Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2018

Μαλακοπή της Καππαδοκίας (Derinkuyu) (Μέρος Α') : Η ιστορία της Καππαδοκίας και η ανακάλυψη της ελληνικής υπόγειας πόλης

Η Καππαδοκία (από το περσικό Κατπατούκα που σημαίνει «η χώρα των όμορφων αλόγων»), είναι μία από τις μεγαλύτερες περιοχές της ανατολικής Μικράς Ασίας. Σήμερα το έδαφός της ανήκει σε πέντε τουρκικές επαρχίες: Καισάρειας, Νίγδης, Κιρσεχίρ, Ακσαράι, Νεβσεχίρ. Ομιλούμενες γλώσσες ήταν η ελληνική με πολλές παραφθορές, η τουρκική, η αρμενική και η κουρδική. Μετά το 1922, οι κάτοικοι της περιοχής μετρούσαν 700.000. Φυσικά όρια της Καππαδοκίας είναι προς Β. ο Εύξεινος Πόντος, προς Α. ο ποταμός Ευφράτης, προς Ν. το όρος Ταύρος και προς Δ. ο ποταμός Άλυς (Κιζίλ Ιρμάκ). Χώρες παλαιότερες που συνόρευαν με την Καππαδοκία ήταν προς Δ. η Παφλαγονία, η Λυκαονία και η Γαλατία, προς Ν. η Κιλικία και η Συρία και προς Α. η Αρμενία και επίσης η Συρία. Ψηλότερο βουνό είναι ο Αργαίος (Erciyes) (4.000 μ.) κοντά στην Καισάρεια, παλιό ηφαίστειο συνεχώς χιονοσκεπές, και η μεγάλη οροσειρά του Ταύρου, κοντά στην Θάλασσα της Λεβαντίνης. Κύριοι ποταμοί είναι ο Άλυς (από το ορυκτό αλάτι στις όχθες του), ο Ευφράτης, ο Γεσίλ Ιρμάκ (Ίρις) και ο Σάρος (Σεϊχάν). Το έδαφος στα υψίπεδα σχηματίζει κυρίως βοσκοτόπους, είναι εύφορο προς τον Πόντο και τον Ευφράτη και δασώδες προς την οροσειρά του Ταύρου. Πρώτος που μνημονεύει τη Καππαδοκία ήταν ο Ηρόδοτος. Ήταν έθνος πολεμικό αλλά όχι πολυπληθές και πολιτισμένο, γρήγορα δε οι κατακτητές αναμίχθηκαν μ΄ αυτούς και έτσι οι παλαιότεροι Έλληνες τους αποκαλούσαν Λευκοσύριους ή Συρίους Καππαδόκες. Ο Μέγας Αλέξανδρος σεβάστηκε την αυτονομία της Καππαδοκίας και τη διατήρησε μέχρι το θάνατό του οπότε και οι διάδοχοί του τη κατέλαβαν και την έδωσαν στον Ευμένη (322 π.Χ.). Το 315 π.Χ. καταλήφθηκε από τον Αντίγονο τον Μονόφθαλμο, όμως μετά τη μάχη στην Ιψό υπάχθηκε στο κράτος των Σελευκιδών. Πολύ γρήγορα ανέκτησε την αυτονομία της με τον Αριαράθη Γ', ο οποίος κατέλαβε τη Μεγάλη Καππαδοκία και τον Μιθριδάτη, που κατέλαβε την άλλη του Πόντου. Με την αυτονομία αυτή αρχίζει ιστορικά η ελληνιστική περίοδος, εξαιτίας της ελληνιστικής εσωτερικής μεταβολής που υπέστη. Από τον Αριαράθη Γ' μέχρι τον Αριαράθη Η', στη Μεγάλη Καππαδοκία καλλιεργήθηκαν με ζήλο τα ελληνικά γράμματα και η φιλοσοφία, δίνοντας πρώτοι το παράδειγμα οι ίδιοι οι ηγεμόνες της. Ο δε Αριαράθης ΣΤ' είχε έρθει και στην Αθήνα. Οι ηγεμόνες της Ποντικής Καππαδοκίας συνετέλεσαν πολύ ώστε να καταστήσουν τη χώρα τους κέντρο του ελληνισμού. Οι Ρωμαίοι (74-65 π.Χ.) κατέλυσαν το Καππαδοκικό κράτος μεταβάλλοντάς το σε ρωμαϊκή επαρχία. Το 70 π.Χ. επανίδρυσαν το κράτος της Καππαδοκίας υπό τον Αριοβαρζάνη. Όταν αυτός πέθανε χωρίς να αφήσει απογόνους, ο Μάρκος Αντώνιος έδωσε το θρόνο στον Καππαδόκη Αρχέλαο, λόγιο και συγγραφέα, τον οποίο και κάλεσε στη Ρώμη όπου και πέθανε το 17 μ.Χ., χωρίς διάδοχο. Τότε η Καππαδοκία χωρίστηκε σε 3 επαρχίες. Τον 1ο μ.Χ. αιώνα, ο εξελληνισμός της περιοχής αυτής είναι πλήρης. Ακόμη και κάποιες εβραϊκές κοινότητες μιλούν και γράφουν ελληνικά. Αυτό βοήθησε τα μέγιστα στη εξάπλωση του Χριστιανισμού. Έτσι εδώ δημιουργούνται αξιόλογα κέντρα του χριστιανισμού όπως η Καισάρεια, η πρώτη σε ιεραρχία και κύρος μητρόπολη του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Τον 3ο-5ο αι. ακμάζουν η παιδεία και η φιλολογία. Η δύναμη και η επιβολή που είχαν οι Μητροπολίτες της Καισαρείας ήταν τόση που πρωτοστατούσαν σε κάθε πολιτική και θρησκευτική κίνηση. Σκοπός του κάθε Μητροπολίτη ήταν η προαγωγή των γραμμάτων και των ευαγών ιδρυμάτων με συνέπεια όλη η Καππαδοκία να γίνει γρήγορα κέντρο κάθε θρησκευτικής και εκπαιδευτικής δράσης, διατηρούμενο για αιώνες. Οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, διαπιστώνοντας τη σπουδαιότητα της χώρας για την αντιμετώπιση των Περσών και αργότερα των Αράβων και Τούρκων, την έκαναν μεγάλο στρατιωτικό κέντρο. Στον Ταύρο και Αντίταυρο κατασκεύασαν πολλά αμυντικά οχυρωματικά έργα, τα λεγόμενα Κλεισούρες, στα δε πεδινά συγκέντρωναν στρατό για προετοιμασία επιθέσεων. Στην Καππαδοκία συγκέντρωσε το στρατό του ο Ιουστινιανός κατά των Περσών, και ο Ηράκλειος, όταν νίκησε τον Χοσρόη Β’ (623). Στα τέλη του 11ου αι., την Καππαδοκία υπέταξαν οι Σελτζούκοι Τούρκοι και, μετά τη διαίρεση της μεγάλης Σελτζουκικής αυτοκρατορίας, απετέλεσε μέρος του κράτους του Ικονίου ή Σουλτανάτου του Ρουμ (Ρωμανία). Το 13ο αι., μετά τη διάλυση και αυτού του κράτους, έγινε αυτόνομη χώρα κάτω από τη Δυναστεία Καραμάν εξ ου και το όνομα Καραμανία. Λίγο μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης, το κράτος αυτό καταλύθηκε και η Καππαδοκία περιήλθε στους Οθωμανούς Τούρκους. Μετά τη κατάληψη από τους Οθωμανούς και επειδή η χώρα δεν ήταν και τόσο εύφορη, άρχισε η μετανάστευση των χριστιανών με διεξόδους τρεις κυρίως δρόμους: ο προς τη Μερσίνη κι από κει στην Αλεξάνδρεια, ο προς την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη και ο τρίτος προς Αμισό. Με το χρόνο και με την ανάπτυξη της συγκοινωνίας στη Μικρά Ασία, άρχισε να δημιουργείται σειρά ακμαζουσών παροικιών κατά μήκος των παραπάνω οδών, από τις οποίες προήλθαν μεγαλέμποροι, τραπεζίτες, ακόμη και κυβερνητικοί υπάλληλοι, οι γνωστοί Καϊσερλήδες. Έτσι το 19ο αιώνα άρχισε νέα ακμή του ελληνοχριστιανικού στοιχείου και των ελληνικών γραμμάτων στην Καππαδοκία, ιδίως από το 1870 που ανυψώθηκε στο μητροπολιτικό θρόνο της Καισαρείας ο πρώην Διευθυντής της Μεγάλης του Γένους Σχολής Ευστάθιος (Κλεόβουλος).
Μία σπάνια ανακάλυψη: Μία υπόγεια πόλη 5.000 ετών κρυβόταν κάτω από τα πόδια των κατοίκων της Καππαδοκίας. Η εικόνα και μόνο είναι αρκετή για να σου εξάψει τη φαντασία: Μια τεράστια πόλη κρυμμένη κάτω από το έδαφος, γεμάτη με δαιδαλώδεις διαδρόμους και με αρκετό χώρο για 20.000 ανθρώπους. Ακούγεται σαν μια ιστορία από κάποιο μεσαιωνικό παραμύθι, αλλά είναι αληθινή και βρισκόταν ακριβώς κάτω από τα πόδια μας. Εργάτες στη Τουρκία ανακάλυψαν κατά τύχη την είσοδο μιας υπόγειας πόλη στην Καππαδοκία, ακριβώς κάτω από σπίτια που επρόκειτο να κατεδαφιστούν στο Νεβσεχίρ. Μετακινώντας σωρούς από χώμα, οι εργάτες βρήκαν τα ίχνη που τους οδήγησαν σε ένα τεράστιο δίκτυο από τούνελ, που όπως υποθέτουν οι αρχαιολόγοι, βρίσκεται εκεί εδώ και 5.000 χρόνια. Το μοναδικό αυτό εύρημα φέρνει στο νου την ανακάλυψη μιας ακόμη υπόγειας πόλης, της Ντερινκούγιου. Πρόκειται για ένα σύμπλεγμα 18 ορόφων, το οποίο ανακάλυψε ένας άνδρας το 1963 όταν έριξε έναν τοίχο στο υπόγειό του. Πιστεύεται πάντως ότι η νέα υπόγεια πόλη που ανακαλύφθηκε στην Καππαδοκία είναι ακόμη μεγαλύτερη από την Ντερινκούγιου, καθώς και ότι χτίστηκε και αυτή την Βυζαντινή εποχή για να προστατέψει τους κατοίκους από τους θρησκευτικούς πολέμους που ξεσπούσαν στην περιοχή. Η αρχαία ελληνική Μαλακοπή της Καππαδοκίας έχει ηλικία 12.000 χρόνων,18 υπόγεια επίπεδα και 20 χιλιόμετρα υπόγειες σήραγγες! Η αρχαία ελληνική Μαλακοπή νυν  Derinkuyu της Καππαδοκίας μια από τις «προϊστορικές» υπόγειες πόλεις της Ανατολίας, η οποία έχει ιστορία, ίσως, 12.000 χρόνων, έχει τουλάχιστον 18 υπόγεια επίπεδα, και περισσότερα από 20 χιλιόμετρα υπόγειες σήραγγες, με τεράστιες κυκλικές πέτρινες πέτρες για «πόρτες», πηγάδια και αεραγωγούς! Ο σκοπός της είναι άγνωστος, λένε! Ίσως για να κρυφτούν οι κάτοικοί της από κάποιο είδος κατακλυσμού ή κάποιους εισβολείς.
Το 1963 ένας κάτοικος του Derinkuyu (Μαλακοπή της Καππαδοκίας) κατεδάφιζε έναν τοίχο του σπιτιού του όταν ανακάλυψε έκπληκτος ότι πίσω από αυτόν ήταν ένα μυστηριώδες δωμάτιο που δεν το είχε δει ποτέ! Αυτό το δωμάτιο οδηγούσε σε ένα άλλο και αυτό σε ένα άλλο και το άλλο σε άλλο. Είκοσι υπόγειοι όροφοι και 85 μέτρα βάθος προκάλεσαν έκπληξη όχι μόνο στον άντρα που έκανε την ανακάλυψη αλλά και στους αρχαιολόγους που εξερευνούν μέχρι και σήμερα την υπόγεια πόλη Derinkuyu. H πόλη δημιουργήθηκε από τους Χεταίους γύρω στο έτος 1400 π.Χ. και είχε χρησιμοποιηθεί ως καταφύγιο από χιλιάδες ανθρώπους που ζούσαν στις σπηλιές για να προστατευθούν από τις συχνές επιδρομές που δέχθηκε η Καππαδοκία. Επίσης χρησιμοποιήθηκε από τους πρώτους Χριστιανούς. Τα υπόγεια περάσματα των Derinkuyu (στα οποία υπάρχει χώρος για τουλάχιστον 10.000 άτομα), θα μπορούσαν να φράξουν σε τρία στρατηγικά σημαντικά σημεία με την κίνηση κυκλικών πέτρινων θυρών, εμποδίζοντας τους εχθρούς να εισέλθουν. Επιπλέον, το Derinkuyu έχει μια σήραγγα περίπου 8 χιλιόμετρα σε μήκος, που οδηγεί σε μια άλλη υπόγεια πόλη της Καππαδοκίας, την Kaymakli. Για τις υπόγειες πόλεις αυτής της ζώνης, ο Έλληνας ιστορικός Ξενοφών αναφέρθηκε στο έργο του «Κύρου Ανάβασις». Εξήγησε ότι οι άνθρωποι που ζούσαν στην Ανατολία είχαν σκάψει τα σπίτια τους κάτω από τη γη και ζούσαν σε αρκετά μεγάλα καταλύματα με όλη την οικογένεια, τα κατοικίδια ζώα τους και με αποθηκευμένα τρόφιμα. Στο αναγεννημένο επίπεδο έχουν εντοπιστεί στάβλοι, τραπεζαρίες, μια εκκλησία, κουζίνες, πρέσες για κρασί και για λάδι, αποθήκες, χώροι σίτισης, ένα σχολείο, πολυάριθμες αίθουσες, ακόμη και ένα ταβερνείο. Η πόλη ευνοήθηκε από την ύπαρξη ενός υπόγειου ποταμού! Είχε πηγάδια νερού και έναν υπέροχο ανεμιστήρα εξάτμισης (ανακαλύφθηκαν 52 φρεάτια εξαερισμού) που καταπλήσσουν τους σύγχρονους μηχανικούς.
Πηγή : https://perierga.gr/2012/12/derinkuyu-μια-παράξενη-υπόγεια-αρχαία-πόλη/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Καππαδοκία
https://www.huffingtonpost.gr/2015/04/04/culture-nevsehir-kappadokia-ypogeia-polh_n_7003260.html
http://www.arxeion-politismou.gr/2018/05/the-mysterious-derinkuyu-underground.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου