Μόλις ο Δαρείος έμαθε ότι ο Αλέξανδρος πλησιάζει και είναι έτοιμος να δώσει μάχη, πέρασε στην απέναντι όχθη του ποταμού Πίναρου τριάντα χιλιάδες περίπου ιππείς και είκοσι χιλιάδες περίπου ψιλούς, για να παρατάξει με ηρεμία τον υπόλοιπο στρατό του. Τοποθέτησε μπροστά από τους οπλίτες τους τριάντα χιλιάδες περίπου Έλληνες μισθοφόρους, απέναντι από τη μακεδονική φάλαγγα. Δίπλα τους, σε κάθε πλευρά, τριάντα χιλιάδες περίπου από τους επονομαζόμενους Κάρδακκες, που ήταν επίσης οπλίτες. Τόσους χωρούσε η περιοχή, αν παρατάσσονταν σε φάλαγγα. Στην αριστερή του πλευρά, κοντά στο βουνό, απέναντι από τη δεξιά πλευρά του Αλέξανδρου, τοποθέτησε γύρω στους είκοσι χιλιάδες. Μερικοί απ’ αυτούς, κινήθηκαν προς τα νώτα της στρατιάς του Αλέξανδρου. Το βουνό στο οποίο παρατάχτηκαν σχημάτιζε σ’ ένα σημείο κοιλότητα, σαν θαλάσσιο κόλπο· έπειτα, σχημάτιζε μία καμπύλη, που έσπρωχνε τους παραταγμένους στους πρόποδες, πίσω από τη δεξιά παράταξη του Αλέξανδρου. Οι υπόλοιποι ψιλοί και οπλίτες παρατάχτηκαν κατά έθνη, πίσω από τους Έλληνες μισθοφόρους και τους παραταγμένους κατά φάλαγγα βαρβάρους, σε τέτοιο βάθος, ώστε να είναι άχρηστοι. Λέγεται ότι όλη η στρατιά του Δαρείου αποτελούνταν από εξακόσιες χιλιάδες μάχιμους άνδρες. Ο Αλέξανδρος βλέποντας ότι λίγο πιο μπροστά η περιοχή πλάταινε τοποθέτησε σε σειρά το ιππικό των επονομαζόμενων εταίρων Θεσσαλών και των Μακεδόνων. Αυτούς του κράτησε κοντά του, στη δεξιά παράταξη, ενώ έστειλε τους Πελοποννήσιους και του υπόλοιπους συμμάχους αριστερά, στον Παρμενίωνα. Όταν ο Δαρείος παρέταξε πια τη φάλαγγά του, έδωσε το σύνθημα να γυρίσουν πίσω οι ιππείς που είχαν τοποθετηθεί μπροστά στο ποτάμι, για να καλύψει τους ελιγμούς της στρατιάς του. Τους περισσότερους απ’ αυτούς, τους τοποθέτησε στο δεξιό κέρας, κοντά στη θάλασσα, όπου η περιοχή ήταν καταλληλότερη για το ιππικό. Ένα άλλο μέρος τους το οδήγησε αριστερά, κοντά στο βουνό. Εκεί όμως, φάνηκε ότι θα ήταν άχρηστοι, εξαιτίας της στενότητας του χώρου. Διέταξε λοιπόν πολλούς απ’ αυτούς να έρθουν με τα άλογά τους στη δεξιά παράταξη. Ο ίδιος ο Δαρείος βρισκόταν στη μέση της παράταξης, όπως προστάζει ο νόμος για τους Πέρσες βασιλείς. Ο Ξενοφών, ο γιος του Γρύλλου, είχε αναφέρει το λόγο αυτής της τοποθέτησης. Εν τω μεταξύ, ο Αλέξανδρος παρατήρησε ότι σχεδόν όλο το περσικό ιππικό μετακινούνταν προς τα αριστερά του, κοντά στη θάλασσα. Εκεί όμως είχε παρατάξει μόνο τους Πελοποννήσιους και το υπόλοιπο συμμαχικό ιππικό. Έστειλε λοιπόν γρήγορα στ’ αριστερά τους Θεσσαλούς ιππείς, διατάζοντάς τους να μην περάσουν μπροστά από την παράταξη, για να μη φανερωθεί η μετακίνησή τους στους εχθρούς, αλλά να κινηθούν κρυφά πίσω από τη φάλαγγα. Τοποθέτησε μπροστά στους ιππείς στα δεξιά τους προδρόμους, με αρχηγό τον Πρωτόμαχο και τους Παίονες, με αρχηγό τον Αρίστωνα. Μπροστά από τους πεζούς, έβαλε τους τοξότες, με αρχηγό τον Αντίοχο. Παρέταξε ακόμη τους Αγριάνες με αρχηγό τον Άτταλο και μερικούς ιππείς σε γωνία, κοντά στο βουνό που βρισκόταν πίσω του. Έτσι, στο δεξιό τμήμα της η φάλαγγα χωριζόταν σε δύο τμήματα, το ένα από τα οποία έβλεπε προς το Δαρείο και το κύριο σώμα των Περσών, πέρα από το ποτάμι και το άλλο προς τους παραταγμένους στο βουνό, απέναντι από τα νώτα τους. Στ’ αριστερά, μπροστά από το πεζικό, τοποθετήθηκαν οι Κρητικοί και οι Θράκες τοξότες, με αρχηγό το Σιτάλκη και μπροστά του το αριστερό τμήμα του ιππικού. Οι ξένοι μισθοφόροι τοποθετήθηκαν πίσω απ’ όλους. Επειδή όμως ο Αλέξανδρος έκρινε ότι η φάλαγγα στα δεξιά ήταν αραιή και οι Πέρσες έδειχναν κατά πολύ να την ξεπερνούν, διέταξε δύο ίλες των εταίρων να φύγουν από το μέσο και να κινηθούν κρυφά προς τα δεξιά. Αυτές ήταν η Ανθεμουσία, με ίλαρχο τον Περοίδα, το γιο του Μενεσθέα και η επονομαζόμενη Λευγαία, με ίλαρχο τον Παντόρδανο, το γιο του Κλέανδρου. Τους τοξότες, μερικούς Αγριάνες και Έλληνες μισθοφόρους τους οδήγησε μπροστά από το δεξιό τμήμα και προεξέτεινε τη φάλαγγα μέχρι το κέρας των Περσών. Οι Πέρσες που είχαν τοποθετηθεί στο βουνό δεν επιχείρησαν κάθοδο· ο Αλέξανδρος διέταξε τους Αγριάνες και λίγους τοξότες να κάνουν έφοδο εναντίον τους. Τους ανάγκασαν εύκολα να εγκαταλείψουν τους πρόποδες και να καταφύγουν στο βουνό. Ο Αλέξανδρος έκρινε λοιπόν ότι έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τους εκεί τοποθετημένους για να συμπληρώσει τη φάλαγγα. Σ’ αυτό το σημείο, έκρινε ότι του αρκούν τριακόσιοι ιππείς.[2,51] Αφού τους τοποθέτησε έτσι, ο Αλέξανδρος διέταξε τη φάλαγγα να προχωρά για κάποιο χρονικό διάστημα με μικρές στάσεις· η πορεία τους έμοιαζε πολύ με περίπατο. Μόλις οι βάρβαροι ταχτοποιήθηκαν στις αρχικές τους θέσεις, ο Δαρείος δεν προχώρησε περισσότερο. Παρέμεινε στις όχθες του ποταμού, που ήταν σε πολλά σημεία απόκρημνες, χτίζοντας χαράκωμα στα σημεία που φαίνονταν πιο ευπρόσβλητα σε έφοδο. Το γεγονός αυτό έδειξε στον Αλέξανδρο και την ακολουθία του ότι ο Δαρείος είχε την ψυχολογία ηττημένου. Όταν τα δυο στρατόπεδα είχαν ήδη πλησιάσει, ο Αλέξανδρος έφιππος περιέτρεχε την παράταξη, παρακινώντας τους άνδρες του να φανούν γενναίοι. Καλούσε με εγκώμια ανάλογα όχι μόνο τους αρχηγούς αλλά και τους λοχαγούς και τους ίλαρχους αλλά και όσους ξένους μισθοφόρους ήταν γνωστότεροι εξαιτίας κάποιου αξιώματος ή κάποιου ανδραγαθήματος. Από παντού, του κραύγαζαν να μην καθυστερεί, αλλά να επιτεθεί στους εχθρούς. Αυτός εξακολουθούσε να τους οδηγεί σε παράταξη, κατ’ αρχήν βαδίζοντας, αν και έβλεπε ήδη το στρατό του Δαρείου. Αυτό, για να μη διασαλευτεί η τάξη στη φάλαγγα και οδηγηθεί σε διάλυση, περπατώντας γρηγορότερα. Μόλις έφτασαν σε απόσταση βολής, πρώτα η δεξιά παράταξη με επικεφαλής τον ίδιο τον Αλέξανδρο μπήκε γρήγορα στο ποτάμι. Σκοπός ήταν να αιφνιδιαστούν οι Πέρσες με την ταχύτητα της επίθεσης να περιοριστούν οι απώλειες από τα περσικά βέλη και να επιταχυνθεί η μάχη σώμα με σώμα. Τα πράγματα έγιναν όπως τα φαντάστηκε ο Αλέξανδρος. Μόλις άρχισε η μάχη σώμα με σώμα, το αριστερό τμήμα του περσικού στρατεύματος τράπηκε σε φυγή. Σ’ αυτό το σημείο, πέτυχαν λαμπρή νίκη ο Αλέξανδρος και η ακολουθία του. Οι Έλληνες μισθοφόροι όμως που πολεμούσαν με τον Δαρείο, επιτέθηκαν στη Μακεδονική φάλαγγα, της οποίας η δεξιά παράταξη είχε αρχίσει να σκορπίζει. Διότι ο Αλέξανδρος με τη βιασύνη του να μπει στο ποτάμι και να ξεκινήσει τη μάχη εκ του συστάδην, έσπρωχνε ήδη τους Πέρσες που ήταν παραταγμένοι σ’ αυτό το σημείο. Το μέσο της παράταξής του όμως δεν μπορούσε να προχωρήσει τόσο γρήγορα· σε πολλά σημεία μάλιστα έπεφτε στις απόκρημνες όχθες και δεν είχε τη δυνατότητα να κρατήσει την αρχική τάξη. Οι Έλληνες μισθοφόροι λοιπόν χτύπησαν τη φάλαγγα στο σημείο που είδαν να έχει χάσει περισσότερο τη συνοχή της. Εκεί παίζονταν πολλά πράγματα· οι μισθοφόροι προσπαθούσαν να ξανασπρώξουν τους Μακεδόνες στο ποτάμι και να κρατήσουν τη νίκη, που ήδη πετούσε μακριά τους· οι Μακεδόνες πάλι δεν ήθελαν να προδώσουν τη διαφαινόμενη επιτυχία του Αλέξανδρου και να καταστρέψουν τη φήμη της φάλαγγας, που μέχρι τότε φημολογούνταν ως ανίκητη. Έπειτα, ξύπνησε ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους Μακεδόνες και τους νότιους Έλληνες. Τότε σκοτώθηκε ο Πτολεμαίος, ο γιος του Σέλευκου, πολεμώντας γενναία και περίπου εκατόν ογδόντα επιφανείς Μακεδόνες. Εν τω μεταξύ τα τάγματα της δεξιάς παράταξης είδαν ότι οι Πέρσες, που βρίσκονταν απέναντί τους, τρέπονταν ήδη σε φυγή. Στράφηκαν λοιπόν εναντίον των ξένων μισθοφόρων του Δαρείου, εκεί όπου το τμήμα της φάλαγγας δεχόταν ισχυρή πίεση· τους απώθησαν από το ποτάμι και, υπερφαλαγγίζοντας τα τμήματα του περσικού στρατεύματος που είχε διασπαστεί, επιτέθηκαν από τα πλάγια και κατάσφαξαν τους μισθοφόρους. Οι Πέρσες ιππείς που βρίσκονταν απέναντι από τους Θεσσαλούς δεν κράτησαν τις θέσεις τους πέρα από το ποτάμι, αλλά το πέρασαν και επιτέθηκαν με παλικαριά στους Θεσσαλούς. Εκεί, έγινε πολύ σκληρή ιππομαχία· οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή, μόνο όταν κατάλαβαν ότι ο Δαρείος έφευγε και οι μισοί είχαν διασκορπιστεί εντελώς και κατασφαγεί από τη φάλαγγα. Τότε πια, έγινε φανερό ότι όλοι τράπηκαν σε φυγή. Κατά την υποχώρηση τα άλογα των Περσών υπέφεραν από τους βαριά οπλισμένους αναβάτες τους· και οι ίδιοι οι ιππείς όμως, καθώς ήταν πολλοί και υποχωρούσαν άτακτα και φοβισμένα μέσα από στενά περάσματα, καταπατούνταν μεταξύ τους και πάθαιναν έτσι μεγαλύτερη ζημιά από αυτή που τους προκαλούσαν οι εχθροί. Οι Θεσσαλοί τους καταδίωκαν με γενναιότητα· έτσι, κατά την υποχώρηση σκοτώθηκαν τόσοι ιππείς όσοι και πεζοί. Ο Δαρείος τώρα μόλις είδε ότι η αριστερή παράταξη πανικοβλήθηκε με την εμφάνιση του Αλέξανδρου και αποκόπηκε από την υπόλοιπη παράταξη, έφυγε με τους πρώτους, έτσι όπως ήταν πάνω στο άρμα. Όσο διέτρεχε ομαλό έδαφος κατά τη φυγή του, ήταν ασφαλής πάνω στο άρμα· μόλις όμως έφτασε σε φαράγγι και σε δύσβατη περιοχή, πέταξε τον κάνδυ (μανδύας) και την ασπίδα του, παράτησε το τόξο μέσα στο άρμα, το εγκατέλειψε εκεί και συνέχισε έφιππος τη φυγή του. Το ότι δεν πιάστηκε αιχμάλωτος από τον Αλέξανδρο, οφείλεται στο ότι έπεσε γρήγορα η νύχτα. Ο Αλέξανδρος όσο κρατούσε το φως, τον κυνηγούσε με όλες του τις δυνάμεις· όταν όμως σκοτείνιασε και δεν μπορούσε να δει μπροστά του, γύρισε πάλι στο στρατόπεδο. Όμως πήρε το άρμα του Δαρείου και, μαζί μ’ αυτό, την ασπίδα, τον κάνδυ και το τόξο. Από την άλλη, καθυστέρησε την καταδίωξη, γιατί μόλις είδε το πρώτο ρήγμα στη φάλαγγα, γύρισε πίσω και δεν ξεκίνησε παρά αφού είδε ότι οι ξένοι μισθοφόροι και το ιππικό διώχνονταν από το ποτάμι. Από τους Πέρσες, σκοτώθηκαν ο Αρσάμης, ο Ρεομίθρης και ο Ατιζύης, αρχηγοί του ιππικού στο Γρανικό· ακόμη, ο Σαυάκης, σατράπης της Αιγύπτου και ο Βουβάκης, Πέρσης αξιωματούχος. Από τους υπόλοιπους σκοτώθηκαν εκατό χιλιάδες περίπου πεζοί και περισσότεροι από δέκα χιλιάδες ιππείς. Λέει μάλιστα ο Πτολεμαίος, ο γιος του Λάγου, που ακολουθούσε τότε τον Αλέξανδρο, ότι οι διώκτες του Δαρείου συνάντησαν ένα φαράγγι και το πέρασαν πατώντας πάνω στα πτώματα. Το στρατόπεδο του Δαρείου καταλήφθηκε αμέσως με έφοδο και αιχμαλωτίστηκαν η μάνα του, η γυναίκα του, που ήταν και αδελφή του, ο μικρός γιος του, δύο κόρες του και λίγες ευγενείς Περσίδες της ακολουθίας. Γιατί οι άλλοι Πέρσες είχαν στείλει τις γυναίκες τους και τα υπάρχοντά τους στη Δαμασκό. Και ο Δαρείος όμως είχε στείλει στη Δαμασκό τα περισσότερα χρήματα του και ό,τι άλλο παίρνει μαζί του ένας μεγάλος βασιλιάς, για να ζει πλουσιοπάροχα στις εκστρατείες του. Έτσι στο στρατόπεδο δε βρέθηκαν παραπάνω από τρεις χιλιάδες τάλαντα. Τα χρήματα που βρίσκονταν στη Δαμασκό τα πήρε λίγο μετά ο Παρμενίων, που πήγε εκεί γι’ αυτόν τον σκοπό. Έτσι τέλειωσε αυτή η μάχη, τον μήνα Μαιμακτηριώνα, όταν στην Αθήνα ήταν επώνυμος άρχων ο Νικοκράτης. Την επόμενη μέρα, ο Αλέξανδρος παρά τον τραυματισμό του στο μηρό από ξίφος, επισκέφτηκε τους πληγωμένους και αφού συγκέντρωσε κήδεψε μεγαλόπρεπα τους νεκρούς, παρατάσσοντας όλη τη φάλαγγα με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο που την οδηγούσε στον πόλεμο. Αυτούς που διαπίστωσε προσωπικά ότι διέπρεψαν στη μάχη, η που υπήρχε ομοφωνία για τα κατορθώματα τους, τους τίμησε με τα λόγια του και με δωρεές ανάλογες με την αξία τους. Όρισε σατράπη της Κιλικίας τον Βάλακρο, τον γιο του Νικάνορα, έναν από τους βασιλικούς σωματοφύλακες. Στη θέση του, στους σωματοφύλακες, τοποθέτησε το Μένητα, το γιο του Διονύσιου. Αρχηγό του τάγματος του Πτολεμαίου, του γιου του Σέλευκου, που σκοτώθηκε στη μάχη, όρισε τον Πολυπέρχοντα, το γιο του Σιμμία. Στους κατοίκους των Σόλων, από τον φόρο που είχε επιβάλει, χάρισε τα πενήντα τάλαντα που δεν του είχαν δώσει ακόμα και επέστρεψε τους ομήρους. [2,6] Φρόντισε ακόμη τη μητέρα, τη γυναίκα και τα παιδιά του Δαρείου. Μερικοί από αυτούς που έγραψαν την ιστορία του Αλέξανδρου λένε ότι την ίδια τη νύχτα που γύρισε από την καταδίωξη του Δαρείου, κατευθύνθηκε προς τη σκηνή του Δαρείου, που επρόκειτο να χρησιμοποιήσει ο ίδιος. Εκεί κοντά λοιπόν άκουσε γυναικεία κλάματα και ανάλογο θόρυβο· ρώτησε να μάθει ποιες είναι αυτές οι γυναίκες και για ποιο λόγο είχαν καταλύσει τόσο κοντά. Κάποιος του απάντησε: «Βασιλιά, είναι η μάνα, η γυναίκα και τα παιδιά του Δαρείου. Έμαθαν ότι έχεις το τόξο του και τον βασιλικό κάνδυ κι ότι έρχεται πίσω η ασπίδα του και θρηνούν, επειδή νομίζουν πως ο Δαρείος πέθανε». ‘Οταν άκουσε αυτά ο Αλέξανδρος, έστειλε έναν εταίρο, τον Λεοννάτο, με την εντολή να τους πει ότι ο Δαρείος ζει και ότι στη φυγή του παράτησε τα όπλα και τον κάνδυ πάνω στο άρμα κι ότι μόνο αυτά τα αντικείμενα κατέχει ο Αλέξανδρος. Ο Λεοννάτος πήγε στη σκηνή, είπε τι συνέβη με το Δαρείο και ακόμη ότι ο Αλέξανδρος θα τους αποδώσει όλες τις βασιλικές τιμές και θα τις προσφωνεί βασίλισσες· αυτό γιατί δεν πολεμά προσωπικά κατά του Δαρείου, αλλά σύμφωνα με τους νόμους για την κυριαρχία της Ασίας. Αυτά λένε ο Πτολεμαίος και ο Αριστόβουλος. Λέγεται ακόμη και κάτι άλλο· την επόμενη μέρα, ο ίδιος ο Αλέξανδρος μπήκε στη σκηνή, έχοντας μόνη συντροφιά τον εταίρο Ηφαιστίωνα. Η μάνα του Δαρείου δεν κατάλαβε ποιος από τους δύο είναι ο βασιλιάς, γιατί ήταν ντυμένοι με τον ίδιο τρόπο. Προχώρησε λοιπόν και προσκύνησε τον Ηφαιστίωνα, που της φάνηκε πιο μεγαλοπρεπής. Ο Ηφαιστίωνας όμως έκανε πίσω και κάποιος από το περιβάλλον της της έδειξε τον Αλέξανδρο λέγοντάς της ποιος είναι. Αυτή ντράπηκε για το λάθος της και υποχώρησε. Τότε ο Αλέξανδρος της είπε ότι δεν κάνει λάθος, γιατί κι εκείνος είναι Αλέξανδρος. Εγώ αναφέρω απλά το γεγονός, ούτε ως αληθινό ούτε όμως και ως εντελώς ψεύτικο. Αλλά αν έγιναν έτσι τα πράγματα, επαινώ τον Αλέξανδρο που λυπήθηκε τις γυναίκες και έδειξε τέτοια εμπιστοσύνη και εκτίμηση στο φίλο του. Μπορεί όμως απλά οι συγγραφείς να έκριναν ότι ο Αλέξανδρος μπορούσε να μιλήσει και να συμπεριφερθεί έτσι. Ακόμη κι αν είναι έτσι τα πράγματα και πάλι τον επαινώ. O Δαρείος ξέφυγε μέσα στη νύχτα, με λίγους από την ακολουθία του. Ξόδεψε την ημέρα στο να συγκεντρώσει τους Πέρσες και τους ξένους μισθοφόρους που σώθηκαν από τη μάχη. Μάζεψε γύρω στους τέσσερις χιλιάδες και μ’ αυτούς κινήθηκε γρήγορα προς την πόλη Θάψακο και τον ποταμό Ευφράτη. Βιαζόταν να βάλει το ποτάμι ανάμεσα στον εαυτό του και στον Αλέξανδρο.
Πηγή: http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/maxes/Issos.htm
Εκπαιδευτικό Ιστολόγιο με στόχο την ενημέρωση για την Μυθολογία, την Προϊστορία, την Ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό greek.history.and.prehistory99@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου