Οι Αχαιοί προετοιμαζόμενοι για την άλωση της Τροίας ετοιμάζουν το ξύλινο άλογο και χαράζουν επάνω του την επιγραφή Έλληνες, Αθηνά χαριστήριον. Με τον Οδυσσέα επικεφαλής κρύβονται οι γενναιότεροι των Αχαιών και μαζί τους ο κατασκευαστής του αλόγου Επειός. Ο υπόλοιπος στρατός, προκειμένου να πείσει τους Τρώες για την αναχώρησή του βάζει φωτιά στο στρατόπεδο και τις εγκαταστάσεις του, επιβιβάζεται στα πλοία και κρύβεται στην Τένεδο για να μην είναι ορατός από την Τροία. Οι Τρώες πεπεισμένοι από τον κατάσκοπο των Αχαιών Σίνωνα και βλέποντας την επιγραφή, θέλουν να φέρουν το ξόανο εντός των τειχών της πόλης, προκειμένου να αντικαταστήσουν το κλεμμένο από τον Οδυσσέα Παλλάδιο. Στην απόφαση αντιστέκεται ο Λαοκόων, που γνωρίζει ως μάντης ότι ο ίππος είναι τέχνασμα των Αχαιών και προοιωνίζει τον χαμό της Τροίας. Τον Λαοκόοντα και έναν από τους γιους του καταβροχθίζουν δύο φίδια σταλμένα από τον Απόλλωνα που έρχονται από τη θάλασσα. Οι Τρώες διασκεδάζουν, θεωρώντας ότι η πολύχρονη δοκιμασία τελείωσε και πέφτουν σε ύπνο βαθύ. Η μόνη που αντιλαμβάνεται την αλήθεια είναι η Ελένη, η οποία προσπαθεί μάταια να εξαναγκάσει με τρόπο μαγικό τους Αχαιούς να μιλήσουν και να αποκαλυφθούν, μιμούμενη τις φωνές των γυναικών τους. Οι κρυμμένοι Αχαιοί την ώρα που ανέτειλε η Σελήνη βγαίνουν από το άλογο, ανοίγουν τις πύλες για τα στρατεύματα που είχαν κρυφτεί στην Τένεδο και επιδίδονται σε γενοκτονία.
Ο Δούρειος ίππος ως συμβάν ανήκει στον Τρωικό πόλεμο, όπως τον αφηγείται ο Βιργίλιος στο έπος της Αινειάδας. Τα γεγονότα που αφηγείται στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνουν χώρα μετά την Ιλιάδα του Ομήρου και πριν την Οδύσσεια και την κύρια αφήγηση της Αινειάδας. Στα έπη Ιλιάς Μικρά και Ιλίου Πέρσις προβάλλεται ως κατασκευαστής του αλόγου ο Επειός, ο γιος του Πανοπέα από τη Φωκίδα, κατόπιν συμβουλής της ίδιας της Αθηνάς. Ο Επειός ασήμαντη πολεμικά προσωπικότητα, δεν αναφέρεται στις μάχες της Ιλιάδας καθώς κατ' ομολογία του ίδιου δεν είναι ιδιαίτερα ικανός με τα πολεμικά πράγματα.
Ο πόλεμος έληξε με ένα ιδιαίτερο τέχνασμα. Ο Οδυσσέας επινόησε την κατασκευή ενός μεγάλου σε μέγεθος ομοιώματος ξύλινου κούφιου αλόγου, του Δούρειου Ίππου. Το άλογο ήταν ζώο ιερό για τους Τρώες και πιστευόταν ότι θα το μετακινούσαν, ως φυλακτό, στο εσωτερικό της πόλης τους, αφού είχαν προετοιμαστεί όλες οι συνθήκες που θα έδιναν την εντύπωση ότι οι Έλληνες έφυγαν οριστικά. Το κατασκεύασε ο μηχανικός Επειός, με την καθοδήγηση της Αθηνάς και στο εξωτερικό του έφερε την επιγραφή:
«Αφιερωμένο στην Αθηνά από τους Έλληνες, για την επιστροφή τους στην πατρίδα».
Στον Δούρειο Ίππο εισχώρησε ομάδα Αχαιών με επικεφαλής τον Οδυσσέα, ενώ ο υπόλοιπος στρατός έκαψε το στρατόπεδο προκειμένου να πιστέψουν οι Τρώες ότι η αποχώρησή τους είναι οριστική, και έπλευσαν για την Τένεδο.
Το επόμενο πρωί, οι Τρώες ανακαλύπτουν ότι το αντίπαλο στρατόπεδο είχε εγκαταλειφθεί. Μέσα στον ενθουσιασμό τους πίστεψαν ότι ο δεκαετής πόλεμος έχει λήξει και θεώρησαν ότι πρέπει να μετακινήσουν τον Δούρειο Ίππο στον εσωτερικό της πόλης. Ορισμένοι μεμονωμένοι Τρώες θεώρησαν ότι είναι καταραμένο και πρέπει να το ρίξουν στον γκρεμό ή να το κάψουν. Η κόρη του Πρίαμου Κασσάνδρα και ο ιερέας του Ποσειδώνα Λαοκόων προειδοποίησαν ότι μόνο συμφορά θα φέρει στην πόλη. Αλλά η Κασσάνδρα ενώ είχε την διόραση, από τον Απόλλωνα να μπορεί να προβλέπει γεγονότα, είχε και την κατάρα του, επειδή αθέτησε την υπόσχεσή της να του δοθεί, να μην καταφέρνει να πείθει κανέναν. Στον δε Λαοκόοντα και στους δυο γιους του επιτέθηκαν τεράστια θαλάσσια φίδια τα οποία τους έπνιξαν στην θάλασσα. Ο Αινείας και οι οπαδοί του πιστεύοντας αυτές τις προβλέψεις αποτραβήχτηκαν στο όρος Ίδη. Οι Τρώες τελικά γεμάτοι ενθουσιασμό αποφάσισαν να μεταφέρουν εντός των τειχών τον Δούρειο Ίππο. Μάλιστα επειδή ήταν αρκετά μεγάλο κατασκεύασμα, αναγκάστηκαν να γκρεμίσουν και τμήμα από την κεντρική πύλη της πόλης, τις «Σκαιές Πύλες». Αμέσως μετά ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης για να γιορτάσουν την επιτυχή έκβαση του πολέμου. Κατά τα μεσάνυχτα όπου ήταν και πανσέληνος ο Σίνων, Αχαιός κατάσκοπος, έκανε σήμα στον Αχαϊκό στόλο στην Τένεδο για να προσεγγίσει, την ίδια στιγμή οι στρατιώτες που βρίσκονταν στον Δούρειο Ίππο βγήκαν και σκότωσαν τους φύλακες.
Οι Αχαιοί μπήκαν στην πόλη και σκότωναν τον πληθυσμό της καθώς κοιμόταν στα σπίτια του. Η σφαγή συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα. Όσοι Τρώες πρόλαβαν, πολέμησαν απεγνωσμένοι με ιδιαίτερο πείσμα, παρόλο που βρέθηκαν αιφνιδιασμένοι, ανοργάνωτοι και χωρίς κάποιον ηγέτη να τους καθοδηγήσει. Κάποιοι υπερασπιστές πετούσαν κομμάτια των οροφών των σπιτιών στους κατεστραμμένους δρόμους της πόλεως για να εμποδίσουν τους εισβολείς. Τελικά, οι τελευταίοι αμυνόμενοι χάθηκαν μέσα στην λαίλαπα της καταστροφής και των σφαγών.
Ο Νεοπτόλεμος σκότωσε τον Πρίαμο που είχε καταφύγει ικέτης στο ναό του Δία. Ο Μενέλαος σκότωσε τον Πάρη(Δηίφοβο), τον σύζυγο της Ελένης και κινήθηκε να σκοτώσει και την Ελένη αλλά μόλις αντίκρισε την ομορφιά της χαμήλωσε το ξίφος του και τις συγχώρεσε την απιστία.
Ο Αίας ο Λοκρός, βίασε την Κασσάνδρα στον ναό της Αθηνάς. Εξαιτίας αυτής της ύβρεως αποφασίστηκε από τους Αχαιούς, με προτροπή του Οδυσσέα, να τον λιθοβολήσουν μέχρι θανάτου, αλλά κατέφυγε στο ιερό της Αθηνάς και σώθηκε.
Ο Αντήνορας, που είχε φιλοξενήσει τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, όταν είχαν σταλεί πρεσβεία για να ζητήσουν την Ελένη, δεν πειράχτηκε ούτε ο ίδιος ούτε η οικογένειά του. Ο Τρώας Αινείας μαζί πήρε τον ανήμπορο πατέρα του στην πλάτη και διέφυγε. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, του επετράπη να φύγει λόγω του ηθικού χαρακτήρα του. Οι Αχαιοί ισοπέδωσαν την πόλη και διαμοίρασαν την λεία. Η Κασσάνδρα δόθηκε στον Αγαμέμνονα, η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο και η Εκάβη στον Οδυσσέα. Οι Αχαιοί πέταξαν τον Αστυάνακτα, το βρέφος παιδί του Έκτορα από τα τείχη της πόλης, με σκοπό να αποτρέψουν πιθανή εκδίκηση του όταν θα ενηλικιωνόταν. Επίσης θυσίασαν την Πολυξένη στον τάφο του Αχιλλέα, όπως απαίτησαν οι χρησμοί. Η Αίθρα, μητέρα του Θησέα που είχε έρθει στην Τροία μαζί με την Ελένη, ηλικιωμένη πια, σώθηκε από τους εγγονούς της, Δημοφώντα και Ακάμαντα. Οι θεοί είχαν εξοργιστεί από την καταστροφή των ναών και γενικά των ύβρεων που οι Αχαιοί διέπραξαν. Καθώς επέστρεφε ο στόλος, κοντά στην Τήνο ξέσπασε έντονη καταιγίδα. Κατά μία εκδοχή, ο Ναύπλιος για να τους εκδικηθεί παραπλάνησε τον στόλο στέλνοντας εσφαλμένα μηνύματα με κάτοπτρο από το ακρωτήριο του Καφηρέα στην Εύβοια (Κάβο ντόρο) με αποτέλεσμα πολλά πλοία να ναυαγήσουν.
Ο Νέστορας, που υπήρξε ο πιο ευσεβής και ηθικός χαρακτήρας στην εκστρατεία, είχε ασφαλή και γρήγορη επιστροφή στην πατρίδα του. Ο Αίας ο Λοκρός τιμωρήθηκε από την Αθηνά, καθώς η Αθηνά δανείστηκε ένα κεραυνό του Δία και τον πυρπόλησε.
Ο Τεύκρος, γιος του Τελαμώνα και ετεροθαλής αδελφός του Αίαντα δικάστηκε επειδή δεν εμπόδισε τον θάνατο του αδελφού του και απαγορεύτηκε η επιστροφή στην πατρίδα του. Τελικά δεν επανήλθε ποτέ και ίδρυσε την Σαλαμίνα της Κύπρου. Αργότερα οι Αθηναίοι υποστήριξαν ότι ο Τεύκρος καθώς έφυγε παρέδωσε την εξουσία της πατρίδας του στους γιους του Θησέα. Ο Νεοπτόλεμος ακολούθησε την συμβουλή του Έλενου και ακολούθησαν και οι δύο μαζί χερσαία οδό. Κατά την διαδρομή συνάντησε στην γη των Κικόνων, τον Οδυσσέα και ενταφίασε τον δάσκαλο του Αχιλλέα Φοίνικα. Εν συνεχεία κατέληξε στη γη των Μολοσσών, στην Ήπειρο και απέκτησε ένα γιο με την Ανδρομάχη, τον Μολοσσό ο οποίος έγινε και διάδοχός του στην περιοχή. Για αυτό αργότερα οι βασιλείς της Ηπείρου, καθώς και ο Μέγας Αλέξανδρος υποστήριζαν ότι είναι απόγονοι του Αχιλλέα. Ο Διομήδης μετά από μια καταιγίδα βρέθηκε στην Λυκία, όπου ο βασιλιάς της Λύκος θα τον θυσίαζε στον Άρη, αλλά η κόρη του βασιλιά Καλλιρρόη τον λυπήθηκε και τον βοήθησε να δραπετεύσει. Μετά κατέληξε στην Αττική, όπου οι Αθηναίοι μη γνωρίζοντας ότι είναι σύμμαχοι του επιτέθηκαν. Τελικά έφτασε στο Άργος, όπου ανακάλυψε ότι η σύζυγός του Αιγιαλεία διέπραττε μοιχεία. Αγανακτισμένος έφυγε για την Αιτωλία. Σύμφωνα με κάποιες πηγές πέρασε και από την νότια Ιταλία όπου ίδρυσε ορισμένες πόλεις. Ο Φιλοκτήτης μετανάστευσε στην Σικελία, όπου ίδρυσε μια σειρά από πόλεις μεταξύ Κρότωνα και Θουρίων. Μετά από πολεμικές αναμετρήσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς ίδρυσε το ιερό του Απόλλωνα όπου και αφιέρωσε το τόξο του Ηρακλή.
Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Ιδομενέας έφτασε στην πατρίδα του, Κρήτη ασφαλής. Κατά μία άλλη εκδοχή το πλοίο του έπεσε σε δυνατή καταιγίδα και ο Ιδομενέας υποσχέθηκε στον Ποσειδώνα ότι θα θυσιάσει τον πρώτο άνθρωπο που θα δει στην πατρίδα, αν θα έφτανε σώος στην πατρίδα. Ο πρώτος που είδε όμως ήταν ο γιος του, τον οποίο και θυσίασε. Τελικά οι θεοί εξοργίστηκαν και ξέσπασε λοιμός στην Κρήτη, και ο λαός του τον έστειλε εξορία στην Καλαβρία της Ιταλίας απ' όπου εν συνεχεία κατέληξε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, όπου και πέθανε.
Από τους λιγότερο επιφανείς Αχαιούς ελάχιστοι έφτασαν στις πατρίδες τους.
Σύμφωνα με την Οδύσσεια, ο στόλος του Μενέλαου παρασυρμένος από τις θύελλες κατέληξε στην Κρήτη και την Αίγυπτο, όπου τα πέντε εναπομείναντα πλοία ήταν αδύνατο να επιστρέψουν στην πατρίδα λόγω των έντονων ανέμων. Ο Μενέλαος έπρεπε να μιλήσει με τον Πρωτέα, έναν θαλάσσιο θεό, προκειμένου να του γνωρίσει τι ακριβώς θυσίες πρέπει να κάνει στους θεούς για να του εξασφαλίσουν ασφαλή επιστροφή. Σύμφωνα με την «Παλινωδία» του ποιητή του 6ου π.Χ. αιώνα Στησίχορου, όπως αναφέρεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα, η Ελένη που είχε απηχθεί από τον Πάρη, ήταν απλά ένα ομοίωμά της και η πραγματική Ελένη βρίσκονταν όλο αυτό το διάστημα στην Αίγυπτο, όπου ξανάσμιξε με τον Μενέλαο. Ο Προίτος είχε πει στον Μενέλαο ότι ήταν προορισμένη να πάει στα Ηλύσια πεδία μετά τον θάνατό της. Τελικά, ο Μενέλαος επέστρεψε μαζί με την ωραία Ελένη επτά χρόνια μετά το πέρας του Τρωικού πολέμου.
Πηγη: http://athanathellada.blogspot.gr/2012/04/blog-post_25.html
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%81%CF%89%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82#.CE.94.CE.BF.CF.8D.CF.81.CE.B5.CE.B9.CE.BF.CF.82_.CE.8A.CF.80.CF.80.CE.BF.CF.82
Ο Δούρειος ίππος ως συμβάν ανήκει στον Τρωικό πόλεμο, όπως τον αφηγείται ο Βιργίλιος στο έπος της Αινειάδας. Τα γεγονότα που αφηγείται στην προκειμένη περίπτωση λαμβάνουν χώρα μετά την Ιλιάδα του Ομήρου και πριν την Οδύσσεια και την κύρια αφήγηση της Αινειάδας. Στα έπη Ιλιάς Μικρά και Ιλίου Πέρσις προβάλλεται ως κατασκευαστής του αλόγου ο Επειός, ο γιος του Πανοπέα από τη Φωκίδα, κατόπιν συμβουλής της ίδιας της Αθηνάς. Ο Επειός ασήμαντη πολεμικά προσωπικότητα, δεν αναφέρεται στις μάχες της Ιλιάδας καθώς κατ' ομολογία του ίδιου δεν είναι ιδιαίτερα ικανός με τα πολεμικά πράγματα.
Ο πόλεμος έληξε με ένα ιδιαίτερο τέχνασμα. Ο Οδυσσέας επινόησε την κατασκευή ενός μεγάλου σε μέγεθος ομοιώματος ξύλινου κούφιου αλόγου, του Δούρειου Ίππου. Το άλογο ήταν ζώο ιερό για τους Τρώες και πιστευόταν ότι θα το μετακινούσαν, ως φυλακτό, στο εσωτερικό της πόλης τους, αφού είχαν προετοιμαστεί όλες οι συνθήκες που θα έδιναν την εντύπωση ότι οι Έλληνες έφυγαν οριστικά. Το κατασκεύασε ο μηχανικός Επειός, με την καθοδήγηση της Αθηνάς και στο εξωτερικό του έφερε την επιγραφή:
«Αφιερωμένο στην Αθηνά από τους Έλληνες, για την επιστροφή τους στην πατρίδα».
Στον Δούρειο Ίππο εισχώρησε ομάδα Αχαιών με επικεφαλής τον Οδυσσέα, ενώ ο υπόλοιπος στρατός έκαψε το στρατόπεδο προκειμένου να πιστέψουν οι Τρώες ότι η αποχώρησή τους είναι οριστική, και έπλευσαν για την Τένεδο.
Το επόμενο πρωί, οι Τρώες ανακαλύπτουν ότι το αντίπαλο στρατόπεδο είχε εγκαταλειφθεί. Μέσα στον ενθουσιασμό τους πίστεψαν ότι ο δεκαετής πόλεμος έχει λήξει και θεώρησαν ότι πρέπει να μετακινήσουν τον Δούρειο Ίππο στον εσωτερικό της πόλης. Ορισμένοι μεμονωμένοι Τρώες θεώρησαν ότι είναι καταραμένο και πρέπει να το ρίξουν στον γκρεμό ή να το κάψουν. Η κόρη του Πρίαμου Κασσάνδρα και ο ιερέας του Ποσειδώνα Λαοκόων προειδοποίησαν ότι μόνο συμφορά θα φέρει στην πόλη. Αλλά η Κασσάνδρα ενώ είχε την διόραση, από τον Απόλλωνα να μπορεί να προβλέπει γεγονότα, είχε και την κατάρα του, επειδή αθέτησε την υπόσχεσή της να του δοθεί, να μην καταφέρνει να πείθει κανέναν. Στον δε Λαοκόοντα και στους δυο γιους του επιτέθηκαν τεράστια θαλάσσια φίδια τα οποία τους έπνιξαν στην θάλασσα. Ο Αινείας και οι οπαδοί του πιστεύοντας αυτές τις προβλέψεις αποτραβήχτηκαν στο όρος Ίδη. Οι Τρώες τελικά γεμάτοι ενθουσιασμό αποφάσισαν να μεταφέρουν εντός των τειχών τον Δούρειο Ίππο. Μάλιστα επειδή ήταν αρκετά μεγάλο κατασκεύασμα, αναγκάστηκαν να γκρεμίσουν και τμήμα από την κεντρική πύλη της πόλης, τις «Σκαιές Πύλες». Αμέσως μετά ξεχύθηκαν στους δρόμους της πόλης για να γιορτάσουν την επιτυχή έκβαση του πολέμου. Κατά τα μεσάνυχτα όπου ήταν και πανσέληνος ο Σίνων, Αχαιός κατάσκοπος, έκανε σήμα στον Αχαϊκό στόλο στην Τένεδο για να προσεγγίσει, την ίδια στιγμή οι στρατιώτες που βρίσκονταν στον Δούρειο Ίππο βγήκαν και σκότωσαν τους φύλακες.
Οι Αχαιοί μπήκαν στην πόλη και σκότωναν τον πληθυσμό της καθώς κοιμόταν στα σπίτια του. Η σφαγή συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα. Όσοι Τρώες πρόλαβαν, πολέμησαν απεγνωσμένοι με ιδιαίτερο πείσμα, παρόλο που βρέθηκαν αιφνιδιασμένοι, ανοργάνωτοι και χωρίς κάποιον ηγέτη να τους καθοδηγήσει. Κάποιοι υπερασπιστές πετούσαν κομμάτια των οροφών των σπιτιών στους κατεστραμμένους δρόμους της πόλεως για να εμποδίσουν τους εισβολείς. Τελικά, οι τελευταίοι αμυνόμενοι χάθηκαν μέσα στην λαίλαπα της καταστροφής και των σφαγών.
Ο Νεοπτόλεμος σκότωσε τον Πρίαμο που είχε καταφύγει ικέτης στο ναό του Δία. Ο Μενέλαος σκότωσε τον Πάρη(Δηίφοβο), τον σύζυγο της Ελένης και κινήθηκε να σκοτώσει και την Ελένη αλλά μόλις αντίκρισε την ομορφιά της χαμήλωσε το ξίφος του και τις συγχώρεσε την απιστία.
Ο Αίας ο Λοκρός, βίασε την Κασσάνδρα στον ναό της Αθηνάς. Εξαιτίας αυτής της ύβρεως αποφασίστηκε από τους Αχαιούς, με προτροπή του Οδυσσέα, να τον λιθοβολήσουν μέχρι θανάτου, αλλά κατέφυγε στο ιερό της Αθηνάς και σώθηκε.
Ο Αντήνορας, που είχε φιλοξενήσει τον Μενέλαο και τον Οδυσσέα, όταν είχαν σταλεί πρεσβεία για να ζητήσουν την Ελένη, δεν πειράχτηκε ούτε ο ίδιος ούτε η οικογένειά του. Ο Τρώας Αινείας μαζί πήρε τον ανήμπορο πατέρα του στην πλάτη και διέφυγε. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο, του επετράπη να φύγει λόγω του ηθικού χαρακτήρα του. Οι Αχαιοί ισοπέδωσαν την πόλη και διαμοίρασαν την λεία. Η Κασσάνδρα δόθηκε στον Αγαμέμνονα, η Ανδρομάχη στον Νεοπτόλεμο και η Εκάβη στον Οδυσσέα. Οι Αχαιοί πέταξαν τον Αστυάνακτα, το βρέφος παιδί του Έκτορα από τα τείχη της πόλης, με σκοπό να αποτρέψουν πιθανή εκδίκηση του όταν θα ενηλικιωνόταν. Επίσης θυσίασαν την Πολυξένη στον τάφο του Αχιλλέα, όπως απαίτησαν οι χρησμοί. Η Αίθρα, μητέρα του Θησέα που είχε έρθει στην Τροία μαζί με την Ελένη, ηλικιωμένη πια, σώθηκε από τους εγγονούς της, Δημοφώντα και Ακάμαντα. Οι θεοί είχαν εξοργιστεί από την καταστροφή των ναών και γενικά των ύβρεων που οι Αχαιοί διέπραξαν. Καθώς επέστρεφε ο στόλος, κοντά στην Τήνο ξέσπασε έντονη καταιγίδα. Κατά μία εκδοχή, ο Ναύπλιος για να τους εκδικηθεί παραπλάνησε τον στόλο στέλνοντας εσφαλμένα μηνύματα με κάτοπτρο από το ακρωτήριο του Καφηρέα στην Εύβοια (Κάβο ντόρο) με αποτέλεσμα πολλά πλοία να ναυαγήσουν.
Ο Νέστορας, που υπήρξε ο πιο ευσεβής και ηθικός χαρακτήρας στην εκστρατεία, είχε ασφαλή και γρήγορη επιστροφή στην πατρίδα του. Ο Αίας ο Λοκρός τιμωρήθηκε από την Αθηνά, καθώς η Αθηνά δανείστηκε ένα κεραυνό του Δία και τον πυρπόλησε.
Ο Τεύκρος, γιος του Τελαμώνα και ετεροθαλής αδελφός του Αίαντα δικάστηκε επειδή δεν εμπόδισε τον θάνατο του αδελφού του και απαγορεύτηκε η επιστροφή στην πατρίδα του. Τελικά δεν επανήλθε ποτέ και ίδρυσε την Σαλαμίνα της Κύπρου. Αργότερα οι Αθηναίοι υποστήριξαν ότι ο Τεύκρος καθώς έφυγε παρέδωσε την εξουσία της πατρίδας του στους γιους του Θησέα. Ο Νεοπτόλεμος ακολούθησε την συμβουλή του Έλενου και ακολούθησαν και οι δύο μαζί χερσαία οδό. Κατά την διαδρομή συνάντησε στην γη των Κικόνων, τον Οδυσσέα και ενταφίασε τον δάσκαλο του Αχιλλέα Φοίνικα. Εν συνεχεία κατέληξε στη γη των Μολοσσών, στην Ήπειρο και απέκτησε ένα γιο με την Ανδρομάχη, τον Μολοσσό ο οποίος έγινε και διάδοχός του στην περιοχή. Για αυτό αργότερα οι βασιλείς της Ηπείρου, καθώς και ο Μέγας Αλέξανδρος υποστήριζαν ότι είναι απόγονοι του Αχιλλέα. Ο Διομήδης μετά από μια καταιγίδα βρέθηκε στην Λυκία, όπου ο βασιλιάς της Λύκος θα τον θυσίαζε στον Άρη, αλλά η κόρη του βασιλιά Καλλιρρόη τον λυπήθηκε και τον βοήθησε να δραπετεύσει. Μετά κατέληξε στην Αττική, όπου οι Αθηναίοι μη γνωρίζοντας ότι είναι σύμμαχοι του επιτέθηκαν. Τελικά έφτασε στο Άργος, όπου ανακάλυψε ότι η σύζυγός του Αιγιαλεία διέπραττε μοιχεία. Αγανακτισμένος έφυγε για την Αιτωλία. Σύμφωνα με κάποιες πηγές πέρασε και από την νότια Ιταλία όπου ίδρυσε ορισμένες πόλεις. Ο Φιλοκτήτης μετανάστευσε στην Σικελία, όπου ίδρυσε μια σειρά από πόλεις μεταξύ Κρότωνα και Θουρίων. Μετά από πολεμικές αναμετρήσεις με τους τοπικούς πληθυσμούς ίδρυσε το ιερό του Απόλλωνα όπου και αφιέρωσε το τόξο του Ηρακλή.
Σύμφωνα με τον Όμηρο, ο Ιδομενέας έφτασε στην πατρίδα του, Κρήτη ασφαλής. Κατά μία άλλη εκδοχή το πλοίο του έπεσε σε δυνατή καταιγίδα και ο Ιδομενέας υποσχέθηκε στον Ποσειδώνα ότι θα θυσιάσει τον πρώτο άνθρωπο που θα δει στην πατρίδα, αν θα έφτανε σώος στην πατρίδα. Ο πρώτος που είδε όμως ήταν ο γιος του, τον οποίο και θυσίασε. Τελικά οι θεοί εξοργίστηκαν και ξέσπασε λοιμός στην Κρήτη, και ο λαός του τον έστειλε εξορία στην Καλαβρία της Ιταλίας απ' όπου εν συνεχεία κατέληξε στην Κολοφώνα της Μικράς Ασίας, όπου και πέθανε.
Από τους λιγότερο επιφανείς Αχαιούς ελάχιστοι έφτασαν στις πατρίδες τους.
Σύμφωνα με την Οδύσσεια, ο στόλος του Μενέλαου παρασυρμένος από τις θύελλες κατέληξε στην Κρήτη και την Αίγυπτο, όπου τα πέντε εναπομείναντα πλοία ήταν αδύνατο να επιστρέψουν στην πατρίδα λόγω των έντονων ανέμων. Ο Μενέλαος έπρεπε να μιλήσει με τον Πρωτέα, έναν θαλάσσιο θεό, προκειμένου να του γνωρίσει τι ακριβώς θυσίες πρέπει να κάνει στους θεούς για να του εξασφαλίσουν ασφαλή επιστροφή. Σύμφωνα με την «Παλινωδία» του ποιητή του 6ου π.Χ. αιώνα Στησίχορου, όπως αναφέρεται στον «Φαίδρο» του Πλάτωνα, η Ελένη που είχε απηχθεί από τον Πάρη, ήταν απλά ένα ομοίωμά της και η πραγματική Ελένη βρίσκονταν όλο αυτό το διάστημα στην Αίγυπτο, όπου ξανάσμιξε με τον Μενέλαο. Ο Προίτος είχε πει στον Μενέλαο ότι ήταν προορισμένη να πάει στα Ηλύσια πεδία μετά τον θάνατό της. Τελικά, ο Μενέλαος επέστρεψε μαζί με την ωραία Ελένη επτά χρόνια μετά το πέρας του Τρωικού πολέμου.
Πηγη: http://athanathellada.blogspot.gr/2012/04/blog-post_25.html
https://el.m.wikipedia.org/wiki/%CE%A4%CF%81%CF%89%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82_%CF%80%CF%8C%CE%BB%CE%B5%CE%BC%CE%BF%CF%82#.CE.94.CE.BF.CF.8D.CF.81.CE.B5.CE.B9.CE.BF.CF.82_.CE.8A.CF.80.CF.80.CE.BF.CF.82
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου