Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2017

Η στρατηγική του Ελληνορωμαϊκού Κόσμου (Μέρος Α') : Η στρατηγική και οι τακτικές των Αρχαίων Ελλήνων, των Ρωμαίων και των Βυζαντινών

Σήμερα, αλλά και πάντα, ένας στρατιωτικός ηγέτης κρίνεται από τη δυνατότητα του να αφομοιώνει και να εφαρμόζει προγενέστερες αρχές στρατηγικής, κυρίως όμως όταν δημιουργεί νέες αρχές της λεγομένης Μεγάλης ή Υψηλής Στρατηγικής. Το επίπεδο της Στρατηγικής, τουλάχιστον απ όσα έχουν διδάξει οι κορυφαίοι θεωρητικοί του πολέμου, όπως ο ημέτερος Πολύαινος,ο Κινέζος Σουν Τσου και ο Πρώσσος Κλαούζεβιτς και σε νεώτερη εποχή ο διογκωμένης αξίας Βρεττανός Λίντελ Χαρτ, καθορίζεται, ιδίως σε περιόδους πολέμου, από την ικανότητα του ηγέτη και των συνεργατών του, ώστε να κτυπηθεί ο αντίπαλος στην κατάλληλη χρονική στιγμή και σε καίρια σημεία, κατά προτεραιότητα αλλ’ όχι κατά κανόνα, ευπαθή, ώστε να καμφθεί και να υποκύψει. Το αν πρέπει να συντριβεί, γράφαμε τότε, ολικώς ή μερικώς, είναι θέμα Υψηλής Στρατηγικής, δηλαδή πολιτικής σκοπιμότητας. Συγκεκριμένα, ο Φίλιππος μετά τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), δεν επεδίωξε τη συντριβή αλλά τη φιλία των Αθηναίων, όχι γιατί χρειαζόταν αυτή τη φιλία αλλά γιατί χρειαζόταν το στόλο των Αθηναίων, προκειμένου να διενεργήσει εκστρατεία στην Ασία•. Αντίθετα, δύο χρόνια μετά, ο Αλέξανδρος κατέστρεψε συθέμελα τη Θήβα, διότι έκρινε ότι στρατηγικοί λόγοι επέβαλαν να μην αφήσει (πλην της Σπάρτης) και άλλη μια πόλη να δρα εχθρικά στα νώτα του ως δεύτερο μέτωπο. Η διεξαγωγή των πολεμικών επιχειρήσεων είναι θέμα ενός άλλου κλάδου της στρατιωτικής τέχνης που ονομάζεται Τακτική (από το ρήμα τάττω-τάσσω, παρατάσσω). Είναι η τεχνική της παρατάξεως και της κατάλληλης κινήσεως των πολεμικών δυνάμεων για την κατανίκηση του αντιπάλου. Στρατηγική και Τακτική συχνά, συγχέονται, όχι τόσο στον τομέα της θεωρίας όσο στον τομέα της δράσης. Στηρίζονται και οι δύο σε αρχές και αξιώματα που βγήκαν από τη μελέτη του παρελθόντος. Ιδίως του ελληνικού παρελθόντος, χωρίς αυτό να ενέχει ίχνος σωβινιστικού κομπασμού. Το ελληνικό «δαιμόνιο», πρωτοπόρησε και στον τομέα της Τακτικής, λόγω των αλλεπάλληλων και αδιάλειπτων δυστυχώς πολέμων, που διεξήγαγαν, κυρίως αναμεταξύ τους οι Έλληνες. Προ του 6ου π.Χ. αι., οι μάχες ήσαν άπλες συγκρούσεις συμπαγών όγκων που συνήθως είχαν σχήμα πλινθίου• ενός τετραπλεύρου με ακαθόριστο όγκο. Οι Έλληνες έθεσαν τις βάσεις της επιστημονικής διεξαγωγής του πολέμου. Για το λόγο αυτό η πρώτη εφαρμογή άρχων στρατιωτικής τακτικής εμφανίζεται στην αρχαία Ελλάδα. Η ελληνική φάλαγξ, δημιούργημα της σπαρτιατικής στρατιωτικής ιδιοφυΐας, υπήρξε η μεγαλύτερη στρατιωτική καινοτομία του αρχαίου κόσμου, αλλά με πολλές παραλλαγές και των νεωτέρων καιρών. Τη σπαρτιατική φάλαγγα μιμήθηκαν και όλες οι άλλες ελληνικές πόλεις. Η φάλαγγα δεν στηρίζεται στην αρχή της πυκνότητας πάντα η παρατάξιμη δύναμη των Ελλήνων ήταν αριθμητικά περιορισμένη αλλά στην αρχή της ευκαμψίας και της δυνατότητας ελιγμών. Η συνήθης παράταξη ήταν η ακόλουθη: μπρος από τη φάλαγγα που συνήθως είχε βάθος 5-6, συχνά και 8 ανδρών, τοποθετούνταν οι ψιλοί (ελαφρά οπλισμένοι) που λειτουργούσαν κυρίως ανιχνευτικά και δοκιμαστικά. Στα πλάγια τοποθετούνταν κυρίως για κάλυψη οι ιππείς. Οι ελληνικές πόλεις του Νότου, κυρίως Σπάρτη, Αθήνα, Κόρινθος, δεν έδωσαν βαρύτητα στο ιππικό. Στους δικούς τους στρατούς το πέλμα του οπλίτη υπερίσχυσε της οπλής. Η φάλαγγα, ένας σιδερένιος μηχανισμόςλόγω του μεταλλικού οπλισμού των στρατιωτών «από κορυφής μέχρις ονύχων» εκινείτο σαν συμπαγής όγκος κατά του αντιπάλου, με προτεταμένα τα δόρατα, με βήμα ρυθμικό, ρυθμιζόμενο από την κρούση ειδικών μουσικών οργάνων. Μετά τη χρήση των δοράτων, άρχιζε η μάχη «εκ του συστάδην», μάχη σώμα με σώμα, όπου τον πρώτο λόγο είχαν ο «ωθισμός» και η χρήση των ξιφών. Ο μεγαλοφυής νους του Μιλτιάδη φέρνει την πρώτη επανάσταση στον τομέα της Τακτικής. Στον Μαραθώνα ενισχύει τα άκρα και αδυνατίζει το κέντρο, έτσι που κατά την επίθεση η φάλαγγα του να λάβει σχήμα ηλάγρας (- τανάλιας) και να κλείσει μέσα στις «δαγκάνες» της τον αντίπαλο. Η φάλαγγα, όπως είχε ήδη διαμορφωθεί κυρίως η λακωνική που είχε δοκιμασθεί στα Μηδικά αλλά και στον «βροτολοιγό» (=ανθρωποφθόρο) Πελοποννησιακό πόλεμο, δεν ήταν εύκολο να νικηθεί από τους τότε τρόπους μάχης. Αλλά στη διάρκεια του Βοιωτικού-Κορινθιακού πολέμου (395/4 - 386 π.Χ.), που διαδέχθηκε τον Πελοποννησιακό πόλεμο, θα εμφανισθεί ένας άλλος Αθηναίος στρατηγός, που η στρατιωτική του καινοτομία βρήκε την καλύτερη εφαρμογή όχι μόνον τότε, αλλά και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κυρίως όμως στο σημερινό καιρό. Πρόκειται για τον Ιφικράτη, που «είναι ο πρώτος στην ιστορία που οργάνωσε και διεύθυνε μονάδες καταδρομών, που είναι γνωστές στη σύγχρονη ορολογία με την ισπανική ονομασία commandos ». Χάρη στους λεγόμενους «Ιφιχράτειους στρατιώτες» με τις «Ιφιχράτειες υποθέσεις», ο πρωτοπόρος Αθηναίος στρατηγός εφάρμοσε την τακτική του αιφνιδιασμού και της ενέδρας και μπόρεσε να νικήσει μεμονωμένα τμήματα σπαρτιατικού στρατού, τόσο στην Πελοπόννησο όσο και στην περιοχή της Αβύδου. Εκείνος, όμως, που άλλαξε ριζικά τη μορφή του πολέμου, κάνοντας «αναδιανομή» των δυνάμεων της φάλαγγας, είναι ο «Κλαούζεβιτς της αρχαιότητας», όπως τον έχω ονομάσει, ένας φιλόσοφος στρατηγός, ο Επαμεινώνδας, που οι Σπαρτιάτες με τις συνεχείς νίκες τους επί των Θηβαίων, τον εδίδαξαν πως θα τους νικήσει! Ο Επαμεινώνδας είναι ο δημιουργός της περίφημης Λοξής Φάλαγγας, που συνιστά, μέχρι σήμερα, μια μεγάλη επανάσταση στον τομέα της τακτικής,* χάρη στην οποία ένας αριθμητικά ασθενέστερος, αλλά και εκγυμνασμένος στρατός, μπορεί να νικήσει έναν αριθμητικά υπέρτερο και επίσης δοκιμασμένο στρατό. Η τακτική της Λοξής Φάλαγγας, εντελώς συνοπτικά, συνίσταται στην υπερενίσχυση του ενός άκρου συνήθως του αριστερού με σκοπό την άμεση δημιουργία ρήγματος και πλευρική κρούση του αντιπάλου. Οι Μακεδόνες, από την εποχή ήδη του Αρχελάου Α’ (413-399 π.Χ.). κυρίως όμως από την εποχή του Φιλίππου Β’ (359-336 π.Χ.), θα αξιοποιήσουν και θα τελειοποιήσουν στο έπακρο όλες αυτές τις τακτικές, επί πλέον, επηρεασμένοι από τους Θεσσαλούς, θα δώσουν ιδιαίτερη έμφαση στη χρήση του ιππικού. Ο Φίλιππος ξεπέρασε τους Θηβαίους, που διέθεταν τότε τον καλύτερο στρατό ξηράς, στο συντονισμό πεζικού και ιππικού. Η χρήση του ιππικού, mutatis mutandis (^τηρουμένων των αναλογιών), ήταν για τις τότε συνθήκες ο,τι και η χρήση των αρμάτων μάχης στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και στον «Πόλεμο των έξι ήμερων». Ξεπέρασε ακόμη, ως προς το σχηματισμό της φάλαγγας, και τους Λακεδαιμονίους, τόσο στο θέμα του οπλισμού όσο και στο θέμα της αποστολής που είχε κάθε μονάδα και συνολικά όλος ο στρατός κατά τη διεξαγωγή της μάχης.
Ο Ρωμαϊκός στρατός αναφέρεται στις δυνάμεις ξηράς που χρησιμοποίησαν το Ρωμαϊκό Βασίλειο, έπειτα η Ρωμαϊκή Δημοκρατία, αργότερα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ο ρωμαϊκός στρατός ήταν από τους καλύτερους της εποχής του και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ποτέ δεν έμεινε στάσιμος. Συνεχώς η ρωμαϊκή στρατιωτική μηχανή προχωρούσε ανάλογα με τις συνθήκες και πολλές φορές πρωτοπορούσε (corvus) ή άλλες άλλαζε ριζικά τακτικές. Ο πρώτος στρατός της Ρώμης αποτελούταν από οπλίτες. Όταν η Ρώμη ήταν στα πρώτα της στάδια και κυβερνιόταν από Ετρούσκους βασιλείς, σε όλες τις γύρω περιοχές επικρατούσε το σύστημα μάχης που βασιζόταν σε οπλίτες. Αλλά τότε ήταν ανοργάνωτα στρατεύματα που αναμείγνυαν μισθοφόρους με απλούς πολίτες. Στις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ., η Ρώμη βίωσε μια από τις πιο ταπεινωτικές της ήττες: οι Γαλάτες την κατέστρεψαν. Προκειμένου να αναδιοργανωθεί το κράτος ώστε να αποτρέψει μελλοντικές επιθέσεις έπρεπε να γίνουν ριζικές αλλαγές στην σύσταση και λειτουργία του στρατού. Ήταν ζωτικής σημασίας η μετάβαση από το σύστημα των οπλιτών σε ένα νέο, πιο αποδοτικό. Η Ρώμη δεν ήταν σαν την Ελλάδα. Λόγω του εδάφους και των λαών που κατοικούσαν στην Ιταλική χερσόνησο, αυτό ήταν αδύνατο. Δεν μπορούσε ο Ρωμαϊκός στρατός να αντιμετωπίσει με οπλίτες τα βαρβαρικά φύλα που χρησιμοποιούσαν δύσβατες περιοχές και γρήγορες τακτικές στις μάχες. Μια πρώιμη μορφή της Ρωμαϊκής λεγεώνας αντικατέστησε το οπλιτικό σύστημα μάχης. Το νέο σύστημα αποτελούταν από τον στρατό παραταγμένο σε τρεις γραμμές που αποτελούνταν από στρατιώτες κατανεμημένους ανάλογα με την ηλικία και την αρχαιότητα τους. Στην διάρκεια της μάχης, οι πρώτοι που θα έμπαιναν στην μάχη θα ήταν οι hastatii, με υποστήριξη από τους velites που πετούσαν ακόντια ή πέτρες. Εφόσον έγιναν τα πρώτα χτυπήματα και αποδυναμώθηκαν αρκετά οι hastatii, υποχωρούν και στην θέση τους μπαίνουν με ορμή οι principes. Εν όσο πολεμούσαν οι principes, οι hastatii θα έκαναν ανασύνταξη δυνάμεων και ηθικού και θα ξαναέμπαιναν στην μάχη. Στην εποχή των πρώϊμων λεγεώνων εισήχθη και η χαρακτηριστική ορθογώνια παραλληλόγραμμη ασπίδα (scutum) που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι μέχρι την πτώση της Δυτικής Αυτοκρατορίας. Ο ρωμαϊκός στρατός αποτελείτο κυρίως από το πεζικό. Το μικρότερο σώμα του πεζικού ήταν η κενταρχία που είχε 100 άνδρες. Έξι κενταρχίες σχημάτιζαν μία κοόρτις με 600 άνδρες. Δέκα κοόρτεις έφτιαχναν μία λεγεώνα, με 6.000 στρατιώτες. Ο διοικητής κάθε λεγεώνας λεγόταν λεγάτος. Ο αξιωματικός μιάς κενταρχίας λεγόταν κεντηρίων ή εκατόνταρχος. Οι λεγάτοι ήταν τα πιο σημαίνοντα πρόσωπα του στρατού. Και οι κεντηρίωνες όμως έπαιζαν μεγάλο ρόλο, γιατί αυτοί εκπαιδεύανε τους στρατιώτες. Την εποχή του Ιουλίου Καίσαρα , οι στρατιώτες των λεγεώνων ήταν Ρωμαίοι εθελοντές που κατατάσσονταν στο στρατό για είκοσι χρόνια. Υπηρετούσαν επί πληρωμή αλλά ο μισθός τους ήταν ελάχιστος. Ωστόσο συχνά έπαιρναν μερίδιο από τα λάφυρα, καθώς και χρηματικές αμοιβές για την ανδραγαθία τους. Μετά από τα είκοσι χρόνια υπηρεσίας τους στο στρατό οι λεγεωνάριοι αποκτούσαν μία τιμητική θέση στην κοινωνία, έπαιρναν ένα εφάπαξ και ένα κομμάτι γη. Εκτός από τους Ρωμαίους στρατιώτες του ο Καίσαρ χρησιμοποιούσε βοηθητικά σώματα ιππικού που τα σχημάτιζαν σύμμαχοι και υπόδουλοι της Ρώμης. Δεν υπήρχαν Ρωμαίοι στο ιππικό. Το αποτελούσαν συνήθως Γαλάτες, Ισπανοί ή Γερμανοί. Δουλειά του ιππικού ήταν κυρίως η ανίχνευση του εσάφους, η αιφνιδιαστική επίθεση και η καταδίωξη του εχθρού. Σε κάθε εκστρατεία του ρωμαϊκού στρατού, το ιππικό προπορευόταν και ακολουθούσε το πεζικό. Στη μάχη το σύνθημα για υποχώρηση ή επίθεση το έδιναν οι σάλπιγγες. Για τους Ρωμαίους όμως σπάνια το σύνθημα ήταν για υποχώρηση. Ο ρωμαϊκός στρατός έβγαινε τις περισσότερες φορές νικητής.
Ο Βυζαντινός στρατός αποτέλεσε την εξέλιξη αυτού της ύστερης Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η γλώσσα του στρατού αρχικά ήταν ακόμα η Λατινική (αργότερα η Ελληνική επικράτησε, έγινε η επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας) αλλά πιο εμπλουτισμένη σε ορολογίες σχετικές με στρατηγική, τακτικές και οργάνωση. Για παράδειγμα, ο Βυζαντινός στρατός ήταν ο πρώτος στρατός στον κόσμο που υιοθέτησε δυνάμεις συνδυασμένων όπλων ως μέρος του πολεμικού του δόγματος. Αντίθετα από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες, η δύναμή του στηρίζονταν στους Καταφράκτους του βαρέως ιππικού, που εξελίχθηκαν από τους υστερορωμαϊκούς Clibanarii. Το πεζικό συνέχισε να χρησιμοποιείται αλλά κυρίως σε ρόλο υποστήριξης και ως βοηθητικό μέσο για την εκτέλεση ελιγμών από το ιππικό. Οι πεζοί, στην πλειοψηφία τους ήταν Σκουτάτοι του βαρέως πεζικού και αργότερα Κοντάριοι, οι δε υπόλοιποι ήταν ελαφρύ πεζικό και Ψιλοί τοξότες. Οι Δυτικοί, συχνά περιέγραφαν τους Βυζαντινούς στρατιώτες σαν θηλυπρεπείς και απρόθυμους για μάχη, μα αυτή είναι μια εσφαλμένη εντύπωση. Οι Βυζαντινοί εκτιμούσαν την στρατιωτική ευφυΐα και πειθαρχία περισσότερο από τη γενναιότητα και τη ρώμη. Οι «Ρωμαίοι» στρατιώτες ήταν μια ευπειθής δύναμη αποτελούμενη από πολίτες πρόθυμους να πολεμήσουν μέχρι τέλους για να υπερασπιστούν τα σπίτια τους και την πατρίδα τους, ενισχυμένοι από μισθοφόρους. Η στρατολογία πεζικού συνέχιζε να εφαρμόζεται όπως και στο Ρωμαϊκό στρατό, για όλους τους ικανούς να υπηρετήσουν πολίτες. Η εκπαίδευση ήταν παρόμοια με αυτή των λεγεωνάριων, και οι στρατιώτες διδάσκονταν την τεχνική της μάχης εκ του συστάδην με τα ξίφη τους. Όμως με τον καιρό καθιερώθηκε και η συστηματική άσκηση στην τοξοβολία. Αιώνες πολέμου επέτρεψαν στους Βυζαντινούς να γράψουν πολλές πραγματείες πάνω στα πρωτόκολλα του πολέμου, που τελικά περιείχαν στρατηγικές για την αντιμετώπιση των παραδοσιακών εχθρών της αυτοκρατορίας. Μέσα από αυτά τα εγχειρίδια η σοφία των προηγούμενων γενεών έφτασε στις νέες γενεές στρατιωτικών ηγετών. Ένα τέτοιο εγχειρίδιο, τα φημισμένα Τακτικά του Λέοντα ΣΤ΄ του Σοφού, προσφέρει οδηγίες για την αντιμετώπιση διάφορων εχθρών. Στο επόμενο άρθρο θα ακολουθήσει κατάλογος με τους 100 σπουδαιότερους στρατηγούς του Ελληνικού, Ρωμαϊκού και Βυζαντινού κόσμου κατά το δυνατόν σε χρονολογική σειρά.
Πηγή : http://www.orp.gr/?p=6755

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Βυζαντινές_πολεμικές_τακτικές

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ρωμαϊκός_στρατός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου