Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Οι Τρείς Ιουδαϊκοι Πόλεμοι και η καταστολή της επανάστασης από τον ρωμαϊκό στρατό

Ο Πρώτος Ιουδαϊκός Πόλεμος (66-74 π.Χ.) ( Μεγάλη Επανάσταση) έφερε αντιμέτωπους τους Ιουδαίους με τη Ρώμη(Ιουδαιορωμαϊκοί Πόλεμοι). Από την εποχή της ενοποίησης του μεσογειακού χώρου κανένας λαός δεν αγωνίστηκε με τόσο σθένος εναντίον της Ρώμης όσο οι Ιουδαίοι, οι οποίοι στήριξαν την αντίσταση τους στην μονοθεϊστική τους θρησκεία, στην συνείδηση της μοναδικότητας τους και στην μεσσιανική πίστη τους ότι αυτοί ήταν οι εκλεκτοί του θεού. Ο Νέρων αποφάσισε να ασχοληθεί πιο σοβαρά με τον πόλεμο έτσι την άνοιξη του 67 ανέθεσε την διεξαγωγή του στον έμπειρο στρατηγό Τίτο Φλάβιο Βεσπασιανό. Ο Βεσπασιανός, έχοντας ως υπαρχηγό τον γιο του Τίτο επιτέθηκε στην Γαλλιλαία. Την ιδία εποχή οι Ιουδαίοι ηγέτες Ιωάννης ο Εσσαίος, Σίλας ο Βαβυλώνιος και Νίγερ ο Περαΐτης αποφάσισαν να επιτεθούν εναντίον της Ασκάλωνας όπου υπήρχε μια ρωμαϊκή φρουρά με επικεφαλής τον Αντώνιο. Οι Ιουδαίοι έκαναν αρκετές επιθέσεις στην πόλη ηττήθηκαν όμως ολοκληρωτικά. Η κατάκτηση της Γαλιλαίας ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 67. Ο Ιώσηπος κατόρθωσε να διασωθεί αναγγέλλοντας κατά την παράδοση του στον Βεσπασιανό ότι θα γίνονταν αυτοκράτορας. Ενώ ο Τίτος επέστρεφε στην Καισάρεια και ο Βεσπασιανός καταλάμβανε την Ιαμνεία και την Άζωτο ο Ιωάννης από τα Γίσχαλα έφτανε με τους οπαδούς του στην Ιερουσαλήμ. Εκεί πήρε μέρος στην διαμάχη μεταξύ μετριοπαθών και φιλοπολέμων που προκάλεσε την παράνομη αντικατάσταση και τον φόνο του νόμιμου αρχιερέα, την είσοδο Ιδουμαίων ενόπλων στην Ιερουσαλήμ, τον θάνατο χιλιάδων πολιτών και την επικράτηση της αχαλίνωτης τρομοκρατίας των Ζηλωτών στην πόλη (καλοκάιρι 67 - χειμώνας 68). Αφού κατάφερε να διαλύσει τον στρατό των Ιδουμαίων χωρίς μάχη, εξαγοράζοντας τον ηγέτη του Ιάκωβο ο Σίμων κατέλαβε την Χεβρώνα και εγκατέστησε ένα καθεστώς βίας στην Ιδουμαία. Κατόπιν άρχισε πάλι τις επιδρομές εναντίον της Ιερουσαλήμ. Ο Βεσπασιανός έμαθε για τις εμφύλιες συγκρούσεις των Ιουδαίων. Αποφάσισε κινηθεί περιμετρικά της Ιερουσαλήμ και να αφήσει τους αντιπάλους του να αλληλοεξοντωθούν. Έτσι βάδισε εναντίον της Περαίας. Τα Γάδαρα που ήταν η ισχυρότερη πόλη καταλήφθηκαν αμαχητί στα τέλη του Φεβρουαρίου του 68 μια και οι φιλοπόλεμοι είχαν διαφύγει πριν την άφιξη του Ρωμαϊκού στρατού. Ο Βεσπασιανός έστειλε τον χιλίαρχο Πλάκιδο εναντίον τους. Εκείνος τους πρόλαβε στο χωριό Βεθεναβρίν. Ύστερα από σκληρή μάχη κατέλαβε το χωριό. Όσοι από τους υπερασπιστές διέφυγαν πανικόβαλαν τον πληθυσμό της περιοχής ο οποίος τράπηκε σε φυγή μαζικά προς την Ιεριχώ. Ο Πλάκιδος τους πρόφτασε και πάλι στον ποταμό Ιορδάνη. Εκεί έγινε μεγάλη σφαγή και οι νεκροί ήταν τόσοι πολλοί ώστε γέμισαν την Νεκρά θάλασσα. Έπειτα επιβίβασε τους άντρες του σε λέμβους και κατέλαβε όλους τους οικισμούς μέχρι τον Μαχαιρούντα. Η Περαία είχε κατακτηθεί. Κατόπιν ο Βεσπασιανός κατέλαβε την Αντιπατρίδα, τη Λύδδα και την Ιαμνεία ενώ λεηλάτησε την Ιδουμαία. Αφού άφησε μια λεγεώνα έξω από την Εμμαούς βάδισε ως την Ιεριχώ. Εκεί ενώθηκε μαζί του ο Τραϊανός που έρχονταν με μια δύναμη από την Περαία. Ο Βεσπασιανός κατέλαβε την έρημη πόλη . Τότε έμαθε για την πολιτική κρίση που ξέσπασε στις δυτικές επαρχίες του κράτους. Ο Βεσπασιανός συνέχισε παρ’ όλα αυτά την επιχείρηση απομόνωσης της Ιερουσαλήμ εγκαθιστώντας στρατεύματα στην Ιεριχώ και στα Άδιδα . Κατόπιν επέστρεψε στην Καισάρεια. Από εκεί ξεκίνησε (τέλη Μαΐου του 68)και επιτέθηκε στην Ιδουμαία καταλαμβάνοντας την Γόφνα, την Ακραβατηνή και τα χωριά Βηθηγά και Εφραίμ. Ο Σέξτιος Κερεάλιος υπέταξε την Άνω Ιδουμαία. Κατόπιν κατέλαβε με έφοδο την Χεβρώνα την οποία πυρπόλησε. Στους επαναστάτες είχαν απομείνει πλέον μόνο η Ιερουσαλήμ και τα φρούρια της Μασάντα, του Ηρωδείου και του Μαχαιρούντα. Αμέσως μετά έφτασαν τα νέα για τον θάνατο του Νέρωνα (Ιούνιος του 68) και την ανάληψη της εξουσίας από τον Σέρβιο Σουλπίκιο Γάλβα. Οι επιχειρήσεις σταμάτησαν προσωρινά. Η ρωμαϊκή επίθεση εναντίον της πόλης ξεκίνησε τον Μάρτιο του 70 και τέλειωσε τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Ο Τίτος έφυγε από την Ιερουσαλήμ και πήγε πρώτα στην παραλιακή Καισάρεια και έπειτα στην Καισάρεια του Φιλίππου. Εκεί τέλεσε έναν θρίαμβο και μεγάλες γιορτές παραδίδοντας πολλούς αιχμαλώτους στην αρένα όπου έπεσαν θύματα είτε των θηρίων είτε των μονομάχων. Εκεί έμαθε για την σύλληψη του αρχηγού των στασιαστών Σίμωνα. Στην Καισάρεια ο Τίτος γιόρτασε τα γενέθλια του αδελφού του Τίτου Φλαβίου Δομιτιανού(τέλη Οκτωβρίου του 70). Στα θεάματα που έγιναν χάθηκαν 2.500 αιχμάλωτοι. Κατόπιν πήγε στην Βηρυτό όπου γιόρτασε τα γενέθλια του Βεσπασιανού (τέλη Νοεμβρίου του 70). Και εκεί χάθηκε πλήθος αιχμαλώτων. Ο Τίτος αφού έμεινε για λίγο στην Βηρυτό βάδισε προς την Αντιόχεια. Εκεί απέρριψε το αίτημα των πολιτών που ζήτησαν την εκδίωξη των Ιουδαίων από την πόλη. Αφού έμεινε αρκετά στην Αντιόχεια ο Τίτος πήγε στην Αλεξάνδρεια και από εκεί απέπλευσε για την Ρώμη. Τον Ιούνιο του 71 έγινε ο θρίαμβος του Βεσπασιανού και του Τίτου στην Ρώμη. Στην γιορτή αυτή που κράτησε μια μέρα συμμετείχαν 700 αιχμάλωτοι και επιδείχθηκαν εξαιρετικά πλούσια λάφυρα ανάμεσα τους μια χρυσή τράπεζα πολλών ταλάντων και η επτάφωτος λυχνία που αργότερα απεικονίστηκε στην αψίδα που ανεγέρθηκε προς τιμή του Τίτου. Τα πολύτιμα λάφυρα φυλάχτηκαν είτε στον Ναό της Ειρήνης που ανήγειρε ο Βεσπασιανός είτε στα ανάκτορα. Όταν η πομπή του θριάμβου έφτασε στον Καπιτώλιο λόφο ο Σίμωνας κατά την παράδοση που ήθελε την εκτέλεση του αρχηγού του εχθρού διαπομπεύτηκε και κατόπιν απαγχονίστηκε. Ο Ιωάννης πέθανε λίγο αργότερα στην φυλακή. Ύστερα από την πτώση των Ιεροσολύμων στους επαναστάτες απέμειναν μόνο τα φρούρια του Ηρωδείου, του Μαχαιρούντα και της Μασάντα. Ο νέος έπαρχος της Ιουδαίας Λουκίλιος Βάσσος που διαδέχθηκε τον Κερεάλιο Ουετιλιανό άρχισε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον αυτών των φρουρίων.
Ο Δεύτερος Ιουδαϊκός Πόλεμος (115-117)(Εξέγερση της Διασποράς) ξέσπασε το 115 στην Κυρήνη της Κυρηναϊκήςκαι σύντομα εξαπλώθηκε στην Αίγυπτο στην Κύπρο, στην Μεσοποταμία και στην Παλαιστίνη. Οδήγησε σε αποτυχία την παρθική εκστρατεία του Τραϊανού και συγκλόνισε με την ένταση του ολόκληρη τηνΑνατολική Μεσόγειο (Ιουδαιορωμαϊκοί Πόλεμοι). Την ίδια εποχή που ο Τραϊανός περνούσε τον Ευφράτη ένας νέος κύκλος βίας ξεκινούσε στην Ανατολή με αφετηρία την πόλη της Κυρήνης στην Κυρηναϊκή όταν οι Ιουδαίοι κάτοικοι της πόλης βρέθηκαν σε θέση αντιπαράθεσης με τις ρωμαϊκές αρχές. Οι Ιουδαίοι αυτοί ανήκαν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Τελικά οι Ιουδαίοι της Κυρήνης με επικεφαλής κάποιον Λουκούα η Ανδρέα ο οποίος αυτοανακηρύχθηκε βασιλιάς εξεγέρθηκαν και κατέλαβαν την πόλη εξαπολύοντας μαζικές σφαγές κατά των Ελλήνων (220.000 σφαγιασθέντες Έλληνες) ενώ κατέστρεψαν τους ελληνορωμαϊκούς ναούς της Εκάτης, του Διός, του Απόλλωνα, της Αρτέμιδος και της Ίσιδος καθώς και πολλά άλλα ρωμαϊκά δημόσια οικοδομήματα (115). Το κύμα της εξέγερσης από την Κυρηναϊκή εξαπλώθηκε στην διπλανή Αίγυπτο την στιγμή που από την επαρχία αυτή απουσίαζαν τα περισσότερα ρωμαϊκά στρατεύματα λόγω της παρθικής εκστρατείας. Ο Λουκούας επιτέθηκε στην Αλεξάνδρεια. Ο έπαρχος της Αιγύπτου Μάρκος Ρουτίλιος Λούπος εγκατέλειψε την πόλη στην τύχη της. Ο Λουκούας μπήκε στην πόλη και την πυρπόλησε. Το επόμενο έτος η εξέγερση έφτασε στην Κύπρο. Επικεφαλής της ήταν κάποιος Αρτεμίων.Οι εξεγερμένοι Ιουδαίοι επιδόθηκαν σε εκτεταμένες βιαιότητες με χαρακτηριστικότερη την εξόντωση όλου του ελληνικού πληθυσμού της πόλης της Σαλαμίνας (240.000 σφαγιασθέντες Έλληνες). Ο Τραϊανός ανέθεσε την καταστολή της εξέγερσης στον Κόιντο Μάρκιο Τούρβωνα. Η εξέγερση αυτή όμως έμελλε να επηρεάσει την πορεία του πολέμου. Στις πόλεις Σελεύκεια του Τίγρητος, Νίσιβι και Έδεσσα υπήρχαν ισχυρές ιουδαϊκές κοινότητες οι οποίες εξεγέρθηκαν όταν έμαθαν για τις εχθροπραξίες που είχαν ξεσπάσει στην Ανατολική Μεσόγειο (116). Ο Τραϊανός σταμάτησε τις επιχειρήσεις εναντίον των Πάρθων και έστειλε τους υπαρχηγούς του Λούσιο Κυήτο και Μάξιμο εναντίον αυτών των πόλεων. Ταυτόχρονα ξέσπασε λοιμός στο ρωμαϊκό στρατόπεδο. Τελικά ο συγκλητικός και στρατηγός Λούσιος Κυήτος από τη Μαυριτανία κατόρθωσε να ανακαταλάβει την Νίσιβι και να πολιορκήσει και να καταλάβει την Έδεσσα την οποία πυρπόλησε για να την τιμωρήσει. Οι επιτελείς του Λουσίου Κυήτου, Ερούκιος Κλάρος και Ιούλιος Αλέξανδρος κατέλαβαν την Σελεύκεια του Τίγρητος και την πυρπόλησαν επίσης. Ο Τραϊανός συνειδητοποίησε όμως ότι με τις δυνάμεις που του απέμειναν η εκστρατεία δεν μπορούσε να συνεχιστεί καθώς κατάλαβε ότι αντιμετώπιζε την απειλή μιας γενικευμένης παρθικής εξέγερσης. Έτσι αποφάσισε να υποχωρήσει. Στην Κτησιφώντα έστεψε βασιλιά της Παρθίας τον Παρθαμάστη γιο του Χοσρόη. Κατόπιν εγκατέλειψε την πόλη. Ο Χοσρόης όμως τον ανέτρεψε μόλις επέστρεψε (αρχές του 117). Ο Τραϊανός έκανε μια τελευταία προσπάθεια να καταλάβει την πόλη Άτρα η οποία όμως απέτυχε. Κατόπιν επέστρεψε στην Αντιόχεια καλυπτόμενος από τον Λούσιο Κυήτο. Ενώ αυτά συνέβαιναν στην Μεσοποταμία ο Κόιντος Μάρκιος Τούρβων που είχε διοριστεί έπαρχος της Αιγύπτου προσπαθούσε να αποκαταστήσει απεγνωσμένα την τάξη. Στην Κυρήνη η πόλη ερημώθηκε από τις συγκρούσεις. Στην Αίγυπτο Ρωμαίοι, Έλληνες και Αιγύπτιοι είχαν συνασπιστεί μεταξύ τους. Στην Αλεξάνδρεια γίνονταν τρομερές σφαγές. Χαρακτηριστικά αναφέρεται από τον Αππιανό ότι ο Τραϊανός εξολόθρευσε την ιουδαϊκή φυλή από την Αίγυπτο. Αλλά και στην Κύπρο η καταστολή της εξεγέρσεως δημιουργούσε ποταμούς αίματος. Ο Λουκούας κατάφερε να περάσει στην Ιουδαία και να εξεγείρει τον πληθυσμό. Ο Κόιντος Μάρκιος τον ακολούθησε και καταδίκασε σε θάνατο δυο συνεργάτες του Λουκούα τον Ιούλιο και τον Πάππο. Ο Λούσιος Κυήτος έφτασε στην Παλαιστίνη με τις εξουσίες του αυτοκρατορικού πρεσβευτή και του αντιστράτηγου προκειμένου να αποκαταστήσει την τάξη. Το κέντρο της αντίστασης των Ιουδαίων είχε περιοριστεί στην πόλη Λύδδα. Επικεφαλής των υπερασπιστών της ήταν ο ο Ιούλιος και ο Πάππος. Ο Λούσιος Κύητιος πολιόρκησε την πόλη η οποία καταλήφθηκε σύντομα. Όσοι από τους υπερασπιστές της δεν σκοτώθηκαν εκτελέστηκαν αργότερα. Από την Αντιόχεια ο Τραϊανός αποφάσισε να επιστρέψει στην Ρώμη. Φτάνοντας στον Σελινούντα της Κιλικίας ασθένησε σοβαρά και σταμάτησε την πορεία του. Ενώ αργοπέθαινε υιοθέτησε ως διάδοχο του τον επίσης συγκλητικό και αρχηγό του στρατού του Πόπλιο Αίλιο Αδριανό που ήταν επίσης ο στενότερος συγγενής του(Αύγουστος 117). Η ιουδαϊκή εξέγερση τερματίστηκε τελικά τον Σεπτέμβριο του 117. Οι απώλειες σε ανθρώπινα θύματα (Ιουδαίους και μη) ήταν τρομακτικές. Στην Κύπρο σκοτώθηκαν 240.000 άνθρωποι και απαγορεύτηκε η εγκατάσταση Ιουδαίων στο νησί. Στην Κυρήνη τα θύματα έφτασαν τους 220.000. Η πόλη χρειάστηκε όχι μόνο να ανοικοδομηθεί αλλά και να εποικιστεί με νέους κατοίκους. Ο νικητής των Ιουδαίων Λούσιος Κυήτος επέστρεψε στην πατρίδα του.Ύστερα από κάποιες ταραχές που έγιναν εκεί έπεσε σε δυσμένεια, επειδή ο Αδριανός θεώρησε ότι αυτός τις υποκίνησε. Έτσι κατηγορήθηκε για συνωμοσία κατά της ζωής του αυτοκράτορα και ανακλήθηκε στη Ρώμη. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού από την Μαυριτανία στην Ρώμη δολοφονήθηκε με εντολή του Αδριανού. Ο Ρωμαίος αυτοκράτορας για να ελέγξει την κατάσταση στην περιοχή της Ιουδαίας μετακίνησε εκεί προσωρινά και την VΙη (6η) Σιδηρά λεγεώνα (Legio VI Ferrata).
O Τρίτος Ιουδαїκός Πόλεμος(132-135)( Εξέγερση του Μπαρ Κόχμπα) ήταν η τελευταία θρησκευτική εξεγέρση των Ιουδαίων εναντίον της Ρώμης(Ιουδαιορωμαϊκοί Πόλεμοι).
Ο μεγάλος νομοδιδάσκαλος Ακιβάς μπεν Ιωσήφ έπεισε το Συμβούλιο της Ιαμνείας να κηρύξει την επανάσταση εναντίον των Ρωμαίων και να αναθέσει την ηγεσία της στον Σίμωνα μπεν Κοσεμπά (γιο του Κοσεμπά). Στο πρόσωπο του Σίμωνα ο μεγάλος διδάσκαλος αναγνώρισε τον πολυαναμενόμενο Μεσσία που η άφιξη του προαναγγέλλεται στο βιβλίο των Αριθμών (Κεφ 24,εδ 17): «...ανατέλειν άστρον εξ’ Ιακώβ...» κάνοντας μια παράφραση του πατρικού ονόματος του Σίμωνα από Κοσεμπά σε Κόχμπα που στα αραμαϊκά σημαίνει «αστέρας». Πράγματι φαίνεται πως ο Ιουδαίος ηγέτης κατεύθυνε τον πόλεμο ήδη από τις αρχές Απρίλιου του 132 . Στον πόλεμο έλαβαν μέρος και οι Σαμαρείτες , ενώ οι Χριστιανοί αρνήθηκαν να συμμετάσχουν . Ο έπαρχος της Ιουδαίας Τίνειος Ρούφος ένας άνδρας αμφιβόλου ηθικής, αιφνιδιάστηκε και οι ρωμαϊκές δυνάμεις εκκένωσαν την περιοχή. Ο Σίμων μπεν Κοσεμπά αποδείχθηκε ικανός στρατηγός και στις πρώτες φάσεις του πολέμου πέτυχε μια καθαρή νίκη ενώ ανακυρήχθηκε Πρίγκιπας (Ηγέτης) του Ισραήλ (Νάσι Ισραήλ). Ο Ρούφος αφού έλαβε ενισχύσεις αντεπιτέθηκε προκαλώντας αιματοχυσία στον άμαχο πληθυσμό . Παρά την προσπάθεια του όμως και παρά το γεγονός ότι είχε και την συνδρομή του έπαρχου της Συρίας Πόπλιου Μάρκελλου ηττήθηκε . Οι επαναστάτες όμως παρά την κυριαρχία τους στην ύπαιθρο δεν είναι σίγουρο ότι κατόρθωσαν να καταλάβουν την Ιερουσαλήμ. Το κέντρο των επαναστατών βρίσκονταν στο οχυρό Μπετάρ που βρίσκονταν κοντά στην Ιερουσαλήμ. Ο Αδριανός έστειλε στην περιοχή, έναν από τους ικανότερους στρατηγούς του τον Σέξτο Ιούλιο Σεβήρο διοικητή της Βρετανίας μαζί με τον πρώην διοικητή της Γερμανίας Κόιντο Λόλλιο Ούρμπικο .Στην περιοχή αναπτύχτηκαν τρεις λεγεώνες αρχικα η VI (6η ) Σιδηρά (Ferrata), η X (10η) Στενών (Fretensis) και XXII (22η) Δηιοτεριανή (Deiotariana). Η τελευταία εξολοθρεύτηκε. Νέες ενισχύσεις στάλθηκαν που αποτελούνταν από την ΙΙ (2α) Τραϊανή Ισχυρά (Traiana Fortis) και στοιχεία από τις λεγεώνες ΙΙΙ (3η) Κυρηναϊκή (Cyrenaica), ΙΙΙ (3η) Γαλλική (Gallica) και ΙV (4η) Σκυθική (Scythica). Μαζί τους αναπτύχθηκαν δεκαεπτά επικουρικά σώματα. Ο Σεβήρος ανέλαβε την αρχηγία τον Δεκέμβριο του 133 ή τον Ιανουάριο του 134 αντικαθιστώντας τον Ρούφο και προσέγγισε το ζήτημα του πολέμου με καθαρά ρωμαϊκό τρόπο. Είχε συγκεντρώσει στην Παλαιστίνη το μισό του συνόλου σχεδόν του ρωμαϊκού στρατού , εκμεταλλευόμενος την απουσία οποιασδήποτε εξωτερικής απειλής στα σύνορα του κράτους . Με αυτές τις δυνάμεις επιτέθηκε στην ύπαιθρο και κατάφερε να την ελέγξει (κατά την διάρκεια του πολέμου καταστράφηκαν 985 χωριά). Έτσι κατάφερε να απομονώσει τους επαναστάτες σε 50 περίπου οχυρωμένες θέσεις. Χάρις στις ικανότητες του στρατού του κατέλαβε αυτά τα οχυρά ένα προς ένα. Τον Νοέμβριο ή τον Δεκέμβριο του 135 ο Σεβήρος κατέλαβε την τελευταία μεγάλη εστία αντίστασης των επαναστατών το οχυρό Μπετάρ . Το οχυρό υπερασπίζονταν ο ίδιος ο Σίμων μπεν Κοσεμπά ο οποίος βρήκε τον θάνατο. Η σωρος του αναγνωρίστηκε και το κεφάλι του κόπηκε και στάλθηκε στον Αδριανό. Οι εναπομείναντες επαναστάτες υπό τον στρατηγό Γιεσούα μπεν Γκαλγκόλα αποκλείστηκαν από τους Ρωμαίους σε κάποια απρόσιτα σπήλαια τα οποία βρίσκονταν λίγο νοτιότερα από τις εγκαταστάσεις του Εσσαϊκού κοινοβίου κοντά στις όχθες της Νεκράς θάλασσας. Εκεί αφέθηκαν να λιμοκτονήσουν μέχρι θανάτου. Έτσι με αυτές τις επιχειρήσεις ολοκληρώθηκε ο Τρίτος Ιουδαϊκός πόλεμος . Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι απώλειες των Ιουδαίων ανήλθαν σε 580.000 άτομα. Ο Αδριανός πήρε μια σειρά απο σκληρά μέτρα για να εξαλείψει τις ρίζες του Ιουδαϊσμού που κατά την γνώμη του αποτελούσαν την αφορμή για τις συνεχείς επαναστάσεις. Η Αιλία Καπιτωλίνα (Aelia Capitolina) αντικατέστησε την Ιερουσαλήμ και στο προαύλιο του πρώην ιουδαϊκού Ναού στήθηκε έφιππος ανδριάντας του Αδριανού μαζί με άγαλμα του Ολυμπίου Διός. Απαγορεύτηκε οποιαδήποτε αναφορά στην Τοράχ και στο ιουδαϊκό ημερολόγιο, ενώ οι ιερές γραφές του ιουδαϊσμού κάηκαν τελετουργικά πάνω στον λόφο του πρώην Ναού. Οι νομοδιδάσκαλοι εκτελέστηκαν. Το όνομα της Ιουδαίας σβήστηκε από όλα τα επίσημα ρωμαϊκά έγγραφα και αντικαταστάθηκε με το όνομα Συρία-Παλαιστίνη (Provincia Syria Palaestinica) (από το όνομα Φιλισταίοι) επειδή οι Φιλισταίοι ήταν παραδοσιακοί αντίπαλοι των Ιουδαίων. Κυρίως όμως απαγορεύτηκε όχι μόνο η εγκατάσταση των Ιουδαίων σε αυτή την περιοχή αλλά και όλοι όσοι είχαν απομείνει ζωντανοί στην περιοχή εκδιώχθηκαν από αυτά τα εδάφη. Αυτό είχε βαρύτατες συνέπειες καθώς ο ιουδαϊκός λαός έχασε το εθνικό και το θρησκευτικό του κέντρο. Πολλοί Ιουδαίοι είδαν στο τέλος του πολέμου την πραγματική αρχή της διασποράς. Το όνομα του Σίμωνα μπεν Κοσεμπά, στιγματίστηκε αλλάζοντας ακόμη μια φορά. Μεταβλήθηκε σε μπεν Κοζέμπα που σημαίνει «ψεύτικος, κίβδηλος». Έτσι εκφράστηκε η μεγάλη απογοήτευση του ιουδαϊκού λαού για την διάψευση των ελπίδων του. Η μεσσιανική εποχή δεν είχε απλώς χρεοκοπήσει είχε κυριολεκτικά ναυαγήσει. Επίσης οι συνέπειες του πολέμου ήταν και θρησκευτικές. Οι Χριστιανοί της Ιουδαίας αρνήθηκαν να πάρουν μέρος στην επανάσταση, επειδή δεν αναγνώρισαν τον Μπαρ Κόχμπα ως Μεσσία, ιδιότητα που απέδιδαν μόνο στον Χριστο. Έτσι ο Χριστιανισμός ξεχώρισε οριστικά ως θρησκεία διαφορετική από τον Ιουδαϊσμό.
Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πρώτος_Ιουδαϊκός_Πόλεμος
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Δεύτερος_Ιουδαϊκός_Πόλεμος
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Τρίτος_Ιουδαϊκός_Πόλεμος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου