Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2019

Στρατηγική και τακτικές αρχαίων ανδρών που κυβερνούν την οικουμένη (Μέρος Β') : Θουκυδίδης (Ελλάδα)

Ο Θουκυδίδης του Ολόρου ο Αλιμούσιος (460 π.Χ. - 399 π.Χ.) ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός, γνωστός για τη συγγραφή της Ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου. Πρόκειται για ένα κλασικό ιστορικό έργο, το πρώτο στο είδος του, που αφηγείται με τεκμηριωμένο τρόπο τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 - 404 π.Χ.), μεταξύ της Αθήνας και τηςΣπάρτης. Ο Θουκυδίδης έζησε ως το τέλος του πολέμου, όπως λέει ο ίδιος στο Ε 26 της Ιστορίας, αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη συγγραφή του έργου. Πρόλαβε να γράψει γεγονότα εως το 411 π.Χ. Το έργο του άσκησε μεγάλη επιρροή σε ιστορικούς και μελετάται ως σήμερα από πολιτικούς επιστήμονες, καθώς θεωρείται ο πατέρας του πολιτικού ρεαλισμού ως προσέγγιση στη μελέτη των διεθνών σχέσεων. Γεννημένος στον δήμο Αλιμούντος, τον σημερινό Άλιμο, ο Θουκυδίδης είχε συγγενικούς δεσμούς με τον Αθηναίο πολιτικό και στρατηγό Μιλτιάδη και το γιο του Κίμωνα. Το 424 π.Χ. εκλέχθηκε στρατηγός και ανέλαβε τη διοίκηση επτά πλοίων που αγκυροβολούσαν στη Θάσο, λόγω των διασυνδέσεών του στην περιοχή. Κατά το χειμώνα του 424/3 π.Χ. ο Σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας επιτέθηκε στην Αμφίπολη, μια παραλιακή πόλη της Μακεδονίας στα δυτικά της Θάσου, στρατηγικής σημασίας για την Αθηναϊκή Συμμαχία, λόγω της ναυπηγήσιμης ξυλείας που πρόσφερε η περιοχή και επειδή βρισκόταν κοντά στα χρυσωρυχεία του Παγγαίου. Ο Αθηναίος διοικητής της Αμφίπολης ζήτησε βοήθεια από το Θουκυδίδη. Ο Βρασίδας, γνωρίζοντας ότι ο Θουκυδίδης βρισκόταν στη Θάσο και φοβούμενος βοήθεια από τη θάλασσα, έσπευσε να προσφέρει ευνοϊκούς όρους στους κατοίκους της Αμφίπολης για παράδοση, τους οποίους και δέχτηκαν. Έτσι όταν ο Θουκυδίδης έφτασε στην Αμφίπολη, η πόλη ήταν ήδη υπό σπαρτιατικό έλεγχο. Τα νέα για την απώλεια της Αμφίπολης προκάλεσαν μεγάλη αναστάτωση στην Αθήνα. Σχετικά με την αποτυχία του να σώσει την πόλη, ο Θουκυδίδης αναφέρει: «Μου συνέβη να εξοριστώ από την πόλη μου επί είκοσι χρόνια μετά τη στρατηγία μου στην Αμφίπολη και, έχοντας επαφή με τα πράγματα των δύο πλευρών, και ιδίως, λόγω της εξορίας μου, με τα πράγματα των Πελοποννήσιων, είχα τη δυνατότητα να τα προσεγγίσω απερίσπαστος και να τα κατανοήσω καλύτερα». Πιθανόν ο Θουκυδίδης ταξίδεψε και στη Σικελία κατά την εκστρατεία στη Σικελία, καθώς υπάρχουν παραδείγματα βαθιάς γνώσης των τοπικών συνθηκών. Κάποιος με το όνομα Οινόβιος κατάφερε να περάσει ένα νόμο που επέτρεπε στο Θουκυδίδη να γυρίσει στην Αθήνα, πιθανόν λίγο μετά την παράδοση της Αθήνας και το τέλος του πολέμου το 404 π.Χ.. Ο Παυσανίας συνεχίζει λέγοντας ότι δολοφονήθηκε κατά την επιστροφή του στην Αθήνα. Πολλοί αμφισβητούν αυτή την εκδοχή, θεωρώντας πως υπάρχουν ενδείξεις ότι έζησε μέχρι και το 398 π.Χ. Το σίγουρο είναι ότι, παρόλο που έζησε μετά το τέλος του πολέμου, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει την Ιστορία του. Η αφήγησή του τελειώνει απότομα στο μέσο του 411 π.Χ., υποδηλώνοντας ίσως ότι πέθανε ξαφνικά κατά τη διάρκεια της συγγραφής του έργου. Σύμφωνα με κάποια παράδοση αναφέρεται ότι το κείμενό του βρέθηκε να τελειώνει με μία ανολοκλήρωτη πρόταση. Τα λείψανά του επιστράφηκαν στην Αθήνα και ενταφιάστηκαν στον οικογενειακό τάφο του Κίμωνα.
Ο Θουκυδίδης πεκπαιδεύτηκε από τους Σοφιστές, δασκάλους και φιλοσόφους της κλασικής Αθήνας (Αναξαγόρα και Αντιφώντα). Έχει επηρεαστεί, από την τραγωδία πράγμα που φαίνεται από το διάλογο των Αθηναίων- Μηλίων, ο οποίος είναι γραμμένος σε μορφή ερώτησης απάντησης (στιχομυθία). Επίσης συχνά αντιδιαστέλλει τη γνώμη με την τύχη, επηρεασμένος και πάλι από την τραγωδία. Ο Θουκυδίδης θαύμαζε τον Περικλή και επιδοκίμαζε την εξουσία που είχε στο λαό, παρόλο που αποστρεφόταν τους λαϊκιστές δημαγωγούς που τον διαδέχτηκαν. Ο Θουκυδίδης δεν ήταν υπέρμαχος της ριζικής δημοκρατίας που προωθούσε ο Περικλής, αλλά πίστευε ότι ήταν αποδεκτή όταν λειτουργούσε υπό την καθοδήγηση ενός ικανού ηγέτη. Άλλη επιρροή του Θουκυδίδη ήταν ο Ιπποκράτης. Στο τμήμα του έργου που περιγράφει το λοιμό που έπληξε την Αθήνα η ανάλυση του πάνω στα χαρακτηριστικά της ασθένειας αυτής είναι πολύ λεπτομερής και δείχνει άμεσα την επιρροή του από τον Ιπποκράτη.
Ο Θουκυδίδης γενικά αναγνωρίζεται ως ένας από τους πρώτους αληθινούς ιστορικούς. Με την εισαγωγή της μεθόδου της ιστορικής αιτιότητας, δηλαδή της αναζήτησης των βαθύτερων αιτιών ενός γεγονότος, υπήρξε ο πρώτος που προσέγγισε με επιστημονικό τρόπο την ιστορία. Ο Θουκυδίδης δεν εξετάζει την τέχνη, τη λογοτεχνία ή την κοινωνία της εποχής εκείνης, αλλά αυστηρά ό,τι θεωρούσε ότι σχετιζόταν με τον πόλεμο, και αυτό γιατί περιέγραφε ένα συγκεκριμένο γεγονός και όχι μια ιστορική περίοδο. Επίσης άξιο προσοχής αποτελεί τ' ότι είχε συναίσθηση της σπουδαιότητας που θα είχε το έργο του για τις μελλοντικές γενιές.
Θουκυδίδης : «Αλλά θα είμαι ικανοποιημένος αν το έργο μου κριθεί ωφέλιμο από όσους θελήσουν να έχουν ακριβή γνώση των γεγονότων που συνέβησαν και εκείνων που θα συμβούν στο μέλλον, τα οποία, με δεδομένη την ανθρώπινη κατάσταση, θα είναι όμοια ή παραπλήσια. Έγραψα την ιστορία μου για να μείνει αιώνιο κτήμα των ανθρώπων και όχι σαν έργο επίκαιρου διαγωνισμού για ένα πρόσκαιρο ακροατήριο».
Ο Θουκυδίδης θεωρείται ο «πατέρας» του πολιτικού ρεαλισμού, της κυρίαρχης σχολής σκέψης στις διεθνείς σχέσεις και τις στρατηγικές σπουδές. Είναι εξαιρετικά συνηθισμένο οι σύγχρονοι θεωρητικοί των διεθνών σχέσεων να αρχίζουν τα βιβλία τους με αναφορές στο Θουκυδίδη και να καταπιάνονται με τα επιχειρήματά του, ακόμα και όταν διαφωνούν με αυτά. Είναι επίσης συνηθισμένο πολιτικοί που λειτούργησαν με βάση τις αρχές του πολιτικού ρεαλισμού, όπως οι Αμερικανοί υπουργοί Εξωτερικών George Marshall και Henry Kissinger, να νιώθουν την ανάγκη να ανατρέξουν στο Θουκυδίδη για να δικαιολογήσουν τη πολιτική τους πρακτική. Το πόσο ενδιαφέρει το έργο του Θουκυδίδη φαίνεται επίσης από τη συνεχώς αυξανόμενη σχετική ξενόγλωσση βιβλιογραφία. Στην Ελλάδα, αντίθετα, ο Θουκυδίδης είναι ένας «γνωστός-άγνωστος». Είναι γνωστός γιατί το έργο του για τον Πελοποννησιακό πόλεμο διδάσκεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και είναι ταυτόχρονα «άγνωστος» γιατί η έμφαση που δίνεται στη μετάφρασή του κειμένου, στο συντακτικό και στη γραμματική συνήθως αποπροσανατολίζει από τη σε βάθος κατανόηση του κειμένου. Κατ’ αναλογία, η υπάρχουσα ελληνική βιβλιογραφία σχετικά με το Θουκυδίδη προέρχεται κυρίως από φιλολόγους και ιστορικούς. Το έργο του Θουκυδίδη παραμένει διαχρονικό και επίκαιρο και η Ιστορία του Πελοποννησιακού πόλεμου μας βοηθάει να κατανοήσουμε τη «δυναμική» της παγκόσμιας ιστορίας και να αποκωδικοποιήσουμε τη σύγχρονη διεθνή πολιτική. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο φιλόδοξος στόχος που έθεσε για το έργο του ο Θουκυδίδης (δηλαδή να μπορεί να προβλέπει αυτά «που πρόκειται να συμβούν στο μέλλον» και να μείνει η Ιστορία του αιώνιο κτήμα) επιτεύχθηκε απόλυτα. Η διαχρονικότητα και η επικαιρότητα της ιστορίας του Πελοποννησιακού πολέμου ενός έργου που γράφτηκε πριν από είκοσι-τέσσερις αιώνες έχει επανειλημμένα επισημανθεί από πολλούς αναλυτές. Αναφορές υπάρχουν στο έργο του Thomas Hobbes τον 17ο αιώνα, ενώ πιο πρόσφατα ο Louis J.Halleπαρατήρησε ότι «ο Θουκυδίδης, όπως ο ίδιος είχε προβλέψει, έγραψε όχι μόνο την ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου, αλλά και την ιστορία των Ναπολεόντειων πολέμων, του Πρώτου Παγκόσμιου πολέμου, του Δευτέρου Παγκόσμιου πολέμου και του Ψυχρού Πολέμου». Πράγματι, τα βασικά προβλήματα της διεθνούς πολιτικής (π.χ. διακρατικος ανταγωνισμός, συμμαχίες, αποτροπή, «θεωρία του ντόμινο», καταναγκασμός, κατευνασμός, δίλημμα ασφαλείας, ισορροπία δυνάμεων, κ.λ.π.), παρά τις δραματικές τεχνολογικές αλλαγές παραμένουν αναλλοίωτα ανά τους αιώνες. Έτσι, είναι εύλογο ότι ο Θουκυδίδης θεωρείται επίκαιρος για τους στρατηγικούς αναλυτές που προσπαθούν να κατανοήσουν, για παράδειγμα, τη λογική του ανταγωνισμού μεταξύ μιας χερσαίας και μιας ναυτικής δύναμης (π.χ. Αθήνα-Σπάρτη, Ρώμη-Καρχηδόνα, Αγγλία-Γερμανία, Η.Π.Α.-Σοβιετική Ένωση), τους πολιτικούς επιστήμονες να κατανοήσουν τη λογική του ιμπεριαλισμού ή τους φιλοσόφους που προσπαθούν να κατανοήσουν τη σχέση μεταξύ φύσεως (ή ισχύος) και νόμου (ή ηθικής). Η ανάλυση του Θουκυδίδη μας είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για να εξηγήσουμε το παρελθόν, να κατανοήσουμε το παρόν και να διαβλέψουμε πιθανές εξελίξεις για το μέλλον. Ένα παράδειγμα είναι αρκετό για να θεμελιώσω τον ισχυρισμό μου: αναφορικά με το ζήτημα του πολέμου, που αποτελεί το θεμελιώδες πρόβλημα στη θεωρία των διεθνών σχέσεων, ο Θουκυδίδης μας έχει προσφέρει ένα μεγάλης εμβέλειας αναλυτικό εργαλείο, καθώς ήταν ο πρώτος που συσχέτισε το ζήτημα του πολέμου με την αλλαγή στο συσχετισμό ισχύος. Αυτή η ανάλυση έχει αποδειχτεί ιδιαίτερα χρήσιμη, για να εξηγήσει κανείς πολέμους μεταξύ μεγάλων δυνάμεων για τη πρωτοκαθεδρία στο διεθνές σύστημα (ηγεμονικούς πολέμους), και γενικότερα την άνοδο και τη πτώση των μεγάλων δυνάμεων. Εν κατακλείδι και συμπερασματικά καταλήγω στις εξής τρεις επισημάνσεις. Πρώτον, η προσέγγιση του μνημειώδους αυτού έργου από θεωρητικής σκοπιά βοηθάει τον μελετητή να εκτιμήσει ακόμη περισσότερο την αξία της ιστορίας του Πελοποννησιακού Πολέμου και την διαχρονική συνεισφορά της καθώς αυτή είναι πάντα επίκαιρη. Δεύτερο, η μελέτη του έργου του Θουκυδίδη μας παρέχει τα εργαλεία που χρειαζόμαστε για να αναλύσουμε σε βάθος και με νηφαλιότητα τη διεθνή πολιτική. Τρίτον, ο Θουκυδίδης μας βοηθάει να κατανοήσουμε τη λογική της στρατηγικής συμπεριφοράς των κρατών στο διεθνές σύστημα και κυρίως της λογική του πολέμου και τη ειρήνης. Το έργο του Θουκυδίδη επιτρέπει τη «θεωρητική αφαίρεση», αφού βρίθει γενικών κρίσεων και εκτιμήσεων, πάνω στις οποίες στηρίζεται η διατύπωση επιμέρους υποθέσεων. Αξίζει να σταχυολογήσει κανείς ορισμένες από αυτές:
1) Στην αρχή κάθε πολέμου οι άνθρωποι δείχνουν μεγαλύτερο ενθουσιασμό».
2) «Η κυριαρχία στη θάλασσα είναι τεράστιο πλεονέκτημα».
3) «Ο πόλεμος γίνεται λιγότερο με όπλα και περισσότερο με χρήματα».
4) «Δεν υπάρχει ισχυρότερος δεσμός μεταξύ πόλεων ή ιδιωτών από το κοινό συμφέρον».
5) «Στο πόλεμο οι ευκαιρίες δε περιμένουν».
6) «Τα του πολέμου είναι άδηλα».
7) «Όσο γίνεται μακρύτερος ο πόλεμος, τόσο η έκβασή του καταντάει να εξαρτάται από τυχαία περιστατικά».
8) «Δύο στοιχεία είναι βλαβερά όταν πρέπει να λάβει κανείς μια ορθή απόφαση: η βιασύνη και ο θυμός».
9) «Ζει ασφαλέστερα εκείνος ο οποίος δε δημιουργεί στον εαυτό του αιτία μετάνοιας επειδή ευνόησε τους αντιπάλους του».
10) «Ακολουθούν τη πιο σωστή πολιτική όσοι απέναντι των ίσων δεν υποχωρούν, απέναντι των ισχυρότερων συμπεριφέρονται με φρόνηση και απέναντι των κατωτέρων είναι μετριοπαθείς».
11) «Στο πόλεμο η σωφροσύνη και η αφθονία χρημάτων είναι οι κύριοι συντελεστές της επιτυχίας».
12) «Οι φρόνιμοι είναι πρόθυμοι να βάλουν τέρμα στο πόλεμο όταν έχουν την υπεροχή».
13) «Δεν πρέπει όπως το έχουμε συνήθεια, να δεχόμαστε συμμάχους τους οποίους πρέπει να βοηθούμε αν βρεθούν στην ανάγκη, αλλά οι οποίοι καμιά δε μπορούν να μας δίνουν βοήθεια σε ώρα δικής μας ανάγκης».
14) «Φρόνιμοι είναι εκείνοι που ξέρουν ότι ο πόλεμος δε περιορίζεται στα όρια που εκείνοι θέλουν να του επιβάλλουν, αλλά ότι η τύχη οδηγεί τη πορεία του».
15) «Φρόνιμοι είναι όσοι προστατεύουν τις επιτυχίες τους από το αμφίβολο της τύχης».
16) Για τους διάσημους ανθρώπους, όλη η γη είναι ένας τάφος. (Ανδρών επιφανών πάσα γη τάφος).
17) Είναι αξίωμα γενικά παραδεγμένο, πως κανένα κράτος δεν μπορεί να κρατηθεί ελεύθερο αν δεν είναι στον ίδιο βαθμό ισχυρό με τα γειτονικά του κράτη.
18) Ή πιο συνηθισμένη συνέπεια της απροσδόκητης κι αιφνιδιαστικής ευημερίας ενός λαού είναι να γίνουν οι πολίτες ματαιόδοξοι και αλαζόνες. Αντίθετα, τα καλά που αποκτήθηκαν με τη φρόνηση είναι πιο σίγουρα και διατηρούνται περισσότερο από εκείνα που φέρνει η τύχη. Με λίγα λόγια, οι άνθρωποι είναι πιο ικανοί να αποκρούσουν την κακοδαιμονία, παρά να φυλάξουν την ευημερία τους.
19) Θα πείσθηκες από την πείρα της ζωής σου ότι πολύ λίγα πράγματα πετυχαίνουν με την παράφορη επιθυμία, ενώ τα περισσότερα κατορθώνονται με τη συνετή και ήρεμη πρόνοια.
20) Όλοι έχουμε τάση προς την αμαρτία, είτε σαν άτομα, είτε σαν ομάδες, και δεν υπάρχει νόμος ικανός να μας εμποδίσει, αφού οι άνθρωποι δοκίμασαν όλα τα είδη των τιμωριών, χωρίς αποτέλεσμα, κι έφτασαν ακόμα σε υπερβολική αυστηρότητα, με την ελπίδα να προλάβουν τα εγκλήματα των κακούργων.
21) Πρέπει να υπομένουμε τα χτυπήματα που μας καταφέρουν οι θεοί αγόγγυστα, αλλά να αντιμετωπίζουμε με γενναιότητα τα χτυπήματα των εχθρών μας.
22) Πρώτο καθήκον του ιστορικού είναι να αναζητεί την αλήθεια με πείσμονα επιμονή.
23) Το μεγαλύτερο κίνητρο για κάθε έργο που αρχίζει είναι η ελπίδα και ο έρωτας. Ο έρωτας δείχνει το δρόμο και η ελπίδα τον ακολουθεί από κοντά. Ο έρωτας σχεδιάζει τον τρόπο, με τον οποίο θα γίνει το έργο, και η ελπίδα ζητάει τη βοήθεια της τύχης. Αυτά τα δύο είναι η πηγή όλων των δεινών μας. Αν και αόρατα, είναι τρομερότερα κι απ' τους πιο μεγάλους ορατούς κινδύνους.
24) Τόσο παράξενη είναι η φύση του ανθρώπου, ώστε να περιφρονεί εκείνον που τον κολακεύει και να θαυμάζει εκείνον που δεν υποτάσσεται.
25) Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον. Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι. (από τον Επιτάφιο του Περικλή)
26) Οι καιροί ου μενετοί. Οι καιροί [ή οι ευκαιρίες] δεν περιμένουν.
27) Φιλοκαλούμεν γαρ μετ’ ευτελείας και φιλοσοφούμεν άνευ μαλακίας. (από τον Επιτάφιο του Περικλή).
28) Ανδρών επιφανών πάσα η γη τάφος. (από τον Επιτάφιο του Περικλή).
29) Τοις τολμώσιν η τύχη ξύμφορος. Η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς.
30) Ου τοις άρχειν βουλομένοις μέμφομαι, αλλά τοις υπακούειν ετοιμοτέροις ούσιν. Δεν κατηγορώ αυτούς που ασκούν την εξουσία, αλλά αυτούς που είναι πρόθυμοι να υπακούσουν.
31) Άνδρες πόλις και ού τείχη, ουδέ νήες ανδρών κεναί. Η ισχύς της πόλης είναι οι άντρες και όχι τα τείχη ούτε τα άδεια πλοία.
32) Αδικούμενοι οι άνθρωποι μάλλον οργίζονται ή βιαζόμενοι. Οι άνθρωποι περισσότερο οργίζονται όταν τους αδικούν παρά όταν ασκείται βία επάνω τους.
33) Και παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και εν τοις δεινοίς ευέλπιδες. [Οι Αθηναίοι είναι] τολμηροί πέρα από τις δυνάμεις τους, ριψοκίνδυνοι εν γνώσει τους και αισιόδοξοι στις δυσκολίες.
34) Το εναντιούμενον τω δυναστεύοντι δήμος ωνόμασται. Αυτό που εναντιώνεται στο δυνάστη λέγεται λαός.
35) Έστιν ο πόλεμος ουχ όπλων το πλέον, αλλά δαπάνης. Το πλεονέκτημα στον πόλεμο δεν το δίνουν τα όπλα, αλλά τα χρήματα που δαπανώνται.
36) Το αυτό δίκαιον και ξύμφορον της τιμωρίας ουχ ευρίσκεται εν αυτώ δυνατόν όν άμα γίγνεσθαι. Το δίκαιο και το συμφέρον δεν είναι δυνατό να συνυπάρχουν στο ίδιο πράγμα.
37) Μη φεύγειν τους πόνους ή μηδέ τα τιμάς διώκειν. Μην αποφεύγεις τους κόπους ή, αλλιώς, να μην κυνηγάς αξιώματα.
38) Η ιστορία είναι φιλοσοφία μέσω παραδειγμάτων.
39) Ο δε πόλεμος... βίαιος διδάσκαλος.
40) Προς έκαστα δει εχθρόν ή φίλον μετά καιρού γίγνεσθαι. Σε όλα τα πράγματα πρέπει να γίνεται κανείς εχθρός ή φίλος, ανάλογα με τις περιστάσεις.
Πηγή : https://piotita.gr/2014/10/10/η-συνεισφορά-του-θουκυδίδη-στις-διεθν/
https://www.sansimera.gr/quotes/authors/73
https://www.gnomikologikon.gr/authquotes.php?auth=745
https://ekivolosblog.wordpress.com/2013/07/02/ο-θουκυδιδησ-ωσ-φιλοσοφικοσ-ιστορικο/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θουκυδίδης




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου