Την περίοδο της Τουρκοκρατίας οι Οθωμανοί είχαν χωρίσει τους πληθυσμούς σε δύο κατηγορίες. Σύμφωνα με το Κοράνι. Στην πρώτη περιλαμβάνονταν οι μουσουλμάνοι με πολλα δικαιώματα και προνόμια. Στην δεύτερη οι υπόλοιποι. Οι Μη Μουσουλμάνοι : περιλαμβάνονταν οι Έλληνες ως χριστιανοί και αποτελούσαν υπηκόους δεύτερης κατηγορίας. Δεν εντάσσονταν στο στρατό της αυτοκρατορίας, δε συμμετείχαν στη διοίκηση της χώρας και επωμίζονταν το μεγαλύτερο μέρος της φορολογίας και άλλων υποχρεώσεων. Υπάγονταν σε διάφορες κατηγορίες, ανάλογα με τον τρόπο υποδούλωσής τους: οικειοθελής παράδοση, στρατιωτική ήττα, ή, ανάλογα με τη σημασία που είχε η περιοχή τους. Στην τελευταία περίπτωση, η οθωμανική διοίκηση παρείχε κάποια προνόμια που διέφεραν ανά περιοχή. Οι Έλληνες θεωρούνταν ζιμμί, οπαδοί μονοθεϊστικής θρησκείας, των οποίων τα ιερά βιβλία ήταν αποδεκτά από το Ισλάμ. Δεν υπήρχε σαφής προσδιορισμός των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των ζιμμί, εκτός από την καταβολή του ειδικού κεφαλικού φόρου. Όλα τα υπόλοιπα ήταν κατά περιοχή και ανά συνθήκες. Η κοινωνική ανωτερότητα των μουσουλμάνων ήταν απόλυτη. Ακόμη και προνομιούχοι χριστιανοί (Φαναριώτες) υστερούσαν έναντι ενός μουσουλμάνου σε περίπτωση αντιπαράθεσης. Σύμφωνα με τούρκους ιστορικούς, η υπεροχή αυτή προερχόταν από τη στρατεύσιμη ιδιότητά τους, ότι δηλαδή παρείχαν προστασία έναντι ξένης επιβουλής. Η οικογένεια για τους οθωμανούς, ήταν η βασική φορολογική μονάδα, στην οποία κατανέμονταν οι κύριοι φόροι. Υπεύθυνος για την πληρωμή τους ήταν ο άνδρας μετά τα 12 ή τα 13, καθώς τότε θεωρούνταν ικανός να κρατά όπλο. Έτσι ο έφηβος αντιμετωπιζόταν ως άνδρας, μπορούσε να εκλεγεί κοτσάμπασης, κλέφτης ή αρματολός. Για να προσδιορίσουν την ηλικία των εφήβων, οι τούρκοι χρησιμοποιούσαν μια ηλίθια διαδικασία με ένα σκοινί (δες περιγραφή), καθώς οι γονείς πολλές φορές ψεύδονταν για την ηλικία του παιδιού τους. Φυσικά υπήρχαν και οι αυθαιρεσίες, μην ξεχνιόμαστε. Τα παιδιά αντιμετωπίζονταν ως ενήλικοι και όταν επρόκειτο για αγοραπωλησία ακινήτου. Οι σκληρές συνθήκες διαβίωσης υποχρέωναν τα παιδιά να εργάζονται από πολύ μικρά στους αγρούς, σε σπίτια ευπόρων ή σε εργαστήρια, όπου πολλές φορές μάθαιναν την τέχνη. Σε περιπτώσεις που οι γονείς όφειλαν χρήματα που δεν μπορούσαν να πληρώσουν, έδιναν τα παιδιά τους ως ενέχυρο στη φυλακή, μέχρι να εξοικονομήσουν οι ίδιοι το απαραίτητο ποσό. Οι παραπάνω υποχρεώσεις αφορούσαν κυρίως τα αγόρια αν και σε εξαιρετικές δυσκολίες εργάζονταν και τα κορίτσια. Υπό ομαλές όμως συνθήκες, οι κανόνες ήταν διαφορετικοί, προκειμένου να μην κινδυνεύσει η τιμή των κοριτσιών, κάτι που ως κίνδυνος, περιόριζε τη χαρά για τη γέννηση κοριτσιού. Το κορίτσι χρειαζόταν προστασία και προίκα, πράγματα δύσκολα για την εποχή. Έτσι ήταν σύνηθες φαινόμενο ο αρραβώνας και ο γάμος από μικρή ηλικία, με αποτέλεσμα γυναίκες να γίνονται πολύτεκνες μητέρες πριν καν κλείσουν τα 20 χρόνια τους. Ακόμη όμως και στο πατρικό σπίτι, οι υποχρεώσεις τους δεν ήταν λίγες καθώς υποκαθιστούσαν τη μητέρα που βοηθούσε στα χωράφια. Τα παιδιά όφειλαν απόλυτη υπακοή στους γονείς και ιδιαίτερα στον πατέρα, η πατρική εξουσία του οποίου ήταν θεσμοθετημένη. Μπορούσε να διαχειρίζεται εν λευκώ την τύχη των παιδιών του. Αρματολοί και κοτσαμπάσηδες έδιναν τα παιδιά τους ενέχυρο για να εξασφαλίσουν ανακωχή ή συμμαχίες. Τα αρραβώνιαζαν για να ισχυροποιήσουν τη θέση τους και τα τιμωρούσαν αυστηρά αν αυθαδίαζαν. Αργότερα, μετά το τέλος της επανάστασης, όσοι είχαν ανδρωθεί στα χρόνια της δε μπορούσαν να ανεχτούν την ελευθεριότητα στις οικογενειακές σχέσεις. Θα ήταν εύκολο να αδικήσουμε τους γονείς εκείνης της εποχής. Αν σκεφτούμε όμως τις σκληρές συνθήκες ζωής, τα οικονομικά προβλήματα και τις αυθαιρεσίες του κράτους καθώς και την ευκολία που οι τούρκοι μπορούσαν να απαγάγουν, να κακοποιήσουν ή και να θανατώσουν ένα παιδί, μπορεί να κατανοήσουμε τις στάσεις τους. Οι όμορφοι νέοι και νέες ήταν εύκολο να βρεθούν έγκλειστοι σε χαρέμι. Επειδή όμως τα παιδιά είναι πάντα παιδιά, υπάρχουν πολλές αναφορές για ομαδικά παιχνίδια αγοριών ή κορίτσια που καμάρωναν υποτυπωδώς στολισμένα. Ας μην ξεχνάμε πως τα δικαιώματα του παιδιού ήταν κάτι άγνωστο τότε. Ακόμη κι έτσι όμως, η Εκκλησία υπερασπιζόταν καθοριστικά τα παιδιά. Η γονική αγάπη θεωρείται δεδομένη, όπως και οι στενοί δεσμοί της οικογένειας. «Βασίλη τίμα τον μπαμπά, κι εσύ μπαμπά, έχε γνώσιν». Παροιμία της εποχής που δίνει το στίγμα. Παραδόξως, η ελληνίδα είχε δικαιώματα ! Μπορούσε να κληρονομήσει την πατρική περιουσία, στην πράξη όμως, μόνον αν δεν υπήρχε αδελφός. Μπορούσε όμως να αξιώσει να προικιστεί. Θεωρητικά μπορούσε να μορφωθεί, στην πράξη όμως αυτό απαγορευόταν. Υπήρχαν γυναίκες που εργάζονταν ως μαμές ή γιάτρισσες, δε μπορούσαν όμως να καταλάβουν δημόσια αξιώματα. Φορολογικά υπαγόταν στον πατέρα ή τον άνδρα της – εκτός από τις χήρες που πλήρωναν όμως το μισό φόρο. Ο πατέρας της όφειλε να καταβάλλει το ‘δικαίωμα γάμου’, στον τιμαριούχο της περιοχής, έτσι ώστε να αντισταθμιστεί το δικαίωμα του τιμαριούχου να κοιμηθεί με τη νύφη την πρώτη νύχτα του γάμου (δυτικό φρούτο). Οι οθωμανοί μπορούσαν να συνάψουν σεξουαλικές σχέσεις ή και γάμο με χριστιανή, ακόμη και χωρίς τη θέλησή της, φτάνει τα παιδιά να ασπάζονταν το Ισλάμ. Απαγορευόταν ρητά ο γάμος χριστιανού με μουσουλμάνα. Με εξαίρεση τους πασάδες, η απαγωγή ή αποπλάνηση χριστιανής θεωρούνταν μεγάλο αδίκημα. Αν όμως η γυναίκα έμενε έγκυος, το παιδί παραδιδόταν στον πατέρα κι έτσι πολλές αναγκαστικά έμεναν με τους άνδρες αυτούς προκειμένου να μη στερηθούν το παιδί τους. Αυτές όμως ήταν οι εξαιρέσεις. Οι Ελληνίδες παντρευόντουσαν Έλληνες, με τον αρραβώνα να γίνεται πολύ νωρίς. Ο πατέρας επέλεγε το σύζυγο, που γινόταν ο φυσικός αφέντης της γυναίκας. Οι γάμοι σπάνια διαλύονταν. Λόγοι διαζυγίου ήταν η πνευματική ασθένεια, η άμβλωση και η ανακάλυψη πως η νύφη δεν ήταν παρθένα. Μετά το διαζύγιο, η γυναίκα μπορούσε να ζητήσει πίσω την προίκα της, καθώς και διατροφή, εκτός κι αν είχε η ίδια διαπράξει απιστία. Πάντως, καθώς τα κορίτσια περνούσαν σχεδόν όλη τη ζωή τους στο σπίτι, σπάνια σκεφτόντουσαν κάτι τέτοιο. Η υπακοή της συζύγου στο σύζυγο ποίκιλε ανά περιοχή. Εκεί που υπήρχε οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη, η σύζυγος απέκτησε εξουσία στην ανατροφή των παιδιών το σχεδιασμό του γάμου τους και στη διαχείριση της περιουσίας. Μπορούσε επίσης να διεκδικήσει τα παιδιά της αν έχανε το σύζυγό της πριν αυτά ενηλικιωθούν. Οι σύζυγοι και οι μητέρες απολάμβαναν σεβασμού από την κοινωνία, απαγορευόταν όμως οποιαδήποτε σεξουαλική σχέση εκτός γάμου που θεωρούνταν πορνεία. Πόρνες θεωρούνταν ακόμα και οι γυναίκες που είχαν βιαστεί. Όλες εξορίζονταν μέχρι να αποδείξουν πως άλλαξαν ζωή. Ο ελεύθερος χρόνος των πλούσιων είχε να κάνει με εργόχειρα, μουσική κι επίσκεψη στο δημόσιο λουτρό. Οι φτωχές γυναίκες που εργάζονταν συνέχεια, πήγαιναν στην εκκλησία ή σε κανένα πανηγύρι. Εξαίρεση αποτέλεσε ο Κοσμάς ο Αιτωλός που ήταν αντίθετος στην αντιμετώπιση των γυναικών ως υποδεέστερων.
Πηγή: http://eapilektoi.blogspot.gr/2011/03/20_27.html
Πηγή: http://eapilektoi.blogspot.gr/2011/03/20_27.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου