Πρίν την εμφάνιση των Ευρωπαίων, στα τέλη του 15ου αι., στην αμερικανική ήπειρο κατοικούσαν περίπου 40-50 εκατομμύρια άνθρωποι. Ζούσαν σε διάφορα επίπεδα ανάπτυξης, αν και πουθενά δεν είχαν σημειωθεί οι τεχνικές και επιστημονικές πρόοδοι που είχαν συντελεστεί στην Ευρώπη. Οι πολιτισμοί των λαών της Αμερικής, από τους οποίους σημαντικότεροι ήταν αυτοί των Μάγιας, των Αζτέκων και των Ίνκας, ονομάστηκαν αργότερα, από τους Ευρωπαίους, προκολομβιανοί πολιτισμοί. Οι Ευρωπαίοι αγνοούσαν την ύπαρξη αυτών των λαών, αν και είναι γνωστό ότι γύρω στα 1000 μ.Χ. οι Σκανδιναβοι Βίκινγκς είχαν φτάσει στα παράλια της βόρειας Αμερικής, στον Καναδά. Το γεγονός, όμως, ότι δεν είχαν κανένα ισχυρό κίνητρο να ξαναπάνε στην περιοχή που είχαν ανακαλύψει, τους έκανε να μην επαναλάβουν αυτό το ταξίδι. Οι συνθήκες για την ανακάλυψη της Αμερικής δημιουργήθηκαν όταν, πενήντα, περίπου, χρόνια μετά τις πρώτες απόπειρες των Πορτογάλων να φτάσουν στην Ανατολή, διατυπώθηκε μια εντελώς ριζοσπαστική ιδέα σχετικά με τον τρόπο που θα μπορούσε να γίνει αυτό το ταξίδι.
Η πρώτη σωστή σκέψη του βασιλιά της Αραγονίας Φερδινάνδου (1452 - 1516) ήταν να παντρευτεί (το 1469) την Ισαβέλλα (1451 - 1504), βασίλισσα της Καστίλης. Η δεύτερη σωστή του σκέψη ήταν να διώξει τους παρηκμασμένους Άραβες από την Ιβηρική χερσόνησο. Η προσπάθεια ολοκληρώθηκε το 1492, με την άλωση της Γρανάδας. Έτσι, στα τέλη του ΙΕ’ αιώνα, ολόκληρη η Ισπανία ενώθηκε σε ένα πανίσχυρο βασίλειο. Αναδιοργάνωσε και την Ιερά Εξέταση, να τα έχει καλά με τον πάπα, κι ονομάστηκε Φερδινάνδος Ε’ ο Καθολικός. Και η γυναίκα του, Ισαβέλλα Α’ η Καθολική. Η τρίτη σωστή σκέψη ήταν της Ισαβέλλας: Χρηματοδότησε τον Χριστόφορο Κολόμβο, να βρει θαλάσσιο δρόμο για τις Ινδίες πλέοντας δυτικά κι αποφεύγοντας τους επικίνδυνους στεριανούς δρόμους. Το 1493, ο Κολόμβος γύρισε και ανάγγειλε πως βρήκε ό,τι του ζήτησαν. Είχε ανακαλύψει την Αμερική αλλά δεν το κατάλαβε. Η ανακάλυψή του, όμως, ξεσήκωσε όλους τους Ισπανούς τυχοδιώκτες, που πίστεψαν πως βρήκαν τρόπο να πλουτίσουν εύκολα. Ήταν το κύμα των κονκισταντόρες, που αυτοπροβάλλονταν ως λαϊκοί ιεραπόστολοι και πρωτοπόροι του βασιλιά της Ισπανίας. Ανάμεσά τους, και ο αξιωματικός του ισπανικού στρατού Βάσκο Νούνιεθ ντε Μπαλμπόα. Μέσω Αϊτής, ο Μπαλμπόα βρέθηκε στην ανατολική ακτή του σημερινού Παναμά, όπου δημιούργησε την πόλη Σάντα Μαρία ντι Αντίγκουα. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, αν έκανε τον κόπο να διασχίσει άλλα 78 χλμ. προς τα δυτικά, θα συναντούσε έναν άλλον ωκεανό, τον Ειρηνικό, που πραγματικά οδηγούσε στις Ανατολικές Ινδίες κι από κει στην Ισπανία. Με τον καιρό, οι ιθαγενείς της ενδοχώρας ξεθάρρεψαν κι άρχισαν να τους επισκέπτονται φέρνοντας δώρα όμορφα χρυσά κοσμήματα. Μόνο που ο φύλαρχος ενοχλήθηκε, όταν είδε τους Ισπανούς να μην ενδιαφέρονται για την τέχνη του δουλεμένου μετάλλου αλλά να το δαγκώνουν για να διαπιστώσουν τη σκληρότητά του και να μετράνε το πάχος του. Θυμωμένος, είπε στον Μπαλμπόα πως, αν τόσο πολύ τον ενδιέφερε αυτό το κίτρινο μέταλλο, δεν είχε παρά να περάσει το βουνό και να βγει σε μιαν άλλη ακτή, όπου ο χρυσός αφθονούσε. Δε ν χρειαζόταν δεύτερη κουβέντα. Ο Μπαλμπόα μάζεψε 190 άνδρες, όπλα, πυρομαχικά και άγρια σκυλιά και, την 1η Σεπτεμβρίου του 1513, ξεκίνησε να βρει, το θρυλικό Ελντοράντο. Προχωρώντας, μπήκε σ’ ένα δάσος, όπου κατοικούσε μια φυλή ιθαγενών. Δίχως να διστάσουν, οι Ισπανοί σκότωσαν 600 κι έριξαν, όσους αιχμαλώτισαν, ζωντανή τροφή στα άγρια σκυλιά τους. Στις 25 Σεπτεμβρίου (1513), ο Μπαλμπόα βρέθηκε σε μια βουνοκορφή, απ’ όπου αντίκρισε ένα θέαμα πρωτόγνωρο. Στα πόδια του, η θάλασσα απλωνόταν ως πέρα στον ορίζοντα, όπου μπορούσε να φτάσει η ματιά του. Είχε ανακαλύψει τον Ειρηνικό ωκεανό αλλ’ όχι και την απεραντοσύνη του. Ένας τρόμος τον κυρίευσε: Κι αν κάποιος άλλος τον προλάβαινε; Άρχισε να τρέχει. Πίσω του έτρεχαν κι όλοι οι άλλοι Ισπανοί. Περνούσε παρθένα μέρη τρέχοντας κι αγωνιώντας να φτάσει πρώτος. Έκπληκτοι οι λίγοι ιθαγενείς, που συναντούσαν στον δρόμο τους, έβλεπαν τους βιαστικούς Ισπανούς να προσπερνούν. Χρειάστηκαν τέσσερις μέρες ώσπου να φτάσουν στην ακτή, στις 29 του μήνα. Ο Μπαλμπόα χίμηξε στο νερό προχωρώντας ώσπου η θάλασσα να φτάσει στα γόνατά του. Ξιφούλκησε και βύθισε το σπαθί του στον Ειρηνικό αναγγέλλοντας πως κατακτούσε αυτή τη θάλασσα στο όνομα του βασιλιά Φερδινάνδου, του οποίου εκπρόσωπο στην περιοχή όριζε τον εαυτό του. Αλλά ο Ειρηνικός είναι πολύ μεγάλος για να κατακτηθεί με ένα σπαθί. Και η δυτική ακτή του Παναμά δεν είχε χρυσάφι. Στόμα με στόμα, η περιπέτεια του Μπαλμπόα μεταδόθηκε σε όλους τους Ισπανούς που βολόδερναν στα νησιά της Καραϊβικής κι έφτασε ως τ’ αφτιά του στρατηγού Ντιέγκο Βελάσκεθ. Βρισκόταν στην περιοχή πάνω από 25 χρόνια, έχοντας ακολουθήσει τον Κολόμβο στο δεύτερο ταξίδι του. Κατάφερε να κατακτήσει την Κούβα και να κτίσει την Αβάνα (1515 ή 1519) κι ύστερα πέρασε στην απέναντι ακτή του Γιουκατάν (1517), εκεί όπου είναι η χερσόνησος «μύτη» του Μεξικού και της Γουατεμάλας. Δεν προχώρησε περισσότερο. Γύρισε στην Κούβα, όπου τον βρήκαν τα νέα για τα κατορθώματα του Μπαλμπόα. Ο Βελάσκεθ φώναξε τον αξιωματικό του Φερνάντο Κορτέζ και τον διέταξε να εκστρατεύσει στην απέναντι γη, όπου το άγνωστο Μεξικό. Ο Κορτέζ έφυγε από την Κούβα στις 10 Φεβρουαρίου 1519, παράπλευσε το Γιουκατάν και βγήκε στο Νότιο Μεξικό στις 8 Αυγούστου. Είχε μαζί του μερικούς καβαλάρηδες και γύρω στους πεντακόσιους πεζούς. Έκαψε τα καράβια, ώστε να μην υπάρχει δρόμος επιστροφής, και προχώρησε βόρεια - βορειοδυτικά. Από ιθαγενείς έμαθε για τη χώρα των Αζτέκων, που είχαν επιβάλει την κυριαρχία τους σ’ ολόκληρη την περιοχή. Έμαθε πως οι Ινδιάνοι είχαν την υποχρέωση να προσφέρουν κάθε τόσο ομοεθνείς τους, θυσία στις άγριες τελετές των Αζτέκων. Έμαθε και για την προφητεία, στην οποία πίστευαν οι Αζτέκοι: Κάποια στιγμή, οι θεοί τους θα έρχονταν να τους βρουν. Θα έφταναν καβάλα σε άλογα, με πρόσωπα λευκά και γενειάδες. Ήταν ό,τι του χρειαζόταν. Οι Ισπανοί έφτασαν στην πρωτεύουσα των Αζτέκων, μια τεράστια πόλη με 60.000 σπίτια, και βρήκαν την υποδοχή που περίμεναν. Ο ίδιος ο βασιλιάς Μοντεζούμα βγήκε να τους καλωσορίσει. Ήταν οι θεοί. Αντάλλαξαν δώρα. Ο Μοντεζούμα τους παραχώρησε ολόκληρη συνοικία να μένουν. Οι Ισπανοί τριγυρνούσαν στην πόλη και δεν μπορούσαν να κρύψουν την απληστία τους: Παντού, στους ναούς και στ’ ανάκτορα, αφύλαχτο χρυσάφι, εκτεθειμένες πολύτιμες πέτρες, αφιερώματα στους θεούς. Λίγο λίγο, η απληστία τους κυρίευσε. Άρχισαν τις λεηλασίες. Όμως, δεν ήταν όλοι οι Αζτέκοι θεοφοβούμενοι. Ένα πρωί, βρέθηκαν τρεις Ισπανοί νεκροί. Άρα, δεν ήταν θεοί. Οι Αζτέκοι ξεσηκώθηκαν, κατάργησαν τον βασιλιά τους, έβαλαν άλλον στη θέση του. Ο Μοντεζούμα πληγώθηκε και πέθανε. Ο Κορτέζ υποχώρησε στην ακτή. Έφτασε με ελάχιστους επιζώντες, καθώς οι στρατιώτες του βάραιναν κουβαλώντας κι όσο χρυσάφι καθένας τους μπορούσε να σηκώσει. Όσοι καθυστερούσαν, συλλαμβάνονταν από τους Αζτέκους κι υποχρεώνονταν να καταπιούν λιωμένο χρυσό. Ήταν η τιμωρία τους για την απληστία. Στην ακτή, φάνηκε μια μοίρα του ισπανικού στόλου. Ο αρχηγός της είχε εντολή να συλλάβει τον Κορτέζ. Ο κονκισταντόρ είχε σταλεί να κατακτήσει το Μεξικό στο όνομα της Ισπανίας κι αυτός δρούσε για λογαριασμό του. Ο Κορτέζ τον πήρε με το μέρος του. Χρησιμοποιώντας τους άνδρες του στόλου κι όσους από τους δικούς του είχαν σωθεί, πολιόρκησε την πρωτεύουσα των Αζτέκων. Γύρω στους 100.000 Ινδιάνοι ήρθαν να τον ενισχύσουν, πιστεύοντας πως θα τους ελευθερώσει. Δρόμο με δρόμο, σοκάκι με σοκάκι, σπίτι με σπίτι, η πρωτεύουσα των Αζτέκων έπεσε. Τελευταίο οχυρό, ο επιβλητικός ναός στο κέντρο μιας λίμνης. Έπεσε στους Ισπανούς, στις 3 Αυγούστου του 1521. Η εκδίκηση των νικητών ξέσπασε άγρια πάνω στους νικημένους. Τους ξεκλήρισαν με τρομερά βασανιστήρια, σωματικά και σεξουαλικά. Η κατάκτηση του Μεξικού ολοκληρώθηκε, το 1528. Πιο νότια, ο Φραγκίσκο Πιζάρο και τ’ αδέρφια του βγήκαν το 1531 στο Περού, όπου άνθιζε ο πολιτισμός των Ίνκας. Στις 16 Νοεμβρίου 1532, οι Ισπανοί του Πιζάρο νίκησαν τους Ίνκας και συνέλαβαν τον βασιλιά Αταχουάλπα. Ο βασιλιάς υποσχέθηκε χρυσάφι με αντάλλαγμα την ελευθερία του. Ο Πιζάρο πήρε το χρυσάφι και σκότωσε τον βασιλιά. Δεν το μοίρασε σωστά κι ένας από τους αξιωματικούς του επαναστάτησε. Ο Πιζάρο τον αποκεφάλισε. Ο γιος του σκοτωμένου εκδικήθηκε, σκοτώνοντας τον ίδιο τον Πιζάρο (1541). Με τη βεντέτα που ξεκίνησε, ως το 1542 σκοτώθηκαν όλοι όσοι είχαν κατακτήσει το Περού και είχαν μοιραστεί το χρυσάφι των Ίνκας. Όμως, σχεδόν ολόκληρη η Νότια Αμερική είχε περάσει στην κυριαρχία των Ισπανών. Ο ανταγωνισμός Ισπανών και Πορτογάλων για την ανακάλυψη νέων χωρών συνεχιζόταν οξύς στις αρχές του ΙΣΤ’ αιώνα. Ο βασιλιάς της Πορτογαλίας Εμμανουήλ Α’ ευτύχησε να έχει στις υπηρεσίες του μεγάλους θαλασσοπόρους (Βάσκο ντε Γκάμα, Αμέρικο Βεσπούτσι, Κόρτε Ρεάλ κ.ά.), που ανακάλυψαν νέους τόπους και νέους εμπορικούς δρόμους, δημιουργώντας αποικίες και φέρνοντας πλούτη. Ο Φερδινάνδος Μαγγελάνος γεννήθηκε στην Πορτογαλία το 1480. Μεγάλωσε στις θάλασσες κι έζησε την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων μετέχοντας σε πολλές αποστολές. Σε μια από αυτές, έφτασε με τον Βάσκο ντε Γκάμα στον Ινδικό ωκεανό, όπου άκουσε να μιλούν για τα νησιά των μπαχαρικών, όπως ονόμαζαν τότε τα νησιά των Μολούκων. Θέλησε να τα βρει αλλά τραυματίστηκε και γύρισε στην πατρίδα του, όπου ο βασιλιάς τον δέχτηκε με σκαιότητα. Νόμισε πως το τραύμα του θαλασσοπόρου ήταν φτιαχτό για να κερδίσει κάποια σύνταξη. Ο Μαγγελάνος θύμωσε και κατέφυγε στη γειτονική Ισπανία. Ο Φερδινάνδος είχε πεθάνει και στον θρόνο βρισκόταν (από το 1516) ο Κάρολος ο Ε’ (γνωστός ως Κουίντος), που εκείνη τη χρονιά (1519) έγινε και αυτοκράτορας της Γερμανίας συγκεντρώνοντας κάτω από το σκήπτρο του σχεδόν τον μισό τότε γνωστό κόσμο. Η φιλοδοξία του, όμως, ήταν να γίνει κυρίαρχος όλης της Γης. Ο Μαγγελάνος ζήτησε ακρόαση. Ο βασιλιάς είχε ακουστά τον εξερευνητή και τον δέχτηκε αμέσως. Ο θαλασσοπόρος του πρότεινε να αναλάβει μιαν αποστολή, που θα έκανε πραγματικότητα το όνειρο του Κολόμβου: Να πλεύσει δυτικά, ώσπου να βρεθεί στις Ινδίες, και να κατακτήσει για λογαριασμό της Ισπανίας τα νησιά των μπαχαρικών. Ο Κάρολος συμφώνησε με ενθουσιασμό. Ετοιμάστηκαν πέντε καράβια με 265 άντρες διαφόρων ευρωπαϊκών εθνικοτήτων, ανάμεσα τους και Έλληνες. Απέπλευσαν στις 20 Σεπτεμβρίου του 1519. Στις 12 Ιανουαρίου 1520, έφτασαν στο σημερινό Ρίο ντε λα Πλάτα της Βραζιλίας, όπου και ξεχειμώνιασαν. Το καλοκαίρι, ξεκίνησαν πάλι, πλέοντας παράκτια με νότια κατεύθυνση. Ο Μαγγελάνος πίστευε πως κάπου θα συναντούσαν ένα άνοιγμα, που θα τους επέτρεπε να πάνε δυτικά, στη θάλασσα που είχε ανακαλύψει ο Μπαλμπόα. Δεν είχε άδικο. Στις 21 Οκτωβρίου 1520, ανακάλυψε ένα ατελείωτο πέρασμα που οδηγούσε στη Δύση. Το βάφτισε «Στενό των 11.000 παρθένων», παίρνοντας το όνομα από το εορτολόγιο εκείνης της μέρας. Στους χάρτες, όμως, το πέρασμα είναι σημειωμένο με το όνομα «Στενό του Μαγγελάνου». Ο θαλασσοπόρος μπήκε στο στενό. Χρειάστηκε περίπου σαράντα μέρες, ώσπου να ξανασυναντήσει ανοιχτή θάλασσα: Στις 28 Νοεμβρίου, βγήκε στον Ειρηνικό ωκεανό έχοντας ανακαλύψει το νότιο πέρασμα. Άρχισε να πλέει βορειοδυτικά. Μετά από ταξίδι τριών μηνών στην ανοιχτή θάλασσα, έφτασε στα νησιά Μαριάνες, ανατολικά από τις Φιλιππίνες. Έπιασαν στο πρώτο νησί που συνάντησαν μπροστά τους. Ο εκεί φύλαρχος τους ζήτησε να πληρώσουν φόρο αλλά τελικά έγινε φίλος με τον Μαγγελάνο, βαπτίστηκε χριστιανός και δέχτηκε να είναι φόρου υποτελής στον βασιλιά της Ισπανίας. Με ορμητήριο το νησί αυτό, ο θαλασσοπόρος έκανε εκδρομές στις γύρω περιοχές, εξερευνώντας και κατακτώντας. Σε μια από τις εξορμήσεις του, σημειώθηκε κάποιο ασήμαντο επεισόδιο. Μια υπόθεση λίγων λεπτών. Οι Ισπανοί έριξαν δυο τρεις τουφεκιές. Οι ιθαγενείς απάντησαν με βέλη. Ένα από αυτά τραυμάτισε τον Μαγγελάνο. Λίγη ώρα αργότερα πέθανε, στα 41 του χρόνια. Ήταν 27 Απριλίου 1521. Οι σύντροφοί του συνέχισαν να πλέουν δυτικά. Έφτασαν στην Ισπανία στις 6 Σεπτεμβρίου 1522. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου, είχαν πραγματοποιήσει τον γύρο του κόσμου, πλέοντας δυτικά. Και χρειάστηκαν τρία χρόνια παρά 14 μέρες για να το κατορθώσουν. Όμως, ο Εμμανουήλ της Πορτογαλίας δε ζούσε πια, για να νιώσει την εκδίκηση του Μαγγελάνου: Είχε πεθάνει κι αυτός το 1521.
Ο Δον Θεόδωρος Γκριέγκο (Θεόδωρος ο Έλληνας) ήταν Έλληνας θαλασσοπόρος με καταγωγή από νησί του Αιγαίου και εξερευνητής της Αμερικής. Θεωρείται ο πρώτος Έλληνας που έφτασε στην Αμερική. Στις 17 Ιουνίου 1527 απέπλευσε από το λιμάνι του Σανλούκαρ δε Μπαρραμέδα της Ισπανίας στόλος με πέντε πλοία και κυβερνήτη τον Αδελάνταδο Δον Πάνφιλο δε Ναρβάεθ με προορισμό την εξερεύνηση της Αμερικής. Τον Σεπτέμβριο η αποστολή έφτασε στον Άγιο Δομίνικο, αγόρασε ακόμα ένα πλοίο και προμήθειες ενώ συμπληρώθηκε και το πλήρωμα σε άντρες, αφού κάποιοι ήταν άρρωστοι η είχαν πεθάνει στο ταξίδι. Η αποστολή μετά κατέπλευσε στο Σαντιάγο της Κούβας και χωρίστηκε στα δύο. Στο ένα μέρος ήταν και ο Θεόδωρος ο οποίος με δυο καράβια κατευθύνθηκε προς το Τρινιντάντ για να πάρει προμήθειες. Όμως τα δύο πλοία έπεσαν σε τυφώνα με αποτέλεσμα να βυθιστούν παρασύροντας στο βυθό 60 άντρες. Ο Θεόδωρος επέζησε μαζί με 30 ναυτικούς που είχαν βγει στη στεριά προκειμένου να μεταφέρουν τα εφόδια στα πλοία. Στις 14 Απριλίου 1528 η αποστολή κατέπλευσε τελικά στην Φλόριντα και αμέσως άρχισαν να κατασκευάζουν καταλύματα για να εγκατασταθούν. Από τις πρώτες μέρες υπήρχε επαφή με ντόπιες ινδιάνικες φυλές, οι οποίες έφερναν μαζί τους κομμάτια χρυσού και έλεγαν ότι υπήρχε πολύς χρυσός στα βουνά στην περιοχή των Απαλάτσι. Οι Ισπανοί ξεκίνησαν για να ανακαλύψουν τον χρυσό, αλλά στην διαδρομή σκότωναν τους ινδιάνους άνδρες και αιχμαλώτισαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους με σκοπό να τους πουν που ήταν ο χρυσός, ξεσηκώνοντας τους έτσι εναντίον τους. Κάποια στιγμή η ομάδα βρέθηκε αποκλεισμένη σε άγνωστα εδάφη μακριά από την βάση της και χωρίς προμήθειες. Τότε ο Θεόδωρος κατασκεύασε πέντε βάρκες με σκοπό να φύγουν μέσω των παραποτάμων του Μισισιπή χρησιμοποιώντας ξύλο και δέρμα και αλείφοντας τες με ρετσίνι. Μετά από έναν μήνα περιπλάνησης η ομάδα βγήκε στην θάλασσα αλλά αδυνατούσε να βρει την βάση της. Τελικά έφτασαν σε έναν όρμο κοντά στη σημερινή πόλη Πενσακόλλα της Φλώριδας όπου ο Θεόδωρος βγήκε στην στεριά για να πάρει νερό από τους Ινδιάνους της περιοχής. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι Ινδιάνοι επέστρεψαν χωρίς τον Θεόδωρο, ενώ στις ερωτήσεις των Ισπανών αρνήθηκαν να απαντήσουν και τράπηκαν σε φυγή. Οι Ισπανοί προσπάθησαν για δύο ημέρες να τον εντοπίσουν χωρίς επιτυχία. Η αποστολή τελικά κατάφερε το 1535 να φτάσει στην Καλιφόρνια και τελικά να επιστρέψει στην Ισπανία το 1537. Το 1540 έφτασε στο σημείο που είχε χαθεί ο Θεόδωρος ο Γκονθάλο Βαλντές γραμματέας του Ντε Σότο έμαθε ότι δυο χριστιανοί που βρισκόταν στην αποστολή του Ναρβάεθ έμειναν με τους Ινδιάνους, οι οποίοι για άγνωστο λόγο τους σκότωσαν. Οι Ινδιάνοι που αφηγήθηκαν το τέλος του Θεόδωρου δεν γνώριζαν το πότε ακριβώς δολοφονήθηκε ο Θεόδωρος, ούτε πού ήταν θαμμένος. Του έδωσαν μόνο το εγχειρίδιο που χρησιμοποιούσε ο Θεόδωρος. Άγαλμα του Θεόδωρου υπάρχει σήμερα στην Τάμπα της Φλόριντας.
Ο Πέδρο δε Κάνδια (Πέτρος της Κρήτης, Ηράκλειο, 1485 - Περού,1542) ήταν στρατιώτης ειδικευμένος στα πυροβόλα όπλα και στα κανόνια. Καταγόταν από την Κρήτη (Χάνδακας, Ηράκλειο) εάν αναλογιστούμε το επώνυμό του. Ήταν από τους πρώτους Έλληνες που πάτησαν το πόδι τους στην αμερικανική ήπειρο. Προσέφερε τις υπηρεσίες του στον ισπανικό στρατό την εποχή της κατάκτησης και του αποικισμού της Αμερικής. Συγκεκριμένα ο ίδιος πήρε μέρος στην κατάκτηση του Περού και τη διάλυση της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Γεννήθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα , πιθανότατα στην Κρήτη. Υπηρέτησε αρχικά στην ισπανική βασιλική φρουρά και πολέμησε ενάντια στους Τούρκους στην Ιταλία . Αργότερα πήγε στην Αμερική ακολουθώντας τον κυβερνήτη Πέδρο ντε λος Ρίος. Εκεί ακολούθησε τον Φρανθίσκο Πιθάρρο στις κατακτήσεις του στο Περού ως διοικητής του πυροβολικού. Πήρε μέρος στη διάσημη Μάχη της Καχαμάρκα, όπου 200 Ισπανοί αντιμετώπισαν 7000 Ίνκας. Έλαβε μεγάλο μέρος του των λύτρων για την αρπαγή του αυτοκράτορα των Ίνκας Αταουάλπα κατά τη διάρκεια της μάχης. Περιπλανήθηκε στην περιοχή του Περού και επισκέφτηκε αυτοπροσώπως πολλά χωριά ιθαγενών για να αξιολογήσει την κατάσταση τους. Συνόδεψε τον Φρανθίσκο Πιθάρρο πίσω στην Ισπανία για να πληροφορήσουν τον βασιλιά της Ισπανίας Καρολο Ε'. Ο βασιλιάς τίμησε τον Κρητικό και του έδωσε τον τίτλο του διοικητή του πυροβολικού του στόλου, και δήμαρχο μιας πόλης στο Περού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Κούσκο έφτιαχνε όπλα για τον Πιθάρρο που πολεμούσε ενάντια στον Ισπανό Αλμάγρο. Μετά την ήττα του Πιθάρρο συμμετείχε στην εξερευνητική αποστολή κατάκτησης της Αμπάγια, μιας φανταστικής περιοχής κάπου στον Αμαζόνιο. Αναπόφευκτα η αποστολή απέτυχε.
Συνελήφθη ύστερα από διαταγή του Ερνάντο Πιθάρρο. Απογοητευμένος από τη συμπεριφορά των πρώην συμμάχων του και εγκαταλελειμμένος από τους φίλους του αποφάσισε να αυτομολήσει και να πάρει το μέρος του Αλμάγκρο. Ο Πέδρο δε Κάντια δολοφονήθηκε το 1542. Ο Αλμάγκρο φοβούμενος ότι ο Πέδρο δε Κάντια θα τον πρόδιδε, τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια έχοντας ως αφορμή ένα περιστατικό κακοχρησίας των όπλων με υπαίτιο τον Πέδρο ντι Κάντια.
Ο Χόρχε Γκριέγκο (Γεώργιος ο Έλλην) ηταν Έλληνας Κονκισταδόρ ο οποίος γεννήθηκε στην Ελλάδα το 1504 και αργότερα μετανάστευσε στην Ισπανία, όπου ακολούθησε τον Έλληνα φίλο του και Κονκισταδόρ Πέδρο δε Κάνδια στον Παναμά και αργότερα στο Περού. Ακολουθώντας τον φίλο του Πέδρο δε Κάνδια ο οποίος ηταν διοικητής του πυροβολικού του ισπανικού στρατού στο Περού, υπηρέτησε ως κονκισταδόρ στο πεζικό του Φρανθίσκο Πιθάρρο. Το 1532 οι δύο Έλληνες κονκισταδόρες, ο Πέδρο δε Κάνδια και ο Χόρχε Γκριέγκο πήραν μέρος στην μάχη της Καχαμάρκα ενάντια στον κατά πολύ μεγαλύτερο στρατό των 'Ινκα. Τελικά οι δυνάμεις του Πιθάρρο νίκησαν τις δυνάμεις του αυτοκράτορα Αταουάλπα των Ίνκα. Για τις υπηρεσίες του ο Χόρχε Γκριέγκο έλαβε μερίδιο απο τους θησαυρούς των Ίνκα στο Κούζκο. Αργότερα ο Χόρχε Γκριέγκο εγκαταστάθηκε στο Περού ως "Ενκομεντέρο" που στα ισπανικά σημαίνει ο έμπιστος. Ο φέρων τον τίτλο αυτό είχε το δικαίωμα να διατηρεί υπό την εργοδοσία του ιθαγενείς. Το 1544 και 1545 καταλυτική υπήρξε η συνεισφορά του στις εκστρατείες του Μπλάσκο Νούνιεθ Βέλα και του Πέδρο ντε λα Γκάσκα καθώς έφτιαξε μεγάλες ποσότητες πυρίτιδας για τα πυροβόλα όπλα των Ισπανών. Αρκετοί Έλληνες συμμετείχαν στην κατάκτηση του Νέου Κόσμου και ήταν γνώστες της πυρίτιδας και των πυροβόλων όπλων. Τελικά ο Χόρχε Γκριέγκο γύρισε στην Ισπανία και εγκαταστάθηκε στην συνοικία Τρίανα της Σεβίλλης.
Ο Ιωάννης Φωκάς ή Απόστολος Βαλεριάνος, ή Χουάν ντε Φούκα (Βαλεριάνο Κεφαλονιάς, 1536 - Κεφαλονιά, 1602) ήταν Έλληνας θαλασσοπόρος, που εξερεύνησε τις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής για λογαριασμό του ισπανικού θρόνου. Το όνομά του δόθηκε σε στενό ανάμεσα στην νήσο Βανκούβερ και τις ΗΠΑ, το οποίο οδηγεί στο λιμάνι του Βανκούβερ. Ο Φωκάς ή Βαλεριάνος γεννήθηκε στο χωριό Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς και ήταν ο τέταρτος γιος του Εμμανουήλ Φωκά ή Φωκά Βαλεριάνου με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Πιθανότατα το όνομά του ήταν Ιωάννης-Απόστολος. Νέος ξενιτεύτηκε και εργάστηκε επί σαράντα χρόνια ως πλοηγός στον στόλο των Δυτικών Ινδιών της Ισπανίας. Σε ένα του ταξίδι στις Φιλιππίνες, τον Νοέμβριο του 1587, το πλοίο στο οποίο επέβαινε, η Αγία Άννα το κατέλαβαν Άγγλοι και ο ίδιος πιάστηκε αιχμάλωτος χάνοντας όλες του τις οικονομίες και το φορτίο του πλοίου αξίας 60.000 δουκάτων. Λίγο καιρό αργότερα αφέθηκε ελεύθερος και το 1588 πήγε στο Μεξικό, που τότε ονομάζονταν Νέα Ισπανία. Ο Ισπανός αντιβασιλέας του Μεξικού, Λουίς ντε Βελασέο, τού έδωσε μία μικρή καραβέλα με την εντολή να εξερευνήσει τις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής και να βρει τα μυθικά Στενά του Ανιάν που υποτίθεται πως ένωναν τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό. Το πρώτο του ταξίδι το 1592 έληξε άδοξα, επειδή το πλήρωμά του στασίασε, και έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Ακαπούλκο. Κατά το δεύτερο ταξίδι του ανέβηκε βόρεια και νόμισε πως πραγματικά είχε βρει το πέρασμα προς τον Ατλαντικό μεταξύ του 47ου και 48ου γεωγραφικού παραλλήλου. Επέστρεψε στο Ακαπούλκο περιμένοντας για δύο χρόνια να λάβει την ανταμοιβή του για τις ανακαλύψεις του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το 1593 ή 1594, έφυγε για την
Ισπανία ελπίζοντας πως θα τον ανταμείψει ο βασιλιάς της Ισπανίας. Τελικά δεν βρήκε καμία ανταπόκριση και από τον ισπανικό θρόνο και, απογοητευμένος, αποφάσισε να αποσυρθεί στην πατρίδα του. Στην πορεία του προς την Κεφαλονιά, πέρασε και από την Φλωρεντία . Εκεί έτυχε να συναντήσει έναν Άγγλο ονόματι Τζον Ντούγκλας, στον οποίο αφηγήθηκε τις περιπέτειές του. Ο Ντάγκλας τού έδωσε μία συστατική επιστολή και τον έστειλε στον Μάικλ Λοκ, πλούσιο έμπορο και πρόξενο της Αγγλίας, ο οποίος έτυχε να βρίσκεται τότε στην Βενετία. Ο Φωκάς εξιστόρησε τις εξερευνήσεις του και έπεισε τον τελευταίο να μεσολαβήσει ώστε η Αγγλία να του χορηγήσει δύο πλοία για να συνεχίσει τις εξερευνήσεις του για το πέρασμα ανάμεσα στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Φωκάς ήλπιζε ακόμα πως οι Άγγλοι θα τον αποζημίωναν για το όσα έχασε όταν τον αιχμαλώτισαν στις Φιλιππίνες. Ο Λοκ προσπάθησε να έρθει σε επαφή με την βρετανική κυβέρνηση, ζητώντας 100 λίρες για να πάει τον Φωκά στην Αγγλία , αλλά η απάντηση καθυστερούσε και ο Φωκάς έφυγε τελικά για την Κεφαλονιά. Το 1602, ο Λοκ έγραψε μία επιστολή στον Φωκά, αλλά δεν έλαβε ποτέ απάντηση. Έτσι ο Λοκ υπέθεσε πως ο ηλικιωμένος Φωκάς είχε ήδη πεθάνει. Η ιστορία του Φωκά, έτσι όπως την μετέφερε στον Λοκ, πρωτοδημοσιεύθηκε το 1625 στο βιβλίο του Άγγλου ταξιδιωτικού συγγραφέα Σάμιουελ Πούρτσας (π. 1575 - 1626) Hakluytus Posthumus or 'Purchas His Pilgrimes Contayning a History of the World in Sea Voyages and Lande Travells by Englishmen and others. Το 1787, ο Βρετανός πλοίαρχος Τσαρλς Μπάρκλεϋ, αναγνωρίζοντας τον πορθμό ανάμεσα στην νήσο Βανκούβερ και την Πολιτεία Ουάσιγκτον των ΗΠΑ ως τα μέρη που εξερεύνησε ο Φωκάς, έδωσε στην περιοχή το όνομα Στενά του Χουάν ντε Φούκα (Strait of Juan de Fuca).
Ο Ευστράτιος Ιωάννου Ντελάρωφ, (περ. 1740 - 1806) ήταν Ελληνικής καταγωγής
Ρώσος ναυτικός, ο οποίος υπηρέτησε σε Ρωσικές ναυτικές επιχειρήσεις εμπορίου της γούνας στην Ρωσική Αμερική. Ήταν ο πρώτος ιστορικά τεκμηριωμένος Έλληνας εξερευνητής και έμπορος που έφθασε στην Αλάσκα. Γεννήθηκε το 1740 στην Οθωμανική Μακεδονία. Η καριέρα του Ντελάρωφ στη Ρωσική Αμερική χρονολογείται τουλάχιστον από το 1764, όταν έφθασε στα Αλεούτια νησιά με το πλοίο «Πέτρος και Παύλος» υπό τον Π. Σολοβιέφ. Ο Ντελάρωφ συμμετείχε το 1764 στην επίθεση του Σολοβιέφ εναντίον των νησιών Ούμνακ και Ουναλάσκα , που πραγματοποιήθηκε σε αντίποινα για την επανάσταση των Αλεούτιων το 1762 όταν σε συντονισμένη επίθεση σε τέσσερα Ρωσικά σκάφη και πολλούς σταθμούς σκοτώθηκαν πάνω από 300 Ρώσοι. Ενώ δούλευε στην εταιρεία των αδελφών Πανώφ, ο Ντελάρωφ χρησιμοποίησε το νησί Ούγκα ως ορμητήριο, και για πολλά χρόνια το λιμάνι του ήταν γνωστό ως Λιμήν του Ντελάρωφ ή Γκρέκο-Ντελαρώφσκογιε, επειδή ο Ντελάρωφ ήταν Ελληνικής καταγωγής. Το 1781-1786 ο Ντελάρωφ και δύο άλλοι πλοίαρχοι κάνουν διερευνητικές εισβολές από το Ούνγκα στον πορθμό του Πρίγκιπα Ουίλιαμ. Με την πάροδο του χρόνου ο Ντελάρωφ έχει αποκτήσει τη φήμη εξαιρετικού πλοιάρχου. Έγινε συνιδιοκτήτης διαφόρων γουνεμπορικών πλοίων. Ο Γ. Σέλιχωφ συνάντησε τον Ντελάρωφ στο Ιρκούτσκ και τον έπεισε να γίνει ο κύριος διαχειριστής της εγκατάστασής του στον Κόλπο των Τριών Ιεραρχών της Αλάσκας στο νησί Κόντιακ. Ο Ντελάρωφ έπλευσε προς το Κόντιακ το 1787 με το πλοίο «Τρεις Ιεράρχες». Από 1787 έως 1791 ήταν προκάτοχος του Α. Μπαράνωφ σαν Διαχειριστής της Ρωσοαμερικανικής εταιρείας του Σέλιχωφ - Γκόλικωφ. Αργότερα έγινε ένας από τους εταίρους της επιχείρησης του Σέλιχωφ. Το 1796 ανέλαβε τις υποθέσεις της εταιρείας στο Ιρκούτσκ. Το 1787 από τον Ντελάρωφ ιδρύθηκε ένας σταθμός στο νησί Κοντιακ απέναντι από την ηπειρωτική Αλάσκα. Το 1788 η Ισπανική αποστολή των Γκονζάλο ντε Χάρο και Εστέμπαν Χοσέ Μαρτίνες έπλευσε στην Αλάσκα για να ερευνήσει την Ρωσική δραστηριότητα. Αριθμός προηγούμενων Ισπανικών αποστολών στην Αλάσκα απέτυχε να βρει Ρώσους, αλλά η επαφή έγινε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 1788. Ο Χάρο βρήκε τον οικισμό του Σέλιχωφ στον κόλπο των Τριών Ιεραρχών και συναντήθηκε με τον Ντελάρωφ. Ο Χάρο και ο Ντελάρωφ συζήτησαν επί μακρόν. Ο Ντελάρωφ ενημέρωσε τον Χάρο ότι υπήρχαν επτά Ρωσικές θέσεις στην ακτή μεταξύ Ουναλάσκας και πορθμού του Πρίγκιπα Ουίλιαμ και ότι Ρωσικά πλεούμενα φθάνουν νότια κατά μήκος της ακτής μέχρι τον πορθμό Νούτκα. Αυτό το τελευταίο τμήμα των πληροφοριών του ήταν πιθανότατα για να εκφοβίσει τους Ισπανούς. Το ότι ο Ντελάρωφ είχε υπερβάλει τη δύναμη της Ρωσικής Αμερικής κατέστη σαφές για τους Ισπανούς, όταν επισκέφθηκαν την Ουναλάσκα. Ο Ντελάρωφ είχε πει στον Χάρο ότι 120 Ρώσοι ζούσαν εκεί, αλλά οι Ισπανοί ανακάλυψαν μόνο έναν Ρώσο εκεί - οι υπόλοιποι ήταν Αλεούτιοι. Όταν το 1799 ιδρύθηκε η Ρωσοαμερικανική εταιρεία, ο Ντελάρωφ μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη και υπηρέτησε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας μέχρι το θάνατό του το 1806. Αριθμός τοπωνυμίων φέρει το όνομά του Ντελάρωφ, συμπεριλαμβανομένων των Νήσων Ντελάρωφ και του Κόλπου Ντελάρωφ. Το όνομα Ντελάρωφ φέρουν μεταγωγικά πλοίο του στρατού των ΗΠΑ και η πόλη-φάντασμα Ούνγκα στην Αλάσκας ονομάστηκε αρχικά Ντελάρωφ.
Πηγή: http://greatnavigators.blogspot.gr/2017/01/blog-post_18.html
http://historyreport.gr/index.php/Αναζητήσεις/Ανακάλυψη-της-Γης/535-Η-εποχή-των-Ισπανών-και-Πορτογάλων-κονκισταδόρων
http://users.sch.gr/maritheodo/history-pi/section1/ploia/lemmata/2-5-0.htm
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ευστράτιος_Ντελάρωφ
Η πρώτη σωστή σκέψη του βασιλιά της Αραγονίας Φερδινάνδου (1452 - 1516) ήταν να παντρευτεί (το 1469) την Ισαβέλλα (1451 - 1504), βασίλισσα της Καστίλης. Η δεύτερη σωστή του σκέψη ήταν να διώξει τους παρηκμασμένους Άραβες από την Ιβηρική χερσόνησο. Η προσπάθεια ολοκληρώθηκε το 1492, με την άλωση της Γρανάδας. Έτσι, στα τέλη του ΙΕ’ αιώνα, ολόκληρη η Ισπανία ενώθηκε σε ένα πανίσχυρο βασίλειο. Αναδιοργάνωσε και την Ιερά Εξέταση, να τα έχει καλά με τον πάπα, κι ονομάστηκε Φερδινάνδος Ε’ ο Καθολικός. Και η γυναίκα του, Ισαβέλλα Α’ η Καθολική. Η τρίτη σωστή σκέψη ήταν της Ισαβέλλας: Χρηματοδότησε τον Χριστόφορο Κολόμβο, να βρει θαλάσσιο δρόμο για τις Ινδίες πλέοντας δυτικά κι αποφεύγοντας τους επικίνδυνους στεριανούς δρόμους. Το 1493, ο Κολόμβος γύρισε και ανάγγειλε πως βρήκε ό,τι του ζήτησαν. Είχε ανακαλύψει την Αμερική αλλά δεν το κατάλαβε. Η ανακάλυψή του, όμως, ξεσήκωσε όλους τους Ισπανούς τυχοδιώκτες, που πίστεψαν πως βρήκαν τρόπο να πλουτίσουν εύκολα. Ήταν το κύμα των κονκισταντόρες, που αυτοπροβάλλονταν ως λαϊκοί ιεραπόστολοι και πρωτοπόροι του βασιλιά της Ισπανίας. Ανάμεσά τους, και ο αξιωματικός του ισπανικού στρατού Βάσκο Νούνιεθ ντε Μπαλμπόα. Μέσω Αϊτής, ο Μπαλμπόα βρέθηκε στην ανατολική ακτή του σημερινού Παναμά, όπου δημιούργησε την πόλη Σάντα Μαρία ντι Αντίγκουα. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, αν έκανε τον κόπο να διασχίσει άλλα 78 χλμ. προς τα δυτικά, θα συναντούσε έναν άλλον ωκεανό, τον Ειρηνικό, που πραγματικά οδηγούσε στις Ανατολικές Ινδίες κι από κει στην Ισπανία. Με τον καιρό, οι ιθαγενείς της ενδοχώρας ξεθάρρεψαν κι άρχισαν να τους επισκέπτονται φέρνοντας δώρα όμορφα χρυσά κοσμήματα. Μόνο που ο φύλαρχος ενοχλήθηκε, όταν είδε τους Ισπανούς να μην ενδιαφέρονται για την τέχνη του δουλεμένου μετάλλου αλλά να το δαγκώνουν για να διαπιστώσουν τη σκληρότητά του και να μετράνε το πάχος του. Θυμωμένος, είπε στον Μπαλμπόα πως, αν τόσο πολύ τον ενδιέφερε αυτό το κίτρινο μέταλλο, δεν είχε παρά να περάσει το βουνό και να βγει σε μιαν άλλη ακτή, όπου ο χρυσός αφθονούσε. Δε ν χρειαζόταν δεύτερη κουβέντα. Ο Μπαλμπόα μάζεψε 190 άνδρες, όπλα, πυρομαχικά και άγρια σκυλιά και, την 1η Σεπτεμβρίου του 1513, ξεκίνησε να βρει, το θρυλικό Ελντοράντο. Προχωρώντας, μπήκε σ’ ένα δάσος, όπου κατοικούσε μια φυλή ιθαγενών. Δίχως να διστάσουν, οι Ισπανοί σκότωσαν 600 κι έριξαν, όσους αιχμαλώτισαν, ζωντανή τροφή στα άγρια σκυλιά τους. Στις 25 Σεπτεμβρίου (1513), ο Μπαλμπόα βρέθηκε σε μια βουνοκορφή, απ’ όπου αντίκρισε ένα θέαμα πρωτόγνωρο. Στα πόδια του, η θάλασσα απλωνόταν ως πέρα στον ορίζοντα, όπου μπορούσε να φτάσει η ματιά του. Είχε ανακαλύψει τον Ειρηνικό ωκεανό αλλ’ όχι και την απεραντοσύνη του. Ένας τρόμος τον κυρίευσε: Κι αν κάποιος άλλος τον προλάβαινε; Άρχισε να τρέχει. Πίσω του έτρεχαν κι όλοι οι άλλοι Ισπανοί. Περνούσε παρθένα μέρη τρέχοντας κι αγωνιώντας να φτάσει πρώτος. Έκπληκτοι οι λίγοι ιθαγενείς, που συναντούσαν στον δρόμο τους, έβλεπαν τους βιαστικούς Ισπανούς να προσπερνούν. Χρειάστηκαν τέσσερις μέρες ώσπου να φτάσουν στην ακτή, στις 29 του μήνα. Ο Μπαλμπόα χίμηξε στο νερό προχωρώντας ώσπου η θάλασσα να φτάσει στα γόνατά του. Ξιφούλκησε και βύθισε το σπαθί του στον Ειρηνικό αναγγέλλοντας πως κατακτούσε αυτή τη θάλασσα στο όνομα του βασιλιά Φερδινάνδου, του οποίου εκπρόσωπο στην περιοχή όριζε τον εαυτό του. Αλλά ο Ειρηνικός είναι πολύ μεγάλος για να κατακτηθεί με ένα σπαθί. Και η δυτική ακτή του Παναμά δεν είχε χρυσάφι. Στόμα με στόμα, η περιπέτεια του Μπαλμπόα μεταδόθηκε σε όλους τους Ισπανούς που βολόδερναν στα νησιά της Καραϊβικής κι έφτασε ως τ’ αφτιά του στρατηγού Ντιέγκο Βελάσκεθ. Βρισκόταν στην περιοχή πάνω από 25 χρόνια, έχοντας ακολουθήσει τον Κολόμβο στο δεύτερο ταξίδι του. Κατάφερε να κατακτήσει την Κούβα και να κτίσει την Αβάνα (1515 ή 1519) κι ύστερα πέρασε στην απέναντι ακτή του Γιουκατάν (1517), εκεί όπου είναι η χερσόνησος «μύτη» του Μεξικού και της Γουατεμάλας. Δεν προχώρησε περισσότερο. Γύρισε στην Κούβα, όπου τον βρήκαν τα νέα για τα κατορθώματα του Μπαλμπόα. Ο Βελάσκεθ φώναξε τον αξιωματικό του Φερνάντο Κορτέζ και τον διέταξε να εκστρατεύσει στην απέναντι γη, όπου το άγνωστο Μεξικό. Ο Κορτέζ έφυγε από την Κούβα στις 10 Φεβρουαρίου 1519, παράπλευσε το Γιουκατάν και βγήκε στο Νότιο Μεξικό στις 8 Αυγούστου. Είχε μαζί του μερικούς καβαλάρηδες και γύρω στους πεντακόσιους πεζούς. Έκαψε τα καράβια, ώστε να μην υπάρχει δρόμος επιστροφής, και προχώρησε βόρεια - βορειοδυτικά. Από ιθαγενείς έμαθε για τη χώρα των Αζτέκων, που είχαν επιβάλει την κυριαρχία τους σ’ ολόκληρη την περιοχή. Έμαθε πως οι Ινδιάνοι είχαν την υποχρέωση να προσφέρουν κάθε τόσο ομοεθνείς τους, θυσία στις άγριες τελετές των Αζτέκων. Έμαθε και για την προφητεία, στην οποία πίστευαν οι Αζτέκοι: Κάποια στιγμή, οι θεοί τους θα έρχονταν να τους βρουν. Θα έφταναν καβάλα σε άλογα, με πρόσωπα λευκά και γενειάδες. Ήταν ό,τι του χρειαζόταν. Οι Ισπανοί έφτασαν στην πρωτεύουσα των Αζτέκων, μια τεράστια πόλη με 60.000 σπίτια, και βρήκαν την υποδοχή που περίμεναν. Ο ίδιος ο βασιλιάς Μοντεζούμα βγήκε να τους καλωσορίσει. Ήταν οι θεοί. Αντάλλαξαν δώρα. Ο Μοντεζούμα τους παραχώρησε ολόκληρη συνοικία να μένουν. Οι Ισπανοί τριγυρνούσαν στην πόλη και δεν μπορούσαν να κρύψουν την απληστία τους: Παντού, στους ναούς και στ’ ανάκτορα, αφύλαχτο χρυσάφι, εκτεθειμένες πολύτιμες πέτρες, αφιερώματα στους θεούς. Λίγο λίγο, η απληστία τους κυρίευσε. Άρχισαν τις λεηλασίες. Όμως, δεν ήταν όλοι οι Αζτέκοι θεοφοβούμενοι. Ένα πρωί, βρέθηκαν τρεις Ισπανοί νεκροί. Άρα, δεν ήταν θεοί. Οι Αζτέκοι ξεσηκώθηκαν, κατάργησαν τον βασιλιά τους, έβαλαν άλλον στη θέση του. Ο Μοντεζούμα πληγώθηκε και πέθανε. Ο Κορτέζ υποχώρησε στην ακτή. Έφτασε με ελάχιστους επιζώντες, καθώς οι στρατιώτες του βάραιναν κουβαλώντας κι όσο χρυσάφι καθένας τους μπορούσε να σηκώσει. Όσοι καθυστερούσαν, συλλαμβάνονταν από τους Αζτέκους κι υποχρεώνονταν να καταπιούν λιωμένο χρυσό. Ήταν η τιμωρία τους για την απληστία. Στην ακτή, φάνηκε μια μοίρα του ισπανικού στόλου. Ο αρχηγός της είχε εντολή να συλλάβει τον Κορτέζ. Ο κονκισταντόρ είχε σταλεί να κατακτήσει το Μεξικό στο όνομα της Ισπανίας κι αυτός δρούσε για λογαριασμό του. Ο Κορτέζ τον πήρε με το μέρος του. Χρησιμοποιώντας τους άνδρες του στόλου κι όσους από τους δικούς του είχαν σωθεί, πολιόρκησε την πρωτεύουσα των Αζτέκων. Γύρω στους 100.000 Ινδιάνοι ήρθαν να τον ενισχύσουν, πιστεύοντας πως θα τους ελευθερώσει. Δρόμο με δρόμο, σοκάκι με σοκάκι, σπίτι με σπίτι, η πρωτεύουσα των Αζτέκων έπεσε. Τελευταίο οχυρό, ο επιβλητικός ναός στο κέντρο μιας λίμνης. Έπεσε στους Ισπανούς, στις 3 Αυγούστου του 1521. Η εκδίκηση των νικητών ξέσπασε άγρια πάνω στους νικημένους. Τους ξεκλήρισαν με τρομερά βασανιστήρια, σωματικά και σεξουαλικά. Η κατάκτηση του Μεξικού ολοκληρώθηκε, το 1528. Πιο νότια, ο Φραγκίσκο Πιζάρο και τ’ αδέρφια του βγήκαν το 1531 στο Περού, όπου άνθιζε ο πολιτισμός των Ίνκας. Στις 16 Νοεμβρίου 1532, οι Ισπανοί του Πιζάρο νίκησαν τους Ίνκας και συνέλαβαν τον βασιλιά Αταχουάλπα. Ο βασιλιάς υποσχέθηκε χρυσάφι με αντάλλαγμα την ελευθερία του. Ο Πιζάρο πήρε το χρυσάφι και σκότωσε τον βασιλιά. Δεν το μοίρασε σωστά κι ένας από τους αξιωματικούς του επαναστάτησε. Ο Πιζάρο τον αποκεφάλισε. Ο γιος του σκοτωμένου εκδικήθηκε, σκοτώνοντας τον ίδιο τον Πιζάρο (1541). Με τη βεντέτα που ξεκίνησε, ως το 1542 σκοτώθηκαν όλοι όσοι είχαν κατακτήσει το Περού και είχαν μοιραστεί το χρυσάφι των Ίνκας. Όμως, σχεδόν ολόκληρη η Νότια Αμερική είχε περάσει στην κυριαρχία των Ισπανών. Ο ανταγωνισμός Ισπανών και Πορτογάλων για την ανακάλυψη νέων χωρών συνεχιζόταν οξύς στις αρχές του ΙΣΤ’ αιώνα. Ο βασιλιάς της Πορτογαλίας Εμμανουήλ Α’ ευτύχησε να έχει στις υπηρεσίες του μεγάλους θαλασσοπόρους (Βάσκο ντε Γκάμα, Αμέρικο Βεσπούτσι, Κόρτε Ρεάλ κ.ά.), που ανακάλυψαν νέους τόπους και νέους εμπορικούς δρόμους, δημιουργώντας αποικίες και φέρνοντας πλούτη. Ο Φερδινάνδος Μαγγελάνος γεννήθηκε στην Πορτογαλία το 1480. Μεγάλωσε στις θάλασσες κι έζησε την εποχή των μεγάλων ανακαλύψεων μετέχοντας σε πολλές αποστολές. Σε μια από αυτές, έφτασε με τον Βάσκο ντε Γκάμα στον Ινδικό ωκεανό, όπου άκουσε να μιλούν για τα νησιά των μπαχαρικών, όπως ονόμαζαν τότε τα νησιά των Μολούκων. Θέλησε να τα βρει αλλά τραυματίστηκε και γύρισε στην πατρίδα του, όπου ο βασιλιάς τον δέχτηκε με σκαιότητα. Νόμισε πως το τραύμα του θαλασσοπόρου ήταν φτιαχτό για να κερδίσει κάποια σύνταξη. Ο Μαγγελάνος θύμωσε και κατέφυγε στη γειτονική Ισπανία. Ο Φερδινάνδος είχε πεθάνει και στον θρόνο βρισκόταν (από το 1516) ο Κάρολος ο Ε’ (γνωστός ως Κουίντος), που εκείνη τη χρονιά (1519) έγινε και αυτοκράτορας της Γερμανίας συγκεντρώνοντας κάτω από το σκήπτρο του σχεδόν τον μισό τότε γνωστό κόσμο. Η φιλοδοξία του, όμως, ήταν να γίνει κυρίαρχος όλης της Γης. Ο Μαγγελάνος ζήτησε ακρόαση. Ο βασιλιάς είχε ακουστά τον εξερευνητή και τον δέχτηκε αμέσως. Ο θαλασσοπόρος του πρότεινε να αναλάβει μιαν αποστολή, που θα έκανε πραγματικότητα το όνειρο του Κολόμβου: Να πλεύσει δυτικά, ώσπου να βρεθεί στις Ινδίες, και να κατακτήσει για λογαριασμό της Ισπανίας τα νησιά των μπαχαρικών. Ο Κάρολος συμφώνησε με ενθουσιασμό. Ετοιμάστηκαν πέντε καράβια με 265 άντρες διαφόρων ευρωπαϊκών εθνικοτήτων, ανάμεσα τους και Έλληνες. Απέπλευσαν στις 20 Σεπτεμβρίου του 1519. Στις 12 Ιανουαρίου 1520, έφτασαν στο σημερινό Ρίο ντε λα Πλάτα της Βραζιλίας, όπου και ξεχειμώνιασαν. Το καλοκαίρι, ξεκίνησαν πάλι, πλέοντας παράκτια με νότια κατεύθυνση. Ο Μαγγελάνος πίστευε πως κάπου θα συναντούσαν ένα άνοιγμα, που θα τους επέτρεπε να πάνε δυτικά, στη θάλασσα που είχε ανακαλύψει ο Μπαλμπόα. Δεν είχε άδικο. Στις 21 Οκτωβρίου 1520, ανακάλυψε ένα ατελείωτο πέρασμα που οδηγούσε στη Δύση. Το βάφτισε «Στενό των 11.000 παρθένων», παίρνοντας το όνομα από το εορτολόγιο εκείνης της μέρας. Στους χάρτες, όμως, το πέρασμα είναι σημειωμένο με το όνομα «Στενό του Μαγγελάνου». Ο θαλασσοπόρος μπήκε στο στενό. Χρειάστηκε περίπου σαράντα μέρες, ώσπου να ξανασυναντήσει ανοιχτή θάλασσα: Στις 28 Νοεμβρίου, βγήκε στον Ειρηνικό ωκεανό έχοντας ανακαλύψει το νότιο πέρασμα. Άρχισε να πλέει βορειοδυτικά. Μετά από ταξίδι τριών μηνών στην ανοιχτή θάλασσα, έφτασε στα νησιά Μαριάνες, ανατολικά από τις Φιλιππίνες. Έπιασαν στο πρώτο νησί που συνάντησαν μπροστά τους. Ο εκεί φύλαρχος τους ζήτησε να πληρώσουν φόρο αλλά τελικά έγινε φίλος με τον Μαγγελάνο, βαπτίστηκε χριστιανός και δέχτηκε να είναι φόρου υποτελής στον βασιλιά της Ισπανίας. Με ορμητήριο το νησί αυτό, ο θαλασσοπόρος έκανε εκδρομές στις γύρω περιοχές, εξερευνώντας και κατακτώντας. Σε μια από τις εξορμήσεις του, σημειώθηκε κάποιο ασήμαντο επεισόδιο. Μια υπόθεση λίγων λεπτών. Οι Ισπανοί έριξαν δυο τρεις τουφεκιές. Οι ιθαγενείς απάντησαν με βέλη. Ένα από αυτά τραυμάτισε τον Μαγγελάνο. Λίγη ώρα αργότερα πέθανε, στα 41 του χρόνια. Ήταν 27 Απριλίου 1521. Οι σύντροφοί του συνέχισαν να πλέουν δυτικά. Έφτασαν στην Ισπανία στις 6 Σεπτεμβρίου 1522. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου, είχαν πραγματοποιήσει τον γύρο του κόσμου, πλέοντας δυτικά. Και χρειάστηκαν τρία χρόνια παρά 14 μέρες για να το κατορθώσουν. Όμως, ο Εμμανουήλ της Πορτογαλίας δε ζούσε πια, για να νιώσει την εκδίκηση του Μαγγελάνου: Είχε πεθάνει κι αυτός το 1521.
Ο Δον Θεόδωρος Γκριέγκο (Θεόδωρος ο Έλληνας) ήταν Έλληνας θαλασσοπόρος με καταγωγή από νησί του Αιγαίου και εξερευνητής της Αμερικής. Θεωρείται ο πρώτος Έλληνας που έφτασε στην Αμερική. Στις 17 Ιουνίου 1527 απέπλευσε από το λιμάνι του Σανλούκαρ δε Μπαρραμέδα της Ισπανίας στόλος με πέντε πλοία και κυβερνήτη τον Αδελάνταδο Δον Πάνφιλο δε Ναρβάεθ με προορισμό την εξερεύνηση της Αμερικής. Τον Σεπτέμβριο η αποστολή έφτασε στον Άγιο Δομίνικο, αγόρασε ακόμα ένα πλοίο και προμήθειες ενώ συμπληρώθηκε και το πλήρωμα σε άντρες, αφού κάποιοι ήταν άρρωστοι η είχαν πεθάνει στο ταξίδι. Η αποστολή μετά κατέπλευσε στο Σαντιάγο της Κούβας και χωρίστηκε στα δύο. Στο ένα μέρος ήταν και ο Θεόδωρος ο οποίος με δυο καράβια κατευθύνθηκε προς το Τρινιντάντ για να πάρει προμήθειες. Όμως τα δύο πλοία έπεσαν σε τυφώνα με αποτέλεσμα να βυθιστούν παρασύροντας στο βυθό 60 άντρες. Ο Θεόδωρος επέζησε μαζί με 30 ναυτικούς που είχαν βγει στη στεριά προκειμένου να μεταφέρουν τα εφόδια στα πλοία. Στις 14 Απριλίου 1528 η αποστολή κατέπλευσε τελικά στην Φλόριντα και αμέσως άρχισαν να κατασκευάζουν καταλύματα για να εγκατασταθούν. Από τις πρώτες μέρες υπήρχε επαφή με ντόπιες ινδιάνικες φυλές, οι οποίες έφερναν μαζί τους κομμάτια χρυσού και έλεγαν ότι υπήρχε πολύς χρυσός στα βουνά στην περιοχή των Απαλάτσι. Οι Ισπανοί ξεκίνησαν για να ανακαλύψουν τον χρυσό, αλλά στην διαδρομή σκότωναν τους ινδιάνους άνδρες και αιχμαλώτισαν τις γυναίκες και τα παιδιά τους με σκοπό να τους πουν που ήταν ο χρυσός, ξεσηκώνοντας τους έτσι εναντίον τους. Κάποια στιγμή η ομάδα βρέθηκε αποκλεισμένη σε άγνωστα εδάφη μακριά από την βάση της και χωρίς προμήθειες. Τότε ο Θεόδωρος κατασκεύασε πέντε βάρκες με σκοπό να φύγουν μέσω των παραποτάμων του Μισισιπή χρησιμοποιώντας ξύλο και δέρμα και αλείφοντας τες με ρετσίνι. Μετά από έναν μήνα περιπλάνησης η ομάδα βγήκε στην θάλασσα αλλά αδυνατούσε να βρει την βάση της. Τελικά έφτασαν σε έναν όρμο κοντά στη σημερινή πόλη Πενσακόλλα της Φλώριδας όπου ο Θεόδωρος βγήκε στην στεριά για να πάρει νερό από τους Ινδιάνους της περιοχής. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας οι Ινδιάνοι επέστρεψαν χωρίς τον Θεόδωρο, ενώ στις ερωτήσεις των Ισπανών αρνήθηκαν να απαντήσουν και τράπηκαν σε φυγή. Οι Ισπανοί προσπάθησαν για δύο ημέρες να τον εντοπίσουν χωρίς επιτυχία. Η αποστολή τελικά κατάφερε το 1535 να φτάσει στην Καλιφόρνια και τελικά να επιστρέψει στην Ισπανία το 1537. Το 1540 έφτασε στο σημείο που είχε χαθεί ο Θεόδωρος ο Γκονθάλο Βαλντές γραμματέας του Ντε Σότο έμαθε ότι δυο χριστιανοί που βρισκόταν στην αποστολή του Ναρβάεθ έμειναν με τους Ινδιάνους, οι οποίοι για άγνωστο λόγο τους σκότωσαν. Οι Ινδιάνοι που αφηγήθηκαν το τέλος του Θεόδωρου δεν γνώριζαν το πότε ακριβώς δολοφονήθηκε ο Θεόδωρος, ούτε πού ήταν θαμμένος. Του έδωσαν μόνο το εγχειρίδιο που χρησιμοποιούσε ο Θεόδωρος. Άγαλμα του Θεόδωρου υπάρχει σήμερα στην Τάμπα της Φλόριντας.
Ο Πέδρο δε Κάνδια (Πέτρος της Κρήτης, Ηράκλειο, 1485 - Περού,1542) ήταν στρατιώτης ειδικευμένος στα πυροβόλα όπλα και στα κανόνια. Καταγόταν από την Κρήτη (Χάνδακας, Ηράκλειο) εάν αναλογιστούμε το επώνυμό του. Ήταν από τους πρώτους Έλληνες που πάτησαν το πόδι τους στην αμερικανική ήπειρο. Προσέφερε τις υπηρεσίες του στον ισπανικό στρατό την εποχή της κατάκτησης και του αποικισμού της Αμερικής. Συγκεκριμένα ο ίδιος πήρε μέρος στην κατάκτηση του Περού και τη διάλυση της αυτοκρατορίας των Ίνκας. Γεννήθηκε στα τέλη του 15ου αιώνα , πιθανότατα στην Κρήτη. Υπηρέτησε αρχικά στην ισπανική βασιλική φρουρά και πολέμησε ενάντια στους Τούρκους στην Ιταλία . Αργότερα πήγε στην Αμερική ακολουθώντας τον κυβερνήτη Πέδρο ντε λος Ρίος. Εκεί ακολούθησε τον Φρανθίσκο Πιθάρρο στις κατακτήσεις του στο Περού ως διοικητής του πυροβολικού. Πήρε μέρος στη διάσημη Μάχη της Καχαμάρκα, όπου 200 Ισπανοί αντιμετώπισαν 7000 Ίνκας. Έλαβε μεγάλο μέρος του των λύτρων για την αρπαγή του αυτοκράτορα των Ίνκας Αταουάλπα κατά τη διάρκεια της μάχης. Περιπλανήθηκε στην περιοχή του Περού και επισκέφτηκε αυτοπροσώπως πολλά χωριά ιθαγενών για να αξιολογήσει την κατάσταση τους. Συνόδεψε τον Φρανθίσκο Πιθάρρο πίσω στην Ισπανία για να πληροφορήσουν τον βασιλιά της Ισπανίας Καρολο Ε'. Ο βασιλιάς τίμησε τον Κρητικό και του έδωσε τον τίτλο του διοικητή του πυροβολικού του στόλου, και δήμαρχο μιας πόλης στο Περού. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Κούσκο έφτιαχνε όπλα για τον Πιθάρρο που πολεμούσε ενάντια στον Ισπανό Αλμάγρο. Μετά την ήττα του Πιθάρρο συμμετείχε στην εξερευνητική αποστολή κατάκτησης της Αμπάγια, μιας φανταστικής περιοχής κάπου στον Αμαζόνιο. Αναπόφευκτα η αποστολή απέτυχε.
Συνελήφθη ύστερα από διαταγή του Ερνάντο Πιθάρρο. Απογοητευμένος από τη συμπεριφορά των πρώην συμμάχων του και εγκαταλελειμμένος από τους φίλους του αποφάσισε να αυτομολήσει και να πάρει το μέρος του Αλμάγκρο. Ο Πέδρο δε Κάντια δολοφονήθηκε το 1542. Ο Αλμάγκρο φοβούμενος ότι ο Πέδρο δε Κάντια θα τον πρόδιδε, τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια έχοντας ως αφορμή ένα περιστατικό κακοχρησίας των όπλων με υπαίτιο τον Πέδρο ντι Κάντια.
Ο Χόρχε Γκριέγκο (Γεώργιος ο Έλλην) ηταν Έλληνας Κονκισταδόρ ο οποίος γεννήθηκε στην Ελλάδα το 1504 και αργότερα μετανάστευσε στην Ισπανία, όπου ακολούθησε τον Έλληνα φίλο του και Κονκισταδόρ Πέδρο δε Κάνδια στον Παναμά και αργότερα στο Περού. Ακολουθώντας τον φίλο του Πέδρο δε Κάνδια ο οποίος ηταν διοικητής του πυροβολικού του ισπανικού στρατού στο Περού, υπηρέτησε ως κονκισταδόρ στο πεζικό του Φρανθίσκο Πιθάρρο. Το 1532 οι δύο Έλληνες κονκισταδόρες, ο Πέδρο δε Κάνδια και ο Χόρχε Γκριέγκο πήραν μέρος στην μάχη της Καχαμάρκα ενάντια στον κατά πολύ μεγαλύτερο στρατό των 'Ινκα. Τελικά οι δυνάμεις του Πιθάρρο νίκησαν τις δυνάμεις του αυτοκράτορα Αταουάλπα των Ίνκα. Για τις υπηρεσίες του ο Χόρχε Γκριέγκο έλαβε μερίδιο απο τους θησαυρούς των Ίνκα στο Κούζκο. Αργότερα ο Χόρχε Γκριέγκο εγκαταστάθηκε στο Περού ως "Ενκομεντέρο" που στα ισπανικά σημαίνει ο έμπιστος. Ο φέρων τον τίτλο αυτό είχε το δικαίωμα να διατηρεί υπό την εργοδοσία του ιθαγενείς. Το 1544 και 1545 καταλυτική υπήρξε η συνεισφορά του στις εκστρατείες του Μπλάσκο Νούνιεθ Βέλα και του Πέδρο ντε λα Γκάσκα καθώς έφτιαξε μεγάλες ποσότητες πυρίτιδας για τα πυροβόλα όπλα των Ισπανών. Αρκετοί Έλληνες συμμετείχαν στην κατάκτηση του Νέου Κόσμου και ήταν γνώστες της πυρίτιδας και των πυροβόλων όπλων. Τελικά ο Χόρχε Γκριέγκο γύρισε στην Ισπανία και εγκαταστάθηκε στην συνοικία Τρίανα της Σεβίλλης.
Ο Ιωάννης Φωκάς ή Απόστολος Βαλεριάνος, ή Χουάν ντε Φούκα (Βαλεριάνο Κεφαλονιάς, 1536 - Κεφαλονιά, 1602) ήταν Έλληνας θαλασσοπόρος, που εξερεύνησε τις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής για λογαριασμό του ισπανικού θρόνου. Το όνομά του δόθηκε σε στενό ανάμεσα στην νήσο Βανκούβερ και τις ΗΠΑ, το οποίο οδηγεί στο λιμάνι του Βανκούβερ. Ο Φωκάς ή Βαλεριάνος γεννήθηκε στο χωριό Βαλεριάνο της Κεφαλονιάς και ήταν ο τέταρτος γιος του Εμμανουήλ Φωκά ή Φωκά Βαλεριάνου με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Πιθανότατα το όνομά του ήταν Ιωάννης-Απόστολος. Νέος ξενιτεύτηκε και εργάστηκε επί σαράντα χρόνια ως πλοηγός στον στόλο των Δυτικών Ινδιών της Ισπανίας. Σε ένα του ταξίδι στις Φιλιππίνες, τον Νοέμβριο του 1587, το πλοίο στο οποίο επέβαινε, η Αγία Άννα το κατέλαβαν Άγγλοι και ο ίδιος πιάστηκε αιχμάλωτος χάνοντας όλες του τις οικονομίες και το φορτίο του πλοίου αξίας 60.000 δουκάτων. Λίγο καιρό αργότερα αφέθηκε ελεύθερος και το 1588 πήγε στο Μεξικό, που τότε ονομάζονταν Νέα Ισπανία. Ο Ισπανός αντιβασιλέας του Μεξικού, Λουίς ντε Βελασέο, τού έδωσε μία μικρή καραβέλα με την εντολή να εξερευνήσει τις δυτικές ακτές της Βορείου Αμερικής και να βρει τα μυθικά Στενά του Ανιάν που υποτίθεται πως ένωναν τον Ατλαντικό με τον Ειρηνικό Ωκεανό. Το πρώτο του ταξίδι το 1592 έληξε άδοξα, επειδή το πλήρωμά του στασίασε, και έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Ακαπούλκο. Κατά το δεύτερο ταξίδι του ανέβηκε βόρεια και νόμισε πως πραγματικά είχε βρει το πέρασμα προς τον Ατλαντικό μεταξύ του 47ου και 48ου γεωγραφικού παραλλήλου. Επέστρεψε στο Ακαπούλκο περιμένοντας για δύο χρόνια να λάβει την ανταμοιβή του για τις ανακαλύψεις του, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το 1593 ή 1594, έφυγε για την
Ισπανία ελπίζοντας πως θα τον ανταμείψει ο βασιλιάς της Ισπανίας. Τελικά δεν βρήκε καμία ανταπόκριση και από τον ισπανικό θρόνο και, απογοητευμένος, αποφάσισε να αποσυρθεί στην πατρίδα του. Στην πορεία του προς την Κεφαλονιά, πέρασε και από την Φλωρεντία . Εκεί έτυχε να συναντήσει έναν Άγγλο ονόματι Τζον Ντούγκλας, στον οποίο αφηγήθηκε τις περιπέτειές του. Ο Ντάγκλας τού έδωσε μία συστατική επιστολή και τον έστειλε στον Μάικλ Λοκ, πλούσιο έμπορο και πρόξενο της Αγγλίας, ο οποίος έτυχε να βρίσκεται τότε στην Βενετία. Ο Φωκάς εξιστόρησε τις εξερευνήσεις του και έπεισε τον τελευταίο να μεσολαβήσει ώστε η Αγγλία να του χορηγήσει δύο πλοία για να συνεχίσει τις εξερευνήσεις του για το πέρασμα ανάμεσα στον Ατλαντικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Ο Φωκάς ήλπιζε ακόμα πως οι Άγγλοι θα τον αποζημίωναν για το όσα έχασε όταν τον αιχμαλώτισαν στις Φιλιππίνες. Ο Λοκ προσπάθησε να έρθει σε επαφή με την βρετανική κυβέρνηση, ζητώντας 100 λίρες για να πάει τον Φωκά στην Αγγλία , αλλά η απάντηση καθυστερούσε και ο Φωκάς έφυγε τελικά για την Κεφαλονιά. Το 1602, ο Λοκ έγραψε μία επιστολή στον Φωκά, αλλά δεν έλαβε ποτέ απάντηση. Έτσι ο Λοκ υπέθεσε πως ο ηλικιωμένος Φωκάς είχε ήδη πεθάνει. Η ιστορία του Φωκά, έτσι όπως την μετέφερε στον Λοκ, πρωτοδημοσιεύθηκε το 1625 στο βιβλίο του Άγγλου ταξιδιωτικού συγγραφέα Σάμιουελ Πούρτσας (π. 1575 - 1626) Hakluytus Posthumus or 'Purchas His Pilgrimes Contayning a History of the World in Sea Voyages and Lande Travells by Englishmen and others. Το 1787, ο Βρετανός πλοίαρχος Τσαρλς Μπάρκλεϋ, αναγνωρίζοντας τον πορθμό ανάμεσα στην νήσο Βανκούβερ και την Πολιτεία Ουάσιγκτον των ΗΠΑ ως τα μέρη που εξερεύνησε ο Φωκάς, έδωσε στην περιοχή το όνομα Στενά του Χουάν ντε Φούκα (Strait of Juan de Fuca).
Ο Ευστράτιος Ιωάννου Ντελάρωφ, (περ. 1740 - 1806) ήταν Ελληνικής καταγωγής
Ρώσος ναυτικός, ο οποίος υπηρέτησε σε Ρωσικές ναυτικές επιχειρήσεις εμπορίου της γούνας στην Ρωσική Αμερική. Ήταν ο πρώτος ιστορικά τεκμηριωμένος Έλληνας εξερευνητής και έμπορος που έφθασε στην Αλάσκα. Γεννήθηκε το 1740 στην Οθωμανική Μακεδονία. Η καριέρα του Ντελάρωφ στη Ρωσική Αμερική χρονολογείται τουλάχιστον από το 1764, όταν έφθασε στα Αλεούτια νησιά με το πλοίο «Πέτρος και Παύλος» υπό τον Π. Σολοβιέφ. Ο Ντελάρωφ συμμετείχε το 1764 στην επίθεση του Σολοβιέφ εναντίον των νησιών Ούμνακ και Ουναλάσκα , που πραγματοποιήθηκε σε αντίποινα για την επανάσταση των Αλεούτιων το 1762 όταν σε συντονισμένη επίθεση σε τέσσερα Ρωσικά σκάφη και πολλούς σταθμούς σκοτώθηκαν πάνω από 300 Ρώσοι. Ενώ δούλευε στην εταιρεία των αδελφών Πανώφ, ο Ντελάρωφ χρησιμοποίησε το νησί Ούγκα ως ορμητήριο, και για πολλά χρόνια το λιμάνι του ήταν γνωστό ως Λιμήν του Ντελάρωφ ή Γκρέκο-Ντελαρώφσκογιε, επειδή ο Ντελάρωφ ήταν Ελληνικής καταγωγής. Το 1781-1786 ο Ντελάρωφ και δύο άλλοι πλοίαρχοι κάνουν διερευνητικές εισβολές από το Ούνγκα στον πορθμό του Πρίγκιπα Ουίλιαμ. Με την πάροδο του χρόνου ο Ντελάρωφ έχει αποκτήσει τη φήμη εξαιρετικού πλοιάρχου. Έγινε συνιδιοκτήτης διαφόρων γουνεμπορικών πλοίων. Ο Γ. Σέλιχωφ συνάντησε τον Ντελάρωφ στο Ιρκούτσκ και τον έπεισε να γίνει ο κύριος διαχειριστής της εγκατάστασής του στον Κόλπο των Τριών Ιεραρχών της Αλάσκας στο νησί Κόντιακ. Ο Ντελάρωφ έπλευσε προς το Κόντιακ το 1787 με το πλοίο «Τρεις Ιεράρχες». Από 1787 έως 1791 ήταν προκάτοχος του Α. Μπαράνωφ σαν Διαχειριστής της Ρωσοαμερικανικής εταιρείας του Σέλιχωφ - Γκόλικωφ. Αργότερα έγινε ένας από τους εταίρους της επιχείρησης του Σέλιχωφ. Το 1796 ανέλαβε τις υποθέσεις της εταιρείας στο Ιρκούτσκ. Το 1787 από τον Ντελάρωφ ιδρύθηκε ένας σταθμός στο νησί Κοντιακ απέναντι από την ηπειρωτική Αλάσκα. Το 1788 η Ισπανική αποστολή των Γκονζάλο ντε Χάρο και Εστέμπαν Χοσέ Μαρτίνες έπλευσε στην Αλάσκα για να ερευνήσει την Ρωσική δραστηριότητα. Αριθμός προηγούμενων Ισπανικών αποστολών στην Αλάσκα απέτυχε να βρει Ρώσους, αλλά η επαφή έγινε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του 1788. Ο Χάρο βρήκε τον οικισμό του Σέλιχωφ στον κόλπο των Τριών Ιεραρχών και συναντήθηκε με τον Ντελάρωφ. Ο Χάρο και ο Ντελάρωφ συζήτησαν επί μακρόν. Ο Ντελάρωφ ενημέρωσε τον Χάρο ότι υπήρχαν επτά Ρωσικές θέσεις στην ακτή μεταξύ Ουναλάσκας και πορθμού του Πρίγκιπα Ουίλιαμ και ότι Ρωσικά πλεούμενα φθάνουν νότια κατά μήκος της ακτής μέχρι τον πορθμό Νούτκα. Αυτό το τελευταίο τμήμα των πληροφοριών του ήταν πιθανότατα για να εκφοβίσει τους Ισπανούς. Το ότι ο Ντελάρωφ είχε υπερβάλει τη δύναμη της Ρωσικής Αμερικής κατέστη σαφές για τους Ισπανούς, όταν επισκέφθηκαν την Ουναλάσκα. Ο Ντελάρωφ είχε πει στον Χάρο ότι 120 Ρώσοι ζούσαν εκεί, αλλά οι Ισπανοί ανακάλυψαν μόνο έναν Ρώσο εκεί - οι υπόλοιποι ήταν Αλεούτιοι. Όταν το 1799 ιδρύθηκε η Ρωσοαμερικανική εταιρεία, ο Ντελάρωφ μετακόμισε στην Αγία Πετρούπολη και υπηρέτησε στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας μέχρι το θάνατό του το 1806. Αριθμός τοπωνυμίων φέρει το όνομά του Ντελάρωφ, συμπεριλαμβανομένων των Νήσων Ντελάρωφ και του Κόλπου Ντελάρωφ. Το όνομα Ντελάρωφ φέρουν μεταγωγικά πλοίο του στρατού των ΗΠΑ και η πόλη-φάντασμα Ούνγκα στην Αλάσκας ονομάστηκε αρχικά Ντελάρωφ.
Πηγή: http://greatnavigators.blogspot.gr/2017/01/blog-post_18.html
http://historyreport.gr/index.php/Αναζητήσεις/Ανακάλυψη-της-Γης/535-Η-εποχή-των-Ισπανών-και-Πορτογάλων-κονκισταδόρων
http://users.sch.gr/maritheodo/history-pi/section1/ploia/lemmata/2-5-0.htm
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ευστράτιος_Ντελάρωφ
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Δον_Θεόδωρος_Γκριέγκο
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Χόρχε_Γκριέγκο
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πέδρο_δε_Κάνδια
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ιωάννης_Φωκάς_(θαλασσοπόρος)