Ο Θεμιστοκλής του Νεοκλέους (527 π.Χ. - 459 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας πολιτικός και στρατηγός. Υπήρξε αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης στην κλασική Αθήνα, έλαβε μέρος στη Μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. και στη Ναυμαχία του Αρτεμισίου το 480 π.Χ.. Έμεινε όμως γνωστός ως ο θεμελιωτής της ναυτικής δύναμης της Αθήνας και ως ο κυριότερος συντελεστής της αποφασιστικής νίκης των Ελλήνων εναντίον των Περσών στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας στις 22 Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ., που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της περσικής παρουσίας στη Μεσόγειο και την Ευρώπη. Το 481 π.Χ. πραγματοποιήθηκε ένα συνέδριο των ελληνικών πόλεων-κρατών, στη διάρκεια του οποίου περίπου 30 πόλεις συμφώνησαν να συμμαχήσουν εναντίον της επικείμενης περσικής εισβολής. Οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι ήταν πάνω απ' όλους στην παρούσα συμμαχία, ορκισμένοι εχθροί των Περσών. Οι Σπαρτιάτες αιτήθηκαν τη διοίκηση των δυνάμεων ξηράς και δεδομένου ότι η Αθήνα θα είχε τη διοίκηση του ελληνικού στόλου, ο Θεμιστοκλής προσπάθησε να διεκδικήσει τη διοίκηση των ναυτικών δυνάμεων. Ωστόσο, οι άλλες ναυτικές δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένης της Κορίνθου και της Αίγινας, αρνήθηκαν να δώσουν τη διοίκηση στους Αθηναίους και ο Θεμιστοκλής υποχώρησε. Αντ' αυτού, ως συμβιβαστική λύση, οι Σπαρτιάτες (που ήταν ασήμαντη ναυτική δύναμη) επέλεξαν τον Ευρυβιάδη ως διοικητή των ναυτικών δυνάμεων. Ωστόσο, είναι σαφές από τον Ηρόδοτο ότι ο Θεμιστοκλής θα ήταν ο πραγματικός ηγέτης του στόλου. Το επόμενο συνέδριο έλαβε χώρα την άνοιξη του 480 π.Χ. Μία θεσσαλική αντιπροσωπεία πρότεινε στους συμμάχους να συγκεντρωθούν στα Στενά των Τεμπών ώστε να εμποδίσουν την επέλαση του Ξέρξη. Εντούτοις όταν στάλθηκε εκεί μία δύναμη 10.000 οπλιτών, ο Αλέξανδρος Α' της Μακεδονίας τους προειδοποίησε ότι η κοιλάδα των Τεμπών θα μπορούσε να παρακαμφθεί με διάφορα άλλα περάσματα στα σύνορα Μακεδονίας-Θεσσαλίας καθώς και ότι ο στρατός του Ξέρξη ήταν εξαιρετικά μεγάλος. Έτσι οι Έλληνες υποχώρησαν. Τον Αύγουστο του 480 π.Χ., όταν ο περσικός στρατός πλησίαζε προς τη Θεσσαλία, ο στόλος των Συμμάχων απέπλευσε προς το Αρτεμίσιο και ο στρατός βάδισε προς τις Θερμοπύλες. Όταν ο περσικός στόλος έφθασε τελικά στο Αρτεμίσιο μετά από σημαντική καθυστέρηση, ο Ευρυβιάδης, για τον οποίο τόσο ο Ηρόδοτος όσο και ο Πλούταρχος αναφέρουν ότι δεν ήταν και ο πιο εμπνευσμένος διοικητής, θέλησε να αποφύγει τη μάχη. Μετά από τρεις ημέρες μάχης, οι σύμμαχοι επικράτησαν του πολύ μεγαλύτερου περσικού στόλου, αλλά υπέστησαν σημαντικές απώλειες. Επιπλέον, η απώλεια της ταυτόχρονης Μάχης των Θερμοπυλών, από προδοσία ενός ντόπιου της περιοχής, του Εφιάλτη, έκανε άσκοπη την παρουσία των συμμάχων στο Αρτεμίσιο κι έτσι οι σύμμαχοι αποσύρθηκαν. Μετά την ήττα των Ελλήνων στις Θερμοπύλες, όλο και περισσότεροι Έλληνες προσχωρούσαν στο στρατόπεδο των Περσών: οι Λοκροί, οι Βοιωτοί, οι Δωριείς του Παρνασσού. Ο Θεμιστοκλής αρνιόταν να δεχτεί την εκδοχή της εγκατάλειψης του αγώνα. Γύρισε στην Αθήνα και προσπάθησε να πείσει τους συμπολίτες του να εγκαταλείψουν προσωρινά την πόλη τους. Οι Αθηναίοι, όπως συνηθιζόταν πριν από κάθε κρίσιμη απόφαση, έστειλαν θεωρούς στους Δελφούς για να ζητήσουν χρησμό. Ο χρησμός που τους έδωσε η Πυθία Αριστονίκη ήταν ιδιαίτερα αποθαρρυντικός. Οι Αθηναίοι επέμειναν και ζήτησαν δεύτερο χρησμό, ελπίζοντας σε μια πιο αισιόδοξη απάντηση που τελικά έλαβαν και που μεταξύ άλλων ανέφερε: "ο Ζευς θα δώσει ένα ξύλινο τείχος που θα μείνει απόρθητο, αυτό το τείχος θα σώσει εσένα και τα παιδιά σου". Όταν ο χρησμός ανακοινώθηκε στους κατοίκους, προκλήθηκε μεγάλη συζήτηση για το εάν η ορθή ερμηνεία θα έπρεπε να είναι κυριολεκτική ή μεταφορική. Ο Θεμιστοκλής υποστήριζε ότι τα σωτήρια ξύλινα τείχη θα ήταν ο στόλος τους. Προκειμένου να ενισχύσει τα επιχειρήματά του, παρουσίασε, με τη σύμφωνη γνώμη των ιερέων της πόλης, στον αθηναϊκό λαό αδιάψευστα, όπως ισχυριζόταν, θεϊκά σημεία. Βεβαίωνε ότι ο όφις της θεάς Αθηνάς, ο προστάτης της πόλης, είχε αφήσει ανέγγιχτες τις προσφορές στο ναό και είχε εγκαταλείψει την πόλη, δείχνοντας στους Αθηναίους το δρόμο προς τη θάλασσα. Οι Αθηναίοι πείστηκαν και κατέφυγαν οι άμαχοι στην Τροιζήνα, στην Αίγινα και στη Σαλαμίνα, όπου οι κάτοικοι δέχθηκαν με καλοσύνη τους πρόσφυγες. Όλοι οι άνδρες που μπορούσαν να πολεμήσουν μπήκαν στα πολεμικά τους πλοία. Στην Αθήνα έμειναν μόνο 500 γέροι και άρρωστοι. Οι Πέρσες, μπαίνοντας στην Αθήνα, εκδικήθηκαν για την πυρπόληση των Σάρδεων παραδίδοντας στις φλόγες τα ιερά της Ακρόπολης. Στη Σαλαμίνα, ο Ευρυβιάδης και οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοί του σκέπτονταν να εγκαταλείψουν τα στενά της Σαλαμίνας και να πάνε με το στόλο τους στον Ισθμό της Κορίνθου, όπου θα αντιμετώπιζαν τον περσικό στόλο. Ο Θεμιστοκλής όμως υποστήριζε ότι ο στόλος έπρεπε να μείνει στη Σαλαμίνα και να ναυμαχήσει στα στενά της, μπροστά στα σημερινά Αμπελάκια. Όταν στο συμβούλιο ο Θεμιστοκλής μέσα στην ορμή του μίλησε πριν από τον Ευρυβιάδη, ο στρατηγός Αδείμαντος από την Κόρινθο τού είπε ότι αυτούς που στους αγώνες ξεκινούν πριν δοθεί το σύνθημα, τους ραπίζουν. Ο Θεμιστοκλής του αποκρίθηκε αμέσως ότι και αυτοί που ξεκινούν πολύ μετά το σύνθημα δεν παίρνουν βραβείο. Τότε ο Ευρυβιάδης θύμωσε και χτύπησε τον Θεμιστοκλή. Ο Θεμιστοκλής, όμως, σαν ψύχραιμος που ήταν, αντί να οργιστεί, είπε τη φράση: "Πάταξον μεν, άκουσον δε". Ο θυμός του Ευρυβιάδη τού πέρασε αμέσως και διατηρήθηκε έτσι η ηρεμία που ήταν απαραίτητη. Όταν όμως ο Αδείμαντος αποκάλεσε τον Θεμιστοκλή άπατρι, επειδή η πατρίδα του δεν ήταν ελεύθερη καθώς ο Ξέρξης είχε κυριεύσει την Αθήνα, ο Θεμιστοκλής αγανακτισμένος τού είπε ότι οι Αθηναίοι έχουν πατρίδα τους τις 200 τριήρεις τους και ότι θα μεταναστεύσουν στο Σίρι της Κάτω Ιταλίας όπου θα ιδρύσουν νέα πόλη. Στη σκέψη ότι οι Αθηναίοι μπορεί να αποχωρούσαν με το στόλο τους, ο Ευρυβιάδης αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Όμως οι άλλοι στρατηγοί, βλέποντας την Αθήνα να καίγεται και τον εχθρικό στόλο να βρίσκεται στο Φάληρο, ετοιμάζονταν να μπουν στα πλοία και να πλεύσουν στον Ισθμό. Τότε ο Θεμιστοκλής μηχανεύτηκε ένα σχέδιο. Έστειλε κρυφά στο εχθρικό στρατόπεδο τον παιδαγωγό των παιδιών του (δούλο), Σίκινο, ο οποίος ήξερε την περσική γλώσσα γιατί ήταν από τους Έλληνες της Ασίας, ν' αναγγείλει στους Πέρσες στρατηγούς ότι οι Έλληνες που ήταν στη Σαλαμίνα σκοπεύουν να φύγουν κρυφά κατά τη διάρκεια της νύχτας και ότι ο περσικός στόλος έπρεπε αμέσως να τους περικυκλώσει και να τους επιτεθεί για να τους καταστρέψει όλους μαζί. Οι Πέρσες πεπεισμένοι ότι ο Θεμιστοκλής υποστήριζε τα περσικά συμφέροντα, έπεσαν στην παγίδα και ξεκίνησαν για το στενό της Σαλαμίνας. Ο περσικός στόλος, που είχε 1.207 πλοία, μπήκε στο στενό της Σαλαμίνας με προπορευόμενα τα Φοινικικά πλοία. Ο ελληνικός στόλος παρατάχθηκε απέναντί τους με 366 πλοία, από τα οποία αντηχούσε ο παιάνας: "Ίτε παίδες Ελλήνων ίτε, ελευθερούτε πατρίδ', ελευθερούτε δε παίδας, γυναίκας, θεών τε πατρώων έδη, θήκας τε προγόνων, νυν υπέρ πάντων αγών". Ο Ευρυβιάδης έδωσε με την σάλπιγγα το σήμα για την επίθεση. Ο Θεμιστοκλής κατόρθωσε να χωρίσει στα δύο το δεξιό και ισχυρότερο μέρος από την παράταξη των Φοινίκων. Επακολούθησε η καταδίωξη και η καταστροφή του περσικού στόλου, που την παρακολουθούσε εξαγριωμένος και αγανακτώντας ο Ξέρξης, καθισμένος σ' ένα θρόνο στο όρος Αιγάλεω. Ο περσικός στόλος έπαθε πανωλεθρία. Οι Έλληνες έμειναν κύριοι του πεδίου της μάχης και έχασαν μόνο 40 τριήρεις ενώ καταστράφηκαν 200 περσικές τριήρεις. Προς το τέλος της σύγκρουσης, μάλιστα, ο Αριστείδης με Αθηναίους οπλίτες αποβιβάστηκε στη νήσο Ψυττάλεια, στα ανατολικά του όρμου, και εξόντωσε την επίλεκτη περσική φρουρά που ήταν εκεί εγκατεστημένη για να σώσει τους Πέρσες ναυαγούς και να εξοντώνει τους Έλληνες. Το αποτέλεσμα της ναυμαχίας, καθώς και μία επανάσταση που ξέσπασε εκείνη την περίοδο στη Βαβυλωνία, ανάγκασαν τον Ξέρξη να επιστρέψει στην Ασία. Πολλοί επιφανείς Πέρσες έχασαν τη ζωή τους, μεταξύ των οποίων και ο στρατηγός Αριαβίγνης, αδελφός του Ξέρξη. Οι Πέρσες, με αρχηγό τον Μαρδόνιο, έμειναν για έναν μόλις ακόμη χρόνο στην Ελλάδα. Έφυγαν οριστικά μετά τη βαριά ήττα τους, το 479 π.Χ., στις Πλαταιές και στη Μυκάλη. Οι Έλληνες, όπως ήταν το θρησκευτικό τους καθήκον, πρόσφεραν στους θεούς τους λάφυρα περσικά και τίμησαν αυτούς που είχαν αγωνισθεί. Έδωσαν βραβείο ανδρείας στους Αιγινήτες και στους Αθηναίους, όταν όμως έγινε ψηφοφορία για το ποιος θα έπαιρνε το βραβείο για τη σύνεσή του, κάθε στρατηγός έβαλε πρώτα το δικό του όνομα, κι έπειτα του Θεμιστοκλή, δείχνονταν μ' αυτόν τον τρόπο τη φιλαυτία τους. Ο Θεμιστοκλής όμως αναγνωρίστηκε και δοξάστηκε απ' όλους ως ο σοφότερος Έλληνας. Ακόμα και οι Σπαρτιάτες τού έδωσαν στεφάνι από ελιά, σαν βραβείο για την ωριμότητά του και την επιδεξιότητά του.Ο Θεμιστοκλής αναμφίβολα υπήρξε ένας διορατικός πολιτικός και ένας μεγαλοφυής ηγέτης που ενδυνάμωσε το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας, κατέστησε την Αθήνα πρώτη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο και απάλλαξε την Ελλάδα από την περσική απειλή, παρότι συναντούσε συνεχώς αντιδράσεις στην εφαρμογή των σχεδίων του. Κατά τον Πλούταρχο, ο Θεμιστοκλής υπήρξε ο κύριος συντελεστής της σωτηρίας της Ελλάδας. Ο προσωπικός του θρίαμβος, η ναυμαχία της Σαλαμίνας, αποτελεί καμπή στους περσικούς πολέμους και μία από τις σπουδαιότερες ναυτικές συγκρούσεις στην ιστορία.
Πηγή:https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CE%B5%CE%BC%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%BA%CE%BB%CE%AE%CF%82
Εκπαιδευτικό Ιστολόγιο με στόχο την ενημέρωση για την Μυθολογία, την Προϊστορία, την Ιστορία και τον ελληνικό πολιτισμό greek.history.and.prehistory99@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου