Παρασκευή 18 Αυγούστου 2023

Έλληνας, Γραικός Ρωμαίος, Χριστιανός Ορθόδοξος : Η εθνική συνείδηση και ελληνική ταυτότητα στην Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία (Βυζάντιο)

Είναι γνωστό, βέβαια, ότι αυτοί που σε σχολικά εγχειρίδια άκριτα ονομάζονται «Βυζαντινοί» αυτοπροσδιορίζονταν ως Ρωμαίοι, δηλαδή πολίτες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και τούτο γιατί γι' αυτούς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν καταστράφηκε με την πτώση της Ρώμης. Το διάταγμα του Καρακάλλα το 212, δια του οποίου όλοι οι ελεύθεροι κάτοικοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας πολιτογραφήθηκαν ως Ρωμαίοι πολίτες, είχε αποφασιστική σημασία για τη «ρωμανοποίηση» του Ελληνισμού. Αλλά, ενώ οι πολίτες της νέας αυτοκρατορίας θεωρούσαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους, γι' αυτό και Ρωμιοί και Ρωμιοσύνη, επειδή το κράτος τους ήταν μια συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι γειτονικοί και άλλοι λαοί [Λατίνοι, Φράγκοι, Ρώσοι, Αρμένιοι, Γεωργιανοί, Χάζαροι, Εβραίοι] τους ονόμαζαν Γραικούς [Έλληνες] και Γιουνάνι, Γιαβάνι [Ίωνες]. Ενώ οι «Βυζαντινοί» καλούσαν το κράτος τους «Βασίλειον των Ρωμαίων» οι ξένοι λαοί το ονόμαζαν Γραικία ή Γιουνανιστάν ή Γιοβάν [Ιωνία].

Το όνομα «Γραικός», το οποίο κατά τον Αριστοτέλη, Απολλόδωρο, το χρονικό της Πάρου και άλλες αρχαίες πηγές είναι αρχαιότερο του «Έλληνας»,(3) χρησιμοποιούνταν περιστασιακά και από τους Βυζαντινούς για λόγους αυτογνωσίας. Τις περισσότερες όμως φορές χρησιμοποιούνταν για να δηλωθεί η παιδεία, η γλώσσα, η πολιτισμένη παράδοση. Με μερικές μόνο εξαιρέσεις, όλοι οι ξένοι λαοί χρησιμοποιούσαν τις λέξεις «Γραικοί» και «Γραικία» για να δηλώσουν τον Έλληνα και την Ελλάδα, η οποία κατ' αυτούς ταυτιζόταν με την Βαλκανική χερσόνησο και την Μικρασία. Κατά κανόνα οι μη ελληνικές πηγές αναφερόμενες στον εθνικό ελληνικό χαρακτήρα δεν κάνουν διάκριση μεταξύ αρχαίων, μη χριστιανών, και χριστιανών Ελλήνων. Η μέγιστη πλειονότητα αυτών των ίδιων των Βυζαντινών είχαν συνείδηση της αδιάσπαστης ενότητάς τους με τους αρχαίους Έλληνες, ειδωλολάτρες μεν, όπως προείπαμε, πλην όμως προγόνους. Αν και μετά τον τέταρτο αιώνα το εθνικό όνομα «Έλλην» είχε χάσει το αρχικό νόημά του και ταυτίστηκε με το «ειδωλολάτρες», το «Γραικός» και το «Ίωνας» επεβίωσαν ως εθνικά και συνώνυμα ονόματα και χρησιμοποιούνταν από τους γειτονικούς λαούς, της Δύσεως και της Ανατολής του Βορρά και του Νότου. Ο Πρίσκος, ιστορικός του 5ου μ.Χ. αιώνα, γράφει ότι καθ' ον χρόνον ήτο απεσταλμένος πρέσβυς στην Αυλή του Αττίλα συνήντησε κάποιον ενδεδυμένον Σκυθικά που μιλούσε Ελληνικά. Όταν ο Πρίσκος τον ρώτησε που είχε μάθει την ελληνική, εκείνος χαμογέλασε και είπεν: «Είμαι Γραικός εκ γενετής».

Επί του προκειμένου, το ερώτημα είναι: πώς είναι δυνατόν να ερμηνεύσει κανείς την αδιάκοπη πολιτισμική συνέχεια που διαπιστώνεται στην ιστορία του βυζαντινού πολιτισμού; Είναι η επιβίωση του λαϊκού πολιτισμού, της πολιτισμικής παραδόσεως, μία ένδειξη της αμυντικής που ενσυνειδήτως ή ασυνειδήτως υιοθέτησε ο λαός έναντι καινοτομιών καί ξενόφερτων διδαχών, μία εσκεμμένη φροντίδα για να επιζήσει η πατρογονική κληρονομιά για λόγους ταυτότητας, ή αποτέλεσμα μιας παράλογης συνήθειας; Στην ιστορία του Χριστιανισμού είναι γνωστό ότι η επαρχία ήταν μία από τις συντηρητικές κοινωνίες που αντέδρασε στη διάδοση του Χριστιανισμού που ξεκίνησε ως αστική θρησκεία. Δεν είναι διόλου παράδοξο γιατί ο ελληνικός χώρος ήταν ένας από τους πρώτους κι ένας από τους τελευταίους να δεχθεί το Χριστιανισμό. Οι απαγορευτικοί κανόνες δεν υιοθετήθηκαν για τους Κωνσταντινοπολίτες αλλά για τους Αρκάδες και τους Λάκωνες στη χώρα των οποίων τιμόταν ο Παν και εορτάζονταν τα Βοτά. Οι 10 κανόνες που αναφέρονται σε πανηγύρεις, και εορτές προχριστιανικής ελληνικής προελεύσεως έχουν αποκαλυπτική σημασία για το πολιτισμικό.κλίμα της εποχής. Η προσήλωση σε πατρογονικά ήθη και έθιμα δήλωνε την αυτογνωσία και ενίσχυε την εθνική ταυτότητα και ιδιαιτερότητα του γηγενούς πληθυσμού που συνειδητά ή ασυνείδητα διατηρούσε κληρονομικές εθνικές παραδόσεις. Η αντιπαράθεση μεταξύ Ελληνισμού και Χριστιανισμού προήγε αλληλοεξάρτηση, συμβιβασμούς και αλληλοεπιδράσεις. Πολύ σωστά λοιπόν έχει λεχθεί ότι «ο Ελληνισμός καταβληθείς από το Χριστιανισμό με την σειρά του κατέκτησε τον Χριστιανισμό». Χριστιανική πίστη και ελληνική πολιτισμική κληρονομιά είχαν επιτύχει μία αρμονική διαχρονική άλληλοπεριχώρηση.
Το συμπέρασμα που συνάγεται από την προσκόλληση των βυζαντινών Ελλήνων στην πολιτισμική και πνευματική τους κληρονομιά είναι ότι το ασφαλέστερο μέσο για τη συγκράτηση και διάσωση της φυλετικής τους υποστάσεως ήταν όχι μόνο η διατήρηση της γλώσσας αλλά και η παράδοση, τα βιώματα, οι πανηγύρεις, τα ήθη και τα έθιμα του λάου. Παρά την ύπαρξη διαφόρων μειονοτήτων, ο πληθυσμός της αυτοκρατορίας ήταν ελληνικός ή εξελληνισμένος με εναργή συνείδηση της συνέχειάς του με τους αρχαίους Έλληνες της ρωμαϊκής ελληνιστικής κλασσικής και αρχαϊκής εποχής. Από τον 4ο ακόμη αιώνα ο Ελληνισμός, ως λαός και πολιτισμική παράδοση, ευρέθηκε σε κρίσιμες ιστορικές περιόδους. Χωριστά από τις συνεχείς επιδρομές βαρβαρικών φύλων, ο Ελληνισμός κινδύνευσε και από φανατισμένους χριστιανούς, συμπεριλαμβανομένων και πολλών μοναχών που βάλθηκαν να καταστρέψουν οτιδήποτε θύμιζε αρχαίο πολιτισμό.

Επικράτησαν όμως οι απόψεις του Μ. Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου, του Γρηγορίου Νύσσης, του Σωκράτη του Σχολαστικού, του Φωτίου, Ιωάννη Μαυρόπου και η εχθρότητα εναντίον των «Ελλήνων» δεν απέβη καταστρεπτική. Για δέκα περίπου αιώνες η ελληνοχριστιανική αυτοκρατορία του Βυζαντίου ευρισκόταν σε συνεχή συναγερμό και ιδιαίτερα κατά τον έβδομο αιώνα. Έθνος που αντιμετωπίζει κίνδυνο φυλετικής και πνευματικής αφομοιώσεως από άλλους λαούς, όταν υποτιμά τη γλώσσα του και την κληρονομιά του θεληματικά ή άθελά του υποσκάπτει και .καταστρέφει τις ισχυρότερες βάσεις της επιβιώσεώς του. Μήπως, λοιπόν, ενόψει των απαγορεύσεων της Πενθέκτης είναι δυνατόν να δούμε μία εσκεμμένη προσπάθεια διατηρήσεως της ελληνικής ταυτότητας και κληρονομιάς; Η πεισματική εμμονή στα αρχαία ήθη και έθιμα, σε θρησκευτικές και λατρευτικές κληρονομιές από το γεωργικό πληθυσμό της προχριστιανικής εποχής ήταν και μία ενσυνείδητη αυτοάμυνα εναντίον καινοτομιών που συν τω χρόνω εισήγαγε ο Χριστιανισμός και καλλιέργησε η Χριστιανική Εκκλησία. Η κοινωνία του Βυζαντινού κράτους ήταν κατά κανόνα συντηρητική και έβλεπε τους νεωτερισμούς ως απειλή της καθιερωμένης από αιώνων παραδόσεως. Επιπλέον δε, όπως υπαινιχθήκαμε στην αρχή, οι εν λόγω κανόνες που αναφέρονται σε πρακτικές και προσκολλήσεις σε αρχαίες κληρονομιές, επιβεβαιώνουν το γεωργικό χαρακτήρα της Βυζαντινής κοινωνίας του εβδόμου αιώνα. Είναι βέβαιο ότι όλες οι απαγορευτικές εντολές της Εκκλησίας, οι κανόνες που καταδικάζουν αρχαία ελληνικά ήθη και έθιμα δεν είχαν άμεσα αποτελέσματα.
Ώστε η επιβίωση της ελληνικής ονοματολογίας αλλά και γενικότερα της πολιτισμικής κληρονομιάς επιτεύχθηκε όχι μόνο μέσω της αυτοσυνειδησίας των Χριστιανών Ελλήνων, της μελέτης και διδασκαλίας της ελληνικής γραμματείας κατά τους μέσους αιώνες αλλά και από την επίδραση που εξάσκησε στους έξω -Λατίνους, Εβραίους, Συρίους και Άραβες. Από τους Χριστιανούς, Έλληνες και Λατίνους, διασώθηκε η αρχαία ελληνική γραμματεία και λαϊκή παράδοση διότι ο Χριστιανισμός δεν απέρριψε αλλά υιοθέτησε ό,τι καλό είχε ο αρχαίος Ελληνισμός.
Πηγή : https://pheidias.antibaro.gr/Hellas_names/Konstantelos2.html#a4
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CE%AF_%CE%88%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B5%CF%82

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου