Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΛΑΜΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΕΩΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Κατά τη μυθολογία, η Λαμία χτίστηκε απ' το Λάμο, το γιο του Ηρακλή και Ομφάλης, της ακόλαστης χήρας - βασίλισσας της Λυδίας που αγόρασε απ' τον Ερμή τον Ηρακλή. Μια άλλη εκδοχή είναι ότι χτίστηκε απ' τη Λαμία, τη Βασίλισσα των Τραχινίων, θυγατέρα του Ποσειδώνα. Η λέξη Λαμία ετυμολογικά συγγενεύει με το «λαιμός» ή «λάμος», που σημαίνει χάσμα, βάραθρο ή και αχόρταγος, λαίμαργος. Γνωστό πως μέσα από την πόλη περνούσε μεγάλο και βαθύ ρέμα. Στη βορειανατολική πλευρά της Πλατείας Λαού, σε πρόσφατη ανασκαφή για ανοικοδόμηση αποκαλύφθηκε ένα βαθύ φαράγγι με τρεχούμενο νερό. Άλλωστε, και τα πλατάνια της είναι αδιάψευστοι μάρτυρες. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η Λαμία να ονομάστηκε έτσι από τούτο το ρέμα και τις πολλές της λάμιες που ζούσαν κείνα τα χρόνια στην πυκνή της βλάστηση. Άλλη θεωρία είναι εκείνη που αναφέρει ο Αριστοτέλης. Η λέξη Λαμία είναι γένους θηλυκού, ονόματος επιθέτου και σημαίνει την περιοχή, τη χώρα, την πόλη που βρίσκεται ανάμεσα σε δύο λόφους. Γύρω στα 19 μ.Χ. η Λαμία για πρώτη φορά χάνει τ' όνομά της και λέγεται Σεβαστή. Πότε ξαναπήρε το όνομα Λαμία δε γνωρίζουμε, όπως επίσης δε γνωρίζουμε πότε και από ποιους μετονομάστηκε Ζητούνι. Ίσως, να αυτή η αλλαγή να έγινε στους χρόνους του Ιουστινιανού. Την πρωτοαπαντάμε σαν Ζητούνι στην 8η Οικουμενική Σύνοδο, στα 869. Εμφανίζεται δε με μια ποικιλία παραλλαγών, όπως: Ζητούνιον , Ζηρτούνιον, Ζητόνιον , Gipton (κατά τους βυζαντινούς χρόνους), Situn (κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας), El Sito (κατά την σύντομη κατοχή των Καταλανών), και Ιzντίν κατά τους χρόνους της τουρκοκρατίας. Πολλοί ιστορικοί προσπάθησαν να δώσουν κάποια εξήγηση όσον αφορά στην προέλευση της λέξης. Μερικοί πιστεύουν πως προέρχεται απ' το τούρκικο ή αραβικό Zeitun που πάει να πει ελιά. Άλλοι λένε πως προέρχεται απ' τη σλαβική λέξη σιτόνιον, που σημαίνει η σιτοβόλος περιοχή ή "πέραν του ποταμού κειμένη χώρα". Η Λαμία είναι χτισμένη σε στρατηγική θέση, στις νότιες παρυφές του όρους Όθρυς . Πρόσφατες ανασκαφικές έρευνες απέδειξαν ότι η περιοχή κατοικείτο τουλάχιστον από την εποχή του Χαλκού (2800-1100 π.Χ.). Σημαντική άνθιση πρέπει να γνώρισε από το 413 π.Χ. Ήδη από τα τέλη του 5ου αι. πρέπει να ήταν οχυρωμένη, σύμφωνα με τμήματα οχυρώσεων στην ακρόπολη και στη σημερινή πόλη. Ωστόσο η αρχαιότερη γραπτή μαρτυρία για την οχύρωση της Λαμίας προέρχεται από το Διόδωρο το Σικελιώτη. Η οχύρωση αποσκοπούσε στην επιτήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού, της παραλιακής οδού και του στενού περάσματος που οδηγεί στη Θεσσαλία. Η πόλη μετά τα μέσα του 4ου αι. π.Χ. τέθηκε κάτω από την κυριαρχία του Φιλίππου Β΄. Το 323 π.Χ. η Λαμία θα μείνει στην ιστορία ως η πόλη του " Λαμιακού Πολέμου ", καθώς εκεί πραγματοποιήθηκε η μεγάλη σύγκρουση του Μακεδονικού Στρατού με τον Στρατό εκείνων που μάχονταν των Μακεδόνων. Το 302 π.Χ. απελευθερώθηκε από τον Δημήτριο τον Πολιορκητή και μέχρι την κατάληψή της από τους Ρωμαίους παρέμεινε κάτω από την επιρροή των Θεσσαλών και των Αιτωλών. Για τη ζωή της στους χριστιανικούς χρόνους δεν έχουμε πολλές ιστορικές πληροφορίες, πέραν του ότι αποτέλεσε έδρα επισκοπής κατά τον 5ο και 6ο αιώνα. Από τον 9ο αιώνα (869-870), η πόλη εμφανίζεται στις πηγές ως Ζητούνι. Το 1204 με την κατάλυση της βυζαντινής κυριαρχίας ύστερα από την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της 4ης σταυροφορίας, πέρασε στα χέρια των Φράγκων, που ίδρυσαν εκεί τη Βαρωνία του Ζητουνίου, με το όνομα Girton. Η οχύρωση της ακρόπολης ( Ακρολαμία) αναφέρεται για πρώτη φορά ως Κάστρο σε μια επιστολή του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ (αρχές 13ου αι.). Στα 1218, κατελήφθη από το Δεσπότη της Ηπείρου Θεόδωρο Κομνηνό Δούκα, ο οποίος στα 1275 παρέδωσε το Κάστρο ως προίκα στον μετέπειτα Δούκα των Αθηνών Γουλιέλμο δε λα Ρος. Στα 1311, το Κάστρο του Ζητουνίου πέρασε στα χέρια των Καταλανών υπό την αιγίδα του βασιλείου της Νεαπόλεως, με την ονομασία El Cito. Από το 1446 πέρασε στα χέρια των Τούρκων μέχρι την απελευθέρωση της πόλης στα 1832-1833. Από το 1884 μέχρι και το Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο το Κάστρο χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας. Το 1973 ο χώρος παραδόθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού και το 1984 ο Δήμος της Λαμίας ανέλαβε την ανάπλασή του και την επισκευή του στρατώνα, με σκοπό τη στέγαση εκεί του Αρχαιολογικού Μουσείου της πόλης. Το οχυρωματικό σύστημα της Λαμίας αποτελούνταν από δυο ζώνες, την ακρόπολη και το τείχος της κάτω πόλης. Ο σωζόμενος οχυρωματικός περίβολος έχει κάτοψη τριγωνική και σώζεται σε καλή κατάσταση λόγω των συνεχών επισκευών. Η περίμετρός του φτάνει τα 600μ. και το ύψος του ποικίλει φτάνοντας στη ΒΔ γωνία τα 13 μέτρα. Το πάχος της τοιχοποιίας είναι κατά μέσο όρο 1,35μ. και απολήγει σε οδοντωτές επάλξεις. Το Κάστρο έχει δυο πύλες, μια στα ΝΑ, τη λεγόμενη και "σιδηρά πύλη" , μέσω της οποίας επικοινωνούσε με την κάτω πόλη και μια στα ΒΑ που οδηγούσε προς την Όρθρυ. Ενισχυτικοί πύργοι υψώνονται κοντά στις πύλες, στις γωνίες του τείχους και σε όλα τα ασθενή για την άμυνα σημεία. Εσωτερικά ο χώρος διαιρούνταν με δυο εγκάρσιους τοίχους σε τρία μέρη. Το βόρειο τμήμα (ακροπύργιο) βρίσκεται ψηλότερα και χρησίμευε ως το έσχατο καταφύγιο των υπερασπιστών του Κάστρου. Το πλάτωμα της ΝΔ γωνίας χρησίμευε στο Μεσαίωνα ως προμαχώνας και διέθετε δεξαμενή. Στην ίδια θέση διατηρούνται λείψανα τζαμιού. Την εποχή του Όθωνα ανεγέρθηκε στο κέντρο του μεσαίου πλατώματος ένα διώροφο ορθογώνιο κτήριο που αποτελούσε στρατώνα ως τις αρχές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο οχυρωματικός περίβολος παρουσιάζει αρκετές οικοδομικές φάσεις. Το αρχαιότερο τμήμα πολυγωνικού συστήματος, που χρονολογείται στον 5ο αι. π.Χ., βρίσκεται στη ΒΔ γωνία της δυτικής πλευράς. Στη βάση του ΒΔ πύργου απαντά ισόδομο τραπεζιόσχημο σύστημα δόμησης που μπορεί να χρονολογηθεί από τα τέλη του 5ου ως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Ισόδομο ορθογώνιο σύστημα απαντά σε αρκετά άλλα σημεία της βάσης του τείχους. Παραμένει αβέβαιο αν υπήρξε κάποια ανακαίνιση του τείχους στην εποχή του Ιουστινιανού. Τα τμήματα αργολιθοδομής με ενδιάμεση χρήση συνδετικού κονιάματος και κεραμιδιών ανήκουν σε επισκευές πιθανόν των βυζαντινών χρόνων, αλλά επίσης των Φράγκων και των Καταλανών. Νέες συμπληρώσεις και επισκευές πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Την ίδια εποχή διαμορφώθηκαν και οι πύλες. Οι προσθήκες της Τουρκοκρατίας διακρίνονται από την άφθονη χρήση ασβεστοκονιάματος ως συνδετικού υλικού. Ο Νομός Φθιώτιδας ήταν νομός της Στερεάς Ελλάδας ο οποίος, από την 1η Ιανουαρίου του 2011, καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την Περιφερειακή Ενότητα Φθιώτιδας, μετά τη διοικητική μεταρρύθμιση του Προγράμματος «Καλλικράτης». Έχει έκταση 4.441τ. χλμ. και πληθυσμό 158.231 κατοίκους. Παραδοσιακά αποτελείτο από τρεις επαρχίες: Φθιώτιδας, Λοκρίδας και Δομοκού. Πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη της Φθιώτιδας είναι η Λαμία , που είναι επίσης πρωτεύουσα της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας. Σημαντικές πόλεις είναι επίσης ο Μώλος, τα Καμένα Βούρλα , ο Άγιος Κωνσταντίνος , η Αρκίτσα, η Αταλάντη , η Ελάτεια, η Λάρυμνα, η Αμφίκλεια, η Τιθορέα , η Στυλίδα , η Υπάτη, η Μακρακώμη , η Σπερχειάδα , το Πλατύστομο και ο Δομοκός. Για πλήρη κατάλογο των πόλεων και οικισμών, δείτε επίσης Διοικητική διαίρεση Περιφερειακής Ενότητας Φθιώτιδας. Συνορεύει με τις περιφερειακές ενότητες Εύβοιας μέσω του Ευβοϊκού κόλπου στα ανατολικά, Βοιωτίας και Φωκίδας στα νότια, Αιτωλοακαρνανίας στα νοτιοδυτικά, Ευρυτανίας και Καρδίτσας στα δυτικά, Λάρισας στα βόρεια και Μαγνησίας στα ανατολικά. Η μεγαλύτερη πεδινή περιοχή του νομού είναι η λεκάνη του Σπερχειού ποταμού η οποία περιλαμβάνει και την πεδιάδα της Λαμίας. Άλλα πεδινά εδάφη βρίσκονται στα παράλια του Ευβοϊκού κόλπου, όπως η πεδιάδα της Αταλάντης , της Αμφίκλειας και του Δομοκού. Ο κύριος ποταμός του νομού, που μαζί με τους παραποτάμους του ποτίζει όλη την Φθιώτιδα, είναι ο Σπερχειός με μήκος 80 χλμ., ο οποίος πηγάζει από τις χαράδρες του Τυμφρηστού σε υψόμετρο 2300 μέτρων και ρέει προς τα ανατολικά εκβάλλοντας στον Μαλιακό κόλπο. Η λεκάνη την οποία αποστραγγίζει στις εκβολές του δημιουργεί και τη μεγαλύτερη πεδιάδα του νησιού. Οι κυριότεροι παραπόταμοι του Σπερχειού είναι η Βίστριζα (ο Ίναχος των αρχαίων) , ο Γοργοπόταμος στα νερά του οποίου ζουν νεροχελώνες, νερόφιδα, βάτραχοι, και στις όχθες του σαύρες, χελώνες και οχιές, ο Ρουστανίτης, και ο Ασωπός που παλιά λεγόταν Καρβουναριά. Ο Σπερχειός έχει ακόμα 63 μικρότερους παραπόταμους.
Ο άλλος ποταμός είναι ο Κηφισός ή Μαυρονέρι (ο Μέλας ποταμός των αρχαίων) ο οποίος εισέρχεται στο νομό από την Φωκίδα, βόρεια της Άμφισσας και εκβάλλει στον Ευβοϊκό κόλπο. Το Δέλτα του Σπερχειού είναι σημαντικός υγροβιότοπος που σχηματίστηκε από τις προσχώσεις του ποταμού, με έκταση 196 τ.χλμ.. το μεγαλύτερο τμήμα του είναι καλλιεργήσιμη γη –ορυζοκαλλιέργειες- ενώ στο υδροβιότοπο φιλοξενείται πλούσια ορνιθοπανίδα. 21 διαφορετικά είδη πουλιών παραμένουν μόνιμα στο Δέλτα, ενώ άλλα 63 είδη πουλιών περνάνε το χειμώνα στη περιοχή. Υπάρχουν και 20 με 30 ζευγάρια πελαργών κοντά στα χωριά της Αγίας Παρασκευής, της Ανθήλης και του Μοσχοχωρίου. Ζουν επίσης ψάρια όπως κέφαλοι, τσιπούρες, γλώσσες, λαβράκια, γαρίδες, κυδώνια, στρείδια και χάβαρα. Της Αγίας Παρασκευής , δίπλα στο Δέλτα του Σπερχειού ποταμού, 3 χλμ. ανατολικά της Λαμίας. Στις πηγές του χωριού ζει το μοναδικό στο κόσμο αρχέγονο είδος ψαριού, ο Ελληνοπυγόστεος (Pungitius hellinicus), ένα ψάρι με μέγεθος περίπου 4 εκατοστά. Ο νομός είναι διάσημος για το γεωθερμικό του πεδίο και τις ιαματικές πηγές του. Πιο διάσημες από όλες, οι πηγές των Καμένων Βούρλων πλούσιες σε φυσικά μέταλλα, άλατα και ραδόνιο τα καθιστούν ιδανικά για τη θεραπεία ρευματικών, αρθριτικών και αγγειακών παθήσεων. Τα λουτρά της Υπάτης, με τη πηγή τους να αναβλύζει από βάθος 18 μέτρων, και με τη θερμοκρασία των νερών ίδια περίπου με του ανθρώπινου σώματος έχει επίσης υψηλή επισκεψιμότητα και χάρη στο οργανωμένο υδροθεραπευτήριο που λειτουργεί εκεί. αλλά και η ιαματική πηγή της Εκκάρας, με τις υδροθειούχες πηγές της δέχεται κυρίως νεαρόκοσμο εξαιτίας και των άλλων δυνατοτήτων αναψυχής της περιοχής. Η υδροθειοχλωρονατριούχος πηγή της Υπάτης, οξυπηγή θερμοκρασίας 33.5ο C και 0,11 μονάδων ραδιενέργειας, η αλκαλική θειοπηγή θερμοκρασίας 33.6 C και 0,14 μονάδων ραδιενέργειας και υδροθειούχος θερμοκρασίας 25.5 C και 0,36 μονάδων ραδιενέργειας πηγές του Πλατυστόμου , η υδροθειοχλωρονατριούχος πηγή 41ο C θερμοκρασίας και ραδιενέργεια 0,6μονάδων των Θερμοπυλών, η θειούχος πηγή 28ο θερμοκρασίας του Αρχανίου, - οι 4 ραδιενεργές χλωρονατριούχες πηγές θερμοκρασίες 31-34ο των Καμένων Βούρλων. Η υδροθειοχλωνατριούχος πηγή θερμοκρασίας 30.9ο C και ραδιενέργειας 0,1 μονάδων των Σιδηροπηγών και η υδροθειοχλωρονατριούχος πηγή της Καλλυντικής. O νομός έχει να επιδείξει σημαντικούς αν όχι κορυφαίους για την ελληνική ιστορία αρχαιολογικούς χώρους όπως τις Θερμοπύλες και την αρχαία Τραχίνια, αλλά και μουσεία όπως το Αρχαιολογικό Μουσείο και το Λαογραφικό Μουσείο της Λαμίας, το Βυζαντινό Μουσείο της Υπάτης, το Μουσείο της πόλης της Αταλάντης . Επίσης τα κάστρα της Λαμίας, της Υπάτης, της Δρυμαίας, του Αχινού και οι παραδοσιακοί οικισμοί όπως της Αμφίκλειας και της Χορευταριάς προσφέρουν ικανοποίηση συμβάλλουν στην ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού. Tο αντρικό μοναστήρι της Παναγίας Αγάθωνας κοντά στην Υπάτη, χτισμένο στις πλαγιές της Οίτης, με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, αποτελεί το σημαντικότερο κέντρο του θρησκευτικού τουρισμού ενώ και άλλα σημαντικά μοναστήρια όπως το μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, η μονή Δαδίου, κ.α. έλκουν αρκετούς τουρίστες όλη τη διάρκεια του χρόνου.
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Νομός_Φθιώτιδας

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Λαμία

1 σχόλιο:

  1. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ ΩΡΑΙΑ ΟΛΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟ ΟΜΟΡΦΗΝΕ ΟΜΩΣ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΔΙΑΚΟΥ ΣΤΗΝ ΛΑΜΙΑ !!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή