Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2024

Kargeze και Paomia : Οι ηρωικοί Μανιάτες της άγριας Κορσικής και ο Μέγας Ναπολέοντας

Η εκπληκτική ιστορία των 730 Μανιατών που μετανάστευσαν στην Κορσική και διατήρησαν για δυο αιώνες την ελληνική και ορθόδοξη συνείδηση τους, αλλά και την γλώσσα τους. Απομονωμένοι σε εχθρικό περιβάλλον που τους θεωρούσε σχισματικούς, σε συνεχή προστριβή και πολέμους με τους ντόπιους κορσικανούς, διατήρησαν με αξιοθαύμαστο τρόπο ήθη και έθιμα καθώς και την ανάμνηση της πατρίδας που άφησαν. Το 1675, ένα Γαλλικό πλοίο που ονομαζόταν «Σωτήρας», φόρτωσε από Οίτυλο της Μάνης 730 Μανιάτες και απέπλευσε για τη Δύση. Ήταν εθελοντές πρόσφυγες, που ένιωθαν ανήμποροι να παραμείνουν πια στον γενέθλιο τόπο τους καθώς το συνεχές κυνηγητό από τους Τούρκους, οι φοβερές βεντέτες ανάμεσα στις οικογένειες και ο υπερπληθυσμός σε μια πάμφτωχη γη που δε μπορούσε να θρέψει πολλούς, είχαν μετατρέψει τη ζωή τους σε κόλαση. Οι 730 έφυγαν μαζί με τους επικεφαλείς της οικογένειας των Στεφανόπουλων, με τον επίσκοπο Οιτύλου Παρθένιο Καλκανδή, πέντε παπάδες, δώδεκα μοναχούς και λίγες καλόγριες. Οι Στεφανόπουλοι είχαν έρθει σε συνεννόηση με τους Γενοβέζους, οι οποίοι υποσχέθηκαν να τους εγκαταστήσουν σε κάποιο ελεύθερο τόπο.
Στο ταξίδι από τη Μάνη στη Γένοβα πέθαναν 120 άτομα, ενώ οι υπόλοιποι μετά από μικρή παραμονή στη Γένοβα μεταφέρθηκαν στην Κορσική που ήταν Γενοβέζικη κτήση. Τους παραχώρησαν ένα ξερό και άνυδρο τόπο του νησιού που έμοιαζε καταπληκτικά με τη Μάνη, τον οποίον οι ίδιοι οι πρόσφυγες ονόμασαν Παόμια.
Η ιστορία της Παόμια και της κοινότητας αυτής των Μανιατών στην Κορσική, είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Οι σκληροτράχηλοι αυτοί άνθρωποι κράτησαν επί οκτώ γενιές την εθνική τους συνείδηση, τη γλώσσα, τη διαφορετικότητα τους καθώς και την Ορθόδοξη πίστη τους. Αν και όρος για να μεταναστεύσουν ήταν ν’ αποδεχτούν την καθολική εκκλησία και τα πρωτεία του Πάπα, πράγμα που έκαναν εξ’ ανάγκης, συνέχισαν να τηρούν το Ορθόδοξο τυπικό για δύο ολόκληρους αιώνες.
Οι ντόπιοι Κορσικανοί ήταν επίσης ένας σκληροτράχηλος και λιτοδίαιτος λαός, με τους οποίους οι λιγοστοί Μανιάτες από την πρώτη στιγμή ήρθαν σε αντιπαράθεση, που συνεχίστηκε στο διηνεκές. Μόλις στις αρχές του 20ου αιώνα οι δυο πληθυσμοί έγιναν ένα, καθώς μέχρι τότε οι περίκλειστες κοινωνικές δομές και των Μανιατών και των Κορσικανών δεν επέτρεπαν τον συγχρωτισμό μεταξύ τους, αντιθέτως έκαναν εύκολους τους πολέμους και τις αντιπαραθέσεις. Οι Κορσικανοί επαναστατούσαν τακτικά εναντίον των Γενοβέζων, αλλά οι Μανιάτες νιώθοντας ευγνωμοσύνη που οι Γενοβέζοι τους έσωσαν και τους παραχώρησαν γη, τάσσονταν πάντα με το μέρος τους. Η Παόμια κάηκε και λεηλατήθηκε από τους ντόπιους στην επανάσταση του 1729, τα γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν στην πρωτεύουσα του νησιού Αιάκειο, ενώ δυο χρόνια αργότερα 90 Μανιάτες αντιστάθηκαν σε 5.000 Κορσικανούς και σώθηκαν κάνοντας ηρωική έξοδο από ένα μικρό φρούριο όπου είχαν καταφύγει. Όταν η Κορσική πέρασε στους Γάλλους, τους παραχωρήθηκε ένα άλλο κομμάτι γης όπου χτίστηκε το Καργκέζε. Κι αυτό όμως κάηκε κατά το ήμισυ από τους ντόπιους το 1795, καθώς αυτή τη φορά οι Κορσικάνοι επαναστάτησαν εναντίον των Γάλλων, αλλά οι Μανιάτες δεν τους ακολούθησαν. Στα τέλη του 1700, για πρώτη φορά εγκαταστάθηκαν στο Καργέζε λίγες Κορσικανές οικογένειες και άρχισε ο εντονότερος συγχρωτισμός των δύο κοινοτήτων.
Όποιος σήμερα επισκεφθεί την πόλη θα διαπιστώσει ότι στην κεντρική της πλατεία έχει δύο εκκλησίες που βρίσκονται αντικριστά η μια στην άλλη: Η λατινική Κοίμηση της Θεοτόκου των ντόπιων Κορσικανών και η ελληνική του Αγίου Σπυρίδωνα. Τα πράγματα άρχισαν να εξομαλύνονται μετά το 1830, όταν η Γαλλική παιδεία ομογενοποίησε σιγά-σιγά το νησί, δημιουργώντας στους κατοίκους Γαλλική εθνική συνείδηση. Ο τελευταίος ελληνόφωνος της Κορσικής πέθανε το 1930. Παρά ταύτα, οι ντόπιοι δεν έπαψαν ποτέ να βλέπουν τους Μανιάτες ως ξένους και κυρίως ως σχισματικούς, καθώς αυτοί συνέχιζαν να θρησκεύονται κατά το Ορθόδοξο τυπικό. Η καθολική εκκλησία προσπαθούσε με μανία να τους προσηλυτίσει στον καθολικισμό, κάτι που επετεύχθη μόνο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Σήμερα, μόνο κάποιες παλιές μνήμες των γερόντων και ονομασίες δρόμων στο Καργέζε θυμίζουν τους 600 Μανιάτες που έφθασαν κάποτε στο νησί και άντεξαν ολομόναχοι για δυο και πλέον αιώνες.
Το ΚΑΡΓΚΕΖΕ - το χωριό των Μανιατών, τόσο στην Κορσική, όσο και στην Γαλλία και στον κόσμο προβάλλεται ως ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ. Κάθε έντυπο σε όλες τις γλώσσες, του τοπικού γραφείου τουρισμού, των τοπικών υπηρεσιών και συλλόγων αναφέρεται στο « GARGESE la Grecgue »! Ως επί το πλείστον οι κάτοικοι – ντόπιοι και απόγονοι Μανιατών – ασχολούνται με τουριστικές επιχειρήσεις υψηλού επιπέδου, με στόχο προσέλευση απαιτητικών επισκεπτών κι όχι μεγάλου αριθμού, αμφιβόλου ποιότητας, τουριστών. Η υποδομή (μαρίνα, υπερσύγχρονα επιπλωμένα δωμάτια, μικρά πολυτελή ξενοδοχεία και εστιατόρια, ιπποτουρισμό κ.λ.π.) τους επιτρέπει κάτι τέτοιο. Μαζί βέβαια με την άριστα οργανωμένη υπηρεσία καθαριότητος, την ευγένεια και το – διόλου δουλικό – χαμόγελο. Και είναι εκπληκτικό το γεγονός της Ελληνικής ονομασίας στα Ξενοδοχεία και τις επιχειρήσεις τους: RESIDENCE ELLADA, MOTEL TA KLADIA, RESIDENCE D’ ITYLON, HOTEL – MOTEL HELIOS, RESIDENCE MAINA, HOTEL – RESTAURANT THALASSA κ.π.ά.!
Είναι εξαιρετικά συγκινητικό για τον Έλληνα επισκέπτη, σ’ έναν τόπο μακρινό – και ξεχασμένο!- απ’ την πατρίδα μας τόπο, εφτακόσιοι άνθρωποι και οι απόγονοι τους ως σήμερα – σ’ ένα εχθρικό περιβάλλον, να έχουν επιβάλλει την Ελληνική τους παρουσία και να έχουν θέσει τη σφραγίδα τους στην καθημερινή ζωή. Βαδίζει κανείς σήμερα, στο Ελληνικό Καργκέζε στην ….οδό Ελλάδος ( Rue de Greece ), στην οδό Μάνης( Rue de Magne ) στην οδό Οιτύλου ( Rue de Vitylon)! Οι σημερινοί απόγονοι των Ελλήνων έχουν κρατήσει τα παλαιά Μανιάτικα επώνυμά τους: Στεφανόπουλος, Φριμιγόκης, Τζαννετάκης, Δρακάκης, Βολιμάκης, Κορίτης, Βλαχοδημάκης, Κορώνας, Κοτσυφάκης, Παπαδάκης, Μαυροειδάκης κ.ά. Αρκετοί γνωρίζουν, και μαθαίνουν, νέα Ελληνικά, μόνο μια – δυο γερόντισσες όμως, γνωρίζουν το Μανιάτικο ιδίωμα όπως το έμαθαν πάππου – προπάππου. Όσο πάμε προς τα πίσω, οι γνωρίζοντες τα Μανιάτικα ήταν περισσότεροι - δυστυχώς δεν διατηρήθηκε η Μανιάτικη λαλιά στο Καργκέζε (δεν ήταν εξάλλου και εύκολο, χωρίς συνδρομή απ’ την Μάνη και την Ελλάδα).
Εκείνο όμως που ποτέ δεν εγκατέλειψε τους απογόνους των τσακισμένων Μανιάτικων αποίκων του 1675, ως σήμερα, είναι η συνείδηση του Ελληνικού τους αίματος, η συνείδηση της καταγωγής τους, η Ελληνική ψυχή τους (τα όσα ακολουθούν στις επόμενες σελίδες ελπίζω να αποδεικνύουν του λόγου το αληθές). Κορωνίδα βέβαια των Ελληνικών επιβιώσεων στο Καργκέζε είναι αναμφισβήτητα το γεγονός να ακούει κανείς την θεία λειτουργία, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος, στην Ελληνική γλώσσα. Οι Θρησκευτικές γιορτές τους γίνονται κατά το Ορθόδοξο – Βυζαντινό τυπικό όπως και οι ακολουθίες που «χαρακτηρίζουν» τη ζωή του καθενός: βάπτιση, γάμος, κηδεία …… Το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΡΓΚΕΖΕ κρατάει γερά, σήμερα που ο κίνδυνος του ισοπεδωτισμού, του δυτικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού, οδηγεί στον εκφυλισμό τα πάντα – αυτήν την ίδια την Ελληνική μας Πατρίδα!- σήμερα αξίζει να ενισχύουμε και να αναβαπτίσουμε τη θέση και τη σχέση με αυτήν την μακρινή γωνιά της Ελλάδος! Επ’ ωφέλεια δική μας και του Γένους των Ελλήνων ……
Το 1672, ο Κωνσταντίνος Δ’ Στεφανόπουλος παντρεύτηκε μια κοπέλα προκαλώντας τη ζήλια της άλλης μεγάλης οικογένειας της Μάνης, των Γιατραίων ή Γιατράνων. Οι Στεφανόπουλοι φοβούμενοι ότι οι Γιατράνοι θα τους κατέδιδαν στους Τούρκους έφυγαν για τη Σικελία. Εκεί υπήρχε εμπόλεμη κατάσταση και πήγαν στη Γένοβα, για να βρουν τελικά καταφύγιο στην Κορσική. Στην Κορσική έζησαν ως Στεφανόπουλοι ώσπου ένας από αυτούς, ο Κωνσταντίνος ενημέρωσε το γιο του Δημήτριο για την καταγωγή τους από τους Κομνηνούς παρουσιάζοντάς του τα σχετικά τεκμήρια. Τον συμβούλευσε όμως να μην αποκαλύψει ποτέ την πραγματική τους ταυτότητα. Ο Δημήτριος όμως αφού συγκέντρωσε και άλλα στοιχεία, τα παρουσίασε στον Γάλλο βασιλιά Λουδοβίκο ΙΣΤ’. Αυτός εξέτασε τα σχετικά έγγραφα και συμπέρανε ότι ήταν γνήσια. Έτσι ο Δημήτριος Στεφανόπουλος έλαβε τις «les letters patentes» (επιβεβαιωτικές επιστολές) και έγινε εκ νέου πρίγκιπας Κομνηνός απολαμβάνοντας αμέσως όλα τα προνόμια της βασιλικής Αυλής. Ο πρίγκιπας Δημήτριος Κομνηνός βοήθησε τον Μέγα Ναπολέοντα να μπει στη στρατιωτική σχολή και ήταν κηδεμόνας του όταν αυτός φοιτούσε εκεί. Ο Ναπολέοντας αποκαλούσε τον Δημήτριο «θείο». Ο Μανιάτης πρίγκιπας ίδρυσε το «L’ Hotel de la Langue Grecque» που αποτελούσε προπομπό της Φιλικής Εταιρείας. Σε ηλικία 15 ετών ο Ναπολέοντας έγραψε ένα δοκίμιο για τη σπαρτιατική αγωγή των νεαρών Μανιατών και το έστειλε στον αρμόδιο Γάλλο υπουργό έτσι ώστε να εκπαιδεύονται με ανάλογο τρόπο και οι Γάλλοι στρατιώτες.
Είναι αναμφισβήτητο ότι ο Μέγας Ναπολέων ήταν επηρεασμένος από τον Δημήτριο Κομνηνό και έτρεφε βαθιά αγάπη για την Ελλάδα. Πώς όμως έχει διαδοθεί η άποψη ότι είχε ελληνική καταγωγή; Με βάση τα ντοκουμέντα της Άννας Κομνηνής, της δούκισσας Ντ’ Αμπραντές, του Υπουργού της Γαλλίας στη Βενετία Henin, του ερευνητή Λ. Κωνσταντινίδη, αλλά και το αρχείο της οικογένειας Στεφανόπουλων-Κομνηνών, όταν ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος-Κομνηνός βρέθηκε επικεφαλής της ελληνικής κοινότητας στην Κορσική το 1676 είχε μαζί του και τα παιδιά του. Ένα από αυτά ονομαζόταν Καλόμερος. Ο Καλόμερος στάλθηκε από τον πατέρα του σε μία εμπιστευτική αποστολή στον μεγάλο δούκα της Τοσκάνης, Κοσμά Μέδικο Γ’. Όταν τελείωσε η αποστολή του Καλόμερου έπρεπε να επιστρέψει στην Κορσική. Όμως τότε πέθανε ο πατέρας του και αποφάσισε να μείνει κοντά στον μεγάλο δούκα στην Τοσκάνη. Μετά από χρόνια ένας απόγονος του Καλόμερου αποφάσισε σύμφωνα με τις πηγές που αναφέραμε παραπάνω να επιστρέψει στην Κορσική. Ήταν ο Charles, που παντρεύτηκε τη Laetitia Ramolino. Το ζευγάρι απόκτησε 8 παιδιά ένα από τα οποία ήταν ο Μέγας Ναπολέων που γεννήθηκε το 1769. Το επώνυμο Καλόμερος μεταφράζεται στα ιταλικά ως Buonoparte. Ως «Καλημέρης» απαντά αυτό το επώνυμο ακόμα και σήμερα στη Μάνη. Άλλα στοιχεία που συνηγορούν στην ελληνική καταγωγή του Μεγάλου Ναπολέοντα. Το 1804-1807 κι ενώ ο Ναπολέων βρισκόταν στο απόγειο της δόξας του, ο William Leake στο βιβλίο του «Travel in the Morea» (δημοσιεύθηκε το 1830) γράφει ότι στο Οίτυλο της Μάνης υπήρχαν άτομα με το επώνυμο Στεφανόπουλος που διακήρυτταν τη συγγένειά τους μ’ αυτόν και επιβεβαίωναν ότι η οικογένεια του προερχόταν από την Τοσκάνη όπου ο πρόγονος του Βοναπάρτη άλλαξε το επώνυμο του. Επίσης ο Μέγας Ναπολέων διατηρούσε αλληλογραφία με τον Ρήγα Φεραίο, ζήτησε από τον Κοραή να του μεταφράσει έργα του Στράβωνα, από τους συμβούλους του «θείου» του Στεφανόπουλου -Κομνηνού να προετοιμάσουν την Ελληνική Επανάσταση ξεκινώντας από τη Μάνη κ.ά. Δύο μήνες πριν το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης κι ενώ ήταν φυλακισμένος στην Αγία Ελένη, είπε στον στρατιωτικό Las Cases: «Ήθελα πάντα να απελευθερώσω την Ελλάδα από τους Τούρκους».
1673: Οχτακόσιοι Οιτυλιώτες αποφάσισαν να εκπατριστούν. Αρχίζουν διαπραγματεύσεις μεταξύ του Παρθένιου Καλκανδή, Επισκόπου του Οιτύλου, και της Κυβέρνησης της Γένοβας. Τελικά αποφασίστηκε να παραχωρηθεί στους πρόσφυγες η περιοχή της Παόμιας, 50 χλμ. από το Αιάκειο έναντι ενός μικρού αντίτιμου, με την προϋπόθεση ότι οι Έλληνες θα αναγνώριζαν την εξουσία του Πάπα.
1675: Καθώς η Επιτροπή των Στεφανοπουλαίων ικανοποιήθηκε με τους όρους των διαπραγματεύσεων, ένα συμβόλαιο υπογράφτηκε στις 25 Σεπτεμβρίου με τον καπετάνιο Ντανιέλ του γαλλικού πλοίου «Σωτήρας» το οποίο θα μετέφερε, σε 10 μέρες, 800 πρόσφυγες, είτε στο Λέγκεχορν (Leghorn) είτε στη Γένοβα, όπου θα παρέμεναν για λίγο. Το κόστος του ταξιδιού για τους Έλληνες κανονίστηκε στα 5 ρεάλια (1 ρεάλι = 25 σέντς). Οι Οιτυλιώτες επιβιβάστηκαν στις 3 και στις 4 Οκτωβρίου στο «Σωτήρα» όμως το πλοίο έφθασε στον προορισμό τους την 1η Ιανουαρίου 1676. Από τους 800 πρόσφυγες, οι 120 πέθαναν στην διάρκεια του ταξιδιού!
1676: Στις 13 Φεβρουαρίου οι αρχές της Γένοβας ανέκριναν τον Επίσκοπο Παρθένιο σχετικά με τους λόγους του εκπατρισμού τους. Πριν την αναχώρηση των Οιτυλιωτών για την Κορσική οι προαναφερόμενες αρχές ιταλοποίησαν όλα τα επίθετα αντικαθιστώντας τις καταλήξεις «-ΑΚΗΣ» των επιθέτων με το «ACCI». Για παράδειγμα ο Παπαδάκης έγινε Papadacci. Στις 14 Μαρτίου τρείς Γενοβέζικες γαλέρες προσάραξαν σ’ ένα σημείο απέναντι από την Παόμια, το οποίο ονομάστηκε Scala Greca ή Λιμάνι των καλογήρων, διότι πρώτοι απεβιβάσθηκαν οι μοναχοί. Η εγκατάστασή τους έγινε στην Παόμια (Paomia). Την Παόμια αποτελούσαν χωριουδάκια: Pancone, Corona, Rondolino, Salici & Monte Bosso που χτίστηκαν από τους Έλληνες σ’ ένα χρόνο.
1678: Στο Rondolino ολοκληρώθηκε η κύρια εκκλησία αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Χάρη στην σκληρή δουλειά η Παόμια μετατράπηκε στην πιο πλούσια και στην καλύτερη καλλιεργημένη περιοχή της Κορσικής ενώ για περίπου 50 χρόνια οι κάτοικοι είχαν καλές σχέσεις με τους ντόπιους γείτονές τους.
1729: Οι Κορσικανοί επαναστάτησαν εναντίον της Γένοβας. Οι Έλληνες αρνήθηκαν να πάρουν τα όπλα εναντίον των Γενοβέζων ευεργετών τους. Έτσι, οι Κορσικανοί λεηλάτησαν και κατέστρεψαν την περιουσία της Παόμιας επειδή οι Μανιάτες ήταν σύμμαχοι των Γενοβέζων. Τον επόμενο χρόνο οι Έλληνες δέχτηκαν επίθεση από τους Κορσικανούς όμως αντιστάθηκαν ηρωικά και νίκησαν. Εντούτοις, λόγω έλλειψης βοήθειας τους συνέστησαν να κατευθυνθούν στο Αιάκειο, μέσω της θάλασσας, αφήνοντας 90 άντρες πίσω για να προστατεύουν την Παόμια. Όμως, οι εναπομείναντες υπερασπιστές αναγκάσθηκαν να υποχωρήσουν στον πύργο της Ominia στο άκρο της χερσονήσου. Εξαιτίας της έλλειψης αγαθών και προμηθειών υποχρεώθηκαν την νύχτα να φύγουν κάνοντας ηρωϊκή έξοδο για το Αιάκειο (Ajaccio) όπου έφτασαν στα τέλη του Απρίλη 1731.
1731 – ’74: Για 44 χρόνια οι Έλληνες παρέμειναν στο Αιάκειο (την πρωτεύουσα της Κορσικής).
1768: Την 1η Ιουνίου η σημαία του βασιλιά της Γαλλίας αντικατέστησε εκείνη των Γενοβέζων. Οι Έλληνες οργάνωσαν ένα σύνταγμα το οποίο ενσωματώθηκε στα στρατεύματα που διοικούνταν από τον κόμη Marbeuf (πρώτου Γάλλου κυβερνήτη της Κορσικής).
1774: Με την μεσολάβηση του κόμη Marbeuf παραχωρήθηκε στους Έλληνες η περιοχή του Καργκέζε ως αποζημίωση για το χαμό της Παόμιας. Μετά από παράκληση του κόμη ο Γεώργιος Στεφανόπουλος (Stefanopoli)–Καπετάν Γιώργος–κατάφερε να πετύχει συμφωνία. Έτσι, ο κόμης Marbeuf έκανε τις κατάλληλες ενέργειες ώστε να χτιστούν 120 σπίτια όλα του ίδιου τύπου, 250 μέτρα μακριά από την θάλασσα. Αργότερα ο κόμης Marbeuf έγινε ο Μαρκήσιος του Καργκέζε.
1793: Η Γαλλική επανάσταση απλώθηκε σε όλο το νησί. Το κάστρο του Marbeuf στο Καργκέζε καταστράφηκε από τους Ιακωβίνους του Vico αλλά το χωριό δεν υπέφερε ιδιαίτερα. Στους άντρες που κατέφυγαν στους δύο πύργους, στις δύο πλευρές του όρμου Pero, επετράπηκε να επιστρέψουν στο Αιάκειο με τα παιδιά και τις γυναίκες τους όπου παρέμειναν για άλλον έναν χρόνο. Στην συνέχεια δόθηκε η άδεια να μεταφερθούν και πάλι στο Καργκέζε – τα 2/3 των Ελλήνων (περίπου 800) συμφώνησαν ενώ οι υπόλοιποι προτίμησαν να μείνουν στο Αιάκειο.
1804: Αυτή την εποχή υπήρχαν 1000 κάτοικοι στο Καργκέζε από τους οποίους 350 ήταν ντόπιοι Κορσικανοί. Αυτή η ανάμειξη επρόκειτο να εξασφαλίσει ειρήνη και ησυχία.
1814: Περισσότερες απειλές από τους ντόπιους του Vico (Vicolese), οι οποίοι υπό τις διαταγές του βασιλιά Καρόλου του 10ου επρόκειτο να επιστρέψουν τμήμα της περιουσίας που είχαν κατάσχει.
1830: Ένας αριθμός συμμαχιών και μικτών γάμων ανάμεσα στους Έλληνες και τους Κορσικανούς καταπράυνε τους ντόπιους κατοίκους οι οποίοι τελικά εγκατέλειψαν τις εχθρότητες.
1852: Αρχίζει να χτίζεται η σημερινή μεγάλη εκκλησία των Μανιατών του Καργκέζε, ο Άγιος Σπυρίδωνας. Το χτίσιμο που διήρκεσε είκοσι χρόνια, εγκαινιάστηκε το 1872.
Πηγή : https://www.mixanitouxronou.gr/kargkeze-to-chorio-tis-korsikis-poy-dimioyrgisan-maniates-poy-ithelan-na-xefygoyn-apo-ton-toyrkiko-zygo-kai-mia-venteta/#goog_rewarded
http://www.mani.org.gr/apodimoi/mankors/maniates_korsikis.htm
http://www.mani.org.gr/apodimoi/elkargk/elliniko_kargkeze.htm
https://www.messinialive.gr/maniates-tis-korsikis/
https://www.protothema.gr/stories/article/1351614/poia-itan-i-shesi-tou-megalou-napoleoda-me-tin-ellada/

Μεγάλοι Έλληνες εξερευνητές της ελληνιστικής εποχής : Δημοδάμας ο Μιλήσιος, Πατροκλής ο Μακεδών, Μεγασθένης ο Ίων, Εύδοξος ο Κυζικηνος, Ίππαλος ο Κυβερνήτης

Ο Σέλευκος Α' Νικάτωρ (358 π.Χ. ή 353 π.Χ. – 281 π.Χ.) ήταν ένας από τους διαδόχους του Αλέξανδρου του Μεγάλου, ιδρυτής της δυναστείας των Σελευκιδών, που βασίλεψε στο ασιατικό τμήμα της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας. Οι αρχαίοι συγγραφείς της ελληνιστικής και αυτοκρατορικής εποχής εκθειάζουν τη «φιλανθρωπία», το προσωπικό του θάρρος και την ιπποτική του συμπεριφορά αλλά και τη σωματική του ρώμη. Από τις μη στρατιωτικές του δραστηριότητες αναφέρονται οι εξερευνητικές αποστολές που έγιναν με εντολή του στην Ινδία και την Κασπία Θάλασσα και προπάντων η ίδρυση πολλών ελληνικών πόλεων ανέρχονται περίπου σε 30 στο κέντρο του κράτους του, δηλαδή τη Βόρεια Συρία αλλά και στη Μικρά Ασία και στις Ανατολικές επαρχίες.
Ο Αντίοχος Α' ο Σωτήρ (324 - 261 π.Χ.) ήταν βασιλιάς της Δυναστείας των Σελευκιδών κατά την ελληνιστική περίοδο. Η βασιλεία του διήρκεσε από το 281 έως το 261 π.Χ. Πατέρας του ήταν ο Σέλευκος Α' ο Νικάτωρ, πρώην αξιωματικός και επίγονος του Αλεξάνδρου του Μεγάλου, και μητέρα του η Απάμα από τη Σύγδιανη, κόρη του Σπιταμένη. Ήταν μια από τις πριγκίπισσες της Ανατολής τις οποίες ο Αλέξανδρος χάρισε στους στρατηγούς του για συζύγους. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο Αντίοχος Α' ο Σωτήρ, επέδειξε θάρρος και ασυνήθιστη δραστηριότητα στην εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού στην ασιατική γη διαμέσου της σωστής διοικήσεως και της ιδρύσεως πόλεων οι οποίες αποτελούσαν κέντρα πολιτισμού. Σχεδόν σε όλο το μήκος της αυτοκρατορίας ιδρύθηκαν πολλές πόλεις τόσο στη Μικρά Ασία (Απάμεια, Αντιόχεια), στη Συρία (Αντιόχεια), στη Μεσοποταμία (Αντιόχεια), καθώς και στις άνω σατραπείες (Σώτειρα) και πολλές άλλες.
Ο Δημοδάμας (άκμασε τον 3ο αι. π.Χ.), ήταν αξιωματούχος των Σελευκιδών. Ο Δημοδάμας γεννήθηκε στη Μίλητο και ήταν γιος του Αριστείδη. Υπηρέτησε ως στρατηγός των Σελευκίδων υπό τον Σέλευκο Α΄ Νικάτορα και τον Αντίοχο Α΄ τον Σωτήρα. Περίπου το 294-293 και το 281-280 π.Χ., ο Δημοδάμας υπηρέτησε ως σατράπης των Σελευκιδών στη Βακτρία και τη Σογδιανή. Εκείνη την εποχή ανέλαβε στρατιωτικές αποστολές κατά μήκος του ποταμού Συρ Ντάρια (Ιαξάρτη) για να εξερευνήσει τα εδάφη των Σκύθων, κατά τη διάρκεια των οποίων προχώρησε πιο βόρεια από οποιονδήποτε Έλληνα πριν από αυτόν, με την πιθανή εξαίρεση του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας επανεγκαταστάθηκε η Αλεξάνδρεια η Εσχάτη, η οποία είχε καταστραφεί από προηγούμενη βαρβαρική επίθεση. Κατασκεύασε επίσης αρκετούς βωμούς προς τιμήν του Απόλλωνα κατά μήκος του ποταμού. Ο Δημοδάμας έγραψε αργότερα μια αυτοβιογραφική περιγραφή των αποστολών του στην Κεντρική Ασία, η οποία χρησίμευσε ως σημαντική πηγή για τους Ρωμαίους γεωγράφους Στράβωνα και Πλίνιο τον Πρεσβύτερο.
Η Αντιόχεια αυτή ιδρύθηκε στη Σκυθία, χώρα παρά τον ποταμό Ιαξάρτη (Κεντρ. Ασία) οι εκβολές του οποίου ήταν στη Ωξειανή Λίμνη (σημ Αράλη) και αποτελούσε το φυσικό όριο μεταξύ Σογδιανής και Σκυθίας χώρας. Την πόλη έκτισε κατά εντολή του Σελεύκου Α΄ και Αντιόχου Α΄ ο Μιλήσιος στρατηγός Δημοδάμας, όπου και ίδρυσε ιερό του Διδυμαίου Απόλλωνος. Η Αντιόχεια αυτή μαζί με την Αλεξάνδρεια την εσχάτη, αποτελούσαν τα ακρότατα Β.Α. σύνορα της μέχρι της εποχής εκείνης ελληνικής επικράτησης. Η Αλεξάνδρεια Εσχάτη ήταν ελληνιστική πόλη που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος, τον Αύγουστο του 329 π.Χ. ως έδρα για το βορειότερο μακεδονικό στρατόπεδό του στην Κεντρική Ασία. Η Αλεξάνδρεια Εσχάτη κατασκευάστηκε στο νοτιοδυτικό τμήμα της κοιλάδας Φεργκάνα στη νότια όχθη του ποταμού Ιαξάρτη (Syr Darya), στη θέση της σημερινής πόλης Χουτζάντ (Khujand), που βρίσκεται στο Τατζικιστάν. Ο Μέγας Αλέξανδρος, έχτισε ένα τείχος μήκους έξι χιλιομέτρων (6 χλμ.), γύρω από την πόλη, που σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς, ολοκληρώθηκε μόνο σε περίπου είκοσι (20) ημέρες. Όπως και στις άλλες πόλεις, με παρόμοια χαρακτηριστικά (δηλαδή: ελληνιστικό φυλάκιο στην Κεντρική Ασία), που ίδρυσε ο Μέγας Αλέξανδρος, εγκαταστάθηκαν βετεράνοι (συνταξιούχοι ή τραυματίες) του Μακεδονικού Στρατού. Η Αλεξάνδρεια η Εσχάτη βρισκόταν περίπου τρακόσια χιλιόμετρα βόρεια της πόλης Αλεξάνδρεια η επί του Ώξου της Βακτρίας ή Βακτριανής, μέσα σε εδάφη της Σογδιανής και οι κάτοικοι της πόλης είχαν να αντιπαρέλθουν αρκετές αψιμαχίες με τον υπόλοιπο τοπικό πληθυσμό. Μετά το 250 π.Χ., η πόλη πιθανότατα παραμένει σε επαφή με το Ελληνικό βασίλειο της Βακτριανής, ειδικότερα όταν ο βασιλιάς Ευθύδημος Α΄ της Βακτρίας επεκτείνει τον έλεγχο του στη Σογδιανή.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι ελληνικές αποστολές από την Αλεξάνδρεια Εσχάτη, οδηγήθηκαν ως το Κασγκάρ (Kashgar), στην περιοχή της Σιντσιάνγκ (Xinjiang). Σύμφωνα με τον Έλληνα ιστορικό Στράβωνα, οι Έλληνες «είχαν επεκτείνει την αυτοκρατορία τους, ακόμη και πιο πέρα από τους Σήρες (λαός της περιοχής αυτής, αρχαία ελληνικά: Σῆρες, λατινικά: Sērēs, αγγλικά: Seres) και τους Φρύνες (αγγλικά: Phryni)», γεγονός που πιθανολογείται ότι θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για τις πρώτες γνωστές - ιστορικά καταγεγραμμένες - εμπορικές ή άλλες επαφές μεταξύ της Κίνας και της Δύσης, τουλάχιστον από την περίοδο γύρω στο 200 π.Χ. Οι απόγονοι των Ελλήνων στην Φεργκάνα μπορεί να είναι οι αναφερόμενοι ως Μεγάλοι Ίωνες (Dayuan ή Ta-Yuan, αγγλικά: "Great Ionians"), που προσδιορίζεται στην κινεζική ιστορική καταγραφή για τη Δυναστεία Χαν, αρχής γενομένης με τις πρεσβείες του Τζανγκ Τσιάν (αγγλικά: Zhang Qian), περίπου το 130 π.Χ. Αν αυτό είναι γεγονός, τότε πρόκειται για τους πρωταγωνιστές της πρώτης μεγάλης αλληλεπίδρασης μεταξύ της αστικοποίησης του ευρωπαϊκού και του κινέζικου πολιτισμού, η οποία οδήγησε στο άνοιγμα του εμπορικού δρόμου, που είναι γνωστός ως Δρόμος του Μεταξιού, από τον 1ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με την «Ιστορία Μεγάλου Αλεξάνδρου», που έγραψε ο Ρωμαίος συγγραφέας Κουίντος Κούρτιος Ρούφος, οι απόγονοι των Μακεδόνων βετεράνων στρατιωτών διατηρούσαν ακόμα στοιχεία του ελληνιστικού πολιτισμού τους κατά τη στιγμή της γραφής του, γύρω στο 30 π.Χ.
Ο Πατροκλής αποκαλούμενος και Πατροκλής ο Μακεδών, ήταν αρχαίος Έλληνας στρατηγός, ναύαρχος, γεωγράφος, εφευρέτης και εξερευνητής του Βασιλέως της Συρίας Σέλευκου Α΄ που τον διόρισε κυβερνήτη της Βαβυλώνας. Από του έτους 285 μέχρι το 282 π.Χ. ο Πατροκλής επεχείρησε μεγάλες εξερευνήσεις στη Κασπία θάλασσα και στην Υρκανία. Αποτέλεσμα εκείνων των εξερευνήσεων ήταν η διάλυση της μέχρι τότε επικρατούσας πλάνης δια της οποίας και ταυτίζονταν η Κασπία θάλασσα με τη Μαιώτιδα λίμνη. Θεωρείται ο κατ΄ εξοχήν εξερευνητής της Κασπίας θάλασσας και της περιοχής των ποταμών Ώξου και Ιαξάρτη. Έγραψε το σύγγραμμα "Κασπία Θάλασσα". Επίσης ο Πατροκλής θεωρείται ο εφευρέτης του ηλιακού ωρολογίου. Τον Πατροκλή αναφέρουν ο Βιτρούβιος, ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, ο Στράβων, ο Πλίνιος και ο Ερατοσθένης.
Ο Μεγασθένης ο Ίων, (περ. 350 - 290 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας γεωγράφος - εθνογράφος, διπλωμάτης και ιστορικός. Υπήρξε πρέσβης του Σέλευκου Α΄ του Νικάτορος για περισσότερα από 10 χρόνια στα ανάκτορα του Τσαντραγκούπτα Μαουρύα (Ελληνικά: Σανδροκόττος ή Σανδράκοττος) στην Παταλιπούτρα, και κατά τους Έλληνες Παλίμβoθρα, (σημερινή Πάτνα) των Ινδιών. Το βιβλίο του «Ινδικά» αποτελεί την πρώτη ιστορική πηγή που έχουμε για την Ινδία, και γι’ αυτό δίκαια έχει χαρακτηρισθεί ως ο "Πατέρας της Ινδικής Ιστορίας". Επίσης έχει καταγραφεί ως ο πρώτος ξένος Πρέσβης στα χρονικά της Ινδίας. Η παραμονή του στην Ινδία θα πρέπει να έγινε πριν από το θάνατο του Τσαντραγκούπτα το 288 π.Χ., οπότε και επέστρεψε στην Αραχωσία. Ο Μεγασθένης στα «Ινδικά» του φέρεται κατά τους ερευνητές να επηρεάστηκε από τα έργα του Σκύλακα, Ηρόδοτου, Κτησία και Εκαταίου, ενώ με τη σειρά του επηρέασε μεταγενέστερους ιστορικούς όπως τον Στράβωνα και τον Αρριανό. Η περιγραφή του για την Ινδία περιλαμβάνει πολλούς "μύθους" αλλά και σημαντικά γεωγραφικά και εθνολογικά στοιχεία. Στην αρχή του βιβλίου του αναφέρεται στους ηλικιωμένους Ινδούς που γνωρίζουν για την προϊστορική άφιξη του Διόνυσου και του Ηρακλή στην Ινδία. Μια ιστορία ιδιαίτερα δημοφιλή κατά τους Αλεξανδρινούς χρόνους. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι και οι παρατηρήσεις του για τις θρησκείες των Ινδών, όπου αναφέρεται στους λάτρεις του Ηρακλή (Σίβα) και Διόνυσου (Κρίσνα ή Ίντρα) ενώ δεν αναφέρεται καθόλου στο Βουδισμό που αποδεικνύει ότι η θρησκεία αυτή δεν ήταν ευρέως γνωστή πριν από την ανάληψη της ηγεμονίας από τον Ασόκα. Τα διασωθέντα αποσπάσματα από τα «Ινδικά» του Μεγασθένη, συνέλεξαν, μετέφρασαν και εξέδωσαν ο E. A. Schwanbeck το 1846 και ο J. W. McCrindle το 1877. Μερικές σημαντικές εργασίες έχουν γίνει και από σύγχρονους λόγιους αλλά δεν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα καμία εκμετάλλευση του πρωτοπόρου ιστορικού και διπλωματικού έργου του από την Ελληνική πολιτεία.
Ο Εύδοξος από την Κύζικο (άκμασε π. 130 π.Χ.) ήταν Έλληνας θαλασσοπόρος, που εξερεύνησε την Αραβική Θάλασσα για τον Πτολεμαίο Η΄, βασιλιά της Ελληνιστικής Πτολεμαϊκής δυναστείας στην Αίγυπτο. Σύμφωνα με τον Ποσειδώνιο, που αναφέρεται αργότερα στη Γεωγραφία του Στράβωνα, το σύστημα ανέμων των μουσώνων του Ινδικού Ωκεανού οδήγησε για πρώτη φορά τον Εύδοξο τον Κυζικηνό το 118 ή το 116 π.Χ. Ο Ποσειδώνιος είπε ότι ένας ναυτικός από την Ινδία, που ναυάγησε στην Ερυθρά Θάλασσα, διασώθηκε και μεταφέρθηκε στον Πτολεμαίο Η΄ στην Αλεξάνδρεια. Ο ανώνυμος Ινδός προσφέρθηκε να καθοδηγήσει Έλληνες ναυσιπλόους στην Ινδία. Ο Πτολεμαίος διόρισε τον Εύδοξο από την Κύζικο, ο οποίος έκανε δύο ταξίδια από την Αίγυπτο στην Ινδία. Το πρώτο, το 118 π.Χ., καθοδηγείται από τον Ινδό ναυτικό. Αφού ο Εύδοξος επέστρεψε με ένα φορτίο αρωματικών καρπών και πολύτιμων λίθων, πραγματοποιήθηκε ένα δεύτερο ταξίδι το 116 π.Χ. Ο Εύδοξος πλοήγησε στο δεύτερο ταξίδι, πλέοντας χωρίς οδηγό. 
Κατά τη διάρκεια του 2ου αι. π.Χ. ελληνικά και ινδικά πλοία συναντιόταν για εμπόριο σε αραβικά λιμάνια, όπως το Άντεν (που ονομάζεται Ευδαίμων δηλ. Εύφορο από τους Έλληνες). Οι προσπάθειες να ταξιδέψουν πέρα από το Άντεν ήταν σπάνιες, αποθαρρύνοντο και περιλάμβαναν ένα μακρύ και επίπονο ταξίδι κατά μήκος της ακτής. Οι πλοηγοί γνώριζαν από καιρό τους ανέμους των μουσώνων. Τα ινδικά πλοία τούς χρησιμοποιούσαν για να ταξιδέψουν στην Αραβία, αλλά κανένα ελληνικό πλοίο δεν το είχε κάνει ακόμη. Για τους Έλληνες, το να αποκτήσουν την εμπειρογνωμοσύνη ενός Ινδού πλοηγού, σήμαινε την ευκαιρία να παρακάμψουν τα αραβικά λιμάνια και να δημιουργήσουν απευθείας εμπορικούς δεσμούς με την Ινδία. Ανεξάρτητα από το αν η ιστορία που είπε ο Ποσειδώνιος για τον ναυαγό Ινδό πλοηγό, που δίδαξε τον Εύδοξο για τους ανέμους των μουσώνων είναι αλήθεια, στην πράξη τα ελληνικά πλοία χρησιμοποίησαν σύντομα τους ανέμους των μουσώνων για να ταξιδέψουν στην Ινδία. Μέχρι το 50 π.Χ. σημειώθηκε σημαντική αύξηση του αριθμού ελληνικών και ρωμαϊκών πλοίων, που έπλεαν στην Ερυθρά Θάλασσα για τον Ινδικό Ωκεανό. Όταν ο Εύδοξος επέστρεψε από το δεύτερο ταξίδι του στην Ινδία, ο άνεμος τον πήγε νότια του Κόλπου του Άντεν, στην ακτή της Αφρικής, για κάποια απόσταση. Κάπου κατά μήκος της ακτής της Ανατολικής Αφρικής, βρήκε τα ερείπια ενός πλοίου. Λόγω της εμφάνισης του πλοίου και της ιστορίας που τού είπαν οι ιθαγενείς, ο Εύδοξος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το πλοίο ήταν από τον Κάδιξ (το σημερινό Cádiz στην Ισπανία) και αυτό είχε ταξιδέψει νότια, περιπλέοντας την Αφρική. 
Παίρνοντας το μαζί του το ναυαγισμένο πλοίο πίσω στην Αίγυπτο, το έδειξε σε έμπειρους πλοιάρχους οι οποίοι αναγνώρισαν πως τέτοια άλογα ήταν σκαλισμένα στα πλοία από την Γαδέιρα (σημερινό Cadiz της Ισπανίας). Τότε όμως, δεν είχε βρεθεί κάποια θαλάσσια σύνδεση μεταξύ της Μεσογείου και του Ινδικού ωκεανού, καθώς κανείς δεν γνώριζε την πραγματική έκταση της Αφρικής αφού η έρημος Σαχάρα, ήταν η νότια εσχατιά του επίπεδου – κατά την κοινή αντίληψη – κόσμου. Έτσι, το εύρημα αυτό, έκανε τον Εύδοξο να πιστέψει πως ο περίπλους της Αφρικής ήταν κάτι το εφικτό. Θέτοντας το πλέον ως σκοπό, κατάφερε να μαζέψει τα απαραίτητα χρήματα και να κατασκευάσει ένα μεγάλο πλοίο με άλλα δύο συνοδευτικά. Αφού το εξόπλισε με ένα καλό πλήρωμα, απέπλευσε από την Γαδέιρα παίρνοντας μαζί του και διαφόρων ειδικοτήτων επιστήμονες. Στην πορεία όμως συνάντησε αρκετά προβλήματα όπως η κούραση και η αποθάρρυνση του πληρώματος, καθώς όσο έπλεαν κατά μήκος των δυτικών ακτών της Αφρικής, παρατηρούσαν την αχανή έρημο πιστεύοντας πως είχαν φτάσει στο τέλος του κόσμου καθώς δεν υπήρχε ίχνος ζωής. Καθοριστικός παράγοντας για την εγκατάλειψη της προσπάθειας, ήταν η προσάραξη του πλοίου του Ευδόξου, σε κάποια άμπωτη. Μην πτοούμενος όμως, οργάνωσε μία ακόμα αποστολή για τον περίπλου της Αφρικής. Το αν τα κατάφερε ή όχι, είναι άγνωστο καθώς πάνω στο ταξίδι αυτό χάνονται και τα ίχνη του. Αν και ορισμένοι, όπως ο Πλίνιος, ισχυρίστηκαν ότι ο Εύδοξος πέτυχε τον στόχο του, το πιο πιθανό συμπέρασμα είναι ότι χάθηκε στο ταξίδι. 
Ένας άλλος Έλληνας πλοηγός, ο Ίππαλος, μερικές φορές πιστώνεται ότι εισήγαγε την Ευρώπη στην έννοια της αιολικής διαδρομής (με τους μουσώνες) στην Ινδία. Μερικοί μελετητές συμπεραίνουν, ότι ο Ίππαλος ήταν μέρος των αποστολών του Ευδόξου. Ο Ίππαλος ο Κυβερνήτης ήταν αρχαίος Έλληνας θαλασσοπόρος, γεωγράφος, χαρτογράφος και μετεωρολόγος του 1ου π.Χ. αιώνα. Τον αναφέρουν οι Στράβων, Κλαύδιος Πτολεμαίος και Πλίνιος. Επιγραφές του 78 π.Χ. που αναφέρουν τον Καλλίμαχο επιστράτηγο της Θηβαΐδας με τον ίδιο τίτλο και επί της Ερυθράς καθορίζουν και τους χρόνους που έδρασε ο Ίππαλος ως πολύ σημαντική προσωπικότητα στην εποχή του. Φαίνεται ότι είχε αναλάβει πολλά ταξίδια μεταξύ Αιγύπτου, Ερυθράς, Αραβίας και Ινδιών με πολύ ενδιαφέρουσες χαρτογραφήσεις, γεωγραφικές και μετεωρολογικές παρατηρήσεις ιδιαίτερα στον Ινδικό ωκεανό. Είναι ο πρώτος που παρατήρησε και ανακάλυψε τη διεύθυνση των περιοδικών ανέμων του Ινδικού ωκεανού (των Μουσώνων) που πνέουν το μισό χρόνο με κατεύθυνση από ΝΔ. προς ΒΑ. και κατά το έτερο ήμισυ από ΒΑ. προς ΝΔ. Εξ αυτού του γεγονότος οι άνεμοι αυτοί και πρωτονομάσθηκαν «Ιππάλιοι άνεμοι». Επίσης σ΄ αυτόν οφείλεται το άνοιγμα (ξεκίνημα) νέας θαλάσσιας εμπορικής οδού Αιγύπτου-Ινδιών, από τις ακτές της Αραβίας απ΄ ευθείας Ινδία διότι είναι ο πρώτος που τόλμησε να πλεύσει ανοικτά τον ωκεανό στηριζόμενος στις παρατηρήσεις του, αντί να ακολουθήσει τη μέχρι τότε ακολουθούμενη Ακτοπλοΐα. Έτσι τα πλοία άρχισαν να ακολουθούν τη δική του και πρώτη ωκεανοπλοΐα ακολουθώντας τους Μουσώνες πλέοντα ταχύτερα και ασφαλέστερα. Ο Πτολεμαίος αναφέρει ένα μεγάλο πέλαγος του Ινδικού ωκεανού ως Ιππάλιο πέλαγος. Ο Ίππαλος επίσης χαρτογράφησε με σχετική ακρίβεια τις ακτές και τις θέσεις όλων των εμπορικών λιμένων της Ερυθράς, της εποχής του, και αναφέρεται ονομαστικά στον Περίπλου της Ερυθράς Θαλάσσης ως ο πρώτος που ανακάλυψε την διαδρομή από την Ερυθρά θάλασσα προς την Ινδική χερσόνησο μέσω του Ινδικού ωκεανού.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%8D%CE%B4%CE%BF%CE%BE%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9A%CF%85%CE%B6%CE%B9%CE%BA%CE%B7%CE%BD%CF%8C%CF%82
https://greatnavigatorscom.wordpress.com/2019/04/20/%CE%B5%CF%85%CE%B4%CE%BF%CF%87%CE%BF%CF%83-%CE%BF-%CE%BA%CF%85%CE%B6%CE%B9%CE%BA%CE%B7%CE%BD%CE%BF%CF%83/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%94%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CE%B4%CE%AC%CE%BC%CE%B1%CF%82?fbclid=IwY2xjawFHx65leHRuA2FlbQIxMQABHUlNTHtSKFCrIFEvoiS7JjmQmf_Pr3uLZzWTMzwZNhajlHCEKkCSMIkAeg_aem_I_v0nfjCuk2h_9ubAb9jfA
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%B9%CF%8C%CF%87%CE%B5%CE%B9%CE%B1_%CE%B5%CE%BD_%CE%A3%CE%BA%CF%85%CE%B8%CE%AF%CE%B1?fbclid=IwY2xjawFHx8pleHRuA2FlbQIxMQABHbTxZ5ve2dBAH2fgaR4ekcYfPvEtK64360CVrp4dhoWz_UvmZobqr5j3hQ_aem_Vltqjjvkb8ZiZ9sMrvM3BQ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A0%CE%B1%CF%84%CF%81%CE%BF%CE%BA%CE%BB%CE%AE%CF%82_%CE%BF_%CE%9C%CE%B1%CE%BA%CE%B5%CE%B4%CF%8C%CE%BD%CE%B1%CF%82
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%B5%CE%B3%CE%B1%CF%83%CE%B8%CE%AD%CE%BD%CE%B7%CF%82
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BB%CE%B5%CE%BE%CE%AC%CE%BD%CE%B4%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%B1_%CE%B7_%CE%95%CF%83%CF%87%CE%AC%CF%84%CE%B7
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%BD%CF%84%CE%AF%CE%BF%CF%87%CE%BF%CF%82_%CE%91%CE%84_%CE%A3%CF%89%CF%84%CE%AE%CF%81
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CE%AD%CE%BB%CE%B5%CF%85%CE%BA%CE%BF%CF%82_%CE%91%CE%84_%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CE%AC%CF%84%CF%89%CF%81
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%8A%CF%80%CF%80%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%BF_%CE%9A%CF%85%CE%B2%CE%B5%CF%81%CE%BD%CE%AE%CF%84%CE%B7%CF%82

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2024

Οι Έλληνες της Αργεντινής : Ήρωες, ηγέτες, εξερευνητές, επιχειρηματίες

Το Κέντρο Ιστορικών Ερευνών της Αργεντινής –Centro Argentino de Estudios Historicos– βεβαιώνει ότι ένας από τους πρώτους “λευκούς” που πάτησε το πόδι του στην περιοχή της Αυτοκρατορίας των Ίνκας και μάλιστα έγινε δεκτός από τον Ίνκα Αταγουάλπα, είναι ο Έλληνας Πέτρος Χανιώτης, Pedro de Candia. Δεν αποκλείεται ο ίδιος να είχε και συμμετοχή στην κατάλυση της κυριαρχίας των Ίνκας μαζί με τους Ισπανούς εξερευνητές Αλμάγρο και Πισάρο, το έτος 1542. Οι χρονικογράφοι της εποχής αναφέρουν Έλληνες που έφτασαν μαζί με τους πρώτους κατακτητές και έλαβαν μέρος στις εξοντωτικές επιχειρήσεις των Ινδιάνων, κατά την εξερεύνηση και κατάχτηση της νότιας ηπείρου, και οι οποίοι αργότερα ελαβαν μέρος στους αγώνες για την ανεξαρτησία. Αναφέρεται ότι με την αποστολή του Αλβάρ Νούνιες Καβέσα δε Βάκα, ήταν και ο Έλληνας Γρηγόρης Χανιώτης, ο πρώτος Έλληνας που έφτασε στην Παραγουάη το έτος 1544. Στην ίδια ομάδα ανήκαν και ο Μιχάλης Χανιώτης, ο Στέφανος Σταματίου η Χανιώτης, ο Μιχαλάκης Γραικός και ο Πόλος Γραικός.
Ένας άλλος Έλληνας, ο Στέφανος Ροδίτης, ήρθε στην Αργεντινή με την αποστολή του Πέδρο δε Μενδόσα ο οποίος ίδρυσε το έτος 1536 την πόλη Σάντα Μαρία δε λος Μπουένος Άιρες, στο ίδιο σημείο που σήμερα βρίσκεται η πόλη Μπουένος Άιρες, πρωτεύουσα της Αργεντινής. Ο Γιάννης Δημητρίου ήταν μέλος της αποστολής του Χερόνιμο Λουίς δε Καβρέρα, η οποία ίδρυσε την πόλη Κόρδοβα το 1573. Ας σημειώσουμε ότι ο Δημητρίου είναι απευθείας πρόγονος του Βαρτολομέ Μίτρε, που το έτος 1862 έγινε πρόεδρος της Αργεντινής. Άλλοι δύο Έλληνες, ο Κορνάρος Γρέκος και ο Φραντσίσκος Άλμπο, με καταγωγή από τα Επτάνησα, ανήκαν στο πλήρωμα του μεγάλου εξερευνητού Μαγγελάνου το 1520. Τέλος, ο Ιωάννης Γεωργίου απο την Σάμο, ήταν βοηθος του πλοιάρχου Πιεδραβουένα, εξερευνητή της Παταγωνίας και της Γης του Πυρός.
Οι Έλληνες ήταν παρόντες στους απελευθερωτικούς αγώνες της Αργεντινής, καθώς και στις προσπάθειες για την πολιτική οργάνωση της χώρας σαν ανεξάρτητο κράτος. Θα αναφέρουμε παρακάτω μερικές σημαντικές τέτοιες παρουσίες. O Κωνσταντινος Σουβαϊλής, από την Τήνο, υπηρέτησε ναύτης στην Φρεγάτα Αλφόνσο, με την οποία έλαβε μέρος σε όλες της επιχειρήσεις εναντίον τον φεντεραλιστών από το 1851 έως το 1888, και έφτασε τον βαθμό του αντιπλοίαρχου. Ο Γεώργιος Καρδάσης, από την πόλη Γουαλεγουάη, κατατάχτηκε στον επαναστατικό στρατό του στρατηγού Λαβάζε το έτος 1840. Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει σε δύο Υδραίους μετανάστες και ναυτικούς που σήμερα τιμούνται σαν εθνικοί ήρωες της Αργεντινής. Ο (αργότερα) Υποναυάρχος Νικόλαος Γιώργος Κολμανιάτης απο την Ύδρα (Nicolas Jorge Colmaniatis), έφτασε στην Αργεντινή το 1811 όπου κατατάχτηκε στο πολεμικό ναυτικό σαν απλός ναύτης. Το έτος 1814 μάχεται ηρωικά με τον στόλο του στην ναυμαχία του Μαρτίν Γκαρσία. Σε όλη την σταδιοδρομία του έδειξε μεγάλες στρατιωτικές ικανότητες και αυτοθυσία, φτάνοντας στους ανωτέρους βαθμούς στης στρατιωτικής ιεραρχίας, πάντοτε επ’ ανδραγαθεία. Αποστρατεύτηκε το 1860, με το βαθμό του Υποναυάρχου αφού κυβέρνησε με επιτυχία και επιδεικνύοντας ιδιάιτερο ηρωισμό τα πλοία: Σαν Λουίς, το 1817, Χενεράλ Βαλκάρσε το 1826, Λα Εντρεριάνα το 1840, Λα Μολέσκα το1842, 25 δε Μάιο το 1844 και το πολεμικό Τσακαβούκο.
Ο άλλος φημισμένος Υδραίος είναι ο Μιχαήλ Σαμουήλ Σπύρου, που έφτασε στην χώρα το 1810 και πήρε αμέσως μέρος στην οργάνωση των ναυτικών δυνάμεων της επανάστασης, όπως και σε αρκετές ναυτικές επιχειρήσεις. Στην ναυμαχία Αρρόζο δε λα Τσίνα υπηρετούσε στην φελούκα του Καρμέν , όταν βρέθηκε κυκλωμένος απο τους Ισπανούς, μπροστά από το νησί Μαρτίν Γαρσία του Ρίο ντε λα Πλάτα. Τότε ο Σπύρου για να μην παραδοθεί, προτίμησε να ανατινάξει το πλοίο του στον αέρα μαζί με όλο του το πλήρωμα, βρίσκοντας ηρωικό θάνατο. Οι Υδραίοι ναυτικοί αυτοί, με την τόλμη και γενναιότητα τους, έχουν κερδίσει μια μόνιμη θέση στην ιστορία της Αργεντινής. Στις 30 Αυγούστου του 1937, η πολεμική σχολή του Ναυτικού της Αργεντινής πήρε το όνομα του Nicolas JORGE, ενώ μια πολεμική φρεγάτα πήρε το όνομα του Σπύρου (ARA ESPIRO).
Ο Βαρθολομαίος Μητρόπουλος ήταν Αργεντίνος πολιτικός, στρατιωτικός και συγγραφέας, ελληνικής καταγωγής (Βαρθολομαίος Μητρόπουλος, το ελληνικό του όνομα). Διετέλεσε Πρόεδρος της Αργεντινής από το 1862 έως το 1868. Ο Μπαρτολομέ Μίτρε (Bartolomé Mitre) γεννήθηκε στο Μπουένος Άιρες στις 26 Ιουνίου 1821. Ο απώτερος πρόγονός του Βεντούρα Μητρόπουλος είχε φθάσει στην Αργεντινή από τη Βενετία στα τέλη του 17ου αιώνα. Ως φιλελεύθερος, αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Χουάν Μανουέλ ντε Ρόζας και εξορίστηκε στην Ουρουγουάη το 1846. Αργότερα, έζησε στη Βολιβία, το Περού και τη Χιλή και με τη δράση του συνέβαλε στην πτώση του Ρόζας το 1852. Μετά την επιστροφή του στην Αργεντινή υποστήριξε τις αυτονομιστικές τάσεις της επαρχίας του Μπουένος Άιρες και απέρριψε το Σύνταγμα του 1853, το οποίο παρείχε μία ανεπαρκή κατά τη γνώμη του θέση μέσα στην ομοσπονδία. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου (1859-1861) τέθηκε επικεφαλής του στρατού του Μπουένος Άιρες και νίκησε τον στρατό της συνομοσπονδίας της Αργεντινής στην αποφασιστική μάχη του Παβόν (17 Σεπτεμβρίου 1861).
Τον Οκτώβριο του 1862 εκλέχτηκε Πρόεδρος της Αργεντινής και παρέμεινε στη θέση του έως τις 11 Οκτωβρίου 1868, οπότε έληξε η εξαετής θητεία του. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, πάταξε τους τοπικούς αρχηγούς (caudillos), ευνόησε τη μετανάστευση και ανέπτυξε την εκπαίδευση και την οικονομία. Στην αρχή του πολέμου εναντίον της Παραγουάης (1865) τέθηκε επικεφαλής των συμμαχικών στρατευμάτων (Αργεντινής, Βραζιλίας, Ουρουγουάης). Στις 4 Ιανουαρίου του 1870 ίδρυσε την εφημερίδα «La Nación Argentina» («Το Αργεντίντικο Έθνος»), που συνεχίζει να εκδίδεται από τους απογόνους του με την ονομασία «La Nación». Ανήκει στον κεντροξεξιό χώρο κι έχει τη δεύτερη κυκλοφορία στη χώρα. Το 1874, ο Μίτρε υπέβαλε εκ νέου υποψηφιότητα για την Προεδρία της Αργεντινής, αλλά ηττήθηκε. Θεώρησε την ήττα του προϊόν νοθείας και κήρυξε «αντάρτικο». Κατέλαβε μία κανονιοφόρο και επιχείρησε να εμποδίσει την ορκωμοσία του νέου προέδρου Νικολάς Αβελανέδα. Συνελήφθη και η ζωή του σώθηκε χάρη στη μεγαλοψυχία του νέου προέδρου. Στη συνέχεια και μέχρι το τέλος της ζωής του αφιερώθηκε στο γράψιμο. 
Οι Έλληνες μετανάστες άρχισαν να φθάνουν στην Αργεντινή σε μικρές ομάδες μετά από το 1870, μια περίοδο που η χώρα κατέβαλε προσπάθειες να ελκύσει εργατικά χέρια. Οι περισσότεροι έφτασαν σαν μέλη πληρωμάτων καραβιών. Άλλοι έφθασαν στην χώρα εφοδιασμένοι με συμβόλαια εργασίας. Οι περισσότεροι Έλληνες έφθασαν στη χώρα κατά την περίοδο 1890-1954 σε τρία ρεύματα: Το πλέον σημαντικό ήταν στο διάστημα 1890-1924. Στη συνέχεια ένα δεύτερο –μειωμένο– στο διάστημα 1924-1945 και ένα τρίτο –αυξημένο– στο διάστημα 1945-1954. Δυστυχώς, στα αρχεία του Ινστιτούτου Μεταναστών, πολλοί Έλληνες εγγράφηκαν για διάφορους λόγους σαν Τούρκοι ή σαν Ιταλοί, και για το λόγο αυτό είναι σήμερα πολύ δύσκολο να υπολογισθεί ακριβώς ο αριθμός των Ελλήνων μεταναστών στη χώρα αυτή. Πάντως, θεωρείται ότι το 1970 υπήρχαν περίπου 40.000 Έλληνες στην Αργεντινή, ενώ σήμερα ο αριθμός αυτός εκτιμάται ότι φάνει στις 20.000. Πηγές της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας τον ανεβάζουν σε 60.000, συμπεριλαμβάνοντας και πολίτες με πιο μακρινή ελληνική καταγωγή. Οι περισσότεροι ανήκουν σε 6-7 μεγάλες κοινότητες, 3 από τις οποίες στο Μπουένος Άϊρες και οι υπόλοιπες σε άλλες μεγάλες πόλεις. Υπάρχουν επίσης και άλλες μικρότερες κοινότητες, καθώς και πολλοί ομογενείς διεσπαρμένοι –απομονωμένοι και ξεχασμένοι– στην επαρχία.
Η εκτεταμένη αναφορά του ΒΗΜΑτος της 13.8.2023 στον ελληνικής καταγωγής, υπουργό της Αργεντινής Δημοκρατίας, Γκαμπριέλ Κατωπόδη, μου δίνει την αφορμή ν’ αναφερθώ, στον ελληνισμό της μακρινής Αργεντινής, διαχρονικά, τον οποίο διακρίνει, όπως σχεδόν σύμπαντα τον ελληνισμό της διασποράς, μια οδυσσεική αντίληψη της ζωής. Έτσι κατά την αθηναική εφημερίδα ΝΕΑ ΕΦΗΜΕΡΙΣ της 27.5.1889: “Χάρις εις το επιχειρηματικό πνεύμα του εν Αργεντινή δημοκρατία διαμένοντος από τριετίας έλληνος γεωπόνου, κ. Διονυσίου Αμπελικοπούλου συνέστη “Ελληνική Εμπορική Εταιρεία, ης κύριος σκοπός έσεται η ανάπτυξις των εμπορικων σχέσεων της Ελλάδος και της Αργεντινής και ιδίως η εισαγωγή εις ταύτην ελληνικών προιόντων”. Ο Διονύσιος Αμπελικόπουλος κατήγετο από την πόλη των Πατρών, ως συνάγεται από την ίδια προαναφερόμενη εφημερίδα της 15.8.1889, κατά την οποίαν: Τηλεγραφικώς αγγέλλονται εκ Βουένος Άυρες της Αμερικής οιγάμοι του εκείσαι και άλλοτε εν Αθήναις αργυραμοιβού Φραγκίσκου Λουράν μετά της ευ ηγμένης δεσποινίδος Πόπης Πασχάλη της γνωστής εν Πάτραις οικογενείας και ανεψιάς του εν Μεντόζα έλληνος καθηγητού και κτηματίου κ. Διον Αμπελικόπουλου”.
Κατ’ ειδήσεις εκ Βουένος Άυρες κατ’ απόφασιν της Κυβερνήσεως της Αργεντινής την 19ην τρέχοντος θα διεξαχθή η τελετή της μετονομασίας και ο εντοιχισμός ειδικής πλακός, η οποία θα φέρει το όνομα του ήρωος της Αργεντινής ανεξαρτησίας έλληνος πλοιάρχου Μιχαήλ Σαμουήλ Σπύρου”. Ο πόλεμος της ανεξαρτησίας της Αργεντινής διεξήχθη, με αντίπαλο την Ισπανία, την περίοδο μεταξύ των ετών 1810 και 1818. Πλην του μνημονευομένου Μιχαήλ Σπύρου, ο οποίος μάλλον κτήγετο από την Σάμο, συμμετέσχε και ο Υδραίος Νικόλαος Γεωργίου. Πάντως η Δημοκρατία της Αργεντινής έχει αναγνωρίσει την σημαντική δραστηριότητα αμφοτέρων, κατά τη διάρκεια του πολέμου της ανεξαρτησίας, και, έχει τιμήσει επανειλημμένως τους δύο νησιώτες Έλληνες και ιδίως μεταθανατίως. ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ, 6.1.1940… Αγγέλλεται εκ Μπουένος Άυρες ότι εσημείωσεν εξαιρετικήν επιτυχίαν το ρεσιτάλ τραγουδιού του βαρύτονου κ. Ι. Προύσαλη και ρεσιτάλ πιάνου της δεσποινίδος Μ. Σταυριανάκη. Οι καλλιτέχνες εκληθησαν επανειλημμένως υπό του κοινού. Ο κ. Προύσαλης ετραγούδησεν δύο τραγούδια εκτός προγράμματος και επανέλαβε την ”χαμένη αγάπη” κατ’ απαίτηση των Ελλήνων. Εξ άλλου εξακολουθεί να σημειώνη εξαιρετικήν επιτυχίαν η γνωστή ελληνο- αργεντινή ντιζέζ δεσποινίς Αγγέλα Λυκιαρδοπούλου”.
Ο Αριστοτέλης Ωνάσης γεννήθηκε στις 15 Ιανουαρίου του 1906 στη Σμύρνη. Γιος του εύπορου καπνέμπορου Σωκράτη Ωνάση και της Πηνελόπης το γένος Δολόγλου (ή Ντολόγλου), το 1922 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει μαζί με την οικογένειά του τη Σμύρνη εξαιτίας της Μικρασιατικής καταστροφής. Ήρθε ως πρόσφυγας στην Ελλάδα και το 1923 μετανάστευσε στην Αργεντινή. Το 1923 ο Ωνάσης μεταναστεύει στην Αργεντινή. Λέγεται ότι, έκανε το μεγάλο βήμα τον Αύγουστο του 1923 με 250 -κατά άλλες μαρτυρίες, 100- δολάρια και μία ταξιδιωτική βίζα στην τσέπη. Ότι, στην αρχή δούλευε ως νυχτοφύλακας και λαντζέρης και ότι, προσελήφθη ως νυκτερινός τηλεφωνητής στη Βρετανική Τηλεφωνική Εταιρεία. Ήταν εκεί όπου εκμεταλλευόμενος τη θέση του, άρχισε να κρυφακούει συνομιλίες που εκτιμούσε ότι, θα του φανούν χρήσιμες. Ο Ωνάσης άλλωστε, μιλούσε τέσσερις γλώσσες -ελληνικά, τουρκικά, ισπανικά και αγγλικά. Κάπως έτσι αποφάσισε να ξεκινήσει μια μικρή επιχείρηση εισαγωγής καπνού και κατασκευής τσιγάρων. Τον καπνό, τις περισσότερες φορές λαθραίο, τον εξασφάλιζε ο πατέρας του μέσω Τουρκίας. Ο τρόπος με τον οποίον πλάσαρε τα τσιγάρα του στην αγορά της Αργεντινής έχει μείνει παροιμιώδης: Εκτός του ότι πέταγε σε πολυσύχναστους δρόμους του Μπουένος Άϊρες άδεια πακέτα, είχε την εξυπνάδα να δημιουργήσει ελαφρά τσιγάρα για γυναίκες με ροζ φίλτρο και χρυσό χαρτί.
Όταν η διάσημη σοπράνο της Αργεντινής Κλαούντια Μούθιο που αγαπούσε το τούρκικο χαρμάνι το οποίο έκανε εισαγωγή ο Ωνάσης εμφανίστηκε στα σαλόνια της υψηλής κοινωνίας καπνίζοντας τα τσιγάρα του, εξασφάλισε εν μία νυκτί την καλύτερη διαφήμιση. Εννοείται ότι έγιναν ζευγάρι. Ο Ωνάσης πίστευε ότι το τουρκικό χαρμάνι θα άρεσε περισσότερο στις γυναίκες από το ταμπάκο της Κούβας και, όπως αποδείχτηκε, είχε δίκιο. Τα τσιγάρα του -«Osman» και «Primeros»- του έδωσαν το πρώτο καλό κεφάλαιο. Με τη βοήθεια των εξαδέλφων του Κώστα και Νίκο Κονιαλίδη, επέκτεινε την επιχειρηματική δραστηριότητα του, μέχρι που ήρθαν τα μαντάτα: Οι φόροι για εμπορεύματα που εισάγονταν από χώρες που δεν είχαν εμπορική συμφωνία με την Ελλάδα θα αυξάνονταν μέχρι και 1000%. Εν τω μεταξύ, το κραχ του 1929 κλονίζει την παγκόσμια αγορά και το 1932 ο Ωνάσης αλλάζει πεδίο. Στρέφεται στη θάλασσα. Αρχικά, αγοράζει ένα εμπορικό 7.000 τόνων. Μετά βάζει στο μάτι τα παροπλισμένα πλοία της καναδικής National Steamship Company τα οποία πωλούνταν ως σκραπ. Προτείνει στους Καναδούς να αγοράσει έξι πλοία προς 20.000 δολάρια έκαστο, η εταιρεία αρνείται, αλλά τελικά, υποχωρεί μπροστά στο θηριώδες πείσμα του. Κάπως έτσι, ο Ωνάσης γίνεται εφοπλιστής. Ενώ ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι σε εξέλιξη, ο Ωνάσης έχει αρχίσει την επιχειρηματική δραστηριότητά του σε Μπουένος Αϊρες και Νέα Υόρκη. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ τού είχε δώσει ειδική βίζα διαμονής στις ΗΠΑ από το καλοκαίρι του 1942, τη χρονιά που προσπαθούσε να πουλήσει τα τάνκερ «Καλλιρρόη» και «Αντιόπη» προτού προλάβουν να τα κατασχέσουν οι Αμερικανοί για τις ανάγκες του πολέμου. Την άνοιξη του 1943 γνωρίζει τη 16χρονη κόρη του Έλληνα εφοπλιστή Σταύρου Λιβανού, Τίνα και την ερωτεύεται (;). Τρία χρόνια αργότερα παντρεύονται και ξεκινούν τη νέα τους ζωή στο Παρίσι. Στις 30 Απριλίου 1948 αποκτούν τον γιο τους Αλέξανδρο και στις 11 Δεκεμβρίου 1950 το δεύτερο παιδί τους, τη Χριστίνα, η οποία γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη.
Τέλος σημειώνω ότι ο Στρατηγός Κριστιάνο Νικολαιδης (+2011), με καταγωγή από την Χάλκη της Δωδεκαννήσο, διετέλεσε αρχηγός του Στρατού της Αργεντινής το 1982. Ο Κριστίνο Νικολαϊδης (Κόρδοβα, Αργεντινή, 2 Ιανουαρίου 1925 – 22 Ιανουαρίου 2011) υπήρξε Αργεντινός στρατηγός ελληνικής καταγωγής (με ρίζες από τη Χάλκη των Δωδεκανήσων) και μέλος της Στρατιωτικής Δικτατορίας του 1982-83. Διαδέχθηκε τον στρατηγό Λεοπόλντο Φορτουνάτο Γκαλτιέρι το 1982 στην αρχηγία του αργεντινού στρατεύματος μετά την παράδοση των στρατευμάτων του τελευταίου στους Βρετανούς στον Πόλεμο των Μαλβίνων νήσων (Φώκλαντς). Μετά από διαβουλεύσεις δύο εβδομάδων στο εσωτερικό του στρατού της Αργεντινής ανατέθηκε η αρχηγία στο στρατηγό Κριστίνο Νικολαΐδης ο οποίος και ανέλαβε. Ο Νικολαΐδης ήταν ο τέταρτος κατά σειρά αρχηγός του στρατού κατά την διάρκεια της κυβέρνησης της Αργεντινής από την στρατιωτική επιτροπή (junta militar), η οποία ανέλαβε την εξουσία στην χώρα το 1976 και στην οποία μετείχαν και τα τρία σώματα με τους αρχηγούς τους με επικεφαλής στην ιεραρχία πάντα τον αρχηγό του στρατού. Ήταν η μοναδική φορά κατά την διάρκεια της κυβέρνησης της Αργεντινής σπό την στρατιωτική επιτροπή όπου ο αρχηγός του Στρατού δεν θα ήταν και ταυτοχρόνως και Πρόεδρος της χώρας. Αλλοι δύο ακόμη Πρόεδροι υπήρξαν που δεν κατείχαν το αξίωμα του αρχηγού του στρατού. Ο Υποστράτηγος Οράσιο Τομάς Λιέντο άσκησε καθήκοντα Προέδρου για λίγες μέρες όταν ο Πρόεδρος Στρατηγός Ρομπέρτο Εδουάρδο Βιόλα Πρεβεδίνι αρρώστησε και απεσύρθη. Και ο Υποστράτηγος Αλφρέδο Οσκαρ Σαίντ Ζαίν άσκησε καθήκοντα Προέδρου για λίγες μέρες μετά την παραίτηση στις 17 Ιουνίου 1982 του Προέδρου Στρατηγού Λεοπόλντο Φορτουνάτο Γκαλτιέρι Καστέλι μετά την αρνητική κατάληξη της στρατιωτικής επιχείρησης καταλήψεως των Μαλβινών νήσων-Φώκλαντς.
Ο Νικολαΐδης διαφώνησε με τα άλλα δύο μέλη της στρατιωτικής επιτροπής, τον αρχηγό του Ναυτικού και της πολεμικής αεροπορίας σχετικά με την απόφασή του να ανατεθεί η Προεδρία της χώρας στον Ρεϊνάλντο Μπενίτο Μπινιόνε. Το αποτέλεσμα αυτής της διαφωνίας ήταν να μην παραστούν στην ορκωμοσία του Στρατηγού Ρεινάλντο Μπενίτο Μπινιόνε ο αρχηγός του Ναυτικού και ο αρχηγός της πολεμικής αεροπορίας. Η ορκωμοσία του Ρεινάλντο Μπενίτο Μπινιόνε ως Προέδρου της χώρας έγινε από τον Στρατηγό Κριστίνο Νικολαΐδης, ο οποίος εκπροσώπησε ως επικεφαλής της Στρατιωτικής Επιτροπής τους άλλους δύο αρχηγούς, του Ναυτικού και της πολεμικής Αεροπορίας. Η αρνητική έκβαση της στρατιωτικής επιχείρησης για την κατάληψη των Μαλβινών νήσων (Νήσοι Φώκλαντ) με επικεφαλής τον στρατηγό Λεοπόλντο Φορτουνάτο Γκαλτιέρι αποτέλεσε καταλυτικό γεγονός το οποίο ουσιαστικά οδήγησε την στρατιωτική επιτροπή στην απόφαση πως η διαδικασία της εθνικής αναδιοργάνωσης, η οποία αποτελούσε από το 1976 βασική πολιτική της, έπρεπε να περάσει στα χέρια των πολιτικών λόγω της μεγάλης κοινωνικής αναταραχής που είχε προκληθεί στην χώρα. Ο στρατηγός Κριστίνο Νικολαΐδης διαφώνησε με τα άλλα δύο μέλη της στρατιωτικής επιτροπής τα οποία μάλλον ήθελαν να μεταβιβαστεί η εξουσία απευθείας στους πολιτικούς. Η διαφωνία ήταν ότι ίσως υπήρχε ο κίνδυνος πως με την απευθείας μετάβαση της εξουσίας στους πολιτικούς να μετείχαν και μη νόμιμες πολιτικές δυνάμεις. Για αυτόν τον λόγο ο Στρατηγός Κριστίνο Νικολαΐδης αποφάσισε ότι την διαδικασία αυτή έπρεπε να αναλάβει ένα έμπιστο πρόσωπο κύρους το οποίο ήταν ο Στρατηγός Ρεινάλντο Μπενίτο Μπινιόνε. Εκείνος, μετά από διαβουλεύσεις με τα 14 νόμιμα κόμματα της Αργεντινής μεταβίβασε την εξουσία στον εκλεγέντα τελικά πρόεδρο Ραούλ Αλφονσίν. Αξίζει να σημειωθεί ότι και οι δύο στρατηγοί Νικολαΐδης και Μπινιόνε εξαιρέθηκαν από δικαστικές διώξεις της πολιτικής κυβέρνησης τις οποίες έκανε κατά των άλλων επιφανών μελών της στρατιωτικής επιτροπής η οποία κυβέρνησε την χώρα από το 1976. Αυτό κατά παράδοξο τρόπο έγινε μετά 20 και πλέον χρόνια.
Και στους δύο στρατηγούς επεβλήθησαν πολυετείς ποινές. Στον Κριστίνο Νικολαΐδης επεβλήθη ποινή 25 ετών σε κατ οίκον περιορισμό την οποία εξέτησε μέχρι τον θάνατό του το 2011. Στον στρατηγό Μπινιόνε επεβλήθη ποινή φυλακίσεως 25 ετών. Οι κατηγορίες κατά των δύο στρατηγών αφορούσαν την διάρκεια της διακυβέρνησης της χώρας από την στρατιωτική επιτροπή της οποίας ήταν και οι πλέον σκληροπυρηνικοί υποστηρικτές, ειδικά ο στρατηγός Νικολαΐδης ο οποίος δεν εμπιστευόταν καθόλου τους πολιτικούς και τους θεωρούσε επικίνδυνους για την χώρα σύμφωνα με τις συνθήκες εκείνης της εποχής. Έτσι έκλεισε ο κύκλος των στρατιωτικών δικτατοριών στην Αργεντινή από το 1976 μέχρι το 1983. Ο Νικολαΐδης κατηγορήθηκε, επίσης, ότι κάηκαν με εντολή του όλα τα αρχεία των μυστικών υπηρεσιών για τις εξαφανίσεις, και ειδικά παιδιών, και για το μακελειό της πόλεως Μαργκαρίτα Μπελέν όπου βασανίστηκαν και εκτελέστηκαν 11 μαχητές αντάρτες Μοντονέρος-άλλοι 4 εξαφανίστηκαν, τη νύχτα 12 προς 13 Δεκεμβρίου 1976. Αξίζει τον κόπο να διαβαστεί το άρθρο που οι «Τάιμς της Νέας Υόρκης» αφιέρωσαν στον Κριστίνο Νικολαΐδη, στις 17 Ιουνίου 1982, δηλαδή μια μέρα πριν αναλάβει την ηγεσία του στρατού. Αποτελείται από 695 λέξεις, και τον χαρακτηρίζει ως αντικομμουνιστή, αδίστακτο, με όψη μπουλντόγκ στην εμφάνιση, στιβαρό και μετρίου αναστήματος. «Όταν τον συναντώ μού δημιουργείται αίσθημα τρόμου», είπε μια μεσήλικας, «αλλά είναι καλός άνθρωπος!..».
Πηγή :  https://ardin-rixi.gr/archives/252468
https://www.ispania.gr/arthra/diafora/1863-oi-ellines-stous-apeleytherwtikous-agwnes-ths-argeintinhs
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%BF_%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%B1%CE%90%CE%B4%CE%B7%CF%82
https://www.rodiaki.gr/article/294449/o-strathgos-nikolaidhs-kathgorhthhke-gia-egklhmata-kata-ths-anthrwpothtas#google_vignette
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%9A%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%AF%CE%BD%CE%BF_%CE%9D%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%B1%CE%90%CE%B4%CE%B7%CF%82
https://www.sansimera.gr/biographies/853#goog_rewarded

Οι Έλληνες εξερευνητές στην αποστολή του Φερδινάνδου Μαγγελάνου για τον περίπλου της Γης

Οι Μεγάλες Ανακαλύψεις είχαν ως αφετηρία πρωτοβουλίες των Ιβήρων και έδωσαν ώθηση στη σταδιακή πολιτικο-οικονομική ενοποίηση του πλανήτη. Στόχος του παρόντος ευσύνοπτου κειμένου είναι η σκιαγράφηση του σημαντικότερου εξερευνητικού επιτεύγματος της παγκόσμιας ναυτικής ιστορίας, του πρώτου περίπλου της γης, καθώς και της ελληνικής συμβολής σε αυτό. Στο ξεκίνημα των Νέων Χρόνων οι γεωγραφικές γνώσεις των Ευρωπαίων εδράζονταν στο ογκώδες σώμα των αστρονομικών και μαθηματικών υπολογισμών του Έλληνα αστρονόμου και μαθηματικού Κλαύδιου Πτολεμαίου που έζησε στην Αίγυπτο τον 2ο αιώνα μ.Χ. Το σύστημα του Πτολεμαίου ανασύρθηκε από τη λησμονιά το 1410 και πάνω σε αυτό βασίστηκε ο πρώτος χάρτης της Γης που τυπώθηκε στην πανεπιστημιούπολη της Μπολόνια το 1477. Το Πτολεμαïκό σύστημα ενθάρρυνε την ανάληψη εξερευνητικών πρωτοβουλιών με την ορθή εκτίμησή του περί της σφαιρικότητας της Γης. Διευκόλυνε δε ακόμα περισσότερο την ανάληψη των πρωτοβουλιών αυτών μέσω της εσφαλμένης εκτίμησής του ότι η Γη ήταν πολύ μικρότερη απ’ ό,τι πραγματικά είναι. Δημιούργησε δηλαδή τη λανθασμένη εντύπωση στους εξερευνητές ότι οι αποστάσεις που είχαν να διανύσουν ήταν πολύ μικρότερες από τις πραγματικές. Χωρίς το σφάλμα αυτό ίσως οι Ευρωπαίοι να μην είχαν αποδυθεί σε τόσο δύσκολα εξερευνητικά εγχειρήματα.
Τα εγχειρήματα αυτά αναλήφθηκαν αρχικά από την Πορτογαλία και την Ισπανία. Έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς την μακραίωνη προσπάθειά τους να απελευθερωθούν από τους Άραβες και επωφελούμενες τόσο από την εξάντληση της Αγγλίας και της Γαλλίας λόγω του Εκατονταετούς Πολέμου, όσο και από την εμπλοκή των ναυτικών πόλεων της Ιταλίας στους Ιταλικούς Πολέμους του πρώτου μισού του 16ου αιώνα, οι Ιβηρικές Δυνάμεις οργάνωσαν εξερευνητικές αποστολές που οδήγησαν στην ανακάλυψη της Αμερικής και στην εξερεύνηση μεγάλου τμήματος των ακτογραμμών της Αφρικής και της Ασίας επιτυχίες αυτές ακολουθήθηκαν από την προσπάθεια καθορισμού διακριτών σφαιρών αποικιακής επέκτασης μεταξύ της Ισπανίας και της Πορτογαλίας μέσα από τη συνθήκη της Τορντεσίλιας (1494). Καθορίστηκε τότε, υπό την επιδιαιτησία του Πάπα Αλέξανδρου ΣΤ, μια νοητή γραμμή στις 370 λεύγες δυτικά των Νήσων Cape Verde, στη μέση περίπου του Ατλαντικού. Η γραμμή αυτή παρείχε στους Πορτογάλους ευχερή θαλάσσια πρόσβαση στην Αφρική και ενίσχυε την επιχειρηματολογία τους υπέρ της προσάρτησης στην αυτοκρατορία τους της πρόσφατα ανακαλυφθείσας Βραζιλίας. Μολοταύτα, τα προβλήματα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών μεταξύ της Ισπανίας και της Πορτογαλίας συνεχίστηκαν καθώς ο ακριβής καθορισμός του γεωγραφικού μήκους παρέμεινε επιστημονικά ανέφικτος μέχρι τον 18ο αιώνα.
Η διευκρίνηση της επιζήμιας αυτής ασάφειας δρομολογήθηκε από τον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαïκής Αυτοκρατορίας Κάρολο Ε, μέσα από την οργάνωση ειδικής εξερευνητικής αποστολής στη «Θάλασσα του Νότου», όπως είχε ονομαστεί το 1513 ο Ειρηνικός Ωκεανός. Κύριος στόχος της αποστολής αυτής ήταν η εύρεση περάσματος από τον Ατλαντικό στον Ειρηνικό Ωκεανό, ώστε να καταστούν προσβάσιμα και αξιοποιήσιμα τα Νησιά των Μπαχαρικών από τους Ισπανούς, χωρίς όμως να παραβιαστεί η Πορτογαλική ζώνη. Ο σκοπούμενος πλους θα λάμβανε χώρα κατά μήκος των νοτιοανατολικών παραλίων της Αμερικανικής ηπείρου μέχρι την εύρεση του πολυπόθητου περάσματος. Έπειτα, η Ισπανική αποστολή θα κατευθυνόταν δυτικά, προς τα προαναφερθέντα νησιά. Εμπνευστής της αποστολής αυτής υπήρξε ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Φερδινάνδος Μαγγελάνος. Ο Μαγγελάνος είχε ήδη δράσει στον Ινδικό Ωκεανό και στα νησιά των Μπαχαρικών μεταξύ του 1505 και του 1512 υπό την ηγεσία του Francisco de Almeida, του Afonso de Alburquerque και άλλων κορυφαίων Πορτογάλων διοικητών. Μετά την επιστροφή του στην Πορτογαλία εξέπεσε της εύνοιας του Πορτογάλου βασιλιά, Μανουήλ Α, κάτι που είχε ήδη συμβεί στον Βαρθολομαίο Ντίας, στον Βάσκα ντα Γκάμα και σε άλλους Πορτογάλους θαλασσοπόρους. Οι βασιλείς της Πορτογαλίας συχνά αδικούσαν τους μεγάλους εξερευνητές που θεμελίωσαν το Πορτογαλικό κράτος της θάλασσας. Μετά και την αποτυχία του Μαγγελάνου να πείσει τον βασιλιά της Πορτογαλίας να υιοθετήσει πρότασή του για την αξιοποίηση του εμπορίου μπαχαρικών των νήσων Μολούκας, ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος στράφηκε στην Ισπανία, θεωρώντας ότι κάποια από τα Μπαχαρονήσια βρίσκονταν εντός της ζώνης της σύμφωνα με τη συνθήκη της Τορντεσίλας. Η πρόταση του Μαγγελάνου αντανακλούσε πιθανότατα και πληροφορίες που δημιουργούσαν την εντύπωση ότι τα νησιά αυτά αποτελούσαν το βιβλικό Ελντοράντο των Ταρνίς και Οφρίρ. Η επιλογή, δε, του Μαγγελάνου να αναζητήσει πιθανό πέρασμα από τον Νότιο Ατλαντικό στον Ειρηνικό Ωκεανό φαίνεται ότι προέκυψε από την ανακάλυψη ότι η ατλαντική ακτογραμμή της Νότιας Αμερικής πτυχώνονταν προς νότο κατά τρόπο που δημιουργούσε την εντύπωση ότι πιθανότατα υπήρχε θαλάσσιο πέρασμα μεταξύ των δύο ωκεανών το οποίο ο Γερμανός κοσμογράφος Johannes Schöner προσδιόριζε στο γεωγραφικό πλάτος των 45 μοιρών στο Νότιο ημισφαίριο το 1515.
Ο Μαγγελάνος ξεκίνησε στις 20 Σεπτεμβρίου του 1519 από το ισπανικό λιμένα του San Lucar ηγούμενος ενός στολίσκου πέντε μικρών πλοίων. Το μεγαλύτερο από αυτά, το San Antonio, είχε μόλις 93 πόδια μήκος, 29 πόδια πλάτος και 120 τόνους εκτόπισμα6 Ο συνολικός αριθμός των ανδρών που συμμετείχαν στην εξερευνητική αποστολή του Μαγγελάνου ανήλθε περίπου στους 250. Μόλις οι μισοί από αυτούς ήταν Ισπανοί, επτά δε μέλη του στολίσκου του Μαγγελάνου ήταν Έλληνες που προέρχονταν από φραγκοκρατούμενα νησιά ή λιμάνια της ηπειρωτικής Ελλάδας. Η εμπειρία τους από τη Φραγκοκρατία στην Ελλάδα τους παρέσχε τη δυνατότητα να προσαρμοστούν ευχερέστερα στους μηχανισμούς των Δυτικών χωρών στις οποίες αναζήτησαν καλύτερες συνθήκες απασχόλησης. Και δεν ήταν βέβαια οι επτά αυτοί ναυτικοί οι μόνοι από την Ελλάδα που συμμετείχαν στις Μεγάλες Ανακαλύψεις. Ελληνικές συμμετοχές καταγράφηκαν σε πολλές εξερευνήσεις από το δεύτερο εξερευνητικό ταξίδι του Κολόμβου έως τα τέλη του 17ου αιώνα. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι το πλούσια εικονογραφημένο εγχειρίδιο ναυσιπλοΐας και ναυπηγικής του Ροδίτη Michalli da Ruodo άσκησε σημαντική επιρροή στη ναυτική επιστήμη στο ξεκίνημα των Μεγάλων Ανακαλύψεων.
Η συμβολή των Ελλήνων στις εξερευνητικές αποστολές εκείνης της εποχής, των μεγάλων εξερευνήσεων των Ευρωπαίων του 15ου - 16ου αιώνα, είναι σημαντική. Παράλληλα με την αναγέννηση που γνώρισαν οι θετικές επιστήμες υπήρξε και μια ναυτική αναγέννηση με την εκ νέου ανακάλυψη ναυτικών γνώσεων όχι μόνο από την κλασική και αλεξανδρινή παράδοση των Ελλήνων, αλλά και από παλαιότερους χρόνους, όπως η εποχή των Μινωιτών. Από τον 13ο αιώνα, με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους Σταυροφόρους, οι Λατίνοι σμίγουν με τους Έλληνες, αρχίζει να επωάζεται με νέο, πιο δυναμικό τρόπο αυτή η ναυτική αναγέννηση που επέτρεψε τις μεγάλες εξερευνήσεις. Η συμμετοχή και η επιβίωση Ελλήνων στην αποστολή του Μαγγελάνου δεν εκπλήσσουν. Ειδικά για τη Ρόδο, επισφραγίζουν τη ναυτική ταυτότητα του νησιού, που καταγράφεται ήδη από την αρχαϊκή εποχή στην “Ιλιάδα” του Ομήρου. Συνυφασμένη με τη ναυτοσύνη, είχε εκπληκτικό εμπορικό στόλο, ήταν οικονομικό κέντρο λόγω της κομβικής θέσης της και γι’ αυτό μεγάλες θαλάσσιες δυνάμεις, Ισπανοί και Πορτογάλοι, επέλεξαν ναύτες από το νησί. 
Λίγοι Ισπανοί και, επίσης λίγοι Έλληνες, γνωρίζουν ότι στο μοναδικό πλοίο που ύστερα από τρία χρόνια κατάφερε να επιστρέψει από την παράτολμη επιχείρηση κάποιοι από τους επιζήσαντες ήταν Έλληνες. Ανάμεσά τους και ο πλοηγός που το έφερε πίσω στο λιμάνι και που τεκμηρίωσε την πρωτόγνωρη ρότα του. Στις 20 Σεπτεμβρίου του 1519 πέντε πλοία αναχωρούσαν από το ισπανικό λιμάνι του Σανλουκάρ ντε Μπαραμέδα για το πιο σαγηνευτικό ταξίδι στην ιστορία του σύγχρονου κόσμου. Ο πορτογάλος θαλασσοπόρος Φερδινάνδος Μαγγελάνος ξεκινούσε, για λογαριασμό της Ισπανίας, μια φιλόδοξη αποστολή με σκοπό την ανακάλυψη ενός σύντομου δρόμου προς τα Νησιά των Μπαχαρικών, μαζί με 240 ριψοκίνδυνους ναυτικούς: ελάχιστοι γνωρίζουν ότι ανάμεσά τους, σε εκείνη τη θρυλική περιπέτεια που θα μετατρεπόταν τελικά στον πρώτο περίπλου της Γης, υπήρχαν και οκτώ Ελληνες.
Και ότι ο καπετάνιος του «Βικτόρια», του μοναδικού πλοίου που κατόρθωσε να επιστρέψει από την παράτολμη επιχείρηση, ήταν Ελληνας. Το «ημερολόγιο καταστρώματος» που κρατούσε εκείνος ο Χιώτης πλοηγός, ο Φρανθίσκο Αλμπο, αποτελεί ένα από τα πολυτιμότερα έγγραφα στην ιστορία της ναυσιπλοΐας, καθώς τεκμηριώνει τη ρότα του ταξιδιού, τα άγνωστα μέρη που συνάντησαν, τις πρωτόγνωρες περιπέτειες που έζησαν, πριν γίνουν τελικά οι πρώτοι άνθρωποι που κατόρθωσαν να διασχίσουν όλους τους μεσημβρινούς της Γης. Ο Μαγγελάνος σκοτώθηκε από ιθαγενείς στρατιώτες στις Φιλιππίνες, όμως δεκαοκτώ άνδρες επέστρεψαν ζωντανοί, ανάμεσά τους πέντε Έλληνες. Στον κατάλογο ναυτιλλομένων που φυλάσσεται στα Αρχεία της Σεβίλλης εγγράφονται εννέα ελληνικά ονόματα. Οι Μιγκέλ ντε Ρόδας, Φελίπε ντε Ρόδας, Μιγκέλ Σάντσεθ ντε Ρόδας από τη Ρόδο, Φρανθίσκο Αλμπο, Σιμόν ντε Αξιο, Αντόνιο ντε Αξιο από τη Χίο, Νικολάο Γριέγο, Χουάν Γριέγο από το Ναύπλιο και Ματέο ντε Γκόρφο από την Κέρκυρα. Τελικά επιβιβάστηκαν οκτώ», λέει ο συγγραφέας Πέδρο Ολάγια. «Ο Φρανθίσκο Αλμπο, ο οποίος επέστρεψε το “Βικτόρια” στη Σεβίλλη, ήταν πολύ σημαντικός. Ηταν ο ένας από τους δύο ανθρώπους που παρουσιάστηκαν με τον Χουάν Σεμπαστιάν Ελκάνο, επικεφαλής της αποστολής μετά τον Μαγγελάνο, στον αυτοκράτορα Κάρολο ώστε να τον πληροφορήσουν για την επιτυχία του ταξιδιού και για τις περιπέτειες τριών ετών». Από τους Έλληνες του Μαγγελάνου διακρίθηκε επίσης ο Μιγκέλ ντε Ρόδας που ανακηρύχθηκε Ιππότης του Τάγματος του Αγίου Ιακώβου και Μέγας Πιλότος της Αυτού Μεγαλειότητος, αναλαμβάνοντας τη μυστική χαρτογραφία του βασιλιά και την ευθύνη της διοργάνωσης των επόμενων αποστολών στον Νέο Κόσμο. Ο Μιγκέλ ντε Ρόδας ξαναταξίδεψε στη Γη του Πυρός με καπετάνιο τον Σεμπαστιάνο Καμπότο, με τον οποίο διαφώνησε στην πορεία. Ο Καμπότο τον εξόρισε σε κάποιο νησί του Ρίο ντε λα Πλάτα και εκείνος προσπαθώντας να δραπετεύσει με ένα μονόξυλο πνίγηκε. Επίσης ο Γριέγο κι ένας ακόμη Έλληνας έμειναν για πάντα με τους ιθαγενείς στο Βόρνεο. 
Την επαύριο του πρώτου περίπλου οι Ισπανοί συνέχισαν τις προσπάθειές τους για να ανακαλύψουν έναν ευκολότερο δρόμο προς την Άπω Ανατολή.10. Στο πλαίσιο αυτό αξιοποιήθηκαν και δύο ακόμα Έλληνες επιζήσαντες του Victoria, ο Ναυπλιώτης Nicolás Griego και ο Ροδίτης Miguel de Rodas. Ο πρώτος αξιοποιήθηκε ως maestre και piloto στην ατυχή προσπάθεια δημιουργίας ισπανικού προγεφυρώματος στο νότιο άκρο της αμερικανικής ηπείρου της οποίας ηγήθηκε ο Πορτογάλος ναυτικός Simón de Alcazaba y Sotomayor στα 1534-1535. 11. Ο δεύτερος ανακηρύχθηκε Ιππότης του Αγίου Ιακώβου και διορίστηκε Μεγάλος Πιλότος της Αυτού Μεγαλειότητας κάτι που σήμαινε ότι έγινε αρμόδιος για την εκπόνηση της μυστικής χαρτογραφίας του Ισπανού Αυτοκράτορα, για την επιμόρφωση και την αξιολόγηση των νέων πιλότων στον χειρισμό του τεταρτημορίου και του αστρολάβου, για την επιμόρφωσή τους στη ναυτιλία καθώς και για την προετοιμασία και την εκτέλεση αποστολών στις Ινδίες. Φέροντας αυτό το υψηλό αξίωμα εντάχθηκε σε ισπανική αποστολή για τα Νησιά των Μπαχαρικών (1526-1530) υπό τις διαταγές του Βενετού Sebastiano Caboto. Η απόφαση του Caboto να εγκαταλείψει τον αρχικό στόχο της αποστολής και να αναζητήσει φημολογούμενες πηγές πολύτιμων μετάλλων στο εσωτερικό του Ρίο ντε λα Πλάτα οδήγησε σε σύγκρουση των δύο ανδρών και στην αποβίβαση με τη βία του Miguel de Rodas στο απομονωμένο νησί Santa Catalina στις νοτιοανατολικές ακτές της Βραζιλίας. Τελικά ο Miguel de Rodas πνίγηκε στην προσπάθειά του να διαφύγει από την εξορία στην οποία τον είχε καταδικάσει ο Caboto.
Οι Ισπανοί πραγματοποίησαν μια ακόμη αποστολή στα νησιά των Μπαχαρικών και σε αυτήν συμμετείχαν τουλάχιστον δέκα Έλληνες ναυτικοί12. Αντιλαμβανόμενο, πάντως, το Ισπανικό κράτος το μέγεθος των δυσκολιών του εγχειρήματος, πούλησε τελικά στην Πορτογαλία όλα τα δικαιώματά του στα Νησιά των Μπαχαρικών εισπράττοντας ένα μεγάλο ποσό. Συνοψίζοντας, η ελληνική συμβολή στο μεγαλύτερο κατόρθωμα της εποχής των Ανακαλύψεων δεν υπήρξε αμελητέα. Αντιθέτως, το σύστημα του Πτολεμαίου αποτέλεσε τον θεωρητικό βατήρα του, ενώ η ανθεκτικότητα των πέντε Ελλήνων του πληρώματος του Μαγγελάνου και οι δεξιότητές τους συνέβαλαν σημαντικά στην επιτυχή ολοκλήρωση του πρώτου περίπλου της γης. Την μνήμη των Ελλήνων του Μαγγελάνου τίμησαν 500 χρόνια αργότερα , η ισπανική πρεσβεία και το Ινστιτούτο Θερβάντες εκδίδοντας μεταφρασμένο σε τρεις γλώσσες το ημερολόγιο καταστρώματος του έλληνα πλοηγού και φτιάχνοντας ένα μνημείο στη Ρόδο. 
Πηγή : https://www.newshub.gr/el/istoria-politismos/oi-okto-ellines-naytikoi-poy-taxidepsan-me-ton-maggelano
https://www.google.com/amp/s/www.tanea.gr/2020/09/12/people/oi-ellines-pou-taksidepsan-me-ton-maggelano/amp/
https://www.navalhistory.gr/oi-ellines-kai-oi-megales-exerevniseis-i-periptosi-tou-protou-periplou-tis-gis/

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2024

Γραικός και Πρίσκος : Ο διάλογος ενός Έλληνα και ενός Ρωμαίου στην αυλή του Αττίλα των Ούννων

Ο προσδιορισμός «Ρωμαίοι», ιδιαίτερα κατά τους πρώτους βυζαντινούς αιώνες, ήταν δηλωτικός της κρατικής πολιτειότητας, και θα ταυτιστεί με τους Έλληνες, κατ’ αντιδιαστολή με τους άλλους πληθυσμούς, μόνο μετά τους μεσοβυζαντινούς χρόνους, όπως θα δούμε στη συνέχεια. Γι’ αυτό, στους πρώτους αιώνες, μέχρι τα μεσοβυζαντινά χρόνια, όταν επρόκειτο να δηλωθεί η εθνικότητα (το γένος) των ελληνικών πληθυσμών, χρησιμοποιούνταν και κάποιος άλλος προσδιορισμός, συνηθέστερα το «Γραικός-Γραικοί», και όχι η ακόμα ύποπτη για ειδωλολατρία ονομασία «Έλλην». Τη λέξη Γραικός χρησιμοποιούν και οι περισσότεροι ξένοι λαοί· ειδικά οι Δυτικοί αποκαλούν τους Έλληνες "Γραικούς" ήδη από τον 5ο αι., για να τους διαφοροποιούν από τους, επίσης «Ρωμαίους», Λατίνους, χωρίς βέβαια ποτέ να πάψει να χρησιμοποιείται και ο προσδιορισμός «Ρωμανία». Τον 5ο αιώνα, ο ιστορικός Πρίσκος (γενν. 410~420) γράφει ήδη για έναν Έλληνα, ο οποίος, στην αυλή του Αττίλα, αυτοχαρακτηρίζεται ως «Γραι­κὸς εἶναι τὸ γένος». Ο καθηγητής του πανεπιστημίου των Ιωαννίνων, Απόστολος Καρπόζηλος, που παραθέτει το σχετικό κείμενο του Πρίσκου, σημειώνει: «Γραικοί την περίοδο αυτή ονομάζονται κατά κανόνα οι Έλληνες χριστιανοί, ενώ οι ειδωλολάτρες αποκαλούνται Έλληνες». Αυτή η διαπίστωση, που συνάγεται από πληθώρα στοιχείων, λύνει μάλλον οριστικώς όλη τη διχογνωμία περί της εθνικής συνέχειας των Ελλήνων και εξηγεί και την ιστορική διάρκεια της ονομασίας «Γραικός» μέχρι και την επανάσταση του 1821. Εξ άλλου, ο Θεόδωρος Στουδίτης (759-826) αναφέρεται επανειλημμένα στη «Γραικία» και τους «Γραικούς», γεγονός που καταδεικνύει πόσο συχνή ήταν η χρήση της προσωνυμίας όταν δεν γινόταν αναφορά στην κρατική υπόσταση (Ρώμη, Ρωμαίοι) αλλά στην εθνική (το «γένος»).
Όπως είναι γνωστό, το κανονικό ενδωνύμιο των «Βυζαντινών» ήταν Ρωμαίοι και, όπως γίνεται ξεκάθαρο από τα μέσα του 10ου αιώνα και έπειτα, ο όρος «Ρωμαίος» περιγράφει μια ταυτότητα που σημαίνει κάτι περισσότερο από «(ορθόδοξος) Χριστιανός» και «υποτελής του βασιλεά των Ρωμαίων». Οι ευρωπαϊκοί λαοί χρησιμοποιούσαν τον όρο «Γραικός» σαν εξωνύμιο για τους Βυζαντινούς άλλοτε αυθόρμητα και ειλικρινά και άλλοτε με τόνο σκωπτικό και με σκόπιμη πρόθεση άρνησης της Ρωμαϊκότητάς τους. Από την ανάλυση ορισμένων χωρίων του Προκοπίου και του Λιουτπράνδου φαίνεται ότι οι γερμανικοί λαοί (Γότθοι, Βάνδαλοι κλπ) και η λατινοφώνη δύση χρησιμοποιούσαν σταθερά το εξωνύμιο «Γραικοί» για να περιγράψουν τους Βυζαντινούς (αν και πριν από τον Καρλομάγνο χρησιμοποιείται και ο όρος «Ρωμαίοι». Το ότι οι γερμανικοί λαοί χρησιμοποιούσαν το εξωνύμιο «Γραικοί» για τους Βυζαντινούς μας βοηθάει να ξεδιαλύνουμε το μυστήριο του «Γραικού» του Πρίσκου (5ος αιώνας). Όταν ο Πρίσκος ήταν μέλος της πρεσβείας που στάλθηκε στην αυλή του Αττίλα ξαφνιάστηκε όταν άκουσε κάποιον να μιλάει άπταιστα ελληνικά. Όταν τον ρώτησε που τα έμαθε, ο άνθρωπος γελώντας του απάντησε ότι ήταν έμπορος «Γραικός στο γένος» που κατέληξε να ζει στο Viminacium, όπου αιχμαλωτίστηκε από τους Ούννους και΄, όταν ελευθερώθηκε, επέλεξε να ζει μαζί τους γιατί είχε απογοητευθεί από την εξέλιξη των πραγμάτων στην Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία.

Αυτό το χωρίο συχνά παρατίθεται σαν η τελευταία μαρτυρία ύπαρξης ελληνικής εθνοτικής συνείδησης. Ο έμπορος αυτοπροσδιορίζεται «Γραικός το γένος» και αναφέρει τους «Μυσούς» (λατινίζοντες και δακο-θρακόφωνοι Ρωμαίοι) και τους «Σκύθες» Ούννους (βάρβαροι μη Ρωμαίοι). Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι το ότι μιλώντας ελληνικά δεν αυτοπροσδιορίστηκε σαν «Ἕλλην», αλλά σαν «Γραικός». Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί. Ζούσε στο λατινόφωνο Viminacium όπου οι λατινόφωνοι συμπολίτες του τον αποκαλούσαν Gr[a]ecus όπως λέει ο Προκόπιος αργότερα ότι έκαναν και οι λατινόφωνοι αξιωματικοί στα χρόνια του. Αργότερα βρέθηκε να ζει μετους Ούννους, όπου σύμφωνα με τον Peter Heather η lingua franca της αυτοκρατορίας του Αττίλα ήταν τα ανατολικά γερμανικά λόγω του μεγάλου αριθμού των ανατολικών γερμανικών υποταγμένων φύλων (Γότθοι, Γέπιδες, Ρούγοι, Έρουλοι, Βάνδαλοι κλπ). Και μιας και είδαμε ότι οι γερμανικοί αυτοί λαοί αποκαλούσαν τους Ανατολικούς Ρωμαίους σαν «Γραικούς» έπεται ότι και στην γερμανόφωνη αυτοκρατορία του Αττίλα, οι Ανατολικοί Ρωμαίοι θα ήταν επίσης γνωστοί σαν «Γραικοί». Με άλλα λόγια, ο «Γραικός» έμπορος του Αττίλα εν τέλει ενστερνίστηκε το εξωνύμιο με το οποίο τον αποκαλούσαν οι λαοί με τους οποίους συζούσε.
Εξοικειωμένοι με την εικόνα των αποκαλούμενων βαρβάρων να υπηρετούν στον στρατό της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, μας προξενεί εντύπωση όταν πληροφορούμαστε πως πολίτης «πολιτισμένου έθνους» υπηρετεί τους βάρβαρους! Έτσι, όταν ένα γεγονός είναι διαφορετικό από την πεπατημένη είναι προκλητικά ελκυστικό για να μελετηθεί. Και η προσωπική ιστορία ενός, Έλληνα στην καταγωγή, Ρωμαίου πολίτη, που μπορεί να μην άλλαξε και να επηρέασε την εποχή του, είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Πρώτα απ’ όλα όμως ας δούμε την πηγή που μας παραδίδει αυτή την περίεργη ιστορία. Πρόκειται για τον ιστορικό και διπλωμάτη Πρίσκο. Καταγόταν από το Πάνιον της Θράκης και κατά πάσα πιθανότητα ήταν ελληνικής καταγωγής. Οι πληροφορίες για τον ίδιο και τα έργο του προέρχονται από το λεξικό της Σούδας και από τα διασωθέντα αποσπάσματα του έργου του στο “Περί πρεσβειών” του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου, ενώ συναντάμε ατόφια κομμάτια του έργου του σε μεταγενέστερους ιστορικούς. Γεννήθηκε ανάμεσα στο 410 και 420 και πολλές φορές μνημονεύεται ως ρήτορας και σοφιστής. Από τον ίδιο μαθαίνουμε πως πήρε μέρος σε πολλές διπλωματικές αποστολές που του ανατέθηκαν από την Κωνσταντινούπολη. Το 449 συνόδευσε τον αυτοκρατορικό απεσταλμένο Μαξιμίνο, με την ιδιότητα του συμβούλου, στην αυλή του Ούννου Αττίλα, ενώ μετείχε σε αποστολές στη Μέση Ανατολή, στην Αίγυπτο και στη Ρώμη. Ας σημειώσουμε πως στην εποχή του το ρωμαϊκό κράτος ήταν διαιρεμένο σε δυτική και ανατολική αυτοκρατορία, ώσπου το 476 το δυτικό κράτος καταλύθηκε και απέμεινε το ανατολικό, που μετεξελίχτηκε σε Βυζάντιο. 
Η ιστορία του Πρίσκου γνώρισε μεγάλη διάδοση, γιατί από νωρίς καθιερώθηκε ως η βασικότερη πηγή για την ιστορία των Ούννων και τις σχέσεις τους με τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Έτσι, δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε την ιστορικότητα του επεισοδίου της συνάντησης του Πρίσκου με τον Έλληνα απελεύθερο Γραικό (αυτό ήταν το όνομά του), κατά την οποία αντηλλάγησαν διαμετρικώς αντίθετες απόψεις γύρω από τον κόσμο των «βαρβάρων» και των Ρωμαίων. Ο Γραικός πριν από το 441 ήταν ένας ευκατάστατος έμπορος που ζούσε στο Βιμινάκιον της Θράκης. Έπειτα από μια επιδρομή των Ούννων αιχμαλωτίστηκε και τέθηκε στην υπηρεσία του Ούννου αριστοκράτη Ονηγησίου (προφανώς είναι όνομα εξελληνισμένο από τον Πρίσκο). Ο Γραικός επέδειξε πολεμικές αρετές στα πεδία των μαχών το 443 και ενδεχομένως το 447/448 απέκτησε την ελευθερία του και έκτοτε έγινε ομοτράπεζος του κυρίου του. Όταν λοιπόν έφτασε ο Πρίσκος στην αυλή του Αττίλα το 449 και πληροφορήθηκε την ύπαρξή του, επιδίωξε να τον συναντήσει. Ο Γραικός διηγούμενος την ιστορία του στον Πρίσκο αναπόφευκτα προβαίνει σε συγκρίσεις αντιπαραβάλλοντας τη ζωή του με τους Ούννους και τις παλαιότερες εμπειρίες του ως Ρωμαίου πολίτη. 
Ο διάλογος ανάμεσα στους δυο άντρες, με κοινή εθνική καταγωγή, περιέχει όλα τα γνωρίσματα ενός φιλοσοφικού διαλόγου. Τα επιχειρήματα του Πρίσκου αντλούνται από την Πολιτεία του Πλάτωνος και δίνονται με τρόπο φορμαλιστικό, αλλά χωρίς τελικά να απαντούν στα βασικά ερωτήματα που έθεσε ο Γραικός. Ο απώτερος στόχος του Πρίσκου δεν ήταν να αποδείξει στον Γραικό ή στους αναγνώστες του τον ανώτερο πολιτισμό των Ρωμαίων, πράγμα αυτονόητο και αδιαμφισβήτητο για την εποχή του. Βασικός σκοπός του είναι να δείξει τον τρόπο ζωής, τον υλικό πολιτισμό και την κοινωνική συμπεριφορά γενικότερα των Ούννων. Οι επισημάνσεις για τη διατροφή, τα κτίσματά τους, ακόμη για τη φιλοξενία και τα ήθη τους, έχουν διηγηματικό ή μάλλον ανεκδοτολογικό χαρακτήρα, το ίδιο και ο διάλογος με τον πρώην αιχμάλωτο. Με τη μόνη διαφορά ότι στο επεισόδιο αυτό μέσω της κριτικής του ρωμαϊκού συστήματος από τον Έλληνα πρώην έμπορο διατυπώνονται οι γενικότεροι προβληματισμοί του ιστορικού. Ο Γραικός λοιπόν, αφού διηγήθηκε στον Πρίσκο πώς βρέθηκε στους Ούννους και την προσωπική του ιστορία, στην αρχή επισημαίνει ότι οι υπήκοοι της Ρώμης (εννοώντας και της Κωνσταντινούπολης) κινδύνευαν όχι μόνον σε περιόδους πολέμου, αλλά και σε καιρούς ειρήνης. Αντίθετα οι Ούννοι, όταν δεν πολεμούν, ζουν ειρηνικά μεταξύ τους. Ιδιαίτερα αναφέρεται στους Ρωμαίους πολίτες που σε καιρό ειρήνης τους απαγορεύεται να φέρουν όπλα κατά διαταγή των “τυράννων” τους (είναι απίστευτο που αποκαλεί έτσι τους Ρωμαίους αυτοκράτορες) που φοβούνται τις ένοπλες εξεγέρσεις. Κατά τον Γραικό, αυτός είναι ο λόγος που δεν προβάλλουν αντίσταση στους κατακτητές.
Συνακόλουθα, στον πόλεμο, συνεχίζει ο Γραικός, εναποθέτουν όλες τις ελπίδες τους σε ξένους μισθοφόρους και οι στρατηγοί τους αποδεικνύονται δειλοί και αναξιόπιστοι. Αλλά και σε καιρό ειρήνης η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Η φορολογία είναι επαχθής και οι δικαστές χρηματίζονται (το παραδικαστικό κύκλωμα φαίνεται πως ήταν από τότε δημοφιλές!). Οι δικαστικοί αγώνες χρονίζουν, οι κριτές δεν είναι αδέκαστοι και μόνον οι φτωχοί καταδικάζονται! Φανταζόμαστε την έκπληξη του βυζαντινού αξιωματούχου ακούγοντας τις κατηγορίες του Έλληνα πρώην Ρωμαίου πολίτη. Ο Πρίσκος προσπάθησε να απαντήσει σε όλες τις κατηγορίες του Γραικού χωρίς ωστόσο να γίνεται πειστικός, αν και συζητά ένα προς ένα όλα τα θέματα που έθιξε ο συνομιλητής του. Υπενθυμίζει στον Γραικό ότι στη ρωμαϊκή πολιτεία υπάρχει καταμερισμός εργασίας και ευθυνών. Άλλοι φέρουν όπλα και υπερασπίζονται το κράτος και άλλοι καλλιεργούν τη γη. Για τη φορολογία δεν κάνει ειδικά λόγο, αφήνει όμως να εννοηθεί ότι υπάρχει ένα όριο αμοιβής τόσο για τους στρατιώτες όσο και για τους υπερασπιστές της δικαιοσύνης. Όσον αφορά τη διαφθορά στην απονομή του δικαίου και πάλι ο Πρίσκος επικαλείται την κατανομή των αρμοδιοτήτων. Οι δικηγόροι διορίζονται επ’ αμοιβή για να βοηθούν τους διαδίκους που αγνοούν τον νόμο. Η εκδίκαση των υποθέσεων απαιτεί χρόνο, προκειμένου να εξασφαλιστεί και να διακριβωθεί η δικαστική έρευνα. Τέλος, σημειώνει ο Πρίσκος, όλοι ανεξαιρέτως υπόκεινται στους νόμους συμπεριλαμβανομένου και του αυτοκράτορα. Προσθέτει ακόμα ότι ο ίδιος ο Γραικός δεν χρωστά την ελευθερία του στον κύριό του αλλά στην καλή του τύχη, γιατί σε αντίθεση με τους Ούννους, οι Ρωμαίοι συμπεριφέρονται με πατρική στοργή προς τους δούλους τους και οι δούλοι υπό το ρωμαϊκό καθεστώς απολαμβάνουν των προνομίων που τους δίνει ο νόμος.
Ο Γραικός συμφώνησε με τα επιχειρήματα του Πρίσκου παρατηρώντας απλώς πως η ρωμαϊκή πολιτεία και οι νόμοι της είναι καλοί, αλλά δεν έχουν νόημα όταν δεν τηρούνται και όταν η άρχουσα τάξη είναι παρηκμασμένη και διεφθαρμένη και ο κόσμος ζει κάτω από τον φόβο της φορολογίας και των δικαστών που καταδυναστεύουν τις πτωχότερες τάξεις. Ο Πρίσκος πάντως δεν απάντησε ευθέως στην κριτική του Γραικού. Για τη δειλία των Ρωμαίων στρατηγών δεν έκανε λόγο, όπως και για τα θέματα της βαριάς φορολογίας ή την παραχώρηση των προνομίων που εδίδοντο στους πλούσιους και απέβαιναν εις βάρος των λαϊκών μαζών. Προσπάθησε να μεταφέρει τη συζήτηση σε ένα θεωρητικό επίπεδο αποφεύγοντας έτσι να αντιμετωπίσει ευθέως την κριτική του απελεύθερου Γραικού που στηριζόταν σε πρακτικά προβλήματα της καθημερινής διαβίωσης.
Συμπερασματικά, ο Πρίσκος πρόβαλε την κριτική του πρώην αιχμαλώτου κατά του ρωμαϊκού συστήματος, χωρίς να υποχρεωθεί να την αμφισβητήσει. Οι κατηγορίες γίνονται σιωπηρά αποδεκτές και έμμεσα εκφράζουν και τις δικές του πολιτικές απόψεις, παρόλο που καθ’ όλη τη συζήτηση εμφανίζεται ως υπερασπιστής των ρωμαϊκών πολιτιστικών παραδόσεων. Αλλά και ίδιος ο ιστορικός και διπλωμάτης σε άλλο σημείο του έργου του καταδικάζει απερίφραστα την πολιτική διαφθορά και τη στρατιωτική ηγεσία, η οποία προτιμούσε την εξαγορά της ειρήνης από τον πόλεμο, με αποτέλεσμα την επιβολή έκτακτων φόρων. Όσο για τον Γραικό δεν γνωρίζουμε τι απέγινε καθώς δεν υπάρχει κάποια άλλη αναφορά στα σωσμένα αποσπάσματα του ιστορικού έργου του Πρίσκου. Μια πενταετία μετά από αυτή τη περίεργη συνάντηση, το κράτος του Αττίλα διαλύθηκε και είκοσι δύο χρόνια έπειτα καταλύθηκε και το δυτικό ρωμαϊκό κράτος από τους Γερμανούς μισθοφόρους της Ιταλίας. Η ρωμαϊκή ιδέα επέζησε στην ανατολή και σιγά – σιγά έμπαιναν οι βάσεις για τη βυζαντινοποίηση του ρωμαϊκού κράτους.
Πηγή : https://smerdaleos.wordpress.com/2014/01/24/%CE%BF%CE%B9-%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%AF-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%80%CE%BF%CF%81%CF%86%CF%85%CF%81%CE%BF%CE%B3%CE%AD%CE%BD%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%85-1-%CF%80%CF%81%CE%BF/
https://eranistis.net/wordpress/2017/10/09/25562%CE%BF-%CE%AD%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B1%CF%82-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%8E%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%80%CE%BF%CF%85-%CF%85%CF%80%CE%B7%CF%81%CE%AD%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B5-%CF%84/
https://ardin-rixi.gr/archives/257610