Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Ελληνική ιστορία και προϊστορία
Ελληνική ιστορία και προϊστορία

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Η ιστορία των νησιών του Βορείου Αιγαίου κατά την Αρχαιότητα

Η Σαμοθράκη είναι νησί του Θρακικού Πελάγους. Βρίσκεται στο Βορειοανατολικό τμήμα του Αιγαίου μεταξύ των νησιών Λήμνος, Ίμβρος και Θάσος, και απέχει 24 ναυτικά μίλια από την Αλεξανδρούπολη. Η επιφάνεια του νησιού είναι 178 τετραγωνικά χιλιόμετρα, ενώ η υψηλότερη κορυφή του έχει υψόμετρο 1.611 μέτρα. Με αυτό το ύψος, η Σαμοθράκη είναι το ψηλότερο ελληνικό νησί στο Αιγαίο -με την εξαίρεση των δύο μεγαλονήσων, της Κρήτης και της Εύβοιας. Το όνομα του βουνού είναι Σάος , αλλά οι ντόπιοι το ονομάζουν «Φεγγάρι» (όπως και την υψηλότερη κορυφή του), καθώς είναι «τόσο ψηλό που κρύβει το φεγγάρι». Εξάλλου, το όνομα του νησιού σημαίνει «ψηλή Θράκη» -από το αρχαιοελληνικό σάμος = υψηλή. Η Σαμοθράκη αποτελεί τον ομώνυμο δήμο και υπάγεται διοικητικά στην Περιφερειακή Ενότητα Έβρου . Ο μόνιμος πληθυσμός σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 2.840 κάτοικοι. Μέσω του λιμανιού της Καμαριώτισσας η Σαμοθράκη συνδέεται ακτοπλοϊκά κυρίως με την Αλεξανδρούπολη και δευτερευόντως με την Καβάλα , το Λαύριο καθώς και με άλλα νησιά του Αιγαίου. Η οικονομία της Σαμοθράκης βασίζεται επί το πλείστον στον τουρισμό και την αλιεία. Η Σαμοθράκη είναι παγκοσμίως γνωστή λόγω του διάσημου αρχαιοελληνικού αγάλματος της Νίκης, το οποίο βρέθηκε το 1863 στο νησί. Το άγαλμα, ύψους 2,75 μέτρων, εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι. Επιπλέον, στην αρχαιότητα, στο νησί λάμβαναν χώρα τα Καβείρια Μυστήρια, αποκρυφιστικές τελετές που το περιεχόμενο τους δεν έχει διαλευκανθεί απόλυτα μέχρι σήμερα. Η Σαμοθράκη είχε μεγάλο θρησκευτικό ενδιαφέρον λόγω των Καβειρίων Μυστηρίων. Τα μυστήρια τελούνταν στο χώρο του «Ιερού των Μεγάλων Θεών» , που αποτελεί τώρα το σημαντικότερο αρχαιολογικό τόπο στο νησί. Λέγεται πως στα Καβείρια Μυστήρια συναντήθηκαν για πρώτη φορά οι γονείς του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο Φίλιππος Β' και η Ολυμπιάδα , και πως στο νησί πραγματοποιήθηκε η σύλληψη του μεγάλου στρατηλάτη. Στα Καβείρια Μυστήρια μπορούσαν να πάρουν μέρος ελεύθεροι πολίτες αλλά και δούλοι - σε αντίθεση με τα Ελευσίνια Μυστήρια, όπου απαγορευόταν η συμμετοχή των δούλων. Η Σαμοθράκη κατοικήθηκε για πρώτη φορά από τους Πελασγούς και αργότερα από τους Θράκες. Η αρχαία πόλη, η Παλαιόπολη, βρίσκεται στα βόρεια του νησιού, ενώ παραμένουν τα επιβλητικά αρχαία τείχη της, χτισμένα σε Κυκλώπειο ύφος. Στα τέλη του 8ου αιώνα π.Χ. το νησί αποικίσθηκε από Έλληνες της Σάμου. Καταλήφθηκε από τους Πέρσες το 508 π.Χ., αλλά αργότερα βρέθηκε κάτω από τον έλεγχο της Αθήνας. Στη συνέχεια και μέχρι το 168 π.Χ. βρισκόταν κάτω από μακεδονική κυριαρχία. Κατά τη ρωμαϊκή και ιδιαίτερα την αυτοκρατορική περίοδο, χάρη στο ενδιαφέρον των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και το σεβασμό τους προς τους Μεγάλους Θεούς, η ακτινοβολία της Σαμοθράκης είχε πια ξεπεράσει τα σύνορα του ελλαδικού χώρου και έγινε διεθνές θρησκευτικό κέντρο, όπου συνέρρεαν πλήθη προσκυνητών (αξιωματούχων και απλών πολιτών) απ' όλο το ρωμαϊκό κόσμο. Εκτός από το ιερό της Σαμοθράκης, στη μεγάλη ανάπτυξή της είχαν συμβάλει επίσης τα δυο λιμάνια που διέθετε η πόλη και τα οποία αποτελούσαν έναν από τους κυριότερους σταθμούς για τα πλοία που χρησιμοποιούσαν το θαλάσσιο δρόμο Τρωάδας-Μακεδονίας, ενώ πρόσφεραν παράλληλα στους κατοίκους της τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανάπτυξη αξιόλογης εμπορικής δραστηριότητας. Επιπλέον η Σαμοθράκη είχε το μεγάλο προνόμιο, όπως και η Θάσος, να εκμεταλλεύεται τις φυσικές πηγές πλούτου όχι μόνο του νησιού αλλά και της περαίας της (της «Ηπείρου» ή «ιεράς χώρας» των Μεγάλων Θεών), όπου μάλιστα από την πρώιμη αρχαιότητα είχε ιδρύσει μια σειρά οικισμών που λειτούργησαν ταυτόχρονα ως αγροτικοί και εμπορικοί σταθμοί («εμπόρια»), όπως ήταν η Δρυς, τα Τέμπυρα, η Σάλη και το Χαράκωμα. Κατά τους πρώτους αιώνες της ρωμαϊκής κυριαρχίας, η Σαμοθράκη είχε κηρυχθεί «ελεύθερη πόλη» (civitas libera) αλλά έχασε ορισμένες κτήσεις της στην περαία. Ωστόσο, κατά την αυτοκρατορική περίοδο -ίσως από το 46 μ.Χ. που η Θράκη μετατράπηκε σε ρωμαϊκή επαρχία, οι Ρωμαίοι αναγνώρισαν τις παλιές κτήσεις της στη σαμοθρακική περαία (την «Ήπειρο»), όπως μαρτυρούν οροθετικές επιγραφές του 1ου μ.Χ. αιώνα.
Η νήσος Θάσος βρίσκεται στη βόρεια Ελλάδα, αντίκρυ από τις ακτές της Ανατολικής Μακεδονίας. Το μήκος των ακτών της φτάνει τα 115 χλμ. και η επιφάνεια του εδάφους της απλώνεται σε 378,84 τετρ. χλμ. Μια απόσταση 18 ναυτικών μιλίων τη χωρίζει από την Καβάλα και μόλις 6 μίλια από την Κεραμωτή και το Αεροδρόμιο της Καβάλας. Διοικητικά η Θάσος υπάγεται στην περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης , ενώ εμπεριέχεται, μαζί με τις νησίδες που την περιβάλλουν, στον ομώνυμο δήμο και στην ομώνυμη περιφερειακή ενότητα. Έδρα του νησιού είναι ο Λιμένας. Το νησί είναι κατάφυτο και η ξυλεία αποτελεί ένα από τα κύρια εισοδήματα των Θασίων, όπως και η εξόρυξη μαρμάρου, ο τουρισμός, το λάδι, οι ελιές, το μέλι κ.ά. Ελιές, πεύκα, πλατάνια, έλατα, φλαμουριές, κέδρα, κρανιές και άλλα ήμερα και άγρια δένδρα καλύπτουν τους μικρούς κάμπους μέχρι τις κορφές των βουνών. Έχει περίπου 14.000 κατοίκους. Στη νεότερη παλαιολιθική εποχή (20ή χιλιετία π.Χ.) η στάθμη της θάλασσας ήταν χαμηλότερη από τη σημερινή εξαιτίας των παγετώνων . Η σημερινή Θάσος ήταν ενωμένη με την ξηρά σχηματίζοντας χερσόνησο. Η δυτική ακτή της χερσονήσου ξεκινούσε από ένα φυσικό λιμανάκι, περίπου δέκα χιλιόμετρα νότια της σημερινής Καβάλας, συνέχιζε νότια και ενωνόταν με το σημερινό νησί στο σημείο Σκάλα Μαρί. Η ανατολική ακτή ξεκινούσε από το νότιο ακρωτήρι, τη σημερινή Ποταμιά και συνέχιζε με κατεύθυνση βόρια βορειοανατολικά. Αρχαιότατα δείγματα ανθρώπινης και ζωικής παρουσίας βρίσκουμε σε μια πεδιάδα στα νοτιοανατολικά της Θάσου, σε μια απόσταση περ. 15 χιλ. από τη Σκάλα Μαρί. Όπως ανακαλύφτηκε το 1956, την προϊστορική εποχή υπήρχε νταμάρι στην σημερινή περιοχή της Μαυρόλακκας, ενώ απολιθωμένα οστά που βρέθηκαν χρονολογούνται την εποχή του δεύτερου ήμισυ της παλαιολιθικής εποχής, τη λεγόμενη Νεώτερη Παλαιολιθική Εποχή. Η παρουσία παλαιολιθικών ανθρώπων στις εύφορες ακτές της αρχαίας Θράκης είχαν γίνει γνωστές και από άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, π.χ. στην Κομοτηνή. Οι παλαιολιθικοί αυτοί άνθρωποι ασχολούνταν με το κυνήγι, την αλιεία και τη συγκομιδή καρπών. Στην περιοχή Τζίνες πιθανόν να χρησιμοποιούσαν για κατοικία τους χώρους των φυσικών σπηλαίων. Σήμερα, στην ίδια περιοχή γίνεται βιομηχανική εξόρυξη και γι΄ αυτό πολλά από τα ευρήματα ίσως να έχουν χαθεί. Σημαντικά είναι τα ευρήματα εργαλείων από κέρατο βοδιού, δείγμα της παρουσίας του προϊστορικού βοδιού Bos taurus primigenius , που αποδεικνύει ότι το νησί ήταν ενωμένο με την ξηρά. Επίσης βρέθηκαν επεξεργασμένα κέρατα της αντιλόπης σάιγκα που χρονολογούνται πριν από την 10η χιλιετία π.Χ., αφού το είδος αυτό της αντιλόπης έφυγε πριν από 13000 χρόνια και εγκαταστάθηκε στις Ευρασιατικές στέπες, όταν έλιωσαν οι παγετώνες. Τη νεολιθική εποχή παρατηρούμε την ίδρυση οικισμών, αφού οι άνθρωποι λόγω της καλλιέργειας των αγρών και της κτηνοτροφίας εγκαταστάθηκαν. Οι οικισμοί αυτοί αποτελούνται από πέτρινα ή ξύλινα σπίτια, στα οποία χρησιμοποιήθηκε πηλός και ψημένα τούβλα. Παρουσιάζονται επίσης πήλινα αγγεία καθημερινής χρήσης και για την αποθήκευση τροφίμων. Ο αρχαιότερος οικισμός της Θάσου ανακαλύφτηκε το 1986 και ανασκάφτηκε το 1993-94. Βρίσκεται στο νοτιοδυτικό μέρος του νησιού, δυτικά του χωριού Λιμενάρια . Ο προϊστορικός οικισμός βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τέλος της λοφοσειράς κοντά στην ακρογιαλιά. Χρονολογείται από την 6η χιλιετία π.Χ. και παρουσιάζει νεολιθικά χαρακτηριστικά. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως θεμέλια πασσάλων, υπολείμματα τοίχων, λιθοστρωμάτων, οικιακές εστίες, καθώς και λακκούβες με κιούπια για την αποθήκευση τροφίμων. Τα ευρήματα συνοδεύονται με πολλά και διάφορα εργαλεία, ενώ υπάρχει και ένα προϊστορικό νεκροταφείο. Πιο ψηλά, στο ίδιο σχεδόν μέρος επάνω στον λόφο, βρίσκεται οικισμός της εποχής του χαλκού που ανασκάφτηκε το 1995-96. Οι κάτοικοι των προϊστορικών αυτών οικισμών έκαναν εξόρυξη πηλού από τη νεοπαλαιολιθική ως τη νεολιθική εποχή και συγκεκριμένα στο σημείο Τ1 (Τζίνες) με την βοήθεια εργαλείων από κέρατο. Σε ένα σημείο πιο ψηλά βρίσκεται άλλο, υπόγειο νταμάρι, στο οποίο χρησιμοποιήθηκαν εργαλεία από πυρόλιθο και είναι νεότερο του προηγούμενου. Άλλα υπόγεια νταμάρια βρίσκονται στα σημεία Τ3 και Τ6. Το νεώτερο των νταμαριών αυτών χρονολογείται την αρχαιονεολιθική εποχή, περ. 6400 π.Χ., ως τη μεσονεολιθική εποχή, περ. 5η χιλιετία π.Χ. Η προϊστορική περίοδος του νησιού αποκαλύφτηκε με ανασκαφές στην περιοχή της Ακρόπολης του Κάστριου. Οι ανασκαφές έγιναν από την αρχαιολογική υπηρεσία της Καβάλας υπό την διεύθυνση της Δ. Χάιδως Κουκουλή-Χρυσανθάκη τα έτη 1969-1978 και με τη βοήθεια διεθνούς ομάδας επιστημόνων. Στο φως ήλθε ο σημαντικότερος όλων των οικισμών της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης της εποχής εκείνης. Σχεδόν πέντε χιλιόμετρα από τον σημερινό Πότο, σε ένα ορεινό ύψωμα, βρίσκονται σήμερα οι αρχαιολογικοί τόποι Ακρόπολις Κάστρι και οι νεκροπόλεις Κεντριά , Τσιγκανάδικα και Βρυσούδες, καθώς επίσης βορειότερα το Λαρνάκι με τους προϊστορικούς τάφους του και το προϊστορικό νεκροταφείο του Μανταλουδίου. Επίσης, στο χωριό Σωτήρας, ανακαλύφθηκε οικισμός της Εποχής Χαλκού, με πολύ καλά σωζόμενους τους τοίχους του οικισμού. Ο οικισμός ήταν περιτειχισμένος και στους τοίχους εντοπίστηκαν και σώζονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θάσου, ταφικές πιθανόν μονολιθικές ανάγλυφες μορφές πολεμιστών και άλλων μορφών, σε δεύτερη χρήση. Στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. , την εποχή της ακμής της μεταλλωρυχείας στη Θάσο, η ετήσια παραγωγή πολύτιμου μετάλλου ανερχόταν στα 200 τάλαντα , που σήμερα ισοδυναμεί με 7,2 τόνους ασήμι. Νομισματοκοπεία υπήρχαν πιθανώς στην αρχαία πόλη της Θάσου, στη Νεάπολη (Καβάλα) και στην Περαία της (αποικίες της Θάσου, όπως ο Δάτος, η Οισύμη κ.α.), τα οποία προφανώς κατατάσσονται στα αρχαιότερα νομισματοκοπεία του ελλαδικού χώρου. Τα τελευταία 100 χρόνια οι αρχαιολογικές ανασκαφές της Γαλλικής Σχολής Αθηνών άνω των 10.000 νομισμάτων που κόπηκαν στην Θάσο. Μετά τη δεύτερη εξέγερση κατά των Αθηναίων το 389-388 π.Χ. η Θάσος εντάχτηκε στη Δηλιακή Συμμαχία. Η οικονομία της Θάσου γνωρίζει εκ νέου μεγάλη ανάπτυξη. Τα μέτρα και σταθμά ανακατατάσσονται και ως νόμισμα καθιερώνεται η δραχμή. Εκτός από τα αργυρά κόβονται και χάλκινα και χρυσά νομίσματα.
Η Σκύρος είναι το νοτιότερο και μεγαλύτερο σε έκταση (210 τετρ. χλμ.) νησί των Βορείων Σποράδων , με πληθυσμό 2.994 κατοίκων. Βρίσκεται ανατολικά της
Εύβοιας , από την οποία απέχει γύρω στα 35 χλμ. Το νησί, κατά το μεγαλύτερο μέρος, είναι ορεινό κυρίως στα νοτιοανατολικά, όπου υπάρχουν τα όρη Κόχυλας (792 μ.), Κουμάρι, Πιριώνες και Φανόφτης. Το κλίμα του νησιού χαρακτηρίζεται από δροσερά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες με μέση ετήσια θερμοκρασία 17 βαθμούς Κελσίου. Στα δυτικά σχηματίζονται οι όρμοι Καλογριάς, Πεύκου, Αγίου Νικολάου και Τριστόμου. Στη δυτική ακτή βρίσκεται το λιμάνι του νησιού, η Λιναριά. Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Σκύρος (ή Χώρα), που βρίσκεται στην ανατολική ακτή. Συνδέεται με τη Λιναριά με ασφαλτοστρωμένο δρόμο μήκους 11 χιλιομέτρων, έχει ειρηνοδικείο, σταθμό αστυνομίας, ταχυδρομείο και τηλεγραφείο, γυμνάσιο, λύκειο και δημοτικά σχολεία. Άλλοι συνοικισμοί της Σκύρου είναι τα Μαγαζά , η Λιναριά και το Λουτρό (αγροτικός συνοικισμός). Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Θησέας πέθανε στη Σκύρο. Ο Νεοπτόλεμος, γιος του Αχιλλέα, ήταν από τη Σκύρο, όπως δήλωσε στο έργο του Σοφοκλή, Φιλοκτήτης (γραμμή 239). Σύμφωνα με ένα μετα-Ομηρικό μύθο, η Θέτις έκρυψε στην Σκύρο τον γιο της Αχιλλέα, για να τον εμποδίσει να πάει να πολεμήσει στην Τροία. Ντυμένος σαν κορίτσι και με το όνομα του Πύρρα (κόκκινο ή ξανθό), είναι κρυμμένος ανάμεσα στις κόρες του βασιλιά Λυκομήδη. Αυτή η φορεσιά δεν τον εμποδίζει να αποκτήσει ένα γιο, τον Νεοπτόλεμο, με την πριγκίπισσα . Ο Οδυσσέας έρχεται στο νησί μεταμφιεσμένος σε μικροπωλητή και φυσικά όλα τα κορίτσια δείχνουν το ενδιαφέρον τους στους στα υφάσματα, τα αρώματα και κοσμήματα. Το μόνο «κορίτσι», που ενδιαφέρεται για τα όπλα είναι, φυσικά, η Πύρρα και ο Οδυσσέας αποκαλύπτει τον Αχιλλέα και τον πήρε μαζί του στην Τροία. Αντιθέτως σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, ο Αχιλλέας λεηλάτησε το νησί της Σκύρου για να τιμωρίσει τον Λυκομήδη για τη δολοφονία του Θησέα. Το 475 π.Χ., ο Κίμων νίκησε τους Δόλοπες και κατέλαβαν ολόκληρο το νησί. Από την ημερομηνία αυτή, έγινε ένα μέρος της συμμαχίας της Δήλου, που αργότερα έγινε στην πράξη η Αθηναϊκή Αυτοκρατορία. Κίμων υποστήριξε ότι έχει βρει τα λείψανα του Θησέα, και τα διακόμισε στην Αθήνα. Το 340 π.Χ. οι Μακεδόνες κατέλαβαν το νησί και κυριάρχησε μέχρι το 192 π.Χ., οπότε ο βασιλιάς Φίλιππος και οι Ρωμαίοι το έθεσαν και πάλι υπό την ηγεμονία της Αθήνας.
Οι Σποράδες είναι σύμπλεγμα νησιών του Αιγαίου πελάγους τα οποία βρίσκονται στην περιοχή βορείως της Εύβοιας και ανατολικά της Μαγνησίας. Κατά την αρχαία γεωγραφική αντίληψη ως Σποράδες καλούνταν όλα τα διάσπαρτα νησιά του Αιγαίου εκτός των πέριξ της ιερής νήσου Δήλου Κυκλάδων. Αρχικά μετά την ανεξαρτησία ως Βόρειες Σποράδες χαρακτηρίστηκαν όλες οι βόρεια των Κυκλάδων νήσοι, του νεοσύστατου τότε Βασιλείου, και Νότιες Σποράδες όλες οι δυτικές των Κυκλάδων νήσοι. Μετά τη προσάρτηση και των υπολοίπων νήσων του Αιγαίου ορίσθηκαν όλοι οι παραπάνω προσδιορισμοί των Σποράδων. Κάποιες ακόμη φορές ως Νότιες Σποράδες θεωρήθηκαν και τα σημερινά Δωδεκάνησα. Τελικά και μετά τη δεκαετία του 1960 ο όρος περιορίσθηκε μόνο στις σημερινές Σποράδες, λαμβάνοντας οι άλλες νήσοι τον προσδιοριστικό όρο νήσοι Βορείου Αιγαίου, Ανατολικού Αιγαίου, και νήσοι Αργοσαρωνικού. Οι σημερινές Σποράδες είναι οι άλλοτε Θεσσαλικές και κατά την αρχαιότητα οι Μαγνήτων νήσοι. Αποτελούνται από αρκετά νησιά, άλλα μεγαλύτερα και άλλα μικρότερα. Τα σημαντικότερα είναι τέσσερα: η Σκύρος , η Σκιάθος, η Σκόπελος και η Αλόννησος. Από τα νησιά αυτά η Σκύρος ανήκει διοικητικά στο νομό Ευβοίας , ενώ τα υπόλοιπα (μαζί με όλα τα άλλα μικρότερα νησιά) ανήκουν στο
νομό Μαγνησίας και είναι γνωστά και ως Βόρειες Σποράδες. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των νησιών είναι οι υπέροχες παραλίες με την πολύ πλούσια βλάστηση που συχνά φτάνει μέχρι τις ακτές, σε αντίθεση με τα περισσότερα άλλα νησιά του Αιγαίου.
Η Σκιάθος είναι το πιο κοντινό στη στεριά από τα νησιά των Σποράδων. Απέχει 41 ναυτ. μίλια από την πρωτεύουσα του νομού Μαγνησίας, το Βόλο και μόλις 2,4 μίλια από τις ακτές του νοτίου Πηλίου, έχει ανατολικά τη Σκόπελο σε απόσταση περίπου 6 ναυτικών μιλίων,προς νότο την Εύβοια από την οποία απέχει 16 ν.μ και προς βορά βρίσκεται ο Θερμαϊκός κόλπος και απέχει 95 ν.μ. από τη Θεσσαλονίκη. Η έκταση του νησιού είναι 48 τ.χλμ. Η Σκιάθος κατοικείται ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, κατά πάσα πιθανότητα από Πελασγούς και αργότερα πιθανόν και από Κρήτες. [2] Από τα αρχαιότατα χρόνια μέχρι σήμερα ονομαζόταν πάντοτε Σκιάθος. Το 480 π.Χ., ο στόλος του βασιλιά Ξέρξη χτυπήθηκε από μία θύελλα και προσέκρουσε στις ξέρες της Σκιάθου. Η πόλη της Σκιάθου ήταν σταθερά σύμμαχος των Αθηναίων, τόσο στην Α' όσο και στη Β' Αθηναϊκή Συμμαχία. Το 338 π.Χ. η Σκιάθος περιήλθε στην κυριαρχία των Μακεδόνων και έτσι το νησί έζησε ανενόχλητο για πολλά χρόνια. Ιστορικά εμφανίζεται πάλι από την εποχή του Μακεδόνα βασιλέα Φιλίππου Ε', την περίοδο που βρισκόταν σε πόλεμο με τους Ρωμαίους (200-199 π.Χ.), οπότε και το νησί καταστρέφεται κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις αλλά και την δράση του Ρωμαϊκού στόλου.
Η Σκόπελος είναι ένα από τα νησιά των Βορείων Σποράδων , το δεύτερο νησί στη σειρά μετά τη Σκιάθο. Έχει έκταση περίπου 96 τετρ. χλμ. και περίμετρο 67
χιλιόμετρα. Έχει δύο βουνά, το Παλούκι (565 μ. ύψος) και το Δελφί (680 μ. ύψος).
Γεμάτη με πυκνά δάση που καλύπτουν σχεδόν το 80% της έκτασής της, θεωρείται το πιο πράσινο νησί του Αιγαίου. Έχει καλή τουριστική υποδομή, συγκεντρώνει όμως λιγότερο κόσμο (30.000 άτομα 15/8/2007) από τη γειτονική κοσμοπολίτικη Σκιάθο και διατηρεί σε μεγαλύτερο βαθμό τον παραδοσιακό χαρακτήρα της. Η Χώρα της Σκοπέλου είναι μια παραδοσιακή νησιώτικη πόλη με χαρακτηριστική αρχιτεκτονική και όμορφα καλντερίμια. Έχει κηρυχθεί παραδοσιακός οικισμός. Η Χώρα αλλά και ολόκληρο το νησί είναι γεμάτο από παλιές παραδοσιακές εκκλησίες, ξωκλήσια και μοναστήρια. Αναφέρονται 24 μοναστήρια. Στα αρχαία χρόνια η Σκόπελος ονομαζόταν Πεπάρηθος. Στη Στάφυλο υπάρχει μυκηναϊκός τάφος, ενώ στην ανατολική πλευρά της Χώρας υπάρχει το Ασκληπιείο, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα (περίπου 15-30 μέτρα). Κατά την αρχαιότητα φημιζόταν για το κρασί της (Πεπαρήθιος οίνος). Αναφέρεται ότι κατοικήθηκε από Κρήτες, αρχηγός των οποίων ήταν ο Στάφυλος, γιος της Αριάδνης. Ο Σταφυλος ήταν γιός του θεού Διονύσου και της Αριάδνης ή της Ηριγόνης. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή ο Στάφυλος γεννήθηκε στη Νάξο . Ωστόσο, άλλη παράδοση αναφέρει ότι ο Στάφυλος ήταν γιος του Θησέα. Ανεξάρτητα από αυτό, αναφέρονται ως αδελφοί του Σταφύλου οι Θόαντας, Οινοπίων, Πεπάρηθος, Λάτραμυς, Ευάνθης και Ταυρόπολις. Ο Στάφυλος πήρε ως σύζυγό του την Χρυσοθέμιδα και απέκτησαν τρεις κόρες: τη Μολπαδία, τη Ροιώ και την Παρθένο. Μερικοί συγγραφείς γράφουν ότι είχε και μία τέταρτη κόρη, την Ημιθέα. Ο Στάφυλος, σύμφωνα με κάποιες παραδόσεις, πήρε μέρος και στην Αργοναυτική Εκστρατεία. Η μετονομασία του νησιού στο σημερινό της όνομα, Σκόπελος, έγινε κατά τους ελληνιστικούς χρόνους. Γνωστά πρόσωπα με καταγωγή από την Σκόπελο: Άγνων Πεπαρήθιος, Ολυμπιονίκης στο στάδιον, στην 53η Ολυμπιάδα, το 568 π.Χ. (από αυτόν έχει πάρει το όνομά του ο οικισμός του Αγνώντα). Ο Πεπαρήθιος ληστής Σώστρατος ο οποίος το 351 π.Χ. κατέλαβε το νησί Κυρά Παναγιά βόρεια της Αλοννήσου και το έκανε ορμητήριό του. Διοκλής ο Πεπαρήθιος, ιστορικός του 3ου αιώνα π.Χ.
Η Αλόννησος είναι νησί της Ελλάδας. Βρίσκεται στο Αιγαίο πέλαγος και ανήκει στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Σποράδων . Η συνολική έκτασή του φθάνει τα 64,5 τχλμ. και το μήκος των ακτών του τα 67 περίπου χλμ. Μέγιστο μήκος περίπου 20 χλμ. και πλάτος από 3 μέχρι 4,5 χλμ. Χωρίζεται από τη Σκόπελο νοτιοδυτικά με τον πορθμό Αλοννήσου, εύρους 2 ν. μιλίων και βορειοανατολικά από τη νήσο Πελαγονήσι με τον πορθμό Πελαγονησίου, εύρους 3,5 ν.μ. Ο όρμος Πατητήρι αποτελεί το επίνειο της νήσου, όπου και συνδέεται ακτοπλοϊκά με το Βόλο, τη Σκιάθο, τη Σκόπελο και τη Θεσσαλονίκη. Αναφέρονται επτά μοναστήρια. Σύμφωνα με τα γραπτά του Πλίνιου του Πρεσβύτερου (1ος αιώνας μ.Χ.) η Αλόννησος βρίσκονταν ανάμεσα στη Σαμοθράκη και την Καλλίπολη, ενώ σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (5ος αιώνας π.Χ.) κοντά στη σημερινή της τοποθεσία. Ως προς την τοποθεσία κοντά στη Σαμοθράκη, σε χάρτη που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1690 o χαρτογράφος Βιντσένζο Μαρία Κορονέλι, αναπαριστά την σημερινή Αλόννησο ως Λιδρόμι (Lidromi) ενώ παράλληλα απεικονίζει ένα νησί στα βορειοανατολικά της Σαμοθράκης ως Ολόνησο (Holonisus), στην τοποθεσία που αντιστοιχεί στη νησίδα Ζουράφα, κάτι που επίσης κάνει και ένας άλλος ιταλικός χάρτης του 1688. Ένα άλλο ενδεχόμενο για την τοποθεσία της αρχικής Αλοννήσου είναι πως προέρχεται από το κοντινό νησί της Κυρά Παναγιάς προς τα βόρειοανατολικά. ΤΟ νησί, κατά την αρχαιότητα, ονομαζόταν Ίκος, ενώ Αλόννησο οι αρχαίοι Έλληνες αποκαλούσαν κάποιο από τα γειτονικά νησιά (πιθανώς την Κυρά Παναγιά ). Η Αλόννησος είναι το νησί με την πιο μακραίωνη ιστορία ανθρώπινης παρουσίας στο Αιγαίο. Η πρώτη ανθρώπινη κατοίκηση της Αλοννήσου τοποθετείται στη Μέση Παλαιολιθική εποχή , τότε που πιθανολογείται ότι το νησί ήταν ενωμένο με τα άλλα νησιά και τη Θεσσαλία. Την περίοδο 1969 -1970 , οι ανασκαφές που διεξήχθησαν από τον Δημήτρη Θεοχάρη στη νοτιοδυτική παραλία της Αλοννήσου (απέναντι από τη χερσόνησο Κοκκινόκαστρο), πάνω στο μικρό νησί Βράχος, έφεραν στο φως για πρώτη φορά λείψανα χρονολογημένα στη Μέση Νεολιθική εποχή (5.000-4.000 π.Χ.). Αποκαλύφθηκαν άφθονα εργαλεία, απολεπίσματα από σκληρό ασβεστόλιθο και απολιθωμένα οστά μεγάλων ή μικρότερων θηλαστικών του Πλειστόκαινου. Σύμφωνα με τις έρευνες πρόκειται πιθανότατα για θέση στην οποία στάθμευαν οι κυνηγοί της Μέσης Παλαιολιθικής εποχής (100.000-33.000 π.Χ.), για να κατασκευάσουν τα λίθινα εργαλεία τους, να διαμελίσουν τα θηράματά τους και να καθαρίσουν τα δέρματα των ζώων. Σε πολλά σημεία της νοτιοανατολικής κυρίως πλευράς της νήσου, μεταξύ των οποίων η χερσόννησος Κοκκινόκαστρο και η νησίδα Μικρό Κοκκινόκαστρο, οι θέσεις Λεπτός Γιαλός, Γλύφα κ.α, διαπιστώνεται η παρουσία ευρημάτων που χρονολογούνται από τη Μέση Παλαιολιθική έως και τη Μεσολιθική εποχή. Κατάλοιπα εγκαταστάσεων υπάρχουν στη νησίδα Μικρό Κοκκινόκαστρο και αλλού, ενώ τάφος της γεωμετρικής περιόδου βρέθηκε στη βόρεια πλευρά της νήσου, στη θέση Άγιος Κωνσταντίνος, από τον οποίο πιθανόν προέρχεται μία ακέραιη οινοχόη με γραπτή διακόσμηση. Τα παλαιολιθικά ευρήματα της Αλοννήσου που εντοπίστηκαν στη μικρή νησίδα απέναντι από το Κοκκινόκαστρο είναι τα αρχαιότερα λείψανα ανθρώπινης παρουσίας στο Αιγαίο. Η παράδοση αναφέρει ότι οι Κρήτες , κατά τη διάρκεια της μινωικής θαλασσοκρατίας στο Αιγαίο (16ος αι. π.Χ.), ίδρυσαν αποικίες στην Πεπάρηθο (σημερινή Σκόπελο) και στην Ίκο, με αρχηγό το μυθικό ήρωα Στάφυλο. Την εποχή αυτή άρχισε και η καλλιέργεια της ελιάς και της αμπέλου στο νησί. Η μινωική αποικία, όμως, αργότερα απέκτησε μυκηναϊκό χαρακτήρα. Η μυκηναϊκή πόλη τοποθετείται στη σημερινή θέση Κοκκινόκαστρο, στην ανατολική πλευρά του νησιού. Στο τέλος της Μυκηναϊκής εποχής πήγε στην Αλόννησο ο πατέρας του Αχιλλέα, ο Πηλέας, ο οποίος φιλοξενήθηκε από το φίλο του, βασιλιά Μολήνο. Έμεινε εκεί έως το τέλος της ζωής του και, σύμφωνα με την παράδοση, στο νησί υπήρχε ο τάφος του μυθικού βασιλιά των Μυρμιδόνων. Από την αρχαιότητα ο έλεγχος της ευρύτερης περιοχής εξασφάλιζε στην Αλόννησο σημαντική πολιτική, στρατιωτική και οικονομική ισχύ. Από εκεί περνούσε, ήδη από τα προϊστορικά χρόνια, ο εμπορικός δρόμος του οψιανού, των μετάλλων, του κρασιού, του λαδιού και των άλλων εισαγόμενων και εξαγόμενων προϊόντων. Τον ίδιο δρόμο ακολούθησαν και οι Αργοναύτες προς τη Μαύρη Θάλασσα, καθώς και οι Μυκηναίοι του Τρωικού Πολέμου. Στην εποχή του Σιδήρου, οι φημισμένοι Χαλκιδείς ναυτικοί, στην πορεία τους προς τη Χαλκιδική, ίδρυσαν αποικίες στην Αλόννησο, στη Σκόπελο και στη Σκιάθο. Ιστορικά είναι βέβαιο ότι οι Γεωμετρικοί χρόνοι βρήκαν την Ίκο υπό την εξουσία των Δολόπων. Οι Δόλοπες, που αποτελούσαν τμήμα της φυλής των Πελασγών, με τον καιρό μετατράπηκαν σε επικίνδυνους πειρατές και έγιναν μάστιγα ολόκληρου του Αιγαίου. Για την αντιμετώπισή τους, κινήθηκε αργότερα ο αθηναϊκός στόλος υπό τη διοίκηση του Κίμωνα, ο οποίος τους κατατρόπωσε και προσάρτησε όλα τα νησιά στην Αθήνα. Έτσι, το 476 π.Χ. , το νησί προσχώρησε στην Α' Αθηναϊκή Συμμαχία. Κατά την Κλασική εποχή , η Ίκος είχε μάλλον δύο πόλεις. Άλλωστε, ο γεωγράφος Σκύλαξ ο Καρυανδεύς τον 5ο αιώνα π.Χ. την ονομάζει "Δίπολιν". Η μία πόλη βρισκόταν στη χερσόνησο Κοκκινόκαστρο, όπου σώζεται τμήμα τείχους κλασικών χρόνων, και η άλλη πόλη τοποθετείται στη θέση Άγιος Ιωάννης, κοντά στο σημερινό Χωριό ή Παλιά Αλόννησος, όπου δεν υπάρχουν ορατά ίχνη κτισμάτων, έχει εντοπιστεί όμως και εν μέρει ανασκαφεί νεκροταφείο κλασικών χρόνων. Αρκετές ακόμα κώμες, οχυρωμένες αγροικίες με στρογγυλούς πύργους και άλλες αγροτικές εγκαταστάσεις κλασικών κυρίως, αλλά και ελληνιστικών, χρόνων εντοπίζονται σε διάφορα σημεία της κεντρικής και βόρειας πλευράς της Αλοννήσου, όπως στις θέσεις Ράχες, Καστράκι, Καρμπίτσες και άλλες. Την Κλασική περίοδο η γεωγραφική θέση του νησιού ήταν ιδιαίτερα σημαντική, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το πλήθος των αρχαίων ναυαγίων που έχουν εντοπιστεί στην περιοχή. Το νησί φημιζόταν τότε για την καλλιέργεια της αμπέλου και το εκλεκτό κρασί του, που εξαγόταν μέσα σε αμφορείς, οι οποίοι σε μία από τις δύο λαβές τους έφεραν την επιγραφή "ΙΚΙΩΝ". Η σπουδαία θέση της Αλοννήσου την κατέστησε βάση του αθηναϊκού στόλου κατά τη διάρκεια της διαμάχης με τον Φίλιππο Β' της Μακεδονίας. Ο Φίλιππος κατέλαβε την αρχαία Αλόννησο και, εκδιώκοντας τους πειρατές, εγκατέστησε στρατιωτική φρουρά και ίδρυσε την πρώτη του στρατιωτική βάση στο Αιγαίο. Όταν συγκροτήθηκε η αντιμακεδονική συμμαχία, ο Μακεδόνας βασιλιάς πρόσφερε στους Αθηναίους, μεταξύ άλλων, και την Αλόννησο. Εκείνοι, ωστόσο, απέκρουσαν τις προτάσεις του, λέγοντας ότι δεν ήταν δυνατόν να παραχωρήσει ο Φίλιππος στους Αθηναίους έδαφος που ανήκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Στη συνέχεια, ενέκριναν και βοήθησαν ένοπλες ενέργειες εναντίον των εδαφών του Φιλίππου. Το 340 π.Χ. οι Πεπαρήθιοι κατέλαβαν την Αλόννησο και αιχμαλώτισαν τη μακεδονική φρουρά. Τότε ο Φίλιππος έστειλε το ναύαρχο Άλκιμο, ο οποίος κατέστρεψε το νησί, παρόλη τη βοήθεια που πρόσφεραν οι Αθηναίοι στους Πεπαρήθιους. Στα λιμάνια της αρχαίας Ίκου, της Περιστέρας και της Κυρά Παναγιάς έβρισκαν καταφύγιο στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια εμπορικά πλοία και στόλοι. Ωστόσο, στο τέλος των ελληνιστικών χρόνων φαίνεται ότι η Ίκος είχε περιπέσει σε μαρασμό. Οι Ρωμαίοι, στην προσπάθειά τους να ελέγξουν τον πανάρχαιο θαλάσσιο δρόμο, κατέλαβαν την περιοχή το 199 π.Χ. , πολύ πιο νωρίς από την ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας , κατά τη διάρκεια των πολεμων εναντίον των Ρωμαίων, προκάλεσε πολλές καταστροφές στο νησί. Κατά τον εμφύλιο ρωμαϊκό πόλεμο, ο Μάρκος Αντώνιος δώρισε την περιοχή, μαζί με άλλη νησιά του Αιγαίου, στην Αθήνα, με σκοπό τον προσεταιρισμό της. Την εποχή αυτή, σύμφωνα με μαρτυρία του Φιλόστρατου, ολόκληρη η νήσος αποτελούσε έναν απέραντο αμπελώνα που βρισκόταν στην κατοχή του Πεπαρήθιου αμπελουργού Ύμναιου από την Πεπάρηθο. Το Κεραμικό όστρακο των Γιούρων είναι ένα κομμάτι αγγείου που χρονολογείται γύρω στο 5.000-4.500 π.Χ. και ανακαλύφθηκε κατά την διάρκεια ανασκαφών στο σπήλαιο του Κύκλωπα στη νησίδα Γιούρα , 20 μίλια από τις ακτές της Αλοννήσου, στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Βορείων Σποράδων. Το ανασκαφικό εύρημα ήρθε στο φως το 1992 από τον Αδαμάντιο Σάμψων, καθηγητή της Αρχαιολογίας των Κλασσικών και των Προϊστορικών Xρόνων του ανεπιστημίου Αιγαίου κατά την διάρκεια ερευνητικών εργασιών με βασικό στόχο την μελέτη της προϊστορικής εγκατάστασης στην περιοχή, με έμφαση στη Μεσολιθική Περίοδο (8600 - 6500 π.Χ.), και στην Νεολιθική Περίοδο Ib (6500 - 3500 π.Χ.). Στα όστρακα που ανακαλύφθηκαν, υπάρχουν εγχάρακτες γραμμές που φέρεται να σχηματίζουν γράμματα. Ο Αδαμάντιος Σάμψων σημειώνει ότι το αγγείο φέρει εγχάρακτα αδιευκρίνιστα σύμβολα. Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι πιθανό ότι τα σύμβολα έχουν άμεση σχέση με την "πρωτο-γραφή", που έχει εντοπιστεί σε κεραμική, πέτρα ή ξύλο σε θέσεις της Μακεδονίας, όπως στην Πινακίδα του Δισπηλιού . Η σχέση τους επίσης είναι άμεση με τη γνωστή "βαλκανική γραφή" που έχει βρεθεί στη Σερβία, Βουλγαρία και Ρουμανία και έχει κέντρο τη Vinca της Σερβίας. Παρόμοια σύμβολα έχουν βρεθεί και σε άλλες νεολιθικές θέσεις στην Ελλάδα, όπως στη Φτελιά Μυκόνου, Γυαλί Νισύρου, Θαρρούνια της Εύβοιας. Αρκετά όμοια είναι τα εγχάρακτα σύμβολα που υπάρχουν και σε κεραμικά της Πρώιμης Χαλκοκρατίας των Κυκλάδων.

Πηγή: https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σποράδες

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σκύρος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σκιάθος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σκόπελος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Αλόννησος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Σαμοθράκη

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Θάσος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Στάφυλος

https://el.m.wikipedia.org/wiki/Πινακίδα_της_Γιούρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου