότε κυβέρνηση, για την αποπληρωμή του δανείου του 1833. Αυτή ήταν η «τιμωρία» της Ελλάδας για την στάση της στον πόλεμο της Κριμαίας. Το 1859 η επιτροπή κατέθεσε τη σχετική αναφορά της την οποία και αποδέχτηκε η Ελληνική κυβέρνηση. Η επιτροπή όριζε ότι η Ελλάδα θα αποπλήρωνε 900.000 γαλλικά φράγκα το έτος, ποσό που θα αυξανόταν όταν η χώρα θα είχε τη δυνατότητα πληρωμής του. Έτσι η Ελλάδα πλήρωσε το δάνειο για το έτος 1860, σταμάτησε όμως να το πληρώνει για τα τρία επόμενα έτη και το 1864 προχώρησε σε νέα συμφωνία αποπληρωμής του χρέους της. Το βαυαρικό δάνειο, που δόθηκε υπό το άρτιο, που φαγώθηκε από μεσιτείες, προκαταβολές τοκοχρεολυσίων και προμήθειες, που δαπανήθηκε για την εξαγορά της Αττικής, Φθιώτιδας και Ευβοίας και το μικρό ποσοστό του που έφθασε στη χώρα, κάλυψε τελικά τις δαπάνες του βαυαρικού στρατού και της αντιβασιλείας, αυτό το δάνειο δόθηκε για να είναι η χώρα προτεκτοράτο των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.
Πηγη: http://epam-patras.net/2014/03/30/ο-κριμαϊκός-πόλεμος-και-η-ελλάδα/
http://www.istorikathemata.com/2011/12/blog-post_07.html
Εκπαιδευτικό Ιστολόγιο με στόχο την ενημέρωση για την Μυθολογία, την Προϊστορία, την Ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό greek.history.and.prehistory99@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου