Η Δεκαπολη της ελληνιστικης Ιορδανιας ηταν Ομοσπονδία ή συνασπισμός δέκα πόλεων. Το όνομα εφαρμοζόταν επίσης στην περιοχή στην οποία βρίσκονταν οι περισσότερες από αυτές τις πόλεις.—Ματ 4:25. Μετά την κατάκτηση της εκεί περιοχής από τον Μέγα Αλέξανδρο γύρω στο 332 Π.Κ.Χ., δημιουργήθηκαν ελληνικές αποικίες στη Συρία και στην Παλαιστίνη, τις οποίες προφανώς ίδρυσαν παλαίμαχοι πολεμιστές των στρατευμάτων του Αλεξάνδρου. Αυτούς στη συνέχεια τους ακολούθησαν ελληνόφωνοι μετανάστες. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτές οι αποικίες αναπτύχθηκαν σε μέρη όπου προηγουμένως υπήρχαν Ιουδαϊκές πόλεις, ενώ άλλες χτίστηκαν σε καινούριες τοποθεσίες, ιδιαίτερα στα Α του Ιορδάνη Ποταμού. Άκμασαν στη διάρκεια της διακυβέρνησης των Σελευκιδών της Συρίας και των Πτολεμαίων της Αιγύπτου, αλλά η γέννηση του εβραϊκού κράτους των Μακκαβαίων (το οποίο ιδρύθηκε γύρω στο 168 Π.Κ.Χ.) έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο τη σχετικά ανεξάρτητη υπόστασή τους. Ενώ ο πληθυσμός αυτών των πόλεων αναμφίβολα περιλάμβανε πολλούς Ιουδαίους, ωστόσο αυτές οι πόλεις αποτελούσαν κέντρα του ελληνικού πολιτισμού και του ελληνικού τρόπου οργάνωσης, γι’ αυτό και κάθε άλλο παρά συμβάδιζαν με τους στόχους των Μακκαβαίων. Όταν ο Πομπήιος κατέκτησε και αναδιοργάνωσε την Παλαιστίνη το 63 Π.Κ.Χ., αυτές οι ελληνιστικές πόλεις περιήλθαν υπό την προστασία της Ρώμης και υπό ένα καθεστώς εύνοιας. Τους επιτράπηκε να κόβουν δικά τους νομίσματα και να αυτοδιοικούνται σε μεγάλο βαθμό, παρότι εξακολουθούσαν να οφείλουν αφοσίωση στη Ρώμη και στην κυβέρνηση της επαρχίας της Συρίας και να υπόκεινται σε φορολόγηση και στρατολόγηση. Πιθανότατα στο διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην κατάκτηση της περιοχής από τον Πομπήιο και στο θάνατο του Ηρώδη του Μεγάλου (περ. 1 Π.Κ.Χ.), δέκα από αυτές τις ελληνιστικές πόλεις συνενώθηκαν σε έναν χαλαρό συνασπισμό γνωστό ως Δεκάπολη. Το κίνητρο πίσω από αυτή την ένωση φαίνεται πως ήταν το αμοιβαίο ενδιαφέρον αυτών των πόλεων για στενές εμπορικές σχέσεις καθώς και η προφύλαξή τους από ανθελληνιστικές δυνάμεις μέσα στην Παλαιστίνη ή από τις επιθέσεις των νομαδικών φυλών που κατοικούσαν στις ερήμους στα Α. Ο όρος «Δεκάπολη» πρωτοεμφανίζεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές και στα συγγράμματα του Ιώσηπου και του Πλίνιου του Πρεσβυτέρου (οι οποίοι έζησαν τον πρώτο αιώνα Κ.Χ.). Ο Πλίνιος, αν και αναγνωρίζει ότι υπήρχε ήδη διάσταση απόψεων, κατονόμασε τις ακόλουθες πόλεις ως τις αρχικές δέκα: τη Δαμασκό, τη Φιλαδέλφεια, τη Ραφανά, τη Σκυθόπολη, τα Γάδαρα, την Ιππώνη, το Δίον, την Πέλλα, τα Γέρασα και την Καναθά. (Φυσική Ιστορία[Naturalis Historia], V, XVI, 74) Από αυτές, μόνο η Σκυθόπολη (Βαιθ-σεάν) βρισκόταν Δ του Ιορδάνη, και μάλιστα λόγω της στρατηγικής θέσης της Κοιλάδας της Εσδρηλών χρησίμευε ως σημαντικός συνδετικός κρίκος με τα παράλια και τα λιμάνια της Μεσογείου. Η Δαμασκός, πολύ βορειότερα στη Συρία, προφανώς είχε περιληφθεί στη Δεκάπολη λόγω της σπουδαιότητας που κατείχε ως κέντρο εμπορίου. Η Φιλαδέλφεια (η αρχαία Ραββά, το σημερινό Αμμάν) ήταν η νοτιότερη αυτών των δέκα πόλεων, καθώς βρισκόταν μόνο γύρω στα 40 χλμ. ΒΑ του βόρειου άκρου της Νεκράς Θαλάσσης. Οι υπόλοιπες πόλεις βρίσκονταν στην εύφορη περιοχή της Γαλαάδ ή της γειτονικής Βασάν. Οι περισσότερες από αυτές πιστεύεται ότι βρίσκονταν πάνω ή κοντά στους κύριους δρόμους αυτής της περιοχής. Η Καναθά είναι πιθανώς η Κενάθ του εδαφίου Αριθμοί 32:42.
Παρότι οι πόλεις της Δεκάπολης δεν ήταν σε καμία περίπτωση οι μόνες πόλεις στην Παλαιστίνη που είχαν ελληνιστικές τάσεις, η ελληνική επιρροή εκφραζόταν εκεί με τον πλέον έντονο τρόπο. Πιστεύεται ότι οι πόλεις αυτές έφτασαν στο απόγειο της ακμής τους στη διάρκεια του δεύτερου αιώνα Κ.Χ., και τον επόμενο αιώνα άρχισε η διάλυση της ομοσπονδίας. Αποδείξεις της έντονης ελληνικής επιρροής εκεί, καθώς και της ευμάρειας των πόλεων της Δεκάπολης, μπορεί να δει κανείς στα εντυπωσιακά ερείπια θεάτρων, αμφιθεάτρων, ναών, λουτρών,υδραγωγείων και άλλων κτισμάτων στα Γέρασα (το σημερινό Τζεράς), καθώς και σε άλλες πόλεις. Με την άφιξη του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην περιοχή του Ισραήλ, υπάρχουν αναφορές για συνεργασία του με τον Αρχιερέα των Εβραίων, αλλά και για την καταστροφή της Σαμάριας από τα στρατεύματά του. Βέβαια, δεν έφταιξαν οι Σαμαρίτες τότε για το ότι ένας Ελληνικός στρατός ήρθε από τόσο μακριά για να καταλάβει την περιοχή τους. Πάντως, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, τους άλλους Ισραηλίτες δεν τους κατέστρεψαν οι Έλληνες, αλλά είχαν συνεργασία μαζί τους. Σύμφωνα με τις παραπάνω αναφορές, οι Έλληνες τότε ήταν εχθροί μόνο των Σαμαριτών, και όχι όλων των Ισραηλιτών. Μετά τον θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου άρχισαν οι πόλεμοι ανάμεσα στους Πτολεμαίους και τους Σελευκίδες.
Είχαν την ατυχία τότε οι Ισραηλίτες, ένας μικρός λαός, να βρίσκονται στα σύνορα ανάμεσα στα βασίλεια δύο Ελληνικών υπερδυνάμεων, που αλληλοσυγκρούονταν με κάθε αγριότητα του πολέμου για πολλά χρόνια. Εδώ θα θέλαμε να ρωτήσουμε κάποια πράγματα τον «ειδικό» δικηγόρο Πλεύρη. Μήπως γνωρίζει να μας πει πόσες πολλές φορές διέσχισαν τα αλληλοσπαραζόμενα Ελληνικά στρατεύματα τη γη των Εβραίων, μόνο μέσα στα πρώτα είκοσι χρόνια των Ελληνικών εμφυλίων; Μήπως γνωρίζει να μας πει ποιά ήταν η τύχη των Εβραίων αμάχων κατοίκων της περιοχής τότε; Έπρεπε ή δεν έπρεπε τις ανάγκες των στρατιωτών σε νερό, τροφή, θέρμανση και σεξ, να ικανοποιούν οι τοπικοί άμαχοι; Λεηλατούσαν ή δεν λεηλατούσαν οι Σελευκίδες τις συνοριακές περιοχές των Πτολεμαίων και το αντίστροφο, πάνω όμως στις οποίες κατοικούσαν Εβραίοι; Προκάλεσε άραγε εφορία στους Εβραίους το ότι η γη που κατοικούσαν έγινε πεδίο μαχών ανάμεσα σε Ελληνικές υπερδυνάμεις; Οι αρχαίες πηγές μας λένε ότι στις αρχές των πολέμων, κάποιοι Εβραίοι στάθηκαν στο πλευρό του Έλληνα βασιλιά Σέλευκου Νικάτορα. Έχασε όμως τον πόλεμο, και η τύχη της Ιερουσαλήμ του Σέλευκου ήταν να ισοπεδωθεί από τον νικητή Έλληνα Πτολεμαίο Σωτήρα. Φυσικά και οι Εβραίοι πλήρωναν ακριβά τους Ελληνικούς εμφύλιους. Ο διχασμός και η αντιπαλότητα ανάμεσα στα Ελληνικά βασίλεια, αποτέλεσμα είχε το διχασμό των περιοχών που ζούσαν Εβραίοι, και κατ’ επέκταση τον διχασμό ανάμεσα στους ίδιους τους Εβραίους. Πολλοί δέχθηκαν να υπηρετήσουν τόσο στα στρατεύματα των Πτολεμαίων όσο και στα στρατεύματα των Σελευκιδών, και αντιμετωπίσθηκαν ως ισότιμοι με τους Έλληνες. Στην ουσία, στα πεδία των μαχών ανάμεσα στα Ελληνικά βασίλεια σκοτώνονταν μεταξύ τους μεικτά Έλληνοεβραϊκά στρατεύματα, και όχι μόνο Έλληνες εναντίον Ελλήνων. Προφανώς συμμετείχαν με την κάθε πλευρά και άλλες εθνότητες. Μακκαβαίοι ήταν μια ιουδαϊκή παράταξη (2ος αι. π.Χ.). Ο πρώτος αρχηγός των Μακκαβαίων, ο Ματταθίας, είχε επαναστατήσει κατά των Σελευκιδών της Συρίας και συγκεκριμένα κατά του Αντίοχου Δ' Επιφανούς (167 π.Χ.). Μετά το θάνατο του Ματταθία, τον αγώνα ανάλαβε ο γιος του, Ιούδας Μακκαβαίος, από τον οποίο πήρε και το όνομά του το κίνημα αυτό, που κατάφερε να καταλάβει την Ιερουσαλήμ και να αποκαταστήσει την μονοθεϊστική λατρεία (χειμώνας 164/3 π.Χ.). Οι αγώνες των Μακκαβαίων έφεραν στην εξουσία μια νέα δυναστεία, την Ασμοναϊκή η οποία δημιούργησε με την πάροδο των ετών ένα εκτεταμένο βασίλειο το οποίο κυριάρχησε στην περιοχή έως την κατάλυση του από τους Ρωμαίους (63 π.Χ.). Ο τελευταίος Ασμοναίος βασιλιάς εκθρονίστηκε και έχασε την ζωή του το 37 π.Χ. και η δυναστεία του αντικαταστάθηκε από την Ηρωδιανή δυναστεια. Ο διάδοχος του Ματταθία Ιούδας ακολουθώντας μια τακτική αιφνιδιαστικών επιθέσεων (σε αρκετές περιπτώσεις νυκτερινών) κατόρθωσε να νικήσει αρκετές φορές τις σελευκιδικές στρατιωτικές δυνάμεις που κινήθηκαν εναντίον του και να καταλάβει λίγο μετά τον θάνατο του Αντίοχου Δ' στις ανατολικές επαρχίες του σελευκιδικού κράτους την Ιερουσαλήμ (εκτός του οχυρού της Άκρας). Ο εξαγνισμός του Ναού που ακολούθησε συνοδεύτηκε από την καθιέρωση μιας νέας γιορτής (γιορτή των Εγκαινίων). Ο επίτροπος του ανήλικου γιού του Αντίοχου Δ΄ Λυσίας ύστερα από μια αποτυχημένη προσπάθεια να επιβληθεί και καθώς ο ίδιος αντιμετώπιζε εσωτερικά προβλήματα, αποκατέστησε την ιουδαϊκή θρησκεία και διόρισε ένα νέο αρχιερέα από την παράταξη των ελληνιζόντων Ιουδαίων. Οι ένεργειες αυτές αποκατέστησαν την ειρήνη μεταξύ των δυο παρατάξεων αλλά μόνο προσωρινά. Η αναζωπύρωση της εμφύλιας διαμάχης οδήγησε σε νεα επέμβαση των Σελευκιδών. Ο νέος και δραστήριος Σελευκίδης βασιλιάς Δημήτριος κατάφερε τελικά να επιβλήθει ύστερα από τον θάνατο του Ιούδα σε μάχη (160 π.Χ.) . Ύστερα από τον θάνατο του Ιούδα την ηγεσία της παράταξης των Μακκαβαίων ανέλαβε ο αδελφός του Ιωνάθαν. Η παρακμή του Σελευκιδικού βασιλείου, οι συνεχείς δυναστικές έριδες και οι εμφύλιοι πόλεμοι, η ρωμαϊκή παρουσία και οι συνεχείς εδαφικές απώλειες δεν επέτρεψαν στους βασιλείς της δυναστείας να εκμεταλλευτούν τα αποτελέσματα της νίκης τους. Σε αυτό σύνεβαλε και η δραστηριότητα του Ιωνάθαν, ο οποίος διέθετε διπλωματικές ικανότητες και κατάφερε να αναμιχθεί με επιτυχία τόσο ο ίδιος οσο και ο αδελφός του Σίμωνστα εσωτερικά του σελευκιδικού κράτους. Την Παλαιστηνη(Ισραηλ) κυβερνησε η δυναστεια των Ασμοναιων με πρωτο βασιλια τον Αλεξανδρο Ιανναιο(100-90π.χ).
Τον Οκτώβριο του 42 π.Χ. οι καισαροκτόνοι οδηγήθηκαν διαδοχικά στην αυτοκτονία κατά την διάρκεια της μάχης των Φιλίππων. Ο Μάρκος Αντώνιος που συγκαταλέγονταν ανάμεσα στους νικητές της μάχης έδειξε την εύνοια του στον Ηρώδη διορίζοντας τον τετράρχη της Ιουδαί Όσοι Ιουδαίοι αντέδρασαν και επιχείρησαν να τον συναντήσουν προκειμένου να τον πείσουν να αλλάξει την απόφαση του θανατώθηκαν με εντολή του Αντώνιου. Ακολούθησε η εισβολή των Πάρθων στην Συρία και η εγκατάσταση στην Ιουδαία του Αντίγονου Ματαθία ως βασιλιά με την υποστήριξη τους . Ο Ηρώδης κατέφυγε στην Ρώμη και ανακηρύχθηκε βασιλιάς από την Σύγκλητο. Τελικά κατέλαβε την εξουσία ανατρέποντας τον Αντίγονο Ματταθία, ύστερα από πολυετή εμφύλιο πόλεμο, με την υποστήριξη του Μάρκου Αντώνιου. Ο Αντίγονος αποκεφαλίστηκε με διαταγή του τελευταίου στην Αντιόχεια (37 π.Χ.). Λίγους μήνες πριν καταλάβει την Ιερουσαλήμ ο Ηρώδης τέλεσε τους γάμους του με την Μαριάμη. Η άνοδος του Ηρώδη του Μεγάλου στον θρόνο του βασιλείου της Ιουδαίας σηματοδοτεί την αρχή της Ηρωδιανής δυναστείας. Παρά τη ρωμαϊκή κατοχή της χώρας του διατήρησε το θρόνο του, γιατί κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Ήταν πολύ φιλόδοξος κι επειδή ήθελε να απαθανατιστεί το όνομά του, έχτισε λαμπρά οικοδομήματα όπως υδραγωγεία, θέατρα, γυμναστήρια, ανάκτορα, οχυρά και λιμάνια. Σημαντικό έργο του ήταν και η ανοικοδόμηση του Ναού του Σολομώντα. Οι εργασίες ξεκίνησαν το 20/19 π.Χ. και σταμάτησαν ύστερα από σαράντα πέντε χρόνια το 25. Μία ιουδαϊκή παροιμία αποτύπωσε το μεγαλείο του : "Αυτός που δεν αντίκρυσε τον Ναό του Ηρώδη δεν γνωρίζει τι θα πει ομορφιά". Θεωρούσε τον εαυτό του ως το μοναδικό βασιλιά και χρησιμοποιούσε ωμή βία σ' όποιον αντιστρατευόταν τα σχέδιά του. Λίγο πριν το θάνατό του σκότωσε το γιο του, τον Αντίπατρο. Οι Ιουδαίοιμισούσαν τον Ηρώδη γιατί είχε αραβική καταγωγή και ήταν υποτακτικός των Ρωμαίων. Ο Ηρώδης έκανε δωρεές και ανήγειρε μνημεία σε πολλές πόλεις όπως στην Ασκάλωνα, στηνΤύρο, στην Σιδώνα, στην Βύβλο, στην Βυρηττό, στην Τρίπολη, στην Δαμάσκο, στην Ρόδο, στην Αντιόχεια, στην Χίο, στην Νικόπολη, στην Αθήνα, και στην Σπάρτη. Στην Ρόδο ειδικότερα ανέλαβε τα έξοδα οικοδόμησης ενός Ναού αφιερωμένου στον Πύθιο Απόλλωνα.
Ο Ηρώδης επίσης ανέλαβε με έξοδα του θησαυροφυλακίου του να θρέψει τον πληθυσμό του βασιλείου του αλλά και των γειτονικών περιοχών κατά την διάρκεια ενός λιμού (24-23 π.Χ.) αγοράζοντας καλαμπόκι από την Αίγυπτο ενώ αρκετές φορές μείωσε τους φόρους που πλήρωναν οι υπήκοοι του. Εμπιστεύτηκε τις σπουδαιότερες θέσεις του βασιλείου του σε Έλληνες όπως ο Νικόλαος ο Δαμασκηνός και ο αδελφός του Πτολεμαίος, ενώ ο πυρήνας του στρατού του αποτελούνταν από Θράκες, Γερμανούς και Κέλτες μισθοφόρους.
Πηγη: http://wol.jw.org/el/wol/d/r11/lp-g/1200001141
https://diktyoellinwn.wordpress.com/2011/08/03/έλληνες-και-εβραίοι-στην-αρχαιότητα-μ/
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Μακκαβαίοι
https://el.m.wikipedia.org/wiki/Ηρώδης_ο_Μέγας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου