Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Οι αρχαίες φυλές των Βαλκανίων : Ιλλυριοί, Δαρδανοι, Τριβαλλοι, Θράκες, Γέτες, Δάκες

Οι Ιλλυριοί είναι ομάδα φύλων του δυτικού τμήματος της χερσονήσου του Αίμου. Η ονομασία τους αυτή, με την οποία έγιναν γνωστοί στις αρχαιοελληνικές πηγές, φαίνεται ότι προήλθε αρχικά από ένα μικρό φύλο της Ιλλυρίδος (*), δηλ. της περιοχής της σημερινής κεντρικής Αλβανίας, με το οποίο ήλθαν σε επαφή για πρώτη φορά οι Έλληνες και στην συνέχεια η χρήση του διαδόθηκε και περιέλαβε όλα τα «ιλλυρικά» φύλα. Μια ένδειξη για την ύπαρξη αυτού του φύλου προέρχεται από το έργο του Πλίνιου του Πρεσβύτερου «Φυσική Ιστορία», που γράφτηκε στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ. και στο οποίο αναφέρεται (ΙΙΙ. 144) η ύπαρξη ενός λαού στην περιοχή των εκβολών του ποταμού Δρίλωνος (σημερ. Drin) στην Αδριατική, που τον αποκαλεί «οι λεγόμενοι κυρίως Ιλλυριοί» (Illyrii proprie dicti). Οι πρόγονοι των Ιλλυριών υποστηρίζεται ότι προήλθαν από την συγχώνευση των Νεολιθικών κατοίκων της περιοχής με τους Αριοευρωπαίους εισβολείς, η οποία σημειώθηκε στην διάρκεια της Χαλκολιθικής Εποχής (4η χιλιετία π.Χ.), κυρίως στις περιοχές της κεντρικής και ανατολικής χερσονήσου του Αίμου. Στο δυτικό τμήμα θα διεισδύσουν αργότερα, με αποτέλεσμα η περιοχή να εμφανίζει καθυστέρηση και η Εποχή του Ορειχάλκου να αρχίσει μόλις το 2100/2000 π.Χ. Η φάση πάντως του σχηματισμού των λεγομένων Πρωτο-Ιλλυριών (Proto-Illyrians) καλύπτει ολόκληρη την Εποχή του Ορειχάλκου (Bronze Age, 2100/2000 – 1100 π.Χ.), ενώ στην διάρκεια των πρώτων αιώνων της Εποχής του Σιδήρου (1100 – 700 π.Χ.), έχουμε την διαμόρφωση των Πρώϊμων Ιλλυριών (First Illyrians). Από το 700 π.Χ. και μετά αναφερόμαστε πλέον στα ήδη σχηματισμένα φύλα των Ιλλυριών που αναφέρονται στους αρχαίους Έλληνες και Ρωμαίους συγγραφείς (βλ. λεπτομέρειες στην Αρχαία Ιστορία του Πανεπιστημίου Καίημπριτζ–Cambridge Ancient History, C.A.H. Vol. III, part 1 σελ. 585). Θα πρέπει πάντως να τονίσουμε, ότι οι συστηματικές έρευνες των τελευταίων δεκαετιών, που συγκέντρωσαν έναν τεράστιο όγκο αρχαιολογικού και γλωσσολογικού υλικού, απέδειξαν ότι οι Ιλλυριοί δεν απετέλεσαν ποτέ μια ομοιογενή εθνική και φυλετική οντότητα (Illyrians, 1996 σελ. 38). Η ανομοιογένεια αυτή ερμηνεύεται όχι μόνον από την ανάμειξη των ιθαγενών Νεολιθικών πληθυσμών με τους Αριοευρωπαίους εισβολείς όπως προαναφέραμε, αλλά και από την είσοδο κεντροευρωπαϊκών λαών των λεγομένων «πολιτισμών των Τεφροδόχων» (Urnfield cultures**) στις κεντρικές και δυτικές περιοχές της χερσονήσου του Αίμου.Η είσοδος αυτών των λαών έγινε σε δύο κύματα: Το πρώτο σημειώθηκε γύρω στο 1200 π.Χ. και ταυτίζεται με την μεγάλη «Φρυγική μετανάστευση», ενώ το δεύτερο πραγματοποιήθηκε στα τέλη του 12ου αιώνα και στην διάρκεια του 11ου αιώνα π.Χ. Αυτό το δεύτερο κύμα είχε αξιοσημείωτη επίδραση ειδικά στις δυτικές περιοχές, όχι μόνον στα υλικά στοιχεία των τοπικών πολιτισμών, αλλά κυρίως στο ότι προκάλεσε νέες μετακινήσεις λαών από τα ανατολικά παράλια της Αδριατικής προς την ιταλική χερσόνησο και ειδικότερα το νοτιοανατολικό της άκρο (αρχ.Ιαπυγία ή Καλαβρία, σημερινή Απουλία).Οι Ιλλυριοί έγιναν γνωστοί κυρίως από τις μόνιμες και επίφοβες επιδρομές τους εναντίον των Μακεδόνων, το βασίλειο των οποίων συχνά έφθασε στα όρια της εξαφάνισης και της υποδούλωσης στους Ιλλυριούς. Θα συντριβούν οριστικά από τον Φίλιππο Β΄ και τον Μ. Αλέξανδρο, αλλά στα χρόνια των Διαδόχων και των Ελληνιστικών κρατών, το φύλο των Δαρδάνων, θα ισχυροποιηθεί και θα αρχίσει και πάλι τις επιδρομές εναντίον της Μακεδονίας. Οι Ιλλυριοί θα υποκύψουν στις αλλεπάλληλες εκστρατείες των Ρωμαίων και μέχρι το 9 μ.Χ. θα ενταχθούν οριστικά στο ρωμαϊκό κράτος, όπου βαθμιαία θα αφομοιωθούν και θα χάσουν ακόμη και την γλώσσα τους, ενώ παράλληλα ένα τμήμα τους εξελληνίσθηκε και συγχωνεύθηκε με τα γειτονικά ελληνικά φύλα. Ο κύριος όγκος τους πάντως αφομοιώθηκε από τα κύματα των Σλάβων που θα εγκατασταθούν στα Βαλκάνια μετά τον 6ο αιώνα μ.Χ. Αξίζει να σημειωθεί ότι από την γλώσσα των Ιλλυριών (η οποία δεν απέκτησε ποτέ γραπτή μορφή), ελάχιστα ίχνη έχουν απομείνει σήμερα, με αποτέλεσμα να είμαστε βέβαιοι μόνον για το γεγονός ότι η Ιλλυρική ανήκει σαφώς στις Αριοευρωπαϊκές (Ινδοευρωπαϊκές) γλώσσες. Οι Δάρδανοι είναι ονομασία δύο λαών με άγνωστη την ακριβή σχέση μεταξύ τους, εκ των οποίων ο ένας κατοικούσε στο κεντρικό τμήμα της χερσόνησο του Αίμου, ενώ ο άλλος εντοπίζεται στην βορειοδυτική Μ. Ασία, στην περιοχή της Τρωάδος. Στον Όμηρο ταυτίζονται με τους Τρώες, ενώ ο Στράβων (Ζ΄ V. 6, 7 και 12) τους αναφέρει ως Ιλλυριούς. Εάν παλαιότερα, στα τέλη ίσως της Χαλκοκρατίας, ένα τμήμα των Δαρδάνων της Βαλκανικής, πέρασε στο Β.Δ. άκρο της Μικράς Ασίας και έδωσε το όνομα σε μια περιοχή της Τρωάδος, όπως πιθανολογείται, μένει να αποδειχθεί. Σύμφωνα πάντως με νεώτερες απόψεις ερευνητών (βλ. John Wilkes: The Illyrians, “Blackwell” – Oxford, 1996 σελ. 144-145), υποστηρίζεται η αντίθετη διαδρομή, δηλ. ότι ένα τμήμα Δαρδάνων, συγγενικού λαού με τους Τρώες, μετανάστευσε από την Μ. Ασία και εγκαταστάθηκε στην Ιλλυρία, όπου θα εκφυλισθούν, ξεπέφτοντας σε ένα αξιοθρήνητο στάδιο βαρβαρότητας. Υπενθυμίζουμε πάντως ότι με το όνομα Δάρδανος, υπήρχε ελληνική πόλη, που ιδρύθηκε από Αιολείς αποίκους στην ακτή του Ελλησπόντου, μεταξύ της Αβύδου και του Ιλίου (Τροίας). Από την πόλη αυτή ονομάσθηκε ο Ελλήσποντος καιΔαρδανέλλια. Κατά τις απόψεις άλλων ερευνητών (βλ. Robert Graves: The Greek Myths, No 158), οιΔάρδανοι ή Δαρδάνιοι των ομηρικών επών, ήσαν ένα τυρρηνικής καταγωγής φύλο, που κατοικούσε στην περιοχή του όρους Ίδη της Τρωάδος. Επώνυμός τους ήρωας, ήταν ο Δάρδανος, ο οποίος κατά την παράδοση ήταν γιoς του Δία και της κόρης του Άτλαντος, Ηλέκτρας. Οι Δάρδανοι της Βαλκανικής, όπως προαναφέρθηκε, αποτελούσαν ένα ιλλυρικό φύλο εντοπισμένο στις κεντρικές περιοχές της σημερινής πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας. Φαίνεται ότι στην συνέχεια αναμίχθηκαν με θρακικά φύλα. Το φρυγικό στοιχείο αναμφισβήτητα συμμετείχε στην διαμόρφωση των φύλων που ήσαν εγκατεστημένα στις κεντρικές περιοχές της χερσονήσου του Αίμου. Κατά τον Στράβωνα (Ζ΄ V. 7): «…Οι Δαρδάνιοι είναι τελείως άγριος λαός· τόσο, ώστε σκάβουν σπηλιές μέσα στην κοπριά και κατοικούν μέσα σε αυτές, αλλά ασχολούνται με την μουσική· πάντοτε χρησιμοποιούν αυλούς και έγχορδα. Αυτοί βρίσκονται στα μεσόγεια…». Θα εμφανισθούν στο ιστορικό προσκήνιο ως εχθρικός λαός των αρχαίων Μακεδόνων εναντίον των οποίων πραγματοποιούσαν συχνές επιδρομές, στις βόρειες περιοχές του Μακεδονικού Βασιλείου. Ο βασιλιάς τους Βάρδυλις (πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ.), θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις υποθέσεις της Μακεδονίας, μέχρι την τελική του ήττα από τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας το 358 π.Χ.
Οι Τριβαλλοί ήταν μια αρχαία φυλή, της οποίας η κυριαρχία εκτεινόταν στις πεδιάδες της σημερινής νότιας Σερβίας και της δυτικής Βουλγαρίας, στον ποταμό Οίσκο (σήμερα Iskar), με κέντρο μάλλον εκεί που συνορεύουν σήμερα η Σερβία και Βουλγαρία. Οι Τριβαλλοί ήταν θρακική φυλή, η οποία δέχτηκε επιρροές από τους Κέλτες, τους Σκύθες και τους Ιλλυρούς.Το 424 π.Χ. δέχτηκαν επίθεση από τον βασιλιά των Οδρυσών Σιτάλκη, ο οποίος ηττήθηκε και έχασε τη ζωή του στην συμπλοκή. Εξωθήθηκαν στα ανατολικά από την εισβολή της Ιλλυρικής φυλής των Αυταριέων. Η χρονολογία αυτού του γεγονότος δεν είναι σίγουρη. Το 376 π.Χ. μια μεγάλη ομάδα Τριβαλλών πέρασαν την οροσειρά του Αίμου και προχώρησαν μέχρι και τα Άβδηρα. Είχαν την υποστήριξη της Μαρώνειας και ήταν έτοιμοι να πολιορκήσουν την πόλη των Αβδήρων, όταν στην ακτή εμφανίστηκε ο Χαβρίας με τον Αθηναϊκό στόλο, και οργάνωσε μια συμφιλίωση. Το 339 π.Χ. όταν ο Φίλιππος Β΄ γυρνούσε από την εκστρατεία του εναντίον των Σκυθών, οι Τριβαλλοί αρνήθηκαν να του επιτρέψουν να διασχίσει τον Αίμο, εκτός αν παρέδιδε μέρος των λαφύρων. Στις αψιμαχίες που ακολούθησαν, ο Φίλιππος ηττήθηκε και τραυματίστηκε στον δεξιό του μηρό από δόρυ, αλλά αργότερα φαίνεται πως οι Τριβαλλοί υποτάχτηκαν από αυτόν. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, ο Αλέξανδρος πέρασε μέσα από τα εδάφη των Οδρυσών μεταξύ του 335-334 π.Χ., διέσχισε τον Αίμο, και μετά από τρεις μάχες, (την Μάχη του Αίμου, τη Μάχη του ποταμού Λύγινου, και την Μάχη της νήσου Πεύκης) νίκησε και εξώθησε του Τριβαλλούς στην σύζευξή του ποταμού Λύγινου στον Δούναβη. Σκοτώθηκαν 3.000 Τριβαλλοί και οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή. Ο βασιλιάς τους Σύρμος (Ρωμαϊκη πόλη Σίρμιο) κατέφυγε στο νησάκι στο Δέλτα του Δούναβη Πεύκη, όπου εξορίστηκαν οι περισσότεροι από τους ηττημένους Θράκες. Οι επιτυχημένες επιθέσεις των Μακεδόνων τρομοκράτησαν τις φυλές γύρω από το Δούναβη. Οι αυτόνομες φυλές έστειλαν αντιπροσώπους για να διαπραγματευτούν ειρήνη, και ο Αλέξανδρος ικανοποιημένος από τις επιχειρήσεις, δέχτηκε λόγω της απασχόλησής του με τους πολέμους του στην Ασία. Τα θρακικά ονόματα επιβίωσαν του εκρωμαϊσμού της περιοχής.Οι Τριβαλλοί περιγράφονταν συχνά ως άγριοι και πολεμοχαρείς (Ισοκράτης), και στον Αριστοφάνη ένας Τριβαλλός παρουσιάζεται ως δείγμα απολίτιστου βάρβαρου.Ο όρος "Τριβαλλοί" εμφανίζεται συχνά σε Βυζαντινά και άλλα Ευρωπαϊκά έργα του Μεσαίωνα, αναφερόμενο σχεδόν αποκλειστικά στους Σέρβους.Οι Θράκες ήταν ένα τεράστιο Ινδοευρωπαικό (Παλαιοβαλκανικό) φύλο, που κατοικούσε μεγάλη έκταση στην Κεντρική και Νοτιοανατολική Ευρώπη. Συνόρευαν με τους Σκύθες στο βορρά, τους Κέλτες και τους Ιλλυριούς στη δύση, τους Έλληνες στο νότο και τη Μαύρη Θάλασσα στην ανατολή. Μιλούσαν τη Θρακική γλώσσα - κλάδο της Ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας. Η μελέτη των Θρακών και του Θρακικού πολιτισμού είναι γνωστή ως Θρακολογία. Οι Θράκες αναφέρονται για πρώτη φορά στην Ιλιάδα του Ομήρου, ως σύμμαχοι τωνΤρώων κατά των Τρωικό Πόλεμο. Oι ονομασίες «Θράκες» και «Θράκη» είναι εξώνυμα καθώς δημιουργήθηκαν από τους Έλληνες. Στην Ελληνική μυθολογία ο Θραξ θεωρείτο ένας από τους περίφημους γιους του θεού Άρη. Στην Άλκηστι ο Ευριπίδης αναφέρει ότι ένα από τα ονόματα του ίδιου του Άρη ήταν Θραξ, καθώς θεωρείτο προστάτης της Θράκης. O Λέο Κλέιν ταυτοποιεί τους πρωτοθράκες με ένα πολιτισμό της Μέσης Εποχής του Ορείχαλκου (22ος έως 18ος αιώνας π.Χ.), που απωθήθηκε από την Ουκρανία από τον προελαύνοντα Ιλλυρικό (Διναρικο) πολιτισμό Σρούμπνα της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου (18ος - 12ος αιώνες π.Χ.). Θεωρείται γενικά ότι ένας λαός πρωτοθρακών προήλθε από την ανάμειξη ιθαγενών λαών και Ινδοευρωπαίων από την εποχή της πρωτοϊνδοευρωπαϊκής επέκτασης την Πρώιμη Εποχή του Ορείχαλκου (1500 π.Χ.). Πρόκειται για πρωτοθράκες, από τους οποίους, κατά την Εποχή του Σιδήρου (περίπου 1000 π.Χ.), προέκυψαν οι Δάκες και οι Θράκες. Διαιρεμένοι σε ξεχωριστές φυλές οι Θράκες δεν κατάφεραν να συγκροτήσουν πολιτική οργάνωση με διάρκεια μέχρι που ιδρύθηκε το κράτος των Οδρυσών τον 5ο αιώνα π.Χ. Στις ορεινές περιοχές ζούσαν πολεμικές και άγριες Θρακικές φυλές, όπως και οι Ιλλυριοί, ενώ οι λαοί στις πεδιάδες θεωρούντο πιο ειρηνικοί. Οι Θράκες κατοίκησαν τμήματα των αρχαίων επαρχιών : Θράκη, Μοισία, Μακεδονία, Δακία, Μικρά Σκυθία, Σαρματία, Βιθυνία, Μυσία, Παννονία και άλλες περιοχές στα Βαλκάνια και στη Μικρά Ασία. Οι Γέτες είναι ιστορικός λαός της Βαλκανικής Χερσονήσου.Ιδιαίτερη θεότητά τους ήταν ο Ζάμολξις. Αυτός ήταν μια προσωπικότητα βαθιά επηρεασμένη από τον Ορφισμό, αν και κάποιες ιστορικές μαρτυρίες τον θέλουν πολύ μεταγενέστερο του Πυθαγόρα και ο ίδιος έδρασε εντελώς έξω από τους χώρους που αναπτύχθηκε το Ορφικό κίνημα. Οι Γέτες πίστευαν ότι πεθαίνοντας πηγαίνουν κοντά στον Ζάλμοξη. Ανά πέντε έτη διάλεγαν έναν άνδρα για να τον στείλουν ως αγγελιοφόρο στο θεό. Τον έριχναν πάνω στις αιχμές τριών δοράτων. Αν δεν πέθαινε, τον θεωρούσαν άνθρωπο κακό και τον αντικαθιστούσαν με άλλο.Οι Γέτες μαζί με τους Δάκες αποτελούσαν τα βορειότερα θρακικά φύλα που ήταν εγκατεστημένα στις περιοχές πέραν του Ίστρου (ή Δούναβη). Οι Γέτες, αν και εθνικώς ανήκαν στους Θράκες συνόρευαν και κάποτε αναμειγνύονταν με τους Σκύθες, διέφεραν όμως ουσιαστικά και από τους μεν και από τους δε. Λόγω αυτής ακριβώς της γεωγραφικής τους τοποθετήσεως ήταν πιο αποκομμένοι από τους υπολοίπους Θράκες και έρχονταν σε πιο άμεση επαφή με τις βαρβαρικές φυλές που κατά καιρούς κατέρχονταν από την βόρεια Ευρώπη ή εισέρχονταν σε αυτήν από τις Ασιατικές στέπες. Το υδάτινο εμπόδιο του Δουνάβεως αφενός και τα σκιώδη αχανή δάση της χώρας μέσα στα οποία κατοικούσαν αφετέρου στάθηκαν η αιτία τού να μην είναι γνωστά πολλά για την ιστορική τους διαδρομή. Για τους Ρωμαίους, ο Ίστρος ήταν το υπερβόρειο όριο, από όπου άρχιζε η χώρα των Γετών. Οι Έλληνες γνώρισαν τους Γέτες εξαιτίας του γεγονότος ότι εκείνοι άλλαζαν ακαταπαύστως οικισμούς και περνούσαν από την μια στην άλλη όχθη του Ίστρου, αναμειγνυόμενοι με τους υπολοίπους Θράκες και τους Μοισούς, αλλά και λόγω του ότι κατοικούσαν στα ανατολικά της χώρας προς τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας.Ο Στράβων σημειώνει σχετικά: «Υπάρχει και μια άλλη παλαιότερη διαίρεση της χώρας, σύμφωνα με την οποία μερικοί ονομάζονται Δάκες και οι άλλοι Γέτες. Τους έλεγαν Γέτες ή Δάκες, και οι Έλληνες οι οποίοι τους θεωρούσαν συγγενείς των Θρακών- «τους πιο γενναίους και τους πιο δίκαιους μεταξύ των Θρακών», σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, - έλεγαν ότι ο θεός του πολέμου Άρης, γεννήθηκε στην χώρα τους.» Γνώριζαν όμως ότι μια τέτοια ιδέα μπορούσε να είναι μονάχα ένας θρύλος, γιατί άλλος θεός, πιο μεγάλος και μόνος , κυριαρχούσε στις τύχες αυτού του λαού. Και ο Πλάτων ισχυρίζετο ότι ο Ζάλμοξις έκανε αυτούς τους ανθρώπους αθανάτους. Οι Δάκες ήταν δυτικό και για την ακρίβεια, αρχικά βορειοδυτικό, θρακικό φύλο εγκατεστημένο βορείως του Δουνάβεως, που θα επεκταθεί στην συνέχεια ανατολικότερα. Ήσαν οι προς δυσμάς γείτονες των Γετών με τους οποίους, σύμφωνα με τους αρχαίους συγγραφείς είχαν κοινή γλώσσα (Στρβ. Ζ΄ III. 12,13). Στα νότια της περιοχής των Δακών ζούσαν (κατά τον 5ο αιώνα π.Χ.) οιΜοισοί, ένα άλλο συγγενικό τους θρακικό φύλο.Στους Έλληνες έγιναν γνωστοί από τον 4ο π.Χ. αιώνα, όταν μέλη αυτού του φύλου εμφανίσθηκαν στην αθηναϊκή αγορά δούλων. Αργότερα ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις με τις ελληνικές αποικίες της Θράκης εισάγοντας κυρίως κρασί. Σύμφωνα όμως με μια άλλη άποψη οι πρώτες αναφορές στους Δάκες χρονολογούνται στο πρώτο μισό του 2ου αιώνα (200-150 π.Χ.). Από τα τέλη του 2ου αιώνα π.Χ. έρχονται σε συχνές συγκρούσεις και πολέμους με τους Ρωμαίους. Την περίοδο 60-50 π.Χ. θα συμπεριληφθούν στο μεγάλο βασίλειο που δημιούργησε ο βασιλεύς των Γετών (κατ’ άλλους των Δακών) Βοιρεβίστας, ο οποίος κατόρθωσε να συνενώσει σε ένα ενιαίο κράτος τους Γέτες, τους Δάκες και άλλα θρακικά φύλα. Από την εποχή εκείνη οι Δάκες αναφέρονται ως το κυρίαρχο φύλο της περιοχής σε αντίθεση με τους Γέτες που βαθμιαία υποχωρούν από το προσκήνιο.
Οι περισσότεροι υποστηρίζουν την άποψη ότι οι Δάκες και οι Μοισοί χρησιμοποιούσαν την λεγομένη Δακομοισική, την οποία θεωρούν ως μια σαφώς διακριτή διάλεκτο της Θρακικής. Άλλοι όμως ερευνητές υποστηρίζουν ότι η Δακομοισική ήταν συγγενής μεν της κυρίως Θρακικής, αλλά τελείως ξεχωριστή γλώσσα. Θα πρέπει τέλος να σημειωθεί η ύπαρξη ενός δακικού φύλου, των Κάρπων, αναφερόμενο και ως Καρποδάκες, το οποίο απέφυγε την υποταγή στους Ρωμαίους, όπως και ορισμένα άλλα μικρά φύλα της περιοχής που είχαν αποσυρθεί στον στρατιωτικά απρόσιτο ορεινό όγκο των Καρπαθίων. Έχει υποστηριχθεί σχετικά πρόσφατα και προσκομίζονται ολοένα και περισσότερα στοιχεία από την έρευνα, τα οποία συγκλίνουν στην ταυτοποίηση αυτού του φύλου με τους σημερινούς Αλβανούς, θεωρούμενο ως προγονικό τους φύλο, απορρίπτοντας έτσι οριστικά την αμφιλεγόμενη και αμφισβητούμενη ούτως ή άλλως καταγωγή των σημερινών Αλβανών από τους Ιλλυριούς. Οι Κάρποι ή ένα μεγάλο τμήμα τους, φαίνεται ότι μετανάστευσαν γύρω στον 5ο αιώνα μ.Χ. μαζί με στοιχεία και άλλων δακικών φύλων και εγκαταστάθηκαν αρχικά στην ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων, απ' όπου άρχισαν να μετακινούνται τον 10ο αιώνα μ.Χ. στο βόρειο τμήμα της σημερινής Αλβανίας (Σκόδρα). Εκεί απορρόφησαν τους ολιγάριθμους πληθυσμούς εκρωμαϊσμένων Ιλλυριών και από την συγχώνευση αυτήν προέκυψαν οι σημερινοί Γκέγκηδες (βόρειοι Αλβανοί), ενώ η εθνογένεση των Τόσκηδων (νότιοι Αλβανοί) ακολούθησε διαφορετική εξέλιξη, λόγω των Ελλήνων της περιοχής.
Πηγή:http://ethnologic.blogspot.gr/2009/11/blog-post_07.html
http://ethnologic.blogspot.gr/2009/11/blog-post_04.html
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%81%CE%B9%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%AF
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%98%CF%81%CE%AC%CE%BA%CE%B5%CF%82
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%93%CE%AD%CF%84%CE%B5%CF%82
http://ethnologic.blogspot.gr/2010/02/200.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου