Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Η επική μάχη και νίκη των Πλαταιών σύμφωνα με τις Ιστορίες του Ηροδοτου

Αυτή λοιπόν ήταν η καταγωγή του Αλεξάνδρου, του γιου του Αμύντα· όταν λοιπόν έφτασε στην Αθήνα, απεσταλμένος του Μαρδονίου, έλεγε τα εξής: «Άνδρες Αθηναίοι, ο Μαρδόνιος σας λέγει τα εξής: Ο βασιλιάς μού έστειλε το ακόλουθο μήνυμα: “Συγχωρώ τους Αθηναίους για όλα τα σφάλματα που διέπραξαν εναντίον μου·και τώρα, Μαρδόνιε, κάνε τα εξής· πρώτο, δώσε τους πίσω τη γη τους· δεύτερο, ας διαλέξουν οι ίδιοι τους κι άλλη γη, όποια θα τους αρέσει, να την ορίζουν ζώντας αυτόνομοι· τρίτο, αν βέβαια θελήσουν να κάνουν συνθήκες μ᾽ εμένα, να ξαναχτίσεις όλους τους ναούς τους, όσους εγώ πυρπόλησα”. Έχοντας πάρει αυτό το μήνυμα, είμαι υποχρεωμένος να εκτελέσω τις εντολές του, φτάνει να μη τα χαλάσει η αντίθεσή σας. Κι απ᾽ τη μεριά μου σας λέγω τα εξής: “Tώρα, τί μανία σας έπιασε και σηκώνετε χέρι εχθρικό στο βασιλιά; Γιατί ακόμα και στην περίπτωση που θα νικήσετε, δε θα μπορέσετε μια ζωή ν᾽ αντιμετωπίζετε τη δύναμή του. Γιατί είδατε βέβαια το μέγεθος του εκστρατευτικού σώματος του Ξέρξη και τα κατορθώματά του, κι έχετε τις πληροφορίες σας για τη δύναμη που έχω τώρα εγώ, ώστε ακόμη κι αν αναδειχτείτε ανώτεροι και μας νικήσετε (αν και δεν μπορείτε να ᾽χετε καμιά τέτοια ελπίδα, εφόσον βέβαια δεν παραλογίζεστε), θα εμφανιστεί μπροστά σας άλλη, πολλαπλάσια δύναμη. Λοιπόν μη θέλετε, παραβγαίνοντας με τον βασιλιά, να χάσετε τη χώρα σας κι ακατάπαυστα να δίνετε αγώνα για τη ζωή σας, αλλά βάλτε τέλος στις εχθροπραξίες. Και σας δίνεται η ευκαιρία να συμβιβαστείτε με τους καλύτερους όρους, καθώς ο βασιλιάς έκανε το πρώτο βήμα. Ζήστε ελεύθεροι, συνομολογώντας μ᾽ εμάς στρατιωτική συμμαχία χωρίς δόλο και απάτη”. Αυτά, Αθηναίοι, μου έδωσε εντολή να σας πω ο Μαρδόνιος απ᾽ το μέρος του.... Έτσι μίλησε ο Αλέξανδρος· κι οι Λακεδαιμόνιοι παίρνοντας την πληροφορία πως έφτασε ο Αλέξανδρος στην Αθήνα, για να επιδιώξει να κάνουν συνθήκες οι Αθηναίοι με τον βάρβαρο, θυμήθηκαν τους χρησμούς, ότι τους μέλλεται, μαζί με τους άλλους Δωριείς, να εκδιωχθούν απ᾽ την Πελοπόννησο από τους Μήδους και τους Αθηναίους, και τους έζωσε μεγάλος φόβος μήπως οι Αθηναίοι συνομολογήσουν συνθήκες με τον Πέρση κι αποφάσισαν να στείλουν αμέσως αγγελιοφόρους. Λοιπόν, έτσι ήρθαν τα πράγματα, ώστε να εμφανιστούν στην εκκλησία του δήμου ταυτόχρονα με τον Αλέξανδρο· γιατί οι Αθηναίοι περίμεναν κάπως περισσότερο χρονοτριβώντας, καθώς ήξεραν καλά πως δε γινόταν να μη μάθουν οι Λακεδαιμόνιοι ότι ήρθε στην πόλη τους αγγελιοφόρος από τους βαρβάρους για συνθήκες· και πως, μαθαίνοντάς το, θα στείλουν εσπευσμένα αγγελιοφόρους. Λοιπόν καθυστερούσαν σκόπιμα κι η πρόθεσή τους ήταν να δείξουν στους Λακεδαιμονίους το φρόνημά τους. Όταν λοιπόν τελείωσε την ομιλία του ο Αλέξανδρος, οι αγγελιοφόροι των Σπαρτιατών τον διαδέχτηκαν στο βήμα κι είπαν: «Κι εμάς μας έστειλαν οι Λακεδαιμόνιοι, για να σας παρακαλέσουμε να μην κάνετε καμιά κίνηση απειλητική για την Ελλάδα, και να μη δεχτείτε τις προτάσεις των βαρβάρων. Γιατί από καμιά άποψη δεν είναι δίκιο κι ούτε κολακευτικό για οποιαδήποτε άλλη ελληνική πόλη, και λιγότερο απ᾽ τον καθένα για σας, και για πολλούς λόγους· επειδή εσείς είστε που ξεσηκώσατε αυτό τον πόλεμο, την ώρα που εμείς καθόλου δεν τον επιθυμούσαμε, κι ο αγώνας στην αρχή έγινε για τη δική σας πόλη, τώρα όμως απειλεί ολόκληρη την Ελλάδα. Κι εξάλλου, και πάνω απ᾽ όλα, να γίνουν οι Αθηναίοι αίτιοι να υποδουλωθούν οι Έλληνες, ε! αυτό δεν το αποδεχόμαστε με κανέναν τρόπο εσείς που αποδειχθήκατε στο παρελθόν ελευθερωτές πολλών λαών. Συμμεριζόμαστε βέβαια την αγανάκτησή σας για τις ταλαιπωρίες, μια που κιόλας έχετε χάσει σοδειές δυο χρόνων και ρημάζουν τα σπιτικά σας εδώ και πολύ καιρό. Ως αποζημίωση γι᾽ αυτά οι Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοί τους σας δίνουν την υπόσχεση ότι τις γυναίκες σας κι όσο απ᾽ το ψυχομέτρι του σπιτιού σας μόνο βάρος σας δίνει στον πόλεμο, όλους θα τους συντηρήσουμε, όσο καιρό κρατήσει αυτός ο πόλεμος. Κι ούτε να σας γυρίσει τα μυαλά ο Αλέξανδρος ο Μακεδών κάνοντας ελκυστικές τις προτάσεις του Μαρδονίου·  γιατί αυτός δεν μπορεί να κάνει αλλιώς: τύραννος είναι κι έρχεται συνεργός στις επιχειρήσεις τυράννου. Εσείς όμως, όσο στοχάζεστε ορθά, δεν πρέπει να τις δεχθείτε, μια και ξέρετε καλά πως απ᾽ τους βαρβάρους δεν μπορεί να περιμένει κανείς ούτε πίστη ούτε ειλικρίνεια». Έτσι μίλησαν οι αγγελιοφόροι. Κι οι Αθηναίοι στον Αλέξανδρο έδωσαν την εξής απάντηση: «Πως ο Μήδος έχει δύναμη πολλαπλάσια απ᾽ τη δική μας, αυτό το ξέρουμε κι από μόνοι μας και δεν υπάρχει λόγος να μας κατακρίνεις. Αλλά όμως η λαχτάρα της λευτεριάς μάς παρακινεί να τον αντιμετωπίσουμε μ᾽ όση δύναμη έχουμε. Κι ούτε εσύ να επιχειρήσεις να μας πείσεις κι ούτε εμείς θα πειστούμε να κάνουμε συνθήκες με τον βάρβαρο. Και τώρα πήγαινε ν᾽ αναγγείλεις στον Μαρδόνιο ότι οι Αθηναίοι λένε: όσο ο ήλιος θ᾽ ακολουθεί τον ίδιο δρόμο που και σήμερα πορεύεται, αποκλείεται να κάνουμε συνθήκες με τον Ξέρξη, αλλά θα βγούμε αντίμαχοί του έχοντας τα θάρρη μας στους θεούς που πολεμούν στο πλευρό μας και στους ημιθέους, που εκείνος, αθεόφοβος πέρα για πέρα, πυρπόλησε τους ναούς και τ᾽ αγάλματά τους. Κι εσύ αποδώ και μπρος μην εμφανιστείς μπροστά στους Αθηναίους μεταφέροντας παρόμοιες προτάσεις, κι ούτε, έχοντας την ιδέα πως προσφέρεις καλές υπηρεσίες, να μας παρακινείς να κάνουμε παλιανθρωπιές. Γιατί δε θέλουμε να σε βρει καμιά συμφορά απ᾽ τους Αθηναίους, ενώ είσαι πρόξενος και φίλος μας». Λοιπόν, αυτή την απάντηση έδωσαν στον Αλέξανδρο, ενώ στους απεσταλμένους της Σπάρτης την ακόλουθη: «Βέβαια, η ανησυχία των Λακεδαιμονίων μήπως κάνουμε συνθήκες με τους βαρβάρους ήταν απόλυτα ανθρώπινη· όμως σχεδόν πρέπει να ντρέπεστε γι᾽ αυτό το φόβο σας, την ώρα που ξέρετε καλά το φρόνημα των Αθηναίων, ότι σε κανένα μέρος τη γης δε βρίσκεται τόσο χρυσάφι, ούτε χώρα υπέροχη σε ομορφιά και γονιμότητα, που θα τα δεχόμασταν ως αντάλλαγμα του μηδισμού μας και της υποδούλωσης της Ελλάδας. Γιατί είναι πολλά και μεγάλα αυτά που μας εμποδίζουν να το κάνουμε αυτό, έστω κι αν το θέλαμε, πρώτα πρώτα και πάνω απ᾽ όλα τα αγάλματα και οι ναοί των θεών που πυρπολήθηκαν κι έγιναν ερείπια, που μας υποχρεώνουν να πάρουμε τη μεγαλύτερη εκδίκηση που μπορούμε, και πολύ λιγότερο να συνομολογήσουμε συνθήκες μ᾽ αυτόν που τα έπραξε· και κατόπιν ο ελληνισμός, ένας κόσμος που στις φλέβες του κυλά το ίδιο αίμα και που μιλά την ίδια γλώσσα κι έχει κοινά τα λατρευτικά κέντρα των θεών και θυσίες και συνήθειες ίδιες κι απαράλλαχτες η προδοσία όλων αυτών θα ήταν αίσχος για τους Αθηναίους. Και να ξέρετε καλά τούτο, αν τυχαίνει να μη το ξέρετε ώς τώρα, όσο θα μένει ζωντανός έστω και ένας Αθηναίος, δε θα κάνουμε συνθήκες με τον Ξέρξη ποτέ. Βέβαια ήταν ευχάριστη έκπληξη για μας η έγνοια σας για την κατάστασή μας, η πρόνοιά σας για μας που ρήμαξαν τα σπιτικά μας, αφού θέλετε να συντηρήσετε τους ανθρώπους των σπιτιών μας. Η ευεργεσία σας είναι σαν να γίνηκε, όμως εμείς θα κάνουμε πέτρα την καρδιά μας στην κατάσταση που βρισκόμαστε και δε θα σας δώσουμε κανένα βάρος. Μόνο, μια κι έτσι έχουν τα πράματα, να στείλετε το γρηγορότερο το εκστρατευτικό σώμα. Γιατί, κατά τους υπολογισμούς μας, δε θα περάσει πολύς καιρός κι ο βάρβαρος θα εμφανιστεί εδώ κάνοντας εισβολή στη χώρα μας, αλλά αμέσως μόλις πάρει την είδηση ότι δε θα κάνουμε τίποτε απ᾽ όσα εκείνος μας ζητούσε. Λοιπόν, προτού εκείνος εμφανιστεί στην Αττική, έχει ζωτική σημασία να σπεύσετε έγκαιρα σε βοήθεια στη Βοιωτία». Κι οι άλλοι, ύστερ᾽ απ᾽ αυτή την απάντηση των Αθηναίων, πήραν το δρόμο του γυρισμού για τη Σπάρτη..... Ύστερ᾽ απ᾽ αυτά νά πώς παρατάχτηκαν οι Έλληνες, τόσο αυτοί που έφταναν εκείνη την ώρα όσο κι αυτοί που ήρθαν απ᾽ την αρχή: τη δεξιά πτέρυγα την κρατούσαν δέκα χιλιάδες Λακεδαιμόνιοι· τους πέντε χιλιάδες απ᾽ αυτούς ήταν οι Σπαρτιάτες τους πλαισίωναν τριάντα πέντε χιλιάδες είλωτες ελαφρά οπλισμένοι, αφού σε κάθε πολεμιστή αναλογούσαν εφτά παραστάτες. Και τη θέση μάχης στο πλευρό τους οι Σπαρτιάτες προτίμησαν να τη δώσουν στους Τεγεάτες, και ως τιμητική διάκριση και για την πολεμική αρετή τους· κι απ᾽ αυτούς ήταν χίλιοι πεντακόσιοι βαριά οπλισμένοι. Ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς παρατάχτηκαν πέντε χιλιάδες Κορίνθιοι, και δίπλα τους παρατάχτηκαν (τους έκανε αυτή τη χάρη ο Παυσανίας) οι τριακόσιοι Ποτιδαιάτες που βρέθηκαν εκεί απ᾽ την Παλλήνη. Αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς παρατάχτηκαν οι Ορχομένιοι της Αρκαδίας, εξακόσιοι, κι ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς τρεις χιλιάδες Σικυώνιοι. Αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς παρατάχτηκαν οχτακόσιοι Επιδαύριοι. Στο πλευρό τους παρατάχτηκαν χίλιοι Τροιζήνιοι, κι αμέσως ύστερ᾽ από τους Τροιζηνίους διακόσιοι Λεπρεάτες, κι αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς τετρακόσιοι απ᾽ τις Μυκήνες και την Τίρυνθα, κι αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς χίλιοι Φλιάσιοι· στο πλευρό τους παρατάχτηκαν τριακόσιοι Ερμιονείς. Αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ τους Ερμιονείς πήραν θέση εξακόσιοι απ᾽ την Ερέτρια και τα Στύρα, αμέσως μετά απ᾽ αυτούς τετρακόσιοι Χαλκιδείς κι αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς πεντακόσιοι Αμπρακιώτες. Μετά απ᾽ αυτούς πήραν θέση οχτακόσιοι Λευκάδιοι και Ανακτόριοι, κι αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς διακόσιοι απ᾽ την Πάλη της Κεφαλληνίας. Ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς παρατάχτηκαν πεντακόσιοι Αιγινήτες· στο πλευρό τους παρατάχτηκαν τρεις χιλιάδες Μεγαρείς. Αμέσως ύστερ᾽ απ᾽ αυτούς παρατάχτηκαν εξακόσιοι Πλαταιείς. Στο τέλος και στην αρχή της παράταξης παρατάχτηκαν οι Αθηναίοι, οχτώ χιλιάδες, κρατώντας την αριστερή πτέρυγα· στρατηγός τους ήταν ο Αριστείδης, ο γιος του Λυσιμάχου. Όλοι αυτοί, με εξαίρεση τους παραστάτες των Σπαρτιατών, εφτά στον καθένα τους, ήταν βαριά οπλισμένοι, και το σύνολό τους ανερχόταν σε τριάντα οχτώ χιλιάδες εφτακόσιους. Λοιπόν το σύνολο των βαριά οπλισμένων που συγκεντρώθηκαν εναντίον των βαρβάρων ήταν αυτό, ενώ ο αριθμός των ελαφρά οπλισμένων ο εξής: στην παράταξη των Σπαρτιατών τριάντα πέντε χιλιάδες άντρες, μια και αναλογούσαν εφτά παραστάτες σε κάθε οπλίτη, που κι αυτοί όλοι τους ήταν αρματωμένοι, έτοιμοι για μάχη· κι οι ελαφρά οπλισμένοι στις παρατάξεις των υπολοίπων Λακεδαιμονίων και των άλλων Ελλήνων, έτσι που ο κάθε οπλίτης είχε έναν παραστάτη, ήταν τριάντα τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιοι. Άρα το σύνολο των ελαφρά οπλισμένων κι όλοι τους ήταν μάχιμοι ήταν εξήντα εννέα χιλιάδες πεντακόσιοι. Από το γενικό τώρα σύνολο του ελληνικού στρατού που συγκεντρώθηκε στις Πλαταιές (βαριά οπλισμένων κι ελαφρά οπλισμένων μαχίμων) έλειπαν χίλιοι οχτακόσιοι πολεμιστές, για να φτάσει τις εκατόν δέκα χιλιάδες. Αλλά με τους Θεσπιείς που βρέθηκαν εκεί έφτασε στον στρογγυλό αριθμό, εκατόν δέκα χιλιάδες· γιατί στο στρατόπεδο ήταν παρόντες κι όσοι Θεσπιείς είχαν σωθεί, περίπου χίλιοι οχτακόσιοι· αλλά ούτε κι αυτοί είχαν βαρύ οπλισμό. Λοιπόν αυτοί, αφού τακτοποιήθηκε η παράταξή τους, στρατοπέδευσαν στις όχθες του Ασωπού· κι ο βαρβαρικός στρατός του Μαρδονίου, μόλις κήδεψαν μ᾽ όλες τις τιμές τον Μασίστιο, παίρνοντας την πληροφορία πως οι Έλληνες βρίσκονται στις Πλαταιές, πήγε κι έπιασε θέσεις κι αυτός στις όχθες του Ασωπού που κυλούσε κατά τη μεριά τους. Αυτός λοιπόν ο Τισαμενός, που συνόδευε τους Σπαρτιάτες, εκτελούσε χρέη μάντη για τους Έλληνες στο στρατόπεδο των Πλαταιών. Και οι θυσίες έδιναν καλά προγνωστικά στους Έλληνες, αν κρατούσαν άμυνα, όχι όμως αν διάβαιναν τον Ασωπό κι έκαναν αυτοί την αρχή στις εχθροπραξίες. Επίσης για τον Μαρδόνιο οι θυσίες δεν έδιναν καλά προγνωστικά, αν έσπευδε ν᾽ αρχίσει αυτός τη μάχη, αν όμως κρατούσε άμυνα, και γι᾽ αυτόν καλά. Γιατί κι αυτός θυσίαζε με τον τρόπο των Ελλήνων, έχοντας στην ακολουθία του τον μάντη Ηγησίστρατο, που καταγόταν από την Ηλεία κι ήταν ο πιο αξιόλογος ανάμεσα στους Τελλιάδες, αυτόν που πριν απ᾽ αυτά τα γεγονότα οι Σπαρτιάτες τον συνέλαβαν και τον έριξαν στα δεσμά με σκοπό να τον θανατώσουν, γιατί είχαν πάθει πολλά κι ανυπόφορα απ᾽ αυτόν.... Κι εκεί που τύχαινε να βρίσκεται ο ίδιος ο Μαρδόνιος, που πολεμούσε καβάλα σ᾽ άσπρο άλογο και περιστοιχιζόταν από τα πρώτα παλικάρια, τους χίλιους επίλεκτους Πέρσες, εκεί οι Σπαρτιάτες δέχτηκαν τη μεγαλύτερη πίεση. Λοιπόν, για όση ώρα ο Μαρδόνιος ήταν ζωντανός, οι δικοί του κρατούσαν τις θέσεις τους και κρατώντας μέτωπο στον εχθρό σκότωναν πολλούς Λακεδαιμονίους· απ᾽ τη στιγμή όμως που σκοτώθηκε ο Μαρδόνιος και το τάγμα που τον περιστοίχιζε, κι ήταν το πιο δυνατό, γονάτισε, τότε λοιπόν το ᾽βαλαν στα πόδια και οι άλλοι και υποχώρησαν μπροστά στους Λακεδαιμονίους· γιατί το μεγαλύτερο μειονέκτημά τους ήταν η σκευή, καθώς ήταν χωρίς θωράκιση· δηλαδή αγωνίζονταν, απροστάτευτοι αυτοί, με εχθρούς βαριά οπλισμένους. Τότε ήρθε η ώρα να δώσει ο Μαρδόνιος δίκαιη πληρωμή για τον φόνο του Λεωνίδα, σύμφωνα με τον χρησμό που δόθηκε στους Λακεδαιμονίους· κι απ᾽ όλες τις νίκες που είδαμε στον καιρό μας την πιο λαμπρή την κερδίζει ο Παυσανίας, ο γιος του Κλεομβρότου, γιου του Αναξανδρίδα(τα ονόματα των προγόνων του απ᾽ τον Αναξανδρίδα και πάνω έχουν αναφερθεί στη γενεαλογία του Λεωνίδα· γιατί συμβαίνει να είναι οι ίδιοι). Λοιπόν, βρίσκει το θάνατο ο Μαρδόνιος απ᾽ το χέρι του Αριμνήστου, φημισμένου παλικαριού της Σπάρτης, που πολύ καιρό ύστερ᾽ απ᾽ τα Μηδικά, επικεφαλής τριακοσίων πολεμιστών στη μάχη στη Στενύκλαρο μ᾽ όλο το στρατό των Μεσσηνίων, σκοτώθηκε κι ο ίδιος κι οι τριακόσιοι του. Κι οι Πέρσες, όταν οι Λακεδαιμόνιοι τους έτρεψαν σε φυγή στις Πλαταιές, το ᾽βαλαν στα πόδια με απόλυτη σύγχυση προς το στρατόπεδό τους και το ξύλινο τείχος που έστησαν στο έδαφος των Θηβών. Και νά κάτι που κατά τη γνώμη μου είναι θαύμα· ενώ η μάχη δόθηκε δίπλα στο άλσος της Δήμητρας, δεν είδαν κανένα Πέρση ούτε να μπαίνει στο τέμενος ούτε να πεθαίνει μέσα σ᾽ αυτό, κι οι περισσότεροι έπεσαν γύρω απ᾽ το λατρευτικό κέντρο της, έξω απ᾽ την ιερή γη της. Η άποψή μου είναι, αν δικαιούμαστε να έχουμε κάποια άποψη για ό,τι έχει να κάνει με τη θρησκεία, ότι η ίδια η θεά δεν τους δεχόταν, επειδή πυρπόλησαν το ναό της στην Ελευσίνα.... Και βλέπω ξεκάθαρα πως η έκβαση της επιχείρησης των βαρβάρων κρεμόταν απόλυτα από τους Πέρσες, αφού τότε οι βάρβαροι, προτού καν έρθουν στα χέρια με τον εχθρό, τράπηκαν σε φυγή, επειδή έβλεπαν και τους Πέρσες να υποχωρούν. Κι έτσι όλοι το ᾽βαλαν στα πόδια εκτός από το ιππικό στο σύνολό του, προπάντων όμως το βοιωτικό· και νά ποιά βοήθεια έδινε στο στρατό που υποχωρούσε: βρισκόταν συνεχώς σε απόσταση αναπνοής απ᾽ τους εχθρούς και σχημάτιζε προστατευτικό φράγμα για τους δικούς τους που έφευγαν να σωθούν απ᾽ τους Έλληνες. Κι αυτοί, νικητές, πήραν στο καταπόδι τους στρατιώτες του Ξέρξη καταδιώκοντας και σκοτώνοντάς τους. Μες σ᾽ αυτό το χαμό φτάνει αγγελία στους υπόλοιπους Έλληνες που ήταν παραταγμένοι γύρω απ᾽ το ναό της Ήρας και δεν πήραν μέρος στη μάχη, ότι έχει γίνει μάχη και νικούσαν οι άντρες του Παυσανία· κι εκείνοι, όταν τ᾽ άκουσαν αυτά, χωρίς καμιά πειθαρχία και τάξη, όσοι ήταν στο σώμα των Κορινθίων πήραν να πορεύονται στους πρόποδες του βουνού και τη λοφοσειρά, το δρόμο που ανηφορίζει κατευθείαν στο ναό της Δήμητρας, ενώ όσοι ήταν στο σώμα των Μεγαρέων και των Φλιασίων τον πιο ομαλό δρόμο, αυτόν που διασχίζει την πεδιάδα. Λοιπόν, οι Μεγαρείς και οι Φλιάσιοι πλησίασαν πολύ τον εχθρό, όταν τους αντίκρισαν οι Θηβαίοι ιππείς, που αρχηγός τους ήταν ο Ασωπόδωρος, ο γιος του Τιμάνδρου, να προχωρούν βιαστικά με απερίγραπτη σύγχυση, κι έκαναν επέλαση με τ᾽ άλογα εναντίον τους. Ρίχτηκαν επάνω τους κι έστρωσαν καταγής εξακόσιους απ᾽ αυτούς και καταδιώκοντας τους υπόλοιπους τους σάρωσαν κατά τον Κιθαιρώνα. Αυτοί λοιπόν αφανίστηκαν εντελώς άδοξα. Απ᾽ τη μεριά τους οι Πέρσες και το υπόλοιπο στράτευμα, αφού κατέφυγαν στο ξύλινο τείχος, πρόλαβαν κι ανέβηκαν στους πύργους πριν φτάσουν οι Λακεδαιμόνιοι· ανέβηκαν κι ενίσχυσαν όσο μπορούσαν καλύτερα το τείχος. Κι όταν πλησίασαν οι Λακεδαιμόνιοι, η τειχομαχία πήρε μεγαλύτερη σφοδρότητα. Γιατί, όση ώρα οι Αθηναίοι απουσίαζαν, οι Πέρσες κρατούσαν άμυνα κι η υπεροχή τους απέναντι στους Λακεδαιμονίους, που αγνοούσαν την τέχνη της τειχομαχίας, ήταν μεγάλη· όταν όμως ήρθαν σ᾽ ενίσχυσή τους οι Αθηναίοι, τότε λοιπόν έγινε φοβερή τειχομαχία που κράτησε πολύ. Στο τέλος λοιπόν με την παλικαριά και το κουράγιο τους οι Αθηναίοι πάτησαν το τείχος κι άνοιξαν ρήγμα· και μέσ᾽ απ᾽ αυτό ξεχύθηκαν στο εσωτερικό του οι Έλληνες. Κι οι πρώτοι που μπήκαν στο τείχος ήταν οι Τεγεάτες κι ήταν αυτοί που άρπαξαν τη σκηνή του Μαρδονίου κι ό,τι είχε μέσα, ανάμεσα σ᾽ αυτά και τις φάτνες των αλόγων που ήταν όλες από χαλκό κι αξιοθέατες. Λοιπόν οι Τεγεάτες αυτές τις φάτνες του Μαρδονίου τις αφιέρωσαν στο ναό της Αλέας Αθηνάς, ενώ τα άλλα, όσα έπεσαν στα χέρια τους, τα έφεραν στον κοινό σωρό που έκαναν οι Έλληνες. Κι οι βάρβαροι, απ᾽ τη στιγμή που έπεσε το τείχος, δε σχημάτισαν πια πυκνή φάλαγγα, κι όλοι τους ξαστόχησαν την πολεμική αρετή τους, κι ήταν να τους κλαις, καθώς, πανικόβλητοι και πολλές χιλιάδες κόσμος, στριμώχτηκαν σε στενό χώρο. Κι είχαν τόση άνεση οι Έλληνες να σκοτώνουν, ώστε από τριακόσιες χιλιάδες στρατό, αν απ᾽ τον αριθμό αυτό βγάλουμε τις σαράντα χιλιάδες που πήρε μαζί του ο Αρτάβαζος στη φυγή του, απ᾽ τους υπόλοιπους ούτε τρεις χιλιάδες σώθηκαν, ενώ απ᾽ τους Λακεδαιμονίους, σ᾽ αυτή τη σύγκρουση, σκοτώθηκαν συνολικά ενενήντα ένας Σπαρτιάτες, απ᾽ τους Τεγεάτες δεκαέξι, κι απ᾽ τους Αθηναίους πενήντα δύο.
Πηγή: http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=225
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=224
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=223
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=222
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=221
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=220
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=219
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=30&page=215

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου