Ο Ιωάννης ΣΤ' Καντακουζηνός (1292 - 15 Ιουνίου 1383) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας και ιστορικός ο οποίος κάθισε στο θρόνο από το 1341 μέχρι την εκούσια παραίτησή του το 1354. Τυπικά όμως, στέφθηκε αυτοκράτορας μόλις το 1347, ως συναυτοκράτορας του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου, διότι κατά το διάστημα που μεσολάβησε από το θάνατο του Ανδρόνικου Γ' Παλαιολόγου μέχρι το 1347, δεν υπήρχε επίσημος εστεμμένος αυτοκράτορας, αφού ο τελευταίος αυτοκράτορας δεν είχε ορίσει διάδοχο. Η απρονοησία του Ανδρόνικου Γ' Παλαιολόγου να ορίσει διάδοχο έφερε το κράτος σε ένα επικίνδυνο καθεστώς ακυβερνησίας. Ο ανήλικος γιος του Ιωάννης Ε' δεν είχε στεφθεί συναυτοκράτορας και έτσι δημιουργήθηκε σοβαρό πολιτικό πρόβλημα, το οποίο έσπευσαν να εκμεταλλευτούν διάφοροι παράγοντες της εξουσίας, όπως η Αυτοκράτειρα και χήρα του Ανδρόνικου Άννα της Σαβοΐας, ο φιλόδοξος Πατριάρχης Ιωάννης Καλέκας και ο στρατηγός Αλέξιος Απόκαυκος. Μόνος εγγυητής της ομαλότητας σε αυτό το χάος ήταν ο έντιμος και πιστός Ιωάννης Καντακουζηνός, ο οποίος είχε σταθεί στο πλευρό του αυτοκράτορα μέχρι το τέλος, και ο οποίος αρχικά προσπάθησε να εξασφαλίσει τα δικαιώματα του νεαρού Ιωάννη, στο τέλος όμως βρέθηκε αντιμέτωπος μαζί του. Όντας συχνά σε εκστρατείες, ήταν εύκολος στόχος των μηχανορραφιών της Κωνσταντινούπολης. Ο Δεύτερος Εμφύλιος των Βυζαντινών ξεκινά το 1341 και στη διάρκειά του οι αντίπαλες πλευρές αναγκάστηκαν να συνάψουν συμμαχίες με εχθρούς του Βυζαντίου, όπως το Στέφανο Δουσάν της Σερβίας ο οποίος άλλαξε στρατόπεδα κατά τα ίδια συμφέροντα, αλλά ακόμα και τους ίδιους τους Τούρκους, τους οποίους έφεραν ως επιδιαιτητές οι ίδιοι οι Βυζαντινοί στην καθαρά εσωτερική αυτή υπόθεση. Παράλληλα, ξόδεψαν κάθε ίχνος χρυσού που υπήρχε διαθέσιμο, με χαρακτηριστικό δείγμα την κατάθεση των αυτοκρατορικών κοσμημάτων σε βενετικό ενεχυροδανειστήριο από την Άννα της Σαβοίας έναντι ευτελούς ποσού. Η διαμάχη τελείωσε το 1347, με πρώτο αυτοκράτορα τον ανήλικο Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο και συναυτοκράτορα τον Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνό. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, όμως, έληξαν οριστικά μόνο όταν ο δεύτερος παραιτήθηκε από το θρόνο το 1354, και εκάρη μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ, αφήνοντας μόνο ηγέτη το νεαρό Παλαιολόγο.
Επίσης, το 1347 ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη επιδημία πανούκλας, που οδήγησε στο θάνατο, κατά ορισμένες εκδοχές, έως και τα 8/9 του πληθυσμού της Βασιλεύουσας. Τον ίδιο καιρό, σημειώθηκαν διαμάχες μεταξύ των Βενετών και Γενουατών, με πεδίο μάχης την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Προσπαθώντας να επιλύσει το πρόβλημα που του προκαλούσε αυτή η αναταραχή, ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπέστη οδυνηρή ναυτική ήττα από τους Γενουάτες στον Κεράτιο το 1349. Νέα μάχη το 1352 είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Μελανότερο ίσως σημείο της διακυβέρνησής του είναι η συμμαχία του με το Σουλεϊμάν πασά, σε εκστρατεία κατά του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου, ο οποίος πολιορκούσε την Αδριανούπολη ενάντια στο διοικητή της, γιο του ίδιου του Καντακουζηνού. Οι τουρκικές ορδές επιδόθηκαν στις γνωστές τους συνήθειες των σφαγών και της λεηλασίας, πράξεις που στα μάτια των Βυζαντινών υπηκόων έγιναν με τη συγκατάθεση ή έστω την ανοχή του συναυτοκράτορά τους. Το 1354, η ερημωμένη από καταστροφικό σεισμό Καλλίπολη εποικήθηκε από Τούρκους του Σουλεϊμάν, οι οποίοι (προσκεκλημένοι του ίδιου του Καντακουζηνού) διαπίστωσαν και μόνοι τους τον πλούτο και την ευφορία της Θράκης. Έτσι, πατούν για πρώτη φορά πόδι με αξιώσεις στην ίδια την ευρωπαïκή γη, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την ίδια τη Βασιλεύουσα.
Συμμετέχοντας ενεργά στη διακυβέρνηση για περισσότερα από 25 χρόνια, αλλά εστεμμένος Αυτοκράτορας μόλις για επτά, ο Ιωάννης Καντακουζηνός είναι σημαντική μορφή ανάμεσα στους Βυζαντινούς ηγέτες. Προικισμένος με πλείστα από τα προσόντα που απαιτούνται για έναν άξιο Αυτοκράτορα, βρέθηκε να έχει τα ηνία του κράτους υπό τόσο δυσμενείς διεθνείς συγκυρίες, που πιθανόν άλλος, λιγότερο ικανός, να μην είχε καταφέρει να το διασώσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι αν και ποτέ δεν αμφισβήτησε επίσημα την πρωτοκαθεδρία του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου στο θρόνο, βρέθηκε μονίμως κατηγορούμενος για έλλειψη αφοσίωσης σε αυτόν, με αποτέλεσμα μακροχρόνιες εμφύλιες διαμάχες οι οποίες συνέθλιψαν οικονομικά αλλά και πολιτικά το Βυζάντιο.
Ο Βυζαντινός εμφύλιος πόλεμος 1341-47, μερικές φορές αναφερόμενος ως Δεύτερος Παλαιολόγειος Εμφύλιος Πόλεμος, ήταν μια σύγκρουση που ξέσπασε μετά το θάνατο του Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου για την κηδεμονία του εννιάχρονου γιου και διαδόχου του, Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Ενέπλεξε από την μία πλευρά τον κύριο συνεργάτη του Ανδρόνικου Γ΄, Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, και από την άλλη την αντιβασιλεία υπό την αυτοκράτειρα Άννα της Σαβοΐας, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη ΙΔ΄ Καλέκα, και τον μέγα δούκα Αλέξιο Απόκαυκο. Ο πόλεμος πόλωσε την Βυζαντινή κοινωνία διαχωρίζοντας τις κοινωνικές τάξεις, με την αριστοκρατία να υποστηρίζει τον Καντακουζηνό και τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις να υποστηρίζουν την αντιβασιλεία. Σε μικρότερο βαθμό, η σύγκρουση απέκτησε και θρησκευτική χροιά. Το Βυζάντιο είχε εμπλακεί στη διαμάχη του Ησυχασμού, και η τήρηση του μυστικιστικού δόγματος του Ησυχασμού συχνά ταυτιζόταν με υποστήριξη προς τον Καντακουζηνό. Ως βασικός συνεργάτης και πιο στενός φίλος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ΄, ο Καντακουζηνός ανέλαβε την κηδεμονία του ανήλικου Ιωάννη Ε΄ μετά το θάνατο του αυτοκράτορα, τον Ιούνιο του 1341. Ενώ όμως ο Καντακουζηνός ήταν απών από την Κωνσταντινούπολη το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ένα πραξικόπημα με επικεφαλής τον Αλέξιο Απόκαυκο και τον Πατριάρχη Ιωάννη ΙΔ΄ εξασφάλισε την υποστήριξη της αυτοκράτειρας Άννας και καθιέρωσε μια νέα αντιβασιλεία. Σε απάντηση, ο στρατός και οι οπαδοί του Καντακουζηνού τον ανακήρυξαν συναυτοκράτορα τον Οκτώβριο, επιβεβαιώνοντας το χάσμα μεταξύ του ιδίου και της νέας αντιβασιλείας, το οποίο κλιμακώθηκε αμέσως σε ένοπλη σύγκρουση.
Κατά τα πρώτα χρόνια του πολέμου, οι δυνάμεις της αντιβασιλείας επικράτησαν. Στον απόηχο διαφόρων αντιαριστοκρατικών εξεγέρσεων, κυρίως αυτή των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη, η πλειοψηφία των πόλεων της Θράκης και της Μακεδονίας τέθηκαν υπό τον έλεγχο της αντιβασιλείας. Με τη βοήθεια του Στεφάνου Δουσάν της Σερβίας και του Τούρκου Ουμούρ Μπέη του Αϊδινίου, ο Καντακουζηνός σταδιακά αντέστρεψε την κατάσταση. Μέχρι το 1345, παρά την αποστασία του Δουσάν και την απόσυρση του εμιρη Ουμούρ, ο Καντακουζηνός απέκτησε το πάνω χέρι και το διατήρησε με τη βοήθεια του Ορχάν, μπέη του Οθωμανικού εμιράτου. Η δολοφονία τον Ιούνιο του 1345 του μέγα δούκα Απόκαυκου, του βασικού ιθύνοντα νου της αντιβασιλείας, της επέφερε ένα σοβαρό πλήγμα. Επισήμως εστεμμένος ως αυτοκράτορας στην Αδριανούπολη το 1346, ο Καντακουζηνός εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη στις 3 Φεβρουαρίου 1347. Κατόπιν συμφωνίας θα κυβερνούσε για δέκα χρόνια ως πρώτος αυτοκράτορας και αντιβασιλέας για τον Ιωάννη Ε΄, έως ότου αυτός να ενηλικιωθεί και να κυβερνήσει ως ίσος. Παρά την προφανή του νίκη, σε λίγα χρόνια η επανάληψη του εμφυλίου πολέμου ανάγκασε τον Καντακουζηνό να παραιτηθεί και να αποσυρθεί για να μονάσει το 1354.
Οι συνέπειες της παρατεταμένης σύγκρουσης αποδείχθηκαν καταστροφικές για την Αυτοκρατορία, η οποία είχε ανακτήσει μια σχετική σταθερότητα υπό το Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο. Επτά χρόνια πολέμου, η επιδρομές των διαφόρων στρατών, η κοινωνική αναταραχή, και η έλευση του Μαύρου Θανάτου (πανούκλας) κατέστρεψε το Βυζάντιο και το κατέστησε σκιά του εαυτού του. Η σύγκρουση επίσης επέτρεψε στον Δουσάν να κατακτήσει την Αλβανία, την Ήπειρο και το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, όπου ίδρυσε τη Σερβική Αυτοκρατορία. Το Β΄ Βουλγαρικό βασίλειο απέκτησε επίσης έδαφος βόρεια του ποταμού Έβρου. Τις ημέρες βασιλείας του Καντακουζηνού, ξέσπασε και η ησυχαστική διαμάχη που δίχασε τον ορθόδοξο λαό και κλήρο. Αντίπαλοι στην έριδα αυτή, ο Γρηγόριος Παλαμάς από την πλευρά των ησυχαστών και ο Νικηφόρος Γρηγοράς από τους ενάντιους. Η έριδα αυτή, αν και βαθειά θεωρητική, αποτέλεσε σημαντικό πρόβλημα που προσετέθη στα λοιπά δεινά του κράτους, αφού δηλητηρίασε την κοινωνική ειρήνη για πολλά χρόνια. Κατά την υπερχιλιόχρονη βυζαντινή παράδοση, ο ίδιος ο Αυτοκράτορας κλήθηκε να το αντιμετωπίσει το θέμα, με την σύγκλιση 4 διαδοχικών συμβουλίων και τελική έκβαση τη δικαίωση του ησυχαστικού κινήματος το 1349.
Αποφασίζοντας να δώσει μια λύση στη διαμάχη του εκκλησιαστικού ζητήματος μεταξύ Ησυχαστών και αντιησυχαστών, ο Ιωάννης Στ’ Καντακουζηνός δίνει εντολή για την σύγκλιση συνόδου στην οποία θα συμμετείχε ως πρόεδρος, λίγο μετά την επιστροφή του από τη Θεσσαλονίκη το 1351. Μαζί με τον πατριάρχη Κάλλιστο, ο οποίος εξελέγη σε αυτή την θέση από τις 10/6/1350, ξεκίνησαν τις εργασίες στις 28/5/1351. Με τον Αθωνίτη μοναχό και φίλο του Παλαμά, πατριάρχη και τους φίλια προσκείμενους στον ησυχασμό επισκόπους, το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν προδεδικασμένο. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς όμως παραμένει ανένδοτος και υπερασπίζεται σθεναρά την γνώμη του. Στις 9/6 αναγνώσθηκαν οι αποφάσεις κατά των αντιπαλαμικών που απαγγέλθηκαν τα έτη 1341 κι 1347. Τον επόμενο μήνα, σε νέα σύνοδο, αυτή τη φορά μόνο με παλαμικούς, απαγγέλλεται η ορθόδοξη διδασκαλία του Γρηγόριου Παλαμά, αφορίζονται οι διαφωνούντες και σε τελετή στις 15/8 στην Αγία Σοφία ο Τόμος υπογράφεται και από τον Καντακουζηνό. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς θα εγκλειστεί στη μονή της Χώρας απ’ όπου θα συνεχίσει να υπερασπίζεται την αξία της δικής του θεολογικής ερμηνείας.
Στο πεδίο των επιχειρήσεων, ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος αναλαμβάνει θερινή εκστρατεία ενάντια στον ήδη δυσαρεστημένο Ματθαίο, που νιώθει παραγκωνισμένος από τον πατέρα του, πολιορκώντας την Αδριανούπολη. Με Τούρκους ενισχυτικούς η πολιορκία σπάει και ο Ιωάννης Ε’ κλιμακώνει την σύγκρουση καλώντας τους Σέρβους του Δουσάν που καταφθάνει με 4.000 ιππείς και τους Βούλγαρους. Οι προσπάθειες, από τις 10/6/1352, του μεσολαβητή πατριάρχη Κάλλιστου αποβαίνουν άκαρπες. Ο Οθωμανός εμίρης Ορχάν της Προύσσας καταφθάνει με 10.000-12.000 ιππείς υπό τον Σουλεϊμάν και συντρίβει τους συμμάχους του Ιωάννη Ε’ τον χειμώνα του 1352, στον ποταμό Έβρο. Ο τελευταίος εγκαταλείπει την Θράκη στις αρχές του 1353 και μεταβαίνει στην Τένεδο, μαζί με τη σύζυγό του. Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά όπου οι Οθωμανοί θα έρχονταν μετά από πρόσκληση των Βυζαντινών. Η ουσιαστική μεταβολή της Οθωμανικής πολιτικής απέναντι στο Βυζάντιο αποκαλύφθηκε, όταν ο δραστήριος Σουλεϊμάν κατέλαβε το 1352 το Θρακικό φρούριο της Τζύμπης στα Δαρδανέλλια, αρνούμενος να το επιστρέψει στον Καντακουζηνό. Η νέα, μόνιμη πλέον, βάση των Οθωμανών από τον συγγενή μάλιστα του αυτοκράτορα άφηνε ανοιχτή πλέον την «κερκόπορτα» για την κατάληψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μέσα σε αυτή την εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο αποφασίζεται πλέον να κοπεί το νήμα της δυναστείας των Παλαιολόγων και να αναγορευθεί, ο Ματθαίος Καντακουζηνός συναυτοκράτορας. Οι συνεχείς συγκρούσεις είχαν διαλύσει οριστικά πλέον την ιδέα του «προστάτη» του Ιωάννη Ε’. Όμως η πράξη αυτή βρήκε αντιμέτωπη την άρνηση του πατριάρχη Κάλλιστου, καθώς αρνούνταν να συναινέσει στον παραγκωνισμό του νόμιμου αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, υπενθυμίζοντάς του να μην αθετήσει τον όρκο που έδωσε το 1347. Τον Απρίλιο του 1353 γίνεται η αναγόρευση του Ματθαίου Καντακουζηνού στο παλάτι και πλέον με διάταγμα, θα μνημονεύονταν το όνομά του στη θέση του Ιωάννη Παλαιολόγου και θα συνεχιζόταν η μνημόνευση της αυτοκράτειρας Άννας και του υιού του Ιωάννη Ε’, Ανδρόνικου. Το ζητούμενο ήταν η απαλοιφή και η απομόνωση του Ιωάννη Ε’ , όπως και έγινε. Το αποτέλεσμα ήταν να παραιτηθεί από την θέση του ο Κάλλιστος, να προσφύγει στη συνοικία του Γαλατά, όπου οι Γενουάτες τον βοήθησαν να μεταβεί στην Τένεδο για να τύχει θερμής υποδοχής από τον Ιωάννη Ε’, ο οποίος τον αντάμειψε. Την θέση του Κάλλιστου ανέλαβε να αναπληρώσει ο Φιλόθεος Κόκκινος, ο επίσκοπος Ηράκλειας, ο οποίος πρόθυμα τέλεσε την στέψη του Ματθαίου με την Ειρήνη τον Φεβρουάριο του 1354. Η τελετή έλαβε μέρος, στο ναό της Παρθένου στις Βλαχέρνες. Σύμφωνα με το εθιμοτυπικό ο ίδιος ο Ματθαίος τοποθέτησε το στέμμα στην σύζυγό του. Φαινομενικά, η γραμμή διαδοχής είχε εξασφαλιστεί.
Τα προβλήματα όμως ήταν ακόμα αξεπέραστα. Η παρουσία των Τούρκων βοηθητικών είχε γίνει ανυπόφορη για τους ήδη σκληρά δοκιμαζόμενους κατοίκους της Θράκης. Σταδιακά οι Οθωμανοί, συμπεριφέρονταν σαν να ήταν κύριοι των εδαφών και με αιχμή τους ημιανεξάρτητους γαζήδες (ιππείς) ερήμωναν και ξεχαρβάλωναν την όποια άμυνα προσπαθούσε να αντιτάξει το Βυζάντιο. Ο φιλόδοξος υιός του Ορχάν, Σουλεϊμάν, αποτελεί μια μόνιμη απειλή στην εύθραυστη συμμαχία με τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Οι Οθωμανοί εξαπλώνονται και καταλαμβάνουν έναν λιμένα, τον Akca Liman, το φρούριο του Εξαμιλίου, τη Μάδυτο και το χωριό Σόφους. Με διπλωματικούς ελιγμούς ο Ορχάν προσπαθούσε να αναβάλλει συνεχώς την προσφορά του Καντακουζηνού να αποχωρήσει από την χερσόνησο της Καλλίπολης, με αντάλλαγμα 10.000 υπέρπυρα. Η νύχτα της 2ας Μαρτίου του 1354, σημαδεύτηκε από έναν ισχυρότατο σεισμό που διέλυσε ολοσχερώς τους οικισμούς πέριξ της Καλλίπολης, προκαλώντας εκατόμβες νεκρών, χιλιάδες προσφύγες και τεράστιες υλικές ζημιές. Τα ισοπεδωμένα τείχη της διαλυμένης Καλλίπολης, το «μάτι» του Βυζαντίου αυτή την περίοδο, αποτέλεσαν μια θαυμάσια ευκαιρία για τον Σουλεϊμάν, να διεκπεραιώσει την αποστολή πλήθους Οθωμανών στην Θράκη, τοποθετώντας ισχυρή φρουρά στην πόλη που καταλήφθηκε, ανοικοδομώντας τα τείχη. Στις διαμαρτυρίες των Βυζαντινών ο Σουλεϊμάν απάντησε ότι δεν μπορεί να αρνηθεί ένα «θεόσταλτο» δώρο, οδηγώντας τον Καντακουζηνό στην απεγνωσμένη κίνηση να τετραπλασιάσει το αρχικό προσφερόμενο ποσό. Η επιστροφή του αυτοκράτορα από συνάντηση στη Νικομήδεια που αναβλήθηκε, επειδή ο Ορχάν προφασίστηκε ότι ασθένησε, έδειχνε αν μη τι άλλο, ένα τετελεσμένο γεγονός. Η δοκιμασία για την ειλικρινή ή μη, η ήδη αμφίβολη πρόθεση των Οθωμανών θα χαθεί με την πτώση του Ιωάννη Καντακουζηνού.
Μη έχοντας πολλές επιλογές ο Καντακουζηνός πλέει για Τένεδο το καλοκαίρι του 1354 προκειμένου να λύσει τις διαφορές με τον γαμπρό του Ιωάννη, χωρίς όμως να προκύψει τίποτα. Στις 29/11 ο Ιωάννης Ε’ αναχώρησε από την Τένεδο και κατάφερε να περάσει απαρατήρητος στο λιμάνι του Επτασκάλου και να εισέλθει στη Βυζαντινή πρωτεύουσα. Ο Ιωάννης Παλαιολόγος με ισχυρή βοήθεια από τον λαό της Κωνσταντινούπολης, καταλάμβανε μία προς μία τις οχυρωμένες θέσεις των στρατευμάτων του αυτοκράτορα. Ο Φιλόθεος κατέφυγε σε μυστική εσοχή στον Ναό της Αγίας Σοφίας και την 1/12 ο Ιωάννης Ε’ πρότεινε την γενική αμνηστία και την από κοινού άσκηση της εξουσίας με προβάδισμα του πεθερού του. Σε κρατική σύνοδος που συγκλήθηκε, συζητήθηκε το επείγον ζήτημα της απειλής των Τούρκων. Ο Καντακουζηνός επέμεινε στο μάταιο της ένοπλης αντιπαράθεσης, παρά μόνο αν υπήρχε υποστήριξη από ισχυρούς συμμάχους, ένα ρεαλιστικό αλλά μάλλον αντιφατικό επιχείρημα από την κατάσταση που κατά μέγα μέρος είχε αυτός προκαλέσει. Δεδομένης της εχθρότητας του λαού απέναντι στον Καντακουζηνό, ο τελευταίος τελικώς παραιτήθηκε στις 10/12/1354 από το αξίωμά του και απεκδύθηκε όλα τα βασιλικά του ενδύματα, αποσυρόμενος ως Ιωάσαφ στη Μονή Αγίου Γεωργίου της Μαγνάυρας στην πρωτεύουσα.
Ούτε αυτό όμως ήταν αρκετό για να αποτρέψει μια νέα σύγκρουση. Το 1355 νέες μάχες μεταξύ Ιωάννη Ε’ και Ματθαίου, οδήγησαν στη συμφωνία να διατηρήσουν αμφότεροι τον τίτλο του αυτοκράτορα, όμως ο Ματθαίος να χρησιμοποιεί τον τίτλο του στο Μοριά. Το επόμενο έτος ξεσπά για ακόμα μια φορά πόλεμος, με τον Ματθαίο υποστηριζόμενο από Οθωμανικά και Σερβικά στρατεύματα να προελαύνει προς την Κωνσταντινούπολη. Ενεργώντας αποτελεσματικά ο Ορχάν στρέφεται αποκλειστικά προς τον Ιωάννη Ε’ ενώ αφήνει πολεμιστές νομάδες με τους οποίους έχει χαλαρή εξάρτηση να προσβάλλουν την επικράτεια του Ματθαίου. Τελικώς, η επιχείρηση κατέληξε σε φιάσκο με τους Τούρκους και τους Σέρβους να μάχονται μεταξύ τους και τον Ματθαίο να καταλήγει αιχμάλωτος του Σέρβου διοικητή της Δράμας, Vojihna. Τα λύτρα της απελευθέρωσης θα πληρώσει τελικά ο Ιωάννης Ε’ και ο Ματθαίος μετά από μια αποτυχημένη συνωμοσία θα πεισθεί να αποποιηθεί τον αυτοκρατορικό τίτλο του. Τον Δεκέμβριο του 1357 σε επίσημη τελετή στους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, παρουσία αυτοκρατόρων, πατριαρχών Κωνσταντινούπολης και Ιεροσολύμων και πλήθους επισκόπων και συγκλητικών ο Ματθαίος Καντακουζηνός δίνει όρκο υποταγής στον Ιωάννη Ε’. Με αυτή την τελετή τερματίστηκε η εμφύλια διαμάχη Παλαιολόγων και Καντακουζηνών που σπάραξε το Βυζάντιο, αφαίμαξε τους λιγοστούς πόρους, εξάντλησε το στράτευμα και τον κοινωνικό ιστό και έβαλε ταφόπλακα στις όποιες ελπίδες είχε η Αυτοκρατορία να ανασυσταθεί.
Πηγή : https://www.pentapostagma.gr/2019/04/το-βυζάντιο-υπό-διάλυση-ο-εμφύλιος-πόλ.html
http://avagnon.blogspot.com/2015/10/blog-post_26.html
Επίσης, το 1347 ξέσπασε στην Κωνσταντινούπολη επιδημία πανούκλας, που οδήγησε στο θάνατο, κατά ορισμένες εκδοχές, έως και τα 8/9 του πληθυσμού της Βασιλεύουσας. Τον ίδιο καιρό, σημειώθηκαν διαμάχες μεταξύ των Βενετών και Γενουατών, με πεδίο μάχης την ίδια την Κωνσταντινούπολη. Προσπαθώντας να επιλύσει το πρόβλημα που του προκαλούσε αυτή η αναταραχή, ο Ιωάννης Καντακουζηνός υπέστη οδυνηρή ναυτική ήττα από τους Γενουάτες στον Κεράτιο το 1349. Νέα μάχη το 1352 είχε το ίδιο αποτέλεσμα. Μελανότερο ίσως σημείο της διακυβέρνησής του είναι η συμμαχία του με το Σουλεϊμάν πασά, σε εκστρατεία κατά του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου, ο οποίος πολιορκούσε την Αδριανούπολη ενάντια στο διοικητή της, γιο του ίδιου του Καντακουζηνού. Οι τουρκικές ορδές επιδόθηκαν στις γνωστές τους συνήθειες των σφαγών και της λεηλασίας, πράξεις που στα μάτια των Βυζαντινών υπηκόων έγιναν με τη συγκατάθεση ή έστω την ανοχή του συναυτοκράτορά τους. Το 1354, η ερημωμένη από καταστροφικό σεισμό Καλλίπολη εποικήθηκε από Τούρκους του Σουλεϊμάν, οι οποίοι (προσκεκλημένοι του ίδιου του Καντακουζηνού) διαπίστωσαν και μόνοι τους τον πλούτο και την ευφορία της Θράκης. Έτσι, πατούν για πρώτη φορά πόδι με αξιώσεις στην ίδια την ευρωπαïκή γη, λίγα χιλιόμετρα μακριά από την ίδια τη Βασιλεύουσα.
Συμμετέχοντας ενεργά στη διακυβέρνηση για περισσότερα από 25 χρόνια, αλλά εστεμμένος Αυτοκράτορας μόλις για επτά, ο Ιωάννης Καντακουζηνός είναι σημαντική μορφή ανάμεσα στους Βυζαντινούς ηγέτες. Προικισμένος με πλείστα από τα προσόντα που απαιτούνται για έναν άξιο Αυτοκράτορα, βρέθηκε να έχει τα ηνία του κράτους υπό τόσο δυσμενείς διεθνείς συγκυρίες, που πιθανόν άλλος, λιγότερο ικανός, να μην είχε καταφέρει να το διασώσει. Είναι χαρακτηριστικό ότι αν και ποτέ δεν αμφισβήτησε επίσημα την πρωτοκαθεδρία του Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου στο θρόνο, βρέθηκε μονίμως κατηγορούμενος για έλλειψη αφοσίωσης σε αυτόν, με αποτέλεσμα μακροχρόνιες εμφύλιες διαμάχες οι οποίες συνέθλιψαν οικονομικά αλλά και πολιτικά το Βυζάντιο.
Ο Βυζαντινός εμφύλιος πόλεμος 1341-47, μερικές φορές αναφερόμενος ως Δεύτερος Παλαιολόγειος Εμφύλιος Πόλεμος, ήταν μια σύγκρουση που ξέσπασε μετά το θάνατο του Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου για την κηδεμονία του εννιάχρονου γιου και διαδόχου του, Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου. Ενέπλεξε από την μία πλευρά τον κύριο συνεργάτη του Ανδρόνικου Γ΄, Ιωάννη ΣΤ΄ Καντακουζηνό, και από την άλλη την αντιβασιλεία υπό την αυτοκράτειρα Άννα της Σαβοΐας, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννη ΙΔ΄ Καλέκα, και τον μέγα δούκα Αλέξιο Απόκαυκο. Ο πόλεμος πόλωσε την Βυζαντινή κοινωνία διαχωρίζοντας τις κοινωνικές τάξεις, με την αριστοκρατία να υποστηρίζει τον Καντακουζηνό και τις κατώτερες και μεσαίες τάξεις να υποστηρίζουν την αντιβασιλεία. Σε μικρότερο βαθμό, η σύγκρουση απέκτησε και θρησκευτική χροιά. Το Βυζάντιο είχε εμπλακεί στη διαμάχη του Ησυχασμού, και η τήρηση του μυστικιστικού δόγματος του Ησυχασμού συχνά ταυτιζόταν με υποστήριξη προς τον Καντακουζηνό. Ως βασικός συνεργάτης και πιο στενός φίλος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ΄, ο Καντακουζηνός ανέλαβε την κηδεμονία του ανήλικου Ιωάννη Ε΄ μετά το θάνατο του αυτοκράτορα, τον Ιούνιο του 1341. Ενώ όμως ο Καντακουζηνός ήταν απών από την Κωνσταντινούπολη το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ένα πραξικόπημα με επικεφαλής τον Αλέξιο Απόκαυκο και τον Πατριάρχη Ιωάννη ΙΔ΄ εξασφάλισε την υποστήριξη της αυτοκράτειρας Άννας και καθιέρωσε μια νέα αντιβασιλεία. Σε απάντηση, ο στρατός και οι οπαδοί του Καντακουζηνού τον ανακήρυξαν συναυτοκράτορα τον Οκτώβριο, επιβεβαιώνοντας το χάσμα μεταξύ του ιδίου και της νέας αντιβασιλείας, το οποίο κλιμακώθηκε αμέσως σε ένοπλη σύγκρουση.
Κατά τα πρώτα χρόνια του πολέμου, οι δυνάμεις της αντιβασιλείας επικράτησαν. Στον απόηχο διαφόρων αντιαριστοκρατικών εξεγέρσεων, κυρίως αυτή των Ζηλωτών στη Θεσσαλονίκη, η πλειοψηφία των πόλεων της Θράκης και της Μακεδονίας τέθηκαν υπό τον έλεγχο της αντιβασιλείας. Με τη βοήθεια του Στεφάνου Δουσάν της Σερβίας και του Τούρκου Ουμούρ Μπέη του Αϊδινίου, ο Καντακουζηνός σταδιακά αντέστρεψε την κατάσταση. Μέχρι το 1345, παρά την αποστασία του Δουσάν και την απόσυρση του εμιρη Ουμούρ, ο Καντακουζηνός απέκτησε το πάνω χέρι και το διατήρησε με τη βοήθεια του Ορχάν, μπέη του Οθωμανικού εμιράτου. Η δολοφονία τον Ιούνιο του 1345 του μέγα δούκα Απόκαυκου, του βασικού ιθύνοντα νου της αντιβασιλείας, της επέφερε ένα σοβαρό πλήγμα. Επισήμως εστεμμένος ως αυτοκράτορας στην Αδριανούπολη το 1346, ο Καντακουζηνός εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη στις 3 Φεβρουαρίου 1347. Κατόπιν συμφωνίας θα κυβερνούσε για δέκα χρόνια ως πρώτος αυτοκράτορας και αντιβασιλέας για τον Ιωάννη Ε΄, έως ότου αυτός να ενηλικιωθεί και να κυβερνήσει ως ίσος. Παρά την προφανή του νίκη, σε λίγα χρόνια η επανάληψη του εμφυλίου πολέμου ανάγκασε τον Καντακουζηνό να παραιτηθεί και να αποσυρθεί για να μονάσει το 1354.
Οι συνέπειες της παρατεταμένης σύγκρουσης αποδείχθηκαν καταστροφικές για την Αυτοκρατορία, η οποία είχε ανακτήσει μια σχετική σταθερότητα υπό το Ανδρόνικο Γ΄ Παλαιολόγο. Επτά χρόνια πολέμου, η επιδρομές των διαφόρων στρατών, η κοινωνική αναταραχή, και η έλευση του Μαύρου Θανάτου (πανούκλας) κατέστρεψε το Βυζάντιο και το κατέστησε σκιά του εαυτού του. Η σύγκρουση επίσης επέτρεψε στον Δουσάν να κατακτήσει την Αλβανία, την Ήπειρο και το μεγαλύτερο μέρος της Μακεδονίας, όπου ίδρυσε τη Σερβική Αυτοκρατορία. Το Β΄ Βουλγαρικό βασίλειο απέκτησε επίσης έδαφος βόρεια του ποταμού Έβρου. Τις ημέρες βασιλείας του Καντακουζηνού, ξέσπασε και η ησυχαστική διαμάχη που δίχασε τον ορθόδοξο λαό και κλήρο. Αντίπαλοι στην έριδα αυτή, ο Γρηγόριος Παλαμάς από την πλευρά των ησυχαστών και ο Νικηφόρος Γρηγοράς από τους ενάντιους. Η έριδα αυτή, αν και βαθειά θεωρητική, αποτέλεσε σημαντικό πρόβλημα που προσετέθη στα λοιπά δεινά του κράτους, αφού δηλητηρίασε την κοινωνική ειρήνη για πολλά χρόνια. Κατά την υπερχιλιόχρονη βυζαντινή παράδοση, ο ίδιος ο Αυτοκράτορας κλήθηκε να το αντιμετωπίσει το θέμα, με την σύγκλιση 4 διαδοχικών συμβουλίων και τελική έκβαση τη δικαίωση του ησυχαστικού κινήματος το 1349.
Αποφασίζοντας να δώσει μια λύση στη διαμάχη του εκκλησιαστικού ζητήματος μεταξύ Ησυχαστών και αντιησυχαστών, ο Ιωάννης Στ’ Καντακουζηνός δίνει εντολή για την σύγκλιση συνόδου στην οποία θα συμμετείχε ως πρόεδρος, λίγο μετά την επιστροφή του από τη Θεσσαλονίκη το 1351. Μαζί με τον πατριάρχη Κάλλιστο, ο οποίος εξελέγη σε αυτή την θέση από τις 10/6/1350, ξεκίνησαν τις εργασίες στις 28/5/1351. Με τον Αθωνίτη μοναχό και φίλο του Παλαμά, πατριάρχη και τους φίλια προσκείμενους στον ησυχασμό επισκόπους, το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν προδεδικασμένο. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς όμως παραμένει ανένδοτος και υπερασπίζεται σθεναρά την γνώμη του. Στις 9/6 αναγνώσθηκαν οι αποφάσεις κατά των αντιπαλαμικών που απαγγέλθηκαν τα έτη 1341 κι 1347. Τον επόμενο μήνα, σε νέα σύνοδο, αυτή τη φορά μόνο με παλαμικούς, απαγγέλλεται η ορθόδοξη διδασκαλία του Γρηγόριου Παλαμά, αφορίζονται οι διαφωνούντες και σε τελετή στις 15/8 στην Αγία Σοφία ο Τόμος υπογράφεται και από τον Καντακουζηνό. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς θα εγκλειστεί στη μονή της Χώρας απ’ όπου θα συνεχίσει να υπερασπίζεται την αξία της δικής του θεολογικής ερμηνείας.
Στο πεδίο των επιχειρήσεων, ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος αναλαμβάνει θερινή εκστρατεία ενάντια στον ήδη δυσαρεστημένο Ματθαίο, που νιώθει παραγκωνισμένος από τον πατέρα του, πολιορκώντας την Αδριανούπολη. Με Τούρκους ενισχυτικούς η πολιορκία σπάει και ο Ιωάννης Ε’ κλιμακώνει την σύγκρουση καλώντας τους Σέρβους του Δουσάν που καταφθάνει με 4.000 ιππείς και τους Βούλγαρους. Οι προσπάθειες, από τις 10/6/1352, του μεσολαβητή πατριάρχη Κάλλιστου αποβαίνουν άκαρπες. Ο Οθωμανός εμίρης Ορχάν της Προύσσας καταφθάνει με 10.000-12.000 ιππείς υπό τον Σουλεϊμάν και συντρίβει τους συμμάχους του Ιωάννη Ε’ τον χειμώνα του 1352, στον ποταμό Έβρο. Ο τελευταίος εγκαταλείπει την Θράκη στις αρχές του 1353 και μεταβαίνει στην Τένεδο, μαζί με τη σύζυγό του. Αυτή θα ήταν η τελευταία φορά όπου οι Οθωμανοί θα έρχονταν μετά από πρόσκληση των Βυζαντινών. Η ουσιαστική μεταβολή της Οθωμανικής πολιτικής απέναντι στο Βυζάντιο αποκαλύφθηκε, όταν ο δραστήριος Σουλεϊμάν κατέλαβε το 1352 το Θρακικό φρούριο της Τζύμπης στα Δαρδανέλλια, αρνούμενος να το επιστρέψει στον Καντακουζηνό. Η νέα, μόνιμη πλέον, βάση των Οθωμανών από τον συγγενή μάλιστα του αυτοκράτορα άφηνε ανοιχτή πλέον την «κερκόπορτα» για την κατάληψη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Μέσα σε αυτή την εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο αποφασίζεται πλέον να κοπεί το νήμα της δυναστείας των Παλαιολόγων και να αναγορευθεί, ο Ματθαίος Καντακουζηνός συναυτοκράτορας. Οι συνεχείς συγκρούσεις είχαν διαλύσει οριστικά πλέον την ιδέα του «προστάτη» του Ιωάννη Ε’. Όμως η πράξη αυτή βρήκε αντιμέτωπη την άρνηση του πατριάρχη Κάλλιστου, καθώς αρνούνταν να συναινέσει στον παραγκωνισμό του νόμιμου αυτοκράτορα Ιωάννη Ε΄ Παλαιολόγου, υπενθυμίζοντάς του να μην αθετήσει τον όρκο που έδωσε το 1347. Τον Απρίλιο του 1353 γίνεται η αναγόρευση του Ματθαίου Καντακουζηνού στο παλάτι και πλέον με διάταγμα, θα μνημονεύονταν το όνομά του στη θέση του Ιωάννη Παλαιολόγου και θα συνεχιζόταν η μνημόνευση της αυτοκράτειρας Άννας και του υιού του Ιωάννη Ε’, Ανδρόνικου. Το ζητούμενο ήταν η απαλοιφή και η απομόνωση του Ιωάννη Ε’ , όπως και έγινε. Το αποτέλεσμα ήταν να παραιτηθεί από την θέση του ο Κάλλιστος, να προσφύγει στη συνοικία του Γαλατά, όπου οι Γενουάτες τον βοήθησαν να μεταβεί στην Τένεδο για να τύχει θερμής υποδοχής από τον Ιωάννη Ε’, ο οποίος τον αντάμειψε. Την θέση του Κάλλιστου ανέλαβε να αναπληρώσει ο Φιλόθεος Κόκκινος, ο επίσκοπος Ηράκλειας, ο οποίος πρόθυμα τέλεσε την στέψη του Ματθαίου με την Ειρήνη τον Φεβρουάριο του 1354. Η τελετή έλαβε μέρος, στο ναό της Παρθένου στις Βλαχέρνες. Σύμφωνα με το εθιμοτυπικό ο ίδιος ο Ματθαίος τοποθέτησε το στέμμα στην σύζυγό του. Φαινομενικά, η γραμμή διαδοχής είχε εξασφαλιστεί.
Τα προβλήματα όμως ήταν ακόμα αξεπέραστα. Η παρουσία των Τούρκων βοηθητικών είχε γίνει ανυπόφορη για τους ήδη σκληρά δοκιμαζόμενους κατοίκους της Θράκης. Σταδιακά οι Οθωμανοί, συμπεριφέρονταν σαν να ήταν κύριοι των εδαφών και με αιχμή τους ημιανεξάρτητους γαζήδες (ιππείς) ερήμωναν και ξεχαρβάλωναν την όποια άμυνα προσπαθούσε να αντιτάξει το Βυζάντιο. Ο φιλόδοξος υιός του Ορχάν, Σουλεϊμάν, αποτελεί μια μόνιμη απειλή στην εύθραυστη συμμαχία με τον Βυζαντινό αυτοκράτορα. Οι Οθωμανοί εξαπλώνονται και καταλαμβάνουν έναν λιμένα, τον Akca Liman, το φρούριο του Εξαμιλίου, τη Μάδυτο και το χωριό Σόφους. Με διπλωματικούς ελιγμούς ο Ορχάν προσπαθούσε να αναβάλλει συνεχώς την προσφορά του Καντακουζηνού να αποχωρήσει από την χερσόνησο της Καλλίπολης, με αντάλλαγμα 10.000 υπέρπυρα. Η νύχτα της 2ας Μαρτίου του 1354, σημαδεύτηκε από έναν ισχυρότατο σεισμό που διέλυσε ολοσχερώς τους οικισμούς πέριξ της Καλλίπολης, προκαλώντας εκατόμβες νεκρών, χιλιάδες προσφύγες και τεράστιες υλικές ζημιές. Τα ισοπεδωμένα τείχη της διαλυμένης Καλλίπολης, το «μάτι» του Βυζαντίου αυτή την περίοδο, αποτέλεσαν μια θαυμάσια ευκαιρία για τον Σουλεϊμάν, να διεκπεραιώσει την αποστολή πλήθους Οθωμανών στην Θράκη, τοποθετώντας ισχυρή φρουρά στην πόλη που καταλήφθηκε, ανοικοδομώντας τα τείχη. Στις διαμαρτυρίες των Βυζαντινών ο Σουλεϊμάν απάντησε ότι δεν μπορεί να αρνηθεί ένα «θεόσταλτο» δώρο, οδηγώντας τον Καντακουζηνό στην απεγνωσμένη κίνηση να τετραπλασιάσει το αρχικό προσφερόμενο ποσό. Η επιστροφή του αυτοκράτορα από συνάντηση στη Νικομήδεια που αναβλήθηκε, επειδή ο Ορχάν προφασίστηκε ότι ασθένησε, έδειχνε αν μη τι άλλο, ένα τετελεσμένο γεγονός. Η δοκιμασία για την ειλικρινή ή μη, η ήδη αμφίβολη πρόθεση των Οθωμανών θα χαθεί με την πτώση του Ιωάννη Καντακουζηνού.
Μη έχοντας πολλές επιλογές ο Καντακουζηνός πλέει για Τένεδο το καλοκαίρι του 1354 προκειμένου να λύσει τις διαφορές με τον γαμπρό του Ιωάννη, χωρίς όμως να προκύψει τίποτα. Στις 29/11 ο Ιωάννης Ε’ αναχώρησε από την Τένεδο και κατάφερε να περάσει απαρατήρητος στο λιμάνι του Επτασκάλου και να εισέλθει στη Βυζαντινή πρωτεύουσα. Ο Ιωάννης Παλαιολόγος με ισχυρή βοήθεια από τον λαό της Κωνσταντινούπολης, καταλάμβανε μία προς μία τις οχυρωμένες θέσεις των στρατευμάτων του αυτοκράτορα. Ο Φιλόθεος κατέφυγε σε μυστική εσοχή στον Ναό της Αγίας Σοφίας και την 1/12 ο Ιωάννης Ε’ πρότεινε την γενική αμνηστία και την από κοινού άσκηση της εξουσίας με προβάδισμα του πεθερού του. Σε κρατική σύνοδος που συγκλήθηκε, συζητήθηκε το επείγον ζήτημα της απειλής των Τούρκων. Ο Καντακουζηνός επέμεινε στο μάταιο της ένοπλης αντιπαράθεσης, παρά μόνο αν υπήρχε υποστήριξη από ισχυρούς συμμάχους, ένα ρεαλιστικό αλλά μάλλον αντιφατικό επιχείρημα από την κατάσταση που κατά μέγα μέρος είχε αυτός προκαλέσει. Δεδομένης της εχθρότητας του λαού απέναντι στον Καντακουζηνό, ο τελευταίος τελικώς παραιτήθηκε στις 10/12/1354 από το αξίωμά του και απεκδύθηκε όλα τα βασιλικά του ενδύματα, αποσυρόμενος ως Ιωάσαφ στη Μονή Αγίου Γεωργίου της Μαγνάυρας στην πρωτεύουσα.
Ούτε αυτό όμως ήταν αρκετό για να αποτρέψει μια νέα σύγκρουση. Το 1355 νέες μάχες μεταξύ Ιωάννη Ε’ και Ματθαίου, οδήγησαν στη συμφωνία να διατηρήσουν αμφότεροι τον τίτλο του αυτοκράτορα, όμως ο Ματθαίος να χρησιμοποιεί τον τίτλο του στο Μοριά. Το επόμενο έτος ξεσπά για ακόμα μια φορά πόλεμος, με τον Ματθαίο υποστηριζόμενο από Οθωμανικά και Σερβικά στρατεύματα να προελαύνει προς την Κωνσταντινούπολη. Ενεργώντας αποτελεσματικά ο Ορχάν στρέφεται αποκλειστικά προς τον Ιωάννη Ε’ ενώ αφήνει πολεμιστές νομάδες με τους οποίους έχει χαλαρή εξάρτηση να προσβάλλουν την επικράτεια του Ματθαίου. Τελικώς, η επιχείρηση κατέληξε σε φιάσκο με τους Τούρκους και τους Σέρβους να μάχονται μεταξύ τους και τον Ματθαίο να καταλήγει αιχμάλωτος του Σέρβου διοικητή της Δράμας, Vojihna. Τα λύτρα της απελευθέρωσης θα πληρώσει τελικά ο Ιωάννης Ε’ και ο Ματθαίος μετά από μια αποτυχημένη συνωμοσία θα πεισθεί να αποποιηθεί τον αυτοκρατορικό τίτλο του. Τον Δεκέμβριο του 1357 σε επίσημη τελετή στους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης, παρουσία αυτοκρατόρων, πατριαρχών Κωνσταντινούπολης και Ιεροσολύμων και πλήθους επισκόπων και συγκλητικών ο Ματθαίος Καντακουζηνός δίνει όρκο υποταγής στον Ιωάννη Ε’. Με αυτή την τελετή τερματίστηκε η εμφύλια διαμάχη Παλαιολόγων και Καντακουζηνών που σπάραξε το Βυζάντιο, αφαίμαξε τους λιγοστούς πόρους, εξάντλησε το στράτευμα και τον κοινωνικό ιστό και έβαλε ταφόπλακα στις όποιες ελπίδες είχε η Αυτοκρατορία να ανασυσταθεί.
Πηγή : https://www.pentapostagma.gr/2019/04/το-βυζάντιο-υπό-διάλυση-ο-εμφύλιος-πόλ.html
http://avagnon.blogspot.com/2015/10/blog-post_26.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου