Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Η ιστορία των νησιών του Αργοσαρωνικου : Απο την Ρωμαϊκή κατάκτηση εως την Βυζαντινή περίοδο και την Οθωμανική κατάκτηση

Σύμφωνα με τον περιηγητή της αρχαιότητας, Παυσανία , στην εποχή του (τέλη του 2ου μ.Χ. αι.) η αρχαία πόλη της Σαλαμίνας (σημερινά Αμπελάκια) είχε εγκαταλειφθεί καθόσον ο ίδιος διαπίστωσε ερείπια στην Αγορά της. Οι κάτοικοι που την εγκατέλειψαν, εγκαταστάθηκαν σ΄ άλλα σημεία του νησιού. Από τα υπάρχοντα αρχαιολογικά στοιχεία της Σαλαμίνας, τεκμαίρεται η ύπαρξη δύο οικισμών κατά τη διάρκεια αυτής της χιλιετίας: ενός στη νότια πλευρά εκεί, όπου σήμερα ευρίσκεται το χωριό Αιάντειο και ενός άλλου στη βόρεια πλευρά στη θέση, όπου είναι η σημερινή πόλη της Σαλαμίνας. Αξιομνημόνευτο είναι το γεγονός ότι, επί εποχής Ιουστινιανού (527-565), η Σαλαμίνα κατατασσόταν μεταξύ των πόλεων της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Χαρακτηριστικό στοιχείο της Βυζαντινής περιόδου (9ος-12ος αιώνας)  αποτελεί, όχι μόνο για τη Σαλαμίνα αλλά και γι΄ όλο τον ελλαδικό χώρο, η ύπαρξη «τοπικών δυναμικών αρχόντων - γαιοκτημόνων, που εκμεταλλεύονταν τη γη, δημιουργώντας τοπικούς χώρους εξουσίας, η οποία είτε τους αποδόθηκε με αυτοκρατορική παραχώρηση (πρόνοιες), είτε οι ίδιοι την οικειοποιήθηκαν με άλλο τρόπο». Μετά το τέλος της Δ΄ Σταυροφορίας (1202-1204) και την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους , η Σαλαμίνα περιήλθε στην κυριαρχία των Βενετών και το έτος 1294 παραδόθηκε από το Γκυ Β' ντε λα Ρος στον άρχοντα της Ευβοίας , τον Βονιφάτιο από τη Βερόνα. Στην περίοδο εκείνη ανάγεται το κτίσιμο του αρχικού ναού της Παναγίας Φανερωμένης . Στη συνέχεια, και κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, η Σαλαμίνα περιήλθε διαδοχικά στην κυριαρχία των Καταλανών (1311), της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1319), των Καταλανών εκ νέου (1350) και του Φλωρεντινού οίκου των Ατσαγιόλι (1388). Στα τέλη του 14ου αιώνα αποικίστηκε από Αρβανίτες. Η κάθοδος των αρβανίτικων φύλων στον ελλαδικό χώρο ξεκινά στα τέλη του 13ου αιώνα και σταματάει περίπου το 1600, έχοντας ως αρχική κοιτίδα την περιοχή Άρβανον στο Δεσποτάτο της Ηπείρου , στην κεντρική περιοχή της σημερινής Αλβανίας και ως τόπο αρχικής εγκατάστασης την Θεσσαλία γύρω στο 1325. Έχοντας εγκατασταθεί στην κοιλάδα του Σπερχειού από το 1380-81, οι Αρβανίτες παίρνουν άδεια από τον Πέτρο Δ΄ της Αραγωνίας να εγκατασταθούν στο Δουκάτο των Αθηνών το 1382, για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας του δουκάτου απέναντι στις ξένες επιδρομές. Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν την εμφάνιση 10.000 Αρβανιτών στον Ισθμό της Κορίνθου το 1404-05, των οποίων την εγκατάσταση στο Δεσποτάτο του Μυστρά επέτρεψε ο δεσπότης Θεόδωρος Παλαιολόγος. Οι αρβανίτικες φατρίες ήταν και έμειναν πιστές στην Ελληνική Ορθοδοξία, ένα μέρος τους όμως ασπάστηκαν το Ισλάμ. Οι Αρβανίτες υπηρετούσαν στο Βυζαντινό στρατό και η Δυναστεία των Παλαιολόγων τους χρησιμοποίησε συχνά σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες. Σε μια περίπτωση, 6.000 Αρβανίτες από την Γλαρέντζα εστάλησαν στο πεδίο μάχης. Στα μέσα του 1454, ένας ηγέτης που ονομαζόταν Πέτρος Μπούας είχε περίπου 30.000 Αρβανίτες υπό την εντολή του. Από το σύνολο των μεταναστών, όσοι έφτασαν στην Πελοπόννησο και είχαν εγκατασταθεί σε δυσπρόσιτες ορεινές ζώνες, σχημάτιζαν συμπαγείς ομάδες. Μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αποτέλεσαν βασική εστία αντίστασης στους Οθωμανούς.
Σύμφωνα με τον Παυσανία , που πέρασε από το νησί της Αίγινας, το 150 μ.Χ., στην Αίγινα δεν υπήρχε τίποτα αξιόλογο ενώ το ιστορικό λιμάνι του είχε παραχωθεί εντελώς. Λόγω των επιδρομών των Γότθων και των Ερούλων στην Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, μεγάλοι πληθυσμοί μετακινήθηκαν στην Αίγινα, η οποία γνώρισε μια δέυτερη ακμή. Κατά τον 10ο αιώνα οι επιδρομές των πειρατών ανάγκασαν έναν μέρος των κατοίκων να μεταναστεύσει ενώ τότε πραγματοποιήθηκε και η μεταφορά της πρωτεύουσας στην ενδοχώρα και συγκεκριμένα στην Παλαιά Χώρα. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες του δωδεκάτου (12ου) αιώνος, όταν η πειρατεία γενικεύεται σε μεγάλο βαθμό, λόγω της αποφάσεως του Ιωάννου Β' Κομνηνού (κατόπιν εισηγήσεως προς αυτόν του "Ιωάννου του εκ Προύτζης") να διακόψει τα κονδύλια προς το ναυτικό, η Αίγινα γίνεται βασικό ορμητήριο των πειρατών, ιδίως για τις επιθέσεις τους προς την Αττική, τους κατοίκους της οποίας τρομοκρατούν αρπάζοντας υλικά αγαθά, ζώα, ανθρώπους για σκλάβους ή για λύτρα, και βεβαίως σκοτώνουν πολλούς κατοίκους συχνά με βασανιστικό τρόπο ή απλώς τους ακρωτηριάζουν. Ο δε Μητροπολίτης των Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης, ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο χαρακτηρίζει την Αίγινα ως "φωλιά των πειρατών". Εν συνεχεία η Αίγινα υποτάχθηκε από τους Φράγκους (1204 - 1317), τους Καταλανούς (1451 - 1540), τους Ενετούς (1451 - 1540 & 1687 - 1715) και τους Οθωμανούς (1540 - 1687 & 1715 - 1821). Η σημαντικότερη όμως καταστροφή πραγματοποιήθηκε από τον Χαϊρεντίν Βαρβαρόσσα, ο οποίος λεηλάτησε την πρωτεύουσα και αιχμαλώτισε περί τους 4.000 με 7.000 χιλιάδες Αιγινήτες. Στο τέλος του 18ου αιώνα οι Αιγηνίτες εγκατέλειψαν την Παλιά Χώρα και εγκαταστάθηκαν στην θέση της αρχαίας πόλης της Αίγινας.
Στην Βυζαντινή περίοδο στον Πόρο και τα υπόλοιπα νησιά έκαναν επιδρομές πειρατές, ενώ κατά την Τουρκική κατοχή το νησί παρέμεινε ανεξάρτητο.
Την Ρωμαϊκή και κατόπιν την Βυζαντινή περίοδο το νησί κατοικείται ανελλιπώς. Κατά των 15ο αιώνα αρχίζει η σημαντική ανάπτυξη της Ύδρας με την εγκατάσταση Αρβανιτών φυγάδων, καταδιωγμένων από τον σουλτάνο Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή, που είχε κυριεύσει την Πελοπόννησο. Τότε είναι που ξεκινά να χτίζεται και η σημερινή πόλη της Ύδρας και συγκεκριμένα γύρω από τον λόφο του Κιάφα για λόγους ασφαλείας από πειρατικές επιδρομές. Ένα δεύτερο μεγάλο εποικιστικό κύμα έφτασε στην Ύδρα στα τέλη του 16ου αιώνα όταν μεγάλες οικογένειες έρχονται στο νησί. Μεταξύ αυτών οι οικογένειες Λαζάρου και Ζέρβα μετέπειτα Κοκκίνη και Κουντουριώτη από την Ήπειρο, οι οικογένειες Μπαρού από την Κύθνο, Νέγκα, Γκιώνη, Γκούμα, Γιακουμάκη μετέπειτα Τομπάζη από τα Βουρλά της Σμύρνης, Κιοσσέ μετέπειτα και Σαχίνη από τη Γένοβα, Μπουντούρη από την Εύβοια, Βώκου μετέπειτα και Μιαούλη από τα Φύλλα Ευβοίας.
Το σημερινό όνομά των Σπετσων πήρε από τους ναυτικούς του Μεσαίωνα Καταλανούς, Γενουάτες και Βενετούς . Οι Φράγκοι την αποκαλούσαν "Ιζόλα ντι Σπέσια " ή " Ιζόλα ντι Σπέσια " (=αρωματοφόρος νήσος). Κατ΄ άλλη εκδοχή το όνομα προήλθε από το "Πέτσα" (Πετσιώτες) που φέρεται ως αρβανίτικος γλωσσικός αναγραμματισμός του αρχαίου ονόματος Πιτυούσα. Στην εποχή της Φραγκοκρατίας οι Σπέτσες περιήλθαν στους Ενετούς ( 1220 -1460 ) και εξ αυτών στους Τούρκους . Τον 17ο αιώνα ο πληθυσμός της ήταν κυρίως Αρβανίτες Χριστιανοί που είχαν εγκατασταθεί από τον 15ο αιώνα που αυξήθηκε στη συνέχεια με αποίκους από Λακωνία-Τσακωνιά (Τυρό-Λεωνίδιο), Αργολίδα και Ερμιονίδα που ακολούθησαν νεότερες εποικίσεις τον 18ο αιώνα. Ο αρχικός μεσαιωνικός οικισμός ήταν βορειοδυτικά της σημερινής πόλης, σημερινή θέση "Καστέλι" όπου υπήρχε ακρόπολη επί λόφου (σημερινή θέση ο ναός του Αγίου Βασιλείου).
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σαλαμίνα_(νησί)
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αίγινα
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πόρος_(νησί)
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ύδρα
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σπέτσες

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου