Παρασκευή 17 Μαρτίου 2017

Οι δέκα (10) χειρότεροι στρατηγοί της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

Οι Βυζαντινοί της Κωνσταντινούπολης επινόησαν μια νέα στρατηγική, το απόλυτο δόγμα της οποίας ήταν ότι οι απειλές αντιμετωπίζονται με τη διπλωματία. Αυτό μεταφράζεται σε κάτι το εξαιρετικά απλό: αν ο εχθρός σού επιτίθεται ή σε απειλεί, τότε πρέπει να ψάξεις για κάποιον άλλον εχθρό, ο οποίος θα είναι σε θέση να απειλήσει ή και να επιτεθεί στον πρώτο. Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν τις ένοπλες δυνάμεις τους μόνο για να χειριστούν την απειλή, να καθυστερήσουν τους εισβολείς, να ανακόψουν την προέλασή τους ή για να ενισχύσουν τους νέους συμμάχους. Σε αντίθεση με τους Ρωμαίους, δεν έριχναν τον στρατό τους στην αποφασιστική μάχη, εκείνη που ενδεχομένως να έκρινε την έκβαση του πολέμου. Οι Βυζαντινοί απέφευγαν συστηματικά τις κατά μέτωπον συγκρούσεις. Προτιμούσαν να μάχονται μέσω τρίτων και μόνον όταν αυτό δεν ήταν δυνατόν, εφάρμοζαν μια τακτική ανταρτοπολέμου, για να φθείρουν και να εξαντλήσουν τους εισβολείς. Πάντα, έριχναν το κύριο βάρος στη διπλωματική προσπάθεια, που ήταν διαρκής: αναζητούσαν πιθανούς συμμάχους, ακόμη και σε εξαιρετικά απομακρυσμένες περιοχές, και τους έπειθαν να πολεμήσουν για λογαριασμό της Κωνσταντινούπολης. Ακολουθεί κατάλογος με τους δέκα (10) χειρότερους στρατηγούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
1) Ο Άσπαρ (400-471) ήταν Γερμανός πατρίκιος της ανατολικής αυτοκρατορίας και αρχηγός τον Γερμανών μισθοφόρων έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αποφάσεις τριών αυτοκρατόρων (Θεοδόσιο Β, Μαρκιανό, Λέων Α΄) ο ίδιος μάλιστα ανέβασε τον τελευταίο στο θρόνο ελπίζοντας ότι θα συνέχιζε να επηρεάζει της εξέλιξής εντός και εκτός της αυτοκρατορίας καθώς επειδή ήταν Αρειανός και «βάρβαρος» δεν μπορούσε να γίνει ο ίδιος αυτοκράτορας. Μετά τον θάνατο του Μαρκιανού ο θρόνος του Βυζαντίου έμεινε κενός, διότι ο αποθανών αυτοκράτορας δεν είχε ορίσει διάδοχό του. Ο παντοδύναμος αρχηγός του Βυζαντινού μισθοφορικού στρατού, ο Aλανός Άσπαρ, μη μπορώντας ο ίδιος να γίνει αυτοκράτορας ανέβασε στον θρόνο τον Λέοντα, ο οποίος ήταν έμπιστος χιλίαρχός του, καταγόταν από την Θράκη και ήταν Ορθόδοξος. Έλπιζε ότι έχοντάς τον υποχείριο, θα κυβερνούσε στην ουσία ο ίδιος. Η στέψη του Λέοντα Α΄ έγινε από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ανατόλιο το 457. Ήταν άνθρωπος συνετός και δραστήριος και για τον λόγο αυτό δεν μπόρεσε να ανεχθεί την επιβολή των απόψεων του Άσπαρ. Εν τω μεταξύ οι Βάνδαλοι, ορμώμενοι από την Αφρική, έκαμαν επιδρομές στα παράλια της Ιταλίας και της Ελλάδας υπό την αρχηγία του βασιλιά τους Γιζέριχου, με αποκορύφωμα την επιδρομή τους κατά της Ζακύνθου, όπου συνέλαβαν πεντακόσιους από τους κατοίκους της, τους οποίους κατάσφαξαν και στην συνέχεια πέταξαν τα σώματά τους στην Αδριατική. Έτσι το 463 ο Λέων εξαπέστειλε εναντίον τους στρατό που κατέλαβε την Τρίπολη και άλλες Αφρικανικές πόλεις, εξαναγκάζοντας τον Γιζέριχο να υπογράψει ειρήνη. Επειδή όμως οι Βάνδαλοι επανέλαβαν τις επιδρομές τους, ο Λέων αποφάσισε να διαλύσει το κράτος τους, στέλνοντας το 468 εκατό χιλιάδες στρατιώτες με στόλο από 1.113 πλοία υπό την αρχηγία του Βασιλίσκου, αδελφού της αυτοκράτειρας Βηρίνας και με σύμβουλό του τον Άσπαρ. Η εκστρατεία αυτή απέτυχε οικτρά λόγω της ατολμίας του Βασιλίσκου και της ύποπτης στάσης του Άσπαρ, η οποία οδήγησε στην θανάτωσή του από τον αυτοκράτορα το 471. Ο Άσπαρ δολοφονήθηκε στην Κωνσταντινούπολη αφού προσπάθησε να εκθρονίσει τον αυτοκράτορα Λέοντα για να βάλει στην θέση του τον γιο του Αρνατμπούρ που δολοφονήθηκε και αυτός. Με τον θάνατό του έφτασε το τέλος της γερμανικής κυριαρχίας των μισθοφόρων στην πολιτική της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
2) Ο Αγαλιανός ήταν Έλληνας στρατηγός επί αυτοκράτορα Λέοντος Γ' του Ισαύρου. Βυζαντινός αξιωματούχος, στρατιωτικός διοικητής της τούρμας του Ελλαδικών (τουρμάρχης) την εποχή του αυτοκράτορα Λέοντος Γ’ του Ισαύρου (717-741). Όταν ο Λέων Γ’ απαγόρευσε τη λατρεία των εικόνων, οι κάτοικοι του θέματος (επαρχίας) της Ελλάδας επαναστάτησαν. Το 726, ο Λέων ο Δ’, παρουσίασε ένα βασιλικό διάταγμα που αποδοκίμαζε την λατρεία των εικόνων. Οι μεγάλες αντιδράσεις φέραν ως μέση λύση την ανύψωσή τους σε ψηλότερα σημεία των εκκλησιών ώστε να μην είναι ούτε απούσες, ούτε και προσβάσιμες. Ο πάπας Γρηγόριος Β’ στασίασε ενάντια στο βασιλικό διάταγμα προκαλώντας την στρατιωτική επέμβαση των αυτοκρατορικών δυνάμεων της Ιταλίας. Οι επαρχίες των Ελλαδικών τάχθηκαν με το μέρος του καθώς οι εικόνες ήταν αναπόσπαστο μέρος της θρησκείας τους. Εκείνη την εποχή το Θέμα των Ελλαδικών περιλάμβανε την Στερεά Ελλάδα, την Θεσσαλία, τις Κυκλάδες καθώς και την Κρήτη. Όσον αφορά το θρησκευτικό γίγνεσθαι τελούσαν υπό την δικαιοδοσία του Πάπα της Ρώμης. Αναπόφευκτα η επιρροή του σε εκείνες της περιοχές, καθώς και στη Σικελία και την κάτω Ιταλία, ήταν ισχυρή. Ο Πάπας Γρηγόριος Β’ υποκίνησε την στάση στην κυρίως Ελλάδα με σκοπό την ανατροπή του αυτοκράτορα Λέοντος Δ’. Μέσω του πολυάριθμου κλήρου που διατηρούσε στο «Ελλαδικόν» ερέθισε τα πνεύματα και σε συνδυασμό με τις δυσχερείς φορολογικές και κοινωνικές συνθήκες, η στάση δεν άργησε να πάρει μορφή ένοπλης επανάστασης. Αναφέρεται πως από την Σικελία μόνο ήρθαν 25.000 στρατιώτες να βοηθήσουν. Μια ηφαιστειακή έκρηξη του 726 στην Θήρα ερμηνεύτηκε ως θείο σημάδι κατά των εκκλησιαστικών καινοτομιών και έδωσε το ηθικό στίγμα για την αρχή της πολεμικής σύρραξης. Όταν εξερράγη επανάσταση στην Ελλάδα εναντίον του Βυζαντίου για να καταργηθεί η προσκύνηση των εικόνων, ο Αγαλιανός ξεκίνησε με στόλο και πολιόρκησε την Κωνσταντινούπολη. Συγκροτήθηκε στόλος και, αφού ανακήρυξαν αυτοκράτορα κάποιον Κοσμά, ενωμένοι με τους Κυκλαδικούς του θέματος του Αιγαίου, επιχείρησαν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη από τη θάλασσα. Επικεφαλής του κινήματος τέθηκαν ο Αγαλλιανος και κάποιος Στέφανος. Τελικά ηττήθηκε κάτω από τα τείχη της Πόλης. Το αποτέλεσμα πάντως ήταν η ολοκληρωτική ήττα του στρατού των επαναστατών. Το υγρό πυρ βοήθησε τα αυτοκρατορικά στρατεύματα για άλλη μια φορά. Στη ναυμαχία που έγινε στις 18 Απριλίου 727 ο στόλος των επαναστατών καταστράφηκε με το υγρό πυρ και ο Αγαλλιανος αυτοκτόνησε, πηδώντας με την πολεμική του εξάρτυση στη θάλασσα, πήδηξε πάνοπλος στην θάλασσα για να αποφύγει την ατίμωση της αιχμαλωσίας. Ο αρχηγός Κοσμάς και ο Στέφανος αιχμαλωτίστηκαν και θανατώθηκαν.
3) Ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος γεννήθηκε τα τέλη του 12ου με αρχές του 13ου αιώνα. Ήταν στρατηγός της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας και είχε λάβει το αξίωμα του Μεγάλου Δομέστικου επί βασιλείας του Μιχαήλ Η´ του Παλαιολόγου. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, είχε αποκτήσει έναν γιο, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος τυφλώθηκε αργότερα από τον Θεόδωρο Β' Λάσκαρη. Λαμβάνει ηγετικό ρόλο και ανακηρύσσεται στον βαθμό του στρατηγού. Κατά την εκστρατεία της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας εναντίον του Δεσποτάτου της Ηπείρου που κατέληξε σε μεγάλη ήττα των Νικαιατών, ο Αλέξιος Στρατηγόπουλος αιχμαλωτίζεται και φυλακίζεται στην Ήπειρο. Το 1261, απελευθερώνεται αργότερα από τον ίδιο τον Δεσπότη της Νίκαιας Μιχαήλ Η'. Έμεινε γνωστός λόγω της απελευθέρωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους, η οποία αποτέλεσε την πιο λαμπρή αλλά ταυτόχρονα και η τελευταία νικηφόρα στρατιωτική επιχείρισή του, καθώς στην συνέχεια ηττάται σε όλες τις επόμενες μάχες, με αποτέλεσμα να αιχμαλωτιστεί και να παραμείνει ταπεινωμένος μέχρι τον θάνατό του. Ο θρίαμβος του στην Κωνσταντινούπολη ήταν και το τελευταίο επιτυχημένο έργο του Αλεξίου Στρατηγόπουλου, αφού δεν κατόρθωσε κάποιαν άλλη αξιόλογη επιτυχία. Μάλιστα η επόμενη και τελευταία μεγάλη εκστρατεία που του ανετέθη κατέληξε σε πλήρη αποτυχία καθώς είχε εκστρατεύσει εναντίον του Δεσποτάτου της Ηπείρου και ηττήθηκε, στιγματίστηκε όμως από τις ήττες του Αυτοκρατορικού στρατού κι ακόμη περισσότερο, από την αιχμαλωσία του κατά την μάχη του Αυτοκράτορα εναντίον του Νικηφόρου Δούκα. Απελευθερώθηκε αργότερα, καθώς ανταλλάχθηκε με την Άννα Χοχενστάουφεν το έτος 1265. Πέθανε μεταξύ των ετών 1271 και 1275, πιθανώς στην Κωνσταντινούπολη.
4) Ο Θωμάς ο Σλάβος ή Σκλαβηνός (760 - 823) ήταν Βυζαντινός στρατιωτικός και σφετεριστής του αυτοκρατορικού θρόνου. Γεννήθηκε στη ΒΑ Μικρά Ασία, στην περιοχή της Χαλδίας (Πόντου), πιθανότατα μεταξύ του 760 και του 770 μ.Χ. από φτωχή αγροτική οικογένεια σλαβικής καταγωγής. Σλαβικοί πληθυσμοί είχαν εγκατασταθεί νωρίτερα σε μικρασιατικά εδάφη και ιδίως στο θέμα του Οψικίου. Εντάχθηκε στο στρατό και γρήγορα ξεχώρισε κερδίζοντας αξιώματα. Συνδέθηκε με φιλία με τον Λέοντα Αρμένιο, μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄, ο οποίος είχε στενές φιλικές σχέσεις με τον επίσης αξιωματικό Μιχαήλ Τραυλό, μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Β'. Το 803 τον συναντάμε υψηλόβαθμο αξιωματικό, τουρμάρχη, δηλαδή διοικητή μεραρχίας ή ταξιαρχίας, και υποστηρικτή του στασιαστή στρατηγού Βαρδανίου Τούρκου. Ο Βαρδάνιος προσπάθησε να ανατρέψει τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Α΄, αλλά απέτυχε όταν ο Λέων ο Αρμένιος και ο Μιχαήλ Τραυλός τον εγκατέλειψαν και υποστήριξαν τον νόμιμο αυτοκράτορα. Για τα επόμενα 10 χρόνια, δηλαδή μέχρι και το 813, οι πηγές δεν ανάφερονται κάθόλου στο Θωμά από τη λίμνη Γαζουρού. Όταν ο φίλος του Λέων έγινε αυτοκράτορας το 813, τον απεκατέστησε ορίζοντάς τον τουρμάρχη των Φοιδεράτων στο Θέμα Αρμενιακών. Το 820, αμέσως μετά την δολοφονία του Λέοντος από συνωμότες κατευθυνόμενους από τον Μιχαήλ, ο Θωμάς στασίασε κατά του νέου αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄. Κέρδισε γρήγορα την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των θεματικών στρατευμάτων της Μικράς Ασίας λόγω της συμπάθειας που έτρεφαν για τον Λέοντα Ε΄, της αντιπάθειάς τους απέναντι στον Μιχαήλ Β' και της καλής του φήμης ως αξιωματικού. Οικειοποιήθηκε τα χρήματα των δημοσίων ταμείων στο Θέμα Αρμενιακών και αλλού, συγκέντρωσε στρατεύματα και ξεκίνησε πορεία προς την Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, ήρθε σε συνεννόηση με τον χαλίφη Αλ Μαμούν και κέρδισε υποστήριξη, χρήματα και στρατεύματα από τους Άραβες, ενώ στέφθηκε από τον Πατριάρχη Αντιοχείας Ιώβ αυτοκράτορας με το όνομα Κωνσταντίνος. Σύντομα είχε κερδίσει με το μέρος του όλα τα θέματα της Μικράς Ασίας εκτός από τα θέματα Αρμενιακών και Οψικίου και βάδισε κατά της Κωνσταντινουπόλεως, η πολιορκία της οποίας άρχισε το Δεκέμβριο του 821. Η υποστήριξη του λαού της Πόλης προς τον Μιχαήλ, δύο ήττες του ισχυρού επαναστατικού ναυτικού από τα πλοία του αυτοκράτορα καθώς και μια καταλυτική ήττα στην ξηρά από τους Βουλγάρους, οι οποίοι εξεστράτευσαν εναντίον του, κατόπιν συνεννόησης με τον Μιχαήλ, υπό την ηγεσία του Ομουρτάγ, οδήγησαν τον αρχικά πανίσχυρο Θωμά στην καταστροφή. Την άνοιξη του 823, η πολιορκία λύθηκε οριστικά κι ο Θωμάς κατέφυγε με τα απομεινάρια του στρατού του στην Αρκαδιούπολη της Θρακης. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους οι ίδιοι οι κάτοικοι της πόλης τον παρέδωσαν στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Β'. Ο Θωμάς καταδικάστηκε σε ενα θάνατο μαρτυρικό. Ακρωτηριάστηκε στα χέρια και στα πόδια και στη συνέχεια ανασκολοπίστηκε. Το ίδιο τέλος είχε κι ο θετός γιος του, Αναστάσιος.
5) Ο Ιωσήφ Ταρχανειώτης ήταν βυζαντινός αξιωματούχος, στρατηγός, πρόεδρος, και Δούξ Αντιόχειας το 1072-1073 ή 74, κυρίως γνωστός για την μη συμμετοχή του στην αποφασιστική Μάχη του Μαντζικέρτ το 1071. Ήταν ένας έμπειρος στρατηγός και δεύτερος στην ιεραρχία του βυζαντινού στρατού στη μάχη του Μαντζικέρτ, με 20.000 στρατιώτες υπό τις διαταγές του. Το τμήμα του Ταρχανειώτη αποσπάστηκε από το κυρίως σώμα με εντολή του αυτοκράτορα πριν από την κύρια μάχη, αλλά ο Ταρχανειώτης παρέκλινε της πορείας του και κατευθύνθηκε ακόμα μακρύτερα, προς την πόλη Μελιτηνή. Δεν είναι σαφές τι συνέβη στη συνέχεια αλλά η απουσία του Ταρχανειώτη οφείλεται είτε σε προδοσία, ή δυσαρέσκεια, ή ήττα σε μάχη, υπονόμευσε σοβαρά τον αυτοκράτορα Ρωμανό Δ΄ Διογενη και την ικανότητα να αγωνιστεί στο Μαντζικέρτ. Ακόμα κι αν ο Ταρχανειώτης ηττήθηκε σε μάχη (σύμφωνα με τις Σελτζούκικες πηγές), ο Ταρχανειώτης επέζησε. Ο Ιωσήφ πέθανε το 1074, ενώ είχε διορισθεί ως δούξ της Αντιόχειας, και τον διαδέχτηκε ο γιος του Κατακαλών Ταρχανειώτης.
6) Ο Νικηφορίτζης ήταν ένας ισχυρός βυζαντινός, ευνούχος αξιωματούχος, ο οποίος υπηρέτησε ως στρατηγός και διοικητής στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ΄ (1071-1078). Το πραγματικό του όνομα ήταν Νικηφόρος αλλά έλαβε το προσωνύμιο "Νικηφορίτζης" λόγω της μικρής ηλικίας που ανέλαβε στρατιωτική υπηρεσία. Είχε την αντιλαϊκή δυσαρέσκεια λόγω της φορολόγησης και της ανάμιξή του στην προμήθεια σιτηρών στην Κωνσταντινούπολη, καθώς και για την παραμέληση του Μικράς Ασίας για την αντιμετώπιση της τουρκικής διείσδυσης. Ο Νικηφορίτζης προσπάθησε επίσης να μεταρρυθμίσει το στρατό, και αναβίωσε το σύνταγμα των Αθανάτων. Η στρατιωτική κατάσταση κατά τη διάρκεια αυτή ήταν ιδιαίτερα σοβαρή, με σερβικές επιθέσεις και τη βουλγαρική εξέγερση του Κωνσταντίνου Βοδίν, ενώ στη Μικρά Ασία, η αυτοκρατορική κυβέρνηση είχε να αντιμετωπίσει την εξέγερση του μισθοφόρου Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ, καθώς και τη συνεχώς αυξανόμενη τουρκική διείσδυση στην Μικρά Ασία στον απόηχο της μάχης του Μαντζικέρτ, στην οποία απέτυχε να ανταποκριθεί επαρκώς. Αν και αναμφισβήτητα ικανός διοικητής, τα οικονομικά μέτρα του δημιούργησαν αγανάκτηση εναντίον του. Με εξαίρεση τον Κεκαυμένο, που τον επαινεί ως "ένα εξαιρετικό άνθρωπο σε όλα, πιο λογικό, με εμπειρία και στα δύο στρατιωτικά και διοικητικά θέματα, αν και ευνούχος, γενναιόδωρος, πολύ έξυπνος, και να κατανοή και να μιλά σωστά", οι άλλες πηγές αφορούν όλες τους ιστορίες της απληστίας και της διαφθοράς του. Σε αυτό, δίνετε ιδιαίτερη έμφαση στη διαμονή του στο Έβδομον, όπου συγκέντρωσε την προσωπική του περιουσία. Η δυσαρέσκεια οδήγησε στο ξέσπασμα δύο μεγάλων εξεγέρσεων το 1077, και με την ενδεχόμενη παραίτηση του Μιχαήλ Ζ΄, ο Νικηφορίτζης συνελήφθη και βασανίστηκε μέχρι θανάτου. Ο Νικηφορίτζης εγκατέλειψε την πρωτεύουσα και κατέφυγε στην Ηράκλεια Ποντική, όπου ο Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ είχε στρατοπεδεύσει. Ο Ρουσέλ, όμως, διέταξε να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στο νέο αυτοκράτορα. Ο Νικηφορίτζης στη συνέχεια εξορίστηκε σε νησί της Προποντίδας και στη συνέχεια στην Οξειά, όπου βασανίστηκε άγρια από την Ρωμανό Στραβορωμανό όπου και πέθανε.
7) Ο Ιωάννης Λόγγος Ιουστινιάνης (1418 -1453 ) ήταν Γενουάτης στρατιωτικός, μέλος μίας από τις σημαντικότερες οικογένειες της Γένοβας, και πρωτοστράτωρ της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ενας από τους υπερασπιστές της Κωνσταντινούπολης κατά την Άλωση από τους Οθωμανούς το 1453, ως επικεφαλής ενόπλου τμήματος 700 Γενουατών. Με προσωπική του πρωτοβουλία χρηματοδότησε και οργάνωσε στρατιωτική αποστολή επικεφαλής 700 ένοπλων συμπατριωτών του, προς ενίσχυση της άμυνας της Κωνσταντινούπολης. Όταν έφτασε στην βασιλεύουσα ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος του ανέθεσε την άμυνα της πόλης. Ο Ιουστινιάνης με την προσωπικότητά του έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στις διαμάχες μεταξύ των στρατιωτών, ιδιαίτερα μεταξύ Βενετών και Γενουατών. Οργάνωσε κατά αποφασιστικό τρόπο την άμυνα, με αποτέλεσμα να αποκρουστούν οι συνδυασμένες επελάσεις των Οθωμανών, παρ' όλη την συντριπτική αριθμητική υπεροχή τους. Στις 29 Μαΐου 1453, και ενώ ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β΄ εξαπέλυσε την τελική επίθεση, ο Ιουστινιάνης τραυματίστηκε σοβαρά από βλήμα οθωμανικού πυροβολικού. Κατά άλλους αναφέρεται ότι το τραύμα προήλθε από βέλος. Μετά τον τραυματισμό του αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τις συγκρούσεις, κάτι που έριξε κατακόρυφα την ψυχολογία και αποφασιστικότητα των πολιορκημένων. Στην επικείμενη επίθεση, ο Μωάμεθ Β΄ διέταξε πλήρη έφοδο, βλέποντας την αποχώρηση του Ιουστινιάνη ως μεγάλη ευκαιρία που έπρεπε να εκμεταλλευθεί. Ο ίδιος ο Ιουστινιάνης, μαζί με τους άντρες του, κατάφεραν να διαφύγουν με πλοία προς τη Χίο, όμως βαριά τραυματισμένος πέθανε την 1η Ιουνίου 1453. Ο τάφος του διασώζεται ακόμη στη Χίο, όμως το λατινικό επίγραμμά του, που ήταν άλλοτε στην εκκλησία του Αγίου Δομινίκου, έχει κατά τα φαινόμενα εξαφανιστεί. «Ένθαδε κείται Ιωάννης Ιουστινιάνης, ανήρ περικλεής και πατρίκιος Γενουήσιος εκ των Μαονέων της Χίου, όστις, κατά την εκστρατείαν του βασιλέως των Τούρκων Μωάμεθ εναντίον της Κωνσταντινουπόλεως, μεγαλοψύχως ηγεμονεύων παρά τω γαληνοτάτω Κωνσταντίνω, τελευταίω των ανατολικών Χριστιανών αυτοκρατόρει, θανασίμως πληγωθείς απέθανε.»
8) Ο Θεόδωρος Τριθύριος (... - 636), γνωστός και ως Θεόδωρος ο Σακελλάριος, ήταν Βυζαντινός ταμίας του κράτους και στρατιωτικός διοικητής κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της βασιλείας του βυζαντινού αυτοκράτορα Ηρακλείου. Γεννημένος στην Αντιόχεια κατά τη διάρκεια του 7ου αιώνα, ο Τρίθυρος ήταν Έλληνας Χριστιανός ταμίας που εργαζόταν για τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ηράκλειο και ήταν εξαιρετικά πιστός στον αυτοκράτορα. Απολάμβανε υπεροχή κάτω από τον τίτλο του "Σακελλάριος" του βυζαντινού ταμία. Στο 634, ο αυτοκράτορας έστειλε τον αδελφό του, Θεόδωρο, για την καταπολέμηση της εισβολής των στρατών των μουσουλμάνων στην Ατζναντάιν όπου ηττήθηκε. Για την ήττα της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ο Θεόδωρος κατηγόρησε τον αιμομικτικό γάμο του αδελφού του με την ανιψιά του Μαρτίνα. Ο Ηράκλειος αμέσως τον καθαίρεσε από την θέση του και τον έφερε πίσω στην Κωνσταντινούπολη. Με την καθαίρεση του Θεόδωρου, ο Ηράκλειος διόρισε τον Τριθύριο να αναλάβει στρατιωτικό ρόλο, όπως την διοίκηση του στρατού του αδελφού του. Το 635, ωστόσο, τα πράγματα είχαν αρχίσει να λαμβάνουν σοβαρές διαστάσεις, όταν τα βυζαντινά στρατεύματα ηττήθηκαν σε αρκετές άλλες μάχες. Αυτό οφείλεται εν μέρει στις οικονομικές αποτυχίες και τη μη παροχή των μισθών από την Βυζαντινή αυτοκρατορία στα στρατεύματα, ο Τριθύριος τοποθετήθηκε σε άλλο ρόλο. Τις περισσότερες φορές, ο ρόλος του Τριθύριου με το στρατό, υπηρέτησε ως σταθερός στρατηγός. Μια ορισμένη κόπωση είχε γεμίσει τον αέρα και ο Ηράκλειος είχε διαλύσει πολλά συντάγματα για λόγους οικονομίας. Δεν υπήρχε ενθουσιασμός για την ένταξη του στρατού, ωστόσο η παρουσία του αυτοκρατορικού ταμία ενθάρρυνε τις προσλήψεις μισθοφόρων. Τον Αύγουστο του 636, κατέβηκε στο ποταμό Γιαρμούκ, ανατολικό παραπόταμο του Ιορδάνη ποταμού για την καταπολέμηση του στρατού Ρασιντούμ στη Μάχη του Γιαρμούκ. Κατά του αντίπαλου στρατιωτικού ηγέτη Χαλίντ Ιμπν αλ-Ουαλίντ, ο Τριθύριος αποφάσισε να δώσει την εντολή ο Βαχάν, Αρμένιος πρίγκιπας, γιατί ο ίδιος αισθάνθηκε ότι δεν ήταν ένας τρομερός διοικητής του στρατού. Αυτό δεν είχε αποτέλεσμα και στις 20 Αυγούστου 636 ο Θεόδωρος Τριθύριος, πέθανε στα χέρια των μουσουλμάνων μαζί με τον Βαχάν και σχεδόν όλοι οι άνδρες του.
9) Ο Νικηφόρος Γ' Βοτανειάτης (1002 - 1081) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας από το 1078 έως το 1081. Ανήκε σε οικογένεια που καταγόταν από τη βυζαντινή οικογένεια των Φωκάδων. Ο Νικηφόρος Βοτανειάτης υπηρέτησε ως στρατηγός υπό τους αυτοκράτορες Κωνσταντίνο Θ´ και Ρωμανό Δ´ Διογένη, και την περίοδο βασιλείας του Μιχαήλ Ζ´ Δούκα έγινε κυβερνήτης του θέματος Ανατολής και διοικητής του στρατού στην Ασία. Επίσης διετέλεσε δουξ (διοικητής της Αντιόχειας και διοικητής της Εδέσσης και κατείχε επίσης τους τίτλους του μάγιστρου και βεστάρχη. Ελκόμενος από την πολιτική, συμμετείχε ενεργά στην εξέγερση που έφερε τον Ισαάκιο Α΄ Κομνηνό στο θρόνο το 1057, μαζί και του εξέχοντα ρόλου του στη μάχη του Άδη. Το 1078 επαναστάτησε ενάντια στο αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ´ και στον υπουργό οικονομικών του Νικηφορτζή και με τη σύμπραξη των Σελτζούκων Τούρκων βάδισε προς τη Νίκαια, όπου ανακήρυξε τον εαυτό του αυτοκράτορα. Αντιμέτωπος με έναν άλλο επαναστάτη στρατηγό, το Νικηφόρο Βρυέννιο , η εκλογή του επικυρώθηκε από την αριστοκρατία και τον κλήρο, ενώ ο Μιχαήλ ο Ζ´ παραιτήθηκε από το θρόνο και έγινε μοναχός. Το Μάρτιο ή Ιούνιο του 1078, ο Νικηφόρος Γ´ Βοτανειάτης μπήκε θριαμβευτικά στην Κωνσταντινούπολη και στέφθηκε αυτοκράτορας από τον Πατριάρχη Κοσμά Α΄. Με τη βοήθεια του στρατηγού του Αλέξιου Κομνηνού, αντιμετώπισε το Βρυέννιο και άλλους αντιπάλους, αλλά απέτυχε να εκδιώξει τους Τούρκους από τη Μικρά Ασία. Τη δεκαετία του 1070 μετά τη Μάχη του Μαντζικέρτ ο Σελτζούκος διοικητής Σουλεϊμάν Α' Ιμπν Κουτλουμούς, μακρινός ξάδερφος του Μαλίκ Σαχ και πρώην διεκδικητής του θρόνου της Μεγάλης Αυτοκρατορίας των Σελτζούκων ανέβηκε στην εξουσία στη δυτική Μικρά Ασία. Το 1075 κατέλαβε τις Βυζαντινές πόλεις Νίκαια και Νικομήδεια. Δύο χρόνια αργότερα αυτοανακηρύχθηκε σουλτάνος ενός ανεξάρτητου Σελτζουκικού κράτους και εγκατέστησε την πρωτεύουσά του στη Νίκαια. Οι εκχριστιανισμένοι απόγονοί του σχετίζονται με τις παραδόσεις που αναφέρονται στην ίδρυση της Μονής Κουτλουμουσίου στο Άγιο Όρος. Οι αρχικές αυτές φιλοχριστιανικές τάσεις σχετίζονται και με την αξιόπιστη μαρτυρία ότι ο Σουλεϊμάν Α' πήρε τον τίτλο του σουλτάνου από τον ίδιο το Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό , όταν εγκαταστάθηκε στην πρώτη σελτζουκική πρωτεύουσα, τη Νίκαια, το 1080-1081. Ο σουλτάνος των Μεγάλων Σελτζούκων Μαλίκ Σαχ ποτέ δεν αναγνώρισε το «αιρετικό» αυτό κράτος και το ανταγωνίστηκε σκληρά.
10) Ο Ανδρόνικος Δούκας (1077) ήταν ένας πρωτοβεστιάριος και πρώτοπρόεδρος της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο Ανδρόνικος Δούκας ήταν ο γιος του καίσαρα Ιωάννη Δούκα και Ειρήνη Πεγονιτισσας. Ο πατέρας του ήταν αδελφός του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Δούκα. Ο μητρικός παππούς του ήταν ο Νικήτας Πεγονιτης. Ο ίδιος ο Ανδρόνικος ήταν ένας πρώτος εξάδελφος του Μιχαήλ Ζ' Δούκα. Στο 1071 ο Ανδρόνικος ήταν ο διοικητής ενός τμήματος του βυζαντινού στρατού στην εκστρατεία του αυτοκράτορα Ρωμανού Δ' Διογένη εναντίον των Σελτζούκων Τούρκων του σουλτάνου Αλπ Αρσλάν. Διοικητής της οπισθοφυλακής του στρατού κατά τη διάρκεια της μάχης του Μαντζικέρτ, ο Ανδρόνικος ανακοίνωσε ότι ο αυτοκράτορας είχε κοπεί κάτω και εγκαταλείφθηκε από το πεδίο της μάχης. Έχει ευρέως κατηγορηθεί για την πρόκληση της συντριπτικής ήττας των βυζαντινών δυνάμεων και την επακόλουθη σύλληψη του Ρωμανού Δ' από τον εχθρό. Το 1072, μετά από την απελευθέρωσή του Ρωμανού από τον Αλπ Αρσλάν, ο Ανδρόνικος και ο αδελφός του Κωνσταντίνος εστάλησαν από τον αυτοκράτορα Μιχαηλ Ζ' και ο πατέρας τους, ο Καίσαρας Ιωάννης να τον συλλάβουν. Νίκησαν τον Ρωμανό και τον κυνηγήσαν έως την στην Κιλικία. Ήταν ο Ανδρόνικος που πέτυχε τελικά την παράδοση του Ρωμανού και την μεταφορά του προς την Κωνσταντινούπολη. Παρά το μίσος του για τον έκπτωτο αυτοκράτορα Ρωμανό, ο Ανδρόνικο λέγεται ότι σε αντίθετος στην τύφλωση του στις 29 του Ιούνη του 1072. Σε ένα χειρόγραφο του 1073, καταγράφεται με τους τίτλους του ως πρώτοπρόεδρος, πρωτοβεστιάριος και μέγας δομέστικος, ο Μιχαήλ Ατταλειάτης διευκρινίζει ότι είναι η θέση του δομεστίχου των σχολών της Ανατολής, η οποία είχε δοθεί όταν έστειλε εναντίον του Ρωμανού Διογένη. Το 1074, μαζί με τον πατέρα του, τον Ανδρόνικο διευθυνε τον αυτοκρατορικό στρατό εναντίον των ξενων ανταρτών μισθοφόρων με επικεφαλής τον Roussel de Bailleul. Και οι δύο τελικά θα συλληφθούν από τους αντάρτες, οι οποίοι αφού τους κακοποίησαν τους επιτρέψαν να αναζητήσουν την κατάλληλη ιατρική θεραπεία στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συνήλθε ο Ανδρόνικος για μερικά χρόνια, αλλά τον Οκτώβρη 1077 πέθανε από ένα οίδημα.
Πηγή: https://en.m.wikipedia.org/wiki/Andronikos_Doukas_(cousin_of_Michael_VII)

http://www.diakonima.gr/2010/03/31/βυζαντινή-στρατηγική-διδάγματα-για-τ/

http://www.mixanitouxronou.gr/i-agnosti-epanastasi-sto-vizantio-enantion-tou-aftokratora-leontos-g-pou-katapnigike-chari-sto-igro-pir-i-archi-tis-ikonomachias-pou-epnixe-to-vizantio-sto-ema-chiliadon-piston/

http://vizantinonistorika.blogspot.gr/2013/06/821.html

http://byzantin-history.blogspot.gr/2011/04/9.html

http://www.ygeiaonline.gr/component/k2/item/1953-agallianos

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Άσπαρ

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αγαλλιανός

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Λέων_Α΄

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αλέξιος_Στρατηγόπουλος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θωμάς_ο_Σλάβος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ιωσήφ_Ταρχανειώτης

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Νικηφορίτζης

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θεόδωρος_Τριθύριος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ιωάννης_Ιουστινιάνης

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Νικηφόρος_Γ΄_Βοτανειάτης

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σουλτανάτο_του_Ρουμ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου