Η Σάις, ή Sa el-Hagar ήταν πόλη της αρχαίας Αιγύπτου στο δυτικό Δέλτα του Νείλου, στον κανωπικό βραχίονα του Νείλου. Ήταν η πρωτεύουσα της Sap-Meh, πέμπτης νομής της Κάτω Αιγύπτου, και έγινε διοικητική βάση κατά τη διάρκεια της 24ης Δυναστείας(περ. 732 –720 π.Χ.) και της Σαϊτικής 26ης Δυναστείας (664–525 π.Χ.), κατά την Ύστερη περίοδο. Το αρχαίο Αιγυπτιακό όνομά της ήταν Zau. Ο Ηρόδοτος έγραψε ότι στη Σάιδα βρισκόταν ο τάφος του Όσιρι(Διονύσου), και ότι γινόταν αναπαράσταση των παθών του θεού σε κοντινή λίμνη, σε μυστηριακές τελετές. Η προστάτιδα θεά της πόλης ήταν η Νηίθ(Αθηνά), της οποίας η λατρεία μαρτυρείται ήδη από την πρώτη δυναστεία, περ. 3100-3050 π.Χ. Οι Έλληνες όπως ο Ηρόδοτος, ο Πλάτωνας, και ο Διόδωρος την ταύτιζαν με την Αθηνά, υποδηλώνοντας μια αρχέγονη σύνδεση με την Αθήνα. Ο Διόδωρος αφηγείται ότι η Αθηνά οδήγησε τους Έλληνες στην Αίγυπτο και έχτισε τη Σάις πριν τον Κατακλυσμό που αφάνισε την Αθήνα και την Ατλαντίδα. Ενώ όλες οι ελληνικές πόλεις καταστράφηκαν κατά τον Κατακλυσμό, συνεχίζει, οι Αιγυπτιακές πόλεις, μαζί και της Σάιδας, γλύτωσαν. Στον διάλογο του Πλάτωνα Τίμαιος και Κριτίας (περίπου το 395 π.Χ., 200 χρόνια πριν την επίσκεψη στην Αίγυπτο του Σόλωνα), η Σάις είναι η πόλη στην οποία ο Σόλωνας (που επισκέφτηκε την Αίγυπτο το 590 π.Χ.) έμαθε από έναν αιγύπτιο ιερέα την ιστορία της Ατλαντίδος, την πολεμική αντιπαράθεσή της με την Ελλάδα και την Αίγυπτο, και την τελική ήττα της και τον αφανισμό της από φυσική καταστροφή. Ο Πλάτωνας επίσης αναφέρει την πόλη ως γενέτειρα του Φαραώ Άμασι. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι το ιερό στη Σάις της Αθηνάς, την οποία ταυτίζει με την Ίσιδα, έφερε επιγραφή "Είμαι όλα όσα υπήρξαν, και είναι, και θα είναι. Και κανένας θνητός δεν έχει σηκώσει μέχρι τώρα το πέπλο μου". Σήμερα δεν υπάρχουν ίχνη της πόλης πριν από την ύστερη περίοδο του Νέου βασιλείου (περ. 1100 π.Χ.), εξ’ αιτίας της εκτενούς καταστροφής της πόλης από τους Sebakhin, αγρότες οι οποίοι αφαιρούσαν τις άψητες πλίνθους για τη χρησιμοποίησής ως λίπασμα, αφήνοντας επί τόπου μόνο κάποιες λίθους με ανάγλυφα. Ο Ναός της Σάιδας, όπως πολύ αρχαίοι αιγυπτιακοί ναοί, είχε ιατρική σχολή που συνδεόταν με αυτόν. Η Σχολή είχε πολλές γυναίκες σπουδάστριες, και απ’ ό, τι φαίνεται και ειδικό γι’ αυτές τμήμα γυναικολογίας και μαιευτικής. Μια επιγραφή από εκείνη την περίοδο που σώζεται στη Σάιδα αναφέρει, "Έρχομαι από την ιατρική σχολή της Ηλιούπολης, και έχω σπουδάσει στην σχολή των γυναικών στη Σάιδα, όπου οι θεϊκές μητέρες μου έμαθαν πώς να θεραπεύω ασθένειες". Η παράδοση αναφέρει ότι ο Μωυσής και η γυναίκα του, Σεπφώρα, είχαν σπουδάσει στην Ηλιούπολη, και η εμπειρία της Σεπφώρα στην περιτομή, που αναφέρεται στην Έξοδο, 4:25, μπορεί να υποδηλώνει ιατρικές σπουδές. Η Εικοστή έκτη δυναστεία Φαραώ ήταν η τελευταία δυναστεία τοπικών Φαραώ που κυβέρνησε την Αίγυπτο πριν την Περσική κατάκτηση το 525 π.Χ.. Η περίοδος αυτής της δυναστείας (περ. 685-525 π.Χ.), ονομάζεται επίσης Σαϊτική περίοδος, από την πόλη Σάις, απ’ όπου κυβέρνησαν οι Φαραώ αυτής της δυναστείας, και σηματοδοτεί την αρχή της Ύστερης περιόδου. Η δυναστεία έλκει την καταγωγή της από την 24η Δυναστεία. Ο Ψαμμήτιχος Α' ήταν πιθανόν απόγονος του Βόκχορι, και μετά την εισβολή των Ασσυρίων, κατά την περίοδο βασιλείας των Ταχάρκα και Τανουταμών, αναγνωρίστηκε ως μόνος Φαραώ όλης της Αιγύπτου. Ενώ η Ασσυριακή Αυτοκρατορία ήταν απασχολημένη με εξεγέρσεις και εμφύλια διαμάχη για το θρόνο, ο Ψαμμήτιχος έκοψε τους δεσμούς με την Ασσυρία, και σύναψε συμμαχία με τον Γύγη, βασιλιά της Λυδίας, ενώ επίσης στρατολόγησε και μισθοφόρους από την Καρία της Μικράς Ασίας και την Ελλάδα για να αποκρούσει τις Ασσυριακές επιθέσεις. Μετά τη λεηλασία της Νινευή το 612 π.Χ. και την πτώση της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας, ο Ψαμμήτιχος και οι διάδοχοί του προσπάθησαν να επανακτήσουν τον έλεγχο της Εγγύς Ανατολής, αλλά απωθήθηκαν από τους Βαβυλωνίους υπό τον Ναβουχοδονόσωρ Β'. Με τη βοήθεια των Ελλήνων μισθοφόρων ο Απρίης κατάφερε να αποτρέψει τις προσπάθειες των Βαβυλωνίων να κατακτήσουν την Αίγυπτο, αλλά ήταν οι Πέρσες αυτοί που θα το κατάφερναν αυτό, με τον βασιλιά τους Καμβύση Β΄ να μεταφέρει αιχμάλωτο τον Ψαμμήτιχο Γ' στα Σούσα. Ο Νεκώς του Μανέθωνα είναι ο βασιλιάς Νεκώς Α' (672 - 664 π.Χ.), στον οποίο αναλογούν 8 χρόνια βασιλείας. Ο Νεκώς Α' σκοτώθηκε σε μάχη με τον Νούβιο βασιλιά Τανουταμών. Ο Ψαμμήτιχος Α' διέφυγε στην Νινευή, την πρωτεύουσα της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας, και επέστρεψε στην Αίγυπτο όταν ο Ασσουρπανιπάλ (Σαρδανάπαλος) νίκησε των Τανουταμών και των εκδίωξε στα νότια. Οι μελετητές σήμερα αρχίζουν την 26η Δυναστεία με τον Ψαμμήτιχο Α'. Ο Ψαμμήτιχος Α' της Αιγύπτου ήταν ο ιδρυτής και πρώτος Φαραώ της Αιγύπτου από την 26η δυναστεία, ήταν ο Φαραώ που ενοποίησε ξανά την Αίγυπτο σε ενιαίο ισχυρό βασίλειο μετά τον κατακερματισμό της χώρας λόγω της κατάκτησης των Ασσυρίων. Καταγόταν από την πόλη της Σαίδας, ήταν γιος του Νεχώ Α' του τελευταίου από τους 20 βασιλείς οι οποίοι ήταν διορισμένοι από τους Ασσύριους την εποχή του Εσαραδδών και του γιου του Σαρδανάπαλου βασιλείς της πόλης ονομάζονταν και βασιλείς των 12. Η ενοποίηση ολόκληρης της Αιγύπτου ξανά από την δυναστεία της Σαίδος περιγράφεται αναλυτικά από τον Έλληνα ιστορικό Ηρόδοτο (Βιβλίο Β' : 151-157). Την εποχή του Νεχώ Α' οι Αιγύπτιοι άρχισαν να αντιδρούν έντονα απέναντι στον ζυγό των Ασσυρίων, άρχισαν να συμπαθούν περισσότερο του Χουσίτες στα νότια που είχαν γίνει εκείνη την εποχή πολύ ισχυροί με βασιλιά τονΤανταμανί. Οι Χουσίτες επιτέθηκαν στα βόρεια προκειμένου να αποσπάσουν την Αίγυπτο από τους Ασσυρίους στην μάχη που ακολούθησε το 664 π.Χ. σκοτώθηκε ο Νεχώ Α' και τον διαδέχθηκε στην πόλη της Σαίδος ο γιος του Ψαμμήτιχος. Στα επόμενα 10 χρόνια ο ικανότατος Ψαμμήτιχος κατάφερε να ενώσει ξανά ολόκληρη την Αίγυπτο σε ένα ενιαίο βασίλειο ανεξάρτητο από τους Ασσύριους υπό την ηγεσία του. Η ενοποίηση ολόκληρης της Αιγύπτου σε ένα βασίλειο έγινε τον 9ο χρόνο της βασιλείας του Ψαμμήτιχου Α' στην Σαίδα το 656 π.Χ. όταν κατέλαβε την Θήβα καταλύοντας την 25η δυναστεία που είχε τοποθετηθεί από τον βασιλιά των Χουσιτών της Νουβίας Τανταμανί. Προσέλαβε την κόρη του βασιλιά Σεπενούπετ Β' την Νικοτρίς Α' σύμβουλο του, παρέμεινε βασιλική σύμβουλος 70 ολόκληρα χρόνια ως τον θάνατο της το 586 π.Χ.. Στην συνέχεια αντιμετώπισε ο Ψαμμήτιχος επιτυχώς όλα τα επαναστατικά κινήματα και όλες τις επιδρομές απο την Νουβία ισχυροποιώντας την βασιλεία του, στην μακρόχρονη βασιλεία του που κράτησε 54 χρόνια έφερε μεγάλη ανάπτυξη και ευημερία. Πέθανε το 610 π.Χ. και τον διαδέχθηκε ο γιος του Νεχώ Β'. Ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος στον δεύτερο τόμο των ιστοριών του (2,2) αναφέρει το πείραμα που έκανε ο Φαραώ Ψαμμήτιχος Α' με δυο βρέφη προκειμένου να ανακαλύψει την καταγωγή της ανθρώπινης γλώσσας. Μεγάλωσε δυο βρέφη από την ώρα που γεννήθηκαν σε ένα κλειστό δωμάτιο με διαταγή να μην ακούσουν ποτέ λέξη από άνθρωπο ώστε να ακούσει ο ίδιος την πρώτη γλώσσα που θα πουν από μόνα τους. Η λέξη τελικά που είπαν όταν έφτασαν σε ηλικία 2 ετών ήταν "βεκός" Φρυγική γλώσσα σχετική με το ψωμί με αυτόν τον τρόπο ο Ψαμμήτιχος έβγαλε το συμπέρασμα ότι η καταγωγή της ανθρώπινης γλώσσας ήταν Φρυγική και όχι Αιγυπτιακή όπως πιστεύανε μέχρι τότε. Οι Φρύγες είναι οι Θράκες της Μικράς Ασίας. Έλληνες δηλαδή. Ο Άμασις Β' της Αιγύπτου ή Άμωσις Β' ήταν σφετεριστής Φαραώ της Αιγύπτου της 26ης δυναστείας που βασίλευσε στην χώρα από το 570 π.Χ. ως το 526 π.Χ., θεωρείται ο μεγαλύτερος Φαραώ που πέρασε από την χώρα πριν την Περσική κατάκτηση. Τις περισσότερες πληροφορίες για το πρόσωπο του έχουμε από τον Έλληνα ιστορικό Ηρόδοτο σύμφωνα με τον οποίο ήταν ταπεινής καταγωγής, υπάρχουν ελάχιστες επιβεβαιώσεις από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Ξέσπασε επανάσταση στον Αιγυπτιακό στρατό μετά την επιστροφή του από μια αποτυχημένη εκστρατεία στην Κυρήνη λόγω του ότι ο προγενέστερος Φαραώ Απρίης βασίστηκε περισσότερο στους Έλληνες μισθοφόρους. Ο Απρίης έστειλε στρατό να καταπνίξει την εξέγερση αλλά εγκατελειμένος από τους Αιγύπτιους στρατιώτες ηττήθηκε και συνελήφθη αιχμάλωτος, αργότερα στραγγαλίστηκε και έγινε η ταφή του στο Σάις. Τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαιώνουν τα λεγόμενα του Ηροδότου αφού επιγραφή περιγράφει εμφύλια διαμάχη ανάμεσα στους Αιγύπτιους στρατιώτες και τους μισθοφόρους. Η διαμάχη έληξε με την δολοφονία του Φαραώ Απρίης, η ταφή του έγινε τελικά το 567 π.Χ. την τρίτη χρονιά της βασιλείας του Άμασις Β'. Ο Ηρόδοτος περιγράφει τον Άμασις ως Ελληνολάτρη, είχε στην αυλή του πολλούς Έλληνες συμβούλους ανάμεσα τους τον Φάνη της Αλικαρνασσού με τον οποίο ήρθε τελικά σε σύγκρουση, ο Φάνης δραπέτευσε στην Περσία για να γίνει τελικά σύμβουλος του Καμβύση Β'. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο η Αίγυπτος την εποχή του Άμασις Β' έφτασε στο μέγιστο σημείο της ακμής της, εκμεταλλεύτηκε τις πλημμύρες του Νείλου προκειμένου να αποκτήσει την μέγιστη παραγωγή καρπών, σημαντικότερη αποικία της Αιγύπτου ήταν η Ναύκρατις. Ο ίδιος ο Άμασις παντρεύτηκε μια Ελληνίδα πριγκίπισσα την Λαδίς, πραγματοποίησε συμμαχίες με τον τύραννο της Σάμου Πολυκράτη και τον βασιλιά της Λυδίας Κροίσο. Ο Ηρόδοτος επισκέφτηκε την Αίγυπτο περίπου έναν αιώνα μετά τον θάνατο του Αμάση περιγράφοντας ότι η ακμή της χώρας την εποχή του ήταν τόσο μεγάλη που υπήρχαν περίπου 20.000 πόλεις. Το βασίλειο του Άμασις Β' στην Αίγυπτο έφτανε ως τον πρώτο καταρράκτη μαζί με την Κύπρο και την μεγάλη του επιρροή στην Κυρήνη. Το 567 π.Χ. δέχθηκε επίθεση απο τους Βαβυλώνιους του Ναβουχοδονόσορα Β' αλλά οι δυσκολίες που συνάντησαν τους έκαναν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες τους στην Αίγυπτο από τότε δεν ενόχλησαν ξανά την χώρα. Τα μεγάλα προβλήματα για τους Βαβυλώνιους άρχισαν με την άνοδο στον Περσικό θρόνο του Κύρου του Μέγα ο οποίος έγινε σταδιακά κατακτητής ολόκληρης της Ασίας, κατέστρεψαν την Λυδία του Κροίσου το 546 π.Χ. και διέλυσαν την Βαβυλώνα το 538 π.Χ.. Ο Κύρος σκοτώθηκε σε μάχη εναντίον των Μασσαγετών το 530 π.Χ. πριν προλάβει να στρέψει το ενδιαφέρον του για την κατάκτηση της Αιγύπτου κάτι που έκανε ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Καμβύσης Β'.
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σάις
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Εικοστή_έκτη_δυναστεία_Φαραώ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ψαμμήτιχος_Α΄_της_Αιγύπτου
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Άμασις_Β%27_της_Αιγύπτου
Εκπαιδευτικό Ιστολόγιο με στόχο την ενημέρωση για την Μυθολογία, την Προϊστορία, την Ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό greek.history.and.prehistory99@gmail.com
Οι Φρύγες δεν ήταν Θράκες. Μπορεί παλιότερα να είχε υποστηριχθεί αυτή η άποψη από κάποιους ιστορικούς που μιλούσαν μέχρι και για ενιαία "θρακοφρυγική" γλώσσα ή θρακοφρυγικό κλάδο των ΙΕ γλωσσών, όμως σήμερα, μετά και την ανακάλυψη φρυγικών επιγραφών και τη μελέτη τους η θεωρία αυτή έχει απορριφθεί ως παρωχημένη από την πλειοψηφία των μελετητών και κανένας σοβαρός ιστορικός ή γλωσσολόγος δεν την υποστηρίζει πια. Η φρυγική γλώσσα είναι κέντουμ (όπως και η ελληνική) ενώ η θρακική σατέμ, επομένως δε μιλούσαν συγγενικές γλώσσες. Επίσης οι Θράκες δεν ήταν Έλληνες. Τα θρακικά τοπωνύμια, ανθρωπωνύμια και οι λίγες θρακικές λέξεις που έχουν διασωθεί από αρχαίους συγγραφείς, επιγραφές κ.τ.λ δεν έχουν ελληνική ετυμολογία.
ΑπάντησηΔιαγραφή