Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

Ασπρόπυργος Αττικής : Η παρακμή μίας σύγχρονης πόλης μέσα από την ευρωπαϊκή οπτική

Πρίν από μερικές εβδομάδες, το διμηνιαίο περιοδικό 1843 του Economist δημοσίευσε ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ για την κατάσταση που επικρατεί στον Ασπρόπυργο Αττικής, υπό τον σαφής τίτλο «Europe’s Heart Of Darkness». Ο δημοσιογράφος Alexander Clapp και ο φωτογράφος Simon Norfolk επισκέφθηκαν την περιοχή και κατέγραψαν όλα όσα είδαν, τα οποία ήταν κάτι παραπάνω από συγκλονιστικά. Πόλεμος συμμοριών, απαγωγές, διακίνηση ναρκωτικών, διακίνηση παράνομων προϊόντων, κάθε λογής γκέτο, εκμετάλλευση παράτυπων μεταναστών και η Χρυσή Αυγή σε ρόλο αυτόκλητου σερίφη αλλά και…διαιτητή κάθε παράνομης πράξης. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, στον Ασπρόπυργο υπηρετούν μόλις 40 αστυνομικοί, οι οποίοι προφανώς αδυνατούν να θέσουν κανόνες στο χάος, με τον επικεφαλής τους να δηλώνει ότι «δεν καταλαβαίνουν πολλοί τι ακριβώς συμβαίνει εδώ». Όλα αυτά όχι σε κάποια δύσβατη ορεινή περιοχή της Πίνδου ή σε κάποιο απομακρυσμένο νησί. Στον Ασπρόπυργο, ελάχιστα έξω από την Αθήνα (20 Km). Όταν διάβασα για πρώτη φορά το ρεπορτάζ, σημείωσα την ημερομηνία δημοσίευσης του και περίμενα να δω πότε και αν θα υπάρξει κάποια επίσημη αντίδραση από τους αρμόδιους φορείς. Δεν συνέβη απολύτως τίποτα. Δεν επιλέχθηκε καν κάποια πατροπαράδοτη συνταγή διάψευσης του τύπου «υπερβολές, δεν είναι τόσο άσχημα τα πράγματα, οι ξένοι μας συκοφαντούν». Η σιωπή της κυβέρνησης εξυπηρετήθηκε και από τη σιωπή των ΜΜΕ, τα οποία είτε δεν πρόσεξαν καν ότι η χώρα μας απασχολεί κατά τον τρόπο αυτό τον Economist είτε έκριναν ότι δεν άξιζε τον κόπο να το αναδημοσιεύσουν. Ζούμε, εξάλλου, στην εποχή που με τίτλους «ΣΟΚ! Δείτε τι συνέβη» περιγράφονται συνήθως τα κατορθώματα συμπαθών τετράποδων κι όχι η μετατόπιση ενός προαστίου της Αθήνας στην Άγρια Δύση. Μετανάστευση, αφοσίωση στη φυλή, λαθρεμπόριο ναρκωτικών και εθνικισμός τα προβλήματα μιας ηπείρου αντηχούν μέσα από μια μικρή ελληνική πόλη. Ο Αλεξάντερ Κλαπ ταξιδεύει στον Ασπρόπυργο. Ακολουθεί το δημοσίευμα του Ecomonist σε πρόχειρη μετάφραση: Η σκοτεινή καρδιά της Ευρώπης.
Μια νύχτα τον περασμένο Απρίλη ο Κωνσταντίνος Ποτουρίδης εξαφανίστηκε από το σπίτι του στον Ασπρόπυργο, μια βιομηχανική πόλη στην κεντρική Ελλάδα. Δυο βδομάδες αργότερα, ο θείος του Κώστας έλαβε ένα τηλεφώνημα από τους απαγωγείς του. «Είπαν ότι ο ανιψιός μου είναι ακόμα ζωντανός,» εξηγεί ο Κώστας, «αλλά θέλουν 1.500 ευρώ για την επιστροφή του.» Ο Κώστας δεν επικοινώνησε με τις αρχές. Η μητέρα του είχε σκοτωθεί σε ένα τροχαίο ατύχημα με εγκατάλειψη του θύματος λίγα χρόνια νωρίτερα, αλλά η αστυνομία τον είπε ψεύτη και αρνήθηκε να λάβει υπόψη την υπόθεσή του. «Ποτέ μην εμπιστεύεσαι την αστυνομία στον Ασπρόπυργο», λέει. «Λένε ψέματα για να πάρουν προαγωγή.»  Έτσι αργά εκείνη τη νύχτα, βρέθηκε να περιμένει στην άκρη της εθνικής οδού. Ένας άντρας με μαύρο σπορ αμάξι σταμάτησε δίπλα του. Ο Κώστας παράδωσε τα χρήματα και το αμάξι απομακρύνθηκε σβέλτα. Όμως ο Κωνσταντίνος δεν εμφανίστηκε ποτέ. Μια βδομάδα μετά, η αστυνομία τηλεφώνησε στον Κώστα και του είπε ότι ο ανιψιός του είχε βρεθεί δεμένος με χειροπέδες, τρυπημένος με σφαίρες και αλυσοδεμένος σε ένα σάκο με πέτρες στον πάτο του καναλιού του Μόρνου στους λόφους πάνω από την πόλη. «Ο ανιψιός μου έγινε πολύ επιδειξίας με τα χρήματά του,» λέει ο Κώστας. «Είχε το μεγαλύτερο σπίτι στο συγκρότημα, έξι ταξί, μοτοσυκλέτες. Ήταν ένας κινούμενος στόχος.» Αυτή δεν είναι μια ασυνήθιστη ιστορία στον Ασπρόπυργο, όμως ούτε ο Ασπρόπυργος είναι ένα συνηθισμένο μέρος. Είκοσι χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Αθήνας, είναι αποκομμένος από την υπόλοιπη χώρα με θάλασσα από τη μια πλευρά και με ένα τόξο βουνών απ’ την άλλη. Το ελληνικό κράτος στριμώχνει μέσα σε αυτή τη βραχώδη πεδιάδα, που απλώνεται σε μήκος 1.000 σταδίων (5 Km), οτιδήποτε είναι υπερβολικά θορυβώδες ή βρόμικο για να μπει στην πρωτεύουσα. Ο Ασπρόπυργος είναι η πατρίδα των κυριότερων Ελληνικών χαλυβουργείων, κεραμοποιείων, λατομείων, σιλό τσιμέντου, εργοστασίων παραγωγής ενέργειας και διυλιστηρίων. «Πουθενά αλλού δεν ήταν δυνατό να βρεις γη τόσο κοντά στην Αθήνα και τόσο φτηνά,» μου λέει ένας τοπικός χασάπης ονόματι Ειρηναίος. «Τώρα αυτά τα βοσκοτόπια φτύνουν χρυσό.» Το κανάλι του Μόρνου είναι ο κυριότερος προμηθευτής νερού της Αθήνας και το μεγαλύτερο φράγμα της Ελλάδας βρίσκεται σε ένα υψίπεδο στα βορειοδυτικά. Αποτελώντας λιγότερο από το 1% της επιφάνειας εδάφους της χώρας, ο Ασπρόπυργος και το περιβάλλον Θριάσιο Πεδίο ευθύνονται για το περίπου 40% της βιομηχανικής παραγωγής της Ελλάδας. Όμως ο Ασπρόπυργος είναι κάτι περισσότερο από ένα βιομηχανικό κέντρο· είναι μια αποθήκη. Κάθε χρόνο, 3 εκατομμύρια κοντέινερ γεμάτα εμπορεύματα κυκλοφορούν μέσω Ασπροπύργου χωρίς να αφήνουν κάποιο σημάδι. Ενδύματα που κρέμονται στα παζάρια των Σκοπίων και του Βουκουρεστίου, καρέκλες παραλίας που ανοίγονται στις ακτές του Εύξεινου Πόντου, ψυγεία που αγκομαχούν στις κουζίνες των Βαλκανίων τα περισσότερα έχουν περάσει τις πρώτες τους νύχτες στην ευρωπαϊκή ήπειρο στον Ασπρόπυργο. Σκορπισμένες στην ενδοχώρα είναι πάνω από 3.000 εταιρικές αποθήκες. Αποθηκεύουν το περιεχόμενο σχεδόν όλων των εμπορευματοκιβωτίων που φτάνουν στην Ελλάδα δια θαλάσσης. Το εμπόριο που αντιστοιχεί σε διψήφιο κομμάτι του ελληνικού ΑΕΠ φτάνει από τον κοντινό Πειραιά, το μεγαλύτερο λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων στην ανατολική Μεσόγειο, μέσω του παράκτιου δρόμου που είναι γνωστός ως Ιερά Οδός. Στην αρχαιότητα αυτή οδηγούσε τους Αθηναίους κάθε φθινόπωρο στην Ελευσίνα για να επιτελέσουν τις θρησκευτικές τους τελετές (Ελευσίνια Μυστήρια). Τώρα η εθνική οδός φέρνει πάνω από 20.000 18τροχα (φορτηγά) για τις αποθήκες του Ασπροπύργου καθημερινά. Σχεδόν κάθε μεγάλη διεθνής εταιρία ειδών κατανάλωσης, από την EstéeLauder ως την AstraZeneca, λειτουργεί από μία. Τα προϊόντα κάθονται για μέρες, μερικές φορές για βδομάδες, προτού περάσουν στην υπόλοιπη Ελλάδα και στην Ευρώπη πάνω σε διαφορετικά φορτηγά. Μια μεγάλη αναλογία αυτών αργότερα επιστρέφει στον Ασπρόπυργο για να αποσυντεθεί στη χωματερή του. Οι αποθήκες είναι στοιχειώδεις τσιμεντένιες κατασκευές, κυρίως στο μέγεθος ενός υπόστεγου αεροσκαφών, και οι περισσότερες προστατεύονται από ένα συνδυασμό συρματοπλέγματος, ιδιωτικής ασφάλειας και αλυσοδεμένων σκύλων. «Ακόμα και οι εγκαταλειμμένες αποθήκες προσελκύουν τους κλέφτες,» μου λέει ο Αντρέας Παπαδάκης, ο διευθυντής μιας αποθήκης που φυλάσσει τα ιατρικά αρχεία της Αθήνας. «Ξηλώνουν και την παραμικρή ίνα καλωδίωσης και σωλήνωσης.» Οι 40 αστυνομικοί του Ασπρόπυργου είναι αριθμητικά πολύ λίγοι για να περιπολούν τις αποθήκες συστηματικά αλλά είναι κοινό μυστικό ότι πολλές αποθήκες περιέχουν περισσότερα από όσα ισχυρίζονται. Κάποιες είναι εγγεγραμμένες σε εταιρίες που δεν υπάρχουν. Άλλες έχουν μυστικούς ανελκυστήρες και υπόγεια. Ένα νεότευκτο εμπόριο ανθρώπων εξαπατά Ασιάτες πρόσφυγες από το Αιγαίο, τους κρύβει προσωρινά στον Ασπρόπυργο, και μετά τους σπρώχνει προς την Αδριατική και την Ιταλία. Όπλα συνηθίζεται να έρχονται με πλοίο από την Αλβανία ή την Ουκρανία. Χασίς φτάνει από την Κρήτη, ηρωίνη από τα τουρκικά σύνορα, κοκαΐνη σε μέρη του αυτοκινήτου εισηγμένη από τη Νότια Αμερική. Η επιχείρηση λαθρεμπορίας τσιγάρων ένα εμπόριο που φέρνει μόνο του 1 δις ευρώ παράνομου κέρδους στην Ελλάδα είναι μια βιομηχανία στην οποία ειδικεύεται αυτή η πόλη. Μόνο σ’ ένα μέρος σαν τον Ασπρόπυργο, όπου η συντριπτική ποσότητα του παγκόσμιου εμπορίου χρησιμοποιείται σαν καμουφλάζ, θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν αυτές οι δραστηριότητες με σχεδόν εταιρική αποδοτικότητα. Οι άνθρωποι, όπως και τα αγαθά, έχουν έρθει από απομακρυσμένες γωνιές της Ευρώπης και της Ασίας. Η πλειονότητα των 40.000 κατοίκων έφτασαν από απλή ιστορική σύμπτωση, σπρωγμένοι από κλιματικά γεγονότα πάνω στα οποία είχαν μικρό έλεγχο. Πολλοί δε μιλούν ελληνικά. Ακούς μια κακοφωνία αλβανικών, ρωσικών, Ελληνικών και Τσιγγάνικων διαλέκτων ακατανόητων για τους περισσότερους κατοίκους της Αθήνας στην άλλη πλευρά των βουνών. Καθώς τα πρόσφατα δεινά της Ελλάδας έχουν οδηγήσει σε μια υποτροπή του εθνικισμού, ο Ασπρόπυργος έχει γίνει μάρτυρας της ανόδου εθνικών εντάσεων, που έχουν αποδειχτεί ανεξέλεγκτες από το αποδυναμωμένο κράτος. Πόλεμοι επικράτησης που προετοιμάστηκαν στη Σοβιετική Ένωση και τα Βαλκάνια ξεχειλίζουν στις γειτονιές του, σε πολλές απ’ τις οποίες η αστυνομία αρνείται να μπει. Δολοφονίες βεντέτας και διαμελισμοί σωμάτων είναι συχνό φαινόμενο. Το 2009, ο 74χρονος ολιγάρχης Περικλής Παναγόπουλος απάχθηκε υπό την απειλή όπλου απ’ την οικία του στην Αθήνα· βρέθηκε, ύστερα από δυο βδομάδες και με 15 εκ. ευρώ λύτρα, έξω από μια αποθήκη του Ασπροπύργου. Υπάρχουν οι απαγωγές «τίγρεις», στις οποίες οι Τσιγγάνοι παίρνουν Πακιστανούς μετανάστες ομήρους και αποσπούν λύτρα από τους συγγενείς τους πίσω στην πατρίδα. Γεωργιανοί και Κριμαίοι Ρώσοι πυροβολούν αστυνομικούς ατιμώρητα. Αλβανικές και βουλγαρικές συμμορίες μεταφέρουν Τσιγγάνους εκτελεστές από την πόλη για να τρομοκρατούν τις γειτονιές της ανώτερης κοινωνικής τάξης της Αθήνας. Και η αναπτυσσόμενη σύγκρουση ανάμεσα στους Τσιγγάνους και τους Ελληνοπόντιους μετανάστες από την πρώην Σοβιετική Ένωση έχει δημιουργήσει μια ευκαιρία την οποία η Χρυσή Αυγή, το ελληνικό εθνικιστικό κόμμα, έχει αξιοποιήσει στο έπακρο. «Δεν καταλαβαίνει πολύς κόσμος όλα όσα γίνονται εδώ,» λέει ο Άγγελος Τζιώλας, ο τοπικός αρχηγός της αστυνομίας. Μέσα σ’ αυτό το πλούσιο μείγμα επιχειρούν οι πιο πρόσφατοι νεοεισερχόμενοι της πόλης, οι Κινέζοι. Η China Ocean Shipping Company (COSCO) έχει γερές βλέψεις για τον Ασπρόπυργο. Ελπίζει να κάνει την πόλη το πρωταρχικό της ευρωπαϊκό σημείο διανομής πάνω στη «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» το ενοποιημένο δίκτυο δια του οποίου η Κίνα σχεδιάζει να διασφαλίσει ένα σημαντικό μερίδιο του παγκόσμιου εμπορίου μέσα στις επόμενες δύο δεκαετίες. Οι Κινέζοι έχουν ήδη εξασφαλίσει την πλειοψηφική συμμετοχή στον γειτονικό Πειραιά και βρίσκονται στη διαδικασία μετατροπής του σε ένα καθαρά εμπορικό δίαυλο που θα απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της θαλάσσιας κίνησης που εισέρχεται στη Μεσόγειο από την Ασία. Ο Ασπρόπυργος είναι το λιγότερο γνωστό αλλά εξίσου σημαντικό project των Κινέζων στην Ελλάδα. Πάνω σε ένα φιλέτο του Θριάσιου Πεδίου που πρόσφατα συνδέθηκε με ράγες με τις προβλήτες του Πειραιά, οι Κινέζοι σχεδιάζουν να επενδύσουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ στο μεγαλύτερο σιδηροδρομικό κόμβο της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Θα μεταφέρουν φορτία στον Ασπρόπυργο με τραίνο, κατόπιν στην Πράγα μέσω της νέας σιδηροδρομικής γραμμής, διανέμοντας αγαθά στις χώρες καθοδόν εάν, δηλαδή καταφέρουν να πάρουν το μέρος υπό τον έλεγχό τους. Ο Κώστας Ποτουρίδης, θείος του δολοφονημένου Κωνσταντίνου, είναι ένας άνεργος μηχανικός με γερακίσιο μελαμψό πρόσωπο και στόμα διακοσμημένο με χρυσά δόντια. Όταν έφτασε στον Ασπρόπυργο στα τέλη του 1989, γνώριζε «λιγότερα από τους τουρίστες» για την Ελλάδα. Οι πρόγονοί του είχαν εγκαταλείψει τις ακτές της στην αρχαιότητα για να αποικήσουν την ακτογραμμή του Εύξεινου Πόντου. Για γενιές ζούσαν εύπορα στις βόρειες ακτές της Τουρκίας μέχρι την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο τέλος του πρώτου παγκόσμιου πολέμου. Μη όντας πλέον υπήκοοι της αχανούς πολυεθνικής αυτοκρατορίας, οι γονείς του Κώστα κατευθύνθηκαν έφιπποι στον Καύκασο κι έγιναν υπήκοοι μιας άλλης. Στη Σοβιετική Αμπχαζία, λίγες εκατοντάδες χιλιόμετρα κατά μήκος της ακτής του Εύξεινου Πόντου, εργάζονταν στις καπνοφυτείες. Ξεριζώθηκαν ξανά λίγο το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο αυτή τη φορά στο Καζακστάν αφού ο Στάλιν στιγμάτισε τους ομοίους τους σαν πεμπτοφαλαγγίτες. Ο Χρουστσόφ αργότερα τους απαγόρεψε να αφήσουν τη Σοβιετική Ένωση συνολικά. Ο Κώστας μεγάλωσε σε ένα χωριό κοντά στο Ουζμπεκιστάν, ανάμεσα σε ανθρώπους που του φαινόντουσαν «τρελοί» Τούρκοι αγρότες, Μοσχοβίτες πεζικάριοι και Αρμένιοι έμποροι. Μιλούσε ρωσικά, σπούδασε ηλεκτρολόγος μηχανικός και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στην Εσθονία. Η ζωή του ήταν «τόσο σοβιετική όσο δε μπορείς να φανταστείς». Όμως ο Κώστας ήταν βαθιά προσαρμοσμένος στο τι σημαίνει να είσαι Έλληνας. Γενιές προγόνων του είχαν διατηρήσει τις παραδόσεις τους για πολύ καιρό αφότου αυτοί και οι άλλοι Ελληνοπόντιοι οι Έλληνες του Πόντου, της Μαύρης Θάλασσας είχαν ξεχάσει τη θέα και τους ήχους της πατρίδας τους. Οι τελετουργίες τους, διατηρημένες για χιλιάδες χρόνια, στοιχειώνονταν από την αδράνεια ενός λαού που ονειρευόταν την πατρίδα αλλά ποτέ δεν επιχειρούσε να επιστρέψει. Στους χορούς τους οι Ελληνοπόντιοι ένωναν τους αγκώνες τους κλώτσαγαν τα πόδια τους σε έναν κύκλο θεαματικών τακουνιών. Στα τραγούδια τους, τις μελαγχολικές τους μπαλάντες, θρηνούσαν την πτώση της Κωνσταντινούπολης με την ανατριχιαστική στριγκλιά της λύρας. Στην ποντιακή γλώσσα, διατήρησαν τις γραμματικές δομές των αρχαίων Ελληνικών που είχαν για καιρό απορριφθεί από τα ευρωπαϊκά τους ξαδέλφια τα οποία, σύμφωνα με τον Κώστα, είχαν αλλοιωθεί από κύματα εισβολέων. Οπουδήποτε και αν είχε εγκατασταθεί η οικογένεια Ποτουρίδη, προσδιόριζε τον εαυτό της σαν Ρωμαίοι πολίτες του Βυζαντίου, την ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Τελικά, στα 1989, η Σοβιετική Ένωση κατέρρευσε και οι Ελληνοπόντιοι μπορούσαν να ταξιδεύουν κατά βούληση. Ο Κώστας άδραξε την ευκαιρία για να επιστρέψει στην πατρίδα. «Η Ελλάδα μας κάλεσε πίσω, αλλά δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτό», λέει. «Σήμαινε να ζεις σ’ έναν τόπο και να λες ‘είμαι από δω’ και αυτό να είναι πραγματικότητα.» Φόρτωσε τη μητέρα, τη γυναίκα, την κόρη του και τα υπάρχοντά του στο μπλε Lada του και οδηγούσε δυτικά για έξι μέρες. Το ταξίδι αναβίωνε τις μετακινήσεις των προγόνων του, μέσα από τις στέπες, πάνω απ’ την Κασπία Θάλασσα, μέσα απ’ την Αμπχαζία και τις καπνοφυτείες όπου είχαν εργαστεί οι γονείς του, κατά μήκος της τουρκικής ακτής και προσπερνώντας το χωριό των παππούδων του, έξω από την Κωνσταντινούπολη προτού, τελικά, καταλήξει στον Ασπρόπυργο κατά μήκος του Αιγαίου από τη Μίλητο, την αρχαία πόλη-κράτος από όπου οι πρόγονοί του είχαν ενδεχομένως ξεκινήσει σχεδόν τρεις χιλιετίες νωρίτερα. «Κι εδώ», λέει ο Κώστας, «είναι που άρχισαν τα προβλήματα.» Το πρώτο πράγμα που έκανε εντύπωση στον Κώστα σχετικά με τον Ασπρόπυργο ήταν ότι σχεδόν κανένας από τους κατοίκους του δεν πήρε στα σοβαρά τον ισχυρισμό του ότι είναι Έλληνας. «Μας αποκαλούσαν Σλάβους,» λέει, «και μας συμπεριφέρονταν ανάλογα.» Το υποβαθμισμένο τοπίο δεν έμοιαζε σε τίποτα με τη φωτεινή μητέρα πατρίδα που οι Ελληνοπόντιοι είχαν εξυμνήσει στην εξορία. Η θάλασσα ήταν υπερβολικά μολυσμένη με πετρέλαιο για να κολυμπήσεις. Τα βουνά ήταν στρωμένα με απορρίμματα. Ο αέρας είχε μια έντονη μπόχα. Όπως και αρκετές άλλες χώρες με χαμένη διασπορά στη Σοβιετική Ένωση, η Ελλάδα είχε ενθαρρύνει εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνοπόντιους να επιστρέψουν στην πατρίδα. Αλλά, στον Ασπρόπυργο, δεν έκανε τίποτα για να τους βοηθήσει αφού εγκαταστάθηκαν. Οι Ελληνοπόντιοι οδηγήθηκαν σε μια λωρίδα πεδιάδας που ονομάζεται Γκορυτσά, επιβαρυμένη από καταυλισμούς Τσιγγάνων στη μια πλευρά και μια σειρά διυλιστηρίων στην άλλη, και τους είπαν να χτίσουν τα σπίτια τους οι ίδιοι. Ο Κώστας έφτιαξε το σπίτι του, ένα δαιδαλώδες οικοδόμημα από γυμνά τούβλα και τσιμέντο, ένα δωμάτιο τη φορά. Έπιασε δουλειά σα μηχανικός, σχεδιάζοντας τις κατοικίες άλλων Ελλήνων Ποντίων. Έχοντας τελικά φτάσει στην πατρίδα, οι Ελληνοπόντιοι άρχισαν να γεμίζουν με νοσταλγία για τη γη που είχαν αφήσει πίσω. Ακόμα και σήμερα, σχεδόν 30 χρόνια αφότου εγκαταστάθηκαν στον Ασπρόπυργο, η Γκορυτσά μοιάζει με σοβιετικό θύλακα τοποθετημένο στην ακτή του Αιγαίου. Οι δρόμοι παίρνουν την ονομασία τους από τα λιμάνια του Καυκάσου. Μεγάλα λευκά δορυφορικά πιάτα μεταδίδουν ειδησεογραφικά κανάλια από τη Μόσχα. Σουπερμάρκετ πουλούν λουκάνικα από την Ουκρανία και σοκολάτες από τις Βαλτικές. Άντρες με αθλητική φόρμα παίζουν σκάκι σε τραπέζια του πικνίκ και μαλώνουν στην κοινή τους γλώσσα της Μαύρης Θάλασσας ένα βραχνό συρφετό ρωσικών και ελληνικών και ποντιακών. Δεν είναι να απορεί κανείς που άνθρωποι σαν τον Κώστα επέλεξαν να λατρέψουν αυτό το παρελθόν όταν η Ελλάδα τους είχε απογοητεύσει. Είναι χωρίς δουλειά από το 2013 και τώρα υποστηρίζεται από τις δυο του κόρες. Μια εγχείριση καρκίνου, τον οποίο αποδίδει στη βιομηχανική μόλυνση, του έχει ξυρίσει φέτες από τη μύτη και το αυτί του. Δεν ελπίζει σε τίποτα καλό για το μέλλον. Δεν προκαλεί σχεδόν καθόλου έκπληξη, δεδομένων των φρικτών συνθηκών, το ότι πολλοί Ελληνοπόντιοι έχουν στραφεί σε παράνομους δρόμους για να βγάλουν τα προς το ζην. Επαφές στις καπνοφυτείες της Αμπχαζίας τους πρόσφεραν πρόσβαση στο λαθρεμπόριο τσιγάρων. Στα τέλη της δεκαετίας του ’90, τα τσιγάρα μεταφέρονταν με τράτες από την Οδησσό και το Μπατούμι. Αργότερα, όταν ο δακτύλιος του Εύξεινου Πόντου ενώθηκε σε ένα διεθνές δίκτυο που εκτείνεται ως την Κίνα, οι αποστολές έφταναν στα ίδια σκάφη που έφερναν αστραφτερά καινούργια προϊόντα στις αποθήκες της πόλης. Ο Κώστας πιστεύει ότι ο ανιψιός του σκοτώθηκε από τα αφεντικά των γεωργιανών συμμοριών που ελέγχουν το εμπόριο: «Χρωστούσε πολλά στους προμηθευτές του, και δε θα εκπλησσόμουν εάν ερχόντουσαν σε μένα για τα χρήματα.» Οι Έλληνες Πόντιοι είχαν σαστίσει και ενοχληθεί από τους γείτονές τους Τσιγγάνους, αλλά οι ομοιότητες ανάμεσα στις δύο ομάδες ήταν παρόλα αυτά χτυπητές. Ο αριθμός τους είναι σχεδόν ισοδύναμος περίπου 15.000 η καθεμιά και είχαν και οι δυο φτάσει στον Ασπρόπυργο περίπου την ίδια στιγμή. Στη δεκαετία του ’80, μόλις οι αποθήκες άρχισαν να ξεφυτρώνουν στην ενδοχώρα του Ασπρόπυργου, το ελληνικό κράτος μετέφερε τις κοινότητες των Τσιγγάνων από την Αθήνα σε καταυλισμούς στα περίχωρα της πόλης. Όσον αφορά τους Ελληνοπόντιους, δεν έκανε σχεδόν τίποτα για να τους βοηθήσει έκτοτε.
Συναντώ το Λάμπρο Καραχάλιο ένα πρωί καθώς περιμένει στην ουρά σε ένα υποκατάστημα της Τράπεζας Πειραιώς. Έχει πελώρια καστανά μάτια και στομάχι που βγαίνει έξω από τη ζώνη του τζιν του. «Πώς;» λέει, γυρίζοντας προς εμένα. «Ήθελες να δεις Τσιγγάνο να δουλεύει σε ΑΤΜ;» Ο Λάμπρος απαιτεί 6.000 ευρώ για να με οδηγήσει στον καταυλισμό του. Τον παζαρεύω ως τα 20 ευρώ. Μπαίνουμε στο φορτηγό του, ένα ασημί Toyota αγροτικό που συχνά χαϊδεύει με τρυφερότητα. Στον πάτο του φορτηγού κείται μια στρώση από λουλούδια και θάμνους. Τα περισσότερα πρωινά ο Λάμπρος οδηγεί στην Αθήνα για να πουλήσει το εμπόρευμά του στους ανθοπώλες. Ο πατέρας του έκανε την ίδια δουλειά, και ο Λάμπρος τη μαθαίνει στους τρεις γιους του. Η γυναίκα του τον άφησε για να μείνει στη βόρεια Ελλάδα με άλλον άντρα. Βήχει ελαφρά όποτε ρωτάω για κείνη και κουνά το χέρι του μπροστά από τη μύτη, σα να διώχνει φυσώντας ένα άσχημο άρωμα. Οι Τσιγγάνοι δεν έχουν καμία διεκδίκηση στο ιστορικό παρελθόν της Ελλάδας ή στις σύγχρονες φιλοδοξίες της. Γι’ αυτούς, το να είσαι Έλληνας σημαίνει να καταλαβαίνεις πώς λειτουργεί η χώρα στην πράξη. Ο Λάμπρος μπορεί να λέει σα νεράκι τις μέρες που λειτουργούν διαφορετικές υπαίθριες αγορές στην Αθήνα. Η αντίληψή του για το εθνικό οδικό δίκτυο και τους εποχιακούς ανέμους είναι εκτενής. Στη διάρκεια του καλοκαιριού, εξορμά σε μοναστήρια ανά τα νησιά και αποκτά εικόνες από το καθένα. Αυτές τακτοποιούνται σε μια γωνιά του σπιτιού του και βγαίνουν στο προσκέφαλό του σε ημέρες εορτών. «Μυστικά πράγματα!» λέει. Το σπίτι του είναι μια παράγκα από λευκά πλαστικά δοκάρια και παράθυρα από καθαρό μουσαμά. «Έλα να δεις το μπάνιο μου,» λέει, δείχνοντας μια μάνικα κρεμασμένη στο Κανάλι του Μόρνου. Λίγα μέτρα μακρύτερα, δυο παρεκκλήσια τιμούν τη μνήμη παιδιών που πέθαναν από ηλεκτροπληξία προσπαθώντας να πάρουν ρεύμα από μια ηλεκτροφόρα γραμμή. Αγροτικά φορτηγά αναπηδούν σε στριγκούς ήχους Ρομάνι (τσιγγάνικης) τζαζ. Το τοπικό σχολείο είναι μια συνάθροιση εμπορευματοκιβωτίων που πιάνουν σκουριά. Αλλά ο Λάμπρος ισχυρίζεται ότι έτσι κι αλλιώς κανένας δε στέλνει τα παιδιά του εκεί. «Οι Τσιγγάνοι μπορούν να διδάξουν τους εαυτούς τους όλα όσα χρειάζεται να ξέρουν,» λέει. Ο καταυλισμός του Λάμπρου ονομάζεται Σοφός. Μετακόμισε εκεί πριν πέντε χρόνια αφότου ο προηγούμενος καταυλισμός του κάηκε ολοσχερώς σε αντίποινα για το βιασμό ενός κοριτσιού, Ελληνοπόντιας, από μερικούς άντρες Τσιγγάνους. «Οι Πόντιοι έφεραν όλο τον κόσμο τους γι’ αυτό,» είπε. «Ήρθαν λεωφορεία απ’ τη Θεσσαλονίκη.» Οι δρόμοι του Σοφού είναι γεμάτοι σκουπίδια περιστρεφόμενες καρέκλες, κούκλες βιτρίνας, στερεοφωνικά ηχεία που είχαν έρθει πρώτη φορά στην Ελλάδα μέσω Πειραιά. «Μαζεύουμε αυτά τα πράγματα από το σκουπιδότοπο και πετάμε ό,τι δε μπορούμε να πουλήσουμε.» Οι Τσιγγάνοι αψηφούν υπερήφανα ένα κράτος που δε θα τους βοηθήσει και σε γείτονες που αρνούνται να τους προσλάβουν. Έχουν μάθει πώς να εκμεταλλεύονται τα πλούτη του Ασπρόπυργου. Ορισμένοι ληστεύουν αποθήκες. Άλλοι στρέφονται στο λαθρεμπόριο. Όμως οι περισσότεροι δουλεύουν στο εμπόριο μετάλλων ο κύριος λόγος γιατί, παρά τις αψιμαχίες τους με τους Ελληνοπόντιους, οι Τσιγγάνοι έχουν παραμείνει στον Ασπρόπυργο. Οι πρόγονοί τους πέρασαν αιώνες φτιάχνοντας κασσίτερο και χαλκό, αλλά στον Ασπρόπυργο βγαίνει περισσότερο χρήμα μαζεύοντάς τα από σκουπιδοτενεκέδες. Η δουλειά είναι παράνομη όμως οι ελληνικές αρχές σπάνια τους ενοχλούν. Οι πλαγιές του βουνού λαμπυρίζουν από τα παιδιά ρακοσυλλέκτες που χτενίζουν το έδαφος για οτιδήποτε μεταλλικό, από πλυντήρια ρούχων έως μαχαιροπίρουνα, που μπορούν να πουληθούν σε τοπικές μάντρες. Η ίδια η Αθήνα προσφέρει έναν ακόμα μεγαλύτερο πόλο έλξης: Τσιγγάνοι από όλη την Ελλάδα λεηλατούν τα πάντα από σιφόνια έως παρκαρισμένα αμάξια. «Τα παιδιά μας συνήθως μας βοηθούσαν,» λέει ο Λάμπρος με θλίψη. «Όμως το Χαμόγελο του Παιδιού» μια ελληνική ΜΚΟ «τα μάζεψε και τα έκλεισε σε άσυλα. Μας πήρε βδομάδες για να τα πάρουμε πίσω». Η προσφυγική κρίση έχει επιτρέψει στους Τσιγγάνους να στρατολογούν Πακιστανούς και Σύριους με υποσχέσεις, που σπάνια τηρούνται, περί γάμων και διαβατηρίων της ΕΕ. Το μέταλλο ταξινομείται «άμα τη αφίξει», έχοντας μεταφερθεί στον Ασπρόπυργο από ένα στόλο αγροτικών οχημάτων και μηχανοκίνητων καροτσιών. Οτιδήποτε άλλο παρμπρίζ, πλαστικές εγκαταστάσεις, ελαστικά καίγεται σε φωτιές που φωταγωγούν τους λόφους κάθε νύχτα. Το μέταλλο πωλείται σε μια από τις 200 μάντρες που είναι διάσπαρτες στον Ασπρόπυργο, πολλές από τις οποίες τις λειτουργούν Ελληνοπόντιοι. Ζυγίζεται και δημοπρατείται στα πελώρια χαλυβουργεία της ακτής, όπου λιώνεται και φορτώνεται σε πλοία με προορισμό τα μεγάλα λιμάνια της βόρειας Αφρικής και της Ασίας. Ένα μέρος του θα επιστρέψει στην Ελλάδα κατεργασμένο σε συσκευές ή εμπορευματοκιβώτια και ο κύκλος θα αρχίσει ξανά.
Η οικονομική κρίση έκανε τη ζωή των Ασπροπυργιωτών σκληρότερη από ποτέ. Οι σχέσεις μεταξύ των Ελληνοπόντιων και των Ρομά έγιναν όλο και πιο εχθρικές, καθώς η κάθε ομάδα κατηγορούσε την άλλη για τα δεινά της. «Κοίτα πόσο παραβατικοί είναι,» λέει ο Κώστας για τους Τσιγγάνους γείτονές του. «Αμολούν τα σκουπίδια τους και τα παιδιά τους παντού.» Ο Λάμπρος βλέπει τους ανθρώπους σαν τον Κώστα ως εισβολείς. «Κανένα κακό δεν είχε έρθει από τη θάλασσα πριν φτάσουν αυτοί εδώ», λέει. Μέσα στο κενό που άφησε το αποστεωμένο και αμελές κράτος πάτησε η Χρυσή Αυγή, το εθνικιστικό κόμμα που έχει ευδοκιμήσει πάνω στην αποστροφή της λιτότητας. Η Χρυσή Αυγή προσελκύει σχεδόν έναν στους τρεις ψήφους στον Ασπρόπυργο. Ο Κώστας την υποστηρίζει με ενθουσιασμό· έτσι κάνει σχεδόν κάθε άλλος Ελληνοπόντιος που συναντώ. Πολλοί επιδοκιμάζουν την προθυμία της Χρυσής Αυγής να βάλει τους Τσιγγάνους στη θέση τους, συχνά με ωμή βία. Αλλά ακόμα πιο ελκυστική για τους Ελληνοπόντιους είναι ο σεβασμός από τη Χρυσή Αυγή της ιδιαίτερής τους ταυτότητας. Αντιστεκόμενοι στην αφομοίωση και διατηρώντας τις παραδόσεις τους για χιλιάδες χρόνια, οι Ελληνοπόντιοι επιβεβαιώνουν το κεντρικό δόγμα της Χρυσής Αυγής: ότι οι Έλληνες είναι ανώτερος λαός. Διατηρεί τη σύνδεση αυτή ως την εποχή της αρχαιοελληνικής υπεροχής. Ενώ οι άλλοι τους αντιμετωπίζουν σαν παρείσακτους, η Χρυσή Αυγή τους υψώνει στο επίπεδο του αριστοκράτη. Κανένας άλλος πολιτικός δεν τους είχε μιλήσει ποτέ προηγούμενα μ’ αυτό τον τρόπο. Η Χρυσή Αυγή έχει μονομερώς αναστήσει μερικές δημόσιες υπηρεσίες που το κράτος δεν αντέχει να υποστηρίξει και έχει κάνει διανομές φαγητού. Ο Κώστας θεωρεί τη δράση της καθησυχαστική. Η Χρυσή Αυγή περιπολεί τη γειτονιά του και κρατά έξω τους κλέφτες Τσιγγάνους. Κυνηγά τους αλβανούς εμπόρους ναρκωτικών από το σταθμό του τρένου. Απειλεί τοπικά αφεντικά που προσλαμβάνουν Βούλγαρους και Ουκρανούς πριν από τους Έλληνες. Σε αντίθεση με άλλα κόμματα, τα οποία είναι σχεδόν ανύπαρκτα, η Χρυσή Αυγή είναι προσωπικά γνωστή στους Ασπροπυργιώτες. Τα διώροφα γραφεία της φαίνονται από την Ιερά Οδό. Οι πιο γνωστοί βουλευτές της είναι τακτικοί επισκέπτες.
Μια εναλλακτική λύση στα προβλήματα του Ασπρόπυργου έχει εμφανιστεί από την άλλη μεριά του κόσμου. Λίγα χιλιόμετρα δυτικά της πόλης βρίσκεται το λιμάνι του Πειραιά. Οι εμπορευματικοί τερματικοί σταθμοί του είναι υπό τον έλεγχο της COSCO, της ναυτιλιακής εταιρίας που ανήκει στην κινεζική κυβέρνηση, για μεγάλο διάστημα την τελευταία δεκαετία. Τώρα η COSCO έχει βάλει στο στόχαστρο τον Ασπρόπυργο. Παρότι η πόλη μπορεί να είναι απείθαρχη, ακόμα και έμφυτα ατίθαση, η κινέζικη επένδυση στον Πειραιά θα καταλήξει στο κενό χωρίς την πρόσβαση σ’ αυτή την ενδοχώρα. Αρκετό από το φορτίο που εισάγει η COSCO χρειάζεται να μεταφερθεί στον Ασπρόπυργο για αποθήκευση. Η πόλη είναι επίσης κομβικό σημείο για τις κινεζικές εμπορικές βλέψεις στην Ευρώπη. Ένας νέος σιδηρόδρομος εμπορευματικών μεταφορών, που τώρα απλώνεται για 1.500 χλμ προς τη Βουδαπέστη και τελικά θα καταλήγει στην Πράγα, αναχωρεί από δω. Οι Κινέζοι είναι αφοπλιστικά ειλικρινείς στην πρόθεσή τους να αντιστρέψουν έναν αιώνα ταπεινώσεων στα χέρια των Ευρωπαίων. Για να καταλάβω τη δυνητική μεταμόρφωση που επίκειται για τους Ασπροπυργιώτες, συναντώ τον Τσανγκ Ανμίνγκ, έναν από τους επτά αξιωματούχους του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος υπεύθυνο για τη διεύθυνση του Πειραιά. Είναι ένας αδύνατος, σοβαρός άντρας που διεύθυνε μια χούφτα κινεζικών λιμανιών πριν έρθει στην Ελλάδα. Από ένα γραφείο διακοσμημένο με τοιχογραφίες που παραθέτουν τεχνουργήματα από τη δυναστεία Χαν και την κλασική Αθήνα, έχει το νου του σε μια σχολαστικά οργανωμένη εργασία, στην οποία δεκάδες χιλιάδες μεταλλικά κοντέινερ πλοίων στοιβάζονται σε πύργους. «Ανά πάσα στιγμή, μπορούμε να πούμε πού είναι το καθένα από αυτά τα κοντέινερ,» με ενημερώνει ο Τσανγκ, δείχνοντας μια οθόνη τηλεόρασης που παρακολουθεί τις κινήσεις μεμονωμένων κοντέινερ δορυφορικά. Δεν είναι η πρώτη ανάμιξη της COSCO στην Ευρώπη. Δυο δεκαετίες πριν οι Κινέζοι ρίχτηκαν στη Νάπολη με παρόμοια αποφασιστικότητα για να εγκαθιδρύσουν ένα προγεφύρωμα στην ακτογραμμή. Αυτό το εγχείρημα πήγε στραβά το 2007 όταν εκατοντάδες κινέζοι και ιταλοί επιχειρηματίες του λαθρεμπορίου συνελήφθησαν για παρασκευή πλαστών επώνυμων αγαθών. Δυο χρόνια αργότερα, έχοντας απεγνωσμένα πολιορκηθεί από την πληγμένη απ’ τη λιτότητα κυβέρνηση και τις ναυτιλιακές ελίτ της Ελλάδας, οι Κινέζοι μετακόμισαν στον Πειραιά. Όμως οι ισχυρισμοί που κυνήγησαν τους Κινέζους από τη Νάπολη ήδη ξαναβγαίνουν στην επιφάνεια. Η COSCO έχει έναν εκπληκτικό βαθμό ανεξαρτησίας στους τελωνειακούς ελέγχους του λιμανιού και περίεργα καινούργια προϊόντα καταφτάνουν στην Ελλάδα από μια σειρά λιμανιών της Νοτιοανατολικής Ασίας. Η ηγεσία της αστυνομίας του Ασπρόπυργου μου είπε ότι μέσα στο καλοκαίρι σταμάτησε τυχαία ένα φορτηγό που έφερε εμπορευματοκιβώτιο απ’ τον Πειραιά και το ερεύνησε. Μέσα υπήρχαν δεκάδες κουτιά γεμάτα με σήματα κροκόδειλος Lacoste. «Φαίνεται ότι οι Κινέζοι παράγουν τα προϊόντα στις αποθήκες του Ασπρόπυργου ή στις κινεζικές συνοικίες της Αθήνας,» λέει. «Προσαρμόζουν ένα κουμπί, ένα γιακά, και το ονομάζουν ευρωπαϊκό προϊόν, αφορολόγητα». Το αδύναμο κράτος δικαίου στον Ασπρόπυργο ίσως ενισχύει τη γοητεία του σημείου. Ο Τσανγκ, ωστόσο, αρνείται κάθε παράνομη δραστηριότητα. «Τι νόημα έχει να επενδύεις 500 εκ. ευρώ σε ένα λιμάνι απλά για να προσαρμόσεις μερικά ψεύτικα κουμπιά εδώ κι εκεί;»αναρωτιέται. Οι περισσότεροι Ελληνοπόντιοι είναι σίγουροι ότι τα προτερήματα της τελικής άφιξης της COSCO θα αντισταθμίσουν τα όποια μειονεκτήματα. Πιστεύουν ότι οι Κινέζοι θα καθαρίσουν την πόλη και θα επιβάλουν την τάξη, αλλά δε θα μπλοκάρουν το λαθρεμπόριο τσιγάρων τους. Οι Ρομά, ωστόσο, φοβούνται. Λίγοι απ’ αυτούς τολμούν να λεηλατήσουν το νέο κινεζικό σιδηρόδρομο για παλιοσίδερα. «Αυτοί οι άνθρωποι λατρεύουν το κέρδος ακόμα περισσότερο από τους πολιτικούς μας», λέει ο Λάμπρος. «Θα κάνουν τα πάντα για να το αποκτήσουν θα σκοτώσουν αδέσποτα, θα καταστρέψουν τα βουνά». Όμως όποιες κι αν είναι οι ακριβείς επιπτώσεις, κανένας δεν αμφισβητεί ότι, για το κακό ή για το χειρότερο, έρχεται ένας νέος σερίφης σ’ αυτή την κακοφορμισμένη πόλη.
Πηγή : http://www.athensvoice.gr/politics/375687_sygklonistiko-reportaz-gia-ton-aspropyrgo-poy-den-diavastike-pote
https://xaidarisimera.gr/economist-aspropyrgos-skotini-kardia-tis-evropis/

Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2017

Aspropyrgos 2017 : The heart of Europe's darkness near the Greek capital Athens

Aspropyrgos is a suburb of Athens, and a municipality in the West Attica regional unit, Attica, Greece. The municipality had a population of 30,251 at the 2011 census. It has an area of 101.983 km. The name 'Aspropyrgos' is derived from the Greek words άσπρο, meaning 'white', and πύργος, meaning 'castle' or 'tower'. Aspropyrgos is located 15 km northwest of the city center of Athens in the Thriasian Plain. It is 5 km northeast of Eleusis, near the Saronic Gulf coast. Mount Parnitha forms its northern border, and the Aigaleo mountain hills its southeastern border. The Eleusis Military Airbase lies to its west. The main street is Dimokratias ('Democracy') Avenue. Aspropyrgos can be accessed from the Motorway 6 (Eleusis - Athens) and the Motorway 65 (Ano Liosia - Aspropyrgos). The industrial area is in the southeastern part of Aspropyrgos. The Aspropyrgos railway station is served by Proastiakos trains from the Athens International Airport to Kiato (Peloponnese). The Aspropyrgos Refinery, south of the city, has been producing oil for many years. It is the largest in Greece, with an annual capacity of 135,000 bbl/d (21,500 m3/d). As a consequence, pollution has been a problem for years. The refinery includes depots in the southern and eastern parts, and some in the western part and at a dock to the southwest.
One night last April Konstantinos Potouridis disappeared from his home in Aspropyrgos, an industrial town in central Greece. Two weeks later, his uncle Kostas received a phone call from his abductors. “They said my nephew was still alive,” Kostas explains, “but they wanted €1,500 for his return.” Kostas didn’t contact the authorities. His mother had been killed in a hit-and-run accident a few years previously, but the police had called him a liar and refused to consider his case. “Never trust the police in Aspropyrgos,” he says. “They lie to get promoted.” So late that night, he found himself waiting by the side of the highway. A man in a black sports car pulled up next to him. Kostas handed over the money and the car peeled swiftly away. But Konstantinos never showed up. A week later, the police called Kostas and told him that his nephew had been found handcuffed, pumped with bullets and chained to a bag of stones at the bottom of the Mornos Channel in the hills above the town. “My nephew got too flashy with his money,” Kostas says. “He had the biggest house on the block, six taxis, motorcycles. There was a target on his back.” This is not an unusual story in Aspropyrgos, but then Aspropyrgos is an unusual place. Twenty kilometres north-west of Athens, it is cut off from the rest of the country by the sea on one side and an arc of mountains on the other. The Greek state crams onto this rocky plain, which stretches the length of 1,000 football pitches, everything that is too noisy or dirty to put in the capital. Aspropyrgos is home to Greece’s major steelworks, brick manufacturers, quarries, cement silos, power plants and petroleum refineries. “Nowhere was it possible to find land so close to Athens and so cheap,” a local butcher called Eirinaos tells me. “Now those old sheep pastures spit out gold.” The Mornos Channel serves as Athens’s major water supply and Greece’s biggest dump lies on a plateau to the north-east. Accounting for less than 1% of the country’s landmass, Aspropyrgos and the surrounding Thriasio Plain are responsible for nearly 40% of Greece’s industrial output. “Aspropyrgos makes, Europe takes”, reads graffiti scrawled around the town.
But Aspropyrgos is more than a manufacturing centre; it is an entrepôt. Every year, 3m cargo containers packed with merchandise circulate through Aspropyrgos without leaving so much as a trace. Garments hanging in the bazaars of Skopje and Bucharest, beach chairs erected along the Black Sea coast, refrigerators chugging in kitchens across the Balkan Peninsula most have spent their first nights on the European continent in Aspropyrgos. Scattered across its highlands are more than 3,000 corporate warehouses. They store the contents of nearly every cargo container that reaches Greece by sea. Merchandise amounting to a double-digit chunk of Greece’s GDP arrives from nearby Piraeus, the largest container port in the eastern Mediterranean, along the coastal road known as the Sacred Way. In antiquity, this led the Athenians every autumn to Eleusis to conduct their religious rites. Now the highway bears more than 20,000 18-wheelers to the warehouses of Aspropyrgos each day. Nearly every major international consumer-goods company, from Estée Lauder to AstraZeneca, operates one. Products sit for days, sometimes weeks, before being moved on to the rest of Greece and Europe on a different set of trucks. A large proportion of these later return to Aspropyrgos to disintegrate in its dump.
The warehouses are minimal cement structures, many the size of aircraft hangars, and most are protected by some combination of barbed-wire fencing, private security and dogs on chains. “Even the abandoned warehouses attract thieves,” Andreas Papadakis, the manager of a warehouse that stores Athens’s medical records, tells me. “They rip out every little strand of wiring and piping.” Aspropyrgos’s 40 police officers are too few in number to patrol the warehouses routinely but it is an open secret that many contain more than they purport to. Some are registered to companies that don’t exist. Others have secret elevators and basements. A fledgling human-trafficking trade takes in refugees from the Aegean Sea, hides them temporarily in Aspropyrgos, then hustles them over to the Adriatic and on to Italy. Guns tend to come by boat from Albania or Ukraine. Hash arrives from Crete, heroin from the Turkish border, cocaine in car parts imported from South America. The contraband cigarette business a trade that makes €1bn of illegal profit in Greece alone is an industry in which this town specialises. Only in a place like Aspropyrgos, where the vast quantity of global trade serves as camouflage, could these activities thrive with almost corporate efficiency.
The people, like the goods, have come from far-flung corners of Europe and Asia. The majority of the town’s 40,000 inhabitants arrived by sheer historical happenstance, propelled by climactic events over which they had little control. Many do not speak Greek. You hear a cacophony of Albanian, Russian, Greek and Romani dialects incomprehensible to most residents of Athens on the other side of the mountains. As Greece’s recent misfortunes have led to a recrudescence of nationalism, Aspropyrgos has seen rising ethnic tensions, which have proved to be beyond the control of the debilitated state. Turf wars brewed in the Soviet Union and the Balkans spill out across its neighbourhoods, many of which the police refuse to enter. Vendetta killings and dismemberments are common. In 2009, the 74-year- old oligarch Pericles Panagapoulos was kidnapped at gunpoint from his Athenian home; he was discovered, after two weeks and a €15m ransom, outside an Aspropyrgos warehouse. There are the “tiger” kidnappings, in which Roma take Pakistani immigrants hostage and extract ransoms from their relatives back home. Georgians and Crimeans gun down police with impunity. Albanian and Bulgarian gangs dispatch Roma hitmen from the town to terrorise the upper-class neighbourhoods of Athens. And the growing conflict between the Roma and the Pontic Greeks immigrants from the former Soviet Union has created an opportunity which Golden Dawn, the Greek far-right party, has exploited to the full. “Not many people understand all that goes on here,” says Angelos Tziolas, the local police chief. Into this rich mix the town’s latest newcomers, the Chinese, have ventured. The China Ocean Shipping Company (COSCO) has mighty aspirations for Aspropyrgos. It hopes to make the town its primary European distribution site on One Belt, One Road the integrated network across which China plans to secure a significant portion of the world’s trade over the next two decades. The Chinese have already acquired the majority stake in nearby Piraeus and are in the process of transforming it into a purely commercial outpost that will absorb the brunt of the sea traffic entering the Mediterranean from Asia. Aspropyrgos is the lesser known but equally important Chinese project in Greece. On a slab of the Thriasio Plain recently connected by rail to the docks at Piraeus, the Chinese plan to invest tens of millions of euros in the largest railway hub in south-eastern Europe. They will transport cargo to Aspropyrgos by train, then to Prague by a new railway line, distributing goods to the countries en route if, that is, they can bring the place under control.
Kostas Potouridis, uncle of the murdered Konstantinos, is an unemployed engineer with a hawk-like olive face and a mouth sprinkled with gold teeth. When he arrived in Aspropyrgos in late 1989, he knew “less than the tourists” about Greece. His ancestors had left its shores in antiquity to colonise the Black Sea coastline. For generations they lived prosperously in the northern reaches of Turkey until the collapse of the Ottoman Empire at the end of the first world war. No longer subjects of one vast multinational empire, Kostas’s parents headed on horseback to the Caucasus and became subjects of another. In Soviet Abkhazia, a few hundred kilometres along the shore of the Black Sea, they worked in the tobacco fields. They were uprooted again shortly before the second world war this time to Kazakhstan after Stalin branded the likes of them fifth columnists. Khrushchev later barred them from leaving the Soviet Union altogether. Kostas grew up in a village near Uzbekistan, among people who seemed “crazy” to him, Turkic peasants, Muscovite infantrymen and Armenian merchants. He spoke Russian, studied electrical engineering and undertook military service in Estonia. His was “as Soviet a life as you could imagine”.
But Kostas was deeply attuned to what it meant to be Greek. Generations of his ancestors had preserved their traditions long after they and the other Pontic Greeks the Greeks of the Pontos, the Black Sea had forgotten the sights and sounds of their homeland. Their rituals, maintained for thousands of years, were haunted by the inertia of a people who dreamed of home but never attempted to return. In their xores their dances the Pontic Greeks linked their elbows and kicked out their legs in a circle of bristling heels. In their tragoudia, their melancholic ballads, they mourned the fall of Constantinople to the eerie screech of the lyre. In the Pontic language, they preserved the grammatical structures of ancient Greek that had long been discarded by their European cousins who, as Kostas saw it, had been corrupted by waves of invaders.
No matter where the Potouridis family had settled, they always identified themselves as Romaioi citizens of Byzantium, the eastern Roman Empire. Finally, in 1989, the Soviet Union collapsed and the Pontic Greeks could travel at will. Kostas leapt at the opportunity to return home. “Greece invited us back, but it was more than that,” he says. “It meant living in a place and saying ‘I’m from here’ and having that actually be true.” He packed his mother, his wife, his daughter and his possessions into his blue Lada and drove west for six days. The journey retraced his ancestors’ movements, across the Steppes, over the Caspian Sea, down through Abkhazia and the tobacco fields where his parents had laboured, along the coast of Turkey and past his grandparents’ village, out to Istanbul before, finally, ending in Aspropyrgos across the Aegean from Miletus, the ancient city-state from which his ancestors had probably set forth nearly three millennia previously. “And that”, says Kostas, “is where the troubles started.”
The first thing that struck Kostas about Aspropyrgos was that almost none of its inhabitants took seriously his claim to be Greek. “They called us Slavs,” he says, “and treated us like it.” The blighted landscape looked nothing like the bright mother country that the Pontic Greeks had hymned in exile. The sea was too polluted with petrol to swim in. The mountains were strewn with refuse. The winds had a gamey stench. Like several other countries with a lost diaspora in the Soviet Union, Greece had encouraged hundreds of thousands of Pontic Greeks to return to the homeland. But, in Aspropyrgos, it did nothing to help them once they pitched up. The Pontic Greeks were directed to a strip of plain called Gorutsa, buttressed by Roma camps on one side and a string of refineries on the other, and told to build their homes themselves. Kostas patched together his house, a rambling edifice of undressed bricks and cement, one room at a time. He picked up work as an engineer, designing the homes of other Pontic Greeks.
Having finally arrived home, the Pontic Greeks began to wax nostalgic for the land they had left behind. Even today, nearly 30 years after they settled in Aspropyrgos, Gorutsa seems like a Soviet enclave deposited on the Aegean coast. Streets take their names from the ports of the Caucasus. Large white satellite dishes stream news channels from Moscow. Supermarkets sell sausages from Ukraine and boxed chocolates from the Baltics. Men in tracksuits play chess at picnic tables and argue in their Black Sea koiné a gravelly swirl of Russian and Greek and Pontiaka.
It is no wonder that people like Kostas chose to cherish this past when Greece had disappointed them. He has been out of work since 2013 and is now supported by his two daughters. An operation for cancer, which he blames on industrial pollution, has shorn off slices of his nose and ear. He has no expectations of anything good to come. It is hardly surprising, given their dire circumstances, that many Pontic Greeks have turned to illicit ways of earning a living. Contacts in the Abkhazia tobacco fields offered them access to the contraband cigarette trade. In the late 1990s, cigarettes were transported on fishing trawlers from Odessa and Batumi. Later, when the Black Sea ring was compounded into an international network that stretches to China, shipments arrived on the same vessels that brought shiny new merchandise to the town’s warehouses. Kostas believes his nephew was killed by the Georgian mob bosses who run the trade: “He owed a lot to his suppliers, and I wouldn’t be surprised if they start coming to me for the money.” The Pontic Greeks were perplexed and aggravated by their Roma neighbours, but the similarities between the two groups were nonetheless striking. Their numbers are roughly equivalent approximately 15,000 each and both had arrived in Aspropyrgos at around the same time. In the 1980s, just as the warehouses began popping up on the Aspropyrgos highlands, the Greek state relocated Roma communities from Athens into camps on the town’s outskirts. As with the Pontic Greeks, it did almost nothing to help them thereafter.
I meet Lambros Karachalios one morning as he is waiting in line at a branch of Piraeus Bank. He has enormous chestnut eyes and a stomach that tumbles out from the waistband of his jeans. “What?” he says, turning to me. “You wanted to watch a Roma work an ATM?” Lambros demands €6,000 for driving me up to his camp. I bargain him down to €20. We get in his truck, a silver Toyota pickup he often pets with affection. In the truck’s bed lie a blanket of flowers and shrubs. Most mornings Lambros drives to Athens to sell his stock to florists. His father did the same work, and Lambros is teaching it to his three sons. His wife has left him to live in northern Greece with another man. He coughs lightly whenever I asked about her and waves his hand in front of his nose, as though wafting away a bad smell. The Roma make no claims on Greece’s historic past or its modern aspirations. To them, being Greek means understanding how the country works in practice. Lambros can rattle off the days that different street markets in Athens operate. His grasp of the national road network and seasonal winds is comprehensive. During the summer, he ventures out to monasteries across the islands and acquires icons from each one. These are arranged in a corner of his house and brought out to his bedside on festival days. “Mystika pragmata!” he says. “These are mystical things.” His house is a shanty construction of white plastic beams and clear tarp windows. “Come look at my shower,” he says, pointing to a hose hooked up to the Mornos Channel. A few metres away, two shrines commemorate children who were electrocuted trying to tap a power line for electricity. Pickup trucks bounce around blaring Romani jazz. The local school is an assemblage of cargo containers gathering rust. But Lambros claims no one sends their kids to it anyway. “The Roma can teach themselves everything they need to know,” he says.
Lambros’s camp is called Sofos. He moved there five years ago after his previous camp was burned down in revenge for the rape of a Pontic Greek girl by several Roma men. “The Pontics brought in all their people for it,” he says. “Buses came down from Thessaloniki.” The roads of Sofos are strewn with rubbish swivel chairs, mannequins, stereo speakers that had first entered Greece through Piraeus. “We pick this stuff out from the dump and toss what we can’t sell.” The Roma are proudly defiant of a state that will not aid them and neighbours who refuse to hire them. They have learned how to exploit the riches of Aspropyrgos. Some rob warehouses. Others turn to smuggling. But most work in the metal trade the main reason why, despite their quarrels with the Pontic Greeks, the Roma have stayed in Aspropyrgos. Their ancestors spent centuries fashioning tin and copper, but in Aspropyrgos more money is to be made by picking it out of dumpsters. The work is illegal but the Greek authorities rarely trouble them.
The mountainsides shimmer with scavenger boys scouring the ground for anything metallic, from washing machines to cutlery, that can be sold to local junkyards. Athens itself offers an even bigger draw: Roma from across Greece ransack everything from drain covers to parked cars. “Our kids used to help us,” Lambros says ruefully. “But the Children’s Smile” a Greek NGO “captured them and locked them up in shelters. It took weeks to get them back.” The refugee crisis has enabled the Roma to enlist Pakistanis and Syrians with promises, rarely kept, of marriages and EU passports. The metal is sorted upon arrival, having been ferried to Aspropyrgos by a fleet of pickup trucks and motorised wheelbarrows. Everything else windshields, plastic fixtures, rubber tyres is burned in fires that illuminate the hills every night. The metal is sold to one of over 200 scrapyards scattered across Aspropyrgos, many of them operated by Pontic Greeks. It is weighed and auctioned off to the enormous steelworks by the coast, where it is smelted and laden onto ships bound for the great ports of north Africa and Asia. Some of it will return to Greece wrought into an appliance or cargo container and the cycle will begin again.
The economic crisis made the lives of the Aspropyrgians harder than ever before. Relations between Pontic Greeks and Roma grew increasingly hostile, as each group blamed the other for their misfortunes. “Look how lawless they are,” Kostas says of his Roma neighbours. “They leave their trash and their kids everywhere.” Lambros views people like Kostas as intruders. “Nothing bad came in from the sea before they got there,” he says. Into the void left by the emaciated and neglectful state stepped Golden Dawn, the nationalist party that has thrived on resentment of austerity. Golden Dawn attracts nearly one in three votes in Aspropyrgos. Kostas heartily supports them; so does almost every other Pontic Greek I meet. Many approve of Golden Dawn’s willingness to put the Roma in their place, often through brute force. But even more attractive to Pontic Greeks is Golden Dawn’s veneration of their distinctive identity. By resisting assimilation and maintaining their traditions for thousands of years, the Pontic Greeks affirm Golden Dawn’s central tenet: that the Greeks are exceptional people. They preserve the connection to the era of Hellenic supremacy. While others treat them as interlopers, Golden Dawn elevates them to aristocrats. No other politicians have ever talked to them like this before. Golden Dawn has single-handedly resurrected some public services that the state cannot afford to support and provided food handouts. Kostas finds their actions reassuring. Golden Dawn patrols his neighbourhood and keeps the Roma thieves out. They chase Albanian drug-dealers from the railway station. They threaten local bosses who hire Bulgarians and Ukrainians ahead of Greeks. Unlike other parties, which are barely visible, Golden Dawn is known intimately by Aspropyrgians. Its two-storey office can be seen from the Sacred Road. Its best-known MPs are frequent visitors.
An  alternative solution to the problems of Aspropyrgos has emerged from the other side of the globe. A few kilometres to the west of the town lies the port of Piraeus. Its cargo terminals have been under the control of COSCO, the shipping company owned by the Chinese government, for much of the last decade. Now COSCO has set its sights on Aspropyrgos. Though the town may be unruly, even inherently ungovernable, Chinese investment in Piraeus will come to naught without access to this hinterland. Much of the cargo imported by COSCO needs to be transported to Aspropyrgos for storage. The town is also a focal point for Chinese mercantile aspirations across Europe. A new freight railway, which currently stretches 1,500km to Budapest and will eventually terminate in Prague, departs from there. The Chinese are disarmingly honest about their intention to reverse a century of humiliations at the hands of Europeans. In order to understand the potential transformation that lies in store for Aspropyrgos, I meet Zhang Anming, one of seven Chinese Communist Party officials charged with running Piraeus. He is a slender, serious man who managed a handful of Chinese ports before coming to Greece. From an office decorated with murals that juxtapose artefacts from the Han dynasty and classical Athens, he looks out on a meticulously organised harbour, in which tens of thousands of metal shipping containers are stacked in towers. “At any one time, we can tell where each one of those containers is,” Zhang informs me, pointing to a TV screen that tracks the movements of individual containers by satellite.
This is not COSCO’s first foray into Europe. Two decades ago the Chinese pitched up in Naples with equal determination to establish a beachhead. That venture turned sour in 2007 when hundreds of Chinese and Italian contraband entrepreneurs were arrested for manufacturing fake designer goods. Two years later, having been desperately courted by Greece’s austerity-starved government and shipping elites, the Chinese relocated to Piraeus. But the allegations that hounded the Chinese out of Naples are already resurfacing. COSCOhas an astonishing degree of independence over the customs controls of the port and strange new shipments have been arriving in Greece from a string of ports in South-East Asia. The head of the Aspropyrgos police told me that over the summer a truck bearing a cargo container from Piraeus was randomly pulled over and searched. Inside were dozens of boxes filled with Lacoste alligator patches. “It looks like the Chinese are manufacturing the products in Aspropyrgos’s warehouses or in the Chinese neighbourhoods of Athens,” he says. “They attach one button, one collar, and call it a European product, no taxes paid.” The feeble rule of law in Aspropyrgos may add to the site’s appeal. Zhang, though, denies any illicit activity. “What’s the point of investing €500m into a port just to attach some fake buttons here and there?” he asks. Most Pontic Greeks are confident the advantages of COSCO’s eventual arrival will outweigh any drawbacks. They believe that the Chinese will clean up the town and enforce order, but will not obstruct their cigarette smuggling. The Roma, though, are fearful. Few of them dare ransack the new Chinese railway for scrap metal. “These people adore profit even more than our politicians,” Lambros says. “They’ll do anything to get it kill stray dogs, destroy the mountains.” But whatever the exact repercussions might be, nobody doubts that, for good or ill, there’s a new sheriff coming to this festering town.
Πηγή : https://en.m.wikipedia.org/wiki/Aspropyrgos
https://www.1843magazine.com/features/europes-heart-of-darkness

Ασπρόπυργος 2017 - Μία πόλη στα προάστια των Αθηνών πλήρης εγκληματικότητας, μόλυνσης και διαφθοράς

Ο Δήμος Ασπροπύργου είναι δήμος της περιφέρειας Αττικής που περιλαμβάνει τον Ασπρόπυργο. Συνορεύει με τους δήμους Ελευσίνας και Φυλής. Η έκτασή του είναι 101,9 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός του 27.741 κάτοικοι. Ο δήμος παρέμεινε αμετάβλητος μετά την εφαρμογή του σχεδίου «Καλλικράτης». Ο Δήμος Ασπροπύργου αποτέλεσε συνέχεια της παλαιότερης κοινότητας Ασπροπύργου. Η κοινότητα Ασπροπύργου συστάθηκε το 1912 και συμπεριέλαβε τον οικισμό του Ασπροπύργου. Το 1949 αναγνωρίστηκε σε δήμο. Ο Ασπρόπυργος βρίσκεται 20 χλμ. από την Αθήνα, σχεδόν στο κέντρο του Θριασίου Πεδίου και διασχίζεται από τον οδικό άξονα Αθηνών - Κορίνθου. Η εγκατάσταση μικρών και μεγάλων βιομηχανιών από τη δεκαετία του '60 μετέτρεψαν τον Ασπρόπυργο σε βιομηχανική πόλη, η οποία ταυτόχρονα υποδέχτηκε μεγάλο μέρος μεταναστών (εσωτερική και εξωτερική μετανάστευση). Σύμφωνα με την απογραφή του 2001 ο Δήμος Ασπροπύργου κατοικούνταν από 27.741 κατοίκους, γεγονός που πιστοποιεί το διπλασιασμό των ανθρώπων που ζούσαν στην περιοχή από την απογραφή του 1991. Η βιομηχανική ανάπτυξη και η μετανάστευση άλλαξαν πλήρως τη μορφή και την γεωγραφία της πόλης. Οι κάτοικοι της πόλης ασχολούνται πλέον με τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες και ελάχιστοι (λιγότεροι από το 10% του πληθυσμού) με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι παλαιότεροι κάτοικοι του Ασπροπύργου είναι Αρβανίτες Ορθόδοξοι και βρίσκονται στην κυρίως πόλη (παλιό χωριό Καλύβια Χασιας). Στην παραλία έχουν εγκατασταθεί οι Αρκάδες και στις περιοχές Γκορυτσά - Ψάρι επαναπατρισθέντες Πόντιοι που αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα εσωτερικών μεταναστών. Προέρχονται από Έλληνες της Σοβιετικής Ενωσης, μιλούν ελληνικά, ποντιακά και Ρωσικά και ακολουθούν το Παλαιό ημερολόγιο. Στη Νέα Ζωή ζουν Τσιγγάνοι και στις περιοχές Νεόχτιστα και Ρουπάκι εργατοτεχνικό προσωπικό από άλλες περιοχές της χώρας μας.
Αυτοψία στον Ασπρόπυργο, την περιοχή με τη μεγαλύτερη εγκληματικότητα στη χώρα πραγματοποίησε η τηλεόραση του ΣΚΑΪ, λίγες ώρες μετά τη δολοφονική επίθεση κατά μεταναστών που εργάζονται σε χωράφια. Πρόκειται για την περιοχή των τεράστιων αντιθέσεων, όπου παράγεται το 1/3 του πλούτου της χώρας, αλλά και με τεράστια φτώχεια, όπως επίσης με μεγάλη εγκληματικότητα. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον και με δεδομένη τη δημιουργία καταυλισμών που από πολλούς θεωρούνται άβατα, το έγκλημα δίνει και παίρνει. Οι κάτοικοι καταγγέλλουν πως ζουν με τον φόβο και λένε ότι το βράδυ, όταν πέφτει το σκοτάδι κλείνονται στα σπίτια τους. Η αστυνομία γνωρίζει πως το οργανωμένο έγκλημα έχει γιγαντωθεί στην περιοχή και η απάντηση του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη είναι μόλις… 16 αστυνομικοί στο τμήμα Ασφαλείας του Ασπροπύργου. H έρευνα του STAR για την ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα συνεχίζεται. O ρεπόρτερ Βαγγέλης Γκούμας έκανε αυτοψία στον Ασπρόπυργο, μια περιοχή όπου λυμαίνονται οι συμμορίες. Αθλιότητα. Φαβέλες. Πρόχειρα. σπίτια φτιαγμένα από χαρτόνια και σάπια ξύλα. Παιδιά που κοιμούνται αγκαλιά με τα ποντίκια. Παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς ταυτότητα και στοιχειώδη εκπαίδευση. Παιδιά που μπροστά στα μάτια τους βλέπουν να γίνεται διακίνηση ναρκωτικών, όπλων και κλεμμένων. Αυτή είναι η εικόνα της περιοχής, που  αποτελεί ένα απέραντο νεκροταφείο αυτοκίνητων που έχουν κλαπεί ή έχουν χρησιμοποιηθεί σε ληστείες! Ο φόβος κρατά τα στόματα κλειστά. Την  κλοπή σιδήρου, την μεταφορά του με αυτοσχέδια τρίκυκλα και την πώληση του σε εργοστάσια της περιοχής την αντιμετωπίζουν απλά ως ένα ακόμη έσοδο. Είναι για τους ίδιους η πιο ακίνδυνη μορφή παραβατικότητας. Η αστυνομία όμως τι κάνει ή καλύτερα τι μπορεί να κάνει; Με τους 30 αστυνομικούς και τα τρία περιπολικά που διαθέτει δεν μπορεί να κάνει και πολλά! Μπαίνοντας κανείς στην παραλιακή ζώνη του Θριασίου Πεδίου, εύκολα αντιλαμβάνεται ότι ο πλούτος που παράγεται σε όλη τη βιομηχανική ζώνη είναι τεράστιος. Εκεί συγκεντρώνεται μεγάλο μέρος της βαριάς βιομηχανίας της Αττικής: Χαλυβουργίες, Ναυπηγεία, Τσιμεντάδικα, Πετρελαιοειδή, Ανακύκλωση, Χημική Βιομηχανία, μεγάλες αποθήκες, Logistics. Ειδικά στον Ασπρόπυργο, δίπλα στις μεγάλες βιομηχανίες, εκτείνονται αγροτικές καλλιέργειες και κτηνοτροφικές δραστηριότητες και όλα αυτά μια ανάσα από την υγειονομική βόμβα της χωματερής της Φυλής. Η παραγωγική δραστηριότητα δεν σταματά. Χιλιάδες είναι οι εργάτες που βρίσκουν δουλειά σε όλη την περιοχή, ανάμεσά τους και εκατοντάδες μετανάστες από Ασία και άλλες περιοχές. Πλάι σε αυτήν την τεράστια συγκέντρωση πλούτου συγκεντρώνεται και η φτώχεια, αλωνίζουν κάθε είδους εγκληματικές συμμορίες, που έχουν αμολήσει οι βιομήχανοι, οι εφοπλιστές, οι μεγαλέμποροι για να κρατούν έξω από τις μπίζνες τους την οργανωμένη πάλη και τη διεκδίκηση, για να μη θιγούν τα κέρδη τους. Η εγκατάλειψη της περιοχής και η υποβάθμιση που βιώνουν τα εργατικά - λαϊκά στρώματα έχουν δημιουργήσει περιοχές - γκέτο, όπου συσσωρεύονται η φτώχεια και η εξαθλίωση, η μαζική ανεργία, το υπόστρωμα δηλαδή για την ανάπτυξη κάθε είδους εγκληματικής δραστηριότητας. Οι καταυλισμοί των Ρομά ανά την Ελλάδα αποτελούν συχνά πηγές εντάσεων με τις τοπικές κοινωνίες. «Στην πραγματικότητα, θα πρέπει να διαχωρίσουμε τους Ρομά σε δύο βασικές κατηγορίες: στους Ελληνες και τους Βαλκάνιους. Οι περισσότεροι από τους Ελληνες μένουν σε κανονικά σπίτια, είναι νομοταγείς δημότες. Τα προβλήματα δημιουργούνται κυρίως από αυτούς που έχουν έρθει από βαλκανικές χώρες, μένουν σε σκηνές κυρίως σε δύο σημεία, στα Νεόκτιστα και στη Νέα Ζωή Ασπροπύργου. Οι συγκεκριμένοι ασχολούνται με ανακύκλωση υλικών, κυρίως μετάλλων. Τα μέταλλα συγκεντρώνονται είτε από τον ΧΥΤΑ Φυλής είτε από κλοπές δημοσίων υποδομών, όπως σχάρες υπονόμων, καλώδια ηλεκτροφωτισμού κ.ά. Οι ίδιοι φαίνεται να εμπλέκονται και σε άλλα αδικήματα, όπως κλοπές από σπίτια και διακίνηση ναρκωτικών. Τα περιπολικά δεν τους πλησιάζουν. Η αστυνομία επεμβαίνει μόνο με ΜΑΤ και κατόπιν εισαγγελικής εντολής», λέει στην «Κ» ο αντιδήμαρχος Ασπροπύργου, Στέλιος Αλμπάντης. Πηγές του δήμου εκτιμούν ότι στην περιοχή διαβιούν περισσότεροι από 2.000 Ρομά από βαλκανικές χώρες. Περιστατικά εντονότατης δυσοσμίας, που εικάζεται ότι προκαλείται από τα δύο διυλιστήρια της εταιρείας Ελληνικά Πετρέλαια (ΕΛ.ΠΕ.) στην Ελευσίνα και στον Ασπρόπυργο, «πνίγουν» το τελευταίο διάστημα (08/2017) τους κατοίκους της Ελευσίνας, της Μάνδρας, της Μαγούλας και του Ασπρόπυργου. Ωστόσο, η διοίκηση των ΕΛ.ΠΕ. αρνείται ότι τα συνεχή περιστατικά δυσοσμίας προέρχονται από τις εγκαταστάσεις των διυλιστηρίων τους. Και καθώς για ακόμη μία φορά ο σταθμός Μέτρησης Ατμοσφαιρικών Ρύπων που λειτουργεί εντός των ΕΛ.ΠΕ. δεν διαπιστώνει υπέρβαση ορίων στους ρύπους που να δικαιολογεί την ύπαρξη δυσάρεστων οσμών, η πηγή τους παραμένει επισήμως αγνώστου... πατρότητος. Σύμφωνα με τους κατοίκους, πιο εκτεθειμένος παραμένει ο οικιστικός ιστός του Ασπροπύργου και με μεγαλύτερο διάστημα έκθεσης. Οι έντονες οσμές έρχονται να προστεθούν σε αυτές που προέρχονται από τον ΧΥΤΑ της Φυλής, οι οποίες, με ανατολικούς ανέμους, συμπληρώνουν το κοκτέιλ του ρυπαντικού φορτίου στο οποίο εκτίθεται καθημερινά ο πληθυσμός του Θριάσιου Πεδίου. Το τελευταίο διάστημα (10/2017) υπάρχει πολύ έντονη φλόγα και μεγάλος θόρυβος από τα διυλιστήρια. Είμαστε στην καρδιά της μεγαλύτερης πεδιάδας της Δυτικής Αττικής. Στο Θριάσιο Πεδίο που κάποτε η εύφορη γη του τάιζε όλο το Λεκανοπέδιο, σήμερα έχει συγκεντρωθεί το 40% της βαριάς βιομηχανίας όλης της χώρας. Εικοσι τέσσερις από τις πιο ρυπογόνες βιομηχανικές μονάδες υψηλού κινδύνου που υπάγονται στην οδηγία Sevezo (η οποία καθορίζει όρους και μέτρα για την αντιμετώπιση κινδύνων από ατυχήματα μεγάλης έκτασης σε εγκαταστάσεις ή μονάδες, λόγω της ύπαρξης επικίνδυνων ουσιών) έχουν εγκατασταθεί εδώ. Οι 19 στον Ασπρόπυργο. 45.000 ψυχές ζουν σήμερα στον Ασπρόπυργο, την πολυπληθέστερη πόλη του Θριάσιου Πεδίου. Ξεχασμένοι από όλους. Δήμος και Περιφέρεια οχυρωμένοι πίσω από τη σύγκρουση αρμοδιοτήτων ακόμη και για τα αυτονόητα και η Πολιτεία απούσα. Κάτι η διαπλοκή σε κάθε επίπεδο, κάτι τα μεγάλα συμφέροντα που συνωστίζονται στην περιοχή, έχουν μετατρέψει τον Ασπρόπυργο σε μια πόλη όπου όλα επιτρέπονται. Με την ασυδοσία να οργιάζει. Χημικά απόβλητα και μπάζα ρίχνει ο καθένας όπου θέλει. Επιχειρήσεις χωρίς άδεια, επιχειρήσεις - βιτρίνα για παράνομα σκραπατζίδικα ξεφυτρώνουν από το πουθενά. Δίπλα στο χωράφι που φυτεύει ο γεωργός μαρούλια, στον παραπόταμο του Αγίου Γεωργίου, χύνονται τα απόβλητα από επιχειρήσεις βυρσοδεψίας. Στη κοίτη του υπήρχαν έγχρωμα νερά αν και την ημέρα που επισκεφθήκαμε την περιοχή δεν είχε βρέξει. Η ταμπέλα μας προειδοποιεί ότι η διέλευση γίνεται με δική μας ευθύνη. «Ποτάμι της μαύρης ώρας» το ονομάζουν οι ντόπιοι, καθώς με τις βροχές πλημμυρίζει και κινδυνεύουν οι άνθρωποι να πνιγούν. Οι μάντρες των εργοστασίων φτάνουν χωρίς υπερβολή μέχρι μέσα στις αυλές των σπιτιών. Η ρυμοτομία είναι λέξη άγνωστη. Εκτάσεις καταπατημένες, αυθαίρετη δόμηση, καταυλισμοί, παράγκες, τρώγλες και σκουπίδια. Ολα στον υπερθετικό βαθμό. Δύο διυλιστήρια, δύο χαλυβουργίες, δυο τσιμεντάδικα, Τιτάν, Χάλυψ, η Πετρογκάζ που γειτνιάζει με τα διυλιστήρια, βιομηχανία πυρομαχικών, εγκαταστάσεις αποθήκευσης και διακίνησης προϊόντων πετρελαίου, χημικές βιομηχανίες, βιοτεχνίες πλαστικών, επιχειρήσεις logistics. Το ένα εργοστάσιο πάνω στο άλλο. Εάν γίνει ατύχημα; Με έναν προϋπολογισμό 50 - 60 εκατομμυρίων ευρώ, αφού παίρνει αντισταθμιστικά οφέλη από τα εργοστάσια και τον ΧΥΤΑ και με 12 εκατομμύρια αποθεματικό, ο Δήμος Ασπροπύργου είναι από τους πλουσιότερους δήμους της Αττικής. Πώς γίνεται σε έναν τόσο πλούσιο δήμο οι άνθρωποι να πεινούν; Κι όμως. Περίπου 2.500 οικογένειες ζουν με το επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ενώ 700 άνθρωποι τρέφονται από το Κοινωνικό Παντοπωλείο του δήμου. Ναι, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται σήμερα στη Δυτική Αττική, αφού σύμφωνα με στοιχεία του ΟΑΕΔ αγγίζουν το 25%. Στον Ασπρόπυργο οι άνεργοι ξεπερνούν το 28%, λέει ο δήμαρχος Νίκος Μελετίου. Αν εξαιρέσει κανείς κάποιες δυναμικές μονάδες πτηνοτροφίας και κτηνοτροφίας στα Μέγαρα και στη Μάνδρα, ο πρωτογενής τομέας της οικονομίας που άλλοτε κυριαρχούσε στην περιοχή, σήμερα έχει αποδυναμωθεί. Οι άνθρωποι στον Ασπρόπυργο ζουν από τα εργοστάσια και πεθαίνουν από αυτά. Δεν υπάρχει άνθρωπος στη πόλη που να μην έχει έναν καρκινοπαθή στην οικογένεια. Αλλος σύζυγο, άλλος πατέρα, πεθερό, αδελφό ή συγγενή. Ολοι έχουν να διηγηθούν την προσωπική τους περιπέτεια. Με τα αναπνευστικά προβλήματα να θερίζουν κι αυτά. Το μοναδικό κέντρο υγείας το πήρανε από τον Ασπρόπυργο και το μετέφεραν στην Ελευσίνα όπου υπάρχει κι άλλο Κέντρο Υγείας και το Θριάσιο Νοσοκομείο. Και σαν να μην έφταναν αυτά, περιφερόμενοι Ρομά που έχουν εγκατασταθεί στον Ασπρόπυργο λόγω του ΧΥΤΑ, έχουν μετατρέψει σε γκέτο μεγάλες περιοχές της πόλης. Στη Νέα Ζωή και τα Νεόκτιστα η εγκληματικότητα οργιάζει και ο φόβος κρατά τους ανθρώπους μέσα στα σπίτια μόλις πέσει το σκοτάδι. Μια πόλη γεμάτη εργοστάσια, με την ανεργία να θερίζει. Οσα εργοστάσια ήρθαν εδώ από αλλού, έφεραν μαζί και τους εργάτες τους. Εκτός από την υψηλή ανεργία, την εκτός ορίων μόλυνση, την παραβατικότητα, τους παράνομους καταυλισμούς, τις καταπατήσεις ιδιοκτησιών, την ανεξέλεγκτη ρίψη χημικών αποβλήτων και μπαζών, η Δυτική Αττική έχει ακόμη ένα ρεκόρ. Μετά τη Ξάνθη και την Κομοτηνή, έχει τα υψηλότερα ποσοστά σχολικής διαρροής σε όλη τη χώρα. Σχεδόν το 50% των παιδιών στον Ασπρόπυργο, μόλις τελειώσει το δημοτικό, εγκαταλείπει το σχολείο. Είναι άραγε χωρίς σημασία το γεγονός ότι στον Ασπρόπυργο η Χρυσή Αυγή στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 πήρε το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό της (14,54%) πανελλαδικά; Ή μυρωδιά από καμένα λάστιχα είναι έντονη παντού. Οι Ρομά καίνε τα λάστιχα για να πάρουν το σίδερο που έχουν μέσα και να το πουλήσουν, αλλά και για να δώσουν «σήμα» ότι έχουν φέρει καινούργιο εμπόρευμα ναρκωτικών, να έρθουν να αγοράσουν. "Χάλια μαύρα είμαστε. Η Αστυνομία δεν περνάει ούτε από μακριά. Φοβούνται τους Τσιγγάνους γιατί πάνε πολλοί μαζί. Ρωτήστε όποιον θέλετε. Καθημερινά τηλεφωνούμε και μας λένε "πάρτε τον δήμαρχο, πάρτε την περιφέρεια". Τι να κάνουμε εμείς;». 19 από τις πιο ρυπογόνες βιομηχανικές μονάδες υψηλού κινδύνου όλης της χώρας έχουν εγκατασταθεί στον Ασπρόπυργο, ενώ σε ολόκληρο το Θριάσιο Πεδίο οι βιομηχανίες φθάνουν τις 24, αριθμός που αντιστοιχεί στο 40% της βαριάς βιομηχανίας όλης της χώρας. 28% οι άνεργοι στην περιοχή του Ασπροπύργου, ενώ, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΑΕΔ, στη Δυτική Αττική καταγράφεται ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε ολόκληρη την Ελλάδα που φθάνει το 25% 50% περίπου των παιδιών στον Ασπρόπυργο, μόλις τελειώσουν το δημοτικό, εγκαταλείπουν το σχολείο. Μετά την Ξάνθη και την Κομοτηνή, η Δυτική Αττική έχει τα υψηλότερα ποσοστά σχολικής διαρροής σε όλη τη χώρα. Νέο "Κολοκοτρωνίτσι" έχει καταντήσει τον Δήμο Ασπροπύργου (Zougla.gr, 2010) ο "κληρονόμος" της δημαρχείας Γεωργίου Λιάκου και νυν δήμαρχος, Νίκος Μελετίου. Σε μια περιοχή που θα μπορούσε να είναι η πιο πλούσια από πλευράς εσόδων λόγω των βιομηχανιών, των εργοστασίων και των λοιπών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, ο κ. Μελετίου έχει φέρει την περιοχή σε εποχές μεσαίωνα. Είναι υπεύθυνος για το "κουβάλημα" των τσιγγάνων στα Νεόκτιστα λόγω των επιδοτήσεων που τσεπώνει από την Ε.Ε. Είναι υπεύθυνος για την εγκληματικότητα στην περιοχή και την φοβία που έχει δημιουργηθεί στην αστυνομία η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα κρούσματα ληστειών, βιαιοπραγιών και βανδαλισμών. Είναι υπεύθυνος για την μη τήρηση των προεκλογικών του υποσχέσεων. Εγκλωβιστεί στους τέσσερις τοίχους του δημαρχείου, δεν είχε ποτέ καμία επαφή με τους πολίτες των συνοικισμών του δήμου και όποτε κάποιοι αγανακτησμένοι δημότες προσπάθησαν να τον βρούν, τους αντιμετώπισε διεκπαιρεωτικά με ξύλινη γλώσσα και ειρωνικό ύφος. Η θρασσύτητα σε συνδυασμό με την ασυνέπειά του έχει εγκλωβίσει τους δημότες του Ασπρόπυργου οι οποίοι ζητούν μια λύση στα καθημερινά τους προβλήματα. «Κάντε ένα πείραμα» στους Ασπροπυργιώτες, μας είπαν άνθρωποι που γεννήθηκαν και μένουν εδώ. «Κλείστε τους τα μάτια και κάντε τους μια βόλτα στα όρια του οικιστικού ιστού της πόλης. Από τη μυρωδιά και μόνο θα σας πουν πού ακριβώς βρίσκονται». Διασχίζουμε τον κεντρικό δρόμο της πόλης, εδώ όπου μέχρι πριν από την οικονομική κρίση υπήρχαν δίπλα δίπλα 18 τράπεζες σε 1.400 μέτρα. Πάνω από 300 παράνομα σκραπ. Ενα ανεξέλεγκτο κύκλωμα αποτελούμενο από ιδιοκτήτες «νόμιμων» και παράνομων σκραπ, που δρουν ανεξέλεγκτα και χωρίς περιβαλλοντικούς κανόνες, μαζί με τους λεγόμενους «ανακυκλωτές» που είναι περιφερόμενοι Τσιγγάνοι έχουν μετατρέψει μεγάλες περιοχές του Ασπρόπυργου σε ζώνες παράνομης και εγκληματικής δραστηριότητας. Εκτός από ελάχιστα νόμιμα, στη βιομηχανική περιοχή, πάνω από 300 σκραπ λειτουργούν παράνομα χωρίς άδεια λειτουργίας στα όρια του οικιστικού ιστού της πόλης.
Πηγή : http://newpost.gr/ellada/633200/ftwxeia-kai-egklhmatikothta-dynasteyoyn-ton-aspropyrgo
http://www.star.gr/astynomika/373502/ereyna-star-narkwtika-opla-kai-lathremporio-stis-fabeles-ths-attikhs
https://www.rizospastis.gr/story.do?id=9553954
http://www.kathimerini.gr/477021/article/epikairothta/ellada/to-avato-twn-kataylismwn-kai-h-mafia-twn-roma
http://www.efsyn.gr/arthro/aperantos-thalamos-aerion-thriasio
http://www.tanea.gr/news/greece/article/5475956/h-skoteinh-pleyra-ths-dytikhs-attikhs/#1
http://www.zougla.gr/page.ashx?pid=2&aid=196706&cid=122
http://www.tanea.gr/news/greece/article/5476319/to-xarlem-toy-aspropyrgoy/#1
http://topikiistoriaaspropyrgou.weebly.com/iotasigmatauomicronrhoiotakappaeta-alphanualphadeltarhoomicronmueta.html

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017

Η ερωτική ζωή των Ελληνίδων πριν τον γάμο (Μέρος Β') : Απο την τουρκοκρατία και την εθνική απελευθέρωση έως την σεξουαλική απελευθέρωση και την σύγχρονη εποχή

Mετά την πτώση του Bυζαντίου, τα σκοτεινά χρόνια της Φραγκοκρατίας και της Tουρκοκρατίας ανάγκασαν τους Έλληνες να συσπειρωθούν γύρω από τα ήθη και τα έθιμά τους, προκειμένου να διατηρήσουν την αγνότητα και την καθαρότητα της φυλής με σκοπό την επιβίωση του Έθνους. Oι Έλληνες τα χρόνια της Oθωμανικής τυραννίας με τις απαγωγές, τους εξανδραποδισμούς, τα σκλαβοπάζαρα, και τους εξισλαμισμούς φρόντιζαν και πάντρευαν νωρίς τις νέες από το φόβο της αρπαγής από τους Tούρκους. Eίχαν δε θεσπίσει αυστηρούς κανόνες ηθικής, αναβιώνοντας τις αρχαίες αντιλήψεις. H ακεραιότητα του παρθενικού υμένος εξακολούθησε να θεωρείται ως το κύριο σημείο της παρθενίας, γι' αυτό η νέα που διαφύλασσε άθικτο τον παρθενικό της υμένα εθεωρείτο από την τότε Nεοελληνική κοινωνία ως Παρθένος. Σύμφωνα με τα κρατούντα έθιμα, η διαφύλαξη της ανατομικής παρθενίας μέχρι το γάμο με "Pωμηό" αποτελούσε κοινωνική αξίωση για την κλειστή Eλληνική Kοινωνία της σκλαβωμένης Πατρίδας. O Γάμος που αποτελούσε σταθμό στη ζωή του Έλληνα παρουσίαζε στενή σχέση με τον παρθενικό υμένα. Kάθε Έλληνας που παντρευόταν τότε είχε την αξίωση να διαπιστώσει την ύπαρξη του παρθενικού υμένος στη σύζυγό του. H διαπίστωση ότι υπάρχει η ανατομική παρθενία την πρώτη νύχτα του γάμου στηριζόταν από την επερχόμενη αιμορραγία κατά τη ρήξη του παρθενικού υμένος. Tο αίμα που έβαφε συνήθως το εσώρουχο (υποκάμισο) της νύφης ή το νυφικό σεντόνι και ήταν διαφόρου βαθμού, ανάλογα με τη μορφή του παρθενικού υμένος και την έκταση της κάκωσης κατά τη συνουσία, εθεωρείτο ως αψευδής μάρτυρας της ακεραιότητας του παρθενικού υμένος και ως επισφράγιση της παρθενίας (τιμής) της νύφης. Tότε το ζήτημα της παρθενίας θεωρείτο ως το ιερότερο και πολυτιμότερο πράγμα που μπορούσε να έχει ένα αγνό και τίμιο κορίτσι. O άνδρας όχι μόνο έπρεπε να βρει τη γυναίκα του αγνή και τίμια στην πρώτη γαμήλια συνουσία (πρώτη νύχτα του γάμου), αλλά και "ολότελα ανέγγιχτη από ξένο χέρι, όχι μόνον αυτός αλλά και όλο το "συγγενολόι" του που θα την δεχόταν στους κόλπους τους. Έπρεπε κι αυτό να την κρίνει άξια και ικανή για την τιμητική θέση που θα της έδινε ανάμεσά τους. Προς τούτο πρωί-πρωί, πριν καλά ανατείλει ο ήλιος, οι καλεσμένοι συγγενείς απαιτούσαν να δουν τα "σημάδια της νύφης". Γι' αυτό εκείνα τα χρόνια η κάθε νέα έπρεπε να αντιπαλέψει πολλές φορές προς μύριες επιθυμίες, ορμές και πάθη, για να κατορθώσει να διατηρήσει άθικτο τον παρθενικό της υμένα μέχρι τον γάμο. H "θαλάμευση" (το φύλαγμα) της κόρης από τους οικείους με σκοπό την προστασία της Παρθενίας της. Συνήθως η νέα ως την ώρα του γάμου ήταν κλεισμένη στο σπίτι της. H "θαλάμευση του κοριτσιού ήταν έθιμο από τους αρχαίους χρόνους, αλλά διατηρήθηκε έντονα στο Bυζάντιο και στην Tουρκοκρατία. O μεγαλύτερος έπαινος ήταν να μην τη δει μάτι ξένο. Όταν η παρθένος ήταν στο σπίτι του πατέρα της, πολλοί άνδρες ήθελαν να την μνηστευθούν, εάν δε έβγαινε έξω από το σπίτι, δεν θα είχε την τιμή, όση θα είχει αν ήταν κλεισμένη μέσα στο πατρικό σπίτι. Στους περιπάτους των κοριτσιών των πλούσιων και αρχοντικών οικογενειών ήταν τόσο πολυάριθμη η συνοδεία από στενά συγγενικά πρόσωπα, ώστε κανείς νέος δεν ήταν δυνατόν να τις πλησιάσει. Oι "ανέβγαλτες" και οι "ακριβοθώρητες" ήταν το καμάρι της οικογενείας. Σπάνια εκείνα τα χρόνια έβγαινε μόνη της μια παρθένος ή συνήθως τη συνόδευε κάποιος συγγενής της, αλλά δεν επιτρεπόταν να επισκεφθεί σπίτι που είχε αγόρι. Mια αγνή παρθένος έδινε την ευκαιρία για επαίνους και από την προξενίστρα, η οποία είχε χαρά να κάνει ένα παρόμοιο προξενιό. Οι γονείς και αδερφοί πρόσεχαν πολύ, ώστε να μην "παραστρατήσει" το κορίτσι τους. Aν η κοινή γνώμη ψέξει μια νέα ως "κακονοματισμένη", αλλοίμονό της. Όσες χάρες και αν είχε έχανε παντοτινά την υπόληψή της όχι μόνο αυτή, αλλά και η οικογένειά της. Συνήθως πλήρωνε ακριβά το παράπτωμά της, γιατί αναγκαζόταν να ξεπατρισθεί ή να κλειστεί σε μοναστήρι και όχι σπανίως να αυτοκτονήσει με απαγχονισμό ή να γκρεμισθεί, διότι η ανυποληψία θα την συντρόφευε μέχρι τον τάφο. Στην παραδοσιακή κοινωνία υπεύθυνη για να προφυλάξει το κορίτσι από τους κινδύνους της διαπαρθένευσης (παρθενοφθορίας) προ του γάμου ήταν η μητέρα. Oι παραινέσεις και οι νουθεσίες που έδινε η μάνα στη θυγατέρα που είχε "βυζώσει" αποτελούσαν ένα μέρος από τις αγωνιώδεις τελετουργίες της μύησης της κόρης που είχε εισέλθει στην εφηβεία και επομένως στο στάδιο της γενετήσιας ωριμότητας, το οποίο για το νέο κορίτσι τότε σήμαινε ταυτοχρόνως και την προετοιμασία για τη μητρότητα.  H παραδοσιακή κοινωνία ήθελε από τη νέα ως προϋπόθεση την ύπαρξη ακέραιου του παρθενικού υμένος, για τούτο τόσο η κόρη όσο και οι γονείς της κατέβαλλαν κάθε φροντίδα και ιδιαίτερη επιμέλεια για τη διατήρηση της παρθενίας μέχρι το γάμο της. H έλλειψή της αποτελούσε ατίμωση που δεν περιοριζόταν μόνο στη νέα αλλά στη μητέρα της και γενικώς στο όνομα της οικογενειακής τιμής. Όχι μόνο η οικογένεια μειωνόταν κοινωνικά, αλλά και από υλικής απόψεως έπρεπε να υποβληθεί σε μεγάλες θυσίες, όπως να αποκαταστήσει με γάμο την κόρη, και αν το κατόρθωνε ποτέ! Η σεξουαλική επανάσταση, επίσης γνωστή ως μια στιγμή της σεξουαλικής απελευθέρωσης, ήταν κοινωνικό κίνημα που αμφισβήτησε τους παραδοσιακούς κώδικες συμπεριφοράς που σχετίζονται με τη σεξουαλικότητα και τις διαπροσωπικές σχέσεις σε όλο τον δυτικό κόσμο από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1980. Η σεξουαλική απελευθέρωση περιλάμβανε αυξημένη αποδοχή του σεξ έξω από τις παραδοσιακές ετεροφυλοφιλικές, μονογαμικές σχέσεις (κυρίως εντός γάμου). Ακολούθησε η κανονικοποίηση της αντισύλληψης, του γυμνισμού, της πορνογραφίας, του προγαμιαίου σεξ, της ομοφυλοφιλίας και των εναλλακτικών μορφών της σεξουαλικότητας, καθώς και και η νομιμοποίηση των αμβλώσεων. Τις τελευταίες 3 - 4 δεκαετίες το θέμα του σεξ ήρθε στην επιφάνεια της συλλογικής συνείδησης των Ελλήνων με τόση ένταση και με τέτοια ταχύτητα, ώστε να επισκιάσει για τη σημερινή νεολαία το γεγονός ότι μόλις «χθες» το θέμα ήταν ένα ισχυρό ταμπού, αντικείμενο μόνο για πολύ προσωπικές συζητήσεις και εκμυστηρεύσεις, που οι περισσότεροι το αγγίζαμε αραιά και πού σε συλλογικό επίπεδο μέσα από την αντισηπτικά ουδέτερη μέθοδο των «σόκιν ανεκδότων», δηλαδή του «ρισκέ χιούμορ». Τα τελευταία χρόνια έχουμε τέτοια πληθώρα αναφοράς, χρήσης και κατάχρησης, συχνά, της θεματολογίας του σεξ, ώστε και για αυτόν τον λόγο, όπως και εξαιτίας του κορεσμού πια, οι λεγόμενες πορνοταινίες και τα πορνοπεριοδικά και στην Ελλάδα σημειώνουν κάθετη πτώση στις πωλήσεις τους, όπως και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. Εξαίρεση φαίνεται να αποτελούν οι γνωστές μέχρι το 1990 χώρες - μέλη της ΕΣΣΔ, όπου η ξαφνική «ελευθερία» έδωσε έξαρση και στην κυκλοφορία πορνό υλικού. Χωρίς να είναι ένα στατιστικό στοιχείο που αφορά ΟΛΗ την ελληνική νεολαία, είναι άξιο μνείας το γεγονός ότι σε πρόσφατη άτυπη έρευνά μου με φοιτητές και φοιτήτριες προέκυψε ότι το 63% των γυναικών είχε ολοκληρωθεί σεξουαλικά πριν από την εισαγωγή τους στα ΑΕΙ και ΤΕΙ και ένα πρόσθετο 24% πριν περατωθούν οι σπουδές του. Αντίθετα, ανάμεσα στους άνδρες το ποσοστό ήταν μόλις 38% πριν από την εισαγωγή τους σε ΑΕΙ και ΤΕΙ και ένα πρόσθετο 33% σχεδόν ταυτόχρονα με την ολοκλήρωση των σπουδών του. Οι πρόχειρες συλλογιστικές μας για την ερμηνεία τέτοιων στατιστικών στοιχείων είναι ότι η πρόσφατη έντονη χειραφέτηση της γυναίκας στον ελλαδικό χώρο, οι κάθε είδους φεμινιστικές προσπάθειες, τα διάφορα γυναικεία έντυπα έχουν συντελέσει ώστε οι νέες γυναίκες να διεκδικήσουν πολύ πιο δυναμικά το μερίδιό τους από τη σεξουαλική «επανάσταση» με την αιτιολογία της πολύχρονης καταπίεσής τους από μπαμπάδες, εραστές και συζύγους που απαιτούσαν πριν από μερικές δεκαετίες να είναι "αγνές". Oι κύριες πηγές ενημέρωσης των εφήβων για το σεξ είναι οι γονείς (22%) και οι φίλοι (21%). Σε μικρότερο βαθμό ενημερώνονται από το σχολείο (18,2%), το Ιnternet (18,6%), τα αδέλφια (16%), την τηλεόραση (13,3%), τα περιοδικά (13,2%) και τα βιβλία (13,9%). Έρευνα σε 529 εφήβους ηλικίας 15-16 ετών, στην περιοχή της Αττικής, αποκάλυψε ότι μέχρι τα 16 χρόνια το 20% των εφήβων (το νούμερο είναι 1 προς 3 όσον αφορά την αναλογία κοριτσιών - αγοριών) έχουν ξεκινήσει τη σεξουαλική ζωή τους. Το ποσοστό αυτό φτάνει γύρω στο 40% μέχρι την ηλικία των 18 ετών. Από τους σεξουαλικά δραστήριους εφήβους, 10% δεν χρησιμοποιούν καμία αντισυλληπτική μέθοδο, 39% χρησιμοποιούν αναξιόπιστες μεθόδους, όπως οι μέθοδοι ρυθμού ή απόσυρσης, 51% χρησιμοποιούν το προφυλακτικό, 5% χρησιμοποιούν το «χάπι». Οι τρόποι να μειωθεί ο κίνδυνος είναι είτε η σεξουαλική αποχή είτε η σεξουαλική επαφή μόνο με έναν σύντροφο. «Οι άνθρωποι που έχουν πολλούς συντρόφους διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο και για άλλα Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα (ΣΜΝ).  Η σύφιλη, η γονόρροια, οι χλαμυδιακές λοιμώξεις, ο έρπητας των γεννητικών οργάνων, η βακτηριακή κόλπωση, ο ιός των ανθρώπινων θηλωμάτων (κονδυλώματα), οι ηπατίτιδες και οι λοιμώξεις από τριχομονάδες, αποτελούν τη βασική ομάδα των αφροδισίων νοσημάτων που καλπάζουν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα. Σύμφωνα με μία επιδημιολογική μελέτη που αφορά την εμφάνιση νέων περιστατικών σύφιλης στο νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός», διαπιστώθηκε αύξηση των κρουσμάτων κατά 38% από το 2003 έως το 2010, σύμφωνα με στοιχεία του ΚΕΕΛΠΝΟ. Σε πρόσφατη έρευνα που είδε το φως της δημοσιότητας εκτιμάται ότι ο ετήσιος αριθμός των αμβλώσεων στη χώρα μας αγγίζει τις 150.000 ετησίως και το 25% αυτών αφορά νεαρά κορίτσια, τα οποία βρίσκονται κάτω από την ηλικία των 16 ετών. Παρόλο που το δικαίωμα στην άμβλωση είναι πλήρως αναγνωρισμένο και οι διαδικασίες έχουν ιδιαιτέρως απλοποιηθεί, εξακολουθεί να συγκαταλέγεται στα θέματα για τα οποία η ενημέρωση είναι ελλιπής. Από τις τελευταίες έρευνες προκύπτει επίσης ότι οι μισές έφηβες ξεκινούν τη σεξουαλική τους ζωή πριν από τα 17 έτη, καθώς και ότι πάνω από το 70% των εφήβων ηλικίας 14-16 ετών έχει κάποιας μορφής σεξουαλική δραστηριότητα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Eurostat, στη χώρα μας το 2013 έγιναν για πρώτη φορά μαμάδες 47.674 Ελληνίδες, ενώ στην Ευρώπη ο συνολικός αριθμός φτάνει τα 2.340 εκατομμύρια γυναίκες. Μάλιστα, οι Ελληνίδες κάνουν το πρώτο τους παιδί μετά τα 30 τους και είναι μεταξύ των μεγαλύτερων σε ηλικία μαμάδων στην Ευρώπη. Οι γυναίκες στην Ελλάδα κατά μέσο όρο βιώνουν τη μητρότητα για πρώτη φορά σε ηλικία 29.9 χρόνων, ενώ η αντίστοιχη ηλικία για τις Ευρωπαίες είναι τα 28,7 έτη. Αναλυτικότερα, το 51,9% αποκτά το πρώτο παιδί μεταξύ 30-39 ετών, ενώ το 40,8% μεταξύ 20-29. Κάτω των 20 ετών κάνει παιδί μόνο το 3,2%, ενώ πάνω των 40 ετών το 4,1% των Ελληνίδων. Η γνωστή ψυχολόγος κ. Μαριέτα- Ρήγα Πεπελάση σημειώνει ότι δεν υπάρχει η «ιδανική» ηλικία για να προχωρήσει κάποιος σε γάμο: «Στον σύγχρονο κόσμο δεν υπάρχει κατάλληλη ηλικία για γάμο, γιατί δεν υπάρχουν κανόνες και κοινωνικός έλεγχος. Έχει αλλάξει το θέμα της γονιμότητας των γυναικών, επομένως ουσιαστικά δεν μπορούμε να πούμε πότε είναι κατάλληλη ηλικία για να παντρευτείς. Έχουμε πλέον την τεχνητή γονιμοποίηση, άρα έχουν αλλάξει τα βιολογικά όρια για τις γυναίκες. Παλιά η φυσιολογική και κοινωνική ηλικία για να παντρευτεί μια γυναίκα ήταν μεταξύ 18 και 22. Αυτό όμως τώρα έχει μετατοπιστεί και έχει πάει μεταξύ 28 με 32 για τις γυναίκες και γύρω στα 35 για τους άντρες. Έχουμε μια παράταση της εφηβείας. Έχει αλλάξει το κοινωνικό πλαίσιο, η κατεύθυνση που έδινε η κοινωνία».  Οκτώ στους δέκα άνδρες και έξι στις δέκα γυναίκες απατούν το σύντροφό τους στη διάρκεια του γάμου και των μόνιμων δεσμών, ενώ ακόμη και στη χώρα μας ένα στα δύο ζευγάρια οδηγείται στο διαζύγιο, ακόμη και μόλις έξι μήνες μετά τον γάμο. Συνεχώς φθίνουσα πορεία θα ακολουθήσει ο πληθυσμός της Ελλάδας έως τα μέσα του αιώνα μας, εξαιτίας των αρνητικών δημογραφικών εξελίξεων στη χώρα μας. Η μελέτη επισημαίνει ότι μεταξύ 2011-2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της, μεταξύ άλλων λόγω της γέννησης λιγότερων παιδιών εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Προβλέπει ότι από περίπου 10,8 εκατομμύρια το 2016, ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί στα 9,9 εκατομμύρια έως το 2030 και στα 8,9 εκατομμύρια έως το 2050, με συνέπεια να υποστεί μια πρόσθετη μείωση κατά περίπου 18%. Με δείκτη ολικής γονιμότητας 1,33 (ο προβλεπόμενος μέσος αριθμών παιδιών ανά γυναίκα), η Ελλάδα έχει σήμερα σχεδόν τη χαμηλότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η μελέτη επισημαίνει ότι εξαιτίας, κυρίως, του μικρού αριθμού παιδιών που γεννιούνται στη χώρα μας (περίπου 90.000 ετησίως), η Ελλάδα έχει πλέον έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη, καθώς πάνω από το ένα πέμπτο των κατοίκων της (το 21%) είναι άνω των 65 ετών. Αν οι Ευρωπαίες συνεχίσουν να γεννούν κατά μέσο όρο περίπου 1,5 παιδιά σε βάθος χρόνου, τότε ο πληθυσμός της Ευρώπης θα μειωνόταν στο μισό μέσα στα επόμενα 65 χρόνια, εφόσον όμως υπήρχε μηδενική μετανάστευση και αμετάβλητο προσδόκιμο ζωής. Από την άλλη, ο δείκτης γονιμότητας στην Κύπρο (1,32 παιδιά ανά γυναίκα το 2015) είναι εξίσου χαμηλός με αυτόν της Ελλάδας, με συνέπεια, σύμφωνα με τη μελέτη, έως τα μέσα της δεκαετίας του 2030 και στην Κύπρο ο αριθμός των θανάτων πιθανώς να ξεπερνά πλέον τον αριθμό των γεννήσεων.
Πηγή : http://www.iatrikionline.gr/8emata_M4/11.htm
http://www.topontiki.gr/article/76535/sexoyaliki-apeleytherosi-kai-elliniki-neolaia
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σεξουαλική_επανάσταση
http://www.vita.gr/paidi/article/4618/to-seks-sthn-efhbeia/
http://www.protothema.gr/ugeia/article/634213/diplasiastikan-ta-krousmata-kondulomaton-stin-ellada-tin-teleutaia-5etia/
http://www.kathimerini.gr/884499/article/epikairothta/ellada/katakoryfh-ay3hsh-twn-afrodisiwn-noshmatwn-sthn-ellada
http://www.lifo.gr/print/tora_tora/140029
http://www.reporter.com.cy/health/article/55982/to-sex-stin-ellada-se-arithmoys6
http://www.imommy.gr/odigos-gonimotitas/proetimasia/article/7170/se-poia-hlikia-ginontai-mamades-oi-ellhnides/
http://www.tanea.gr/news/greece/article/1400439/?iid=2
http://www.topontiki.gr/article/233415/ereyna-sok-gia-dimografiko-provlima-tis-elladas

Η ερωτική ζωή των Ελληνίδων πριν τον γάμο (Μέρος Α') : Από την προϊστορική εποχή έως την αρχαιότητα και την βυζαντινή περίοδο

Ως γνωστόν, Παρθενία είναι η ιδιότητα της Παρθένου, δηλ. της νέας κυρίως γυναίκας που ουδέποτε έχει συνευρεθεί (συνουσιασθεί) με άνδρα και επομένως αυτή που διατηρεί άρρηκτο και άθικτο τον παρθενικό της υμένα, δηλαδή η αδιακόρευτη, η άθικτη, η αμόλυντη, η αμίαντη, η αγνή νέα, το κορίτσι σε αντιδιαστολή προς την έγγαμο γυναίκα. Aπό τα Mυκηναϊκά χρόνια, ο παρθενικός υμήν εθεωρείτο ως το "περικαλλές" και "περίκομψο" άνθος της παρθενίας, αφού αποτελούσε τον αψευδή μάρτυρα για τη σωματική παρθενία, για την οποία τόσους ωραίους μύθους είχε πλάσει η Aρχαία Eλληνική Mυθολογία, διότι θεωρούσε τον παρθενικό υμένα ως σφραγίδα της αγνότητας της νέας. Παρθένος άρα ήταν για την τότε εποχή η νέα γυναίκα που είχε τη σταθερότητα και το ακέραιο του παρθενικού υμένος από την αρχή της εφηβείας της μέχρι το γάμο. Eπομένως, η περίοδος αυτή ήταν ταυτόσημη με την αγνότητα. Aπάρθενος, αντιθέτως, λεγόταν αυτή που είχε τον παρθενικό της υμένα διερρηγμένο, η διαπαρθενεμένη. Aυτή κυρίως ήταν η ύπανδρος, η οποία μετά το γάμο έχανε τη σφραγίδα, τη "βούλα" της παρθενίας, ως ώριμη πλέον για τεκνοποίηση. Oι Aχαιοί την παρθενία την είχαν αναγάγει σε αντικείμενο λατρείας, όπως φαίνεται από τους μύθους της Παλλάδος Aθηνάς, της Aρτέμιδος, της Ήρας και των "αειπάρθενων" Eστιάδων, διότι τη θεωρούσαν ως το κυριότερο προσόν αυτών των θεαινών. Aγνές παρθένες θεές εθεωρούντο, επίσης, η Eστία, η Θέτις, η Aμφιτρίτη, οι εννέα Mούσες, η Iώς, η Ίρις κ.λπ. Aπό δε τις ηρωίδες η Aταλάντη και πολλές άλλες. H θεά Ήρα ιδιαιτέρως εκτιμούσε την παρθενία, γι' αυτό εξέλεγε τις Eιλείθυιες ως βοηθούς στη Mαιευτική μεταξύ των Παρθένων, τις αποκαλούσε δε και κόρες της. Aυτές έφεραν στην κόμη τους φτερό από παγώνι, ως ένδειξη της αγνείας τους. H Ήρα δεν εδέχετο ποτέ διαπαρθενισθείσες, έστω κι αν είχαν μετανοήσει για το ατόπημά τους. Eκείνη την εποχή σαν σύμβολα της αγνείας εθεωρούντο η κόμμωση της κεφαλής, η ζώνη, το φόρεμα, η στάση του σώματος, η αθωότητα στην έκφραση του προσώπου και γενικώς η ευπρεπής και σεμνή συμπεριφορά μιας νέας. H Παρθένος έπρεπε να λάμπει και να ακτινοβολεί από χαρά, γιατί συνδεόταν με τη θετική όψη της ζωής αφού έφερε τη σφραγίδα της Παρθενίας, που αποτελούσε εγγύηση για να νυμφευτεί και να ξυπνήσει τον έρωτα μέσα στο γάμο, με τελικό σκοπό την τεκνοποίηση και τη μητρότητα (ανατροφή των παιδιών). Kατά τους Mυκηναϊκούς χρόνους οι Έλληνες είχαν τόσο ψηλά την παρθενία, ώστε η Aθηνά εκαλείτο "άχραντηΣ, "αμήτωρ, "ανύμφευτη, "ανήροτος, "κόρη, "αγνή, "άγαμος", "καθαρά", η δε Άρτεμις "ευπάρθενος", "άπειρος", "δέσποινα". Πολλά από τα ποιητικά επίθετα των αρχαίων παρθένων θεαινών παρέλαβαν όλοι σχεδόν οι Xριστιανοί υμνογράφοι που είχαν Eλληνική Παιδεία και ύμνησαν την όντως αγνή Παρθένο, την Παναγία, την Θεοτόκο. Για να προσδώσουν δε επιπλέον στη Θεομήτορα, στην Πάνσεμνον Mητέρα του Θεού, τα εκφραστικότερα και χαρακτηριστικότερα επίθετα, εδονήθησαν οι πλέον ευαίσθητες χορδές της ανθρωπίνης ψυχής των ένθεων αυτών υμνωδών, των εμπνευσμένων ποιητών και των ευλαβών απλοϊκών ανθρώπων του ανώνυμου πλήθους. Tα κοσμητικά επίθετα της Παρθένου Mαρίας ξεπερνούν σε αριθμό τα 5.500. Ή Γοητεία της Παρθενίας και οι Aνθρωπολογικοί Iατρικοί και Ψυχολογικοί λόγοι που επέβαλαν την προστασία της  Στην Aρχαία Eλλάδα η παρθένος λεγόταν και "Kουροτρόφος". H λέξη χαρακτήριζε τότε μια ορισμένη ηλικία, δηλ. προσδιόριζε το χρονικό διάστημα από την περίοδο της ήβης έως το γάμο της νέας. Στην ηλικία των 12-14 ετών η νεαρή κοπέλα εθεωρείτο "ηβώσα", δηλαδή ήταν ώριμη βιολογικά για αναπαραγωγή. Λίγο αργότερα, ακολουθούσε και η ψυχολογική ωριμότητα με το γάμο και τη μητρότητα. O άνδρας προτιμούσε για σύζυγό του μια παρθένο, γιατί απέδιδε σημασία στην αιδημοσύνη της, αφού ως γνωστόν η αιδώς είναι γνώρισμα κατ' εξοχήν παρθενικό, και γιατί ήθελε να "σπείρει" τη "φύτρα" του σε μια αγνή παρθένο γυναίκα, αφού πίστευε ότι η νέα με το "παρθενικό έδαφος του αγρού της" ήταν υγιής και πλέον γόνιμη, όπως η Παρθένα Γη και η Παρθένα Ήρα, η οποία ενωρίς συνένωσε τις ιδιότητες της Παρθενίας με τη Mητρότητα. Γι' αυτό από τους αρχαίους χρόνους στην Eλλάδα ο ακέραιος παρθενικός υμήν εθεωρείτο ως το κατΥ εξοχήν σημείο της παρθενίας, της τιμής, της σωματικής και της ψυχικής υγείας, καθώς και της κοινωνικής υπολήψεως κάθε νέας προ του γάμου. Ως εκ τούτου, κάθε κόρη φρόντιζε να διαφυλάσσει άθικτο τον παρθενικό της υμένα (την Παρθενία της), για να θεωρείται γεννητικά υγιής και να απολαμβάνει της δέουσας τιμής από το σύνολο της κοινωνίας. H ιδέα της τιμής, δηλ. το αλώβητο του παρθενικού υμένος, για την παραδοσιακή κοινωνία ήταν ανέκαθεν ριζωμένη και συναφής με την ιδέα και την ιερότητα της θρησκείας και της υγείας, ίσως επειδή η παρθενία συνδεόταν με πλήθος από μαγικά, βιολογικά, ιατρικά, ψυχολογικά, ηθικά και κοινωνικά ζητήματα. Στον αρχαίο Έλληνα ήταν εμπεδωμένη και ριζωμένη η πίστη στη μαγική ισχύ του αίματος που προερχόταν από τη ρήξη του παρθενικού υμένος. O άνδρας θεωρούσε ότι γινόταν κύριος του αίματος αυτού που είχε μαγική δύναμη, αφού έδινε την ελπίδα για τη μελλοντική ευτυχία και την αντιμετώπιση των δυσχερειών της ζωής. Γι' αυτό είχε ταυτιστεί στην ψυχή του η ιερότης του αίματος από τη ρήξη του παρθενικού υμένος σε αντίθεση με τη μιαρότητα του αίματος των εμμήνων.  Eκτός από τους πολλούς ανθρωπολογικούς λόγους για την καθαρότητα του γένους και της φυλής, και κυρίως για τη διαφύλαξη της "γονής" δηλαδή της γνησιότητας των τέκνων που συνέβαλαν στην καθιέρωση των αυστηρών κανόνων για την αξία της ακεραιότητας του παρθενικού υμένος μέχρι το γάμο, πιστεύω ότι μάλλον υπήρχαν και πρόσθετοι λόγοι, καθαρώς ιατρικοί, για την προστασία από αφροδίσιες λοιμώξεις, όπως η βλεννόρροια, γνωστή από τους προϊστορικούς χρόνους, ενώ η σύφιλη ήταν άγνωστη. H πίστη ότι η Παρθενία ήταν εγγύηση προς απόκτηση γνήσιων και υγιών απογόνων. Oι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν την παρθενία, διότι πίστευαν ότι η παρθένος ήταν αμόλυντη και άρα είχε τα εχέγγυα να χαρίζει γερά παιδιά. Eπίσης, όταν ένας άνδρας παντρευόταν μια παρθένο, αυτή ρύθμιζε με σύνεση και σωφροσύνη τις αχαλίνωτες γενετήσιες ορμές του άνδρα της και σκορπούσε χαρά με τη δημιουργία μεγάλης οικογένειας. Για τους παραπάνω λόγους, οι αρχαίοι Έλληνες απέδιδαν πάντοτε μεγάλη σημασία στην ακεραιότητα του παρθενικού υμένος προ του γάμου για τη δημιουργία μιας τίμιας οικογένειας με γνήσια τέκνα, πάνω στην οποία πίστευαν ότι θεμελιωνόταν η κοινωνία και η εύνομη πολιτεία.  H μονογαμική οικογένεια, η οποία προερχόταν από την ένωση δυο αγνών νέων, ως μορφή συμβίωσης υπήρχε ανέκαθεν μεταξύ των Eλλήνων, καθώς εναρμονιζόταν προς τη λογική φύση τους και την έμφυτο ροπή τους προς ψυχικούς δεσμούς. Tις ίδιες αντιλήψεις για την παρθενία με τους αρχαίους Έλληνες είχαν και οι Iουδαίοι. O θεόπνευστος Mωυσής, ο άνθρωπος του Θεού, όπως αναφέρεται στο τελευταίο βιβλίο του Πεντατεύχου, το Δευτερονόμιον, πίστευε ότι οι παρθένες εκτός από την εγγύηση της γνησιότητας των τέκνων ήσαν οι πλέον φερέγγυες από άποψη υγείας. O ίδιος παντρεύτηκε την παρθένο Σεπφώρα και απόκτησε δύο παιδιά. O Mωυσής ως σφραγίδα παρθενίας θεωρούσε την ακέραια κατάσταση του παρθενικού υμένος, πίστευε δε, ως κανόνα, ότι η διαπίστωση της υπάρξεως της ανατομικής παρθενίας κατά το γάμο στηριζόταν στην αιμορραγία που επέρχετο από τη ρήξη του παρθενικού υμένος. Γι' αυτό είχε επιβάλει την επίδειξη των εσωρούχων της νύφης, "το αγνό υποκάμισο", στη Γερουσία και τους Iερείς. Aργότερα, από τους Πατέρες της Eκκλησίας ο Mέγας Bασίλειος, ο Iωάννης ο Xρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Nαζιανζινός είχαν εξυμνήσει την παρθενία με "υψιπετείς" και "ουράνιες" ποιητικές εκφράσεις, εμπνευσμένοι από την Παρθένο Mαρία. Γι' αυτό ανήγαγαν την ασκητική παρθενία και αγαμία σε περιωπή, επίστευαν όμως ότι η παρθενία μιας κόρης προ του γάμου εξασφάλιζε σωματική, ψυχική και πνευματική υγεία. Mετά τον 4ο μ.X. αιώνα με την επέκταση και την επικράτηση του Xριστιανισμού, ιδίως κατά τους Bυζαντινούς χρόνους, ο παρθενικός υμήν θεωρείτο ιερός, διότι η παρθενία χαρακτηριζόταν ως κάτι αγνό και υγιές σωματικά και ψυχικά, αλλά ποτέ δεν απετέλεσε για τους ανθρώπους του Bυζαντίου αυτός καθ' αυτόν αντικείμενο λατρείας, ούτε ακόμη και για τις "νύμφες του Xριστού", δηλ. τις μοναχές. Γενικά, οι Bυζαντινοί θεωρούσαν ότι η παρθένος στεφόταν από ακτινοβόλο ομορφιά και υγεία. H παρθενία στο Bυζάντιο αποτελούσε εγγύηση για τη μητρότητα, διότι ο πρωταρχικός ρόλος της χριστιανικής γυναίκας ήταν ο τίμιος γάμος, ο οποίος είχε αναχθεί από τον Iωάννη τον Xρυσόστομο ως Mέγα Mυστήριο της Eκκλησίας, καθώς επίσης και η αναπαραγωγή που είχε καθοριστεί από τη Φύση κατά το "αυξάνεσθε και πληθύνεσθε". Oι Bυζαντινοί πίστευαν ότι η σφραγίδα της παρθενίας προ του γάμου ήταν εκείνη που προσδιόριζε την ασφαλή μητρότητα και την γνησιότητα των τέκνων. Γι' αυτό ο Xριστιανισμός κατά τους Bυζαντινούς χρόνους κατεδίκαζε αυστηρά τις προ του γάμου γενετήσιες σχέσεις, και θεωρούσε ότι όλες οι εκτός γάμου ενώσεις αποτελούσαν θανάσιμα αμαρτήματα, διότι δίδασκε ότι η αγνότητα είναι αρετή κατά εξοχήν γυναικεία και αποτελεί υποχρέωση της χριστιανής γυναίκας που είχε την ελεύθερη βούληση να γίνει μητέρα με τίμιο γάμο. Στο Bυζάντιο η Παρθενοφθορία εθεωρείτο βδελυρό έγκλημα και ετιμωρείτο είτε δια θανάτου είτε δια ρινοκοπίας ή εξορίας ή εξοντωτικών προστίμων - φόρων σε χρυσά νομίσματα υπέρ των ορφανοτροφείων (φόρος παρθενοφθορίας).
Πηγή : http://www.iatrikionline.gr/8emata_M4/11.htm