Δευτέρα 30 Οκτωβρίου 2017

Η Αραβία πρίν το Ισλάµ (Μέρος Α') : Η Προιστορία, η γλωσσολογία και η μυθολογία των Αρχαίων Αράβων

Η Αραβία ή Αραβική Χερσόνησος είναι μεγαλύτερη χερσόνησος της Ασίας, με μήκος 2200 χλμ. στο μεγαλύτερο μήκος της και 2000χλμ. στο μεγαλύτρερο πλάτος της. Από γεωλογικής άποψης είναι η συνέχεια της Σαχάρας και τμήμα του αμμώδους εδάφους που περνώντας από το Ιράν φτάνει μέχρι την έρημο Γκόμπι στην Μογγολία. Η Αραβία είναι ένα άνυδρο οροπέδιο ενώ στη μέση περίπου βρίσκονται οάσεις και χωριά με φοίνικες και νερό σε μεγάλο βάθος. Πολύ γνωστή για τις ερήμους της και γενικά τον ερημικό της χαρακτήρα, τα μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και, πολιτισμικά, ως γη των Αράβων και κοιτίδα του πολιτισμού τους, και ως η κοιτίδα μιας από τις τρεις μεγάλες μονοθεϊστικές θρησκείες της ανθρωπότητας, του Ισλάμ. Ο πολιτισμός της Αραβίας αναπτύχθηκε κοντά στις ακτές, ιδίως στη περιοχή της Χετζάζ (Σαουδική Αραβία) που βρίσκονται οι πόλεις Μέκκα και Μεδίνα και στην Υεμένη, πατρίδα πολλών παλιών βασιλείων. Πολιτικά, το μεγαλύτερο μέρος της Αραβικής Χερσονήσου καταλαμβάνεται από το κράτος Σαουδική Αραβία, και ακολουθούν σε έκταση τα κράτη Υεμένη, Ομάν και ταμικρότερα Κουβέιτ, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και Μπαχρέιν (νησί). Στη χερσόνησο της Αραβίας βρίσκονται 7 κράτη και κρατίδια. Το βόρειο κομμάτι της χερσονήσου συνορεύει με τη Συριακή έρημο με ασαφή λόγω του εδάφους όρια αλλά γενικά θεωρείται ότι το βόρειο κομμάτι της Αραβικής χερσονήσου είναι τα προς βορρά σύνορα της Σαουδικής Αραβίας και του Κουβέιτ. Σε όλες τις υπόλοιπες κατευθύνσεις υπάρχει θάλασσα. Βρίσκεται ανάμεσα στο Ιράκ, στην Ιορδανία και βρέχεται από τον Περσικό κόλπο και τον κόλπο του Ομάν, από την Αραβική θάλασσα, τον κόλπο του Άντεν και την Ερυθρά θάλασσα. Ένα σημαντικό μέρος του εδάφους της αποτελείται από ερήμους και είναι ακατοίκητο. Υπάρχουν βουνά απομονωμένα, χωρίς φυτά, έρημοι και στέπες.
Οι Άραβες είναι λαός σημιτικής καταγωγής, που ανήκει στη λεγόμενη αραβική γλωσσική οικογένεια και κατοικεί στη Μέση Ανατολή και στη βόρεια Αφρική. Το σύνολο του αραβικού πληθυσμού ξεπερνά τα 90.000.000 και κατοικεί σε μια έκταση 14.000.000 τ.χλμ. Τα κυριότερα ανθρωπολογικά χαρακτηριστικά των Αράβων είναι το δολιχοκέφαλο κρανίο, το μέτριο μέχρι ψηλό ανάστημα, τα μαύρα ή, πιο σπάνια, καστανά μαλλιά και μάτια, η κυρτή και λεπτή μύτη, το μικρό στόμα, τα σαρκώδη χείλη και το μελαψό δέρμα. Γενικά οι κάτοικοι της Αραβίας αποτελούνται από γνήσιους Άραβες, από μιγάδες (μεταξύ Σημιτών και Αράβων), και τους "Μπανού-κουντάιρ", που προήλθαν από επιμειξία Αράβων και Μαύρων Αφρικανων. Όλοι οι Αραβες είναι μουσουλμάνοι και θεωρούν κέντρο του Μωαμεθανισμού την Αραβία, πατρίδα και τόπο εκκίνησης του Μωάμεθ. Τον καθαρότερο, από φυλετική άποψη, τύπο αποτελούν οι Άραβες που κατοικούν στη νότια Αραβία οι ονομαζόμενοι Αριμπά καθώς και ορισμένα βεδουίνικα φύλα που ζουν ως νομάδες στη βόρεια και στην κεντρική Αραβία. Αντίθετα οι Άραβες που κατοικούν στα παράλια της Αραβικής χερσονήσου, στη βόρεια Αφρική και στη Μεσοποταμία αποτελούν, από ανθρωπολογική πάντοτε άποψη, τύπο που προέκυψε από επιμειξία Αράβων με Φοινικικά, Αραμαϊκά, Ασσυριακα, Βαβυλωνιακα, Εβραϊκά, Αιγυπτιακά, Βερβερικα, Λιβυκα, Τουρκικά, Περσικά και Αφρικανικά φυλετικά στοιχεία.
Η Αραβική χερσόνησος πιστεύεται ότι υπήρξε τόπος καταγωγής όλων των σημιτικών λαών. Σύμφωνα με στοιχεία, υπήρξαν τρεις διαφορετικές εγκαταστάσεις αραβικών φύλων στην αραβική χερσόνησο. Τα πρώτα αραβικά φύλα, για τα οποία έχουμε ελάχιστες πληροφορίες, εγκαταστάθηκαν στο νότιο τμήμα της Αραβικής χερσονήσου και είχαν επικεφαλής το Θαμούδ και τον Αδ. Τα αραβικά φύλα που ακολούθησαν και των οποίων σαν γενάρχης αναφέρεται ο Καχλάν, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της σημερινής Υεμένης και της Συρίας. Τέλος τα μεταγενέστερα αραβικά φύλα που ανήκαν στη λεγόμενη φυλή Μουσταρίβα και που είχαν σαν γενάρχη τους τον Ισμαήλ, γιο του Αβραάμ και της Άγαρ, εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της σημερινής Σαουδικής Αραβίας. Εξαιτίας όμως του άγονου εδάφους της Αραβίας, πολλοί από τους κατοίκους μετανάστευσαν σε πιο εύφορες περιοχές. Οι Ακκαδοί π.χ. κατοίκησαν στη Μεσοποταμία. οι Εβραίοι στην Παλαιστίνη και οι Αιθίοπες στη δυτική ακτή της Ερυθράς θάλασσας. Ένα μεγάλο μέρος του αραβικού πληθυσμού, οι λεγόμενοι Βεδουίνοι και κυρίως όσοι ζούσαν στις μεγάλες στεπώδεις περιοχές της Αραβικής χερσονήσου, ζούσε κατά τρόπο νομαδικό. Οι αραβικοί αυτοί πληθυσμοί ζούσαν σύμφωνα με το λεγόμενο πρωτόγονο κοινοτικό σύστημα. Το νερό, οι βοσκές, η γη γενικά ήταν ιδιοκτησία της φυλής που αποτελούσε και την ανώτερη μορφή της κοινωνικής οργάνωσης. Άμεση υποδιαίρεση της φυλής ήταν τα γένη. Το κάθε γένος το συγκροτούσαν οι "πατριαρχικές" οικογένειες που αποτελούσαν και το κύτταρο της κοινωνικής οργάνωσης. Επικεφαλής της φυλής ήταν ο σεΐχης που κυβερνούσε με τη βοήθεια ενός συμβουλίου από αντιπροσώπους των γενών. Ένα άλλο στοιχείο, το οποίο γνωρίζουμε είναι ότι στις αρχές της 1ης χιλιετηρίδας π.Χ. υπήρχαν στην κοινωνική ζωή των αραβικών πληθυσμών ισχυρές επιβιώσεις μητριαρχικών θεσμών.
Σημ πρόσωπο της Βίβλου ο μεγαλύτερος απο τους τρεις γιους σύμφωνα με το βιβλίο της Γένεσης του γενάρχη της ανθρωπότητας Νώε, γενάρχης όλων των Σημιτικών λαών που δραστηριοποιήθηκαν στην ευρύτερη περιοχή της Μεσοποταμίας. Η Γένεση αναφέρει τον Σήμ σαν μεγαλύτερο αδελφό του Ιάφεθ, στην συνέχεια ο επόμενος στίχος αναφέρει τους πέντε γιούς του Σήμ γενάρχες των μεγάλων Σημιτικών λαών που κυριάρχησαν στην Μεσοποταμία στην αρχαιότητα ανάμεσα τους και τους Εβραίους τον λαό απο τον οποίο προήλθε ο Χριστός. Σημίτες θεωρούνται οι άνθρωποι που μιλούν τις σημιτικές γλώσσες. Η θεωρία της κοινής καταγωγής από την βιβλική μορφή Σημ έχει περισσότερο μυθικό χαρακτήρα. Ο Αβραάμ θεωρούσε τον εαυτό του απόγονο του Σημ, του μεγαλύτερου γιου του Νώε. Για τον λόγο αυτό κατά την βιβλική εποχή, όλοι οι λαοί της Εγγύς Ανατολής που θεωρούνταν απόγονοι του Νώε ονομάζονταν «Γιοι του Σημ». Οι λαοί που μιλούν σημιτικές γλώσσες προήλθαν από την αραβική χερσόνησο. Διάφοροι αποικισμοί τους έφεραν στην Μεσοποταμία, Συρία, Παλαιστίνη, Αίγυπτο και Αιθιοπία. Αργότερα με τον φοινικικό αποικισμό έφθασαν μέχρι τα παράλια της δυτικής Μεσογείου (Καρχηδονιοι).
Η αραβική γλώσσα είναι το μεγαλύτερο μέλος του σημιτικού κλάδου της αφροασιατικής γλωσσικής οικογένειας (νότια κεντρική σημιτική) και είναι στενά συγγενής με την εβραϊκή γλώσσα και την αραμαϊκή γλώσσα. Ομιλείται σ'ολόκληρο τον αραβικό κόσμο και είναι ευρέως γνωστή και αντικείμενο σπουδής στον ισλαμικό κόσμο. Τα αραβικά είναι λογοτεχνική γλώσσα τουλάχιστον από τον 16ο αιώνα και είναι επίσης η λειτουργική γλώσσα του Ισλάμ. Ο όρος "αραβικά" μπορεί να αναφέρεται είτε στα λογοτεχνικά/λόγια αραβικά, που δεν μιλά κανένας Άραβας ως μητρική γλώσσα, είτε στα Σύγχρονα Πρότυπα Αραβικά ή ακόμα στις πολλές ομιλούμενες παραλλαγές των αραβικών κοινά γνωστές ως «καθομιλούμενα αραβικά». Οι Άραβες θεωρούν τα λόγια αραβικά ως την πρότυπη γλώσσα και τείνουν να βλέπουν όλα τα άλλα μόνο σαν διαλέκτους. Το αραβικό αλφάβητο προέρχεται από την αραμαϊκή γραφή, στην οποία φέρει μια αόριστη ομοιότητα όπως το κοπτικό ή το κυριλλικό αλφάβητο με το ελληνικό αλφάβητο. Υπήρχαν διαφορές ανάμεσα στην δυτική (μαγκρέμπι) και ανατολική εκδοχή του αλφαβήτου. Η παλαιά μαγκρέμπι εκδοχή έχει εγκαταλειφθεί εκτός από καλλιγραφικούς σκοπούς στο ίδιο το Μαγκρέμπ (ΒΔ Αφρική), και παραμένει σε χρήση βασικά στα κορανικά σχολεία της δυτικής Αφρικής. Τα αραβικά, όπως οι άλλες σημιτικές γλώσσες, γράφονται από δεξιά προς τα αριστερά. Μετά τον οριστικό προσδιορισμό του Αραβικού αλφαβήτου περίπου το 786 μ.χ., από τον Καλίλ ιμπν Αχμάντ αλ Φαραχιντί, πολλά στυλ αναπτύχθηκαν, για την γραφή του Κορανίου και άλλων βιβλίων, και για τις επιγραφές σε μνημεία ως διακόσμηση. Η αραβική καλλιγραφία δεν υπέπεσε σε αχρηστία όπως στον δυτικό κόσμο, και ακόμη θεωρείται από τους Άραβες ως μείζονα μορφή τέχνης. Οι καλλιγράφοι απολαμβάνουν μεγάλης εκτίμησης. Όντας συνεχές από τη φύση του, αντίθετα με το λατινικό αλφάβητο, το αραβικό αλφάβητο χρησιμοποιείται για να γράφει ένας στίχος του Κορανίου, ή απλά ένα γνωμικό, σε μια εντυπωσιακή σύνθεση που συχνά είναι δυσανάγνωστη. Η σύνθεση είναι συχνά αφηρημένη, αλλά μερικές φορές η γραφή είναι σχηματισμένη για να πάρει μια πραγματική μορφή όπως αυτή ενός ζώου.
H αραβική μυθολογία περιλαμβάνει τις αρχαίες πεποιθήσεις των Αράβων, οι οποίες συγχρωτίστηκαν με το Ισλάμ και είτε έδωσαν τη θέση τους είτε μετουσιώθηκαν σε νέους μύθους. Πριν την έλευση και εξάπλωση του Ισλάμ στην Αραβική Χερσόνησο το έτος 622, την Εγίρα του ισλαμικού ημερολογίου, το κέντρο της θρησκείας, η Κάαμπα της Μέκκας, δεν αποτελούσε μονάχα το μοναδικό σύμβολο του Θεού, όπως τώρα, αλλά καλυπτόταν και με σύμβολα που αναπαριστούσαν πληθώρα δαιμόνων, τζίνι και άλλων ημίθεων πλασμάτων, προβάλλοντας έτσι τον πολυθεϊστικό χαρακτήρα της προϊσλαμικής Αραβίας, από τον οποίο ξεπρόβαλαν σε ένα ευρύ πλαίσιο μύθοι και θρύλοι, που επιζούν ως τις μέρες μας. Για παράδειγμα, το κακό μάτι αναφέρεται στο Κοράνι, στη σούρα "Αλ Φαλάκ", ενώ το Χέρι της Φάτιμα χρησιμοποιείται για να το διώξει, αν και απαγορεύεται από το Ισλάμ, όπως και όλα τα φυλαχτά και οι δεισιδαιμονίες. Ο Χουμπάλ θεωρείται ο κυρίαρχος και πιο σημαντικός θεός. Ειδώλιό του βρέθηκε κοντά στην Κάαμπα, πλασμένο από κόκκινο αγάτη, με ανθρώπινη μορφή, αλλά το δεξί χέρι σπασμένο, έχοντας αντικατασταθεί από ένα όμοιο χρυσό. OS. JafarShahidi αναφέρει πως στη νότια Αραβία η λατρεία των ουρανίων σωμάτων όπως της σελήνης, των άστρων και του ήλιου είχε μεγάλη παράδοση. Η λατρεία του ήλιου συνηθιζόταν και στη βόρεια Αραβία: «Οι κάτοικοι της ερήμου, σε γενικές γραμμές ήταν ειδωλολάτρες. Τα είδωλα αυτά κατασκευάζονταν από ξύλο, πέτρα, ακόμη και τους καρπούς του φοίνικα. Στο ιερό Κοράνιο αναφέρονται μερικά ονόματα αυτών των ειδώλων όπως: Lat, Uzza, Manat, Vadd, Sowaa, Yaghouth, Yaough, Nasr, ενώ στη Μέκκα η οικογένεια Qoreish λάτρευε μεταξύ άλλων το μεγαλύτερο από τα είδωλα το Hubal». Οι ενδείξεις δείχνουν πως οι αρχαίοι κάτοικοι της περιοχής ασκούσαν ένα είδος λιθολατρείας. Οι κάτοικοι της ερήμου πίστευαν στα είδωλα σε σχέση με τους καλούς οιωνούς που περίμεναν από αυτά. Θεωρούσαν τα δαιμόνια πηγή κακού αλλά καμιά φορά και πηγή προσφοράς, ενώ κάποιοι Άραβες ποιητές πίστευαν ότι είχαν ένα δαιμόνιο μέσα τους που τους υπαγόρευε τα ποιήματά τους. Η ανάδειξη της Μέκκας ως κέντρου, οφείλεται στη θρησκευτική σημασία που είχε η πόλη με την ύπαρξη του Ghaba ως λατρευτικού χώρου, ήδη από την εποχή του Αβραάμ, χιλιάδες χρόνια πριν από το Ισλάμ. Άλλος καθοριστικός παράγοντας, που συνέβαλε τα μέγιστα στην προσέλκυση πληθυσμού στη Μέκκα, ήταν η γεωγραφική θέση στο δρόμο των καραβανιών. Σύμφωνα με τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, απέφευγαν κάθε πολεμική αναμέτρηση στη διάρκεια τεσσάρων ιερών μηνών κάθε χρόνο. Οι ιεροί αυτοί μήνες ήταν οι: Zi, Qidah, Zi Hajj, Maharam και Rajab. Στην ελληνική έκδοση του Κορανίου αναφέρονται τα εξής : «Πολύ πριν από τον Μωάμεθ, ο Αραβικός παγανισμός είχε παρουσιάσει σημεία παρακμής. Στην Κάσμπα (Ghaba) οι Μεκκανοί λάτρευαν όχι μόνο τον Αλλάχ, τον Υπέρτατο Σημιτικό Θεό, αλλά επίσης πολλές γυναικείες θεότητες, που τις θεωρούσαν θυγατέρες του Αλλάχ. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η Άλ-Λάτ, Άλ-Ουζάχ και Άλ-Μανάτ, που αντιπροσώπευαν αντίστοιχα τον Ήλιο, την Αφροδίτη και την Τύχη». Η Κάαμπα (αλ Κάμπα, «ο κύβος») είναι ένα οικοδόμημα που βρίσκεται μέσα στο τζαμί που είναι γνωστό ως Μασγίντ αλ-Χαράμ στη Μέκκα. Η Κάαμπα είναι ο ιερότερος τόπος του Ισλάμ. Η κίμπλα, η κατεύθυνση προς την οποία στρέφονται οι Μουσουλμάνοι όταν προσεύχονται, είναι η κατεύθυνση προς την Κάαμπα. Ένας μουσουλμάνος πρέπει να πάει έστω μία φορά στη ζωή του στη Κάαμπα. Σύμφωνα με το Κοράνι, πιστεύεται ότι αρχικά οικοδομήθηκε από τον Ιμπραήμ (Αβραάμ) και τον γιο του Ισμαήλ. Είναι κυβοειδές οικοδόμημα φτιαγμένο από γρανίτη. Ο προς τα ανατολικά θεμέλιος λίθος της Κάαμπα περιλαμβάνει τον Μαύρο Λίθο ο οποίος θεωρείται γενικά ότι είναι υπόλειμμα μετεωρίτη. Η Κάαμπα κατα την διάρκεια της ιστορίας έχει πληγεί από πολλές φυσικές καταστροφές και έχει ανοικοδομηθεί πολλές φορές. Συνεπώς η σημερινή μαύρη Καάμπα διαφέρει από τις παλαιότερες και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ταυτίζεται με την αρχική Καάμπα. Είναι φανερό ότι ο λίθος της Κάαμπα απηχεί το λιθολατρικό παρελθόν του αραβικού παγανισμού και ομοίως το σύμβολο της ημισελήνου αποτελεί αναφορά στα θεοποιημένα φυσικά πρότυπα των ουράνιων σωμάτων, τα τόσο προσφιλή στο ενιαίο πλαίσιο των αρχαίων θρησκειών των λαών της Μεσοποταμίας και της εγγύς Ανατολής. Ο Ισμαήλ ήταν γιος του Αβραάμ και της Αιγύπτιας δούλης του Άγαρ. Επειδή η Σάρρα ήταν στείρα, ζήτησε από τον Αβραάμ να έχει σχέσεις με την δούλη της Άγαρ και την έδωσε στον Αβραάμ για παλλακίδα. Όταν έμεινε έγκυος, η Άγαρ περιφρονούσε τη Σάρρα κι εκείνη το είπε στον Αβράαμ, ο οποίος της είπε να κάνει ότι νομίζει καλό. Η Σάρρα άρχισε να της φέρεται άσχημα και εκείνη έφυγε μακριά της. Ένας άγγελος βρήκε την Άγαρ και τη νουθέτησε να γυρίσει στην κυρία της. Ο Αβραάμ ήταν 86 ετών κατά τη γέννηση του Ισμαήλ. Η Σάρρα γέννησε τον Ισαάκ όταν ο Ισμαήλ ήταν δεκατεσσάρων. Σε μια γιορτή για την απογαλάκτιση του Ισαάκ, η Σάρρα είδε τον Ισμαήλ να παίζει με τον γιο της και ζήτησε από τον Αβραάμ να διώξει την Άγαρ και τον Ισμαήλ. Ο Αβραάμ δυσαρεστήθηκε, αλλά αφού ο Θεός τον διαβεβαίωσε ότι θα φροντίσει για την Άγαρ και το παιδί, τους έδιωξε αφού τους έδωσε ψωμί και νερό. Ενώ η Άγαρ ήταν μαζί με τον γιο της στην έρημο Βηρ-σαβεέ και το νερό είχε τελειώσει, απελπισμένη εγκατέλειψε το παιδί της κάτω από τη σκιά ενός θάμνου και απομακρύνθηκε κλαίγοντας για να μην δει το θάνατό του. Ο Θεός άκουσε την προσευχή της και της έδειξε ένα πηγάδι με καθαρό νερό. Εκεί υποσχέθηκε ξανά πως από τον Ισμαήλ θα προέλθει ένα μεγάλο έθνος. Αργότερα, ο Ισμαήλ συμφιλιώθηκε με τον Ισαάκ και είδε τον πατέρα του πριν πεθάνει. Έζησε στη έρημο Φαράν ως νομάδας. Παντρεύτηκε μια Αιγύπτια και απέκτησε 12 γιους και μία κόρη, την Βασεμάθ ή Μαελέθ (Μαχαλάθ), την οποία παντρεύτηκε ο Ησαύ. Με τον τρόπο αυτό σώθηκε η Άγαρ και ο γιος της Ισμαήλ που παρέμειναν όμως για πολλά χρόνια στην έρημο μέχρι να μεγαλώσει ο Ισμαήλ όπου και έλαβε ως σύζυγό του την Φαράν γενόμενος έτσι πατέρας των Ισμαηλιτών, των αργότερα καλουμένων Αγαρηνών. Από τους απογόνους του προήλθαν κάποιες αραβικές φυλές (Ισμαηλίτες, Αγαρηνοι, Σαρακηνοι). Πέθανε σε ηλικία 137 ετών.Οι Ισμαηλίτες ήταν απόγονοι του Ισμαήλ, γιου του Αβραάμ και της δούλης της Σάρρας, Άγαρ. Ο Ισμαήλ είχε 12 γιους που εμφανίζονται στη Γραφή ως γενάρχες δώδεκα αραβικών φυλών: Ναβαιώθ, Κηδάρ, Ναβδεώλ, Μασσάμ, Μασμά, Δουμά, Μασσή, Χοδδούν, Θαιμάν, Ιετούρ, Ναφές και Κεδμά. Οι δώδεκα φυλές κατοικούσαν στη βόρεια Αραβία. Όπως και ο γενάρχης τους ζούσαν νομαδική ζωή. Απόγονοί τους είναι οι Βεδουίνοι Άραβες της Σιναϊτικής χερσονήσου. Όλοι οι Άραβες που κατοικούν στη συροαραβική έρημο, ισχυρίζονται ότι είναι απόγονοι του Ισμαήλ. Οι Ισμαηλίτες κατοικούσαν στο βόρειο και δυτικό τμήμα της αραβικής χερσονήσου. Στην Αγία Γραφή αναφέρονται στη διήγηση τη σχετική με την πώληση του Ιωσήφ. Ήταν έμποροι που έφεραν αρώματα και φάρμακα στην Αίγυπτο. Ο Αβίας που ήταν επόπτης στις αγέλες των καμήλων του βασιλιά Δαβίδ, ήταν Ισμαηλίτης στην καταγωγή. Στο βιβλίο των Ψαλμών οι Ισμαηλίτες αναφέρονται ως εχθροί των Ισραηλιτών. Ο όρος Σαρακηνοί χρησιμοποιούνταν για τους Άραβες από την Ύστερη Αρχαιότητα. Κατά το Μεσαίωνα επεκτάθηκε εν γένει στους Μουσουλμάνους ιδιαίτερα στα πλαίσια των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Βυζαντίου και των χαλιφάτων των Ομεϋαδών και Αββασιδών, αλλά και κατά τις Σταυροφορίες για να δηλώσει τους Άραβες, Κούρδους, Τούρκους, Πέρσες, κλπ. αντιπάλους των χριστιανικών κρατών. Ο όρος Σαρακηνοί είναι ελληνικός και προέρχεται από την αραβική λέξη sharqiyyin («ανατολίτες»), ενώ από τον ελληνικό όρο προέρχονται οι αντίστοιχοι όροι στις πλείστες ευρωπαϊκές γλώσσες. Κατά τους πρώτους αιώνες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οι Σαρακηνοί ήταν νομαδική αραβική φυλή από τη Χερσόνησο του Σινά, αλλά αργότερα οι ελληνόφωνοι της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας χρησιμοποίησαν τον όρο αναφερόμενοι σε όλους τους Άραβες. Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, κάτοικος της πρωτεύουσας του χαλιφάτου, περιέγραψε τους Σαρακηνούς στις αρχές του 8ου αιώνα: «Έστι δε και η μέχρι του νυν κρατούσα λαοπλάνος θρησκεία των Ισμαηλιτών, πρόδρομος ούσα του Αντιχρίστου. Κατάγεται δε από Ισμαήλ, του εκ της Αγάρ τεχθέντος τω Αβραάμ, διόπερ Αγαρηνοί και Ισμαηλίται προσαγορεύονται. Σαρακηνούς δε αυτούς καλούσιν, ως εκ της Σαρρας κενούς...» Στην συνέχεια γράφει ότι αυτοί οι Αγαρηνοί (Άραβες) έγιναν ειδωλολάτρες και προσκύνησαν το φωτεινό αστέρι Αφροδίτη (πλανήτη), οπότε «έως μεν, ουν των Ηρακλείου χρόνων προφανώς ειδωλολάτρουν», μετά όμως την εμφάνιση του «Μαμέδ», δηλαδή του Μωάμεθ, ο οποίος μελέτησε την Παλαιά και Καινή Διαθήκη «ομοίως δήθεν Αρειανώ προσομιλήσας μοναχώ, ιδίαν συνεστήσατο αίρεσιν». Ο πλανήτης Αφροδίτη ήταν γνωστή από τους αρχαίους χρόνους, καθώς είναι εύκολα ορατή στον ουρανό. Στην αρχαιότητα ονομάζονταν Εωσφόρος ("αυτός που φέρνει την αυγη") όταν εμφανίζονταν το πρωί και Έσπερος το βράδυ. H θεά Αφροδίτη ήταν θεά της ομορφιάς και η προστάτιδα του έρωτα. Αστρονομικά, ο Εωσφόρος είναι ο πιο λαμπρός πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος, ο πλανήτης Αφροδίτη όπως προείπαμε, με τις δύο διαφορετικές εκφάνσεις του: δηλαδή ως Εωσφόρος κατά το χάραμα της ημέρας (προαναγγέλλοντας της αυγή) και ως Έσπεροςκατά το σούρουπο. Ο Εωσφόρος στην χριστιανική θρησκεία είναι ο διάβολος, ο Σατανάς, ο αιώνιος εχθρός του ανθρώπου. Μια βαβυλωνιακή επιγραφή του 2.400 π.Χ. αφηγείται την ήττα του βασιλιά του Μαγκάν απο τον βαβυλώνιο βασιλιά Ναράμ-Σιν. Απο εκεί μαθαίνουμε για το Βασίλειο του Μαγκάν, (στη ΝΔ πλευρά της αραβικής χερσονήσου) την περιοχή που κατοικούσε η πανάρχαια αραβική φυλή των Μηναίων. Απο βαβυλωνιακές και πάλι πηγές μαθαίνουμε τα ονόματα 25 Αράβων βασιλιάδων. Μία άλλη επιγραφή του 2.300 π.Χ. κάνει λόγο για το βασίλειο των Σαβαίων στην Υεμένη. Η διάσημη βασίλισσα του, ήταν αυτή που σύμφωνα με τη Παλαιά Διαθήκη, επισκέφτηκε το βασιλιά Σολομώντα των Εβραίων στην Παλαιστίνη το 950 π.Χ.
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αραβική_μυθολογία
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Κάαμπα
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ισμαήλ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Άγαρ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σαρακηνοί
http://users.sch.gr/aiasgr/Eguklopaideia/Laoi_kai_fules/Arabikes_fules.htm
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αφροδίτη_(πλανήτης)
http://www.pronews.gr/istoria/499442_giati-oi-arhaioi-ellines-onomazan-tin-afroditi-eosforo-kai-espero
https://olympia.gr/2013/05/27/ισλαμισμοσ-θρησκεία-και-τέχνη/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αραβική_χερσόνησος
http://users.sch.gr/aiasgr/Eguklopaideia/Xwres_kai_laoi/Arabia.htm
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σημίτες
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σημ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αραβική_γλώσσα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου