Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΙΔΥΜΟΤΕΙΧΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΕΩΣ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Στη ΝΑ πλευρά του Διδυμοτείχου υψώνεται ένας βραχώδης οχυρός λόφος γνωστός με το όνομα «Αγία Πέτρα», το ύψος του οποίου είναι 55,90 μέτρα. Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο διαπιστώθηκε ότι ο λόφος αυτός με τη στρατηγική θέση παρουσιάζει αρχαιολογικό ενδιαφέρον. Διάσπαρτα αρχιτεκτονικά μέλη, ένα μικρό τμήμα υστερορωμαϊκού ψηφιδωτού και τέσσερις ελληνόγλωσσες επιγραφές περισυλλέχθηκαν από το λόφο και τη γύρω περιοχή. Από τις επιγραφές αυτές οι δύο είναι της βουλής και του δήμου Πλωτινοπολιτών, τιμητικές για τους Ρωμαίους αυτοκράτορες Ιούλιο Φίλιππο και Βαλεριανό που βασίλεψαν στα μέσα του 3ου αι. μ.Χ. Η τρίτη είναι απολέπισμα βωμού αφιερωμένου στον Απόλλωνα Κερσικόν Σώζοντα, που μαρτυρεί πάλι το όνομα της πόλης ΠΛΩΤΕΙ, ενώ η τέταρτη είναι μία αναθηματική στον Ηρακλή: ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΘΡΑΚΩΝ Κ ΠΟΡΕΩΣ ΗΡΑΚΛΗ. Και συμπληρωμένη: ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΘΡΑΚΩΝ Κ[ΟΤΥΣ ΜΟΚΑ]ΠΟΡΕΩΣ ΗΡΑΚΛΕΙ. Ο Θράκας βασιλιάς είναι ίσως ο Κότυς Μοκαπόρεως, ενώ η επιγραφή θα πρέπει να χρονολογηθεί πρωιμότερα από τις προηγούμενες τρεις, γεγονός που αυξάνει τη σπουδαιότητά της. Στα 1959-60 η επιφανειακή έρευνα του καθηγητή Γεωργίου Μπακαλάκη πάνω και γύρω από το λόφο επιβεβαίωσε την ταύτιση της θέσης αυτής με την Πλωτινόπολη. Οι πηγές μάς πληροφορούν ότι η Πλωτινόπολη ιδρύθηκε από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τραϊανό (98-117 μ.Χ.) για να τιμήσει τη γυναίκα του Πλωτίνη και βρισκόταν δύο περίπου χιλιόμετρα από τον ποταμό Έβρο. Κατά τον Ιεροκλέα και τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο ήταν μία από τις πέντε πόλεις της επαρχίας Αιμιμόντου. Στα εκκλησιαστικά δε χρονικά αναφέρεται ως έδρα επισκόπου της ίδιας επαρχίας υπό τον μητροπολίτη Αδριανουπόλεως. Από τον Προκόπιο επίσης είναι γνωστό ότι ο Ιουστινιανός ανοικοδόμησε τα τείχη της Πλωτινόπολης. Μολονότι η πόλη αναφέρεται από τόσους συγγραφείς, η τοποθεσία αυτής δεν είχε εξακριβωθεί. Μεγάλη διαφωνία υπήρχε μεταξύ αρχαιολόγων και ιστορικών. Ο Μελέτιος την τοποθετεί αόριστα μεταξύ Αδριανούπολης και Τραϊανούπολης. Οι χάρτες του Kiepert την τοποθετούν νότια του Διδυμοτείχου, άλλοι βόρεια του Διδυμοτείχου κοντά στο σημερινό χωριό Πύθιο, ενώ, τέλος, μερικοί την τοποθετούν στο σημερινό Διδυμότειχο. Τελικά όπως αναφέρθηκε και παραπάνω ο καθηγητής Μπακαλάκης ταύτισε τη θέση της «Αγίας Πέτρας» με την Πλωτινόπολη. Η δε έρευνά του έδωσε νέες διαστάσεις στη μελέτη της αρχαίας πόλης. Η ανεύρεση εκτός της ρωμαϊκής και υστερορωμαϊκής κεραμικής και χειροποίητης (εγχώριας), καθώς και ελληνικής (κλασικών χρόνων) κεραμικής στην ίδια θέση, προϋποθέτει την παρουσία θρακικού πληθυσμού και Ελλήνων στα προχριστιανικά χρόνια. Με άλλα λόγια ο Τραϊανός επανίδρυσε την πόλη στη θέση μιας παλιότερης, μάλλον θρακικής, της οποίας το όνομα αγνοούμε. Το 1965, κατά την κατασκευή χαρακώματος από στρατιώτες και σε βάθος περίπου 1,60 μ., ήρθε στο φως το εύρημα που για ευνόητους λόγους σχολιάστηκε περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο. Πρόκειται για τη χρυσή σφυρήλατη προτομή του Σεπτίμιου Σεβήρου, του Ρωμαίου αυτοκράτορα που βασίλεψε από το 193 μέχρι το 211 μ.Χ.. Το έργο που βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο της Κομοτηνής έχει ύψος 0,25 μ., ζυγίζει περίπου 1 κιλό και είναι από χρυσάφι 24 καρατίων. Ο αυτοκράτορας εικονίζεται γενειοφόρος με έντονα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Τα μαλλιά είναι διαμορφωμένα σε κοντούς ελικοειδείς βοστρύχους. Φορεί φολιδωτό θώρακα με γοργόνειο στο στήθος. Ήταν στερεωμένη σε κοντάρι, όπως οι προτομές και άλλων αυτοκρατόρων. Τα πορτραίτα των αυτοκρατόρων ήταν μέσα έκφρασης της πολιτικής τους ιδεολογίας και της αυτοκρατορικής τους εξουσίας. Συγχρόνως ήταν εικόνες λατρείας του αυτοκράτορα θεού στις μακρινές περιοχές της αυτοκρατορίας. Δεν υπάρχει απόλυτη συμφωνία ότι ανήκει στον αυτοκράτορα Σεπτίμιο Σεβήρο, μια που αρκετοί υποστηρίζουν ότι απεικονίζει τον Μάρκο Αυρήλιο. Το καλοκαίρι του 1977 αρχίζει η συστηματική ανασκαφική έρευνα στην «Αγία Πέτρα» από τον καθηγητή Γεώργιο Μπακαλάκη και τον Διαμαντή Τριαντάφυλλο, προϊστάμενο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Θράκης. Η ανασκαφή άρχισε στο κέντρο περίπου του επάνω πλατώματος του λόφου, όπου αποκαλύφθηκε η λίθινη μνημειακή κρηπίδα ενός οικοδομήματος των ρωμαϊκών χρόνων, κτισμένη με μεγάλους καλολαξευμένους γωνιόλιθους και θεμελιωμένη επάνω στον φυσικό βράχο. Η κεραμική, τα νομίσματα και τα άλλα κινητά ευρήματα δείχνουν ότι ο χώρος βρισκόταν σε χρήση από τον 2ο μέχρι τον 6ο αιώνα μ.Χ. Η ανασκαφή έδωσε και σπουδαία κινητά ευρήματα. Ανάμεσά τους και ένα μαρμάρινο ανάγλυφο με παράσταση αλόγου και αναβάτη, του τύπου που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν «Ήρωα της Θράκης» ή «Θράκα Ιππέα». Η λατρεία του θεού ήταν πολύ διαδεδομένη τα ρωμαϊκά χρόνια στη Θράκη, τη Μ. Ασία και την Ευρώπη. Το όνομά του παρέμεινε άγνωστο. Αναφέρεται ως «κύριος» ή «κύριος ήρως» ή απλώς «ήρως». Είναι θεός σωτήριος, θεραπευτής ανθρώπων και ζώων, αλλά συγχρόνως καταχθόνιος και ψυχοπομπός. Ίσως να πρόκειται για τον μυθικό βασιλιά των Θρακών Ρήσο, που, μετά το θάνατό του στην Τροία λατρεύτηκε ως θεός. Ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι κατοικούσε στη Ροδόπη, έτρεφε άλογα και ήταν κυνηγός και ότι οι αγριόχοιροι, τα ελάφια και τα άλλα θηρία πήγαιναν μόνα τους στο βωμό για να θυσιαστούν. Οι ανασκαφές επαναλαμβάνονται στις αρχές της δεκαετίας του ’80 με τη διεύθυνση της κας Εύης Σκαρλατίδου. Τα ευρήματα αυτής της περιόδου υπήρξαν εντυπωσιακά. Ανασκάφηκε μέρος από ένα μεγάλο οικοδόμημα με δύο ψηφιδωτά δάπεδα και υπολείμματα από ένα ή δύο άλλα. Το οικοδόμημα αυτό είναι κτισμένο κλιμακωτά, γιατί αυτό υπαγορεύει η διαμόρφωση του εδάφους. Η διατήρησή του είναι πολύ κακή γιατί υπέστη μεγάλες φθορές. Τα δύο ψηφιδωτά δάπεδα είναι και αυτά πολύ κατεστραμμένα. Από το ένα ψηφιδωτό σώθηκε το 1/4 περίπου. Διακοσμείται με γεωμετρικά μοτίβα γραμμικά μαύρου χρώματος πάνω σε λευκό βάθος, ενώ το κέντρο κατέχει ένα τετράγωνο έμβλημα με παράσταση παρμένη από τη μυθολογία, τη Λήδα με τον Κύκνο (Δίας). Για την παράσταση έχουν χρησιμοποιηθεί πολύχρωμες, λίθινες ψηφίδες ορθογώνια κομμένες. Ειδικά για το κίτρινο, πράσινο και γαλαζοπράσινο χρώμα έχουν χρησιμοποιηθεί ψηφίδες από υαλόμαζα. Η παράσταση διακρίνεται για τη λεπτομερή και σωστή σχεδίαση της μορφής της Λήδας, τις πλούσιες χρωματιστές διαβαθμίσεις και την καλή ποιότητα της τεχνικής του ψηφιδωτού γενικότερα. Το άλλο ψηφιδωτό δάπεδο είναι πολύ μεγαλύτερο, αλλά και αυτό κατεστραμμένο. Γύρω από το κεντρικό τετράγωνο έμβλημα, τελείως κατεστραμμένο σήμερα, υπάρχουν 12 ορθογώνια διάχωρα με παραστάσεις των 12 άθλων του Ηρακλή. Αρκετά από τα διάχωρα είναι τελείως ή μερικώς κατεστραμμένα, ώστε δεν αναγνωρίζονται τα θέματα. Με ασφάλεια αναγνωρίστηκαν έξι μόνο από τους άθλους, ενώ σε δύο διάχωρα διακρίνεται μόνο ο Ηρακλής να επιτίθεται εναντίον του αντιπάλου του. Η πολυχρωμία χαρακτηρίζει και αυτό το ψηφιδωτό. Το σύνολο των παραστάσεων πλαισιώνεται από ταινίες με γεωμετρικά θέματα, όπως φολίδες, κύκλους που τέμνονται και μεγάλα γραμμικά μοτίβα. Με βάση τα διακοσμητικά θέματα των δύο ψηφιδωτών, αλλά και τον τρόπο απόδοσης των παραστάσεών τους, θα μπορούσαν αυτά να χρονολογηθούν στον 2ο αι. μ.Χ. Σε αυτήν επομένως την εποχή θα πρέπει να τοποθετηθεί και η αρχική φάση του κτιρίου. Το φθινόπωρο του 1996, με πιστώσεις του Υπουργείου Μακεδονίας-Θράκης και στη συνέχεια με πιστώσεις του Δήμου Διδυμοτείχου, ξανάρχισαν οι ανασκαφές στην Πλωτινόπολη. Υπεύθυνος της ανασκαφής ο υπογράφων το παρόν κείμενο. Η ανασκαφική έρευνα πραγματοποιείται στο μέσον περίπου της ανατολικής ομαλής πλαγιάς του λόφου, απέναντι ακριβώς από τον ποταμό Έβρο, στην περιοχή όπου παλαιότερα ανασκάφτηκε το κτίριο με τα παραπάνω ψηφιδωτά. Χαράχθηκαν τομές βόρεια (Τομέας Α), δυτικά (Τομέας Β) και νότια (Τομέας Γ) του κτιρίου με τα ψηφιδωτά, με σκοπό τον εντοπισμό κτισμάτων και τη μελέτη στρωματογραφίας. Αρχαιολογικά ευρήματα (κεραμικά, λίθινα) στο λόφο της Αγίας Πέτρας όπως και στο δυτικό άκρο του Κάστρου δείχνουν ότι η ιστορία του Διδυμότειχου ξεκινά την Νεολιθική περίοδο. Από την εποχή του σιδήρου Θρακικά φύλα εγκαταστάθηκαν στους δύο λόφους. Ορισμένα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν ότι κατά την Ελληνιστική εποχή ήταν οικισμός με ευημερία. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, στη θέση του αρχαίου πολίσματος (στο ανατολικό άκρο του σημερινού Διδυμότειχου - στο λόφο της «Αγίας Πέτρας») ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τραϊανός ίδρυσε μια πόλη ελληνικού τύπου («πόλη-κράτος»), η οποία ονομάστηκε Πλωτινούπολη προς τιμή της συζύγου του Πλωτίνας. Στα χρόνια του Διοκλητιανού (Τετραρχίας) η πόλη οχυρώθηκε με τείχος, που ο περίβολός του περιέκλειε και τους δυο λόφους, δηλαδή του Διδυμότειχου και της «Αγίας Πέτρας». Φαίνεται πως βασικό κριτήριο για την επιλογή αυτή του Τραϊανού, στο πλαίσιο της αστικής του πολιτικής, ήταν η εξαιρετικά στρατηγική της θέση, καθώς από τους λόφους, όπου ήταν χτισμένη, δέσποζε δυτικά σε ολόκληρη την κοιλάδα του Ερυθροπόταμου και βόρεια στον εύφορο και εκτεταμένο κάμπο της σημερινής Ορεστιάδας, που είχαν συμπεριληφθεί μέσα στα όρια της «χώρας» της. Εξάλλου, η πόλη έλεγχε ένα σπουδαίο πέρασμα του Ερυθροπόταμου, απ' όπου περνούσε υποχρεωτικά ο ρωμαϊκός δρόμος (παρακλάδι της Εγνατίας) που οδηγούσε στη μέση και άνω κοιλάδα του Έβρου ποταμού, ενώ μια διακλάδωσή του έφερνε στις ακτές του Εύξεινου Πόντου. Από τους αγροτικούς οικισμούς που βρίσκονταν μέσα στα όρια της επικράτειας («χώρας») της Πλωτινούπολης έχουν επισημανθεί πολύ λίγες, μέχρι σήμερα, θέσεις, όπως στην Ορεστιάδα, καθώς και κοντά στα σημερινά χωριά Αμόριο, Βρυσικά-Κυανή, Λάδη, Νεοχώρι και Κόμαρα-Πλάτη. Μετά τον 7ο αιώνα εγκαταλείπεται η Πλωτινούπολη και αναπτύσσεται η Βυζαντινή οχύρωση στο λόφο του Κάστρου. Κατά τη Βυζαντινή περίοδο η πόλη γίνεται πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τρεις φορές, ενώ το 1341, ο Ιωάννης ΣΤ΄ Καντακουζηνός επέλεξε το Διδυμότειχο για να στεφτεί αυτοκράτορας και να διαδεχτεί τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο. Η στέψη του αυτοκράτορα έγινε με κάθε επισημότητα στις 26 Οκτωβρίου του 134 στο ναό του Αγίου Γεωργίου του Παλαιοκαστρίτη (σήμερα Αρμένικη). Κατά την Οθωμανική περίοδο το Διδυμότειχο γίνεται η πρώτη Οθωμανική πρωτεύουσα σε Ευρωπαϊκό έδαφος. Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν ιδιαίτερα δύσκολα για τον πληθυσμό της πόλης, ενώ πολλοί μαρτύρησαν για τη χριστιανική πίστη τους. Κατά την Ελληνική επανάσταση του 1821 εξεγέρθηκε και η περιοχή του Διδυμοτείχου (το Διδυμότειχο ήταν τότε η μεγαλύτερη πόλη της Δυτικής Θράκης ), αλλά η επανάσταση καταστάλθηκε γρήγορα στην περιοχή μετά την ήττα των επαναστατών στη Μάχη του Σαλτηκίου. Ακολούθησε η Δίωση του Διδυμοτείχου , όταν ο Τουρκικός όχλος υποστηριζόμενος από τις Οθωμανικές αρχές, πραγματοποίησε σφαγές και απαγχονισμούς Ελλήνων. Οι σφαγές αυτές προκάλεσαν την απώλεια του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της πόλης, καθώς οι περισσότεροι απ' όσους επέζησαν, προτίμησαν να εγκαταλείψουν την πόλη. Επίσης, κατέρρευσε και η έως τότε κραταιά βιομηχανία της πόλης που αποτελούνταν κυρίως από εργαστήρια πηλοπλαστικής και μεταξουργεία. Το Διδυμότειχο απελευθερώνεται και ενώνεται επίσημα με την Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών τον Ιούλιο του 1920. Στην πόλη υπήρχε μια από τις αρχαιότερες Εβραϊκές κοινότητες της Ελλάδος. Στις 4 Μαΐου 1943 731 Εβραίοι του Διδυμοτείχου μεταφέρθηκαν στην Πολωνία όπου εξοντώθηκαν από τους Γερμανούς κατακτητές. Το 1985 πέθανε ο τελευταίος Εβραίος της πόλης και το 1987 διαλύθηκε επισήμως η Ισραηλιτική Κοινότητα του Διδυμοτείχου. Στην πόλη του Διδυμοτείχου κατά την οθωμανική περίοδο η αρμενική κοινότητα εμφανίστηκε περί τον 18ο αιώνα, ακολουθώντας στην ανάπτυξή την εβραϊκή κοινότητα. Η αρμενική κοινότητα είναι παρούσα και στη σύγχρονη εποχή ως τμήμα της γενικότερης κοινότητας των Αρμενίων στην Ελλάδα.
Πηγή: http://www.archaiologia.gr/blog/2015/09/28/πλωτινόπολη-το-χρονικό-της-έρευνας/

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Διδυμότειχο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου