Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου 2016

Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος και Τσάρος Σαμουήλ : Οι δυο μεγάλοι αντίπαλοι στα βυζαντινά Βαλκάνια

Ο Βασίλειος Β' (958 - 15 Δεκεμβρίου 1025), ο Βουλγαροκτόνος, ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας της Μακεδονικής δυναστείας, ο οποίος βασίλεψε από τις10 Ιανουαρίου 976 έως το θάνατό του στις 15 Δεκεμβρίου 1025, χαρίζοντας την τελευταία περίοδο ακμής στην αυτοκρατορία. Το πρώτο μέρος της μακράς βασιλείας του χαρακτηρίστηκε από τον εμφύλιο πόλεμο ενάντια σε πανίσχυρους στρατηγούς από την αριστοκρατία της Μικράς Ασίας. Μετά την υποταγή τους, ο Βασίλειος επέβλεψε τη σταθεροποίηση και την επέκταση των ανατολικών συνόρων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και, πάνω απ' όλα, την τελική και πλήρη υποταγή των Βουλγάρων, τον κυριότερο ευρωπαϊκό εχθρό της αυτοκρατορίας. Γι' αυτό και ονομάστηκε ως Βουλγαροκτόνος, με το οποίο είναι γνωστός. Κατά το θάνατό του, η αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη Νότια Ιταλία μέχρι τον Καύκασο και από το Δούναβη μέχρι την Παλαιστίνη. Παρά τους σχεδόν συνεχείς πολέμους, ο Βασίλειος Β' έδειξε επίσης διοικητικές ικανότητες, μειώνοντας τη δύναμη των μεγάλων γαιοκτημόνων, που κυριαρχούσαν στη διοίκηση και στο στρατό, και γεμίζοντας τα θησαυροφυλάκια της αυτοκρατορίας. Πολύ μεγάλης σημασίας ήταν η απόφαση του Βασιλείου να προσφέρει το χέρι της αδελφής του, Άννας, στον Βλαδίμηρο Α' του Κιέβου, σε αντάλλαγμα για τη στρατιωτική του υποστήριξη, γεγονός που οδήγησε στον εκχριστιανισμό των Ρως και την ενσωμάτωση της Ρωσίας στην πολιτιστική σφαίρα του Βυζαντίου. Ο Βασίλειος Β' ήθελε να αποκαταστήσει την αυτοκρατορία στα εδάφη που είχαν χαθεί στο παρελθόν. Στις αρχές της δεύτερης χιλιετίας, αποφάσισε να αντιμετωπίσει τον μεγαλύτερο εχθρό του, τον Σαμουήλ της Βουλγαρίας. Η Βουλγαρία υποτάχθηκε εν μέρει στον αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή κατά την εκστρατεία του τελευταίου κατά των Ρως του Σβιατοσλάβου, αλλά μέρη της χώρας παρέμειναν εκτός του ελέγχου των Βυζαντινών. Στα τέλη του 10ου αιώνα, οι κλυδωνισμοί στο εσωτερικό της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ευνόησαν την ανάπτυξη του βουλγαρικού επεκτατισμού σε ολόκληρη τη χερσόνησο του Αίμου. Με ηγέτη τον Σαμουήλ οι Βούλγαροι ίδρυσαν ανεξάρτητο κράτος εκτεινόμενοι προς Βορρά μέχρι το Δούναβη και προς Νότο μέχρι τη Θεσσαλία, ενώ οι ληστρικές επιδρομές που επιχειρούσαν ακόμη και μέχρι την Πελοπόννησο είχαν εξελιχθεί σε μάστιγα για την αυτοκρατορία. Η βυζαντινή κυβέρνηση προσπάθησε να προκαλέσει διχόνοια στις τάξεις των Βουλγάρων επιτρέποντας κατ' αρχάς τη διαφυγή του αιχμάλωτου αυτοκράτορα της Βουλγαρίας, Βορις Β'. Μετά την αποτυχία του εγχειρήματος, και κατά τη διάρκεια μίας ανάπαυλας της διαμάχης του με την αριστοκρατία, ο Βασίλειος οδήγησε ένα στρατό 30.000 ανδρών στη Βουλγαρία και πολιόρκησε την πόλη Σερδική (Σόφια) το 986. Έχοντας απώλειες και ανησυχώντας για την αφοσίωση μερικών από τους κυβερνήτες του, ο Βασίλειος ήρε την πολιορκία και αποφάσισε να υποχωρήσει προς τη Θράκη. Όμως στις 17 Αυγούστου του 986, έπεσε σε ενέδρα και υπέστη σοβαρή ήττα στη Μάχη που έγινε στις Πύλες του Τραϊανού, γεγονός που σημάδεψε για όλη του τη ζωή την πολιτική του απέναντι στους Βούλγαρους. Ο Βασίλειος διέφυγε με τη βοήθεια του Τάγματος των Βαράγγων και προσπάθησε να καλύψει τις απώλειές του στρέφοντας τον αδελφό του Σαμουήλ, Ααρών, εναντίον του. Ο Ααρών δελεάστηκε από την πρόταση του Βασίλειου να του προσφέρει την αδελφή του, Άννα, σε γάμο (η ίδια που δύο χρόνια αργότερα παντρεύτηκε τον Βλαδίμηρο του Κιέβου), αλλά οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν όταν ο Ααρών ανακάλυψε ότι η νύφη που του έστειλε ο Βασίλειος δεν ήταν η Άννα. Το 987 ο Σαμουήλ εξουδετέρωσε τον Ααρών, ενώ ο Βασίλειος ήταν απασχολημένος πολεμώντας εναντίον του Σκληρού και του Φωκά στη Μικρά Ασία. Παρόλο που το 991 συνελήφθη ο αυτοκράτορας της Βουλγαρίας, Ρωμανός, ο Βασίλειος Β' έχασε από τους Βούλγαρους τη Μοισία στον Δούναβη. Το 992 ο Βασίλειος Β' υπέγραψε συνθήκη με τον δόγη της Βενετίας, Πιέτρο Ορσεόλο Β', σύμφωνα με την οποία η Βενετία θα πλήρωνε λιγότερους τελωνειακούς δασμούς στην Κωνσταντινούπολη σε αντάλλαγμα για τη συμφωνία της στη μεταφορά βυζαντινών στρατευμάτων στη νότια Ιταλία, σε περιόδους πολέμου. Τα χρόνια που ο Βασίλειος ήταν απασχολημένος με τις εσωτερικές εξεγέρσεις και την ανάκτηση των ανατολικών συνόρων, ο Σαμουήλ επέκτεινε την κυριαρχία του από την Αδριατική θάλασσα μέχρι τον Εύξεινο Πόντο ανακτώντας τα περισσότερα εδάφη που είχε η Βουλγαρία πριν την εισβολή του Σβιατοσλάβ Α' του Κιέβου. Επίσης ήταν επικεφαλής καταστροφικών επιδρομών στην κεντρική Ελλάδα, που αποτελούσε μέρος της βυζαντινής επικράτειας. Όμως, το 996 ο Βυζαντινός στρατηγός Νικηφόρος Ουρανός επέτυχε συντριπτική νίκη ενάντια στο βουλγαρικό στρατό στη Μάχη του Σπερχειού. Οι Βυζαντινοί βρήκαν ένα σημείο να περάσουν το ποτάμι και τη νύχτα της 19 Ιουλίου 996 αιφνιδίασαν τον απροετοίμαστο Βουλγαρικό στρατό και τον κατατρόπωσαν στη Μάχη του Σπερχειού. Ο Σαμουήλ πληγώθηκε στο χέρι και μόλις γλίτωσε την αιχμαλωσία. Ο ίδιος και ο γιος του φέρονται να προσποιήθηκαν τους πεθαμένους. Όταν έπεσε η νύχτα ξεκίνησαν για τη Βουλγαρία, όπου έφτασαν περπατώντας 400 χιλιόμετρα. Ωστόσο ο Σαμουήλ και ο γιος του, Γαβριήλ Ρωμανός, κατάφεραν να διαφύγουν.Το 998 ο Σαμουήλ εξαπέλυσε μια μεγάλη εκστρατεία κατά του Σερβικού πριγκιπάτου της Διόκλειας, στο Μαυροβούνιο, για να αποτρέψει μια συμμαχία του Πρίγκιπα Γιόβαν Βλαντιμίρ με τους Βυζαντινούς. Oταν τα Βουλγαρικά στρατεύματα έφθασαν στην Διόκλεια, ο Σέρβος πρίγκιπας και ο λαός του αποσύρθηκαν στα βουνά. Ο Σαμουήλ άφησε τμήμα του στρατού στους πρόποδες των βουνών και ηγήθηκε των υπόλοιπων στρατιωτών για να πολιορκήσει το παραλιακό φρούριο του Ούλτσινι. Σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την αιματοχυσία ζήτησε από το Γιοβάν Βλαντιμίρ να παραδοθεί. Μετά την άρνηση του πρίγκιπα μερικοί Σέρβοι ευγενείς πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στους Βουλγάρους και, όταν έγινε σαφές ότι η περαιτέρω αντίσταση ήταν άκαρπη, οι Σέρβοι παραδόθηκαν. Ο Γιόβαν Βλαντιμίρ εξορίσθηκε στα ανάκτορα του Σαμουήλ στις Πρέσπες. Τα Βουλγαρικά στρατεύματα προχώρησαν να περάσουν τη Δαλματία, καταλαμβάνοντας το Κότορ και οδεύοντας προς το Ντουμπρόβνικ. Αν και απέτυχαν να καταλάβουν το Ντουμπρόβνικ κατέστρεψαν τα γύρω χωριά. Τότε ο Βουλγαρικός στρατός επιτέθηκε στην Κροατία υποστηρίζοντας τους εξεγερθέντες πρίγκιπες Κρέζιμιρ Γ΄ και Γκόισλαβ και προχώρησε βορειοδυτικά μέχρι το Σπλιτ, το Τρογκίρ και το Ζαντάρ, κατόπιν βορειοανατολικά από τη Βοσνία και τη Ράσκα και επέστρεψαν στη Βουλγαρία. Αυτός ο Κροατοβουλγαρικός πόλεμος επέτρεψε στο Σαμουήλ να εγκαταστήσει υποτελείς του μονάρχες στην Κροατία. Η κόρη του Σαμουήλ Θεοδώρα Κοσάρα ερωτεύτηκε τον αιχμάλωτο Γιόβαν Βλαντιμίρ. Το ζευγάρι παντρεύτηκε, αφού πήρε την έγκριση του Σαμουήλ, και ο Γιόβαν επέστρεψε στα εδάφη του ως Βούλγαρος αξιωματούχος, μαζί με το θείο του Ντραγκομίρ, που ο Σαμουήλ εμπιστευόταν. Στο μεταξύ η πριγκίπισσα Μιροσλάβα ερωτεύτηκε το Βυζαντινό ευγενή αιχμάλωτο Ασώτιο και απείλησε να αυτοκτονήσει αν δεν της επιτρεπόταν να τον παντρευτεί. Ο Σαμουήλ δέχθηκε και διόρισε τον Ασώτιο κυβερνήτη του Δυρραχίου. Ο Σαμουήλ επισφράγισε επίσης μια συμμαχία με τους Ούγγρους, όταν ο μεγαλύτερος γυιός και διάδοχός του, Γκαβρίλ Ραντομίρ, παντρεύτηκε την κόρη του Ούγγρου Μεγάλου Πρίγκιπα Γκέζα. Από το έτος 1000, ο Βασίλειος Β' ήταν ελεύθερος πλέον να επικεντρωθεί σε έναν πόλεμο κατά της Βουλγαρίας, έναν πόλεμο τον οποίο προσέγγισε με επιμονή και στρατηγική διορατικότητα. Εκείνη τη χρονιά, ο στρατηγός Νικηφόρος Ξιφίας κατέλαβε την πόλη Μεγάλη Πρεσθλάβα, παλιά πρωτεύουσα της Βουλγαρίας. Το 1001 ο ίδιος ο Βασίλειος κατάφερε να ανακτήσει τον έλεγχο στις πόλεις Βοδενά(Έδεσσα), Βέροια και Σέρβια. Την επόμενη χρονιά, έχοντας ως βάση τη Φιλιππούπολη, κατέλαβε τη στρατιωτική οδό από τον δυτικό Αίμο έως το Δούναβη, περικόπτοντας έτσι την επικοινωνία μεταξύ της Μακεδονίας και της Μοισίας. Μετά από αυτή την επιτυχία, πολιόρκησε το Βιδίνιο (Βίντιν), το οποίο τελικά έπεσε μετά από παρατεταμένη αντίσταση. Ο Σαμουήλ αντέδρασε στη βυζαντινή εκστρατεία με ένα τολμηρό χτύπημα. Ξεκίνησε μία μεγάλης κλίμακας επιδρομή στην καρδιά της βυζαντινής Θράκης, επιτιθέμενος στην Αδριανούπολη. Επιστρέφοντας στην έδρα του με τα λάφυρα, ο Σαμουήλ αναχαιτίστηκε κοντά στα Σκόπια από τον βυζαντινό στρατό που διοικούσε ο αυτοκράτορας. Οι δυνάμεις του Βασίλειου εισέβαλαν στο βουλγαρικό στρατόπεδο, νικώντας τους Βούλγαρους συντριπτικά και ανακτώντας τα λάφυρα της Αδριανούπολης.Οι Βυζαντινοί προχώρησαν προς νότο μέσα από την κοιλάδα του ποταμού Μοράβα και έφτασαν στη Βουλγαρική πόλη-κλειδί Σκόπια το 1004. Ο Βουλγαρικός στρατός ήταν στρατοπεδευμένος στην απέναντι όχθη του Ποταμού Αξιού. Αφού βρήκε ένα πέρασμα και διέσχισε τον ποταμό, ο Βασίλειος Β΄ επιτέθηκε και νίκησε τον ανυποψίαστο στρατό του Σαμουήλ, επαναλαμβάνοντας την προηγηθείσα τακτική του Σπερχειού. Τα Σκόπια παραδόθηκαν λίγο μετά τη μάχη και ο κυβερνήτης τους αντιμετωπίστηκε με ευγένεια από τον αυτοκράτορα. Το 1005, ο κυβερνήτης του Δυρραχίου παρέδωσε την πόλη του στους Βυζαντινούς. Η προσάρτηση του Δυρραχίου ολοκλήρωσε την απομόνωση του Σαμουήλ στα υψίπεδα της δυτικής Μακεδονίας. Ο Σαμουήλ εξαναγκάστηκε σε μία εξ ολοκλήρου αμυντική στάση ενισχύοντας τα περάσματα και τους δρόμους των εδαφών που βρίσκονταν ακόμα στην κατοχή του. Κατά τα επόμενα χρόνια, μειώθηκε η επιθετικότητα των Βυζαντινών και δεν σημειώθηκαν ιδιαίτερα σημαντικά γεγονότα, αν και το 1009 μία προσπάθεια αντεπίθεσης των Βούλγαρων αντιμετωπίστηκε επιτυχώς από τους Βυζαντινούς σε μία μάχη που διεξήχθη στα ανατολικά της Θεσσαλονίκης.Το 1014, ο Βασίλειος ήταν έτοιμος να ξεκινήσει μία εκστρατεία με στόχο την εξάλειψη της αντίστασης των Βουλγάρων.Το 1014 ο Σαμουήλ αποφάσισε να ανακόψει το Βασίλειο πριν προλάβει να εισβάλει στο Βουλγαρικό έδαφος. Καθώς οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν για τις εισβολές τους στη Βουλγαρία την κοιλάδα του Ποταμού Στρωμνιτσιώτη, ο Σαμουήλ ανήγειρε ένα παχύ ξύλινο τείχος στα φαράγγια γύρω από το χωριό Κλειδί για να εμποδίσει τον εχθρό. Όταν ο Βασίλειος Β΄ εξαπέλυσε την επόμενη εκστρατεία του το καλοκαίρι του 1014, ο στρατός του υπέστη βαριές απώλειες κατά τις επιθέσεις στο τείχος. Ο Σαμουήλ έστειλε δυνάμεις υπό το στρατηγό του Νεστοριτσα να επιτεθεί στη Θεσσαλονίκη, ώστε να αποσπάσει τις δυνάμεις του Βασιλείου μακριά από αυτό το μέτωπο. Ο Νεστορίτσα νικήθηκε κοντά στην πόλη από τον κυβερνήτη της Βοτανειάτη, που αργότερα ενώθηκε με τον κύριο Βυζαντινό στρατό κοντά στο Κλειδί. Μετά από αρκετές μέρες συνεχών προσπαθειών να διασπάσουν το τείχος, ένας Βυζαντινός διοικητής, ο κυβερνήτης της Φιλιππούπολης Νικηφόρος Ξιφίας, βρήκε ένα παρακαμπτήριο δρόμο και στις 29 Ιουλίου επιτέθηκε στους Βούλγαρους από πίσω. Παρά την απεγνωσμένη αντίσταση οι Βυζαντινοί συνέτριψαν το Βουλγαρικό στρατόκαι αιχμαλώτισαν 14.000 στρατιώτες, σύμφωνα με μερικές πηγές 15.000. Ο Βασίλειος Β΄ έστειλε αμέσως δυνάμεις υπό τον ευνοούμενό του διοικητή Θεοφύλακτο Βοτανειάτη να καταδιώξει τους επιζήσαντες Βουλγάρους, αλλά οι Βυζαντινοί νικήθηκαν σε ενέδρα από το Γκαβρίλ Ραντομίρ, που σκότωσε το Βοτανειάτη.  Στις 29 Ιουλίου 1014, ο Βασίλειος Β' και ο στρατηγός του, Νικηφόρος Ξιφίας, διέλυσαν το βουλγαρικό στρατό στη Μάχη του Κλειδίου στην οροσειρά Μπέλλες. Ο Σαμουήλ απέφυγε την αιχμαλωσία χάρη στην ανδρεία του γιου του, Γαβριήλ. Έχοντας συντρίψει τους Βούλγαρους, ο Βασίλειος Β' αιχμαλώτισε 15.000 άνδρες, τους οποίους και τύφλωσε αφήνοντας μόνο έναν μονόφθαλμο ανά 100 τυφλούς άνδρες για να μπορέσουν να επιστρέψουν στον Σαμουήλ. Ο Σαμουήλ αντίκρυσε συγκλονισμένος τον τυφλό στρατό του και δύο ημέρες αργότερα πέθανε μετά από καρδιακό επεισόδιο. Αν και η έκταση της κακομεταχείρισης των Βούλγαρων αιχμαλώτων μπορεί να έχει μεγαλοποιηθεί, το περιστατικό αυτό βοήθησε στο να δοθεί αργότερα στον Βασίλειο Β' η προσωνυμία "ο Βουλγαροκτόνος". Η Βουλγαρία πολέμησε για άλλα τέσσερα χρόνια, καθώς η αντίστασή της αναζωπυρώθηκε από τη σκληρότητα του Βασίλειου Β'. Την άνοιξη του 1017 ο Βασίλειος Β' ξεκίνησε απ' τη  Μοσυνούπολη της Θράκης εναντίον του οχυρού του Λογγά (βρίσκεται μεταξύ Σιδεροχωρίου και Τοιχιού Καστοριάς), το οποίο μετά από σκληρή πολιορκία παραδόθηκε στους Βυζαντινούς. Ο αυτοκράτορας κατέστρεψε εκ θεμελίων το βουλγάρικο οχυρό και μοίρασε τους στασιαστές κατοίκους του ως σκλάβους στους στρατιώτες του. Μετά την κατάληψη του Λογγά ο Βασίλειος κυρίευσε τη γειτονική Καστοριά, που την κατείχαν αρκετά χρόνια οι Βούλγαροι, και στη συνέχεια κατέλαβε την Αχρίδα υποτάσσοντας τελικά τους Βούλγαρους το 1018. Η υποταγή αυτή ήταν το αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης στρατιωτικής πίεσης και της επιτυχημένης διπλωματικής εκστρατείας που στόχευε στη διχόνοια και στην εξαγορά της βουλγαρικής ηγεσίας. Με τη νίκη επί των Βουλγάρων και τη μετέπειτα υποταγή των Σέρβων, εκπληρώθηκε ένας από τους στόχους του Βασίλειου Β', καθώς η αυτοκρατορία ανέκτησε τα σύνορά της στον Δούναβη για πρώτη φορά μετά από 300 χρόνια. Η μάχη του Κλειδίου είχε μείζονες πολιτικές συνέπειες. Αν και ο γιος και διάδοχος του Σαμουήλ, Γκαβρίλ Ραντομίρ, ήταν ταλαντούχος στρατιωτικός ηγέτης, δεν κατόρθωσε να αποκαταστήσει την προηγούμενη δύναμη της Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας. Μετά το θάνατο του Σαμουήλ, πολλοί από τους υφισταμένους του, όπως ο Κράκρα, παραδόθηκαν στους Βυζαντινούς. Πέρα στα βόρεια-βορειοδυτικά, ο δούκας της Σιρμίας Σέρμον εξαπατήθηκε και σκοτώθηκε από τους Βυζαντινούς. Μετά από μια σειρά μάχες η Βουλγαρική Αυτοκρατορία κατακτήθηκε πλήρως το 1018, τέσσερα μόνο χρόνια μετά το θάνατο του Σαμουήλ. Τα περισσότερα εδάφη της ενσωματώθηκαν στο νέο Θέμα της Βουλγαρίας, με πρωτεύουσα τα Σκόπια. Πέρασαν πάνω από 150 χρόνια μέχρι να επανιδρυθεί η Βουλγαρία, με την εξέγερση των Βλάχων αδελφών Πέτρου και Ασέν το 1185.Ο Βασίλειος γιόρτασε το γεγονός με ένα θρίαμβο στην Αθήνα, αφού πριν επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη συνέχισε την προέλασή του από τη Στρώμνιτσα έως το Μελένικο, εισέβαλε στη Πελαγονία και από τη πεδιάδα της Καρατζόβας έφθασε στη Θεσσαλονίκη (1015) και στη συνέχεια μέσω Λιβαδιάς έφτασε στην Αθήνα, όπου παρέμεινε αρκετό χρονικό διάστημα και προσκύνησε στην Παναγία την Αθηνιώτισσα (στον Παρθενώνα). Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου ήταν συγκεντρωμένος ο στόλος του, επιβιβάστηκε στα καράβια και έπλευσε στην Κωνσταντινούπολη. Από τη “Χρυσή Πύλη” μπήκε θριαμβευτικά στην πρωτεύουσα, στεφανωμένος με χρυσό στεφάνι και όρθιος πάνω σε μεγαλόπρεπο άρμα. Ο Βασίλειος Β' έδειξε τις ικανότητές του στην πολιτική, δίνοντας στους πρώην ηγέτες των Βουλγάρων τίτλους, θέσεις στην επαρχιακή διοίκηση και σημαντικά πόστα στο στρατό. Στις δε βουλγαρικές επαρχίες χορήγησε πλήρη πολιτική και εκκλησιαστική αυτονομία. Μ' αυτό τον τρόπο προσπάθησε να απορροφήσει τη βουλγαρική αριστοκρατία στη βυζαντινή κοινωνία. Επίσης, η Βουλγαρία δεν είχε ανεπτυγμένη τη νομισματική οικονομία στον ίδιο βαθμό που υπήρχε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία και ο Βασίλειος πήρε τη σοφή απόφαση να δεχθεί τις πληρωμές των φόρων σε είδος. 
Πηγή : https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%92%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CE%BF%CF%82_%CE%92%C2%B4
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A3%CE%B1%CE%BC%CE%BF%CF%85%CE%AE%CE%BB_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%92%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%B3%CE%B1%CF%81%CE%AF%CE%B1%CF%82

1 σχόλιο:

  1. Πολύ ωραίο το άρθρο. Είναι όμως λίγο κουραστικό το διάβασμα καθώς δεν υπάρχουν παράγραφοι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή