Το Σουλτανάτο του Ρουμ ή Σελτζουκικό Σουλτανάτο του Ρουμ ήταν ένα Τουρκοπερσικό,
Σουνιτικό Μουσουλμανικό κράτος στη Μικρά Ασία από το 1077 ως το 1307, με πρωτεύουσα αρχικά τη Νίκαια (την πρώτη δεκαετία) και αμέσως μετά το Ικόνιο. Καθώς η αυλή του σουλτανάτου είχε μεγάλη κινητικότητα, πόλεις όπως η Καισάρεια και η Σεβάστεια
λειτούργησαν επίσης κατά καιρούς ως πρωτεύουσες. Κατά την περίοδο της ακμής του το σουλτανάτο εκτεινόταν στην κεντρική Μικρά Ασία, από τις ακτές της Αττάλειας και της Αλάνυας στη Μεσόγειο νότια μέχρι την περιοχή της Σινώπης στη Μαύρη Θάλασσα. Στα ανατολικά το σουλτανάτο απορρόφησε άλλα Τουρκικά κράτη στην Αρμενία και έφθασε στη Λίμνη Βαν. Το δυτικότερο όριό του ήταν κοντά στο Ντενιζλί(Λαοδίκεια) και τις πύλες του Αιγαίου Πελάγους. Ο όρος "Ρουμ" προέρχεται από την Αραβική λέξη για τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Σελτζούκοι ονόμαζαν έτσι τα εδάφη του σουλτανάτου τους, επειδή θεωρούνταν επί μακρόν "Ρωμαϊκά", δηλαδή Βυζαντινά, από τα Μουσουλμανικά στρατεύματα. του. Το σουλτανάτο εηυμέρησε ιδιαίτερα στα τέλη του 12ου και τις αρχές του 13ου αιώνα, όταν πήρε από τους Βυζαντινούς νευραλγικά λιμάνια στις ακτές της Μεσογείου και της Μαύρης Θάλασσας. Μέσα στη Μικρά Ασία οι Σελτζούκοι ενίσχυσαν το εμπόριο με ένα πρόγραμμα ανέγερσης καραβανσεράι. που διευκόλυνε τη ροή των αγαθών από το Ιράν και την Κεντρική Ασία στα λιμάνια. Την περίοδο αυτή αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα ισχυροί εμπορικοί δεσμοί με τους Γενοβέζους εμπόρους της Ιταλίας. Ο αυξημένος πλούτος επέτρεψε στο σουλτανάτο να απορροφήσει άλλα Τουρκικά κράτη, που είχαν ιδρυθεί στην ανατολική Μικρά Ασία μετά τη Μάχη του Μαντζικέρτ : τους Ντανισμεντίδες, τους Μενγκουτσέκους, τους Σαλτουκίδες και τους Ορτοκίδες. Οι σουλτάνοι των Σελτζούκων αντιστάθηκαν με επιτυχία στην πίεση των Σταυροφοριών αλλά το 1243 υπέκυψαν στους προελαύνοντες Μογγόλους. Οι Σελτζούκοι έγιναν υποτελείς των Μογγόλων, μετά τη μάχη του Κοσέ Ντάγκ(Σαταλα Πόντου), και παρά τις προσπάθειες ικανών διοικητών να διατηρήσουν την ακεραιότητα του κράτους η δύναμη του σουλτανάτου απομειώθηκε κατά το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα και είχε εκλείψει τελείως την πρώτη δεκαετία του 14ου. Τη δεκαετία του 1070 μετά τη Μάχη του Μαντζικέρτ ο Σελτζούκος διοικητής Σουλεϊμάν Α' Ιμπν Κουτλουμούς, μακρινός ξάδερφος του Μαλίκ Σαχ και πρώην διεκδικητής του θρόνου της Μεγάλης Αυτοκρατορίας των Σελτζούκων ανέβηκε στην εξουσία στη δυτική Μικρά Ασία. Το 1075 κατέλαβε τις Βυζαντινές πόλεις Νίκαια (Ιζνίκ) και Νικομήδεια (Ιζμίτ). Δύο χρόνια αργότερα αυτοανακηρύχθηκε σουλτάνος ενός ανεξάρτητου Σελτζουκικού κράτους και εγκατέστησε την πρωτεύουσά του στη Νίκαια. Οι εκχριστιανισμένοι απόγονοί του σχετίζονται με τις παραδόσεις που αναφέρονται στην ίδρυση της Μονής Κουτλουμουσίου στο Άγιο Όρος. Οι αρχικές αυτές φιλοχριστιανικές τάσεις σχετίζονται και με την αξιόπιστη μαρτυρία ότι ο Σουλεϊμάν Α' πήρε τον τίτλο του σουλτάνου από τον ίδιο το Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό, όταν εγκαταστάθηκε στην πρώτη σελτζουκική πρωτεύουσα, τη Νίκαια, το 1080-1081. Ο σουλτάνος των Μεγάλων Σελτζούκων Μαλίκ Σαχ της Περσίας ποτέ δεν αναγνώρισε το «αιρετικό» αυτό κράτος και το ανταγωνίστηκε σκληρά. ε σύγκρουση με τον αδελφό του Μαλίκ Σαχ, τονΤουτούς, Σελτζούκο ηγέτη της Συρίας, στην Αντιόχια ηττήθηκε και σκοτώθηκε το 1086, ενώ ο γιος του Σουλεϊμάν, Κιλίτζ Αρσλάν Α', αιχμαλωτίσθηκε. Προσωρινός διάδοχος του Σουλεϊμάν ήταν ο Αμπούλ Κασίμ (1086-1092), που όμως αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα διάσπασης του σουλτανάτου από τους διάφορους εμίρηδες, ο πιο σημαντικός εκ των οποίων υπήρξε ο Τζαχάς της Σμύρνης. Οταν ο Μαλίκ Σαχ πέθανε το 1092, ο Κιλίτζ Αρσλάν αφέθηκε ελεύθερος, εγκαταστάθηκε στα πάτρια εδάφη και ανέλαβε επικεφαλής του σουλτανάτου. Στη συνέχεια ηττήθηκε από Σταυροφόρους στρατιώτες της Α΄ Σταυροφορίας και απωθήθηκε στη νοτιοκεντρική Μικρά Ασία, όπου εγκατέστησε το κράτος του με πρωτεύουσα το Ικόνιο. Το 1107 επεκτάθηκε ανατολικά και κατέλαβε τη Μοσούλη της Μεσοποταμίας, αλλά πέθανε τον ίδιο χρόνο στο Χαλέπι (Βέροια) της Συρίας πολεμώντας το γιο του Μαλίκ Σαχ, Μεχμέτ Ταπάρ, των Μεγάλων Σελτζούκων της Βαγδάτης. Στο μεταξύ άλλος Ρουμ Σελτζούκος, ο Μελικσάχ (που δεν πρέπει να συγχέεται με τον ομώνυμο σουλτάνο των Μεγάλων Σελτζούκων) κατέλαβε το Ικόνιο το 1110. Το 1116 ο γιος του Κιλίτζ Αρσλάν, Μασούτ Α', (1116-1156), κατέλαβε την πόλη με τη βοήθεια των Ντανισμεντιδών. Η μακρόχρονη βασιλεία του χαρακτηρίζεται από συνεχείς πολέμους με το Βυζάντιο και τους αυτοκράτορες Ιωάννη Β' και Μανουήλ Α' Κομνηνό, καθώς και συνεχείς προσπάθειες συνδιαλλαγής με τους Ντανισμεντίδες Σελτζούκους, αλλά και με τους Σταυροφόρους της βόρειας Συρίας και Παλαιστίνης. Κατά το θάνατό του το 1156 το σουλτανάτο έλεγχε όλη την κεντρική Μικρά Ασία. Το σουλτανάτο έφτασε σε ιδιαίτερη ακμή επί του γιου του Μασούτ Α΄, Κιλίτζ Αρσλάν Β' (1156-1192), που κατέλαβε τα υπόλοιπα εδάφη γύρω από τη Σεβάστεια και τη Μαλάτειααπό τους τελευταίους Ντανισμεντίδες. Το 1161-1162 πραγματοποίησε μεγάλης επιτυχίας διπλωματικό ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη που κατέληξε σε συνθήκη με τον Μανουήλ Α'. Οι δύο κυριότερες στρατιωτικές επιτυχίες του Κιλίτζ Αρσλάν Β' ήταν η νίκη στο Μυριοκέφαλο (1176) επί των Βυζαντινών, και η σταδιακή ενσωμάτωση των δύο Ντανισμεντιδικών εμιράτων τα χρόνια 1174-1178. Κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του, το σουλτανάτο αντιμετώπισε σοβαρούς κινδύνους λόγω των συνθηκών του Σαλαδίνου με το Βυζάντιο (1184-1185 και 1189-1192), οι οποίες τελικώς δεν υλοποιήθηκαν. Παρά μια προσωρινή κατάληψη του Ικονίου από Γερμανικές δυνάμεις του γερμανού βασιλιά Φρειδερίκου Βαρβαρόσσα, ηγετη της Γ' Σταυροφορίας, το σουλτανάτο γρήγορα ανέκαμψε και εδραίωσε την εξουσία του. ετά το θάνατο του τελευταίου σουλτάνου των Μεγάλων Σελτζούκων, Τουγκρούλ Γ΄, το 1194, οι Σελτζούκοι του Ρουμ απέμειναν οι μοναδικοί κυβερνώντες εκπρόσωποι της δυναστείας. Ο Καϋχοσρόης Α΄ απέσπασε το Ικόνιο από τους Σταυροφόρους το 1205. Επί της βασιλείας του και εκείνης των δύο διαδόχων του, Καϋκαούς Α΄ και Καϋκοβάδη Α΄, η ισχύς των Σελτζούκων στη Μικρά Ασία έφτασε στο απόγειό της. Το σημαντικότερο επίτευγμα του Καϋχοσρόη ήταν η κατάληψη του λιμανιού της Αττάλειας στις Μεσογειακές ακτές το 1207. Η μάχη στην Αντιόχεια του Μαιάνδρου (γνωστή και ως μάχη του Alaşehir) είναι μια σημαντική σύγκρουση μεταξύ των Βυζαντινών της αυτοκρατορία της Νίκαιας και των Σελτζούκων Τούρκων. Έλαβε χώρα στην Αντιόχεια επί του ποταμού Μαιάνδρου (τουρκικά: Μεντερές), στη Φρυγία, τον Ιούνιο (πιθανά στις 17) του 1211. Η ήττα των Σελτζούκων σταθεροποίησε την εξουσία της αυτοκρατορίας της Νίκαιας στη δυτική Μικρά Ασία. Ο στρατός του Λάσκαρη υπέστη βαρύτατες απώλειες, ειδικά στο λατινικό ιππικό του, το οποίο καταστράφηκε σχεδόν εντελώς. Έτσι ο Λάσκαρης δεν μπόρεσε να αποκρούσει επιτυχώς μεταγενέστερη επίθεση του Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και αναγκάστηκε να του παραχωρήσει εδάφη στην περιοχής της Προποντίδας (Μαρμαρά). Παρ' όλα αυτά, ο θάνατος του σουλτάνου και η διάλυση του στρατού του προσέδωσε σημαντικό γόητρο στον Λάσκαρη, ενώ η σύλληψη του Αλεξίου τερμάτισε την εσωτερική αντίδραση στην εξουσία του. Μετά τη μάχη, ο αυτοκράτορας έστειλε επιστολές σε όλες τις ελληνικές επαρχίες, αναγγέλοντας θριαμβευτικά τη νίκη του και ζητώντας να τον στηρίξουν ως νόμιμο αυτοκράτορα και μελλοντικό απελευθερωτή τους από τους Λατίνους.Η μάχη ελευθέρωσε την αυτοκρατορία της Νίκαιας από τη σελτζουκική πίεση και σύντομα ο γιος του Καϊχοσρόη Izz al-Din Kaykhaus έκλεισε ειρήνη με τον Λάσκαρη.
Πηγη: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σουλτανάτο_του_Ρουμ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Μάχη_στην_Αντιόχεια_του_Μαιάνδρου_(1211)
Εκπαιδευτικό Ιστολόγιο με στόχο την ενημέρωση για την Μυθολογία, την Προϊστορία, την Ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό greek.history.and.prehistory99@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου