Πρέπει να σημειώσωμε ότι οι όροι «επιτελής» και «επιτελείον» ήσαν άγνωστοι στο Βυζάντιο. Τούς άνδρες, πού εκτελούν επιτελικά, όπως θα ελέγαμε σήμερα, καθήκοντα ό μέν Μαυρίκιος τούς ονομάζει «ανθρώπους τού στρατηγού», ό δέ Λέων ό Σοφός «την τού στρατηγού προέλευσιν». Πάντως υπήρχαν πραγματικά και μάλιστα πολυσύνθετα επιτελεία, με οργάνωσι και αποστολή τού Βασιλέως, πού ήταν ονόματι και ουσία Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, περιελάμβανε τούς εξής αξιωματούχους: τον Μέγαν Δομέστιχον, «κεφαλήν άπαντος τού φοσσάτου», δηλ. τον Αρχηγό Στρατού. Τον Μέγαν Δρουγγάριον τής Βίγλης. Έρρύθμιζε τις προφυλακές και την ασφάλεια των κινουμένων στρατευμάτων. Τον Δομέστιχον των Τεχνών, αρμόδιο για την επιθεώρησι και συντήρησι των κάστρων. Τον Στρατοπεδάρχη των Τζακώνων, υπεύθυνο για τις φρουρές των κάστρων. Τον Μέγαν Άδνουμιαστή. Συνόδευε στις επιθεωρήσεις τον Μέγαν Δομέστιχον, κατέγραφε τις ελλείψεις και φρόντιζε για την θεραπεία τους τον Μέγαν Στρατοπεδάρχη. Ήτο αρχηγός τής επιμελητείας, «έπαρχος και χορηγός τού στρατοπέδου». Τον Μέγαν Έταιριάρχη, πού συγκέντρωνε τούς φυγάδες, αυτομόλους ξένους κ.λπ. Τον Πρωτομάστορα ή Δομέστιχο των Στρατόρων, δηλ. σταυλάρχη και διοικητή των Ιπποκόμων. Τον Μέγαν Πριμμικύρην, υπεύθυνο για την τάξι στην «βασιλική αυλή», τόσον στα Παλάτια, όσον και τις εκστρατείες. Βοηθούς είχε τον Άρχοντα τού Άλλαγίου (φρούραρχο τής Αυλής) και Πρωταλλαγάτορα. Τον επί των Όπλων ή τού αρμαμέντου αρμόδιο για την προμήθεια και διανομή των όπλων. Τον Λογοθέτη των Άγελών, αρμόδιο για την επίταξι και διανομή των κτηνών. Τον Κριτή τού φοσσάτου, δηλ. τον δικαστή των στρατιωτών. Τον Σακελλάριον, ήτοι τον Γενικό Ταμία τού φοσσάτου. Τον Πρωτοασηκρήτην, δηλ. τον έξ απορρήτων αρχιγραμματέα Τον επί των «δεήσεων» πού παρελάμβανε και ενεργούσε τις απευθυνόμενες προς τον Βασιλέα αιτήσεις. Οι στρατηγοί πού διοικούσαν σύνολο Επαρχιών ελέγοντο Δομέστιχοι των Σχολών (τής Ανατολής λ.χ., τής Δύσεως κ.λπ.), οι δέ διοικούντες μιά Επαρχία ή Θέμα ελέγοντο στρατηγοί του Θέματος, λ.χ. τής Ιταλίας, τής Δαλματίας κ.λπ. Τα επιτελεία τούτων, δηλ. των Δομεστίχων των Σχολών ή των Στρατηγών διοικητών ενός θέματος, είχαν σύνθεσι ανάλογο προς το Επιτελείο τού Βασιλέως. Ειδικώτερα το Επιτελείο ενός στρατηγού, διοικητού τού θέματος, αποτελούσαν οι εξής: Ο Δομέστιχος τού θέματος, δηλ. υποδιοικητής. Ο κόμης τής Κόρτης, επιτελάρχης. Ο Δρουγγάριος τής Βίγλης, υπεύθυνος για την υπηρεσία ασφαλείας. Οι Άντικένσορες, για την αναγνώρισι των δρόμων και την θέσι των στρατοπέδων. Οι μίνσορες ή μινσουράτορες, για την χάραξι των απλήκτων. δηλ. των στρατοπέδων.Ο Δομέστιχος των τειχών (επιθεώρησις, επισκευή κάστρων). Ο επί τού αρμαμέντου. Ο Πρωτονοτάριος, αξιωματούχος τής πολιτικής διοικήσεως. Ο Σακελλάριος, επιμελητής τού Θέματος. Ο Όπτίων των Καταλόγων, δηλ. ό Ταμίας πού επλήρωνε τούς μισθούς. Ο Χαρτουλάριος (γραμματεύς). Ο Πραίτωρ (δικαστής). Οι Ιατροί, Ιερείς, Δουκάτορες (οδηγοί), διερμηνείς κ.λπ. Τούς επιτελείς και την ανατιθέμενη στον καθένα υπηρεσία καθόριζε ό στρατηγός κατά την απόλυτη κρίσι του. Επιτυχημένη ήταν συνήθως ή εκλογή, αλλά οι εύνοιες και αυθαιρεσίες δεν έλειπαν. Ας ιδούμε, τελευταία αυτή, την κινητοποίησι: Οσάκις ανηγγέλλετο σοβαρή εχθρική επιδρομή και απεφάσιζε ό Βασιλεύς να εκστρατεύση, εκρεμούσαν έξω από την Χαλκήν Πύλην (δηλ. την κυρία είσοδο τού περιβόλου των ανακτόρων) ένα θώρακα, μιά σπάθη και μιά ασπίδα. Τούτο είχε την έννοια διαταγής επιστρατεύσεως τής Πρωτευούσης. Διαταγή κινητοποιήσεως των επαρχιακών στρατευμάτων εστέλλετο στους αρμοδίους στρατηγούς διοικητάς με το «τηλεγραφικό» σύστημα των φρυκτωριών, πού λειτουργούσε τότε, δηλ. με πυρσούς, μέσα σε ελάχιστο χρόνο. Μόλις έπαιρναν την διαταγή, οι Διοικηταί έπρεπε να συμπληρώσουν τις από τον καιρό τής ειρήνης υφιστάμενες αποθήκες επιστρατεύσεως, να επιτάξουν και συγκεντρώσουν τα κτήνη, να επιστρατεύσουν τούς άνδρες τής περιφερείας των και να οδηγήσουν ή αποστείλουν στο απειλούμενο μέτωπο στρατιώτες, ζώα και υλικά. Παραλλήλως ελάμβαναν ορισμένα μέτρα: ενίσχυαν τα φρούρια τής περιοχής, συνέλεγαν πληροφορίες, εξουδετέρωναν τούς κατασκόπους, συγκέντρωναν τροφές κ.λπ. Και τότε, στρατιώτες και άρχοντες, υπακούοντες στην φιλοδοξία τού αρχηγού των, οδηγημένοι από την Ύπέρμαχο Στρατηγό και πειθαρχούντες στην επιταγή μίας ιστορικής αποστολής, εβάδιζαν κατά τού εχθρού και επιδρομέως, για να κρατήσουν αιώνες πολλούς και μακρούς την Ελληνική Αυτοκρατορία ζωντανή και ακατάβλητη.
Στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία με την ονομασία θέμα αναφέρουμε τις αρχικώς μεγάλες στρατιωτικές μονάδες του βυζαντινού στρατού που δημιουργήθηκαν κατά τον 7ο αιώνα, οι οποίες λάμβαναν το όνομά τους από την τοποθεσία την οποία συνετίθεντο και οι οποίες εξελίχτηκαν σταδιακά από τον 8ο αιώνα σε διοικητικές περιφέρειες του κράτους, με διοικητικό ρόλο υπό τον εκάστοτε ανώτερο στρατιωτικό αξιωματικό (στρατηγό). Οι διοικητικές αυτές περιφέρειες της Αυτοκρατορίας οι οποίες δημιουργήθηκαν πιθανά τον 7ο αιώνα, κατά τη δυναστεία του Ηρακλείου, μετά την κατάργηση των επαρχιών που είχαν θεσπίσει παλαιότερα ο Διοκλητιανός και ο Μεγάλος Κωνσταντίνος και αφετέρου οι στρατιωτικές μονάδες που συγκροτούνταν σ' αυτές μετά από επιστράτευση. Τα θέματα ήταν αρχικά στρατιωτικές μονάδες, μετακινούμενες ανά την επικράτεια. Όταν οι μονάδες αυτές απέκτησαν μόνιμη εγκατάσταση, θέματα ονομάστηκαν οι περιοχές εγκατάστασής τους, οι οποίες εξελίχθηκαν σε διοικητικές περιφέρειες. Την ανώτατη πολιτική εξουσία του θέματος ασκούσε ο στρατηγός Στα θέματα υπηρετούσαν ελεύθεροι αγρότες Χριστιανοί ορθόδοξοι στους οποίους το κράτος παραχωρούσε στρατιωτικά κτήματα (στρατιωτόπια, ή στρατοτόπια). Το κτήμα και η υποχρέωση για στρατιωτική υπηρεσία μεταβιβαζόταν από τον πατέρα στον πρωτότοκο γιο. Με τα έσοδά τους εξ αυτών οι στρατιώτες - αγρότες συντηρούσαν τις οικογένειες τους, αγόραζαν οπλισμό και κάλυπταν τα έξοδα των εκστρατειών. Έτσι οι διοικητικές περιφέρειες των Θεμάτων ήταν ταυτόχρονα και οι στρατιωτικές περιφέρειες της Αυτοκρατορίας. Τα θέματα βοήθησαν και στην επικράτηση της μικρομεσαίας αγροτικής τάξης στο Βυζάντιο. Ο θεματικός στρατός αποτελούσε τον κύριο στρατό της Αυτοκρατορίας, ένα είδος εθνικού στρατού στον οποίο στρατολογούνταν μόνο κάτοικοι χριστιανοί ορθόδοξοι, αποκλειομένων των αιρετικών, Εβραίων κ.λπ., σε αντίθεση προς τις υπό της κυβέρνησης της Κωνσταντινούπολης στρατολογούμενες μονάδες που καλούνταν Τάγματα και που περιελάμβαναν και ξένους και αιρετικούς, ακόμα και μη Χριστιανούς. Ο Θεματικός στρατός φάνηκε εξαιρετικά αποτελεσματικός στην απόκρουση των αραβικών επιθέσεων. Καθένα από τα θέματα διοικείτο από τον Στρατηγό ο οποίος είχε πολιτική και στρατιωτική εξουσία, εξ ου και οι παράλληλες ονομασίες των θεμάτων σε: Στρατηγάτα (κατ΄ έκταση) και Στρατηγίδες (κατά διοίκηση). Στον στρατηγό υπάγονταν οι κλεισουράρχες, οι τουρμάρχες (στρατιωτικοί) και οι πρωτονοτάριος ή κριτής (που έφεραν δικαστική εξουσία και οικονομική διαχείριση). Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος ανέφερε 29 θέματα, 17 στην Ασία και 12 στην Ευρώπη, αλλά ο αριθμός τους κυμαινόταν ανάλογα με τις ανάγκες και τις μεταβολές της αυτοκρατορίας. Ο χάρτης της βυζαντινής διοίκησης των Θεμάτων περιελάμβανε τις εξής περιοχές: Στρατηγίς Αβύδου, Θέμα Αγχιάλου, Στρατηγίς Αδάνων, Θέμα Αδατά, Θέμα Αδριανουπόλεως και Διδυμότειχου, Στρατηγίς Αετού, Θέμα Αιγαίου Πελάγους, Στρατηγίς Αισθιανηνής, Θέμα Άμαρας, Θέμα Ανατολικών, Στρατηγίς Αντάραδου, Στρατηγίς Ανταρτούς, Θέμα Αρμενιακών, Στρατηγίς Αρτάχ, Στρατηγίς Αρτζεσίου, Στρατηγίς Άρτζικε, Θέμα Ασμοσάτου, Στρατηγάτο Βαλανέως, Θέμα Βαρδάρη, Στρατηγίς Βελεγράδας, Στρατηγίς Βελεγράδας και Βρανιτζόβης, Στρατηγίς Βελεχατίβης, Στρατηγίς Βερόης, Θέμα Βεροίας, Θέμα Βιθυνίας, Στρατηγίς Βλαχίας, Θέμα Βολερού, Στρυμώνος και Θεσσαλονίκης, Στρατηγίς Βορζέ, Θέμα Βουκελλαρίων, Θέμα Βουλγαρίας, Θέμα Βουναίνης, Στρατηγίς Βρινδήσιον, Στρατηγάτο Γαβάλων, Θέμα Γερμανίκειας, Στρατηγίς Γωτωγώζ και Ελαβάκης, Θέμα Δαλματίας, Θέμα Δαουθά, Στρατηγίς Δεαβόλεως, Θέμα Δερζηνής, Θέμα Δρουγουβιτείας, Στρατηγίς Δρυινουπόλεως, Θέμα Δυρραχίου, Θέμα Ειρηνουπόλεως, Θέμα Ελλάδος, Θέμα Εξακωμίας, Στρατηγίς Ερκνή, Θέμα Ζαγορίων, Στρατηγίς Ζερμίου, Στρατηγίς Ζούμε, Στρατηγίς Αγίου Ηλία, Θέμα Θεοδοσιουπόλεως, Στρατηγίς Θεοδωρουπόλεως, Θέμα Θεσσαλονίκης, Θέμα Θράκης, Θέμα Θράκης και Μακεδονίας, Θέμα Θρακησίων, Θέμα Ιβηρίας, Στρατηγίς Ιεραπόλεως, Στρατηγίς Ιεριχώς, Στρατηγίς Ιωαννουπόλεως, Θέμα Καησούν, Θέμα Καλαβρίας, Θέμα Καλουδίων, Στρατηγίς Κάμας, Θέμα Καππαδοκίας, Θέμα Καραβησιάνων, Θέμα Κασιώτιδος, Θέμα Καστοριάς, Θέμα Κεφαλληνίας, Θέμα Κιβυρραιωτών, Θέμα Κιλβιανών, Στρατηγίς Κοκοβίτ, Θέμα Κολωνείας, Στρατηγίς Κολωνείας Ηπείρου, Στρατηγίς Κοπτού, Θέμα Κρήτης, Στρατηγίς Κυμβαλαίου, Θέμα Κύπρου, Στρατηγίς Λαοδίκειας, Θέμα Λαπάρας, Στρατηγίς Λάρισας Θεσσαλίας, Στρατηγίς Λάρισας Καππαδοκίας, Στρατηγίς των Λιμνίων, Θέμα Λογγοβαρδίας, Θέμα Λουκανίας, Στρατηγίς Λούλους, Θέμα Λυκανδού, Θέμα Μαιάνδρου, Θέμα Μακεδονίας, Στρατηγάτο Mαρακέως, Θέμα Μαρίσοβου και Μοροβίσδου, Στρατηγίς Ματζικέρτ, Στρατηγίς Μαύρου όρους, Θέμα Μελενίκου, Θέμα Μελιτηνής, Στρατηγίς Μελτής, Θέμα Μεσηβρίας, Θέμα Μελάγινων, Θέμα Μεσοποταμίας, Θέμα Μεσοποταμίας της δύσεως, Θέμα Μογλενών, Στρατηγίς Μοσυνούπολις, Στρατηγίς Μουζαρίου, Στρατηγίς Moψουεστίας, Θέμα Μυλάσσης και Μελανουδίου, Στρατηγίς Ναϊσού και Βρανιτζόβης, Θέμα Νεοκάστρων, Θέμα Νικοπόλεως, Θέμα Οπτιμάτων, Θέμα Οχρίδας, Θέμα Οψίκιον, Στρατηγάτο Παγράς, Στρατηγάτο Παλατζά, Στρατηγίς Παρευφράτειδων πόλεων, Θέμα Παρίστριον, Θέμα Παφλαγονίας, Θέμα Πελαγονίας, Θέμα Πελοποννήσου, Θέμα Περιθωρίου, Στρατηγίς Περκρίνου, Θέμα Ποδανδού, Θέμα Πρεσπών, Θέμα Πρίλαπου, Πελαγονίας, Μολύσκου και Μογλενών, Στρατηγίς Ραούσιον, Στρατηγίς Ρωμανούπολις, Θέμα Σαμοσάτων, Θέμα Σάμου, Στρατηγίς Σαρδικής, Στρατηγίς Σασούν, Θέμα Σεβαστείας, Στρατηγίς Σέζερ, Θέμα Σελευκείας, Στρατηγίς Σερβίων, Θέμα Σερρών, Θέμα Σικελίας, Θέμα Σκάμανδρου, Στρατηγίς Σκοπίων, Στρατηγίς Σμολένων, Θέμα Στρυμώνος, Στρατηγίς Στρώμνιτσας, Θέμα Σιρμίου, Στρατηγίς Σωτηριουπόλεως, Θέμα Τάραντα, Στρατηγάτο Ταρσού, Θέμα Ταρώνος, Στρατηγίς Τελούχ, Θέμα Τεφρικής, Στρατηγίς Τζιλιάπετρ, Θέμα Τριαδίτσης και Βελεβούσδου, Θέμα Τσαμανδού, Θέμα Φιλαδέλφειας, Θέμα Φιλιππούπολης, Θέμα Φιλιππούπολης, Μόρας, Βερόης και Αχριδώς, Θέμα Χαλδίας, Στρατηγίς Χαντριάτη, Θέμα Χαρπεζικίου, Θέμα Χαρσιανού, Στρατηγίς Χασαναρά, Στρατηγίς Χαυζιζίου, Θέμα Χερρονήσου, Θέμα Χερσώνος, Θέμα Χόζανον, Στρατηγίς Χορτζινής Στρατηγίς Χουήτ Θέμα Χριστουπόλεως και των περί αυτά.
Στην διάρθρωσι τού Στρατού τού Βυζαντίου την βάσι αποτελεί το τάγμα, πού έχει τις υποδιαιρέσεις του, την εκατονταρχία, πεντηκονταρχία, πενταρχία και τετραρχία. Υπέρ το τάγματος καλυτέρα σύνθεσις από περισσότερα τάγματα είναι ή μοίρα, το μέρος και ό στρατός. Το τάγμα λέγεται και βάνδον στο ιππικό και τάγμα ή αριθμός στο πεζικό. Έχει στην διαχείρισί του, το συσσίτιο, τα υλικά και την πειθαρχία του. Οι προμήθειές του ρυθμίζονται από τον διοικητή τού τάγματος. Οι στρατιωτικές «θεωρίες» αναπτύσσονται και ό Κώδιξ διαβάζεται στους συγκεντρωμένους στρατιώτες κατά τάγμα. Ως προς την ενδυμασία και τον οπλισμό, φαίνεται ότι αυτά αποτελούν ευθύνη τού στρατηγού. Υπάρχει μιά οργανική αυτοτέλεια, την οποία προσέχουν να μη διαταράξουν. Ο διοικητής του λέγεται άρχων, τριβούνος, κόμης, ταγματάρχης ή ταξίαρχος. Τα καθήκοντά του είναι πολλά, τόσο στον διοικητικό όσο και στον τακτικό τομέα. Περισσότερα τάγματα αποτελούν μία μοίρα, πού λέγεται και δρούγγον ή χιλιαρχία. Είναι το άθροισμα μάλλον ορισμένων ταγμάτων παρά μία οργανική μονάς. Ο διοικητής της πού είναι συνήθως ό πρώτος ταγματάρχης λέγεται μοιράρχης ή δούξ ή χιλίαρχος και ρουγγάριος. Κάθε μοίρα έχει το ιδικόν της βάνδον (το λάβαρον). Το Μέρος είναι μιά ομάς από μοίρες και τάγματα, λέγεται δέ και σύνταγμα ή τούρμα. Ο διοικητής της, μεράρχης ή στρατηλάτης και τουρμάρχης είναι από το πρώτα στελέχη τού στρατεύματος. Αποτελεί τον σύμβουλο τού στρατηγού. Ο στρατός ή στράτευμα ή σύνολον αποτελείται από τρία ή περισσότερα Μέρη, δυνάμεως 15.000 μέχρι 20.000 άνδρες, Αρχηγός του ό στρατηγός έχει μία σημαία και κοινές υπηρεσίες. Οι αρμοδιότητές του πολλές και το απαιτούμενα προσόντα περιγράφονται στον Κανονισμό με ρεαλισμό και πληρότητα. Υπάρχουν ορισμένοι άνδρες σε κάθε τάγμα, πού εκτελούν συγκεκριμένα έργα, τα οποία είναι μάλλον λειτουργήματα παρά ειδικότητες. Τον καιρό τού Μαυρικίου, κατά τον 6ο αιώνα, ήσαν σε κάθε τάγμα οι μαντάτορες, ό βανδοφόρος, ό βουκινάτωρ, ό την κάππαν βαστάζων και ό κήρυξ. Με την εξέλιξι δέ και μάλιστα κατά τον 10ο αιώνα ευρίσκομε σε κάθε τάγμα 2 μαντάτορες, 2 βουκινάτορες ή τουβάτορες, ένα καμπιδούκτορα, ένα καντάτορα, δύο αντικένσορες, δύο μίνσορες, ένα οπτίωνα, τον ιερέα, τον ιατρό και 6 - 10 δηποτάτους. Μαντάτορες ήσαν οι αγγελιαφόροι ή το πολύ οι υπασπισταί. Βουκινάτωρ ή τουβάτωρ, ό σαλπιγκτής, καμπιδούκτωρ, ό οδηγός «ό κατά τόπους ερευνών και οδηγών». Καντάτωρ (ή παρακλήτωρ) ήταν ό ρήτορας τού τάγματος, με έργον να διεγείρη με λόγους τον στρατό προς τούς αγώνες. Αντικένσορες ήσαν εκείνοι, πού εξήταζαν τούς δρόμους και ελάμβαναν τα κατάλληλα μέτρα για την ασφαλή διέλευσι των στρατευμάτων, εδιάλεγαν την θέσι για την εγκατάστασι τού στρατοπέδου και εξήταζαν την χώρα, αν διαθέτη τροφές, νερό, ξυλεία. Οι μίνσορες ή μινσουράτορες (γεωμέτραι) εχάραζαν το στρατόπεδο και όριζαν την θέσι για κάθε στρατιωτικό τμήμα. Οπτίων ήταν ό οικονομικός βαθμοφόρος, πού επλήρωνε τούς μισθούς, δηποτάτους δε έλεγαν τούς νοσοκόμους και τραυματιοφορείς. Όλοι αυτοί έπρεπε να είναι, αν όχι αξιωματικοί, τουλάχιστον υπαξιωματικοί. Μαζί με το τάγμα επορεύετο και το «τούλδον», δηλ. τα ανθοφόρα ή υπουργικά ή μεταγωγικά. Τουτέστι βοϊδάμαξες, άμαξες συρόμενες από άλογα ή μουλάρια, πού μετέφεραν τρόφιμα, όπλα, υλικά κ.λπ. Με το Τούλδο όμως επορεύοντο οι τεχνίτες τού τάγματος, οι υπηρέτες και οι παίδες ή πάλλικες, κοπάδια ζώων, οι μεταπράττες και προμηθευταί. Τέλος δέ οι οικογένειες των στρατιωτών, πού ακολουθούσαν το τάγμα, όταν τούτο επετρέπετο. Πρέπει να σημειώσωμε ότι οι όροι «επιτελής» και «επιτελείον» ήσαν άγνωστοι στο Βυζάντιο. Τούς άνδρες, πού εκτελούν επιτελικά, όπως θα ελέγαμε σήμερα, καθήκοντα ό μέν Μαυρίκιος τούς ονομάζει «ανθρώπους τού στρατηγού», ό δέ Λέων ό Σοφός «την τού στρατηγού προέλευσιν». Πάντως υπήρχαν πραγματικά και μάλιστα πολυσύνθετα επιτελεία, με οργάνωσι και αποστολή τού Βασιλέως, πού ήταν ονόματι και ουσία Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων. Οι στρατηγοί πού διοικούσαν σύνολο Επαρχιών ελέγοντο Δομέστιχοι των Σχολών (τής Ανατολής λ.χ., τής Δύσεως κ.λπ.), οι δέ διοικούντες μιά Επαρχία ή Θέμα ελέγοντο στρατηγοί του Θέματος, λ.χ. τής Ιταλίας, τής Δαλματίας κ.λπ. Τα επιτελεία τούτων, δηλ. των Δομεστίχων των Σχολών ή των Στρατηγών διοικητών ενός θέματος, είχαν σύνθεσι ανάλογο προς το Επιτελείο τού Βασιλέως.
O όρος «ακρίτης» απαντά κυρίως σε κείμενα της μέσης (7ος-12ος αι.) και ύστερης (12ος -15ος αι.) βυζαντινής περιόδου και αναφέρεται, ως επί το πλείστον, σε ενόπλους οι οποίοι είχαν την ευθύνη της άμυνας των μικρασιατικών συνόρων του Βυζαντίου (τις «άκρες»), καθώς και στους επικεφαλής τους. Επίσης, υποδήλωνε τους πληθυσμούς οι οποίοι κατοικούσαν στα σύνορα αυτά. Τουλάχιστον κατά τη μέση βυζαντινή περίοδο, ο όρος δεν αναφερόταν σε κάποια αυτόνομα τοπικά σώματα ατάκτων, καθώς την άμυνα των συνόρων αναλάμβαναν εκ περιτροπής δυνάμεις του τακτικού στρατού, ενώ ακόμη και στην υστεροβυζαντινή περίοδο η φρούρηση των συνόρων οργανωνόταν από την κεντρική εξουσία, αν και ήταν αναγκαία η συμμετοχή του τοπικού πληθυσμού. Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδος (4ος – 7ος αι.), η άμυνα των συνόρων είχε ανατεθεί στους λεγόμενους «λιμιτανέους» (limitanei, από το λατ. limes = όριο, σύνορο), στρατιώτες οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι σε πόλεις ή οχυρά κοντά στην παραμεθόριο ζώνη, σε αντίθεση με τους «κομιτατησίους» (comitatenses, από το λατ. comitatus = συνοδεία), τη δύναμη κρούσης του υστερορωμαϊκού στρατού που στρατοπέδευε σε πόλεις ή στρατόπεδα της ενδοχώρας. Ο χωρισμός του στρατεύματος σε στατικές και ευκίνητες μονάδες χρονολογείται στην περίοδο των μεταρρυθμίσεων του τέλους του 3ου και των αρχών του 4ου αιώνος και αποδίδεται είτε στον αυτοκράτορα Διοκλητιανό (284-305), είτε στον Μεγάλο Κωνσταντίνο (307-337). Οι «λιμιτανέοι» διέθεταν μονάδες πεζικού και ιππικού, υπό τη διοίκηση των «δουκών», ενώ τα βοηθητικά τους στρατεύματα βρίσκονταν υπό τη δικαιοδοσία των διοικητών των συνοριακών επαρχιών. Έως τον 6ο-7ο αι., τη Μικρά Ασία κάλυπταν (από βορρά προς νότο) οι συνοριακές διοικήσεις της Αρμενίας, της Μεσοποταμίας, της Οσροηνής και της Συρίας, ενώ συνοριακά στρατεύματα είχαν εγκατασταθεί και στην Ισαυρία, εν μέρει για να καλύπτουν τις ορεινές διαβάσεις από τη Συρία στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και, επίσης, για να επιτηρούν τους ανυπότακτους Ισαύρους. Καθήκον των κλεισουραρχών και των τουρμαρχών της παραμεθορίου ήταν η επιτήρηση των οδών που οδηγούσαν από τα αραβικά εδάφη στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας και η ενημέρωση των προϊσταμένων κλιμακίων για τυχόν επιδρομές. Για το σκοπό αυτό, οι «ακρίτες» είχαν δημιουργήσει ένα πλέγμα στατικών παρατηρητηρίων («βίγλες» και καμινοβίγλια) τα οποία τοποθετούνταν ανά διαστήματα σε υψώματα της παραμεθορίου για να μεταδίδουν πληροφορίες στον στρατηγό του θέματος. Παράλληλα, έφιππες αναγνωριστικές περίπολοι στις πεδινές περιοχές συνέδεαν μεταξύ τους τα παρατηρητήρια, συμπληρώνοντας το σύστημα επιτήρησης των συνόρων. Οι θεματικοί στρατιώτες που επάνδρωναν τα παρατηρητήρια εναλλάσσονταν κάθε 15 ημέρες, ενώ οι έφιππες περιπολίες πραγματοποιούνταν από άνδρες του ελαφρού ιππικού, που στο ανατολικό σύνορο ονομάζονταν «τραπεζίται» και τους οποίους οι Αρμένιοι αποκαλούσαν «τασιναρίους» ή «τασινάκια». Αποστολή τους ήταν επίσης οι επιδρομές σε εχθρικά εδάφη για αντίποινα ή συλλογή πληροφοριών. Αν και οι «τραπεζίται» και «τασινάριοι» δεν εμφανίζονται στα έπη, οι «απελάται», ένας άλλος όρος που απαντά στα λογοτεχνικά αυτά κείμενα, αναφέρονται από άλλες βυζαντινές πηγές του 10ου αι. και πιθανότατα ανήκαν και αυτοί στο δυναμικό των «ακριτών». Στα καθήκοντα των «ακριτών» τουρμαρχών της περιοχής περιλαμβάνονταν η προστασία του τοπικού πληθυσμού και η απομάκρυνσή του από τη ζώνη επιχειρήσεων, καθώς και η συμμετοχή στην αντιμετώπιση μεγάλης κλίμακας επιδρομών. Στην τελευταία περίπτωση, ο τουρμάρχης της παραμεθορίου ακολουθούσε τους εισβολείς κατά πόδας, αναμένοντας τις ενισχύσεις του στρατηγού. Αν η αριθμητική του υπεροχή το επέτρεπε, προσπαθούσε με το ιππικό του να περιορίσει τις κινήσεις των επιδρομέων και το εύρος των λεηλασιών τους. Αλλιώς, κατέφευγε στη χρήση τακτικών ανταρτοπολέμου, αποφεύγοντας τις εκ παρατάξεως μάχες και προσπαθώντας με το πεζικό του να παγιδεύσει τους επιδρομείς σε ορεινά περάσματα και εκεί να τους εξοντώσει σε ενέδρα. Η δράση των «ακριτών» κατά την πρώιμη και μέση βυζαντινή περίοδο συνέβαλε σημαντικά στην υπεράσπιση των βυζαντινών εδαφών της Μικράς Ασίας, δίνοντας τη δυνατότητα στο Βυζάντιο να επιβιώσει κατά τη διάρκεια του αγώνα εναντίον των Περσών και στους σκοτεινούς αιώνες που ακολούθησαν την αραβική κατάκτηση της Μέσης Ανατολής. Επίσης, η στρατηγική σπουδαιότητα των «ακριτών» κατά την ύστερη περίοδο είναι εμφανής. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Βυζαντινός ιστορικός Γεώργιος Παχυμέρης, το έργο του οποίου αφηγείται τα γεγονότα του δευτέρου μισού του 13ου αι. και τη σταδιακή απώλεια της Μικράς Ασίας, αρχίζει την εξιστόρησή του με μία περιγραφή του αμυντικού συστήματος στο ανατολικό σύνορο και της σταδιακής συρρίκνωσης του ρόλου των «ακριτών». Εκτός αυτού, οι θρύλοι για τα ηρωικά κατορθώματα των πολεμιστών των συνόρων τον 9ο και 10ο αι. ενέπνευσαν τη δημιουργία των λεγομένων ακριτικών επών, τα οποία εμφανίζονται από τον 11ο αι. και αποτελούν τον πυρήνα γύρω από τον οποίο δημιουργήθηκε το έπος του Βασιλείου Διγενή, ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία της βυζαντινής δημώδους λογοτεχνίας.
Κατά τα 1.123 χρόνια της ύπαρξής του, από τη μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη στις 11 Μαΐου του 330. Μέχρι την άλωση της Πόλης στις 29 Μαΐου του 1453, ο Βυζαντινός στρατός χρησιμοποίησε στρατεύματα προερχόμενα από πολλές διαφορετικές εθνικές ομάδες. Αυτά τα στρατεύματα συμπλήρωναν και υποστήριζαν τον τακτικό Βυζαντινό στρατό. Κάποιες φορές αποτέλεσαν ακόμη και τον κορμό του στρατού αυτού. Μα για το μεγαλύτερο μέρος της μακράς του ιστορίας, αυτοί οι ξένοι μισθοφόροι αντανακλούσαν τον πλούτο και την αίγλη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αφού ο αυτοκράτορας που ήταν σε θέση να συγκεντρώνει στην υπηρεσία του στρατιές από τις τέσσερις γωνιές του γνωστού τότε κόσμου ήταν πραγματικά τρομερός. Οι ξένοι στρατιώτες κατά την ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο ήταν γνωστοί ως φοϊντεράτι δηλαδή «ομόσπονδοι-σύμμαχοι» και συνέχισαν να αποκαλούνται έτσι μέχρι και τον 9ο αιώνα περίπου, αν και ο τίτλος τους είχε Ελληνοποιηθεί σε «Φοιδεράτοι». Έκτοτε, οι ξένοι μισθοφόροι έγιναν γνωστοί ως «Εταιρείαι» και συνήθως υπηρετούσαν στην αυτοκρατορική φρουρά. Η δύναμη αυτή διαιρούνταν στην «Μεγάλη Εταιρεία», τη «Μέση Εταιρεία» και τη «Μικρά Εταιρεία», που διοικούνταν από τους αντίστοιχους Εταιρειάρχες. Πιθανότατα, ο διαχωρισμός αυτός γίνονταν με θρησκευτικά κριτήρια. Κατά την περίοδο των Κομνηνών οι μονάδες των μισθοφόρων διαιρούνταν απλά κατά εθνότητα και ονομάζονταν σύμφωνα με τη χώρα προέλευσής τους: Ιγγλίνοι (Άγγλοι), Φράγκοι, Σκυθικοί, Λατινικοί κτλ. Κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Θεόφιλου αναφέρονται ακόμη και Αιθίοπες μισθοφόροι. Οι μονάδες αυτές, κυρίως οι Σκυθικοί, χρησιμοποιούνταν και σαν αστυνομική δύναμη στην Κωνσταντινούπολη. Η πιο διάσημη μισθοφορική δύναμη ήταν οι θρυλικοί Βάραγγοι. Η μονάδα αυτή ξεκίνησε από τους 6.000 Ρως που ο πρίγκιπας τουΚιέβου Βλαδίμηρος Α’ έστειλε στον Βασίλειο Β’ στα 988. Οι τρομερές μαχητικές ικανότητες αυτών των πελεκυφόρων, βάρβαρων Βορείων, τυφλά πιστών στον αυτοκράτορα (εφόσον τους αντάμειβε με αρκετό χρυσάφι), τους καθιέρωσε σαν ένα επίλεκτο σώμα, που σύντομα αναδείχθηκε στην προσωπική σωματοφυλακή του αυτοκράτορα. Η Βαράγγια φρουρά αρχικά επανδρώνονταν από Ρως, αλλά αργότερα πολλοί Σκανδιναβοί και Αγγλοσάξονες (μετά τη νορμανδική κατάκτηση της Αγγλίας) προσελήφθησαν επίσης. Προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες στην αυτοκρατορία και δεν διαλύθηκαν παρά μόνο μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τις δυνάμεις της Τέταρτης Σταυροφορίας στα 1204. Μάλιστα, αποτέλεσαν τη μόνη μονάδα που υπερασπίστηκε αποτελεσματικά ένα μέρος της Πόλης ενάντια στους Σταυροφόρους. Η Βαράγγια φρουρά ήταν μία ξένη μισθοφορική δύναμη που αποτελούσε το επίλεκτο Βυζαντινό πεζικό. Συνίστατο κυρίως από Βίκινγκς, Σλάβους και Γερμανούς. Οι Βάραγγοι υπηρετούσαν ως σωματοφυλακή και συνοδεία του αυτοκράτορα από τα χρόνια του Βασιλείου Β’. Γενικά ήταν πειθαρχικοί και αξιόπιστοι εφόσον τουλάχιστον εξακολουθούσαν να πληρώνονται καλά. Αν και οι περισσότεροι έφεραν τα δικά τους όπλα όταν έμπαιναν στην υπηρεσία του αυτοκράτορα, σταδιακά προσεταιρίζονταν το Βυζαντινό στρατιωτικό εξοπλισμό. Το πιο χαρακτηριστικό τους όπλο ήταν ένας βαρύς πέλεκυς, απ’ όπου προέρχονταν κι ο χαρακτηρισμός τους πελεκυφόρος φρουρά.
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Κατηγορία:Βυζαντινά_θέματα
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θέμα_(Βυζάντιο)
https://medievalswordmanship.wordpress.com/2013/05/23/ιστορια-του-ελληνικου-στρατου-ο-στρατ/
http://www.militaryhistory.gr/articles/view/118
http://vizantinaistorika.blogspot.gr/2014/01/blog-post_28.html
http://vizantinaistorika.blogspot.gr/2014/10/oi.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου