Πέμπτη 20 Απριλίου 2017

Κατά Μαρκον Ευαγγέλιο : Η σταύρωση και η Ανάσταση του Χριστού

Το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον είναι ένα από τα 4 πρώτα βιβλία του Κανόνα της Καινής Διαθήκης (και ένα εκ των τριών Συνοπτικών Ευαγγελιών), του 2ου μέρους δηλ. της χριστιανικής Αγίας Γραφής το οποίο κατέγραψε ο Εβραίος ευαγγελιστής Μάρκος. Με το βιβλίο αυτό που θεωρείται το αρχαιότερο των τεσσάρων, ο Μάρκος γίνεται εισηγητής ενός νέου φιλολογικού είδους στην παγκόσμια φιλολογία, αυτό του ευαγγελίου. Ο σκοπός του φιλολογικού είδους που λέγεται Ευαγγέλιο είναι να διηγηθεί τα γεγονότα της γέννησης, της ζωής, του Σταυρικού θανάτου και της λαμπρής Ανάστασης του Ιησού, να εκθέσει το περιεχόμενο του κηρύγματός του και τα κυριότερα δογματικά και ηθικά σημεία της νέας θρησκείας, του Χριστιανισμού, και ενώ δεν παραβλέπει την ιστορικότητα της αφήγησης, την υπερβαίνει και αποβαίνει στο αισιόδοξο μήνυμα το οποίο, το κεντρικό πρόσωπο της ιστορίας, ο Ιησούς Χριστός, απευθύνει στον άνθρωπο κάθε εποχής.
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ : Και έρχονται σε μια περιοχή που έχει το όνομα Γεθσημανή και λέει στους μαθητές του: «Καθίστε εδώ, ωσότου προσευχηθώ». Και παραλαβαίνει μαζί του τον Πέτρο και τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και άρχισε να μένει έκθαμβος και να αδημονεί. Και τους λέει: «Περίλυπη είναι η ψυχή μου, ως το θάνατο. Μείνετε εδώ και αγρυπνείτε». Και αφού προχώρησε σε μικρή απόσταση, έπεφτε στη γη και προσευχόταν για να παρέλθει από αυτόν, αν ήταν δυνατό, εκείνη η ώρα. Και έλεγε: «Αββά, Πατέρα, όλα είναι δυνατά σ’ εσένα. Απομάκρυνε αυτό το ποτήρι από εμένα. αλλά όχι ό,τι εγώ θέλω, αλλά ό,τι εσύ». Και έρχεται και τους βρίσκει να κοιμούνται, και λέει στον Πέτρο: «Σίμωνα, κοιμάσαι; Δεν μπόρεσες μια ώρα να αγρυπνήσεις; Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μην έρθετε σε πειρασμό. Το πνεύμα είναι βεβαίως πρόθυμο, αλλά η σάρκα ασθενής». Και πάλι έφυγε και προσευχήθηκε και είπε τα ίδια λόγια. Και πάλι ήρθε και τους βρήκε να κοιμούνται, γιατί τα μάτια τους ήταν πολύ βαριά από τη νύστα και δεν ήξεραν τι να του αποκριθούν. Και έρχεται για τρίτη φορά και τους λέει: «Κοιμάστε λοιπόν και αναπαύεστε. φτάνει. Ήρθε η ώρα, ιδού, παραδίνεται ο Υιός του ανθρώπου στα χέρια των αμαρτωλών. Σηκώνεστε, ας πηγαίνουμε. Ιδού, αυτός που θα με παραδώσει έχει πλησιάσει». Και ευθύς, ενώ αυτός μιλούσε ακόμα, παρουσιάζεται ο Ιούδας, ένας από τους δώδεκα, και μαζί του όχλος με μάχαιρες και ξύλα από μέρους των αρχιερέων και των γραμματέων και των πρεσβυτέρων. Αυτός που θα τον παράδινε είχε δώσει μάλιστα σύνθημα σ’ αυτούς λέγοντας: «Όποιον φιλήσω, αυτός είναι. κρατήστε τον και οδηγήστε τον στο δικαστήριο με ασφάλεια». Και αφού ήρθε, ευθύς πλησίασε σε αυτόν και του λέει: «Ραβί», και τον καταφίλησε. Εκείνοι έβαλαν τα χέρια πάνω του και τον κράτησαν. Ένας τότε, κάποιος από αυτούς που είχαν σταθεί εκεί κοντά, αφού τράβηξε τη μάχαιρα, χτύπησε το δούλο του αρχιερέα και του αφαίρεσε το αυτί. .Και έλαβε το λόγο ο Ιησούς και τους είπε: «Σαν ενάντια σε ληστή εξήλθατε με μάχαιρες και ξύλα, για να με συλλάβετε; Κάθε ημέρα ήμουν κοντά σας, διδάσκοντας μέσα στο ναό, και δε με κρατήσατε. Αλλά αυτό έγινε, για να εκπληρωθούν οι Γραφές». Και τότε τον άφησαν και έφυγαν όλοι. Και κάποιος νεαρός ακολουθούσε μαζί του περιτυλιγμένος με σεντόνι πάνω στο γυμνό του σώμα. και τον κρατούν. Εκείνος εγκατέλειψε το σεντόνι και έφυγε γυμνός. Και οδήγησαν τον Ιησού προς τον αρχιερέα, και συνέρχονται όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς. Και ο Πέτρος από μακριά τον ακολούθησε ως μέσα στην αυλή του αρχιερέα, και καθόταν μαζί με τους υπηρέτες και θερμαινόταν κοντά στο φως της φωτιάς. Οι αρχιερείς, λοιπόν, και όλο το συνέδριο ζητούσαν μαρτυρία κατά του Ιησού, για να τον θανατώσουν, και δεν εύρισκαν. Γιατί πολλοί ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του, αλλά οι μαρτυρίες δεν ήταν σύμφωνες. Και μερικοί, αφού σηκώθηκαν, ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του λέγοντας: «Εμείς τον ακούσαμε να λέει: “Εγώ θα καταστρέψω το ναό τούτο το χειροποίητο και μέσα σε τρεις ημέρες άλλο αχειροποίητο θα οικοδομήσω”». Αλλά ούτε έτσι δεν ήταν σύμφωνη η μαρτυρία τους. Και τότε σηκώθηκε ο αρχιερέας στο μέσο και επερώτησε τον Ιησού λέγοντας: «Δεν αποκρίνεσαι τίποτα; Τι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;» .Εκείνος σιωπούσε και δεν αποκρίθηκε τίποτα. Πάλι ο αρχιερέας τον επερωτούσε και λέει σ’ αυτόν: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Ευλογητού;» Ο Ιησούς τότε είπε: «Εγώ είμαι, και θα δείτε τον Υιό του ανθρώπου από τα δεξιά να κάθεται της Δύναμης και να έρχεται μαζί με τις νεφέλες του ουρανού». Ο αρχιερέας τότε, αφού ξέσχισε τους χιτώνες του, λέει: «Τι ανάγκη έχουμε ακόμα από μάρτυρες; Ακούσατε τη βλαστήμια. Τι σας φαίνεται;» Εκείνοι όλοι τον κατάκριναν πως είναι ένοχος θανάτου. Και άρχισαν μερικοί να τον φτύνουν και να περικαλύπτουν το πρόσωπό του και να τον χαστουκίζουν και να του λένε: «Προφήτεψε». Και οι υπηρέτες τον πήραν στα χαστούκια. Και ενώ ο Πέτρος ήταν κάτω στην αυλή, έρχεται μία από τις μικρές δούλες του αρχιερέα και, όταν είδε τον Πέτρο να θερμαίνεται, τον κοίταξε μέσα στα μάτια και του λέει: «Κι εσύ μαζί με το Ναζαρηνό ήσουν, τον Ιησού». Εκείνος το αρνήθηκε λέγοντας: «Ούτε ξέρω ούτε καταλαβαίνω εσύ τι λες». Και βγήκε έξω στο προαύλιο. Και λάλησε ένας πετεινός. Και η μικρή δούλη, όταν τον είδε, άρχισε πάλι να λέει σ’ όσους είχαν σταθεί εκεί: «Αυτός είναι από αυτούς». Εκείνος πάλι αρνιόταν. Και μετά από λίγο, πάλι όσοι είχαν σταθεί εκεί, έλεγαν στον Πέτρο: «Αλήθεια, από αυτούς είσαι, γιατί είσαι και Γαλιλαίος». Εκείνος άρχισε να αναθεματίζει και να ορκίζεται: «Δεν ξέρω τον άνθρωπο τούτον που λέτε». Και ευθύς για δεύτερη φορά ένας πετεινός λάλησε. Και θυμήθηκε ο Πέτρος το λόγο καθώς του είπε ο Ιησούς: «Πριν ο πετεινός λαλήσει δύο φορές, τρεις θα με απαρνηθείς» και αφού έπεσε πάνω στη γη, έκλαιγε. Και ευθύς το πρωί έκαναν συμβούλιο οι αρχιερείς μαζί με τους πρεσβυτέρους και τους γραμματείς και όλο το συνέδριο και, αφού έδεσαν τον Ιησού, τον έφεραν και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο. Και τον επερώτησε ο Πιλάτος: «Εσύ είσαι ο βασιλιάς των Ιουδαίων;» Εκείνος του αποκρίθηκε και λέει: «Εσύ το λες». Και οι αρχιερείς τον κατηγορούσαν πολλά. Ο Πιλάτος λοιπόν πάλι τον επερωτούσε λέγοντας: «Δεν αποκρίνεσαι τίποτα; Δες πόσα σε κατηγορούν». Αλλά ο Ιησούς τίποτα πια δεν αποκρίθηκε, ώστε θαύμαζε ο Πιλάτος. Κατά την εορτή, λοιπόν, τους απέλυε ένα φυλακισμένο, όποιον ζητούσαν. Ήταν τότε φυλακισμένος ο λεγόμενος Βαραβάς μαζί με τους στασιαστές, οι οποίοι κατά τη στάση είχαν κάνει φόνο. Και όταν ανέβηκε το πλήθος, άρχισε να του ζητά καθώς τους έκανε. Ο Πιλάτος τότε τους αποκρίθηκε λέγοντας: «Θέλετε να σας απολύσω το βασιλιά των Ιουδαίων;» Γιατί γνώριζε ότι από φθόνο τον είχαν παραδώσει οι αρχιερείς. Αλλά οι αρχιερείς ξεσήκωσαν το πλήθος, για να τους απολύσει μάλλον το Βαραβά. Ο Πιλάτος τότε, πάλι έλαβε το λόγο και τους έλεγε: «Τι θέλετε λοιπόν να κάνω αυτόν που λέτε “βασιλιά των Ιουδαίων”;» Εκείνοι πάλι έκραξαν: «Σταύρωσέ τον». Ο Πιλάτος όμως τους έλεγε: «Γιατί, τι κακό έκανε;» Εκείνοι περισσότερο έκραξαν: «Σταύρωσέ τον». Ο Πιλάτος, λοιπόν, θέλοντας να ικανοποιήσει τον όχλο, τους απόλυσε το Βαραβά και παράδωσε τον Ιησού, αφού τον μαστίγωσε, για να σταυρωθεί. Οι στρατιώτες τότε τον οδήγησαν μέσα στην εσωτερική αυλή, που είναι το πραιτόριο, και συγκαλούν όλη τη στρατιωτική μονάδα. Και τον ντύνουν με πορφύρα και του θέτουν γύρω από το κεφάλι ένα αγκάθινο στεφάνι που έπλεξαν. Και άρχισαν να τον χαιρετούν: «Χαίρε, βασιλιά των Ιουδαίων». Και χτυπούσαν το κεφάλι του με καλάμι και τον έφτυναν και, αφού έπεσαν στα γόνατα, τον προσκυνούσαν. Και όταν τον ενέπαιξαν, τον έγδυσαν από την πορφύρα και τον έντυσαν με τα ρούχα του. Και τον οδηγούν έξω για να τον σταυρώσουν. Και αγγαρεύουν κάποιον που περνούσε από εκεί κοντά, το Σίμωνα τον Κυρηναίο, που ερχόταν από την εξοχή, τον πατέρα του Αλέξανδρου και του Ρούφου, για να σηκώσει το σταυρό του. Και τον φέρνουν πάνω στον τόπο του Γολγοθά, που ερμηνεύεται, “Κρανίου Τόπος”. Και του έδιναν κρασί με σμύρνα. αλλά αυτός δεν το έλαβε. Και τον σταυρώνουν και διαμοιράζονται τα ιμάτιά του, ρίχνοντας κλήρο γι’ αυτά τι κανείς θα πάρει. Ήταν τότε εννιά η ώρα το πρωί, και τον σταύρωσαν. Και ήταν η επιγραφή της αιτίας της καταδίκης του γραμμένη από πάνω του: “Ο βασιλιάς των Ιουδαίων”. Και μαζί του σταυρώνουν δύο ληστές, έναν από τα δεξιά και έναν από τα αριστερά του. Και εκπληρώθηκε η Γραφή που λέει: Και μαζί με άνομους λογαριάστηκε. Και εκείνοι που πορεύονταν δίπλα του τον βλαστημούσαν κουνώντας τα κεφάλια τους και λέγοντας: «Α, εσύ που καταστρέφεις το ναό και τον οικοδομείς σε τρεις ημέρες, σώσε τον εαυτό σου και κατέβα από το σταυρό». Όμοια και οι αρχιερείς τον ενέπαιζαν μεταξύ τους μαζί με τους γραμματείς και έλεγαν: «Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δε δύναται να σώσει. Ο Χριστός, ο βασιλιάς του Ισραήλ, ας κατέβει τώρα από το σταυρό, για να δούμε και να πιστέψουμε». Και αυτοί που ήταν σταυρωμένοι μαζί του τον έβριζαν. Και όταν έγινε εξι η ώρα το απόγευμα, έγινε σκοτάδι πάνω σε όλη τη γη ως τις εννέα η ώρα το βράδυ. Και στις τρεις η ώρα βόησε ο Ιησούς με φωνή μεγάλη: «Ελωι ελωι λεμα σαβαχθανι;», που όταν ερμηνεύεται σημαίνει: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» Και μερικοί από αυτούς που είχαν σταθεί εκεί κοντά, όταν άκουσαν, έλεγαν: «Δες, τον Ηλία φωνάζει». Έτρεξε τότε κάποιος και, αφού γέμισε ένα σφουγγάρι με ξίδι, το έθεσε γύρω από ένα καλάμι και του έδινε να πιει λέγοντας: «Αφήστε, ας δούμε αν έρχεται ο Ηλίας να τον κατεβάσει».  Και ο Ιησούς, αφού άφησε να βγει φωνή μεγάλη, εξέπνευσε. Και το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο από πάνω ως κάτω. Όταν είδε τότε ο εκατόνταρχος, που είχε σταθεί απέναντί του, ότι έτσι εξέπνευσε, είπε: «Αλήθεια, αυτός ο άνθρωπος ήταν Υιός Θεού». Και ήταν και γυναίκες από μακριά που κοιτούσαν, μεταξύ των οποίων και η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, και η Σαλώμη, οι οποίες, όταν ο Ιησούς ήταν στη Γαλιλαία, τον ακολουθούσαν και τον διακονούσαν. Ήταν επίσης και πολλές άλλες που ανέβηκαν μαζί του στα Ιεροσόλυμα.  Και όταν ήδη έγινε βράδυ, επειδή ήταν Παρασκευή, που είναι η προηγούμενη ημέρα του Σαββάτου, ήρθε ο Ιωσήφ, που καταγόταν από την Αριμαθαία, σεβαστό μέλος του Συνεδρίου, που κι αυτός περίμενε τη βασιλεία του Θεού, ο οποίος τόλμησε, εισήλθε και παρουσιάστηκε μπροστά στον Πιλάτο και ζήτησε το σώμα του Ιησού. Αλλά ο Πιλάτος θαύμασε απορώντας αν είχε ήδη πεθάνει και, αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε αν πέθανε από ώρα. Και όταν το έμαθε από τον εκατόνταρχο, δώρισε το πτώμα στον Ιωσήφ. Και εκείνος αφού αγόρασε ένα σεντόνι, τον κατέβασε από το σταυρό, τον τύλιξε στο σεντόνι και τον έθεσε μέσα σε μνήμα που ήταν λατομημένο στο βράχο. Και μετά κύλησε ένα λίθο πάνω στη θύρα του μνήματος. Τότε η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιωσή κοιτούσαν πού έχει τεθεί. Και όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου και η Σαλώμη αγόρασαν αρώματα, για να έρθουν και να τον αλείψουν. Και πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο έρχονται στο μνήμα, όταν ανάτειλε ο ήλιος. Και έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλήσει μακριά το λίθο από τη θύρα του μνήματος;» Και όταν σήκωσαν το βλέμμα τους, κοιτούν ότι έχει κυλήσει μακριά ο λίθος. ήταν πράγματι πάρα πολύ μεγάλος. Και αφού εισήλθαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό να κάθεται στα δεξιά ντυμένο με στολή λευκή και έμειναν έκθαμβες. Εκείνος τους λέει: «Μη μένετε έκθαμβες. Τον Ιησού ζητάτε, το Ναζαρηνό, το σταυρωμένο. Εγέρθηκε, δεν είναι εδώ. Να ο τόπος όπου τον έθεσαν. Αλλά πηγαίνετε, πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο ότι πηγαίνει πριν από εσάς στη Γαλιλαία. εκεί θα τον δείτε καθώς σας είπε». Και εκείνες εξήλθαν και έφυγαν από το μνήμα, γιατί τις κατείχε τρόμος και έκσταση. Και σε κανέναν δεν είπαν τίποτα. γιατί φοβούνταν. Και αφού αναστήθηκε πρωί την πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, φάνηκε πρώτα στη Μαρία τη Μαγδαληνή, από την οποία είχε βγάλει εφτά δαιμόνια. Εκείνη πορεύτηκε και το ανάγγειλε σ’ αυτούς που ήταν μαζί του, οι οποίοι πενθούσαν και έκλαιγαν. Κι εκείνοι, όταν άκουσαν ότι ζει και ότι αυτή τον είδε, απίστησαν. Και μετά από αυτά, φανερώθηκε με άλλη μορφή σε δύο από αυτούς που περπατούσαν, ενώ πορεύονταν σε ένα χωριό. 13 Κι εκείνοι έφυγαν και το ανάγγειλαν στους υπόλοιπους. ούτε σ’ εκείνους πίστεψαν. Και ύστερα, ενώ κάθονταν, για να φάνε, φανερώθηκε σ’ αυτούς τους έντεκα και επιτίμησε την απιστία τους και τη σκληροκαρδία τους, γιατί δεν πίστεψαν σ’ εκείνους που τον είδαν εγερμένο. Και τους είπε: «Πορευτείτε σε όλο τον κόσμο και κηρύξετε το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση. Όποιος πιστέψει και βαφτιστεί θα σωθεί, όποιος όμως απιστήσει θα κατακριθεί. Και αυτά τα θαυματουργικά σημεία θα συνοδέψουν εκείνους που θα πιστέψουν: θα βγάλουν δαιμόνια στο όνομά μου, θα μιλήσουν καινούργιες γλώσσες και θα σηκώσουν στα χέρια τους φίδια, και αν πιουν κάτι θανάσιμο, δε θα τους βλάψει. θα θέσουν τα χέρια πάνω σε αρρώστους και θα γίνουν καλά». 
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Κατά_Μάρκον_Ευαγγέλιον

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.16.htm#H_Anastash_tou_Ihsou

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.15.htm#H_Staurwsh_kai_o_thanatos_tou_Ihsou

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.15.htm#H_Apokathilwsh_kai_h_Tafh_tou_Ihsou

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.15.htm#Oi_stratiwtes_empaizoun_ton_Ihsou

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.15.htm#O_Ihsous_odhgeitai_ston_Pilato_kai_h_katadikh_se_thanato

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.14.htm#H_arnhsh_kai_h_metanoia_tou_Petrou

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.14.htm#O_Ihsous_sto_megalo_sunedrio

http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Kata_Markon_Euaggelio/Kata_Markon_Euaggelio_kef.14.htm#H_prodosia_kai_h_sullhpsh_tou_Ihsou

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου