Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Ρωμανός Διογένης : Ο Βυζαντινός "Λεωνίδας" που πολέμησε ηρωικά τους βαρβάρους στις "Θερμοπύλες" τις Μικράς Ασίας

Την πρωτοχρονιά του 1068 ο 45χρονος Ρωμανός Διογένης εστέφθη Αυτοκράτωρ Ρωμαίων, ονειροπολώντας να αναβιώσει τη δόξα και τη χαμένη δύναμη της Αυτοκρατορίας, σχεδιάζοντας να απαλλάξει τα Θέματα (επαρχίες) της Μικράς Ασίας από τις επιδρομές των Σελτζούκων Τούρκων, χωρίς να διαθέτει τα αξιόμαχα φουσάτα των προηγούμενων Στρατηγών Αυτοκρατόρων, ή την υποστήριξη των πολιτικών της Βασιλεύουσας, οι οποίοι διέκοψαν απρόθυμα την ηθική και υλική καταστροφή του στρατού και του κράτους για να τον εκθρονίσουν. Ο προηγούμενος αυτοκράτωρ, Κωνσταντίνος Ι Δούκας, είχε πεθάνει σε προχωρημένη ηλικία στις 21 Μαΐου 1067, αφήνοντας ως διάδοχο, τον ανήλικο γιό του Μιχαήλ και την 30χρονη όμορφη σύζυγό του Ευδοκία Μακρεμβολίτισα, η οποία ασκούσε την αντιβασιλεία προς χάριν του γιού της. Η Αυγούστα είχε απομείνει πλέον μόνη, ανασφαλής και περιστοιχισμένη από μία φατρία δολοπλόκων πολιτικών, για να κυβερνήσει μία τεράστια Αυτοκρατορία της οποίας οι επαρχίες μαστίζονταν από εχθρικές επιδρομές. Στο πρόσωπο του αρρενωπού Ρωμανού Διογένη δεν άργησε να βρει έναν ιδανικό Αυτοκράτορα ο οποίος θα ανελάμβανε με πυγμή τα διοικητικά, στρατιωτικά και πολύ περισσότερο, τα συζυγικά καθήκοντα. Ψηλός, ξανθός, εύρωστος, με φωτεινό, ελαφρά ειρωνικό βλέμμα και αριστοκρατικό παρουσιαστικό, ο Ρωμανός ήταν ένας ιδιαίτερα γοητευτικός άνδρας, του οποίου «…ακόμη και η αναπνοή ήταν ευγενική, αν όχι θεία», σύμφωνα με τα λόγια κάποιου χρονογράφου. Καταγόταν από επιφανή οικογένεια στρατιωτικών της Καισαρείας στην Καππαδοκία. Ο Ρωμανός Διογένης γεννήθηκε περί το 1025, πιθανώς στην Καππαδοκία, από όπου καταγόταν η οικογένειά του και στην οποία διέθετε κτηματική περιουσία. Ήταν γιος του Κωνσταντίνου Διογένη, διαπρεπούς στρατιωτικού αξιωματούχου επί βασιλείας Βασιλείου Β΄ (976-1025), και μιας εκ των ανιψιών του μετέπειτα αυτοκράτορα Ρωμανού Αργυρού (1028-1034). Ο πατέρας του είχε συλληφθεί να συνωμοτεί εναντίον του Ρωμανού Γ΄ Αργυρού και οδηγήθηκε στην αυτοκτονία. Από τον πρώτο του γάμο με την Άννα, κόρη του βουλγαρικής καταγωγής στρατηγού Αλουσιάνου, ο Ρωμανός απέκτησε ένα γιο ονόματι Κωνσταντίνο, ενώ από το δεύτερο γάμο του δύο γιους, το Νικηφόρο και το Λέοντα. Ηταν συγγενής του μετέπειτα αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτανειάτη. Το 1064 ως Δούκας της Σαρδικής (Σόφια), είχε αποκρούσει τις επιδρομές των Πετσενέγων, απωθώντας τους πέρα από τον Ίστρο (Δούναβη). Οι επιτυχίες του στο πεδίο της μάχης και η γενναιότητα που επιδείκνυε σε κάθε εχθρική επιδρομή είχαν αποτέλεσμα να οριστεί γενικός διοικητής των στρατευμάτων στο βόρειο σύνορο (με το βαθμό του δούκα ή κατεπάνω), με έδρα τη Σαρδική, γεγονός που τον ανέδειξε στους στρατιωτικούς κύκλους της Βασιλεύουσας. Παράλληλα, τιμήθηκε από τον αυτοκράτορα με τον τίτλο του βεστάρχη.
Δεν είχε κρύψει ποτέ την αντιπάθειά του για τον σάπιο πολιτικό κόσμο της Βασιλεύουσας ο οποίος διασπάθιζε τα χρήματα του Θησαυροφυλακίου, με λαιμαργία ίδια με εκείνη που οι Τούρκοι λεηλατούσαν τα σύνορα. Αυτά ήταν χρήματα που προέρχονταν από τους φόρους εκείνων των χωρικών που έβλεπαν τις καλύβες τους να πυρπολούνται και τα παιδιά τους να οδηγούνται αλυσοδεμένα στα τούρκικα σκλαβοπάζαρα. Τώρα βέβαια, διοχετεύονταν σε αμεσότερες κρατικές ανάγκες, όπως οι επαύλεις των συγκλητικών. Ο Καππαδόκης στρατηγός ήταν ανέκαθεν ύποπτος συνωμοσίας και ο κυριότερος εκπρόσωπος της στρατιωτικής αριστοκρατίας, η οποία για τα τελευταία 40 χρόνια επιχειρούσε να επανέλθει στην εξουσία. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι ο νέος Αυτοκράτορας αποτελούσε προσωπική επιλογή της Ευδοκίας. Ήταν γενναίος στρατηγός και ικανός ηγέτης. Συνειδητοποιούσε την βαρύτητα της Σελτζουκικής απειλής και περιφρονούσε όσους δεν είχαν πιάσει ξίφος στα χέρια δίκαια αφού ότι είχε επιτύχει μέχρι τότε, το είχε επιτύχει πολεμώντας. Εργαζόταν άοκνα για την πολιτική και στρατιωτική εξυγίανση του κράτους και δεν είχε καμία πρόθεση να μετατραπεί σε σιωπηλό μάρτυρα της σήψης. Μετά τον θάνατο του Βασίλειου Β΄, μια σειρά εννέα Αυτοκρατόρων, είχε κατορθώσει μέσα σε 40 χρόνια αυτό που δεν είχαν καταφέρει αναρίθμητοι βαρβαρικοί λαοί επί 650 χρόνια να διαλύσουν την Αυτοκρατορία. Οι συνοριακές φρουρές σταδιακά αποσύρονταν, τα ανατολικά Θέματα αφέθηκαν στη μοίρα τους. Τώρα μόνος του εκείνος τάραξε τα στάσιμα νερά της γενικής αδιαφορίας και εναντιώθηκε στους αρνησιπάτριδες πολιτικούς. Ο αγώνας του θα ήταν αιματηρός και μοναχικός. Για τον αυτοκράτορα Ρωμανό Δ΄ Διογένη η σωτηρία της Αυτοκρατορίας ήταν ζήτημα αρχής και θανάτου. Ο Ρωμανός Δ΄ καλούνταν να αντιμετωπίσει δύσκολες και περίπλοκες περιστάσεις, τόσο στο εξωτερικό από τις επιδρομές των Σελτζούκων, τους οποίους ο βυζαντινός στρατός δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, όσο και στο εσωτερικό μέτωπο: αν και βασίλευε από κοινού με τους γιους του Κωνσταντίνου Ι΄, ο Ρωμανός έπρεπε να αντιμετωπίσει τις αντιδράσεις της οικογένειας των Δουκών, οι οποίοι, με επικεφαλής τον Ιωάννη Δούκα, τον καίσαρα, αδελφό του αποθανόντα αυτοκράτορα, υπονόμευαν συνεχώς τις προσπάθειές του. Αιτία αυτής της αντιπολίτευσης ήταν ο φόβος των Δουκών μήπως ο Ρωμανός ιδρύσει νέα δυναστεία, παραγκωνίζοντας τους νόμιμους διαδόχους του Κωνσταντίνου Ι΄. Πρωταρχικό μέλημα του νέου αυτοκράτορα ήταν να ανασυγκροτήσει το στρατό και να θέσει τον κρατικό μηχανισμό σε πολεμική ετοιμότητα, εγχείρημα δύσκολο από τη φύση του και ακόμη δυσκολότερο λόγω της αντίδρασης των Δουκών. Μετά την ανάρρησή του στο θρόνο, ανακήρυξε συμβασιλείς τους τρεις γιους του Κωνσταντίνου Ι΄. Όμως, όταν απέκτησε και ο ίδιος δύο γιους με την Ευδοκία, τους ανακήρυξε κι αυτούς συμβασιλείς. Έτσι, η αυτοκρατορία διοικούνταν από το Διογένη, την Ευδοκία και πέντε συμβασιλείς, δείγμα της πολιτικής ρευστότητας που επικρατούσε στο εσωτερικό του κράτους.
Τελικά, ο Ρωμανός φτάνει το καλοκαίρι του 1071 στην περιοχή της πόλης Μάντζικερτ. Εκεί, αφού απορρίπτει τις προτάσεις εκεχειρίας του Αλπ-Αρσλάν, προετοιμάζεται για μάχη. Έτσι, την Παρασκευή 26 Αυγούστου του 1071, λαμβάνει χώρα η μάχη που θα ζημιώσει μακροπρόθεσμα την Ανατολία. Ο Βυζαντινός στρατός αποτελείτο από περίπου 35.000 στρατιώτες με ένα τμήμα να είναι πίσω σε εφεδρεία υπό τον αντίπαλο του Διογένη, Ανδρόνικο Δούκα (υιό του Καίσαρα Ιωάννη Δούκα που είχε εξοριστεί) με εντολή να μην αφήνει μεγάλη απόσταση από τον υπόλοιπο στρατό ώστε να μην παρεισφρήσουν οι εχθροί. Ο αυτοκράτορας είχε τεθεί επικεφαλής του κέντρου που αποτελείτο από τους δικούς του  Καππαδόκες, την αυτοκρατορική φρουρά  και το κατάφρακτο ιππικό. Το αριστερό μέρος που αποτελείτο πρώτιστα από τα βαλκανικά τμήματα το ανέθεσε  στον Νικηφόρο Βρυέννιο, ενώ το δεξιό που αποτελείτο από τα Μικρασιατικά θέματα και τους Αρμένιους το ανέθεσε  στον Θεόδωρο Αλυάτη, με το ελαφρύ ιππικό (μισθοφόροι) να καλύπτει τα πλευρά της στρατιάς. Το αντίστοιχο σχέδιο του σουλτάνου Αλπ Αρσλάν προέβλεπε ότι ο έμπιστος του Ταράγκ με 23.000 ιππείς θα εξαπέλυε πλευρικές επιθέσεις, προσπαθώντας να αποφύγει μάχη σώμα με σώμα, ενώ ο ίδιος με 7.000 άντρες θα παρακολουθούσε από ψηλά την εξέλιξη πράττοντας ανάλογα. Αν και η μάχη ξεκίνησε με καλές προοπτικές για τους Βυζαντινούς, ο εχθρός επιμελώς απέφευγε την κατά μέτωπο σύγκρουση, προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τους Βυζαντινούς με ένα είδος ανορθόδοξου πολέμου. Η επίθεση της αυτοκρατορικής στρατιάς είναι ορμητική αλλά και οι αντίπαλοι του επιδέξιοι απέφευγαν την κύκλωση τους ενώ με τους ικανούς τοξότες τους δημιουργούσαν αρκετά προβλήματα. Κατά το δειλινό, και ενώ δεν είχε γίνει ουσιαστική μάχη, ένα σήμα επιστροφής του Ρωμανού Δ΄, προκάλεσε σύγχυση στο στράτευμα. Τη σύγχυση πιθανόν ενέτειναν οι προδοτικές φήμες που διέδωσε ο στρατηγός Ανδρόνικος Δούκας για συντριβή της εμπροσθοφυλακής. Το χάος που επακολούθησε έδωσε τη δυνατότητα στον ικανότατο και οξύνου Τούρκο φύλαρχο να εξαπολύσει αντεπίθεση και να συντρίψει τους Βυζαντινούς. Με την ολοκληρωτική διάλυση των δύο άκρων όλο το Σελτζουκικό ιππικό έπεσε πάνω στο κέντρο του αυτοκρατορικού στρατού που εξακολουθούσε να μάχεται συντεταγμένα, όμως η μάχη ήταν πλέον άνιση. Ο Διογένης με τους Καππαδόκες και την αυτοκρατορική φρουρά έδιναν σκληρό αγώνα  όμως οι Σελτζούκοι έσφιγγαν τον κλοιό όλο και περισσότερο, για να καταφέρουν τελικά να συλλάβουν τραυματισμένο τον ίδιο τον Αυτοκράτορα. Φόρεσε λοιπόν ο αυτοκράτορας την πανοπλία του, γύμνωσε το ξίφος εναντίον των εχθρών και σκότωσε πλήθος εχθρών και άλλους τόσους έτρεψε σε φυγή. Εν συνεχεία όμως εκείνοι, που έβαλλαν εναντίον του, τον αναγνώρισαν και τον περικύκλωσαν. Τότε πληγωμένος γλιστράει από το άλογο και πιάνεται αιχμάλωτος. Ο αυτοκράτωρ των Ρωμαίων οδηγείται δορυάλωτος στους εχθρούς και το στράτευμα διαλύεται. Λίγοι ήταν αυτοί που διέφυγαν. Οι περισσότεροι είτε πέρασαν δια στόματος μαχαίρας είτε αιχμαλωτίσθησαν. Ο ίδιος ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ρωμανός Δ' Διογένης, μαζί με πολλούς στρατηγούς, πιάστηκε αιχμάλωτος. Η απώλεια της Ανατολίας, βασικού τροφοδότη σε έμψυχο υλικό και τρόφιμα, σημαίνει την ανεπανόρθωτη αποδυνάμωση μεγάλου τμήματος της Βυζαντινής επικράτειας, που αν και μπόρεσε να ορθοποδήσει, ποτέ ξανά δεν έφτασε τα επίπεδα ακμής της δυναστείας των Μακεδόνων. Η ήττα οφειλόταν, κατά μεγάλο μέρος, στην προδοτική στάση στρατιωτικών και πολιτικών όπως οι (Ιωάννης Δούκας, Ανδρόνικος Δούκας, Μιχαήλ Ψελλός. Η Σελτζουκική νίκη ήταν πλήρης αφού εκτός από τον αιχμάλωτο Αυτοκράτορα είχαν στην κατοχή τους  αρκετούς αιχμαλώτους αλλά και σχεδόν απείραχτο το αντίπαλο στρατόπεδο αποκομίζοντας  μεγάλες ποσότητες λάφυρων και εφοδίων. Ακόμα και την ύστατη ώρα, το κακό θα μπορούσε να είχε αποσοβηθεί. Ο Αλπ Αρσλάν, για στρατηγικούς λόγους, πρότεινε όρους ειρήνης μάλλον ευνοϊκούς στο Ρωμανό, και τον άφησε ελεύθερο. Μετά τη συνομολόγηση συνθήκης ειρήνης με το Σελτζούκο σουλτάνο, η οποία άφηνε εδαφικά σχεδόν ανέπαφη τη βυζαντινή Μικρά Ασία, ο Ρωμανός Διογένης απελευθερώθηκε και πήρε την οδό της επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη.
Στην πρωτεύουσα όμως και πριν την επιστροφή του αυτοκράτορα, οι εχθροί του με αρχηγό τον Ιωάννη Δούκα, και επηρεαζόμενοι από τον Μιχαήλ Ψελλό, με πρόφαση την ήττα του Ρωμανού έστεψαν βασιλέα τον Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα. Απέρριψαν κοντόφθαλμα και ασυζητητί τους όρους του Αρσλάν, πολιτική που καταδεικνύει τόσο την έλλειψη διορατικότητας, όσο και την άσβεστη προσωπική τους φιλοδοξία. Η Ευδοκία εξορίστηκε σε μοναστήρι στην Πρίγκηπο. Με εισήγηση του καταχθόνιου Ψελλού, αποκηρύχθηκε ο Ρωμανός και σε συνεργασία με τον Καίσαρα Ιωάννη Δούκα και τούς γιούς του Ανδρόνικο και Κωνσταντίνο, αναγόρευσαν τον γιό της Ευδοκίας Μιχαήλ Ζ’ Δούκα, ως Αυτοκράτορα, ενώ την ίδια την εξανάγκασαν να ασπαστεί το μοναχικό σχήμα. Τάχιστα απέστειλαν διάταγμα προς όλες τις ανατολικές επαρχίες με το οποίο τις καλούσαν να συλλάβουν τον Ρωμανό, ενώ έδειξαν μία σπουδή άνευ προηγουμένου, για να συγκροτήσουν στρατιωτική δύναμη προκειμένου να τον αντιμετωπίσουν. Μία σπουδή πού ουδέποτε είχαν δείξει όταν επρόκειτο να αντιμετωπίσουν τούς ξένους εισβολείς. Η συνέχεια έμελλε να είναι οδυνηρή για τον Ρωμανό. Η μοίρα τον καταδίωκε αλύπητα. Ενώ συγκέντρωσε αξιόλογο στράτευμα πού αποτελείτο από τούς έμπιστους Καππαδόκες, καθυστέρησε να κινηθεί προς την Βασιλεύουσα, και κατευθύνθηκε προς την Καππαδοκία. Στις μάχες πού ακολούθησαν, οι κυβερνητικοί επικουρούμενοι από τούς Φράγκους μισθοφόρους του Κρισπίνου, νίκησαν κατά κράτος τα στρατεύματα του Ρωμανού και έδειξαν την απανθρωπιά τους τυφλώνοντας τον στρατηγό Θεόδωρο Αλυάτη και τον Αρμένιο Δούκα της Αντιοχείας Χατατούριο, πού είχαν συμμαχήσει με τον ηττημένο του Μαντζικέρτ. Ο ίδιος ο Ρωμανός παραδόθηκε στούς διώκτες του, και παρά την αρχική συμφωνία πού είχε γίνει για την σωματική του ακεραιότητα, τον τύφλωσαν, τον μετέφεραν στη νήσο Πρώτη της Προποντίδος, όπου και πέθανε τον Αύγουστο του 1072, μέσα σε αφόρητους πόνους πού είχαν προκαλέσει οι πληγές του. Έτσι η έκφυλη άρχουσα τάξη της αριστοκρατίας και των πλουσίων, άνοιξε τις πύλες προς τούς Ασιάτες νομάδες πού έμελλε να κυριαρχήσουν στην Μικρά Ασία, να την ερημώσουν και να σβήσουν όλα τα σημάδια προηγούμενων πολιτισμών πού είχαν φωτίσει με τα φώτα τους ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η κοιτίδα της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας και επιστημών, η γενέτειρα του Ομήρου, του Θαλή, του Ηροδότου, του Στράβωνα, του Διογένη, αλλά και η κοιτίδα της Ορθοδοξίας, αφού εκεί δίδαξε ο Μέγας Βασίλειος, ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ο Άγιος Νικόλαος, ο Μέγας Φώτιος έμελλε να χάσει την Ελληνική της ταυτότητα.
Πηγή : http://www.istorikathemata.com/2012/08/battle-of-matzikert.html
http://asiaminor.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaId=6007
https://chilonas.com/2012/08/25/httpwp-mep1op6y-pd/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ρωμανός_Δ΄_Διογένης
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Μαλαζγκίρτ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου